×

우리는 LingQ를 개선하기 위해서 쿠키를 사용합니다. 사이트를 방문함으로써 당신은 동의합니다 쿠키 정책.


image

► 007 - Ο Μικρός Πρίγκιπας | The Little Prince, 26 - ΚΕΦΑΛΑΙΟ XXVI / XXVII

26 - ΚΕΦΑΛΑΙΟ XXVI / XXVII

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XXVI

Κοντά στο πηγάδι, υπήρχε ένας παλιός, ερειπωμένος, πέτρινος τοίχος. Καθώς επέστρεφα πίσω από τη δουλειά μου, το βράδυ της επόμενης μέρας, είδα από μακριά το μικρό μου πρίγκηπα να είναι καθισμένος ψηλά, πάνω στον τοίχο, με τα πόδια του να κρέμονται. Και τον άκουσα που έλεγε:

- «Δεν το θυμάσαι καθόλου, λοιπόν; Δεν είναι ΕΔΩ, το σωστό σημείο!».

Κι' αναμφίβολα, μια άλλη φωνή πρέπει να του απάντησε, γιατί αποκρίθηκε: - «Κι' όμως! Κι' όμως... η μέρα είναι η σωστή, αλλά δεν είναι εδώ το σωστό σημείο...» Συνέχισα την πορεία μου προς τον ερειπωμένο τοίχο. Δεν έβλεπα τίποτε, ούτε άκουγα κανέναν. Και σε λίγο, τον άκουσα ξανά, να λέει:

- «...Και βέβαια. Θα δεις εκεί που αρχίζουν τα χνάρια μου στην άμμο. Δεν έχεις παρά να με περιμένεις. Θα είμαι εκεί, απόψε...»

Ήμουν είκοσι μέτρα από τον τοίχο, κι' ακόμα δεν έβλεπα τίποτε. Την ησυχία, διέκοψε ξανά η φωνή του μικρού πρίγκηπα, που είπε:

- «Είναι καλό το δηλητήριο σου; Είσαι σίγουρος ότι δε θα υποφέρω για πολύ;»

Σταμάτησα, με την καρδιά μου αλαφιασμένη, αλλά εξακολουθώντας να μην καταλαβαίνω...

- «Και τώρα, φύγε...», ακούστηκε ξανά η φωνή του, «...θέλω να κατέβω!».

Τότε κι' εγώ χαμήλωσα το βλέμμα μου προς τη βάση του τοίχου κι' αναπήδησα με το θέαμα! Ήταν εκεί, ανασηκωμένο, στραμμένο προς το μικρό πρίγκηπα, ένα απ' αυτά τα κιτρινωπά φίδια της ερήμου, που σε στέλνουν στον άλλο κόσμο σε μισό λεπτό. Ανασκαλεύοντας την τσέπη μου για το περίστροφο μου, άρχισα να τρέχω προς τον τοίχο όσο πιο γρήγορα μπορούσα· μα με το θόρυβο που έκανα, το φίδι κύλησε απαλά προς την άμμο, σαν πίδακας νερού που χάνεται σε συντριβάνι και γλίστρησε ανάμεσα στις πέτρες, δίχως ιδιαίτερη βιασύνη, μ' έναν ελαφρύ μεταλλικό ήχο. Έφτασα στον τοίχο πάνω στην ώρα, έχοντας μόλις προλάβει να πιάσω στην αγκαλιά μου το μικρό μου αγόρι... το μικρό μου πρίγκηπα... κατάλευκο σαν τις νιφάδες του χιονιού.

- «Μα τι ήταν κι' αυτό! Μιλάς τώρα και με τα φίδια!», του είπα.

Χαλάρωσα το χρυσαφί φουλάρι που φορούσε, τυλιγμένο πάντα στο λαιμό του. Του δρόσισα το μέτωπο και του έδωσα να πιει νερό. Και τώρα δεν τολμούσα πια να τον ρωτήσω τίποτε...

Με κοίταξε πολύ σοβαρά και κρεμάστηκε σφιχτά πάνω μου. Ένοιωθα την καρδιά του να σκιρτά, σαν την καρδιά του πουλιού, που ξεψυχά χτυπημένο απ' τα βόλια του τουφεκιού. Μου είπε:

- «Είμαι ευχαριστημένος που κατάφερες να βρεις τι έφταιγε με τον κινητήρα σου. Έτσι, θα μπορέσεις να γυρίσεις σπίτι σου...»

- «Μα πως το ήξερες εσύ;», ρώτησα, γιατί ερχόμουν - ακριβώς - να του πω ότι - παρά τις λιγοστές ελπίδες - είχα καταφέρει να επισκευάσω το αεροπλάνο μου!

Δεν απάντησε διόλου στην ερώτηση μου, πρόσθεσε όμως:

- «Κι' εγώ, σήμερα, θα γυρίσω σπίτι μου...» Και συμπλήρωσε μελαγχολικά:

- «Είναι πολύ πιο μακριά... είναι πολύ πιο δύσκολο...»

Το ένοιωθα πλήρως, ότι συνέβαινε κάτι σχεδόν εξωπραγματικό. Τον κρατούσα σφιχτά στην αγκαλιά μου - σα μικρό παιδί κι' όμως είχα την αίσθηση ότι γλιστρούσε απ' τα χέρια μου, προς τα πάνω... προς μια άβυσσο... χωρίς να μπορώ να κάνω τίποτε για να τον συγκρατήσω... Με το βλέμμα του σοβαρό, μα απορροφημένο κάπου πολύ μακριά, μου είπε:

- «Έχω το αρνάκι σου. Έχω και το κουτάκι για το αρνάκι. Κι' έχω και το φίμωτρο...» Και χαμογέλασε μελαγχολικά.

Περίμενα υπομονετικά. Ένοιωθα ότι άρχιζε σιγά - σιγά να ξαναζωντανεύει:

- «Μικρό μου αγόρι, εσύ... φοβάσαι...»

Φυσικά και φοβόταν! Όμως χαμογέλασε γλυκά κι' είπε: - «Απόψε το βράδυ, θα φοβηθώ πολύ περισσότερο...»

Ένοιωσα και πάλι να παγώνω από την αμείλικτη αίσθηση του αναπόφευκτου. Και κατάλαβα πως δεν άντεχα στη σκέψη να μην ακούσω ποτέ ξανά αυτό το γέλιο. Το γέλιο που ήταν για μένα σα μια όαση μέσ' στην έρημο. - «Μικρό μου αγόρι, θέλω να σε ξανακούσω να γελάς...»

Εκείνος όμως μου αποκρίθηκε:

- «Αυτή τη νύχτα, κλείνει ένας χρόνος. Το αστέρι μου θα βρίσκεται ακριβώς πάνω από το σημείο στ' οποίο πάτησα στη Γη, πριν ένα χρόνο...» - «Μικρό μου αγόρι, πες μου ότι είναι ένα κακό όνειρο αυτή η ιστορία με το φίδι και το σημείο που ήρθες και το αστέρι...»

Δεν απάντησε όμως στην ερώτηση μου. Μου είπε μόνο:

- «Αυτό που είναι σημαντικό, δεν το βλέπουν τα μάτια...»

- «Και βέβαια...»

- «Είναι όπως με το λουλούδι. Αν αγαπάς ένα λουλούδι που βρίσκεται σ' ένα αστέρι, είναι υπέροχο να κοιτάς τον ουρανό τη νύχτα. Όλα τα αστέρια θα μοιάζουν ανθισμένα».

«Είναι όπως με το νερό. Αυτό που μου έδωσες να πιω, ήταν ωραίο σα μουσική, μουσική απ' το μαγκάνι και το σκοινί... θυμάσαι;... πόσο πραγματικά καλό ήταν». - «Και βέβαια...»

- «Τη νύχτα θα κοιτάζεις τ' άστρα. Το δικό μου είναι πολύ μικρό, για να σου το δείξω, που βρίσκεται. Είναι καλύτερα έτσι. Το αστέρι μου, θα είναι για σένα ένα αστέρι ανάμεσα σ' όλα τ' αστέρια. Κι' έτσι θα χαίρεσαι να κοιτάζεις όλα τ' αστέρια... Όλα τ' αστέρια θα είναι φίλοι σου. Κι' εξάλλου, θέλω να σου κάνω ένα δώρο...» Και γέλασε ξανά.

- «Α! Μικρό μου αγόρι, μικρό μου αγόρι... πόσο χαίρομαι ν' ακούω αυτό το γέλιο!» - «Ακριβώς, αυτό θα είναι το δώρο μου... θα είναι όπως με το νερό...»

- «Τι θέλεις να πεις;»

- «Τ' αστέρια ανήκουν σ' όλους τους ανθρώπους· αλλά για τους ανθρώπους, δεν έχουν όλα τ' αστέρια την ίδια σημασία. Για κάποιους, που ταξιδεύουν, τ' αστέρια είναι οδηγοί, σημεία προσανατολισμού. Γι' άλλους πάλι, δεν είναι τίποτε παραπάνω από αχνά φωτάκια στον ουρανό. Γι' άλλους, που είναι επιστήμονες, αντιπροσωπεύουν ερωτήσεις και προβλήματα. Για τον επιχειρηματία μου, αντιπροσώπευαν τον πλούτο. Μα όλα αυτά τα αστέρια - εκεί πάνω - μένουν σιωπηλά. Εσύ όμως... εσύ... θα 'χεις τ' άστρα όπως κανείς άλλος δεν τα έχει... - «Τι θέλεις να πεις;

- «Όταν θα κοιτάζεις τον ουρανό τη νύχτα, μιας και θα ζω σ' ένα απ' τ' αστέρια, μιας και θα γελάω σ' ένα απ' τ' αστέρια, θα είναι τότε για σένα σαν να γελούν όλα τ' αστέρια. Εσύ θα έχεις - εσύ μόνο - άστρα που ξέρουν να γελούν!».

Και γέλασε ξανά.

- «Κι' όταν καταλαγιάσει η λύπη σου (γιατί πάντα καταλαγιάζει η λύπη, τελικά) θα είσαι ευχαριστημένος που με γνώρισες. Θα είσαι για πάντα φίλος μου. Θα θέλεις να γελάμε μαζί. Και μερικές φορές, θ' ανοίγεις το παράθυρο σου - έτσι - γι' αυτή τη χαρά... Κι' οι φίλοι σου θα μένουν πραγματικά κατάπληκτοι να σε βλέπουν να γελάς, κοιτώντας τον ουρανό. Κι' εσύ λοιπόν θα τους λες: "Ναι, τ' αστέρια πάντα με κάνουν να γελώ!". Κι' εκείνοι θα σε περνάνε για τρελό. Θα σου έχω κάνει την πιο πονηρή φάρσα...».

Και γέλασε ξανά.

- «Θα είναι σαν να σου έχω δώσει - αντί γι' αστέρια - μυριάδες μικρά κουδουνάκια που ξέρουν να γελούν...». Και γέλασε ξανά, αλλά το πρόσωπο του κατσούφιασε και μου είπε, σοβαρά:

- «Απόψε το βράδυ... ξέρεις... μην έρθεις κοντά μου...».

- «Δε θα σ' εγκαταλείψω», του είπα. - «Θα μοιάζει κάπως σαν να πονάω... Θα μοιάζει λίγο σαν να πεθαίνω. Κάπως έτσι θα είναι. Μην έρθεις να το δεις αυτό... δεν αξίζει τον κόπο...» .

- «Δε θα σ' αφήσω μόνο σου». Ήταν όμως ανήσυχος.

- «Αυτό που σου λέω... είναι και για το φίδι. Δεν πρέπει να δαγκώσει κι' εσένα... Δεν πρέπει να σε σκοτώσει... Τα φίδια έχουν κακία μέσα τους. Μπορεί να σε σκοτώσει μόνο και μόνο για την ευχαρίστηση του...».

- «Δε θα σ' αφήσω μόνο σου». Κατιτί τον καθησύχασε όμως:

- «Είναι αλήθεια βέβαια... ότι δεν έχουν αρκετό δηλητήριο και για δεύτερο δάγκωμα...».

Εκείνη - εκεί - τη νύχτα δεν τον είδα να ξεκινάει. Ξεγλίστρησε αθόρυβα, σκαστός μεσ' στο σκοτάδι. Όταν κατάφερα να τον προλάβω, περπατούσε αποφασιστικά, με βήμα γοργό. Και μου είπε μοναχά:

- «Ω! Είσαι εδώ...»

Και μ' έπιασε απ' το χέρι. Μα ήταν ακόμα ανήσυχος:

- «Έκανες λάθος που ήρθες. Θα στεναχωρηθείς. Θα μοιάζει σα να 'χω πεθάνει, χωρίς να είναι αληθινό...». Εγώ ήμουν αμίλητος...

- «Καταλαβαίνεις... Είναι πολύ μακριά. Δε μπορώ να το πάρω μαζί μου αυτό το σώμα - εκεί πάνω. Είναι πολύ βαρύ».

Εγώ ήμουν ακόμα αμίλητος...

- «Θα μείνει όμως, όπως ένα αφημένο παλιό όστρακο. Δε στεναχωριόμαστε για τα παλιά όστρακα...».

Εγώ είχα μείνει άλαλος...

Έχασε λίγο απ' το κουράγιο του. Μα έκανε ακόμα μια προσπάθεια:

- «Ξέρεις... θα είναι όμορφο αυτό. Κι' εγώ θα τα κοιτάζω τ' άστρα. Όλα τ' άστρα θα 'ναι σαν πηγάδια με σκουριασμένο μαγκάνι. Όλα τ' άστρα θα μου φέρνουν νερό για να πιω...». Εγώ δεν είχα λόγια πια...

- «Θα είναι απόλυτα διασκεδαστικό! Εσύ θα έχεις πεντακόσια εκατομμύρια κουδουνάκια, εγώ θα έχω πεντακόσια εκατομμύρια βρυσούλες...».

Κι' έμεινε κι' εκείνος αμίλητος, καθώς δάκρυα κυλούσαν απ' τα μάτια του... - «Εκεί δα είναι. Άφησε με να προχωρήσω μόνος μου».

Και κάθισε, καθώς ένοιωσε το φόβο γι' αυτό που τον περίμενε. Μου είπε τότε:

- «Ξέρεις... το λουλούδι μου... είμαι υπεύθυνος γι' αυτό! Κι' εκείνο είναι τόσο αδύναμο! Και τόσο αθώο. Έχει μόνο τέσσερα μικρούτσικα αγκαθάκια για να προστατευτεί απέναντι σ' ολόκληρο τον κόσμο...». Κάθισα κι' εγώ, γιατί ένοιωθα τα γόνατα μου κομμένα. Και μου είπε:

- «Να... Αυτό είν' όλο...» Δίστασε για λίγο ακόμα, και μετά σηκώθηκε. Έκανε ένα βήμα μπροστά. Εγώ, δε μπορούσα ούτε να σαλέψω...

Φάνηκε μονάχα, μια κιτρινωπή αναλαμπή, πλάι στον αστράγαλο του. Έμεινε για μια στιγμή ακίνητος. Δε φώναξε. Έπεσε απαλά, σα δεντρί που χάνει τις ρίζες του. Δεν ακούστηκε ούτε ένας ψίθυρος, καθώς έγειρε στην άμμο


26 - ΚΕΦΑΛΑΙΟ XXVI / XXVII 26 - CHAPTER XXVI / XXVII 26 - CHAPITRE XXVI / XXVII 26 - CAPÍTULO XXVI / XXVII

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XXVI

Κοντά στο πηγάδι, υπήρχε ένας παλιός, ερειπωμένος, πέτρινος τοίχος. Near the well, there was an old, dilapidated, stone wall. Καθώς επέστρεφα πίσω από τη δουλειά μου, το βράδυ της επόμενης μέρας, είδα από μακριά το μικρό μου πρίγκηπα να είναι καθισμένος ψηλά, πάνω στον τοίχο, με τα πόδια του να κρέμονται. As I was returning from my work, the next evening, I saw in the distance my little prince sitting high up on the wall, his legs dangling. Και τον άκουσα που έλεγε: And I heard him say:

- «Δεν το θυμάσαι καθόλου, λοιπόν; Δεν είναι ΕΔΩ, το σωστό σημείο!». - "You don't remember it at all, then? It's not HERE, the right place! " - “O zaman hiç hatırlamıyorsun? BURADA değil, doğru yer!'

Κι' αναμφίβολα, μια άλλη φωνή πρέπει να του απάντησε, γιατί αποκρίθηκε: And no doubt another voice must have answered him, for he responded: - «Κι' όμως! - "And yet! Κι' όμως... η μέρα είναι η σωστή, αλλά δεν είναι εδώ το σωστό σημείο...» And yet... the day is right, but here is not the right place..." Συνέχισα την πορεία μου προς τον ερειπωμένο τοίχο. I continued on my way towards the ruined wall. Δεν έβλεπα τίποτε, ούτε άκουγα κανέναν. I could not see anything, nor could I hear anyone. Και σε λίγο, τον άκουσα ξανά, να λέει: And in a little while, I heard him again, saying:

- «...Και βέβαια. - "...And of course. Θα δεις εκεί που αρχίζουν τα χνάρια μου στην άμμο. You will see where my footprints begin in the sand. Δεν έχεις παρά να με περιμένεις. You only have to wait for me. Θα είμαι εκεί, απόψε...» I'll be there tonight...”

Ήμουν είκοσι μέτρα από τον τοίχο, κι' ακόμα δεν έβλεπα τίποτε. I was twenty meters from the wall, and I still couldn't see anything. Την ησυχία, διέκοψε ξανά η φωνή του μικρού πρίγκηπα, που είπε: The silence was interrupted again by the voice of the little prince, who said:

- «Είναι καλό το δηλητήριο σου; Είσαι σίγουρος ότι δε θα υποφέρω για πολύ;» - "Is your poison good? Are you sure I won't suffer for long? "

Σταμάτησα, με την καρδιά μου αλαφιασμένη, αλλά εξακολουθώντας να μην καταλαβαίνω... I stopped, with my heart pounding, but still not understanding ...

- «Και τώρα, φύγε...», ακούστηκε ξανά η φωνή του, «...θέλω να κατέβω!». - "And now, go away ..." his voice was heard again, "... I want to go down!"

Τότε κι' εγώ χαμήλωσα το βλέμμα μου προς τη βάση του τοίχου κι' αναπήδησα με το θέαμα! Then I lowered my gaze to the base of the wall and bounced with the spectacle! Ήταν εκεί, ανασηκωμένο, στραμμένο προς το μικρό πρίγκηπα, ένα απ' αυτά τα κιτρινωπά φίδια της ερήμου, που σε στέλνουν στον άλλο κόσμο σε μισό λεπτό. There you were, lifted up, facing the little prince, one of these yellowish desert snakes, sending you to another world in half a minute. Ανασκαλεύοντας την τσέπη μου για το περίστροφο μου, άρχισα να τρέχω προς τον τοίχο όσο πιο γρήγορα μπορούσα· μα με το θόρυβο που έκανα, το φίδι κύλησε απαλά προς την άμμο, σαν πίδακας νερού που χάνεται σε συντριβάνι και γλίστρησε ανάμεσα στις πέτρες, δίχως ιδιαίτερη βιασύνη, μ' έναν ελαφρύ μεταλλικό ήχο. Digging into my pocket for my handgun, I began to run toward the wall as fast as I could; but with the noise I made, the snake gently rolled into the sand, like a jet of water lost in a fountain and slid between the stones, without particularity in a hurry, with a light metallic sound. Έφτασα στον τοίχο πάνω στην ώρα, έχοντας μόλις προλάβει να πιάσω στην αγκαλιά μου το μικρό μου αγόρι... το μικρό μου πρίγκηπα... κατάλευκο σαν τις νιφάδες του χιονιού. I reached the wall just in time, having just caught my little boy in my arms ... my little prince ... white like snowflakes.

- «Μα τι ήταν κι' αυτό! - "But what was that! Μιλάς τώρα και με τα φίδια!», του είπα. You're talking about snakes now! ", I told him.

Χαλάρωσα το χρυσαφί φουλάρι που φορούσε, τυλιγμένο πάντα στο λαιμό του. I loosened the golden scarf he wore, always wrapped around his neck. Του δρόσισα το μέτωπο και του έδωσα να πιει νερό. I cooled his forehead and gave him a drink of water. Και τώρα δεν τολμούσα πια να τον ρωτήσω τίποτε... And now I no longer dared to ask him anything ...

Με κοίταξε πολύ σοβαρά και κρεμάστηκε σφιχτά πάνω μου. He looked at me very seriously and hung tight on me. Ένοιωθα την καρδιά του να σκιρτά, σαν την καρδιά του πουλιού, που ξεψυχά χτυπημένο απ' τα βόλια του τουφεκιού. I felt his heart wander like the heart of a bird, frantically struck by the rifle's bullets. Μου είπε: Told me:

- «Είμαι ευχαριστημένος που κατάφερες να βρεις τι έφταιγε με τον κινητήρα σου. - “I'm glad you managed to find what was wrong with your engine. Έτσι, θα μπορέσεις να γυρίσεις σπίτι σου...» That way, you'll be able to go home..."

- «Μα πως το ήξερες εσύ;», ρώτησα, γιατί ερχόμουν - ακριβώς - να του πω ότι - παρά τις λιγοστές ελπίδες - είχα καταφέρει να επισκευάσω το αεροπλάνο μου! - "But how did you know that?" I asked, why I was coming - exactly - to tell him that - despite my low hopes - I had managed to repair my plane!

Δεν απάντησε διόλου στην ερώτηση μου, πρόσθεσε όμως: He didn't answer my question at all, but added:

- «Κι' εγώ, σήμερα, θα γυρίσω σπίτι μου...» - "I, too, will return home today..." Και συμπλήρωσε μελαγχολικά: And he added gloomily:

- «Είναι πολύ πιο μακριά... είναι πολύ πιο δύσκολο...» - "It's much farther... it's much harder..."

Το ένοιωθα πλήρως, ότι συνέβαινε κάτι σχεδόν εξωπραγματικό. I could totally feel it, that something almost unreal was happening. Τον κρατούσα σφιχτά στην αγκαλιά μου - σα μικρό παιδί κι' όμως είχα την αίσθηση ότι γλιστρούσε απ' τα χέρια μου, προς τα πάνω... προς μια άβυσσο... χωρίς να μπορώ να κάνω τίποτε για να τον συγκρατήσω... I held him tightly in my arms - like a small child and yet I had the feeling that he was slipping out of my arms, upwards... towards an abyss... without being able to do anything to hold him back... Με το βλέμμα του σοβαρό, μα απορροφημένο κάπου πολύ μακριά, μου είπε: With a serious look, but absorbed somewhere far away, he told me:

- «Έχω το αρνάκι σου. - "I have your lamb. Έχω και το κουτάκι για το αρνάκι. I also have the can for the lamb. Κι' έχω και το φίμωτρο...» And I also have the muzzle..." Και χαμογέλασε μελαγχολικά. And he smiled wistfully.

Περίμενα υπομονετικά. I waited patiently. Ένοιωθα ότι άρχιζε σιγά - σιγά να ξαναζωντανεύει: I could feel him slowly coming back to life:

- «Μικρό μου αγόρι, εσύ... φοβάσαι...» - "My little boy, you... are afraid..."

Φυσικά και φοβόταν! Of course he was afraid! Όμως χαμογέλασε γλυκά κι' είπε: But he smiled sweetly and said: - «Απόψε το βράδυ, θα φοβηθώ πολύ περισσότερο...» - "Tonight, I will be much more afraid..."

Ένοιωσα και πάλι να παγώνω από την αμείλικτη αίσθηση του αναπόφευκτου. I once again felt freezing from the relentless sense of inevitability. Και κατάλαβα πως δεν άντεχα στη σκέψη να μην ακούσω ποτέ ξανά αυτό το γέλιο. And I realized that I couldn't bear the thought of never hearing that laugh again. Το γέλιο που ήταν για μένα σα μια όαση μέσ' στην έρημο. The laughter that was for me like an oasis in the desert. - «Μικρό μου αγόρι, θέλω να σε ξανακούσω να γελάς...» - "My little boy, I want to hear you laugh again..."

Εκείνος όμως μου αποκρίθηκε: But he answered me:

- «Αυτή τη νύχτα, κλείνει ένας χρόνος. - "Tonight, it's one year. Το αστέρι μου θα βρίσκεται ακριβώς πάνω από το σημείο στ' οποίο πάτησα στη Γη, πριν ένα χρόνο...» My star will be just above the point where I landed on Earth a year ago ... " - «Μικρό μου αγόρι, πες μου ότι είναι ένα κακό όνειρο αυτή η ιστορία με το φίδι και το σημείο που ήρθες και το αστέρι...» - "My little boy, tell me this story about the snake and where you came from and the star is a bad dream..."

Δεν απάντησε όμως στην ερώτηση μου. But he didn't answer my question. Μου είπε μόνο: He only told me:

- «Αυτό που είναι σημαντικό, δεν το βλέπουν τα μάτια...» - "What is important, the eyes cannot see..."

- «Και βέβαια...» - "And of course..."

- «Είναι όπως με το λουλούδι. - "It's like the flower. Αν αγαπάς ένα λουλούδι που βρίσκεται σ' ένα αστέρι, είναι υπέροχο να κοιτάς τον ουρανό τη νύχτα. If you love a flower that is in a star, it is wonderful to look at the sky at night. Όλα τα αστέρια θα μοιάζουν ανθισμένα». All the stars will seem in bloom."

«Είναι όπως με το νερό. "It's like water. Αυτό που μου έδωσες να πιω, ήταν ωραίο σα μουσική, μουσική απ' το μαγκάνι και το σκοινί... θυμάσαι;... πόσο πραγματικά καλό ήταν». What you gave me to drink was as good as music, music from the pipe and the rope... do you remember?... how good it really was.' - «Και βέβαια...» - "And of course..."

- «Τη νύχτα θα κοιτάζεις τ' άστρα. - "At night you will look at the stars. Το δικό μου είναι πολύ μικρό, για να σου το δείξω, που βρίσκεται. Mine is too small to show you where it is. Είναι καλύτερα έτσι. It's better that way. Το αστέρι μου, θα είναι για σένα ένα αστέρι ανάμεσα σ' όλα τ' αστέρια. My star, will be for you a star among all stars. Κι' έτσι θα χαίρεσαι να κοιτάζεις όλα τ' αστέρια... Όλα τ' αστέρια θα είναι φίλοι σου. And so you will be happy to look at all the stars... All the stars will be your friends. Κι' εξάλλου, θέλω να σου κάνω ένα δώρο...» Besides, I want to give you a present..." Και γέλασε ξανά. And laughed again.

- «Α! - "Ah! Μικρό μου αγόρι, μικρό μου αγόρι... πόσο χαίρομαι ν' ακούω αυτό το γέλιο!» My little boy, my little boy... how glad I am to hear that laugh!” - «Ακριβώς, αυτό θα είναι το δώρο μου... θα είναι όπως με το νερό...» - "Exactly, this will be my gift... it will be like water..."

- «Τι θέλεις να πεις;» - "What do you want to say;"

- «Τ' αστέρια ανήκουν σ' όλους τους ανθρώπους· αλλά για τους ανθρώπους, δεν έχουν όλα τ' αστέρια την ίδια σημασία. - "Stars belong to all people; but for humans, not all stars have the same meaning. Για κάποιους, που ταξιδεύουν, τ' αστέρια είναι οδηγοί, σημεία προσανατολισμού. For some, who travel, the stars are guides, points of orientation. Γι' άλλους πάλι, δεν είναι τίποτε παραπάνω από αχνά φωτάκια στον ουρανό. For others, they are nothing more than faint lights in the sky. Γι' άλλους, που είναι επιστήμονες, αντιπροσωπεύουν ερωτήσεις και προβλήματα. For others, who are scientists, they represent questions and problems. Για τον επιχειρηματία μου, αντιπροσώπευαν τον πλούτο. To my entrepreneur, they represented wealth. Μα όλα αυτά τα αστέρια - εκεί πάνω - μένουν σιωπηλά. But all those stars - up there - remain silent. Εσύ όμως... εσύ... θα 'χεις τ' άστρα όπως κανείς άλλος δεν τα έχει... But you... you... you will have the stars like no one else has... - «Τι θέλεις να πεις; - "What do you want to say;

- «Όταν θα κοιτάζεις τον ουρανό τη νύχτα, μιας και θα ζω σ' ένα απ' τ' αστέρια, μιας και θα γελάω σ' ένα απ' τ' αστέρια, θα είναι τότε για σένα σαν να γελούν όλα τ' αστέρια. - "When you will look at the sky at night, since I will live in one of the stars, since I will laugh in one of the stars, it will then be for you as if all the stars are laughing. Εσύ θα έχεις - εσύ μόνο - άστρα που ξέρουν να γελούν!». You will have - only you - stars who know how to laugh!".

Και γέλασε ξανά. And laughed again.

- «Κι' όταν καταλαγιάσει η λύπη σου (γιατί πάντα καταλαγιάζει η λύπη, τελικά) θα είσαι ευχαριστημένος που με γνώρισες. - "And when your sadness subsides (because sadness always subsides, after all) you will be pleased to have met me." Θα είσαι για πάντα φίλος μου. You will be my friend forever. Θα θέλεις να γελάμε μαζί. You will want to laugh together. Και μερικές φορές, θ' ανοίγεις το παράθυρο σου - έτσι - γι' αυτή τη χαρά... Κι' οι φίλοι σου θα μένουν πραγματικά κατάπληκτοι να σε βλέπουν να γελάς, κοιτώντας τον ουρανό. And sometimes, you will open your window - like this - for this joy... And your friends will be really amazed to see you laughing, looking at the sky. Κι' εσύ λοιπόν θα τους λες: "Ναι, τ' αστέρια πάντα με κάνουν να γελώ!". And you will tell them: "Yes, the stars always make me laugh!". Κι' εκείνοι θα σε περνάνε για τρελό. And they'll think you're crazy. Θα σου έχω κάνει την πιο πονηρή φάρσα...». I'll make you the most cunning farce ... ".

Και γέλασε ξανά. And laughed again.

- «Θα είναι σαν να σου έχω δώσει - αντί γι' αστέρια - μυριάδες μικρά κουδουνάκια που ξέρουν να γελούν...». - "It will be as if I have given you - instead of stars - a myriad of little bells that know how to laugh...". Και γέλασε ξανά, αλλά το πρόσωπο του κατσούφιασε και μου είπε, σοβαρά: And he laughed again, but his face darkened, and he said to me, gravely:

- «Απόψε το βράδυ... ξέρεις... μην έρθεις κοντά μου...». - "Tonight night... you know... don't come near me...".

- «Δε θα σ' εγκαταλείψω», του είπα. - "I'm not going to give you up," I told him. - «Θα μοιάζει κάπως σαν να πονάω... Θα μοιάζει λίγο σαν να πεθαίνω. - "It will look a bit like I am in pain ... It will look a bit like dying. Κάπως έτσι θα είναι. That's how it will be. Μην έρθεις να το δεις αυτό... δεν αξίζει τον κόπο...» . Don't come see this... it's not worth it..." .

- «Δε θα σ' αφήσω μόνο σου». - "I won't leave you alone." Ήταν όμως ανήσυχος. But he was worried.

- «Αυτό που σου λέω... είναι και για το φίδι. - "What I'm telling you ... is about the snake. Δεν πρέπει να δαγκώσει κι' εσένα... Δεν πρέπει να σε σκοτώσει... Τα φίδια έχουν κακία μέσα τους. It shouldn't bite you either ... It shouldn't kill you ... The snakes have bad inside them. Μπορεί να σε σκοτώσει μόνο και μόνο για την ευχαρίστηση του...». He can kill you just for the pleasure of it...”

- «Δε θα σ' αφήσω μόνο σου». - "I won't leave you alone." Κατιτί τον καθησύχασε όμως: But something reassured him:

- «Είναι αλήθεια βέβαια... ότι δεν έχουν αρκετό δηλητήριο και για δεύτερο δάγκωμα...». - "It is true of course ... that they do not have enough poison and for a second bite ...".

Εκείνη - εκεί - τη νύχτα δεν τον είδα να ξεκινάει. That - there - at night I didn't see him start. Ξεγλίστρησε αθόρυβα, σκαστός μεσ' στο σκοτάδι. He slipped silently, slinking through the darkness. Όταν κατάφερα να τον προλάβω, περπατούσε αποφασιστικά, με βήμα γοργό. When I managed to catch up with him, he was walking determinedly, with a quick step. Και μου είπε μοναχά: And he only said to me:

- «Ω! - “Oh! Είσαι εδώ...» Are you here..."

Και μ' έπιασε απ' το χέρι. And he took my hand. Μα ήταν ακόμα ανήσυχος: But he was still worried:

- «Έκανες λάθος που ήρθες. - "You were wrong to come. Θα στεναχωρηθείς. You will be sad. Θα μοιάζει σα να 'χω πεθάνει, χωρίς να είναι αληθινό...». It will look like I've died, without it being real...". Εγώ ήμουν αμίλητος... I was speechless...

- «Καταλαβαίνεις... Είναι πολύ μακριά. - "You understand ... It's too far. Δε μπορώ να το πάρω μαζί μου αυτό το σώμα - εκεί πάνω. I can't take this body with me - up there. Είναι πολύ βαρύ». It's very heavy."

Εγώ ήμουν ακόμα αμίλητος... I was still speechless...

- «Θα μείνει όμως, όπως ένα αφημένο παλιό όστρακο. - "But it will remain, like an abandoned old shell. Δε στεναχωριόμαστε για τα παλιά όστρακα...». We do not grieve for the old shells ... ".

Εγώ είχα μείνει άλαλος... I was speechless...

Έχασε λίγο απ' το κουράγιο του. He lost some of his courage. Μα έκανε ακόμα μια προσπάθεια: But he made one more attempt:

- «Ξέρεις... θα είναι όμορφο αυτό. - “You know... this will be beautiful. Κι' εγώ θα τα κοιτάζω τ' άστρα. I'll look at the stars too. Όλα τ' άστρα θα 'ναι σαν πηγάδια με σκουριασμένο μαγκάνι. All the stars will be like wells of rusty manganese. Όλα τ' άστρα θα μου φέρνουν νερό για να πιω...». All the stars will bring me water to drink..." Εγώ δεν είχα λόγια πια... I had no words anymore ...

- «Θα είναι απόλυτα διασκεδαστικό! - "It will be absolutely fun! Εσύ θα έχεις πεντακόσια εκατομμύρια κουδουνάκια, εγώ θα έχω πεντακόσια εκατομμύρια βρυσούλες...». You will have five hundred million bells, I will have five hundred million bristles ... ".

Κι' έμεινε κι' εκείνος αμίλητος, καθώς δάκρυα κυλούσαν απ' τα μάτια του... And he was left speechless as tears flowed from his eyes ... - «Εκεί δα είναι. - "There she is. Άφησε με να προχωρήσω μόνος μου». Let me go it alone. "

Και κάθισε, καθώς ένοιωσε το φόβο γι' αυτό που τον περίμενε. And he sat down, feeling the fear of what awaited him. Μου είπε τότε: He then told me:

- «Ξέρεις... το λουλούδι μου... είμαι υπεύθυνος γι' αυτό! - "You know ... my flower ... I'm responsible for it! Κι' εκείνο είναι τόσο αδύναμο! And she's so weak! Και τόσο αθώο. And so innocent. Έχει μόνο τέσσερα μικρούτσικα αγκαθάκια για να προστατευτεί απέναντι σ' ολόκληρο τον κόσμο...». It has only four small thorns to protect the whole world ... ". Κάθισα κι' εγώ, γιατί ένοιωθα τα γόνατα μου κομμένα. I sat down too, because I felt my knees cut. Και μου είπε: And he told me:

- «Να... Αυτό είν' όλο...» - "Yes... That's all..." Δίστασε για λίγο ακόμα, και μετά σηκώθηκε. He hesitated for a little longer, then got up. Έκανε ένα βήμα μπροστά. He took a step forward. Εγώ, δε μπορούσα ούτε να σαλέψω... Me, I couldn't even crawl ...

Φάνηκε μονάχα, μια κιτρινωπή αναλαμπή, πλάι στον αστράγαλο του. It only seemed, a yellowish glow, next to his ankle. Έμεινε για μια στιγμή ακίνητος. He remained motionless for a moment. Δε φώναξε. He didn't shout. Έπεσε απαλά, σα δεντρί που χάνει τις ρίζες του. It fell gently, like a tree that loses its roots. Δεν ακούστηκε ούτε ένας ψίθυρος, καθώς έγειρε στην άμμο Not a whisper was heard as he leaned in the sand