×

我们使用 cookie 帮助改善 LingQ。通过浏览本网站,表示你同意我们的 cookie 政策.

image

LingQ Mini Stories, 50 - Σκοπεύει να αποφοιτήσει στο τέλος αυτού του χρόνου

A) Ο Μαρτίνος οργάνωνε το πρόγραμμά του για το πανεπιστήμιο.

Σκοπεύει να αποφοιτήσει στο τέλος αυτού του χρόνου.

Πρέπει να επιλέξει τα μαθήματα που χρειάζεται να πάρει, ώστε να πληροί τις απαιτήσεις για το πτυχίο του.

Ένα μάθημα που χρειάζεται να πάρει είναι η κοινωνιολογία, η οποία δεν του αρέσει.

Ο Μαρτίνος ειδικεύεται στις κλασσικές σπουδές.

Σκέφτεται ότι η κοινωνιολογία είναι ένα επιστημονικό θέμα, αλλά πρέπει να το πάρει για να πληροί τις απαιτήσεις για το πτυχίο.

Δεν είναι σίγουρος γιατί είναι απαραίτητο.

Ελπίζει ότι το μάθημα της κοινωνιολογίας δεν θα είναι πολύ βαρετό.

B) Οι φοιτητές οργάνωναν τα προγράμματά τους για το πανεπιστήμιο.

Θα αποφοιτήσουν στο τέλος αυτού του χρόνου.

Γι' αυτό, πρέπει να επιλέξουν τον κατάλληλο αριθμό μαθημάτων ώστε να πληρούν τις απαιτήσεις για τα πτυχία τους.

Ένα μάθημα που χρειάζεται να επιλέξουν είναι η κοινωνιολογία, παρόλο που οι φοιτητές ειδικεύονται στις κλασσικές σπουδές.

Κάποιοι μαθητές φαίνεται να νομίζουν ότι η κοινωνιολογία είναι ένα επιστημονικό μάθημα.

Παρόλα αυτά, πρέπει να το πάρουν για να πληρούν τις απαιτήσεις για το πτυχίο τους.

Δεν είναι σίγουροι γιατί αυτό είναι απαραίτητο.

Ελπίζουν ότι το μάθημα της κοινωνιολογίας δεν θα είναι πολύ βαρετό.

Ερωτήσεις:

A) 1) Ο Μαρτίνος οργάνωνε το πρόγραμμα του για το πανεπιστήμιο.

Τι οργάνωνε ο Μαρτίνος?

Ο Μαρτίνος οργάνωνε το πρόγραμμα του για το πανεπιστήμιο.

2) Σκοπεύει να αποφοιτήσει στο τέλος αυτού του χρόνου.

Πότε σκοπεύει να αποφοιτήσει?

Σκοπεύει να αποφοιτήσει στο τέλος αυτού του χρόνου.

3) Γι' αυτό, πρέπει να επιλέξει τον κατάλληλο αριθμό μαθημάτων.

Πόσα μαθήματα πρέπει να επιλέξει?

Πρέπει να επιλέξει τον κατάλληλο αριθμό μαθημάτων.

4) Ένα μάθημα που πρέπει να επιλέξει είναι η κοινωνιολογία.

Μπορείς να πεις το όνομα ενός μαθήματος που πρέπει να επιλέξει?

Ένα μάθημα που πρέπει να επιλέξει είναι η κοινωνιολογία.

B) 5) Οι φοιτητές ειδικεύονται στις κλασσικές σπουδές.

Σε ποιο θέμα ειδικεύονται οι φοιτητές?

Οι φοιτητές ειδικεύονται στις κλασσικές σπουδές.

6) Οι φοιτητές χρειάζεται να πάρουν την κοινωνιολογία για να πληρούν τις απαιτήσεις του πτυχίου τους.

Γιατί πρέπει οι φοιτητές να πάρουν την κοινωνιολογία?

Οι φοιτητές πρέπει να πάρουν την κοινωνιολογία για να πληρούν τις απαιτήσεις του πτυχίου τους.

7) Δεν είναι σίγουροι γιατί αυτό είναι απαραίτητο.

Καταλαβαίνουν οι φοιτητές γιατί αυτό είναι απαραίτητο?

Όχι, δεν είναι σίγουροι, γιατί αυτό είναι απαραίτητο.

8) Ελπίζουν ότι το μάθημα της κοινωνιολογίας δεν θα είναι πολύ βαρετό.

Θέλουν το μάθημα της κοινωνιολογίας να είναι βαρετό?

Όχι βέβαια, ελπίζουν ότι το μάθημα της κοινωνιολογίας δεν θα είναι πολύ βαρετό.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

A) Ο Μαρτίνος οργάνωνε το πρόγραμμά του για το πανεπιστήμιο. ||Martinos|organisait||programme|||| |The|Martinos|was organizing|the|schedule|his|for|the|university ||Martinos|organisierte|||||| A) Martin hat seinen Studienplan organisiert. A) Martin organized his program for the university. A) Martin ha estado organizando su horario universitario. A) Martin oli järjestämässä ohjelmaa yliopistolle. A) Martin a organisé son emploi du temps universitaire. A) Martin stava organizzando il suo programma per l'università. A ) マーティ は 大学 の スケジュール を 計画 して いました 。 A)한새는 대학 시간표를 짜고 있습니다. A) Martin deelt zijn rooster van de universiteit in. A) Martin organizował swój program dla uniwersytetu. A) Martins está organizando o horário da universidade. А) Мартин составляет своё университетское расписание. A) Martin höll på att organisera sitt program för universitetet. A) 玛迪 在 安排 他 的 大学 日程 。

Σκοπεύει να αποφοιτήσει στο τέλος αυτού του χρόνου. il prévoit||diplômer|||||année er/sie/es plant||absolvieren||Ende|||Jahres He plans|to|graduate|at|the end|this|of|year Er beabsichtigt, seinen Abschluss Ende dieses Jahres zu machen. He intends to graduate at the end of this year. Él tiene la intención de graduarse a finales de este año. Hän aikoo valmistua tämän vuoden lopussa. Il a l'intention de terminer ses études à la fin de cette année. Vuole laurearsi alla fine di questo anno. 彼 は 今年 末 に 卒業 する 予定 です 。 그는 올해 말에 졸업하려고 합니다. Hij wil aan het eind van het jaar afstuderen. Planuje ukończyć studia pod koniec tego roku. Ele pretende se formar no final deste ano. Он собирается окончить университет в конце этого года. 他 想 今年年底 毕业 。

Πρέπει να επιλέξει τα μαθήματα που χρειάζεται να πάρει, ώστε να πληροί τις απαιτήσεις για το πτυχίο του. ||choisir||cours||il a besoin|||afin||remplir||exigences|||diplôme| He must|to|choose|the|courses|that|he needs|to|take|so that|to|fulfill|the|requirements|for|the|degree|his ||||||er benötigt|||||erfüllt||Anforderungen|||| Daher muss er die entsprechende Anzahl von Kursen auswählen, um die Anforderungen für seinen Abschluss zu erfüllen. He has to choose the lessons he needs to get, to meet the requirements for his degree. Por lo tanto, tiene que seleccionar el número apropiado de clases con el fin de cumplir con los requisitos para su grado. Hänen on valittava kurssit, jotka hänen on suoritettava täyttääkseen tutkintovaatimukset. Par conséquent, il doit sélectionner un nombre de cours approprié afin de répondre aux exigences de son diplôme. Pertanto deve scegliere un appropriato numero di lezioni per poter soddisfare I requisiti per la sua laurea. 従って 、 彼 は 学位 の 必要 条件 を 満たす ため に 妥当 な 授業 数 を 選ば なければ なりません 。 그렇기 때문에 그는 학위 필수 요건을 충족시키기 위해서 수업을 적당한 개수만큼 골라야 합니다. Hij moet een geschikt aantal vakken kiezen om aan de afstudeereisen te voldoen. Musi wybrać kursy, które musi odbyć, aby spełnić wymagania dotyczące jego dyplomu. Portanto, ele deve selecionar o número apropriado de cadeiras, a fim de cumprir os requisitos para a sua formatura. Поэтому ему нужно выбрать соответствующее количество предметов, которое требуется для его специальности. 所以 他 要 选 合适 的 课程 数目 才能 达到 他 学位 的 要求 。

Ένα μάθημα που χρειάζεται να πάρει είναι η κοινωνιολογία, η οποία δεν του αρέσει. |||braucht|||||Soziologie||die||| One|lesson|that|needs|to|take|is|the|sociology|which|who|not|to him|likes ||||||||sociologie||qui||| Einen Kurs, den er ausgewählt hat, ist Soziologie. One lesson to learn is sociology, which he does not like. Una de las clases que ha seleccionado es Sociología. Une leçon qu'il doit prendre est la sociologie, qu'il n'aime pas. Una lezione che deve prendere è la sociologia, che non gli piace. 彼 が 選択 した クラス の 一 つ は 社会学 です 。 그가 받아야 할 한 가지 교훈은 그가 좋아하지 않는 사회학입니다. Sociologie is een van de vakken die hij heeft gekozen. Jedną lekcją, którą musi wziąć, jest socjologia, której nie lubi. Uma lição que ele precisa tirar é a sociologia, da qual ele não gosta. Один предмет, который он выбрал, – это социология. 他选 的 一节课 是 社会学 。

Ο Μαρτίνος ειδικεύεται στις κλασσικές σπουδές. ||se spécialise||classiques|études The|Martinos|specializes|in the|classical|studies ||spezialisiert sich||klassischen|Studien Martin studiert Geisteswissenschaften. Martin specializes in classical studies. Martin se está especializando en Humanidades. Martin on erikoistunut klassisiin opintoihin. Martin se spécialise en sciences humaines. Martin è specializzato in studi classici. マーティ の 人文科学 を 専攻 して います 。 그는 고전 연구를 전문으로합니다. Martin studeert af in geesteswetenschappen. Martin specjalizuje się w studiach klasycznych. Martins é especialista em na área de humanas. Мартин специализируется на гуманитарных науках. Martin är specialiserad på klassiska studier. 玛迪 的 专业 是 人类学 。

Σκέφτεται ότι η κοινωνιολογία είναι ένα επιστημονικό θέμα, αλλά πρέπει να το πάρει για να πληροί τις απαιτήσεις για το πτυχίο. elle pense|||sociologie|||scientifique|sujet||||||||remplir||exigences||| He thinks|that|the|sociology|is|a|scientific|subject|but|he must|to|it|take|in order to|to|fulfill|the|requirements|for|the|degree ||||ist|ein|wissenschaftliches|Thema||muss||||||||||| Aber auch wenn Soziologie ein naturwissenschaftliches Fach ist,muss Martin es nehmen, um die Anforderungen des Abschlusses zu erfüllen. He thinks that sociology is a scientific issue, but must take it to meet the requirements for the degree. Sin embargo, a pesar de que la Sociología es una clase de ciencias, Martin debe tomarla para cumplir con los requisitos de grado. Cependant, même si la sociologie est un cours de sciences, Maxime doit le prendre pour répondre aux exigences du diplôme. Tuttavia, anche se sociologia è una materia scientifica, Marty deve seguirla per soddisfare I requisiti per la laurea. 社会学 は 科学 の 授業 です が 、 マーティ は 学位 の 必要 条件 に 満たす 為 に その 授業 を 取ら なければ なりません 。 그는 사회학이 과학적 주제라고 생각하지만 학위 요건을 충족하기 위해 그것을 받아 들여야합니다. Hoewel sociologie een wetenschapsvak is, moet Martin dit vak volgen om aan de afstudeereisen te voldoen. Uważa, że socjologia to przedmiot naukowy, ale musi go podjąć, aby spełnić wymagania na stopień naukowy. No entanto, mesmo que a Sociologia seja uma matéria de ciências exatas, Martins deve fazê-la para atender aos requisitos do curso. Однако, хотя социология считается естественнонаучным предметом, Мартин должен пройти этот курс, чтобы соответствовать требованиям своей специальности. Han tycker att sociologi är ett naturvetenskapligt ämne, men han måste läsa det för att uppfylla kraven för examen. 但是 , 虽然 社会学 是 一个 自然 学科 ,玛迪 必需 上 这门 课 才能 达到 学位 的 要求 。

Δεν είναι σίγουρος γιατί είναι απαραίτητο. ||sûr|||nécessaire Not|is|sure|why|is|necessary |||||notwendig Er ist sich nicht sicher, warum das notwendig ist. He is not sure why it is necessary. Él no está seguro de por qué es esto necesario. Hän ei ole varma, miksi se on tarpeen. Il ne sait pas trop pourquoi cela est nécessaire. Non è certo del perché sia necessario. 彼 は なぜ この 授業 が 必要な の か わかりません 。 왜 필요한지 잘 모르겠습니다. Hij snapt niet waarom dit nodig is. Ele não tem certeza por que isso é necessário. Он не знает, для чего это необходимо. Han är inte säker på varför det är nödvändigt. 他 不 知道 为什么 这是 必修课 。

Ελπίζει ότι το μάθημα της κοινωνιολογίας δεν θα είναι πολύ βαρετό. |||||sociologie|||||ennuyeux He hopes|that|the|lesson|of|sociology|not|will|be|very|boring |||||Soziologie|||||langweilig Er hofft, dass der Soziologieunterricht nicht zu langweilig wird. He hopes that the lesson of sociology will not be too boring. Él espera que la clase de Sociología no sea demasiado aburrida. Il espère que le cours de sociologie ne sera pas trop ennuyeux. Spera che la lezione di sociologia non sia troppo noiosa. 彼 は 社会学 の クラス が つまらな さ すぎ ない こと を 願って います 。 그는 사회학 수업이 너무 지루하지 않기를 바랍니다. Hij hoopt dat sociologie niet te saai zal zijn. Ma nadzieję, że lekcja socjologii nie będzie zbyt nudna. Ele espera que a cadeira de Sociologia não seja muito chata. Он надеется, что социология не будет слишком скучной. Han hoppas att sociologikursen inte ska bli alltför tråkig. 他 希望 社会学 课 不会 太 无聊 。

B) Οι φοιτητές οργάνωναν τα προγράμματά τους για το πανεπιστήμιο. ||Studenten|organisierten||Programme|||| |The|students|organized|the|schedules|their|for|the|university |||organisaient||programmes||pour||université B) Die Studenten haben ihre Studienpläne organisiert. B) The students were organizing their university programs. B) Los estudiantes han estado organizando sus horarios universitarios. B) Les étudiants ont organisé leur emploi du temps universitaires. B) Gli studenti hanno organizzato i loro programmi per l'università. B ) 学生 達 は 大学 の スケジュール を 計画 して いました 。 B) 학생들은 대학 프로그램을 조직했습니다. B) De studenten hebben hun rooster van de universiteit ingedeeld. B) Os estudantes têm organizado seus horários universitários. Б) Студенты составляют свои университетские расписания. B) Studenterna organiserade sina program för universitetet. B)学生 们 在 安排 他们 的 大学 日程 。

Θα αποφοιτήσουν στο τέλος αυτού του χρόνου. |diplômer||||| They will|graduate|at|the end|this|of|year |absolvieren||||| Sie beabsichtigen, ihren Abschluss Ende dieses Jahres zu machen. They will graduate at the end of this year. Ellos tienen la intención de graduarse a finales de este año. Ils ont l'intention de terminer leurs études à la fin de cette année. Si laureeranno alla fine di quest'anno. 彼 ら は 今年 末 に 卒業 する 予定 です 。 그들은 올해 말에 졸업 할 것입니다. Ze willen aan het eind van het jaar afstuderen. Eles pretendem se formar no final deste ano. Они собираются окончить университет в конце этого года. De kommer att ta examen i slutet av detta år. 他们 想 今年年底 毕业 。

Γι' αυτό, πρέπει να επιλέξουν τον κατάλληλο αριθμό μαθημάτων ώστε να πληρούν τις απαιτήσεις για τα πτυχία τους. ||||||approprié|nombre|des cours|||remplissent||exigences|||| ja|das|||wählen||passende|Anzahl|von Fächern|||erfüllen|||||Abschlüsse| for|this|they must|to|choose|the|appropriate|number|of courses|so that|to|fulfill|the|requirements|for|the|degrees|their Daher müssen sie die entsprechende Anzahl von Kursen auswählen, um die Anforderungen für ihre Abschlüsse zu erfüllen. So they have to choose the appropriate number of courses to meet the requirements for their degrees. Por lo tanto, tienen que seleccionar el número apropiado de clases con el fin de cumplir con los requisitos para sus grados. Siksi heidän on valittava oikea määrä kursseja täyttääkseen tutkintovaatimukset. Par conséquent, ils doivent sélectionner un nombre approprié de cours afin de répondre aux exigences de leurs diplômes. Pertanto, devono scegliere il giusto numero di corsi per soddisfare i requisiti per i loro diplomi. 従って 、 彼 ら は 学位 の 必要 条件 を 満たす ため に 妥当な 授業 数 を 選ば なければ なりません 。 따라서 학위 요건을 충족하기 위해 올바른 수의 과정을 선택해야합니다. Ze moeten een geschikt aantal vakken kiezen om aan de afstudeereisen te voldoen. Portanto, eles precisam selecionar a quantidade apropriada de cadeiras, a fim de cumprir os requisitos para suas formaturas. Поэтому они должны выбрать соответствующее количество курсов, чтобы соответствовать требованиям для их степеней. Därför måste de välja rätt antal kurser för att uppfylla kraven för sina examina. 所以 他们 要选 合适 的 课程 数目 才能 达到 他们 学位 的 要求 。

Ένα μάθημα που χρειάζεται να επιλέξουν είναι η κοινωνιολογία, παρόλο που οι φοιτητές ειδικεύονται στις κλασσικές σπουδές. |||es ist nötig||||||trotz||||sich spezialisieren||| One|course|that|needs|to|choose|is|the|sociology|although|that|the|students|specialize|in|classical|studies ||||||||||||étudiants|se spécialisent||| Ein Kurs, den sie ausgewählt haben, ist Soziologie,die Studenten studieren Geisteswissenschaften. A lesson to choose is sociology, though students specialize in classical studies. Una clase que han seleccionado es Sociología,los estudiantes se están especializando en Humanidades. Yksi kurssi, joka heidän on valittava, on sosiologia, vaikka opiskelijat erikoistuvatkin klassisiin opintoihin. Un cours qu'ils doivent choisir est la sociologie, bien que les étudiants se spécialisent dans les études classiques. Un corso che devono scegliere è la sociologia, sebbene gli studenti siano specializzati in studi classici. 彼 ら が 選択 した クラス の 一 つ は 社会学 です ,学生 達 は 人文科学 を 専攻 して います 。 선택해야 할 한 가지 과정은 사회학이지만 학생들은 고전 연구를 전문으로합니다. Sociologie is een van de vakken die ze hebben gekozen. Uma lição que eles precisam escolher é a sociologia, embora os alunos se especializem em estudos de classe. Один урок, который им нужно выбрать, это социология, хотя студенты специализируются на занятиях в классе. En kurs som de måste välja är sociologi, även om studenterna specialiserar sig på klassiska studier. 他们 选 的 一节课 是 社会学 ,学生 们 的 专业 是 人类学 。

Κάποιοι μαθητές φαίνεται να νομίζουν ότι η κοινωνιολογία είναι ένα επιστημονικό μάθημα. certains||semble||pensent||||||| einige|Schüler|scheint||denken||||ist||| Some|students|seem|to|think|that|the|sociology|is|a|scientific|subject Aber auch wenn Soziologie ein naturwissenschaftliches Fach ist. Some students seem to think that sociology is a science lesson. Algunos estudiantes parecen pensar que la sociología es una lección de ciencias. Certains étudiants semblent penser que la sociologie est un cours de sciences. Alcuni studenti sembrano pensare che la sociologia sia un corso di scienze. 社会学は科学コースであると考える学生もいます。 어떤 학생들은 사회학이 과학 과정이라고 생각하는 것 같습니다. Ze studeren af in geesteswetenschappen. Niektórzy studenci zdają się myśleć, że socjologia to kurs nauk ścisłych. Alguns estudantes parecem pensar que a sociologia é uma lição de ciências. Некоторые студенты, кажется, считают социологию уроком науки. En del studenter verkar tro att sociologi är en naturvetenskaplig kurs. 但是 , 虽然 社会学 是 一个 自然 学科 。

Παρόλα αυτά, πρέπει να το πάρουν για να πληρούν τις απαιτήσεις για το πτυχίο τους. |||||prennent|||||exigences|||| despite|that|they must|to|it|take|in order to|to|fulfill|the|requirements|for|the|degree|their |||||nehmen||||||||| Sie müssen die Studenten es belegen, um die Anforderungen des Studiums zu erfüllen. However, they must take it to meet the requirements for their degree. Sin embargo, a pesar de que la Sociología es una clase de ciencias, los estudiantes deben tomarla para cumplir con los requisitos de grado. Heidän on kuitenkin silti suoritettava se täyttääkseen tutkintovaatimukset. Cependant, ils doivent le prendre pour répondre aux exigences de leur diplôme. Tuttavia, devono prenderlo per soddisfare i requisiti per la loro laurea. 社会学 は 科学 の 授業 です が 、 学生 達 は 学位 の 必要 条件 に 満たす 為 に その 授業 を 取ら なければ なりません 。 그러나 그들은 학위에 대한 요구 사항을 충족시키기 위해 그것을 가져야합니다. Hoewel sociologie een wetenschapsvak is,moeten de studenten het vak volgen om aan de afstudeereisen te voldoen. Muszą jednak go zdobyć, aby spełniał wymagania dotyczące ich stopnia. No entanto, mesmo que a Sociologia seja uma matéria de ciências exatas, os alunos devem fazê-la para atender aos requisitos do curso. Однако, хотя социология считается естественнонаучным предметом, студенты должны пройти этот курс, чтобы соответствовать требованиям их специальности. De måste dock fortfarande ta den för att uppfylla kraven för sin examen. 学生 们 必需 上 这门 课 才能 达到 学位 的 要求 。

Δεν είναι σίγουροι γιατί αυτό είναι απαραίτητο. ||sûrs|||| Not|are|sure|why|this|is|necessary ||sicher|||| Sie sind sich nicht sicher, warum das notwendig ist. They are not sure why this is necessary. Ellos no están seguros de por qué es esto necesario. Ils ne savent pas pourquoi cela est nécessaire. Non sono sicuri del motivo per cui è necessario. 彼 ら は なぜ この 授業 が 必要な の か わかりません 。 왜 이것이 필요한지 잘 모르겠습니다. Ze snappen niet waarom dit nodig is. Nie są pewni, dlaczego jest to konieczne. Eles não sabem por que isso é necessário. Они не знают, для чего это необходимо. De är inte säkra på varför detta är nödvändigt. 他们 不 知道 为什么 这是 必修课 。

Ελπίζουν ότι το μάθημα της κοινωνιολογίας δεν θα είναι πολύ βαρετό. ||||||||||ennuyeux They hope|that|the|lesson|of|sociology|not|will|is|very|boring Sie hoffen, dass der Soziologieunterricht nicht zu langweilig sein wird. They hope that the lesson of sociology will not be too boring. Ellos esperan que la clase de Sociología no sea demasiado aburrida. Ils espèrent que la leçon de sociologie ne sera pas trop ennuyeuse. Sperano che la lezione di sociologia non sia troppo noiosa. 彼 ら は 社会学 の クラス が つまらな さ すぎ ない こと を 願って います 。 그들은 사회학 수업이 너무 지루하지 않기를 바랍니다. Ze hopen dat sociologie niet te saai zal zijn. Mają nadzieję, że lekcja socjologii nie będzie zbyt nudna. Eles esperam que a cadeira de Sociologia não seja muito chata. Они надеются, что социология не будет слишком скучной. De hoppas att sociologikursen inte ska bli alltför tråkig. 他们 希望 社会学 课 不会 太 无聊 。

Ερωτήσεις: Questions Fragen: Questions: Preguntas: Questions: Domande: 質問 : 질문 : Vragen: Questões: Вопросы. 问题 :

A) 1) Ο Μαρτίνος οργάνωνε το πρόγραμμα του για το πανεπιστήμιο. |||||||||Universität |The|Martinos|organized|the|schedule|his|for|the|university A) 1) Martin hat seinen Studienplan organisiert. A) 1) Martin was organizing his university program. A) 1) Martin ha estado organizando su horario universitario. A) 1) Martin a organisé son emploi du temps universitaire. A)1) Martin sta organizzando il suo programma universitario. A) 1) マーティ は 大学 の スケジュール を 計画 して いました 。 A)1) 한새는 대학 시간표를 짜고 있습니다. A) 1) Martin deelt zijn rooster van de universiteit in. A) 1) Martin organizował swój program na uniwersytecie. A) 1) Martins está organizando o horário da universidade. А) 1) Мартин составлял своё университетское расписание. A) 1) Martin höll på att organisera sitt program för universitetet. A) 1) 玛迪 在 安排 他 的 大学 日程 。

Τι οργάνωνε ο Μαρτίνος? What|was organizing||Martinos Was hat Martin organisiert? What was Martin doing? ¿Qué ha estado organizando Martin ? Qu'est-ce que Martin a organisé ? Cosa sta organizzando Martin ? マーティ は 何 を 計画 して いました か ? 한새는 무엇을 짜고 있나요? Wat deelt Martin in? O que Martins está organizando? Что Мартин делал? 玛迪 在 安排 什么 ?

Ο Μαρτίνος οργάνωνε το πρόγραμμα του για το πανεπιστήμιο. The|Martinos|was organizing|the|schedule|his|for|the|university Martin hat seinen Studienplan organisiert. Martin was organizing his university program. Martin ha estado organizando su horario universitario. Martin a organisé son emploi du temps universitaire. Martin sta organizzando il suo programma universitario. マーティ は 大学 の スケジュール を 計画 して いました 。 한새는 대학 시간표를 짜고 있습니다. Martin deelt zijn rooster van de universiteit in. Martins está organizando o horário da universidade. Мартин составлял своё университетское расписание. 玛迪 在 安排 他 的 大学 日程 。

2) Σκοπεύει να αποφοιτήσει στο τέλος αυτού του χρόνου. il prévoit||diplômer||||| He plans|to|graduate|at|the end|this|of|year 2) Er beabsichtigt, seinen Abschluss Ende dieses Jahres zu machen. 2) He intends to graduate at the end of this year. 2) Él tiene la intención de graduarse a finales de este año. 2) Il a l'intention de terminer ses études à la fin de cette année. 2) Vuole laurearsi alla fine di quest'anno. 2) 彼 は 今年 末 に 卒業 する 予定 です 。 2) 그는 올해 말에 졸업하려고 합니다. 2) Hij wil aan het eind van het jaar afstuderen. 2) Zamierza ukończyć studia pod koniec tego roku. 2) Ele pretende se formar no final deste ano. 2) Он собирался окончить университет в конце этого года. 2) 他 想 今年年底 毕业 。

Πότε σκοπεύει να αποφοιτήσει? When|does he/she plan|to|graduate Wann will er seinen Abschluss machen? When does he intend to graduate? ¿Cuándo tiene la intención de graduarse? Quand a-t-il l'intention de terminer ses études ? Quando vuole laurearsi? 彼 は いつ 卒業 する 予定 です か ? 그는 언제 졸업하려고 합니까? Wanneer wil hij afstuderen? Kiedy zamierza ukończyć szkołę? Quando ele pretende se formar? Что он собирался закончить? 他 想 什么 时候 毕业 ?

Σκοπεύει να αποφοιτήσει στο τέλος αυτού του χρόνου. He plans|to|graduate|at|the end|this|of|year Er beabsichtigt, seinen Abschluss Ende dieses Jahres zu machen. He intends to graduate at the end of this year. Él tiene la intención de graduarse a finales de este año. Il a l'intention de terminer ses études à la fin de cette année. Vuole laurearsi alla fine di quest'anno. 彼 は 今年 末 に 卒業 する 予定 です 。 그는 올해 말에 졸업하려고 합니다. Hij wil aan het eind van het jaar afstuderen. Planuje ukończyć studia pod koniec tego roku. Ele pretende se formar no final deste ano. Он собирался окончить университет в конце этого года. 他 想 今年年底 毕业 。

3) Γι' αυτό, πρέπει να επιλέξει τον κατάλληλο αριθμό μαθημάτων. ||||||||von Kursen |that|he must|to|choose|the|appropriate|number|of courses 3) Daher muss er die entsprechende Anzahl von Kursen auswählen. 3) Therefore, he has to select the appropriate number of classes. 3) Por lo tanto, él tiene que seleccionar el número apropiado de clases. 3) Siksi hänen on valittava sopiva määrä kursseja. 3) Par conséquent, il doit sélectionner un nombre de cours approprié. 3) Pertanto deve scegliere un appropriato numero di lezioni. 3) 従って 、 彼 は 妥当な 授業 数 を 選ば なければ なりません 。 3) 그렇기 때문에 그는 학위 필수 요건을 충족시키기 위해서 수업을 적당한 개수만큼 골라야 합니다. 3) Hij moet een geschikt aantal vakken kiezen. 3) Portanto, ele deve selecionar o número apropriado de cadeiras. 3) Поэтому ему нужно выбрать соответствующее количество предметов. 3) 所以 他 要 选 合适 的 课程 数目 。

Πόσα μαθήματα πρέπει να επιλέξει? How many|courses|must|to|choose Wie viele Kurse muss er auswählen? How many classes does he have to select? ¿Cuántas clases tiene que seleccionar? Combien de cours doit-il sélectionner ? Quante lezioni deve scegliere? 何 クラス 彼 は 選ば なければ なりません か ? 그는 몇 개의 수업을 골라야 합니까? Hoeveel vakken moet hij kiezen? Quantas cadeiras ele precisa selecionar? Сколько предметов ему нужно было выбрать? 他 要 选 多少 课程 ?

Πρέπει να επιλέξει τον κατάλληλο αριθμό μαθημάτων. ||choisir||approprié|nombre| He must|(subjunctive particle)|choose|the|appropriate|number|of courses ||||||von Kursen Er muss die entsprechende Anzahl von Kursen auswählen. He has to select the appropriate number of classes. Él tiene que seleccionar el número apropiado de clases. Sinun on valittava sopiva määrä kursseja. Il doit sélectionner un nombre de cours approprié. Deve scegliere un appropriato numero di lezioni. 彼 は 妥当な 授業 数 を 選ば なければ なりません 。 그는 수업을 적당한 개수만큼 골라야 합니다. Hij moet een geschikt aantal vakken kiezen. Musi wybrać odpowiednią liczbę kursów. Ele deve selecionar o número apropriado de cadeiras. Ему нужно было выбрать соответствующее его специальности количество предметов. 他 要 选 合适 的 课程 数目 。

4) Ένα μάθημα που πρέπει να επιλέξει είναι η κοινωνιολογία. |Unterricht||||||| One|lesson|that|must|to|choose|is|the|sociology 4) Ein Kurs, den er ausgewählt hat, ist Soziologie. 4) One class he has selected is Sociology. 4) Una de las clases que ha seleccionado es Sociología. 4) Un des cours qu'il a choisi est la sociologie. 4) Una lezione che ha scelto è Sociologia. 4) 彼 が 選択 した クラス の 一 つ は 社会学 です 。 4) 그가 고른 수업 중 하나는 사회학입니다. 4) Sociologie is een van de vakken die hij heeft gekozen. 4) Jednym z kierunków, który musi wybrać, jest socjologia. 4) Uma das cadeiras que ele selecionou foi Sociologia. 4) Один из выбранных им предметов – социология. 4) 他选 的 一节课 是 社会学 。

Μπορείς να πεις το όνομα ενός μαθήματος που πρέπει να επιλέξει? ||||Name|||||| Can you|to|say|the|name|of a|subject|that|must|to|choose ||||||cours|||| Welchen Kurs hat er ausgewählt? What is one class he has he selected? ¿Cuál es una de las clases que él ha seleccionado? Osaatko sanoa sen kurssin nimen, joka hänen on valittava? Pouvez-vous dire le nom d'un cours qu'il doit choisir? Qual è una lezione che ha scelto? 彼 が 選択 した クラス の 一 つ は 何 です か ? 그가 고른 수업 중 하나는 무엇입니까? Wat is een van de vakken die hij heeft gekozen? Czy możesz podać nazwę kursu, który musi wybrać? Qual foi uma das cadeiras que ele escolheu? Какой предмет он выбрал? 他选 的 一节课 是 什么 ?

Ένα μάθημα που πρέπει να επιλέξει είναι η κοινωνιολογία. One|lesson|that|must|(particle)|choose|is|the|sociology Einen Kurs, den er ausgewählt hat, ist Soziologie. One class he has selected is Sociology. Una de las clases que ha seleccionado es Sociología. Un des cours qu'il a choisi est la sociologie. Una lezione che ha scelto è Sociologia. 彼 が 選択 した クラス の 一 つ は 社会学 です 。 그가 고른수업 중 하나는 사회학입니다. Sociologie is een van de vakken die hij heeft gekozen. Jednym z kierunków, który musi wybrać, jest socjologia. Uma das cadeiras que ele escolheu foi Sociologia. Один из выбранных им предметов – социология. 他选 的 一节课 是 社会学 。

B) 5) Οι φοιτητές ειδικεύονται στις κλασσικές σπουδές. |The|students|specialize|in the|classical|studies B) 5) Die Studenten studieren Geisteswissenschaften. B) 5) The students are majoring in Humanities. B) 5) Los estudiantes se están especializando en Humanidades. B) 5) Les étudiants se spécialisent en sciences humaines. B)5) Gli studenti si stanno per laureare in Scienze Umane. B) 5) 学生 達 は 人文科学 を 専攻 して います 。 B)5) 학생들은 인문학을 전공하고 있습니다. B) 5) De studenten studeren af in geesteswetenschappen. B) 5) Studenci specjalizują się w studiach klasycznych. B) 5) Os alunos são especialistas na área de humanas. Б) 5) Студенты специализируются на гуманитарных науках. B) 5) 学生 们 的 专业 是 人类学 。

Σε ποιο θέμα ειδικεύονται οι φοιτητές? In|which|subject|specialize|the|students Was studieren die Schüler? What are the students doing? ¿Qué están haciendo los estudiantes? Que font les étudiants ? Cosa stanno facendo gli studenti? 学生 達 は 何 を 専攻 して います か ? 학생들은 무엇을 전공하고 있나요? Waar studeren de studenten in af? W jakim przedmiocie specjalizują się studenci? Em que área os alunos são especialistas? Что студенты делают? 学生 们 学 什么 ?

Οι φοιτητές ειδικεύονται στις κλασσικές σπουδές. |||in den|| The|students|specialize|in the|classical|studies Die Studenten studieren Geisteswissenschaften. The students are majoring in Humanities. Los estudiantes se están especializando en Humanidades. Les étudiants se spécialisent en sciences humaines. Gli studenti si stanno per laureare in Scienze Umane. 学生 達 は 人文科学 を 専攻 して います 학생들은 인문학을 전공하고 있습니다. De studenten studeren af in geesteswetenschappen. Studenci specjalizują się w studiach klasycznych. Os alunos são especialistas na área de humanas. Студенты специализируются на гуманитарных науках. 学生 们 的 专业 是 人类学 。

6) Οι φοιτητές χρειάζεται να πάρουν την κοινωνιολογία για να πληρούν τις απαιτήσεις του πτυχίου τους. ||müssen||nehmen|||||||||Abschluss| The|students|need|to|take|the|sociology|in order to||fulfill|the|requirements|of the|degree|their |||||||||||||diplôme| 6) Die Studenten müssen Soziologie studieren, um die Studienanforderungen zu erfüllen. 6) The students must take Sociology to meet the degree requirements. 6) Los estudiantes deben tomar Sociología para cumplir con los requisitos de grado. 6) Opiskelijoiden on suoritettava sosiologian kurssi täyttääkseen tutkintovaatimuksensa. 6) Les étudiants doivent prendre le cours de sociologie pour répondre aux exigences du diplôme. 6) Gli studenti devono seguire Sociologia per soddisfare I requisiti di laurea. 6) 学生 達 は 学位 の 必要 条件 に 満たす 為 に 社会学 を 取ら なければ なりません 。 6) 학생들은 학위 필수 요건을 충족시키기 위해서사회학을 반드시 들어야 합니다. 6) De studenten moeten sociologie volgen om aan de afstudeereisen te voldoen. 6) Os alunos devem fazer Sociologia para atender aos requisitos do curso. 6) Студенты должны прослушать курс социологии, необходимый для их специальности. 6) 学生 们 必需 学 社会学 才能 达到 学位 的 要求 。

Γιατί πρέπει οι φοιτητές να πάρουν την κοινωνιολογία? Why|must|the|students|to|take|the|sociology Warum müssen die Studenten Soziologie studieren? Why must the students take Sociology? ¿Por qué deben los estudiantes tomar Sociología? Pourquoi les étudiants doivent-ils suivre le cours de sociologie ? Perché gli studenti devono fare Sociologia? 学生 達 は なぜ 社会学 を 取ら なければ なりません か ? 왜 학생들이 사회학을 반드시 들어야 하나요? Waarom moeten de studenten sociologie volgen? Por que os estudantes devem fazer Sociologia? Для чего студентам социология? 学生 们 为什么 要学 社会学 ?

Οι φοιτητές πρέπει να πάρουν την κοινωνιολογία για να πληρούν τις απαιτήσεις του πτυχίου τους. The|students|must|to|take|the|sociology|in order to||fulfill|the|requirements|of the|degree|their Die Studenten müssen Soziologie studieren, um die Studienanforderungen zu erfüllen. The students must take Sociology to meet the degree requirements. Los estudiantes deben tomar Sociología para cumplir con los requisitos de grado. Les étudiants doivent prendre le cours de sociologie pour répondre aux exigences du diplôme. Gli studenti devono fare Sociologia per soddisfare I requisiti di laurea. 学生 達 は 学位 の 必要 条件 に 満たす 為 に 社会学 を 取ら なければ なりません 。 학생들은 학위 필수 요건을 충족시키기 위해서 사회학을 반드시 들어야 합니다. De studenten moeten sociologie volgen om aan de afstudeereisen te voldoen. Os alunos devem fazer Sociologia para atender aos requisitos do curso. Студенты должны пройти социологию, чтобы получить диплом по своей специальности. 学生 们 必需 学 社会学 才能 达到 学位 的 要求 。

7) Δεν είναι σίγουροι γιατί αυτό είναι απαραίτητο. Not|are|sure|why|this|is|necessary 7) Sie sind sich nicht sicher, warum dies notwendig ist. 7) They're not sure why this is necessary. 7) Ellos no están seguros de por qué es esto necesario. 7) Ils ne savent pas trop pourquoi cela est nécessaire. 7) Non sono sicuri del perché sia necessario. 7) 彼 ら は なぜ この 授業 が 必要な の か わかりません 。 7) 그들은 왜 이것이 필요한지 이해하지 못합니다. 7) Ze snappen niet waarom dit nodig is. 7) Nie są pewni, dlaczego jest to konieczne. 7) Eles não tem certeza de por que isso é necessário. 7) Они не знают, зачем это нужно. 7) 他们 不 知道 为什么 这是 必修课 。

Καταλαβαίνουν οι φοιτητές γιατί αυτό είναι απαραίτητο? verstehen|||||| Do they understand|the|students|why|this|is|necessary Sind sich die Studenten sicher, warum dies notwendig ist? Do the students understand why this is necessary? ¿Los estudiantes entienden por qué es esto necesario? Est-ce que les étudiants comprennent pourquoi cela est-t-il nécessaire ? Gli studenti capiscono perché sia necessario? 生徒 達 は なぜ この 授業 が 必要な の か 理解 して います か ? 학생들은 왜 이것이 필요한지 이해하고 있나요? Snappen de studenten waarom dit nodig is? Czy uczniowie rozumieją, dlaczego jest to konieczne? Os alunos entendem por que isso é necessário? Студенты понимают, для чего это необходимо? 学生 们 知道 为什么 这是 必修 吗 ?

Όχι, δεν είναι σίγουροι, γιατί αυτό είναι απαραίτητο. No|not|are|sure|because|this|is|necessary Nein, sie sind sich nicht sicher, warum das notwendig ist. No, they're not sure why this is necessary. No, ellos no están seguros de por qué es esto necesario. Non, ils ne savent pas trop pourquoi cela est nécessaire. No, Non sono sicuri del perché sia necessario. いいえ 、 彼 ら は なぜ この 授業 が 必要な の か わかりません 。 아니오, 그들은 왜 이것이 필요한지 이해하지 못합니다. Nee, ze snappen niet waarom dit nodig is. Nie, nie są pewni, bo to konieczne. Não, eles não sabem por que isso é necessário. Нет, они не знают, зачем это надо. 不 , 他们 不 知道 为什么 这是 必修课 。

8) Ελπίζουν ότι το μάθημα της κοινωνιολογίας δεν θα είναι πολύ βαρετό. hoffen|||||||||| They hope|that|the|lesson|of|sociology|not|will|be|very|boring 8) Sie hoffen, dass der Soziologieunterricht nicht zu langweilig wird. 8) They hope Sociology class won't be too boring. 8) Ellos esperan que la clase de Sociología no sea demasiado aburrida. 8) Ils espèrent que le cours de sociologie ne sera pas trop ennuyeux. 8) Sperano che la lezione di Sociologia non sia noiosa. 8) 彼 ら は 社会学 の クラス が つまらな さ すぎ ない こと を 願って います 。 8) 그들은 사회학 수업이 많이 지루하지 않기를 바랍니다. 8) Ze hopen dat sociologie niet te saai zal zijn. 8) Mają nadzieję, że lekcja socjologii nie będzie zbyt nudna. 8) Eles esperam que a cadeira de Sociologia não seja muito chata. 8) Они надеются, что социология не будет слишком скучной. 8) 他们 希望 社会学 课 不会 太 无聊 。

Θέλουν το μάθημα της κοινωνιολογίας να είναι βαρετό? Do they want|the|lesson|of|sociology|to|be|boring Wollen sie, dass der Soziologieunterricht langweilig wird? Do they want Sociology class to be boring? ¿Quieren que la clase de Sociología sea aburrida? Souhaitent-ils que le cours de sociologie soient ennuyeux ? Vogliono che la lezione di Sociologia sia noiosa? 彼 ら は 社会学 の クラス が つまらない こと を 願って います か ? 그들은 사회학 수업이 지루하기를 바랍니까? Willen ze dat sociologie saai zal zijn? Eles querem que a cadeira de Sociologia seja chata? Они хотят, чтобы социология была скучной? 他们 希望 社会学 课 无聊 吗 ?

Όχι βέβαια, ελπίζουν ότι το μάθημα της κοινωνιολογίας δεν θα είναι πολύ βαρετό. ei|||||||||||| |bien sûr||||||||||| No|of course|they hope|that|the|lesson|of|sociology|not|will|be|very|boring |sicher||||||||||| Nein, sie hoffen, dass der Soziologieunterricht nicht zu langweilig wird. No, they hope Sociology class won't be too boring. No, ellos esperan que la clase de Sociología no sea demasiado aburrida. Non, ils espèrent que le cours de sociologie ne sera pas trop ennuyeux. No, loro sperano che la lezione di Sociologia non sia noiosa. いいえ 、 彼 ら は 社会学 の クラス が つまらな さ すぎ ない こと を 願って います 。 아니오, 그들은 사회학 수업이 많이 지루하지 않기를 바랍니다. Nee, ze hopen dat sociologie niet te saai zal zijn. Não, eles esperam que a classe de Sociologia não seja muito chata. Нет, они надеются, что социология не будет слишком скучной. 不 , 他们 希望 社会学 课 不会 太 无聊 。