07. Η φωνή (2)
Κανείς από τους παίκτες του Γκρίφιντορ δε βρήκε να πει κάτι. Ο Μαλφόι χαμογελούσε τόσο πλατιά, που τα παγερά μάτια του είχαν γίνει σαν σχισμές.
"Κοιτάχτε", είπε ο Φλιντ. "Εισβολή στο γήπεδο".
Ο Ρον και η Ερμιόνη έρχονταν να δουν τι συμβαίνει.
"Τι έγινε;" ρώτησε ο Ρον τον Χάρι. "Γιατί δεν παίζετε; Τι γυρεύει αυτός εδώ;"
Κοίταζε τον Μαλφόι, στον οποίο οι συμπαίκτες του έδιναν εκείνη τη στιγμή να φορέσει το μανδύα Κουίντιτς του Σλίθεριν.
"Είμαι ο καινούριος ανιχνευτής του Σλίθεριν, Ουέσλι", είπε αυτάρεσκα ο Μαλφόι. "Όλοι θαυμάζουν τα σκουπόξυλα που αγόρασε ο πατέρας μου στην ομάδα".
Ο Ρον έμεινε να κοιτάζει με ανοιχτό στόμα τα επτά σούπερ σκουπόξυλα μπροστά του.
"Ωραία δεν είναι;" είπε γλυκά ο Μαλφόι. "Μπορεί όμως και το Γκρίφιντορ να καταφέρει να συγκεντρώσει λίγο χρυσάφι, για να αγοράσει κι αυτό καινούρια σκουπόξυλα. Προτείνω να βγάλετε σε δημοπρασία τις σαρώστρες 5. Όλο και κάποιο μουσείο θα ενδιαφερθεί να πλειοδοτήσει".
Οι παίκτες του Σλίθεριν έσκασαν στα γέλια.
"Πάντως κανένας παίκτης του Γκρίφιντορ δεν εξαγόρασε τη συμμετοχή του στην ομάδα", είπε νευριασμένη η Ερμιόνη. "Όλοι μπήκαν με την αξία τους".
Το αυτάρεσκο ύφος χάθηκε απότομα από το πρόσωπο του Μαλφόι.
"Κανείς δε ζήτησε τη γνώμη σου, βρομιάρα λασποαίματη", της πέταξε.
Ο Χάρι κατάλαβε αμέσως ότι ο Μαλφόι είχε πει κάτι πάρα πολύ κακό, γιατί τα λόγια του προκάλεσαν χαλασμό. Ο Φλιντ προστάτεψε με το σώμα του τον Μαλφόι, για να μην του ορμήσουν ο Φρεντ και ο Τζορτζ.
Η Αλίσια στρίγκλισε: "Πώς τολμάς!". Ο Ρον τράβηξε το ραβδί από το εσωτερικό του μανδύα του κραυγάζοντας: "Θα πληρώσεις γι' αυτό που είπες, Μαλφόι!" και σημάδεψε οργισμένος το πρόσωπο του Μαλφόι κάτω από το μπράτσο του Φλιντ.
Ένα δυνατό μπαμ αντήχησε σε όλο το γήπεδο κι ένας πράσινος χείμαρρος φωτός ξεπετάχτηκε από το ραβδί του Ρον, μόνο που, δυστυχώς, βγήκε από λάθος πλευρά, δηλαδή από πίσω, με αποτέλεσμα να χτυπήσει τον ίδιο τον Ρον στο στομάχι και να τον πετάξει ανάσκελα στο γρασίδι.
"Ρον, Ρον! Είσαι καλά;" φώναξε η Ερμιόνη.
Ο Ρον άνοιξε το στόμα για να μιλήσει, αλλά αντί για λόγια, έβγαλε ένα δυνατό ρέψιμο και κάμποσοι γυμνοσάλιαγκες ξεπετάχτηκαν από το στόμα του και έπεσαν κάτω.
Οι παίκτες του Σλίθεριν είχαν παραλύσει από τα γέλια. Ο Φλιντ κρατιόταν από το σκουπόξυλό του διπλωμένος στα δύο από τα γέλια. Ο Μαλφόι είχε πέσει στα τέσσερα και χτυπούσε ρυθμικά τη γροθιά του στο έδαφος. Οι παίκτες του Γκρίφιντορ είχαν μαζευτεί γύρω από τον Ρον, ο οποίος συνέχιζε να ξερνάει μεγάλους, γυαλιστερούς γυμνοσάλιαγκες. Κανείς δε φαινόταν διατεθειμένος να τον αγγίξει.
"Να τον πάμε στον Χάγκριντ, είναι πιο κοντά", είπε ο Χάρι στην Ερμιόνη, η οποία του έγνεψε "ναι".
Σήκωσαν κι οι δυο μαζί τον Ρον, κρατώντας τον από τις μασχάλες.
"Τι έγινε, Χάρι; Τι έγινε; Αρρώστησε; Αλλά εσύ θα τον γιατρέψεις, έτσι δεν είναι;"
Ήταν ο Κόλιν, ο οποίος είχε κατέβει τρέχοντας τις κερκίδες και τώρα χοροπηδούσε δίπλα τους καθώς έφευγαν από το γήπεδο. Από τα χείλη του Ρον ξέφυγε άλλο ένα δυνατό ρέψιμο κι έβγαλε και άλλους γυμνοσάλιαγκες.
"Ωωω!" έκανε συνεπαρμένος ο Κόλιν και σήκωσε τη φωτογραφική μηχανή του. "Μπορείς να τον κρατήσεις μισό λεπτό ακίνητο, Χάρι;"
"Φύγε από τα πόδια μας, Κόλιν!" είπε θυμωμένος ο Χάρι.
Τελικά μετέφεραν τον Ρον έξω από το γήπεδο κι άρχισαν να διασχίζουν τη χλόη με κατεύθυνση το δάσος.
"Κοντεύουμε, Ρον", είπε η Ερμιόνη όταν το σπιτάκι του δεσμοφύλακα ξεπρόβαλε μπροστά τους. "Σε ένα λεπτό τελειώνουν τα βάσανά σου... Κοντεύουμε..."
Απείχαν καμιά πενηνταριά μέτρα από το σπίτι του Χάγκριντ, όταν η πόρτα άνοιξε αλλά αυτός που εμφανίστηκε δεν ήταν ο Χάγκριντ. Ήταν ο Γκιλντρόι Λόκχαρτ, ντυμένος σήμερα με ένα μανδύα σε απαλό μοβ χρώμα. Έβγαινε από το σπίτι του Χάγκριντ με ζωηρή περπατησιά.
"Κρυφτείτε γρήγορα", ψιθύρισε ο Χάρι τραβώντας τον Ρον πίσω από ένα θάμνο.
Η Ερμιόνη τους ακολούθησε απρόθυμα.
"Είναι πολύ απλό, αν ξέρεις τι κάνεις!" έλεγε τώρα δυνατά ο Λόκχαρτ στον Χάγκριντ. "Αν χρειαστείς βοήθεια, ξέρεις πού θα με βρεις! Θα σου χαρίσω ένα αντίτυπο του βιβλίου μου. Απορώ πώς δεν το έχεις, θα υπογράψω ένα απόψε και θα σ' το στείλω. Αντίο, λοιπόν!"
Και πήρε το δρόμο για το κάστρο.
Ο Χάρι περίμενε να χαθεί από τα μάτια τους ο Λόκχαρτ κι ύστερα τράβηξε τον Ρον και την Ερμιόνη από το θάμνο. Πήγαν στην πόρτα του Χάγκριντ. Χτύπησαν δυνατά. Ο Χάγκριντ άνοιξε αμέσως, κατσουφιασμένος. Όμως το πρόσωπό του φωτίστηκε μόλις τους είδε.
"Κι αναρωτιόμουν πότε θα έρθετε να με δείτε. Περάστε, περάστε. Νόμιζα πως ήταν πάλι ο καθηγητής Λόκχαρτ".
Ο Χάρι και η Ερμιόνη βοήθησαν τον Ρον να διαβεί το κατώφλι. Μπήκαν στο σπιτάκι. Ήταν ένας χώρος ενιαίος, με ένα τεράστιο κρεβάτι σε μια γωνιά και το τζάκι στην άλλη, όπου τριζοβολούσε χαρούμενα η φωτιά. Ο Χάγκριντ δε φάνηκε να ανησυχεί με το πρόβλημα του Ρον. Το εξήγησε βιαστικά στον Χάρι καθώς κάθιζε τον Ρον σε μια καρέκλα.
"Καλύτερα να τα βγάλει, παρά να τα κρατήσει μέσα του", είπε κεφάτα τοποθετώντας μπροστά του μια λεκάνη. "Έλα, βγάλ' τα όλα, Ρον".
"Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να περιμένουμε να του περάσει", είπε ανήσυχη η Ερμιόνη, κοιτώντας τον Ρον, ο οποίος ήταν σκυμμένος πάνω από μια λεκάνη. "Το ξόρκι αυτό είναι πολύ δύσκολο ακόμα και με τις καλύτερες προϋποθέσεις, πόσο μάλλον με σπασμένο ραβδί..."
Ο Χάγκριντ ετοίμαζε τσάι. Το κυνηγόσκυλό του, ο Φανγκ, έγλειφε τον Ρον.
"Τι σε ήθελε ο Λόκχαρτ, Χάγκριντ;" ρώτησε ο Χάρι χαϊδεύοντας τα αφτιά του Φανγκ.
"Να μου πει πώς διώχνεις τα θαλάσσια πνεύματα από το πηγάδι", γρύλισε ο Χάγκριντ, μαζεύοντας ένα μισομαδημένο κόκορα από το τραπέζι για να ακουμπήσει την τσαγιέρα. "Λες και δεν ήξερα. Μου ζάλισε το κεφάλι με μια νεράιδα που εξαφάνισε. Αν έστω και μια λέξη απ' όσα είπε, είναι αληθινή, εγώ θα φάω την κατσαρόλα μου".
Ο Χάγκριντ δεν κατέκρινε ποτέ τους καθηγητές του "Χόγκουαρτς" και ο Χάρι τον κοίταξε παραξενεμένος.
Η Ερμιόνη όμως είπε, με φωνή λίγο πιο δυνατή από το συνηθισμένο:
"Νομίζω ότι είσαι άδικος. Προφανώς ο Ντάμπλντορ τον θεώρησε ως καταλληλότερο για τη θέση..."
"Ήταν ο μόνος υποψήφιος", είπε ο Χάγκριντ προσφέροντάς τους ένα πιάτο με γλυκάκια σιροπιασμένα με μελάσα, ενώ ο Ρον έβηχε κι έφτυνε στη λεκάνη. "Κι όταν λέω ο μόνος, εννοώ ο μόνος. Είναι πολύ δύσκολο να βρεις καθηγητή για τις σκοτεινές τέχνες. Κανείς δε θέλει αυτή τη θέση. Τη θεωρούν γρουσούζικη. Κανείς δε φτουράει. Τώρα για πες μου", είπε ο Χάγκριντ δείχνοντας με το κεφάλι του τον Ρον, "ποιον πήγε να καταραστεί;"
"Ο Μαλφόι έβρισε την Ερμιόνη. Πρέπει να ήταν πολύ άσχημη βρισιά, γιατί εξοργίστηκαν όλοι", του απάντησε ο Χάρι.
"Ήταν άσχημη", είπε πνιχτά ο Ρον, ξεπροβάλλοντας χλομός και ιδρωμένος κάτω από το τραπέζι. "Ο Μαλφόι την είπε "λασποαίματη", Χάγκριντ..."
Και σωριάστηκε πάλι, καθώς ένα νέο κύμα γυμνοσάλιαγκες έκανε την εμφάνισή του μέσα από το στόμα του. Ο Χάγκριντ εξοργίστηκε.
"Έκανε τέτοιο πράγμα;" γρύλισε στην Ερμιόνη.
"Ναι", είπε εκείνη. "Αλλά δεν ξέρω τι σημαίνει. Κατάλαβα, φυσικά, πως ήταν πολύ άσχημη βρισιά..."
"Είναι το προσβλητικότερο πράγμα που μπορούσε να σκεφτεί", κοντανάσανε ο Ρον, ξεπροβάλλοντας πάλι. "Το "λασποαίματος" είναι μια πολύ κακή λέξη για κάποιον που γεννήθηκε από Μαγκλ -ξέρεις, που οι γονείς του δεν ήταν μάγοι. Ορισμένοι μάγοι -όπως η οικογένεια του Μαλφόι- θεωρούν τους εαυτούς τους ανώτερους από τους άλλους, γιατί έχουν αυτό που λέμε "ανόθευτο αίμα"". Ρεύτηκε κι έφτυσε ένα γυμνοσάλιαγκα στη χούφτα του. Τον έριξε στη λεκάνη και συνέχισε: "Θέλω να πω, εμείς οι υπόλοιποι ξέρουμε πως αυτό δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Παράδειγμα ο Νέβιλ Λονγκμπότομ: το αίμα του είναι ανόθευτο, αλλά δεν είναι ικανός ούτε μια χύτρα να στήσει σωστά".
"Και δεν ανακαλύφθηκε ακόμα το ξόρκι που δε θα μπορεί να κάνει η Ερμιόνη μας", είπε με καμάρι ο Χάγκριντ, κάνοντας την Ερμιόνη να κοκκινίσει σαν παπαρούνα.
"Είναι απαράδεκτη βρισιά", είπε ο Ρον σφουγγίζοντας με το τρεμάμενο χέρι του τον ιδρώτα από το μέτωπό του. "Δηλαδή βρόμικο αίμα. Κοινό ανθρώπινο αίμα. Είναι τρελό. Άλλωστε στην εποχή μας οι περισσότεροι μάγοι είναι μιγάδες. Αν δεν παντρευόμαστε με Μαγκλ, το είδος μας θα είχε εκλείψει". Ρεύτηκε και βούλιαξε ξανά κάτω από το τραπέζι.
"Δε σε αδικώ που προσπάθησες να τον καταραστείς, Ρον", είπε δυνατά ο Χάγκριντ για να ακουστεί παρά το θόρυβο που έκαναν κάμποσοι γυμνοσάλιαγκες καθώς έπεφταν στη λεκάνη. "Αλλά ίσως να σου βγει τελικά σε καλό που το ραβδί σου οπισθοκρότησε. Υποψιάζομαι ότι ο Λούσιους Μαλφόι θα κατέφθανε εξαγριωμένος στο σχολείο, αν καταριόσουνα το γιο του. Γλίτωσες από μεγάλους μπελάδες".
Ο Χάρι θα ήθελε να αντιτείνει πως δεν ήταν μικρότερος μπελάς να ξερνάς γυμνοσάλιαγκες, αλλά δεν μπορούσε. Τα δόντια του είχαν κολλήσει μεταξύ τους από τα σιροπιασμένα γλυκά που τους είχε προσφέρει ο Χάγκριντ.
"Χάρι", είπε ξαφνικά ο Χάγκριντ, σαν να θυμήθηκε κάτι, "θα σε μαλώσω. Έμαθα πως μοιράζεις αυτόγραφα. Εμένα πώς και δε μου έδωσες κανένα;"
Νευριασμένος ο Χάρι, κατάφερε να ξεκολλήσει τα δόντια του μεταξύ τους.
"Δε μοιράζω αυτόγραφα", δήλωσε με πάθος. "Αν διαδίδει τέτοιο πράμα ο Λόκχαρτ..."
Τότε όμως είδε ότι ο Χάγκριντ γελούσε.
"Σε πείραζα", του είπε χτυπώντας τον φιλικά στην πλάτη, με αποτέλεσμα να τον ρίξει με τα μούτρα στο τραπέζι. "Ήξερα πως δε μοίραζες. Είπα στον Λόκχαρτ ότι δεν τα έχεις ανάγκη. Είσαι πιο διάσημος από εκείνον, χωρίς να καταβάλεις την παραμικρή προσπάθεια".
"Βάζω στοίχημα πως δεν του άρεσε αυτό", είπε ο Χάρι, που ανακάθισε κι έτριψε το σαγόνι του.
"Καθόλου", συμφώνησε με μάτια που σπίθιζαν ο Χάγκριντ. "Και μετά του είπα ότι δεν έχω διαβάσει κανένα βιβλίο του. Τότε αποφάσισε να φύγει. Γλυκάκι, Ρον;" πρόσθεσε καθώς ο Ρον έκανε πάλι την εμφάνισή του.
"Όχι, ευχαριστώ", είπε ξεψυχισμένα ο Ρον. "Καλύτερα να μην το διακινδυνεύσω".
"Ελάτε να δείτε τι έχω φυτέψει", είπε ο Χάγκριντ όταν ο Χάρι και η Ερμιόνη τελείωσαν το τσάι τους.
Σε ένα μικρό λαχανόκηπο πίσω από το σπίτι υπήρχαν οι μεγαλύτερες κολοκύθες που είχε δει ποτέ του ο Χάρι. Καθεμιά ήταν μεγάλη σαν αγκωνάρι.
"Καλές δεν είναι;" είπε χαρούμενος ο Χάγκριντ. "Τις προορίζω για τη γιορτή του Χάλοουιν... Θα έχουν μεγαλώσει ως τότε".
"Τι λίπασμα τους βάζεις;" ρώτησε ο Χάρι.
Ο Χάγκριντ κοίταξε πίσω από τον ώμο του για να βεβαιωθεί ότι δεν τους άκουγε κανείς.
"Η αλήθεια είναι πως... Ε... Τους προσφέρω κάποια βοήθεια".
Ο Χάρι πρόσεξε ότι η παλιά τριανταφυλλιά ομπρέλα του Χάγκριντ ήταν στηριγμένη στον πίσω τοίχο του σπιτιού του. Ο Χάρι είχε λόγους να πιστεύει ότι η ομπρέλα δεν ήταν τόσο αθώα όσο έδειχνε. Στην πραγματικότητα είχε βάσιμες υποψίες ότι στο εσωτερικό της κρυβόταν το παλιό, σχολικό ραβδί του Χάγκριντ. Στον Χάγκριντ είχε απαγορευτεί να κάνει μάγια. Είχε αποβληθεί από το "Χόγκουαρτς" στο τρίτο έτος, αλλά ο Χάρι δεν έμαθε ποτέ το γιατί. Όποτε αναφερόταν σ' αυτό το θέμα, ο Χάγκριντ ξερόβηχε δυνατά και παρίστανε τον κουφό, μέχρι να αλλάξουν θέμα.
"Κάποιο μεγεθυντικό ξόρκι;" είπε η Ερμιόνη, λίγο εύθυμα, λίγο επιτιμητικά. "Αν είναι έτσι, έκανες πολύ καλή δουλειά".
"Αυτό είπε κι η μικρή σου αδελφή", είπε ο Χάγκριντ γνέφοντας στον Ρον. "Τη συνάντησα χθες". Ο Χάγκριντ λοξοκοίταξε τον Χάρι κι η γενειάδα του συσπάστηκε. "Είπε ότι έριχνε απλώς μια ματιά στο κτήμα, αλλά εγώ θαρρώ πως ήλπιζε να συναντήσει κάποιον στο σπίτι μου". Έκλεισε το μάτι στον Χάρι. "Αν με ρωτάς, δε θα έλεγε όχι σε ένα αυτόγρα..."
"Ωχ, σταμάτα επιτέλους", είπε ο Χάρι.
Ο Ρον έσκασε στα γέλια και το έδαφος γέμισε γυμνοσάλιαγκες.
"Πρόσεχε!" μούγκρισε ο Χάγκριντ τραβώντας μακριά τον Ρον από τις πολύτιμες κολοκύθες του.
Πλησίαζε η ώρα του μεσημεριανού και καθώς ο Χάρι δεν είχε βάλει στο στόμα του από το πρωί παρά μόνο τα γλυκά του Χάγκριντ, δεν έβλεπε την ώρα να γυρίσει στο σχολείο για φαγητό. Αποχαιρέτησαν τον Χάγκριντ και επέστρεψαν στο κάστρο. Στο δρόμο ο Ρον είχε λόξιγκα, αλλά έβγαλε μόνο δύο πολύ μικρούς γυμνοσάλιαγκες.
Δεν είχαν προλάβει καλά καλά να πατήσουν το πόδι τους στο μεγάλο χολ της εισόδου, όταν ακούστηκε μια δυνατή φωνή.