×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.


image

Coelho - Ο αλχημιστής (AudioBookWorms), 10. Μέρος δεύτερο

10. Μέρος δεύτερο

Προχώρησαν σιωπηλοί άλλες δυο μέρες. Ο αλχημιστής ήταν τώρα πιο προσεκτικός, γιατί πλησίαζαν την περιοχή των πιο σκληρών μαχών. Και το αγόρι προσπαθούσε ν' ακούσει την καρδιά του.

Ήταν μια δύσκολη καρδιά· μέχρι τώρα είχε συνηθίσει να φεύγει πάντα, από δω και πέρα ήθελε να επιστρέψει πάση θυσία. Μερικές φορές, η καρδιά του διηγιόταν με τις ώρες ιστορίες νοσταλγίας, άλλες φορές συγκινούνταν με την ανατολή του ήλιου στην έρημο, κάτι που έκανε το αγόρι να δακρύζει κρυφά. Η καρδιά χτυπούσε πιο γρήγορα όταν έλεγε στο αγόρι για το θησαυρό, χτυπούσε όμως πιο αργά όταν το βλέμμα του αγοριού χανόταν στον απέραντο ορίζοντα της ερήμου. Ποτέ όμως δε σιωπούσε, ακόμη κι αν το αγόρι δεν αντάλλαζε λέξη με τον αλχημιστή.

- Γιατί πρέπει ν' ακούμε την καρδιά; ρώτησε το αγόρι εκείνη τη μέρα, καθώς έστηναν τη σκηνή.

- Γιατί όπου είναι η καρδιά σου, εκεί είναι και ο θησαυρός σου.

- Η καρδιά μου είναι ταραγμένη, είπε το αγόρι. Βλέπει όνειρα, συγκινείται, είναι ερωτευμένη με μια γυναίκα της ερήμου. Μου ζητά πράγματα και, πολλές νύχτες, όταν τη σκέφτομαι, δε μ' αφήνει να κοιμηθώ.

- Αυτό είναι καλό. Η καρδιά σου είναι ζωντανή. Συνέχιζε ν' ακούς αυτά που έχει να σου πει.

Τις επόμενες τρεις μέρες συνάντησαν πολλούς πολεμιστές και διέκριναν άλλους στον ορίζοντα. Η καρδιά του αγοριού άρχισε να μιλάει για το φόβο. Διηγιόταν στο αγόρι ιστορίες που είχε ακούσει από την Ψυχή του Κόσμου, ιστορίες ανθρώπων που είχαν ξεκινήσει μάταια σε αναζήτηση θησαυρών. Μερικές φορές τρόμαζε το αγόρι με τη σκέψη ότι δε θα κατάφερνε να βρει το θησαυρό ή ότι θα πέθαινε στην έρημο. Άλλες φορές έλεγε στο αγόρι ότι αισθανόταν ήδη ικανοποιημένη, αφού είχε βρει κιόλας μια αγάπη και πολλά χρυσά νομίσματα.

- Η καρδιά μου με προδίδει, είπε το αγόρι στον αλχημιστή, όταν έκαναν στάση για να ξεκουραστούν τα άλογα. Δε θέλει να συνεχίσω.

- Αυτό είναι καλό. Αποδεικνύει ότι η καρδιά σου είναι ζωντανή. Είναι φυσικό να φοβάσαι να ανταλλάξεις μ' ένα όνειρο όσα έχεις καταφέρει μέχρι τώρα.

- Τότε γιατί πρέπει ν' ακούω την καρδιά μου;

- Γιατί ποτέ δε θα καταφέρεις να την κάνεις να βουβαθεί. Ακόμη κι αν προσποιηθείς ότι δεν ακούς τι σου λέει, αυτή θα είναι μέσα στο στήθος σου, επαναλαμβάνοντας πάντα αυτό που σκέφτεται για τη ζωή και τον κόσμο.

- Ακόμη κι αν με προδώσει;

- Προδοσία είναι το απροσδόκητο χτύπημα. Αν γνωρίζεις καλά την καρδιά σου, δε θα σε αιφνιδιάσει ποτέ. Γιατί θα γνωρίζεις τα όνειρα και τις επιθυμίες σου και θα ξέρεις πώς ν' αντιδράσεις. Κανείς δεν μπορεί ν' αγνοήσει την καρδιά του. Επομένως, είναι καλύτερα ν' ακούς τι σου λέει. Για να μην καταφέρει ποτέ να σε αιφνιδιάσει.

Το αγόρι εξακολουθούσε ν' ακούει την καρδιά του, ενώ προχωρούσαν στην έρημο. Σιγά σιγά έμαθε τις πονηριές και τα κόλπα της, έμαθε να τη δέχεται όπως ήταν. Τότε το αγόρι έπαψε να φοβάται κι έπαψε και η επιθυμία του να γυρίσει πίσω, γιατί κάποιο απόγευμα η καρδιά του του είπε ότι ήταν ευχαριστημένη. «Μπορεί να διαμαρτύρομαι μερικές φορές», έλεγε η καρδιά του, «επειδή είμαι μια καρδιά ανθρώπου και οι καρδιές των ανθρώπων είναι έτσι. Φοβούνται να πραγματοποιήσουν τα μεγαλύτερά τους όνειρα, επειδή νομίζουν ότι δεν το αξίζουν ή ότι δε θα τα καταφέρουν. Εμείς οι καρδιές πεθαίνουμε από το φόβο, μόνο και μόνο που σκεφτόμαστε αγάπες που έφυγαν για πάντα, στιγμές που θα μπορούσαν να είναι καλές και δεν ήταν, θησαυρούς που θα μπορούσαν να είχαν ανακαλυφθεί και όμως έμειναν για πάντα θαμμένοι στην άμμο. Γιατί όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει, στο τέλος υποφέρουμε πολύ».

- Η καρδιά μου φοβάται τον πόνο, είπε το αγόρι στον αλχημιστή μια νύχτα που κοιτούσαν τον αφέγγαρο ουρανό.

- Πες της ότι ο φόβος του πόνου είναι χειρότερος κι από τον ίδιο τον πόνο. Και ότι καμιά καρδιά δεν υπέφερε ποτέ όταν ξεκίνησε να αναζητήσει τα όνειρα της, γιατί κάθε στιγμή αναζήτησης είναι μια στιγμή συνάντησης με το Θεό και την αιωνιότητα.

«Κάθε στιγμή αναζήτησης είναι μια στιγμή συνάντησης», είπε το αγόρι στην καρδιά του. «Ενώ αναζητούσα το θησαυρό μου, η κάθε μέρα ήταν φωτεινή, γιατί ήξερα ότι η κάθε ώρα της ήταν μέρος του ονείρου μου να τον ανακαλύψω. Ενώ αναζητούσα αυτό το όνειρο, στην πορεία, ανακάλυψα πράγματα που ποτέ δεν έλπιζα ότι θα τα βρω, αν δεν είχα βρει το θάρρος να αποτολμήσω πράγματα αδύνατα για τους βοσκούς».

Τότε η καρδιά του ηρέμησε για ένα ολόκληρο απόγευμα. Τη νύχτα το αγόρι κοιμήθηκε ήσυχα κι όταν ξύπνησε η καρδιά του βάλθηκε να του διηγείται τα πράγματα της Ψυχής του Κόσμου. Του είπε ότι κάθε ευτυχισμένος άνθρωπος κουβαλούσε το Θεό μέσα του. Και ότι την ευτυχία μπορούμε να τη βρούμε σ' έναν απλό κόκκο άμμου της ερήμου, όπως είχε πει ο αλχημιστής. Γιατί ένας κόκκος άμμου είναι μια στιγμή της δημιουργίας και το σύμπαν χρειάστηκε χιλιάδες, εκατομμύρια χρόνια για να τον δημιουργήσει.

«Ο κάθε άνθρωπος πάνω στη γη έχει ένα θησαυρό που τον περιμένει», του είπε η καρδιά του. «Εμείς οι καρδιές, συνήθως, μιλάμε σπάνια γι' αυτούς τους θησαυρούς, γιατί οι άνθρωποι δε θέλουν πια να τους βρουν. Μόνο στα μικρά παιδιά μιλάμε. Μετά αφήνουμε τη ζωή να οδηγήσει τον καθένα στον προορισμό του. Αλλά, δυστυχώς, λίγοι είναι εκείνοι που ακολουθούν το δρόμο που είναι χαραγμένος γι' αυτούς, το δρόμο του Προσωπικού Μύθου και της ευτυχίας. Νιώθουν τον κόσμο σαν κάτι το απειλητικό και γι' αυτό γίνεται ο κόσμος κάτι το απειλητικό.

»Τότε εμείς οι καρδιές μιλάμε όλο και πιο σιγά, αλλά ποτέ δε σιωπούμε. Και ευχόμαστε για να μην ακουστούν τα λόγια μας: δε θέλουμε να υποφέρουν οι άνθρωποι επειδή δεν ακολούθησαν τις καρδιές τους».

- Γιατί δε λένε οι καρδιές στους ανθρώπους ότι πρέπει να συνεχίσουν την πορεία προς τα όνειρά τους; ρώτησε το αγόρι τον αλχημιστή.

- Γιατί, σε μια τέτοια περίπτωση, η καρδιά υποφέρει πιο πολύ απ' όλους. Και στις καρδιές δεν αρέσει να υποφέρουν.

Από κείνη τη μέρα, το αγόρι κατάλαβε την καρδιά του. Την παρακάλεσε να μην τον εγκαταλείψει ποτέ. Κι αν κάποτε εκείνος απομακρυνόταν από τα όνειρά του, να του σφίξει το στήθος και να κρούσει τον κώδωνα του κίνδυνου. Το αγόρι ορκίστηκε να προσέχει πάντα αυτό το σημάδι, θα το υπάκουε.

Εκείνη τη νύχτα εκμυστηρεύτηκε τα πάντα στον αλχημιστή. Και ο αλχημιστής κατάλαβε ότι η καρδιά του αγοριού είχε επιστρέψει στην Ψυχή του Κόσμου.

- Τι να κάνω τώρα; ρώτησε το αγόρι.

- Κατευθύνσου προς τις πυραμίδες, είπε ο αλχημιστής. Και εξακολούθησε να προσέχεις τα σημάδια. Η καρδιά σου είναι πια ικανή να σου δείξει το θησαυρό. - Αυτό είναι που μου απέμενε να μάθω;

- Όχι, απάντησε ο αλχημιστής. Αυτό που ακόμη πρέπει να μάθεις είναι το εξής:

«Πάντα, πριν πραγματοποιήσει ένα όνειρο, η Ψυχή του Κόσμου αποφασίζει να ελέγξει τι μαθεύτηκε κατά την πορεία. Και αυτό, όχι επειδή είναι κακιά, αλλά για να μπορέσουμε, μαζί με το όνειρο μας, να κάνουμε κτήμα και αυτά που μάθαμε κατά την πορεία μας προς τα εκεί. Αυτή είναι η στιγμή που οι περισσότεροι άνθρωποι τα παρατάνε. Είναι αυτό που στη γλώσσα της ερήμου το λέμε: "Να πεθάνεις από τη δίψα, ενώ οι φοινικιές φαίνονται πια στον ορίζοντα".

»Μια αναζήτηση αρχίζει πάντα με την τύχη του πρωτάρη. Και τελειώνει πάντα με τη δοκιμασία του κατακτητή.

Το αγόρι θυμήθηκε μια παλιά παροιμία της χώρας του. Έλεγε ότι η πιο σκοτεινή ώρα ήταν εκείνη πριν από την ανατολή.

ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ εμφανίστηκε το πρώτο συγκεκριμένο σημάδι κίνδυνου. Τρεις πολεμιστές πλησίασαν και τους ρώτησαν τι γύρευαν οι δυο τους εκεί πέρα.

- Βγήκα για κυνήγι με το γεράκι μου, απάντησε ο αλχημιστής.

- Πρέπει να σας ψάξουμε για να σιγουρευτούμε ότι δεν κουβαλάτε όπλα, είπε ένας από τους πολεμιστές.

Ο αλχημιστής κατέβηκε απ' το άλογο. Το ίδιο και το αγόρι.

- Γιατί τόσο πολλά λεφτά; ρώτησε ο πολεμιστής ψάχνοντας το δισάκι του αγοριού.

- Για να φτάσουμε μέχρι την Αίγυπτο, είπε εκείνος.

Ο φρουρός που έψαξε τον αλχημιστή βρήκε ένα κρυστάλλινο μπουκαλάκι γεμάτο υγρό κι ένα γυάλινο κιτρινωπό αβγό, λίγο πιο μεγάλο από ένα αβγό κότας.

- Τι είναι αυτά τα πράγματα; ρώτησε ο φρουρός.

- Η φιλοσοφική λίθος και το ελιξήριο μακροζωίας. Είναι το μεγάλο έργο των αλχημιστών. Όποιος πιει αυτό το ελιξήριο δε θα αρρωστήσει ποτέ κι ένα θρύψαλο απ' αυτό το λίθο μετατρέπει οποιοδήποτε μέταλλο σε χρυσάφι.

Οι φρουροί ξεκαρδίστηκαν στα γέλια και ο αλχημιστής γέλασε μαζί τους. Είχαν βρει την απάντηση πολύ αστεία και τους άφησαν να φύγουν χωρίς άλλες φασαρίες, μ' όλα τα υπάρχοντα τους.

- Τρελαθήκατε; ρώτησε το αγόρι τον αλχημιστή, αφού οι άλλοι είχαν απομακρυνθεί αρκετά. Γιατί το κάνατε αυτό;

- Για να σου δείξω έναν απλό νόμο του κόσμου, απάντησε ο αλχημιστής. Όταν έχουμε τους μεγάλους θησαυρούς μπροστά μας, δεν το παίρνουμε είδηση. Και ξέρεις γιατί; Γιατί οι άνθρωποι δεν πιστεύουν σε θησαυρούς.

Συνέχισαν την πορεία τους στην έρημο. Με την κάθε μέρα που περνούσε, η καρδιά του αγοριού γινόταν όλο και πιο σιωπηλή. Δε νοιαζόταν πια για το παρελθόν ή για το μέλλον. Της ήταν αρκετό ν' αγναντεύει κι εκείνη την έρημο και να πίνει μαζί με το αγόρι από την Ψυχή του Κόσμου. Εκείνος και η καρδιά του έγιναν στενοί φίλοι, δε χωρούσε πια η προδοσία ανάμεσα τους.

Όταν η καρδιά μιλούσε, ήταν για να ενθαρρύνει το αγόρι, το οποίο καμιά φορά, τις σιωπηλές μέρες, βαριόταν φοβερά. Η καρδιά του του μίλησε για πρώτη φορά για τα μεγάλα προσόντα του: για το θάρρος του να εγκαταλείψει τα πρόβατά του για να ζήσει τον Προσωπικό του Μύθο και για τον ενθουσιασμό του στο μαγαζί κρυστάλλων.

Του μίλησε επίσης για κάτι άλλο, που το αγόρι δεν είχε προσέξει ποτέ: για τους κινδύνους που τον είχαν αγγίξει χωρίς αυτός καν να τους πάρει είδηση. Η καρδιά του είπε ότι μια μέρα είχε κρύψει το πιστόλι που αυτός είχε κλέψει από τον πατέρα του, γιατί υπήρχε μεγάλος κίνδυνος να αυτοτραυματιστεί. Και του υπενθύμισε ότι μια μέρα που είχε αισθανθεί αδιάθετος στη μέση της πεδιάδας, είχε κάνει εμετό και μετά τον είχε πάρει ο ύπνος για λίγο: λίγο πιο πέρα στέκονταν δυο ληστές που είχαν σχεδιάσει να του κλέψουν τα πρόβατα και να τον δολοφονήσουν. Επειδή όμως το αγόρι αργούσε να εμφανιστεί, έβγαλαν το συμπέρασμα ότι είχε πάρει άλλο δρόμο κι έφυγαν.

- Οι καρδιές βοηθούν πάντα τους ανθρώπους; ρώτησε το αγόρι τον αλχημιστή.

- Μόνο εκείνους που ζουν τον Προσωπικό τους Μύθο. Αλλά βοηθούν πολύ τα παιδιά, τους μεθύστακες και τους ηλικιωμένους.

- Αυτό θα πει ότι δε διατρέχουν κίνδυνο;

- Αυτό θα πει απλούστατα ότι οι καρδιές κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν, απάντησε ο αλχημιστής.

Κάποιο απόγευμα, πέρασαν από την κατασκήνωση μιας από τις φυλές. Παντού υπήρχαν πάνοπλοι Άραβες με εντυπωσιακά άσπρα ρούχα. Οι άντρες κάπνιζαν ναργιλέ και συζητούσαν για τις μάχες. Κανείς δεν έδωσε την παραμικρή σημασία στους δύο ταξιδιώτες.

- Δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος, είπε το αγόρι, αφού είχαν απομακρυνθεί λίγο από την κατασκήνωση.

Ο αλχημιστής έγινε έξαλλος.

- Να εμπιστεύεσαι την καρδιά σου, είπε, μην ξεχνάς όμως ότι βρίσκεσαι στην έρημο. Όταν οι άνθρωποι κάνουν πόλεμο, αισθάνεται και η Ψυχή του Κόσμου τις κραυγές της μάχης. Κανείς δε γλιτώνει τις συνέπειες από το παραμικρό που συμβαίνει κάτω από τον ήλιο.

«Τα πάντα είναι ένα και μοναδικό πράγμα», σκέφτηκε το αγόρι.

Λες και ήθελε η μοίρα ν' αποδείξει ότι ο αλχημιστής είχε δίκιο, δύο πολεμιστές εμφανίστηκαν πίσω από τους ταξιδιώτες.

- Δεν επιτρέπεται να συνεχίσετε, είπε ο ένας. Βρίσκεστε στην περιοχή όπου γίνονται οι μάχες.

- Δε θα πάω πολύ μακριά, απάντησε ο αλχημιστής κοιτάζοντας τους δυο πολεμιστές βαθιά στα μάτια. Αυτοί έμειναν σιωπηλοί λίγα λεπτά και μετά τους άφησαν να συνεχίσουν το ταξίδι.

Το αγόρι τα παρακολουθούσε μαγεμένο όλα αυτά.

- Αιχμαλωτίσατε τους δυο φρουρούς με το βλέμμα, σχολίασε.

- Τα μάτια καθρεφτίζουν τη δύναμη της ψυχής, απάντησε ο αλχημιστής.

«Σωστά», σκέφτηκε το αγόρι. Είχε αντιληφθεί ότι μέσα στο πλήθος των πολεμιστών στον καταυλισμό, ένας απ' αυτούς τους είχε καρφώσει με το βλέμμα του. Και στεκόταν τόσο μακριά, που ούτε καν το πρόσωπό του δεν μπορούσε να διακρίνει. Αλλά ήταν σίγουρος ότι τους κοιτούσε.

Τελικά, όταν άρχισαν να διασχίζουν μια οροσειρά που εκτεινόταν σ' όλο τον ορίζοντα, ο αλχημιστής είπε ότι σε δύο μόνο μέρες θα είχαν φτάσει στις πυραμίδες.

- Αν είναι να χωριστούμε μετά, απάντησε το αγόρι, μάθετέ με αλχημεία.

- Την έμαθες κιόλας. Θα πει να διεισδύεις στην Ψυχή του Κόσμου και ν' ανακαλύπτεις το θησαυρό που εκείνη κράτησε για τον καθέναν.

- Δεν είναι αυτό που θέλω να μάθω. Εννοώ το να μετατρέπω μολύβι σε χρυσάφι.

Ο αλχημιστής σεβάστηκε τη σιωπή της ερήμου κι απάντησε στο αγόρι μόνο όταν έκαναν στάση για φαγητό.

- Όλα στο σύμπαν εξελίσσονται, είπε εκείνος. Και για τους σοφούς το χρυσάφι είναι το πιο εξελιγμένο μέταλλο. Μη με ρωτάς γιατί· δεν το ξέρω. Το μόνο που ξέρω είναι ότι η παράδοση έχει πάντα δίκιο.

»Οι άνθρωποι είναι εκείνοι που δεν ερμηνεύουν σωστά τα λόγια των σοφών. Και από σύμβολο της εξέλιξης, το χρυσάφι μετατράπηκε σε αιτία πολέμων.

- Τα πράγματα μιλάνε πολλές γλώσσες, είπε το αγόρι. Άκουσα το χλιμίντρισμα της καμήλας σαν απλό χλιμίντρισμα, εξελίχτηκε μετά σε σήμα κίνδυνου και ξανάγινε τελικά χλιμίντρισμα.

Και σιώπησε. Ο αλχημιστής μάλλον τα ήξερε όλα αυτά.

- Γνώρισα αληθινούς αλχημιστές, συνέχισε. Κλειδώνονταν στο εργαστήριό τους και προσπαθούσαν να εξελιχτούν κι εκείνοι μαζί με το χρυσάφι. ανακάλυψαν τη φιλοσοφική λίθο. Γιατί είχαν καταλάβει ότι, όταν κάτι εξελίσσεται, εξελίσσεται μαζί και ό,τι είναι γύρω του.

«Άλλοι ανακάλυψαν τυχαία τη λίθο. Ήταν κιόλας προικισμένοι, οι ψυχές τους ήταν πιο αφυπνισμένες από τις ψυχές των άλλων ανθρώπων. Αυτοί όμως δε λογαριάζονται, γιατί είναι ελάχιστοι.

»Άλλοι, τέλος, έψαχναν μόνο χρυσάφι. Αυτοί δεν ανακάλυψαν ποτέ το μυστικό. Ξέχασαν ότι το μολύβι, ο χαλκός, το σίδερο έχουν κι αυτά έναν Προσωπικό Μύθο να πραγματοποιήσουν. Όποιος επεμβαίνει στον Προσωπικό Μύθο των άλλων ποτέ δε θα ανακαλύψει τον δικό του.

Τα λόγια του αλχημιστή ακούστηκαν σαν κατάρα.

Έσκυψε και έπιασε ένα κοχύλι από κάτω.

- Εδώ υπήρχε κάποτε θάλασσα, είπε.

- Το είχα προσέξει, απάντησε το αγόρι.

- Η θάλασσα φυλάγεται μέσα σ' αυτό το κοχύλι, γιατί είναι ο Προσωπικός Μύθος του. Ποτέ δε θα το εγκαταλείψει, μέχρι να καλυφθεί ξανά η έρημος από νερό.

Στη συνέχεια, ανέβηκαν στα άλογά τους και τράβηξαν προς τις πυραμίδες της Αιγύπτου.

Ο ήλιος είχε αρχίσει να γέρνει, όταν η καρδιά του αγοριού τον προειδοποίησε ότι κινδύνευαν. Βρίσκονταν ανάμεσα σε γιγαντιαίους αμμόλοφους και το αγόρι κοίταξε τον αλχημιστή, αλλά εκείνος δεν έδειχνε να έχει προσέξει τίποτε. Πέντε λεπτά αργότερα, το αγόρι διέκρινε δυο καβαλάρηδες μπροστά του· οι σιλουέτες τους διαγράφονταν αντίθετα στον ήλιο. Πριν προλάβει να μιλήσει με τον αλχημιστή, οι δυο καβαλάρηδες έγιναν δέκα, μετά εκατό, μέχρι που κάλυψαν τους γιγαντιαίους αμμόλοφους.

Ήταν πολεμιστές ντυμένοι στα μπλε, με μια μαύρη ταινία γύρω από τα τουρμπάνια τους. Είχαν καλύψει τα πρόσωπά τους μ' ένα άλλο μπλε πέπλο, που άφηνε ακάλυπτα μόνο τα μάτια.

Ακόμη κι από μακριά τα μάτια τους φανέρωναν τη δύναμη της ψυχής τους. Και τα μάτια αυτά μιλούσαν για θάνατο.

ΤΟΥΣ ΟΔΗΓΗΣΑΝ σε ένα στρατόπεδο εκεί κοντά. Ένας στρατιώτης έσπρωξε το αγόρι και τον αλχημιστή μέσα σε μια σκηνή. Ήταν μια σκηνή διαφορετική από τις άλλες που το αγόρι είχε γνωρίσει στην όαση· εκεί μέσα ένας αρχιστράτηγος έκανε σύσκεψη με τους αξιωματικούς του επιτελείου του.

- Είναι οι κατάσκοποι, είπε ένας από τους άντρες.

- Είμαστε απλοί ταξιδιώτες, απάντησε ο αλχημιστής.

- Σας είδαν στον καταυλισμό του εχθρού πριν από τρεις μέρες. Και μιλήσατε μ' έναν από τους πολεμιστές.

- Είμαι ένας άνθρωπος που βαδίζει στην έρημο και γνωρίζει τα αστέρια, είπε ο αλχημιστής. Δεν έχω πληροφορίες για στρατούς ή για κίνηση των φυλών. Απλώς οδηγούσα το φίλο μου μέχρι εδώ.

- Ποιος είναι ο φίλος σας; ρώτησε ο αρχιστράτηγος.

- Ένας αλχημιστής, είπε ο αλχημιστής. Έμαθε τις δυνάμεις της φύσης. Και επιθυμεί να δείξει στο διοικητή τις εξαιρετικές του δυνατότητες.

Το αγόρι άκουγε σιωπηλό. Και φοβισμένο.

- Τι γυρεύει ένας ξένος σε ξένη χώρα; είπε ένας άλλος άντρας.

- Έφερε λεφτά για να τα προσφέρει στη φυλή σας, απάντησε ο αλχημιστής πριν προλάβει το αγόρι να πει λέξη. Και πιάνοντας το δισάκι του αγοριού, παρέδωσε τα χρυσά νομίσματα στον αρχιστράτηγο.

Ο Άραβας τα δέχτηκε σιωπηλός. Θα μπορούσαν μ' αυτά ν' αγοραστούν πολλά όπλα.

- Και τι είναι ένας αλχημιστής; ρώτησε τελικά.

- Είναι ένας άνθρωπος που γνωρίζει τη φύση και τον κόσμο. Αν ήθελε, θα κατέστρεφε αυτή την κατασκήνωση μόνο με τη δύναμη του ανέμου.

Οι άντρες γέλασαν. Γνώριζαν τη βία του πολέμου και ήξεραν ότι ο άνεμος δεν μπορεί να καταφέρει ένα θανάσιμο χτύπημα. Στα στήθια τους όμως οι καρδιές σφίχτηκαν. Ήταν άντρες της ερήμου και φοβόνταν τους μάγους.

- Για να δούμε, είπε ο αρχιστράτηγος.

- Χρειαζόμαστε τρεις μέρες, απάντησε ο αλχημιστής. Και τούτος θα μεταμορφωθεί σε άνεμο, μόνο και μόνο για ν' αποδείξει πόσο ισχυρή είναι η δύναμή του. Αν δεν το καταφέρει, εμείς προσφέρουμε ταπεινά τις ζωές μας για την τιμή της φυλής σας.

- Δεν μπορείτε να μου προσφέρετε κάτι που μου ανήκει ήδη, είπε με υπεροψία ο αρχιστράτηγος.

Αλλά χάρισε στους ταξιδιώτες τις τρεις μέρες.

Το αγόρι έμεινε πετρωμένο από τον τρόμο. Κι αν κατάφερε να βγει από τη σκηνή, ήταν επειδή ο αλχημιστής τον έπιασε από τα χέρια.

- Μην τους αφήσεις ν' αντιληφθούν το φόβο σου, είπε ο αλχημιστής. Πρόκειται για γενναίους άντρες και περιφρονούν τους δειλούς.

Το αγόρι όμως είχε μείνει άφωνο. Μόνο ύστερα από λίγο κατόρθωσε να μιλήσει, καθώς περπατούσαν στη μέση του στρατοπέδου. Ήταν άσκοπο να τους βάλουν φυλακή: οι Άραβες απλώς τους πήραν τα άλογα. Κι άλλη μια φορά ο κόσμος φανέρωνε τις πολλές του γλώσσες: η έρημος, πιο πριν ένα ελεύθερο απέραντο έδαφος, ήταν τώρα ένα απροσπέλαστο τείχος.

- Τους δώσατε όλο μου το θησαυρό! είπε το αγόρι. Όσα είχα κερδίσει σ' όλη μου τη ζωή!

- Και τι θα σου χρησίμευε, αν επρόκειτο να πεθάνεις; απάντησε ο αλχημιστής. Ο θησαυρός σου σε έσωσε για τρεις μέρες. Σπάνια τα λεφτά συμβάλλουν στην αναβολή του θανάτου.

Το αγόρι όμως παραήταν τρομοκρατημένο για ν' ακούσει τα σοφά λόγια. Δεν ήξερε πώς να μεταμορφωθεί σε άνεμο. Δεν ήταν αλχημιστής.

Ο αλχημιστής ζήτησε τσάι από έναν πολεμιστή και έχυσε λίγο πάνω στους καρπούς του αγοριού. Ένα κύμα ηρεμίας απλώθηκε στο σώμα του, ενώ ο αλχημιστής του έλεγε λόγια που εκείνο δεν μπορούσε να καταλάβει.

- Να μην παραδοθείς στην απελπισία, είπε ο αλχημιστής με μια παράξενα γλυκιά φωνή. Αυτό σ' εμποδίζει να μιλήσεις με την καρδιά σου.

- Μα δεν ξέρω πώς θα μεταμορφωθώ σε άνεμο.

- Όποιος ζει τον Προσωπικό Μύθο του ξέρει ό,τι χρειάζεται να ξέρει. Μόνο ένα πράγμα καταντά απραγματοποίητο όνειρο: ο φόβος της αποτυχίας.

- Δε φοβάμαι την αποτυχία. Απλούστατα δεν ξέρω πώς να μεταμορφωθώ σε άνεμο.

- Ας το μάθεις, λοιπόν. Απ' αυτό εξαρτάται η ζωή σου.

- Κι αν δεν το καταφέρω;

- Θα πεθάνεις έχοντας ζήσει τον Προσωπικό Μύθο σου. Καλύτερα έτσι παρά να πεθάνεις σαν τα εκατομμύρια των ανθρώπων που δεν έμαθαν ότι υπάρχει ο Προσωπικός Μύθος. Μην ανησυχείς όμως.

»Ο θάνατος κάνει τους ανθρώπους να ευαισθητοποιούνται για τη ζωή.


10. Μέρος δεύτερο

Προχώρησαν σιωπηλοί άλλες δυο μέρες. They went on in silence for another two days. Ο αλχημιστής ήταν τώρα πιο προσεκτικός, γιατί πλησίαζαν την περιοχή των πιο σκληρών μαχών. The alchemist was now more cautious, for they were approaching the area of the fiercest battles. Και το αγόρι προσπαθούσε ν' ακούσει την καρδιά του. And the boy was trying to listen to his heart.

Ήταν μια δύσκολη καρδιά· μέχρι τώρα είχε συνηθίσει να φεύγει πάντα, από δω και πέρα ήθελε να επιστρέψει πάση θυσία. It was a hard heart; until now he had been used to always leaving, henceforth he wanted to return at all costs. Μερικές φορές, η καρδιά του διηγιόταν με τις ώρες ιστορίες νοσταλγίας, άλλες φορές συγκινούνταν με την ανατολή του ήλιου στην έρημο, κάτι που έκανε το αγόρι να δακρύζει κρυφά. Sometimes, his heart was told for hours with stories of nostalgia, other times he was moved by the sunrise in the desert, which made the boy cry secretly. Η καρδιά χτυπούσε πιο γρήγορα όταν έλεγε στο αγόρι για το θησαυρό, χτυπούσε όμως πιο αργά όταν το βλέμμα του αγοριού χανόταν στον απέραντο ορίζοντα της ερήμου. The heart beat faster when he told the boy about the treasure, but it beat slower when the boy's gaze was lost in the vast horizon of the desert. Ποτέ όμως δε σιωπούσε, ακόμη κι αν το αγόρι δεν αντάλλαζε λέξη με τον αλχημιστή. But he was never silent, even if the boy didn't exchange a word with the alchemist.

- Γιατί πρέπει ν' ακούμε την καρδιά; ρώτησε το αγόρι εκείνη τη μέρα, καθώς έστηναν τη σκηνή. - Why should we listen to the heart? asked the boy that day, as they set up the tent.

- Γιατί όπου είναι η καρδιά σου, εκεί είναι και ο θησαυρός σου. - Because where your heart is, there is your treasure.

- Η καρδιά μου είναι ταραγμένη, είπε το αγόρι. - My heart is troubled, said the boy. Βλέπει όνειρα, συγκινείται, είναι ερωτευμένη με μια γυναίκα της ερήμου. She dreams, she is moved, she is in love with a desert woman. Μου ζητά πράγματα και, πολλές νύχτες, όταν τη σκέφτομαι, δε μ' αφήνει να κοιμηθώ. She asks me for things and, many nights, when I think about her, she doesn't let me sleep.

- Αυτό είναι καλό. Η καρδιά σου είναι ζωντανή. Συνέχιζε ν' ακούς αυτά που έχει να σου πει. Keep listening to what he has to say.

Τις επόμενες τρεις μέρες συνάντησαν πολλούς πολεμιστές και διέκριναν άλλους στον ορίζοντα. Over the next three days they encountered many warriors and spotted others on the horizon. Η καρδιά του αγοριού άρχισε να μιλάει για το φόβο. The boy's heart began to speak of fear. Διηγιόταν στο αγόρι ιστορίες που είχε ακούσει από την Ψυχή του Κόσμου, ιστορίες ανθρώπων που είχαν ξεκινήσει μάταια σε αναζήτηση θησαυρών. He was telling the boy stories he had heard from the Soul of the World, stories of people who had started in vain in search of treasure. Μερικές φορές τρόμαζε το αγόρι με τη σκέψη ότι δε θα κατάφερνε να βρει το θησαυρό ή ότι θα πέθαινε στην έρημο. Sometimes he frightened the boy with the thought that he would not be able to find the treasure or that he would die in the desert. Άλλες φορές έλεγε στο αγόρι ότι αισθανόταν ήδη ικανοποιημένη, αφού είχε βρει κιόλας μια αγάπη και πολλά χρυσά νομίσματα. Other times she told the boy that she already felt satisfied, having already found a love and many gold coins.

- Η καρδιά μου με προδίδει, είπε το αγόρι στον αλχημιστή, όταν έκαναν στάση για να ξεκουραστούν τα άλογα. - My heart betrays me, said the boy to the alchemist, when they stopped to rest the horses. Δε θέλει να συνεχίσω. He doesn't want me to continue.

- Αυτό είναι καλό. - That's good. Αποδεικνύει ότι η καρδιά σου είναι ζωντανή. It proves that your heart is alive. Είναι φυσικό να φοβάσαι να ανταλλάξεις μ' ένα όνειρο όσα έχεις καταφέρει μέχρι τώρα. It is natural to be afraid to exchange for a dream what you have achieved so far.

- Τότε γιατί πρέπει ν' ακούω την καρδιά μου; - Then why should I listen to my heart?

- Γιατί ποτέ δε θα καταφέρεις να την κάνεις να βουβαθεί. - Because you will never succeed in making her mute. Ακόμη κι αν προσποιηθείς ότι δεν ακούς τι σου λέει, αυτή θα είναι μέσα στο στήθος σου, επαναλαμβάνοντας πάντα αυτό που σκέφτεται για τη ζωή και τον κόσμο. Even if you pretend not to hear what she is saying, she will be inside your chest, always repeating what she thinks about life and the world.

- Ακόμη κι αν με προδώσει; - Even if he betrays me?

- Προδοσία είναι το απροσδόκητο χτύπημα. - Betrayal is the unexpected blow. Αν γνωρίζεις καλά την καρδιά σου, δε θα σε αιφνιδιάσει ποτέ. If you know your heart well, it will never surprise you. Γιατί θα γνωρίζεις τα όνειρα και τις επιθυμίες σου και θα ξέρεις πώς ν' αντιδράσεις. Because you will know your dreams and desires and you will know how to react. Κανείς δεν μπορεί ν' αγνοήσει την καρδιά του. No one can ignore his heart. Επομένως, είναι καλύτερα ν' ακούς τι σου λέει. Therefore, it is better to listen to what he tells you. Για να μην καταφέρει ποτέ να σε αιφνιδιάσει. So that he never succeeds in taking you by surprise.

Το αγόρι εξακολουθούσε ν' ακούει την καρδιά του, ενώ προχωρούσαν στην έρημο. The boy was still listening to his heart as they made their way through the desert. Σιγά σιγά έμαθε τις πονηριές και τα κόλπα της, έμαθε να τη δέχεται όπως ήταν. Little by little he learned her wiles and tricks, he learned to accept her as she was. Τότε το αγόρι έπαψε να φοβάται κι έπαψε και η επιθυμία του να γυρίσει πίσω, γιατί κάποιο απόγευμα η καρδιά του του είπε ότι ήταν ευχαριστημένη. Then the boy ceased to be afraid and his desire to go back also ceased, for one afternoon his heart told him that it was pleased. «Μπορεί να διαμαρτύρομαι μερικές φορές», έλεγε η καρδιά του, «επειδή είμαι μια καρδιά ανθρώπου και οι καρδιές των ανθρώπων είναι έτσι. “I may complain sometimes,” said his heart, “because I am a man's heart, and men's hearts are like that. Φοβούνται να πραγματοποιήσουν τα μεγαλύτερά τους όνειρα, επειδή νομίζουν ότι δεν το αξίζουν ή ότι δε θα τα καταφέρουν. They are afraid to achieve their biggest dreams because they think they don't deserve it or that they won't make it. Εμείς οι καρδιές πεθαίνουμε από το φόβο, μόνο και μόνο που σκεφτόμαστε αγάπες που έφυγαν για πάντα, στιγμές που θα μπορούσαν να είναι καλές και δεν ήταν, θησαυρούς που θα μπορούσαν να είχαν ανακαλυφθεί και όμως έμειναν για πάντα θαμμένοι στην άμμο. We hearts die of fear just thinking of loves gone forever, times that could have been good and weren't, treasures that could have been discovered and yet were forever buried in the sand. Γιατί όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει, στο τέλος υποφέρουμε πολύ». Because when something like this happens, in the end we suffer a lot."

- Η καρδιά μου φοβάται τον πόνο, είπε το αγόρι στον αλχημιστή μια νύχτα που κοιτούσαν τον αφέγγαρο ουρανό. - My heart is afraid of pain, said the boy to the alchemist one night when they were looking at the moonless sky.

- Πες της ότι ο φόβος του πόνου είναι χειρότερος κι από τον ίδιο τον πόνο. - Tell her that the fear of pain is worse than the pain itself. Και ότι καμιά καρδιά δεν υπέφερε ποτέ όταν ξεκίνησε να αναζητήσει τα όνειρα της, γιατί κάθε στιγμή αναζήτησης είναι μια στιγμή συνάντησης με το Θεό και την αιωνιότητα. And that no heart ever suffered when it started to search for its dreams, because every moment of searching is a moment of encounter with God and eternity.

«Κάθε στιγμή αναζήτησης είναι μια στιγμή συνάντησης», είπε το αγόρι στην καρδιά του. "Every moment of searching is a moment of meeting," said the boy to his heart. «Ενώ αναζητούσα το θησαυρό μου, η κάθε μέρα ήταν φωτεινή, γιατί ήξερα ότι η κάθε ώρα της ήταν μέρος του ονείρου μου να τον ανακαλύψω. "While I was searching for my treasure, every day was bright, because I knew that every hour of it was part of my dream to find it. Ενώ αναζητούσα αυτό το όνειρο, στην πορεία, ανακάλυψα πράγματα που ποτέ δεν έλπιζα ότι θα τα βρω, αν δεν είχα βρει το θάρρος να αποτολμήσω πράγματα αδύνατα για τους βοσκούς». While searching for this dream, along the way, I discovered things that I would never have hoped to find if I hadn't found the courage to venture into things impossible for shepherds."

Τότε η καρδιά του ηρέμησε για ένα ολόκληρο απόγευμα. Then his heart calmed down for a whole afternoon. Τη νύχτα το αγόρι κοιμήθηκε ήσυχα κι όταν ξύπνησε η καρδιά του βάλθηκε να του διηγείται τα πράγματα της Ψυχής του Κόσμου. At night the boy slept peacefully, and when he awoke his heart began to tell him the things of the Soul of the World. Του είπε ότι κάθε ευτυχισμένος άνθρωπος κουβαλούσε το Θεό μέσα του. He told him that every happy man carried God within him. Και ότι την ευτυχία μπορούμε να τη βρούμε σ' έναν απλό κόκκο άμμου της ερήμου, όπως είχε πει ο αλχημιστής. And that happiness can be found in a simple grain of desert sand, as the alchemist had said. Γιατί ένας κόκκος άμμου είναι μια στιγμή της δημιουργίας και το σύμπαν χρειάστηκε χιλιάδες, εκατομμύρια χρόνια για να τον δημιουργήσει. Because a grain of sand is a moment of creation and the universe took thousands, millions of years to create it.

«Ο κάθε άνθρωπος πάνω στη γη έχει ένα θησαυρό που τον περιμένει», του είπε η καρδιά του. "Every man on earth has a treasure waiting for him," his heart told him. «Εμείς οι καρδιές, συνήθως, μιλάμε σπάνια γι' αυτούς τους θησαυρούς, γιατί οι άνθρωποι δε θέλουν πια να τους βρουν. “We hearts usually rarely talk about these treasures, because people don't want to find them anymore. Μόνο στα μικρά παιδιά μιλάμε. We only talk to small children. Μετά αφήνουμε τη ζωή να οδηγήσει τον καθένα στον προορισμό του. Then we let life lead everyone to their destination. Αλλά, δυστυχώς, λίγοι είναι εκείνοι που ακολουθούν το δρόμο που είναι χαραγμένος γι' αυτούς, το δρόμο του Προσωπικού Μύθου και της ευτυχίας. But, unfortunately, there are few who follow the path that is carved out for them, the path of Personal Myth and happiness. Νιώθουν τον κόσμο σαν κάτι το απειλητικό και γι' αυτό γίνεται ο κόσμος κάτι το απειλητικό. They feel the world as something threatening and therefore the world becomes something threatening.

»Τότε εμείς οι καρδιές μιλάμε όλο και πιο σιγά, αλλά ποτέ δε σιωπούμε. "Then we hearts speak more and more quietly, but we are never silent. Και ευχόμαστε για να μην ακουστούν τα λόγια μας: δε θέλουμε να υποφέρουν οι άνθρωποι επειδή δεν ακολούθησαν τις καρδιές τους». And we pray that our words will not be heard: we do not want people to suffer because they did not follow their hearts."

- Γιατί δε λένε οι καρδιές στους ανθρώπους ότι πρέπει να συνεχίσουν την πορεία προς τα όνειρά τους; ρώτησε το αγόρι τον αλχημιστή. - Why do not hearts tell people that they must continue the path to their dreams? the boy asked the alchemist.

- Γιατί, σε μια τέτοια περίπτωση, η καρδιά υποφέρει πιο πολύ απ' όλους. - Because, in such a case, the heart suffers most of all. Και στις καρδιές δεν αρέσει να υποφέρουν. And hearts don't like to suffer.

Από κείνη τη μέρα, το αγόρι κατάλαβε την καρδιά του. From that day, the boy understood his heart. Την παρακάλεσε να μην τον εγκαταλείψει ποτέ. He begged her never to leave him. Κι αν κάποτε εκείνος απομακρυνόταν από τα όνειρά του, να του σφίξει το στήθος και να κρούσει τον κώδωνα του κίνδυνου. And if once he was moving away from his dreams, to tighten his chest and ring the alarm bell. Το αγόρι ορκίστηκε να προσέχει πάντα αυτό το σημάδι, θα το υπάκουε. The boy swore to always pay attention to this sign, he would obey it.

Εκείνη τη νύχτα εκμυστηρεύτηκε τα πάντα στον αλχημιστή. That night he confided everything to the alchemist. Και ο αλχημιστής κατάλαβε ότι η καρδιά του αγοριού είχε επιστρέψει στην Ψυχή του Κόσμου. And the alchemist understood that the boy's heart had returned to the Soul of the World.

- Τι να κάνω τώρα; ρώτησε το αγόρι. - What to do now; asked the boy.

- Κατευθύνσου προς τις πυραμίδες, είπε ο αλχημιστής. - Head for the pyramids, said the alchemist. Και εξακολούθησε να προσέχεις τα σημάδια. And keep watching for the signs. Η καρδιά σου είναι πια ικανή να σου δείξει το θησαυρό. Your heart is now capable of showing you the treasure. - Αυτό είναι που μου απέμενε να μάθω; - That's all I had left to learn?

- Όχι, απάντησε ο αλχημιστής. - No, answered the alchemist. Αυτό που ακόμη πρέπει να μάθεις είναι το εξής: What you still need to learn is this:

«Πάντα, πριν πραγματοποιήσει ένα όνειρο, η Ψυχή του Κόσμου αποφασίζει να ελέγξει τι μαθεύτηκε κατά την πορεία. "Always, before realizing a dream, the Soul of the World decides to check what has been learned along the way. Και αυτό, όχι επειδή είναι κακιά, αλλά για να μπορέσουμε, μαζί με το όνειρο μας, να κάνουμε κτήμα και αυτά που μάθαμε κατά την πορεία μας προς τα εκεί. And this, not because it is evil, but so that we can, together with our dream, make property and what we learned on our way there. Αυτή είναι η στιγμή που οι περισσότεροι άνθρωποι τα παρατάνε. This is when most people give up. Είναι αυτό που στη γλώσσα της ερήμου το λέμε: "Να πεθάνεις από τη δίψα, ενώ οι φοινικιές φαίνονται πια στον ορίζοντα". It is what we call in the language of the desert: "To die of thirst, while the palm trees are already visible on the horizon".

»Μια αναζήτηση αρχίζει πάντα με την τύχη του πρωτάρη. »A quest always begins with rookie luck. Και τελειώνει πάντα με τη δοκιμασία του κατακτητή. And it always ends with the test of the conqueror.

Το αγόρι θυμήθηκε μια παλιά παροιμία της χώρας του. The boy remembered an old proverb of his country. Έλεγε ότι η πιο σκοτεινή ώρα ήταν εκείνη πριν από την ανατολή. He used to say that the darkest hour was before sunrise.

ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ εμφανίστηκε το πρώτο συγκεκριμένο σημάδι κίνδυνου. THE NEXT DAY the first concrete sign of danger appeared. Τρεις πολεμιστές πλησίασαν και τους ρώτησαν τι γύρευαν οι δυο τους εκεί πέρα. Three warriors approached and asked them what the two of them were doing over there.

- Βγήκα για κυνήγι με το γεράκι μου, απάντησε ο αλχημιστής. - I went hunting with my falcon, answered the alchemist.

- Πρέπει να σας ψάξουμε για να σιγουρευτούμε ότι δεν κουβαλάτε όπλα, είπε ένας από τους πολεμιστές. - We need to search you to make sure you are not carrying weapons, said one of the warriors.

Ο αλχημιστής κατέβηκε απ' το άλογο. The alchemist dismounted. Το ίδιο και το αγόρι. So does the boy.

- Γιατί τόσο πολλά λεφτά; ρώτησε ο πολεμιστής ψάχνοντας το δισάκι του αγοριού. - Why so much money? the warrior asked looking for the boy's tray.

- Για να φτάσουμε μέχρι την Αίγυπτο, είπε εκείνος. - To reach Egypt, he said.

Ο φρουρός που έψαξε τον αλχημιστή βρήκε ένα κρυστάλλινο μπουκαλάκι γεμάτο υγρό κι ένα γυάλινο κιτρινωπό αβγό, λίγο πιο μεγάλο από ένα αβγό κότας. The guard who searched the alchemist found a crystal vial full of liquid and a glassy yellowish egg, a little bigger than a hen's egg.

- Τι είναι αυτά τα πράγματα; ρώτησε ο φρουρός. - What are these things? asked the guard.

- Η φιλοσοφική λίθος και το ελιξήριο μακροζωίας. - The Philosopher's Stone and the Elixir of Longevity. Είναι το μεγάλο έργο των αλχημιστών. It is the great work of the alchemists. Όποιος πιει αυτό το ελιξήριο δε θα αρρωστήσει ποτέ κι ένα θρύψαλο απ' αυτό το λίθο μετατρέπει οποιοδήποτε μέταλλο σε χρυσάφι. Whoever drinks this elixir will never get sick and a crumb of this stone turns any metal into gold.

Οι φρουροί ξεκαρδίστηκαν στα γέλια και ο αλχημιστής γέλασε μαζί τους. The guards burst into laughter and the alchemist laughed with them. Είχαν βρει την απάντηση πολύ αστεία και τους άφησαν να φύγουν χωρίς άλλες φασαρίες, μ' όλα τα υπάρχοντα τους. They had found the answer very funny and let them go without further ado, with all their belongings.

- Τρελαθήκατε; ρώτησε το αγόρι τον αλχημιστή, αφού οι άλλοι είχαν απομακρυνθεί αρκετά. - Are you crazy? asked the alchemist boy after the others had moved far enough away. Γιατί το κάνατε αυτό; Why did you do that?

- Για να σου δείξω έναν απλό νόμο του κόσμου, απάντησε ο αλχημιστής. - To show you a simple law of the world, answered the alchemist. Όταν έχουμε τους μεγάλους θησαυρούς μπροστά μας, δεν το παίρνουμε είδηση. When we have the great treasures before us, we do not notice it. Και ξέρεις γιατί; Γιατί οι άνθρωποι δεν πιστεύουν σε θησαυρούς. And you know why; Because people don't believe in treasures.

Συνέχισαν την πορεία τους στην έρημο. They continued their march into the desert. Με την κάθε μέρα που περνούσε, η καρδιά του αγοριού γινόταν όλο και πιο σιωπηλή. With each passing day, the boy's heart became more and more silent. Δε νοιαζόταν πια για το παρελθόν ή για το μέλλον. Της ήταν αρκετό ν' αγναντεύει κι εκείνη την έρημο και να πίνει μαζί με το αγόρι από την Ψυχή του Κόσμου. He no longer cared about the past or the future. It was enough for her to gaze at the desert and drink with the boy from the Soul of the World. Εκείνος και η καρδιά του έγιναν στενοί φίλοι, δε χωρούσε πια η προδοσία ανάμεσα τους. He and his heart became close friends, betrayal could no longer fit between them.

Όταν η καρδιά μιλούσε, ήταν για να ενθαρρύνει το αγόρι, το οποίο καμιά φορά, τις σιωπηλές μέρες, βαριόταν φοβερά. When the heart spoke, it was to encourage the boy, who sometimes, on silent days, was terribly bored. Η καρδιά του του μίλησε για πρώτη φορά για τα μεγάλα προσόντα του: για το θάρρος του να εγκαταλείψει τα πρόβατά του για να ζήσει τον Προσωπικό του Μύθο και για τον ενθουσιασμό του στο μαγαζί κρυστάλλων. His heart spoke to him for the first time of his great qualities: of his courage to leave his sheep to live his Personal Myth, and of his enthusiasm in the crystal shop.

Του μίλησε επίσης για κάτι άλλο, που το αγόρι δεν είχε προσέξει ποτέ: για τους κινδύνους που τον είχαν αγγίξει χωρίς αυτός καν να τους πάρει είδηση. He also told him of something else, which the boy had never noticed: the dangers that had touched him without his even being aware of them. Η καρδιά του είπε ότι μια μέρα είχε κρύψει το πιστόλι που αυτός είχε κλέψει από τον πατέρα του, γιατί υπήρχε μεγάλος κίνδυνος να αυτοτραυματιστεί. His heart told him that one day he had hidden the pistol that he had stolen from his father, because there was a great danger of him hurting himself. Και του υπενθύμισε ότι μια μέρα που είχε αισθανθεί αδιάθετος στη μέση της πεδιάδας, είχε κάνει εμετό και μετά τον είχε πάρει ο ύπνος για λίγο: λίγο πιο πέρα στέκονταν δυο ληστές που είχαν σχεδιάσει να του κλέψουν τα πρόβατα και να τον δολοφονήσουν. And he reminded him that one day when he had felt unwell in the middle of the plain, he had vomited and then fell asleep for a while: a little further on stood two robbers who had planned to steal his sheep and kill him. Επειδή όμως το αγόρι αργούσε να εμφανιστεί, έβγαλαν το συμπέρασμα ότι είχε πάρει άλλο δρόμο κι έφυγαν. But since the boy was slow to appear, they concluded that he had gone another way and left.

- Οι καρδιές βοηθούν πάντα τους ανθρώπους; ρώτησε το αγόρι τον αλχημιστή. - Do hearts always help people? the boy asked the alchemist.

- Μόνο εκείνους που ζουν τον Προσωπικό τους Μύθο. - Only those who live their Personal Myth. Αλλά βοηθούν πολύ τα παιδιά, τους μεθύστακες και τους ηλικιωμένους. But they help children, drunkards and old people a lot.

- Αυτό θα πει ότι δε διατρέχουν κίνδυνο; - Does that mean they are not in danger?

- Αυτό θα πει απλούστατα ότι οι καρδιές κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν, απάντησε ο αλχημιστής. - That would simply mean that hearts do their best, answered the alchemist.

Κάποιο απόγευμα, πέρασαν από την κατασκήνωση μιας από τις φυλές. One afternoon, they went through the camp of one of the tribes. Παντού υπήρχαν πάνοπλοι Άραβες με εντυπωσιακά άσπρα ρούχα. Everywhere there were armored Arabs in striking white clothes. Οι άντρες κάπνιζαν ναργιλέ και συζητούσαν για τις μάχες. The men smoked hookahs and talked about the battles. Κανείς δεν έδωσε την παραμικρή σημασία στους δύο ταξιδιώτες. No one paid the slightest attention to the two travelers.

- Δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος, είπε το αγόρι, αφού είχαν απομακρυνθεί λίγο από την κατασκήνωση. "There is no danger," said the boy, as they had just moved away from the camp.

Ο αλχημιστής έγινε έξαλλος. The alchemist became furious.

- Να εμπιστεύεσαι την καρδιά σου, είπε, μην ξεχνάς όμως ότι βρίσκεσαι στην έρημο. - Trust your heart, he said, but don't forget that you are in the desert. Όταν οι άνθρωποι κάνουν πόλεμο, αισθάνεται και η Ψυχή του Κόσμου τις κραυγές της μάχης. When men wage war, the Soul of the World feels the cries of battle. Κανείς δε γλιτώνει τις συνέπειες από το παραμικρό που συμβαίνει κάτω από τον ήλιο. No one escapes the consequences of the slightest thing that happens under the sun.

«Τα πάντα είναι ένα και μοναδικό πράγμα», σκέφτηκε το αγόρι. "Everything is one and only thing," the boy thought.

Λες και ήθελε η μοίρα ν' αποδείξει ότι ο αλχημιστής είχε δίκιο, δύο πολεμιστές εμφανίστηκαν πίσω από τους ταξιδιώτες. As if fate wanted to prove the alchemist right, two warriors appeared behind the travelers.

- Δεν επιτρέπεται να συνεχίσετε, είπε ο ένας. - You are not allowed to continue, said one. Βρίσκεστε στην περιοχή όπου γίνονται οι μάχες. You are in the area where the battles are taking place.

- Δε θα πάω πολύ μακριά, απάντησε ο αλχημιστής κοιτάζοντας τους δυο πολεμιστές βαθιά στα μάτια. - I won't go very far, answered the alchemist looking the two warriors deep in the eyes. Αυτοί έμειναν σιωπηλοί λίγα λεπτά και μετά τους άφησαν να συνεχίσουν το ταξίδι. They were silent for a few minutes and then they were allowed to continue their journey.

Το αγόρι τα παρακολουθούσε μαγεμένο όλα αυτά. The boy watched all this in fascination.

- Αιχμαλωτίσατε τους δυο φρουρούς με το βλέμμα, σχολίασε. - You captured the two guards with the look, he commented.

- Τα μάτια καθρεφτίζουν τη δύναμη της ψυχής, απάντησε ο αλχημιστής. - The eyes reflect the power of the soul, answered the alchemist.

«Σωστά», σκέφτηκε το αγόρι. Right, thought the boy. Είχε αντιληφθεί ότι μέσα στο πλήθος των πολεμιστών στον καταυλισμό, ένας απ' αυτούς τους είχε καρφώσει με το βλέμμα του. He had noticed that among the crowd of warriors in the camp, one of them had fixed his gaze on them. Και στεκόταν τόσο μακριά, που ούτε καν το πρόσωπό του δεν μπορούσε να διακρίνει. And he was standing so far away that not even his face could be seen. Αλλά ήταν σίγουρος ότι τους κοιτούσε. But he was sure he was looking at them.

Τελικά, όταν άρχισαν να διασχίζουν μια οροσειρά που εκτεινόταν σ' όλο τον ορίζοντα, ο αλχημιστής είπε ότι σε δύο μόνο μέρες θα είχαν φτάσει στις πυραμίδες. Finally, as they began to cross a mountain range that stretched across the horizon, the alchemist said that in just two days they would reach the pyramids.

- Αν είναι να χωριστούμε μετά, απάντησε το αγόρι, μάθετέ με αλχημεία. - If it's to break up later, the boy replied, learn with alchemy.

- Την έμαθες κιόλας. - You already learned it. Θα πει να διεισδύεις στην Ψυχή του Κόσμου και ν' ανακαλύπτεις το θησαυρό που εκείνη κράτησε για τον καθέναν. It will tell you to penetrate the Soul of the World and discover the treasure she kept for everyone.

- Δεν είναι αυτό που θέλω να μάθω. - That's not what I want to know. Εννοώ το να μετατρέπω μολύβι σε χρυσάφι. I mean turning pencil into gold.

Ο αλχημιστής σεβάστηκε τη σιωπή της ερήμου κι απάντησε στο αγόρι μόνο όταν έκαναν στάση για φαγητό. The alchemist respected the silence of the desert and only answered the boy when they stopped for food.

- Όλα στο σύμπαν εξελίσσονται, είπε εκείνος. - Everything in the universe is evolving, he said. Και για τους σοφούς το χρυσάφι είναι το πιο εξελιγμένο μέταλλο. And for the wise, gold is the most sophisticated metal. Μη με ρωτάς γιατί· δεν το ξέρω. Don't ask me why; I don't know. Το μόνο που ξέρω είναι ότι η παράδοση έχει πάντα δίκιο. All I know is that tradition is always right.

»Οι άνθρωποι είναι εκείνοι που δεν ερμηνεύουν σωστά τα λόγια των σοφών. "People are those who do not correctly interpret the words of the wise. Και από σύμβολο της εξέλιξης, το χρυσάφι μετατράπηκε σε αιτία πολέμων. And from a symbol of progress, gold turned into a cause of wars.

- Τα πράγματα μιλάνε πολλές γλώσσες, είπε το αγόρι. - Things speak many languages, said the boy. Άκουσα το χλιμίντρισμα της καμήλας σαν απλό χλιμίντρισμα, εξελίχτηκε μετά σε σήμα κίνδυνου και ξανάγινε τελικά χλιμίντρισμα. I heard the camel chirping like a simple chirp, then turned into a distress signal and finally chuckled again.

Και σιώπησε. Ο αλχημιστής μάλλον τα ήξερε όλα αυτά. The alchemist probably knew all this.

- Γνώρισα αληθινούς αλχημιστές, συνέχισε. - I met real alchemists, he continued. Κλειδώνονταν στο εργαστήριό τους και προσπαθούσαν να εξελιχτούν κι εκείνοι μαζί με το χρυσάφι. They locked themselves in their laboratory and tried to evolve themselves along with the gold. ανακάλυψαν τη φιλοσοφική λίθο. they discovered the philosopher's stone. Γιατί είχαν καταλάβει ότι, όταν κάτι εξελίσσεται, εξελίσσεται μαζί και ό,τι είναι γύρω του. Because they understood that when something evolves, everything around it evolves.

«Άλλοι ανακάλυψαν τυχαία τη λίθο. “Others discovered the stone by accident. Ήταν κιόλας προικισμένοι, οι ψυχές τους ήταν πιο αφυπνισμένες από τις ψυχές των άλλων ανθρώπων. They were already gifted, their souls were more awakened than the souls of other people. Αυτοί όμως δε λογαριάζονται, γιατί είναι ελάχιστοι. But they are not counted, because they are few.

»Άλλοι, τέλος, έψαχναν μόνο χρυσάφι. »Others, finally, were only looking for gold. Αυτοί δεν ανακάλυψαν ποτέ το μυστικό. They never discovered the secret. Ξέχασαν ότι το μολύβι, ο χαλκός, το σίδερο έχουν κι αυτά έναν Προσωπικό Μύθο να πραγματοποιήσουν. They forgot that pencil, copper, iron also have a Personal Myth to fulfill. Όποιος επεμβαίνει στον Προσωπικό Μύθο των άλλων ποτέ δε θα ανακαλύψει τον δικό του. Whoever intervenes in the Personal Myth of others will never discover his own.

Τα λόγια του αλχημιστή ακούστηκαν σαν κατάρα. The alchemist's words sounded like a curse.

Έσκυψε και έπιασε ένα κοχύλι από κάτω. He bent down and grabbed a shell from underneath.

- Εδώ υπήρχε κάποτε θάλασσα, είπε. - There used to be a sea here, he said.

- Το είχα προσέξει, απάντησε το αγόρι. - I had noticed, answered the boy.

- Η θάλασσα φυλάγεται μέσα σ' αυτό το κοχύλι, γιατί είναι ο Προσωπικός Μύθος του. - The sea is kept inside this shell, because it is his Personal Myth. Ποτέ δε θα το εγκαταλείψει, μέχρι να καλυφθεί ξανά η έρημος από νερό. He will never leave it until the desert is covered with water again.

Στη συνέχεια, ανέβηκαν στα άλογά τους και τράβηξαν προς τις πυραμίδες της Αιγύπτου. Then they mounted their horses and rode towards the pyramids of Egypt.

Ο ήλιος είχε αρχίσει να γέρνει, όταν η καρδιά του αγοριού τον προειδοποίησε ότι κινδύνευαν. The sun was beginning to set when the boy's heart warned him that they were in danger. Βρίσκονταν ανάμεσα σε γιγαντιαίους αμμόλοφους και το αγόρι κοίταξε τον αλχημιστή, αλλά εκείνος δεν έδειχνε να έχει προσέξει τίποτε. They were between giant sand dunes and the boy looked at the alchemist but he didn't seem to notice anything. Πέντε λεπτά αργότερα, το αγόρι διέκρινε δυο καβαλάρηδες μπροστά του· οι σιλουέτες τους διαγράφονταν αντίθετα στον ήλιο. Five minutes later, the boy saw two horsemen in front of him, their silhouettes silhouetted against the sun. Πριν προλάβει να μιλήσει με τον αλχημιστή, οι δυο καβαλάρηδες έγιναν δέκα, μετά εκατό, μέχρι που κάλυψαν τους γιγαντιαίους αμμόλοφους. Before he could speak to the alchemist, the two horsemen grew to ten, then a hundred, until they covered the giant sand dunes.

Ήταν πολεμιστές ντυμένοι στα μπλε, με μια μαύρη ταινία γύρω από τα τουρμπάνια τους. They were warriors dressed in blue, with a black ribbon around their turbans. Είχαν καλύψει τα πρόσωπά τους μ' ένα άλλο μπλε πέπλο, που άφηνε ακάλυπτα μόνο τα μάτια. They had covered their faces with another blue veil, which left only the eyes uncovered.

Ακόμη κι από μακριά τα μάτια τους φανέρωναν τη δύναμη της ψυχής τους. Even from afar their eyes showed the strength of their souls. Και τα μάτια αυτά μιλούσαν για θάνατο. And those eyes spoke of death.

ΤΟΥΣ ΟΔΗΓΗΣΑΝ σε ένα στρατόπεδο εκεί κοντά. THEY WERE DRIVEN to a camp nearby. Ένας στρατιώτης έσπρωξε το αγόρι και τον αλχημιστή μέσα σε μια σκηνή. A soldier pushed the boy and the alchemist into a tent. Ήταν μια σκηνή διαφορετική από τις άλλες που το αγόρι είχε γνωρίσει στην όαση· εκεί μέσα ένας αρχιστράτηγος έκανε σύσκεψη με τους αξιωματικούς του επιτελείου του. It was a scene unlike any the boy had seen in the oasis; there a commander-in-chief was conferring with his staff officers.

- Είναι οι κατάσκοποι, είπε ένας από τους άντρες. - They are the spies, said one of the men.

- Είμαστε απλοί ταξιδιώτες, απάντησε ο αλχημιστής. - We are simple travelers, answered the alchemist.

- Σας είδαν στον καταυλισμό του εχθρού πριν από τρεις μέρες. - They saw you in the enemy camp three days ago. Και μιλήσατε μ' έναν από τους πολεμιστές. And you talked to one of the warriors.

- Είμαι ένας άνθρωπος που βαδίζει στην έρημο και γνωρίζει τα αστέρια, είπε ο αλχημιστής. - I am a man who walks in the desert and knows the stars, said the alchemist. Δεν έχω πληροφορίες για στρατούς ή για κίνηση των φυλών. I have no information about armies or tribal movements. Απλώς οδηγούσα το φίλο μου μέχρι εδώ. I was just driving my friend here.

- Ποιος είναι ο φίλος σας; ρώτησε ο αρχιστράτηγος. - Who is your friend? asked the commander-in-chief.

- Ένας αλχημιστής, είπε ο αλχημιστής. - An alchemist, said the alchemist. Έμαθε τις δυνάμεις της φύσης. He learned the forces of nature. Και επιθυμεί να δείξει στο διοικητή τις εξαιρετικές του δυνατότητες. And he wishes to show the commander his extraordinary capabilities.

Το αγόρι άκουγε σιωπηλό. The boy listened silently. Και φοβισμένο. And scared.

- Τι γυρεύει ένας ξένος σε ξένη χώρα; είπε ένας άλλος άντρας. - What is a foreigner doing in a foreign country? another man said.

- Έφερε λεφτά για να τα προσφέρει στη φυλή σας, απάντησε ο αλχημιστής πριν προλάβει το αγόρι να πει λέξη. - He brought money to offer to your clan, the alchemist replied before the boy could say a word. Και πιάνοντας το δισάκι του αγοριού, παρέδωσε τα χρυσά νομίσματα στον αρχιστράτηγο. And seizing the boy's bisque, he handed the gold coins to the commander-in-chief.

Ο Άραβας τα δέχτηκε σιωπηλός. The Arab accepted them in silence. Θα μπορούσαν μ' αυτά ν' αγοραστούν πολλά όπλα. Many weapons could be bought with them.

- Και τι είναι ένας αλχημιστής; ρώτησε τελικά. - And what is an alchemist? he finally asked.

- Είναι ένας άνθρωπος που γνωρίζει τη φύση και τον κόσμο. - He is a man who knows nature and the world. Αν ήθελε, θα κατέστρεφε αυτή την κατασκήνωση μόνο με τη δύναμη του ανέμου. If he wanted to, he would destroy this camp only with the force of the wind.

Οι άντρες γέλασαν. The men laughed. Γνώριζαν τη βία του πολέμου και ήξεραν ότι ο άνεμος δεν μπορεί να καταφέρει ένα θανάσιμο χτύπημα. They knew the violence of war and they knew that the wind cannot deliver a fatal blow. Στα στήθια τους όμως οι καρδιές σφίχτηκαν. But their hearts tightened in their chests. Ήταν άντρες της ερήμου και φοβόνταν τους μάγους. They were men of the desert and feared wizards.

- Για να δούμε, είπε ο αρχιστράτηγος. - Let's see, said the commander-in-chief.

- Χρειαζόμαστε τρεις μέρες, απάντησε ο αλχημιστής. - We need three days, answered the alchemist. Και τούτος θα μεταμορφωθεί σε άνεμο, μόνο και μόνο για ν' αποδείξει πόσο ισχυρή είναι η δύναμή του. And he will be transformed into a wind, just to prove how strong his power is. Αν δεν το καταφέρει, εμείς προσφέρουμε ταπεινά τις ζωές μας για την τιμή της φυλής σας. If he does not succeed, we humbly offer our lives for the honor of your race.

- Δεν μπορείτε να μου προσφέρετε κάτι που μου ανήκει ήδη, είπε με υπεροψία ο αρχιστράτηγος. "You can not offer me something that already belongs to me," said the general arrogantly.

Αλλά χάρισε στους ταξιδιώτες τις τρεις μέρες. But he gave the travelers three days.

Το αγόρι έμεινε πετρωμένο από τον τρόμο. The boy was petrified with terror. Κι αν κατάφερε να βγει από τη σκηνή, ήταν επειδή ο αλχημιστής τον έπιασε από τα χέρια. And if he managed to get off the stage, it was because the alchemist grabbed him by the arms.

- Μην τους αφήσεις ν' αντιληφθούν το φόβο σου, είπε ο αλχημιστής. - Don't let them perceive your fear, said the alchemist. Πρόκειται για γενναίους άντρες και περιφρονούν τους δειλούς. These are brave men and they despise the cowards.

Το αγόρι όμως είχε μείνει άφωνο. But the boy was speechless. Μόνο ύστερα από λίγο κατόρθωσε να μιλήσει, καθώς περπατούσαν στη μέση του στρατοπέδου. Only after a while did he manage to speak, as they were walking in the middle of the camp. Ήταν άσκοπο να τους βάλουν φυλακή: οι Άραβες απλώς τους πήραν τα άλογα. It was pointless to put them in prison: the Arabs just took their horses. Κι άλλη μια φορά ο κόσμος φανέρωνε τις πολλές του γλώσσες: η έρημος, πιο πριν ένα ελεύθερο απέραντο έδαφος, ήταν τώρα ένα απροσπέλαστο τείχος. And once again the world revealed its many languages: the desert, earlier a free vast land, was now an inaccessible wall.

- Τους δώσατε όλο μου το θησαυρό! - You gave them all my treasure! είπε το αγόρι. Όσα είχα κερδίσει σ' όλη μου τη ζωή! What I had earned in my entire life!

- Και τι θα σου χρησίμευε, αν επρόκειτο να πεθάνεις; απάντησε ο αλχημιστής. - And what good would it do you, if you were to die? replied the alchemist. Ο θησαυρός σου σε έσωσε για τρεις μέρες. Your treasure saved you for three days. Σπάνια τα λεφτά συμβάλλουν στην αναβολή του θανάτου. Money rarely helps postpone death.

Το αγόρι όμως παραήταν τρομοκρατημένο για ν' ακούσει τα σοφά λόγια. But the boy was terrified to hear the wise words. Δεν ήξερε πώς να μεταμορφωθεί σε άνεμο. He didn't know how to transform into wind. Δεν ήταν αλχημιστής.

Ο αλχημιστής ζήτησε τσάι από έναν πολεμιστή και έχυσε λίγο πάνω στους καρπούς του αγοριού. The alchemist asked for tea from a warrior and poured a little on the boy's wrists. Ένα κύμα ηρεμίας απλώθηκε στο σώμα του, ενώ ο αλχημιστής του έλεγε λόγια που εκείνο δεν μπορούσε να καταλάβει. A wave of calm spread over his body as the alchemist spoke to him in words he couldn't understand.

- Να μην παραδοθείς στην απελπισία, είπε ο αλχημιστής με μια παράξενα γλυκιά φωνή. - Do not give in to despair, said the alchemist in a strangely sweet voice. Αυτό σ' εμποδίζει να μιλήσεις με την καρδιά σου. This prevents you from speaking your heart.

- Μα δεν ξέρω πώς θα μεταμορφωθώ σε άνεμο. - But I don't know how to transform into wind.

- Όποιος ζει τον Προσωπικό Μύθο του ξέρει ό,τι χρειάζεται να ξέρει. - Anyone who lives their Personal Myth knows everything they need to know. Μόνο ένα πράγμα καταντά απραγματοποίητο όνειρο: ο φόβος της αποτυχίας. Only one thing is an unrealized dream: the fear of failure.

- Δε φοβάμαι την αποτυχία. - I'm not afraid of failure. Απλούστατα δεν ξέρω πώς να μεταμορφωθώ σε άνεμο. I just don't know how to transform into wind.

- Ας το μάθεις, λοιπόν. - Let's find out, then. Απ' αυτό εξαρτάται η ζωή σου. Your life depends on it.

- Κι αν δεν το καταφέρω; - What if I don't make it?

- Θα πεθάνεις έχοντας ζήσει τον Προσωπικό Μύθο σου. - You will die having lived your Personal Myth. Καλύτερα έτσι παρά να πεθάνεις σαν τα εκατομμύρια των ανθρώπων που δεν έμαθαν ότι υπάρχει ο Προσωπικός Μύθος. Better that way than to die like the millions of people who did not learn that Personal Myth exists. Μην ανησυχείς όμως. Don't worry though.

»Ο θάνατος κάνει τους ανθρώπους να ευαισθητοποιούνται για τη ζωή. "Death makes people aware of life.