17. Ο κληρονόμος του Σλίθεριν (3)
Το φίδι χίμηξε στα τυφλά. Ο Χάρι τραβήχτηκε στο πλάι και ο βασιλίσκος χτύπησε στον τοίχο της κάμαρας. Το φίδι χίμηξε πάλι και η διχαλωτή γλώσσα του μαστίγωσε τον Χάρι στα πλευρά. Εκείνος σήκωσε το σπαθί του κρατώντας το και με τα δύο χέρια.
Την ώρα που ο βασιλίσκος χιμούσε για τρίτη φορά, ο Χάρι έριξε όλο το βάρος του σώματός του στο σπαθί και το βύθισε ως τη λαβή στον ουρανίσκο του φιδιού. Το ζεστό αίμα που ανάβλυσε από το στόμα του φιδιού, του μούσκεψε τα χέρια. Την ίδια στιγμή ένιωσε ένα διαπεραστικό πόνο ακριβώς πάνω από τον αγκώνα του. Ψηλαφώντας με το άλλο χέρι, ένιωσε ένα μακρύ, δηλητηριώδες δόντι να είναι μπηγμένο στο μπράτσο του. Φαίνεται πως την τελευταία φορά που του είχε χιμήξει κι ο Χάρι είχε μπήξει το σπαθί του στον ουρανίσκο του βασιλίσκου, αυτός κατάφερε να τον δαγκώσει. Τώρα ο βασιλίσκος σωριαζόταν σφαδάζοντας στο δάπεδο.
Η πλάτη του Χάρι γλίστρησε στον τοίχο και βρέθηκε καθιστός στο έδαφος. Έπιασε το δόντι που έχυνε το δηλητήριό του στον οργανισμό του και το τράβηξε από το μπράτσο του. Αλλά ήξερε πως ήταν πολύ αργά. Ένας καυτός πόνος απλωνόταν αργά αλλά σταθερά από το τραύμα σε όλο του το σώμα. Καθώς πετούσε πέρα το δόντι, κοίταξε το αίμα που έβαφε τα ρούχα του και διαπίστωσε πως η όρασή του είχε θολώσει. Όλα στην κάμαρα του φάνταζαν θολά.
Κάτι κόκκινο πέρασε μπροστά του κι άκουσε δίπλα του ένα σιγανό κροτάλισμα νυχιών.
"Φοκς", είπε βραχνά ο Χάρι. "Είσαι πανέξυπνος, Φοκς..."
Ένιωσε το πουλί να γέρνει το πανέμορφο κεφάλι του στο σημείο όπου τον είχε τρυπήσει το δόντι του φιδιού. Στη συνέχεια άκουσε βήματα και είδε μια σιλουέτα να σταματάει μπροστά του.
"Είσαι νεκρός, Χάρι Πότερ", ακούστηκε από πάνω του η φωνή του Βόλντεμορτ. "Νεκρός. Το ξέρει ακόμα και το πουλί του Ντάμπλντορ. Βλέπεις τι κάνει, Πότερ; Κλαίει".
Ο Χάρι ανοιγόκλεισε τα μάτια, προσπαθώντας να διακρίνει καθαρά το κεφάλι του Φοκς. Χοντρά δάκρυα σαν μαργαριτάρια κυλούσαν στο στιλπνό πτέρωμά του.
"Θα καθίσω να σε δω που πεθαίνεις, Χάρι Πότερ. Με την ησυχία σου. Δε βιάζομαι", ακούστηκε πάλι η φωνή του Βόλντεμορτ.
Ο Χάρι ένιωθε ότι όλα γύρω του γύριζαν.
"Αυτό είναι το τέλος του διάσημου Χάρι Πότερ", ακούστηκε, απόμακρη, η φωνή του Βόλντεμορτ. "Μόνος στην κάμαρα με τα μυστικά, εγκαταλειμμένος από τους φίλους του, νικημένος επιτέλους από τον άρχοντα του σκότους, που τόσο απερίσκεπτα προκάλεσε, θα πας κοντά στην αγαπημένη σου λασποαίματη μητέρα, Χάρι... Σου εξαγόρασε δώδεκα χρόνια δανεικό χρόνο... Αλλά ο λόρδος Βόλντεμορτ σε νίκησε στο τέλος, όπως ήταν αναπόφευκτο".
"Αν είναι έτσι ο θάνατος", σκέφτηκε ο Χάρι, "δεν είναι και τόσο άσχημος". Ακόμα κι ο πόνος του είχε περάσει.
Αλλά πέθαινε; Αντί το σκοτάδι να τον τυλίγει όλο και περισσότερο, άρχισε να βλέπει πάλι καθαρά γύρω του. Κούνησε ανεπαίσθητα το κεφάλι του και είδε τον Φοκς να έχει γερμένο ακόμα το κεφάλι του στο μπράτσο του. Γύρω από το τραύμα του λαμποκοπούσε ένα μαργαριταρένιο περιδέραιο από δάκρυα, μόνο που δεν υπήρχε πια τραύμα!
"Φύγε, βρομόπουλο", είπε ξαφνικά ο Βόλντεμορτ. "Φύγε από κοντά του. Είπα, φύγε από κοντά του!"
Ο Χάρι σήκωσε το κεφάλι. Ο Βόλντεμορτ σημάδευε με το ραβδί του τον Φοκς. Ακούστηκε ένας κρότος σαν πυροβολισμός και ο Φοκς πέταξε σχηματίζοντας μια χρυσοπόρφυρη δίνη.
"Τα δάκρυα του φοίνικα..." είπε σιγανά ο Βόλντεμορτ, κοιτάζοντας το μπράτσο του Χάρι. "Φυσικά... Ξέχασα πως έχουν θεραπευτικές ιδιότητες..." Κοίταξε στα μάτια τον Χάρι. "Αλλά δεν αλλάζει τίποτα, θα έλεγα μάλιστα πως είναι καλύτερα έτσι. Επιτέλους μόνοι, Χάρι Πότερ... Εσύ κι εγώ..."
Σήκωσε το ραβδί.
Και τότε ο Φοκς φτερούγισε πάνω από τον Χάρι ρίχνοντας κάτι στην ποδιά του. Ήταν το ημερολόγιο.
Ο Χάρι και ο Βόλντεμορτ έμειναν προς στιγμήν να το κοιτάζουν - ο Βόλντεμορτ με υψωμένο το ραβδί. Κι ύστερα ο Χάρι, χωρίς να το σκεφτεί, χωρίς να το συνειδητοποιήσει, άρπαξε το δόντι του βασιλίσκου από το δάπεδο δίπλα του και το βύθισε στο κέντρο του ημερολογίου.
Ακούστηκε ένα φοβερό, μακρόσυρτο, διαπεραστικό ουρλιαχτό. Από το βιβλίο ξεπετάχτηκαν πίδακες μελάνης, μουσκεύοντας το χέρι του Χάρι και το δάπεδο. Ο Βόλντεμορτ σφάδαζε και ζάρωνε, ούρλιαζε και ξεθώριαζε, μέχρι που... Εξαφανίστηκε!
Το ραβδί του Χάρι έπεσε με θόρυβο στο δάπεδο. Ύστερα επικράτησε σιωπή. Ο μόνος ήχος που ακουγόταν, ήταν η μελάνη που στάλαζε από το ημερολόγιο. Το δηλητήριο του βασιλίσκου είχε κάψει το χαρτί προκαλώντας μια τρύπα που το διαπερνούσε πέρα ως πέρα.
Ο Χάρι σηκώθηκε όρθιος τρέμοντας ολόκληρος. Το κεφάλι του γυρνούσε σαν να είχε ταξιδέψει χιλιάδες χιλιόμετρα με τη μαγική σκόνη. Μάζεψε με αργές κινήσεις το ραβδί του και το μαγικό καπέλο και ξεκόλλησε από τον ουρανίσκο του φιδιού το σπαθί, τραβώντας το με δύναμη.
Τότε ακούστηκε ένας σιγανός αναστεναγμός από το βάθος του θαλάμου. Η Τζίνι είχε ξυπνήσει από τον παράξενο ύπνο της, όμοιο με θάνατο, και είχε ανακαθίσει. Ο Χάρι έτρεξε κοντά της. Τα έκπληκτα μάτια της κινήθηκαν από τον τεράστιο όγκο του νεκρού βασιλίσκου, στον Χάρι και τα μουσκεμένα από αίμα ρούχα του, κι ύστερα στο ημερολόγιο που κρατούσε ο Χάρι στο χέρι. Της ξέφυγε ένα δυνατό, τρεμουλιαστό βογκητό και δάκρυα άρχισαν να κυλούν από τα μάτια της.
"Χάρι... Ω, Χάρι... Προσπάθησα να σ' το πω στο προ... Πρόγευμα, αλλά δεν μπορούσα να το πω μπροστά στον Πέρσι. Εγώ ήμουν ο δράστης, Χάρι... Αλλά... Σ' το ορκίζομαι... Δεν καταλάβαινα τι έκανα... Με έβαζε ο Χερτ, με... Με είχε κυριεύσει... Και... Πώς το σκότωσες αυτό το πράμα; Πού είναι ο Χερτ; Το τελευταίο πράγμα που... Που θυμάμαι, είναι που τον είδα να βγαίνει από το ημερολόγιο..."
"Ησύχασε, όλα τελείωσαν", της είπε ο Χάρι σηκώνοντας το ημερολόγιο για να της δείξει την τρύπα από το δόντι του φιδιού. "Ο Χερτ μας τελείωσε. Κι αυτός και ο βασιλίσκος. Έλα, Τζίνι, πάμε να φύγουμε από δω..."
"Θα με αποβάλουν", θρήνησε η Τζίνι καθώς ο Χάρι τη βοηθούσε να σηκωθεί. "Δεν έβλεπα την ώρα να φοιτήσω στο "Χόγκουαρτς" και... Και τώρα θα με διώξουν και... Τι θα πουν η μαμά κι ο μπαμπάς;"
Ο Φοκς τους περίμενε στην έξοδο της κάμαρας. Ο Χάρι έσπρωξε την Τζίνι μπροστά. Παρέκαμψαν τον ακίνητο, νεκρό βασιλίσκο, άφησαν πίσω τους το απόκοσμο μισόφωτο και βγήκαν στο τούνελ. Ο Χάρι άκουσε τις πέτρινες πόρτες να κλείνουν πίσω τους με ένα απαλό σφύριγμα.
Μετά από λίγα λεπτά πορείας στο σκοτεινό τούνελ, στα αφτιά του Χάρι έφτασε ο μακρινός θόρυβος από πέτρες που μετακινιόντουσαν.
"Ρον!" φώναξε ο Χάρι και τάχυνε το βήμα του. "Η Τζίνι είναι καλά! Τη φέρνω!"
Άκουσε τον Ρον να ζητωκραυγάζει. Μόλις ο Χάρι και η Τζίνι ξεπρόβαλαν από την επόμενη στροφή, είδαν το ανυπόμονο πρόσωπό του από τη μεγάλη τρύπα που είχε καταφέρει να ανοίξει ανάμεσα στις πεσμένες πέτρες.
"Τζίνι!" Ο Ρον άπλωσε το χέρι του από το άνοιγμα και τη βοήθησε να περάσει πρώτη. "Είσαι ζωντανή! Δεν το πιστεύω! Τι έγινε;"
Προσπάθησε να την αγκαλιάσει, αλλά η Τζίνι τον απώθησε με αναφιλητά.
"Είσαι καλά, Τζίνι", είπε ο Ρον με ένα πλατύ χαμόγελο. "Όλα τέλειωσαν... Από πού ξεφύτρωσε αυτό το πουλί;"
Ο Φοκς είχε περάσει από το άνοιγμα μετά την Τζίνι.
"Είναι του Ντάμπλντορ", είπε ο Χάρι και πέρασε κι εκείνος απ' το άνοιγμα.
"Και πού βρήκες αυτό το σπαθί;" τον ρώτησε ο Ρον, κοιτάζοντας με ανοιχτό το στόμα το αστραφτερό όπλο στο χέρι του Χάρι.
"Θα σου εξηγήσω όταν βγούμε από δω", είπε ο Χάρι λοξοκοιτώντας την Τζίνι.
"Μα..." άρχισε να λέει ο Ρον.
"Μετά", είπε βιαστικά ο Χάρι. Δεν ήταν καλή ιδέα να πει του Ρον ποιος είχε ανοίξει την κάμαρα, τουλάχιστον μπροστά στην Τζίνι. "Πού είναι ο Λόκχαρτ;"
"Εκεί". Ο Ρον χαμογέλασε κι έδειξε με το κεφάλι προς την κατεύθυνση του σωλήνα. "Έχει τα χάλια του. Ελάτε να δείτε".
Οδηγημένοι από τον Φοκς, του οποίου οι πλατιές πορφυρές φτερούγες εξέπεμπαν ένα γλυκό χρυσαφένιο φως μέσα στο σκοτάδι, πήραν το δρόμο της επιστροφής μέσα από το στόμιο του σωλήνα. Στην αρχή του στομίου βρήκαν τον Λόκχαρτ να κάθεται σιγομουρμουρίζοντας ένα μονότονο σκοπό.
"Έχασε τη μνήμη του", είπε ο Ρον. "Το ραβδί μου οπισθοκρότησε και το ξόρκι της μνήμης χτύπησε εκείνον αντί για μας. Δεν έχει ιδέα ποιος είναι, πού βρίσκεται και ποιοι είμαστε εμείς. Του είπα να έρθει να περιμένει εδώ. Είναι επικίνδυνος για τον εαυτό του".
Ο Λόκχαρτ τους κοίταξε καλοσυνάτα. "Γεια σας", είπε. "Παράξενο μέρος, ε, παιδιά; Εδώ μένετε;"
"Όχι", είπε ο Ρον και στράφηκε στον Χάρι ανασηκώνοντας το φρύδι του.
Ο Χάρι έσκυψε και κοίταξε το σκοτεινό εσωτερικό του σωλήνα.
"Έχεις σκεφτεί πώς θα επιστρέψουμε;" ρώτησε τον Ρον.
Ο Ρον κούνησε αρνητικά το κεφάλι, αλλά ο Φοκς, ο φοίνικας, στάθηκε μπροστά στον Χάρι κι άρχισε να κουνάει τα φτερά του, με τα στρογγυλά μάτια του να λάμπουν στο σκοτάδι. Ο Χάρι τον κοίταξε απορημένος.
"Μου φαίνεται ότι θέλει να πιαστείς από την ουρά του..." είπε σαστισμένος ο Ρον, "αλλά είσαι πολύ βαρύς για να σε σηκώσει το πουλί".
"Ο Φοκς", είπε ο Χάρι, "δεν είναι συνηθισμένο πουλί". Στράφηκε βιαστικά στους άλλους. "Πρέπει να πιαστούμε μεταξύ μας. Τζίνι, πιάσε σφιχτά το χέρι του Ρον. Κύριε καθηγητά..."
"Σ' εσένα λέει", είπε απότομα ο Ρον στον Λόκχαρτ.
"Εσείς πιάστε το άλλο χέρι της Τζίνι".
Ο Χάρι έχωσε το σπαθί και το καπέλο στη ζώνη του. Ο Ρον πιάστηκε από το μανδύα του Χάρι και ο Χάρι από τα φτερά της ουράς του Φοκς, τα οποία ήταν παράξενα ζεστά.
Ξαφνικά όλο το σώμα του πουλιού άρχισε να ακτινοβολεί και την επόμενη στιγμή πετούσαν μέσα στο σωλήνα. Ο Χάρι άκουγε τον Λόκχαρτ να αιωρείται πίσω του φωνάζοντας: "Εκπληκτικό! Εκπληκτικό! Ως δια μαγείας!". Ο παγερός αέρας μαστίγωνε τα μαλλιά του Χάρι. Και πριν προλάβει να το απολαύσει όσο θα ήθελε, η πτήση είχε τελειώσει. Προσγειώθηκαν και οι τέσσερις στο υγρό πάτωμα της τουαλέτας της Μυρτιάς, κάπως ανώμαλα είναι η αλήθεια. Και καθώς ο Λόκχαρτ ίσιωνε το καπέλο του, ο νιπτήρας που έκρυβε το σωλήνα γλίστρησε πάλι στη θέση του.
Η Μυρτιά τους κοίταζε με γουρλωμένα μάτια. "Ζεις", είπε ανέκφραστα στον Χάρι.
"Συγγνώμη αν σε απογοήτευσα", είπε κατσουφιασμένος ο Χάρι καθώς σκούπιζε τα γυαλιά του, τα οποία ήταν γεμάτα σκόνες και πιτσιλιές από αίμα.
"Απλώς σκεφτόμουνα... Αν πέθαινες, θα μοιραζόμουν ευχαρίστως μαζί σου τις τουαλέτες μου", είπε η Μυρτιά κοκκινίζοντας.
"Μπλιαχ!" έκανε ο Ρον καθώς έβγαιναν από τις τουαλέτες στον έρημο, σκοτεινό διάδρομο. "Χάρι! Κάτι μου λέει ότι σε κάνει κέφι η Μυρτιά! Τζίνι, απέκτησες αντίζηλο!"
Αλλά η Τζίνι δεν απάντησε. Το πρόσωπό της το αυλάκωναν ακόμα βουβά δάκρυα.
"Τώρα πού πάμε;" είπε ο Ρον κοιτώντας ανήσυχος την Τζίνι.
Ο Χάρι του έδειξε τον Φοκς. Τα φτερά του Φοκς ακτινοβολούσαν ένα χρυσαφένιο φως κι έτσι μπορούσαν να δουν στο σκοτεινό διάδρομο. Τους οδήγησε για λίγο και μερικά λεπτά αργότερα βρίσκονταν έξω από το γραφείο της καθηγήτριας ΜακΓκόναγκαλ.
Ο Χάρι χτύπησε την πόρτα και άνοιξε.