Το Όνειρο Ενός Γελοίου - Ντοστογιέφσκι (2)
Βλέπετε, όσο κι αν ήμουν αδιάφορος, ωστόσο είχα και κάποια ευαισθησία, έστω και για τον πόνο, παραδείγματος χάρη. Αν με χτυπούσε κανένας, θα πονούσα. Μα κι από ηθική άποψη, αν μου συνέβαινε κάτι πολύ δυσάρεστο, θα λυπόμουν όπως και πριν, ενώ στη ζωή αδιαφορούσα για τα πάντα. Και είχα αισθανθεί και οίκτο, πριν από λίγο: βέβαια, θα μπορούσα να είχα βοηθήσει εκείνο το κοριτσάκι. Μα γιατί δεν το βοήθησα; Απλούστατα, γιατί μου ήρθε εκείνη η ιδέα, τη στιγμή που με τραβούσε από το μανίκι και με φώναζε, κι επειδή είχε τεθεί ξαφνικά μπροστά μου εκείνο το ερώτημα, που δεν μπορούσα να απαντήσω. Ήτανε τιποτένιο ερώτημα, μα με εξερέθιζε. Και ο θυμός μου προερχόταν από τον εξής συλλογισμό: Αφού αποφάσισα να βάλω μόνος μου τέλος στη ζωή μου, κατά συνέπεια, κι εκείνη τη στιγμή περισσότερο από κάθε άλλη φορά, θάπρεπε ν' αδιαφορώ για όλα. Γιατί λοιπόν να νοιώσω ξαφνικά πως δεν μου ήτανε όλα αδιάφορα και πως το λυπόμουν αυτό το κοριτσάκι; Θυμάμαι πως το λυπόμουν πολύ, ως το σημείο να υποφέρω εξ αιτίας του, με εντελώς ανάρμοστο τρόπο για την κατάστασή μου. Πραγματικά, δεν μπορώ να περιγράψω το λιγόλεπτο αίσθημα που με κυρίεψε τότε, μα αυτό το συναίσθημα επέμενε μέσα μου και έκατσα μπροστά στο τραπέζι μου σε χειρότερη κατάσταση ερεθισμού από πριν. Οι συλλογισμοί έρχονταν ο ένας πίσω από τον άλλο: «Είναι φανερό, έλεγα μέσα μου, πως αφού είμαι άνθρωπος, δεν είμαι μηδενικό, και όσο δεν γίνομαι μηδενικό, ζω, και κατά συνέπεια μπορώ να υποφέρω, να εξοργίζομαι, και να ντρέπομαι για τις πράξεις μου. Εντάξει, μα αν σκοτωθώ, ας πούμε σε δυο ώρες, τι με νοιάζει για το κοριτσάκι κι αν ντρέπομαι και τα λοιπά; Θα γίνω μηδενικό, απόλυτο μηδενικό. Είναι δυνατόν η συνείδηση του ότι ξέρω πως σε λίγο θα πάψω εντελώς να υπάρχω, πως ας πούμε δεν θα υπάρχει τίποτα στον κόσμο, να μην επηρεάζει καθόλου ούτε το συναίσθημα του οίκτου μου για το κοριτσάκι ούτε το συναίσθημα της ντροπής μου για την ανανδρία που έδειξα; Γιατί επιτέλους, χτύπησα το ποδάρι μου κάτω, κι έβρισκα το κοριτσάκι κι αυτή την απάνθρωπη ανανδρία την έκανα, όχι μονάχα για ν' αποδείξω πως ήμουν αναίσθητος ως προς τον οίκτο, αλλά γιατί όλα θα τέλειωναν μέσα σε δυο ώρες. Πιστεύετε ειλικρινά πως γι' αυτό φώναξα; Σχεδόν μούρχεται να το πιστέψω και 'γώ αυτή τη στιγμή. Φανταζόμουν ολοκάθαρα πως μόνο από μένα εξαρτιόταν η ζωή και ο κόσμος. Και μάλιστα μπορούσε να πει κανένας πως ουσιαστικά για μένα είχε πλαστεί ο κόσμος: Μόλις θα τίναζα τα μυαλά μου στον αέρα, ο κόσμος θάπαυε να υπάρχει, τουλάχιστον για μένα. Χωρίς να λογαριάσουμε πως πραγματικά μπορεί, μόλις εξαφανιστεί η συνείδησή μου, να χαθεί σαν φάντασμα κι ολόκληρος ο κόσμος∙ αφού δεν είναι κι αυτός άλλο από ένα αντικείμενο της συνείδησής μου, μπορεί να εκμηδενιστεί, αφού μπορεί εγώ νάμαι όλος ο κόσμος κι όλοι οι άνθρωποι. Θυμάμαι λοιπόν, πως καθώς καθόμουν και συλλογιζόμουν έλυνα διαδοχικά όλ' αυτά τα ζητήματα και τα εξηγούσα με εντελώς διαφορετική άποψη, ανακαλύπτοντάς τους εντελώς καινούργιες όψεις. Παραδείγματος χάρη, ξαφνικά ήρθε στο μυαλό μου μια περίεργη σκέψη. Ας υποθέσουμε, έλεγα, πως κάποτε έζησα στο φεγγάρι ή στον Άρη, και πως κει—πέρα είχα κάνει ένα εξαιρετικά βρωμερό κι ατιμωτικό έγκλημα, το χειρότερο που μπορεί να φανταστεί κανένας, ας υποθέσουμε πως έγινα τέτοιο αντικείμενο ντροπής και καταφρόνιας, που μόνο στον ύπνο σου και μάλιστα σε εφιάλτη μπορείς να το δεις κι αν, ξυπνώντας ξαφνικά πάνω στη γη, «είχα συνείδηση του τι είχα κάνει στον άλλο πλανήτη και ήμουν βέβαιος πως οτι κι αν γίνει δεν θα ξαναγύριζα ποτές εκεί, τότε, ναι ή όχι, θα μου ήταν αδιάφορο το καθετί που θ' αφορούσε τη σελήνη; Θα ένοιωθα ναι ή όχι ντροπή, όταν θυμόμουν το έγκλημά μου; Όλ' αυτά ήταν άσκοπα και άτοπα ζητήματα, και μάλιστα αφού είχα μπρος μου το περίστροφο, κι ήξερα από τα κατάβαθα του είναι μου πως θα το εκτελούσα αυτό, μα αυτό μούφερνε πυρετό, κι η ταραχή μου άγγιζε στα όρια του παροξυσμού. Τώρα, μου ήτανε κατά κάποιον τρόπο αδύνατο να πεθάνω αυτή τη στιγμή, εκτός πια αν εύρισκα προηγουμένως τη λύση κάποιου προβλήματος. Με δυο λόγια, αυτή η μικρούλα με είχε σώσει, γιατί από το ένα ζήτημα στο άλλο, ανέβαλα τη στιγμή τον πυροβολισμού. Τώρα. Στο μεταξύ, και στο δωμάτιο του λοχαγού, άρχισε να γίνεται ησυχία. Σταματήσανε να παίζουνε χαρτιά, τακτοποιηθήκανε για να κοιμηθούνε, και πια δεν άκουγες άλλο από μακρινά μουγκρητά και κάπου‐κάπου και καμιά βρισιά που λέγανε με νυσταλέα φωνή. Τότε ακριβώς, με πήρε και μένα ξαφνικά ο ύπνος, πράγμα που ποτές δεν μούχε ξανασυμβεί ως τα τότε μπροστά στο τραπέζι μου, στην πολυθρόνα μου. Κοιμήθηκα χωρίς να το καταλάβω. Όλοι το ξέρουμε, πως τα όνειρα είναι κάτι πολύ παράξενο: μερικά σου παρουσιάζονται με τον πιο τρομακτικό οξύ τρόπο, με τη λεπτόλογη ακρίβεια του λεπτοδουλεμένου χρυσαφικού, ενώ σε άλλα, διασχίζεις χωρίς να το καταλάβεις το χώρο και το χρόνο. Όπως φαίνεται, δεν είναι το λογικό εκείνο που υποκινεί το όνειρο, μα η επιθυμία, το κεφάλι, η καρδιά, κι όμως πόση λεπτότητα δε φανέρωσε το λογικό μου στο όνειρο! Επιτελεί πραγματικούς άθλους, που είναι ανεξήγητοι. Τον αδελφό μου, παραδείγματος χάρη, που πέθανε πριν από πέντε χρόνια, τον βλέπω καμιά φορά στ' όνειρό μου να συμμετέχει στις δουλειές μου, ενδιαφερόμαστε κι οι δυο μας πολύ γι' αυτές, και όμως ούτε μια στιγμή την ώρα που τον ονειρεύομαι, δεν μου διαφεύγει πως ο αδελφός μου έχει πεθάνει και τον θάψαμε. Πώς γίνεται λοιπόν να μην παραξενεύομαι, αφού ξέρω πως έχει πεθάνει, να τον βλέπω να κάθεται δίπλα μου και να δουλεύει μαζί μου; Πώς γίνεται να τα δέχεται τόσο εύκολα όλ' αυτά το λογικό μου; Μα αρκετά είπαμε. Έρχομαι τώρα στ' όνειρο μου. Ναι, τότε το είδα αυτό το όνειρο, το όνειρό μου της 3 του Νοέμβρη.
Πολλοί σήμερα με κοροϊδεύουν, και λένε πως ήταν μόνο όνειρο. Μα τι σημασία έχει αν ήταν όνειρο ή όχι, αφού αυτό το όνειρο ήτανε για μένα ο άγγελος της αλήθειας; Αφού είδα μια για πάντα την αλήθεια, αυτό σημαίνει πως πραγματικά ήταν η αλήθεια και πως δεν μπορεί να υπάρχει άλλη απ' αυτήν, είτε στ' όνειρό μου την είδα, είτε στο ξύπνιο μου. Τι σημασία έχει λοιπόν αν ήτανε μόνο όνειρο, αφού αυτή τη ζωή που την βάζετε τόσο πιο πάνω, ήμουν έτοιμος να την εξαφανίσω με μια πιστολιά, ενώ το όνειρό μου, ω! το όνειρό μου υπήρξε για μένα ο άγγελος μιας καινούργιας ζωής, μιας ζωής απέραντης, αναζωογονημένης και δυνατής.
Ακούστε, λοιπόν.