×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.

image

Conan Doyle, A. - Οι Περιπέτειες του Σέρλοκ, 4. Το Μυστήριο της Κοιλάδας Μπόσκομπ (2)

4. Το Μυστήριο της Κοιλάδας Μπόσκομπ (2)

Ήταν αργά όταν επέστρεψε ο Σέρλοκ Χολμς. Ήρθε πίσω μόνος, γιατί ο Λεστρέιντ έμενε στο διαμέρισμα του στην πόλη.

«Το βαρόμετρο κρατιέται ακόμη πολύ ψηλά,» σχολίασε καθώς κάθισε κάτω. «Έχει σημασία να μη βρέξει πριν κατορθώσουμε να εξετάσουμε το έδαφος. Από την άλλη, κάποιος πρέπει να βρίσκεται στην καλύτερη του και οξύτερη διάθεση για μια τέτοια δουλίτσα σαν κι αυτή, και δεν ήθελα να την κάνω αποκαμωμένος από ένα μακρύ ταξίδι. Είδα το νεαρό ΜακΚάρθυ.»

«Και τι έμαθες από εκείνον;»

«Τίποτα.»

«Δεν έριξε διόλου φως;»

«Καθόλου. Συλλογίστηκα κάποια στιγμή πως γνώριζε ποιος ή ποια το είχε κάνει και πως τον κάλυπτε, όμως είμαι πλέον πεπεισμένος πως είναι τόσο προβληματισμένος όσο κάθε άλλος. Δεν είναι πολύ εύστροφος νεαρός, μολονότι ελκυστικός στην εμφάνιση και, θα έλεγα, καλόκαρδος.»

«Δε θαυμάζω το γούστο του,» σχολίασα, «αν όντως αποτελεί γεγονός πως υπήρξε ενάντιος σε ένα γάμο με μια τόσο χαριτωμένη νεαρή κυρία όπως η Δεσποινίδα Τέρνερ.»

«Αχ, έπ' αυτού κρέμεται μια μάλλον θλιβερή ιστορία. Ο τύπος είναι παράφορα, τρελά, ερωτευμένος μαζί της, αλλά κάπου δυο χρόνια πριν, όταν ήταν παιδί ακόμη, και πριν πραγματικά τη γνωρίσει, γιατί έλειπε για πέντε χρόνια σε κάποιο εσωτερικό σχολείο, τι κάνει ο κουτός άλλο εκ του να πιαστεί στην αρπάγη μιας γκαρσόνας στο Μπρίστολ και να την παντρευτεί σε κάποιο ληξιαρχικό γραφείο; Κανείς δε γνωρίζει ούτε λέξη περί του ζητήματος, όμως φαντάζεσαι πόσο εξοργιστικό θα πρέπει να είναι για εκείνον να επιπλήττεται για δεν κάνει αυτό για το οποίο θα έδινε και τα ίδια του τα μάτια για να κάνει, αλλά το οποίο γνωρίζει πως είναι απολύτως αδύνατον. Επρόκειτο για καθαρή μανία τέτοιου είδους, η οποία τον έκανε να σηκώσει τα χέρια του στον αέρα όταν ο πατέρας του, κατά την τελευταία τους συνάντηση, τον τσίγκλησε να κάνει πρόταση στη δεσποινίδα Τέρνερ. Αφετέρου, δεν είχε τα μέσα να συντηρηθεί, και ο πατέρας του, ο οποίος ήταν από κάθε άποψη ένας σκληρός άνθρωπος, θα τον είχε ξεκόψει εντελώς αν γνώριζε την αλήθεια. Ήταν με τη γκαρσόνα σύζυγο του που είχε περάσει τις τελευταίες τρεις ημέρες στο Μπρίστολ, και ο πατέρας του δε γνώριζε που βρισκόταν. Θυμήσου αυτό το θέμα. Έχει σημασία. Καλό προήλθε μέσα από το κακό, εντούτοις, γιατί η γκαρσόνα, μαθαίνοντας από τις εφημερίδες πως είχε σοβαρά μπλεξίματα και πιθανόν να κρεμαστεί, ξέκοψε εντελώς μαζί του και του έγραψε για να πει πως έχει ήδη σύζυγο στο Ναυπηγείο Bermuda, έτσι ώστε στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία δέσμευση μεταξύ τους. Πιστεύω πως αυτό το νέο παρηγόρησε το νεαρό ΜακΚάρθυ για όλα όσα υπέμεινε.»

«Όμως αν είναι αθώος, ποιος το έκανε;»

«Αχ! Ποιος; Θα σου εφιστούσα την προσοχή συγκεκριμένα σε δυο σημεία. Το ένα είναι πως ο δολοφονηθείς είχε ραντεβού με κάποιον στη λίμνη, και πως αυτός ο κάποιος δε μπορεί να ήταν ο γιος του, επειδή ο γιος του έλειπε, και δε γνώριζε πότε θα επέστρεφε. Το δεύτερο είναι πως ο δολοφονηθείς ακούστηκε να φωνάξει ‘Κόϊ!' πριν μάθει πως ο γιος του είχε επιστρέψει. Αυτά είναι σημεία υψίστης σημασίας εκ των οποίων η υπόθεση εξαρτάται. Και τώρα ας μιλήσουμε σχετικά με τον Τζωρτζ Μέρεντιθ , αν δε σε πειράζει, και θα αφήσουμε όλα τα δευτερεύοντα ζητήματα μέχρι αύριο.»

Δεν έβρεξε, όπως ο Χολμς είχε προβλέψει, και το πρωινό χάραξε λαμπρό και ασυννέφιαστο. Στις εννέα ο Λεστρέιντ πέρασε να μας πάρει με μια άμαξα, και ξεκινήσαμε για την αγροικία Χάθερλυ και το Μπόσκομπ Πούλ.

«Είχαμε σοβαρά νέα σήμερα,» παρατήρησε ο Λεστρέιντ. «Λέγεται πως ο κ. Τέρνερ, εκ της Έπαυλης, είναι τόσο άρρωστος που η ζωή του έχει καταστεί απέλπιδη.»

«Ηλικιωμένος, υποθέτω;» είπε ο Χολμς.

«Περί τα εξήντα· όμως ο οργανισμός του έχει διαλυθεί από τη ζωή του στο εξωτερικό, και η υγεία του δεν υπήρξε καλή εδώ και καιρό. Αυτή η υπόθεση είχε ιδιαίτερα άσχημη επίδραση πάνω του. Ήταν παλιός φίλος του ΜακΚάρθυ, και, θα προσέθετα, μεγάλος ευεργέτης του, γιατί έχω μάθει πως του έδωσε τιμής ένεκεν την αγροικία Χάθερλυ.»

«Όντως! Ενδιαφέρον,» είπε ο Χολμς.

«Ω, μάλιστα! Με εκατοντάδες άλλους τρόπους του έχει συμπαρασταθεί. Ο καθένας εδώ γύρω μιλά για την καλοσύνη του προς αυτόν.»

«Αλήθεια! Δε σου φαίνεται λιγάκι περίεργο που αυτός ο ΜακΚάρθυ, ο οποίος εμφανίζεται να έχει ελάχιστα δικά του, και που ζούσε υπό τέτοιας υποχρέωσης προς τον Τέρνερ, μιλούσε ακόμη για γάμο του γιου του προς την κόρη του Τέρνερ, η οποία είναι, προφανώς, κληρονόμος της περιουσίας, και μάλιστα κατά έναν τόσο πολύ αυτάρεσκο τρόπο, σα να επρόκειτο απλά για μια περίπτωση πρότασης και όλα τα άλλα θα ακολουθούσαν; Είναι το πλέον περίεργο, αφότου γνωρίζουμε πως ο Τέρνερ ο ίδιος ήταν ενάντιος στην ιδέα. Η κόρη αυτά τουλάχιστον μας είπε. Δε συμπεραίνεις τίποτα εξ αυτού;»

«Φτάσαμε στις επαγωγές και τους συμπερασμούς,» είπε ο Λεστρέιντ, κλείνοντας μου το μάτι. «Το βρίσκω αρκετά δύσκολο να αντιμετωπίσω τα γεγονότα, Χολμς, δίχως να παρασυρθώ σε θεωρίες και φαντασιώσεις.»

«Έχεις δίκιο,» είπε ο Χολμς, μαζεμένα· «όντως συναντάς δυσκολία στην αντιμετώπιση των γεγονότων.»

«Παραταύτα, Αντιλήφθηκα ένα γεγονός το οποίο φαίνεται πως εσύ συναντάς δυσκολίες να κατανοήσεις,» αποκρίθηκε ο Λεστρέιντ με κάποια ένταση.

«Κι αυτό είναι—»

«Πως ο πρεσβύτερος ΜακΚάρθυ βρήκε το θάνατο του από τον νεώτερο ΜακΚάρθυ και πως όλες οι θεωρίες περί του αντιθέτου αποτελούν απλούστατα φαντασιώσεις .»

«Μάλιστα, και οι φαντασιώσεις είναι καλύτερες από τις ομίχλες,» είπε ο Χολμς γελώντας. «Εντούτοις θα κάνω μεγάλο λάθος αν αυτή στα αριστερά μας δεν είναι η αγροικία Χάθερλυ.»

«Ναι, αυτή είναι.»

Επρόκειτο περί ενός μακριού, φαινομενικά ευρύχωρο κτίσμα, δύο ορόφων, κεραμιδένιας σκεπής, με μεγάλες κίτρινες πιτσιλιές λειχήνων επί των γκρίζων τοίχων του. Οι τραβηγμένες κουρτίνες και οι άκαπνες καμινάδες του, ωστόσο, του προσέδιδαν μια αρρωστημένη εμφάνιση, λες και το βάρος της φρίκης το κάλυπτε ακόμη βαριά. Χτυπήσαμε την πόρτα, όταν η υπηρέτρια, κατόπιν αιτήματος του Χολμς, μας έδειξε τις μπότες τις οποίες ο αφέντης της φορούσε κατά την ώρα του θανάτου του, και επίσης ένα ζευγάρι του γιου, μολονότι όχι το ζευγάρι εκείνο το οποίο φορούσε τότε. Έχοντας τις μετρήσει προσεκτικά από εφτά με οχτώ διαφορετικές μεριές, ο Χολμς, ζήτησε να οδηγηθεί στην αυλή, από την οποία όλοι μας ακολουθήσαμε το φιδιστό μονοπάτι που οδηγούσε στο Μπόσκομπ Πουλ.

Ο Σέρλοκ Χολμς μεταμορφωνόταν όταν βρισκόταν επί μιας οσμής όπως αυτή. Άνθρωποι που τον είχαν γνωρίσει μονάχα ως το σιωπηλό στοχαστή και άνθρωπο της λογικής στην οδό Μπέϊκερ δε θα τον αναγνώριζαν. Το πρόσωπο του αναψοκοκκίνισε και σκυθρώπιασε. Τα φρύδια του τραβήχτηκαν σε δυο κοφτές μαύρες γραμμές, ενώ τα μάτια του έλαμψαν από κάτω τους με μια ατσαλένια λάμψη. Το πρόσωπο του σκυφτό, οι ώμοι του χαμηλωμένοι, τα χείλη του σφιγμένα, και οι φλέβες του ξεχώριζαν σα σκοινί στο μακρύ, μυώδη λαιμό του. Τα ρουθούνια του έμοιαζαν να διαστέλλονται από μια καθαρή ζωώδη λαχτάρα για κυνήγι, και το μυαλό του ήταν τόσο απόλυτα συγκεντρωμένο επί του ζητήματος ενώπιον του ώστε μια ερώτηση ή κάποιο σχόλιο θα έπεφτε στο κενό, ή, στην καλύτερη περίπτωση, θα προκαλούσε μονάχα ένα κοφτό, ανυπόμονο γρύλισμα προς απάντηση. Γοργά και αθόρυβα άνοιξε δρόμο μες το μονοπάτι το οποίο διέτρεχε τα λιβάδια, και έτσι προς τη μεριά του δάσους και του Μπόσκομπ Πουλ. Επρόκειτο για ένα πνιγηρό, βαλτώδες μέρος, όπως κι όλη η περιοχή, και υπήρχαν ίχνη πολλών ποδιών, τόσο επί του μονοπατιού όσο και καταμεσής των κοντών χόρτων τα οποία το πλαισίωναν από κάθε μεριά. Μερικές φορές ο Χολμς θα επιτάχυνε, μερικές θα στεκόταν επιτόπου, και σε μια περίσταση έκανε μια καλούτσικη παράκαμψη μέσα στο λιβάδι. Ο Λεστρέιντ κι εγώ περπατούσαμε πίσω του, ο ντετέκτιβ απαθής και όλο περιφρόνηση, ενώ εγώ παρακολουθούσα το φίλο μου με το ενδιαφέρον που ξεπηδούσε εκ της πεποίθησης πως κάθε μια από τις ενέργειες του ήταν προσανατολισμένη προς κάποιο συγκεκριμένο σκοπό.

Το Μπόσκομπ Πουλ, το οποίο είναι μια μικρή λιμνούλα τριγυρισμένη από καλαμιές κάπου πενήντα μέτρα απ' άκρη σ' άκρη, και βρίσκεται στο όριο μεταξύ της αγροικίας Χάθερλι και του ιδιωτικού πάρκου του πλουσίου κ. Τέρνερ. Πέρα από τα δάση που την πλαισίωναν από την αντικρινή μεριά διακρίναμε τις κόκκινες, υπερυψωμένες κορυφές που επισήμαιναν την τοποθεσία της κατοικίας του γαιοκτήμονα. Από την μεριά του Χάθερλι τα δάση πύκνωναν γύρω από τη λιμνούλα, και υπήρχε μια στενή ζώνη από μουλιασμένο χορτάρι είκοσι βήματα μεταξύ της άκρης των δέντρων και των καλαμιών που πλαισίωναν τη λίμνη. Ο Λεστρέιντ μας έδειξε το ακριβές σημείο στο οποίο το σώμα είχε ανακαλυφθεί, και, όντως, τόσο υγρό ήταν το έδαφος, που διέκρινα σαφέστατα τα ίχνη τα οποία είχαν αφεθεί από την πτώση του χτυπημένου άντρα. Για τον Χολμς, όπως έβλεπα από το ανυπόμονο πρόσωπο και τα διαπεραστικά μάτια, πάρα πολλά άλλα πράγματα υπήρχαν επί του πατημένου χορταριού. Έτρεξε κάνοντας το γύρο, σα σκύλος που πιάνει κάποια οσμή, και κατόπιν στράφηκε επί του συντρόφου μας.

«Γιατί μπήκατε μέσα στη λιμνούλα;» ρώτησε.

«Έψαξα ολόγυρα με μια τσουγκράνα. Σκέφτηκα πως πιθανόν να υπήρχαν κάποια όπλα ή άλλα ίχνη. Μα πως στο καλό—»

«Όχου, τσκ τσκ! Δεν έχω χρόνο! Εκείνο το αριστερό σου πόδι με την εσωστρεφή καμπή βρίσκεται παντού. Κι ένας τυφλοπόντικας θα το ‘βρισκε, και εκεί εξαφανίζεται ανάμεσα στα καλάμια. Ω, πόσο απλά θα ήταν όλα αν είχα έρθει εδώ πριν έρθουν σα κοπάδι από βουβάλια και τσαλαπατήσουν τα πάντα. Ορίστε εδώ είναι η ομάδα που ήταν με τον φύλακα, και έχουν καλύψει όλα τα ίχνη για δυο με τρία μέτρα γύρω από το σώμα. Όμως υπάρχουν τρία ξεχωριστά ίχνη των ίδιων ποδιών.» Τράβηξε έξω το φακό του και γονάτισε πάνω στο αδιάβροχο του για να δει καλύτερα, μιλώντας διαρκώς πιότερο στον εαυτό του παρά σε εμάς. «Αυτά είναι τα πόδια του νεαρού ΜκΚάρθυ. Τις δυο φορές περπατούσε, και τη μία έτρεξε βιαστικά, έτσι ώστε οι σόλες των παπουτσιών του έχουν εντυπωθεί βαθύτερα ενώ τα τακούνια είναι μόλις ορατά. Αυτό στηρίζει την ιστορία του. Έτρεξε μόλις είδε τον πατέρα του στο έδαφος. Κατόπιν εδώ έχουμε τα πόδια του πατέρα καθώς βημάτιζε πέρα δώθε. Τι είναι αυτά, τότε; Ακροπατήματα! Ακροπατήματα! Τετράγωνα, επίσης, εντελώς ασυνήθιστες μπότες! Έρχονται, απομακρύνονται, κι έρχονται ξανά —φυσικά αυτή τη φορά για το μανδύα. Όμως από πού ήρθαν;» Έτρεξε πέρα δώθε, κάποιες φορές χάνοντας, άλλες πάλι εντοπίζοντας τα ίχνη μέχρι που βρισκόμασταν για τα καλά στην άκρη του δάσους και κάτω από την σκιά μιας μεγάλης οξιάς, του μεγαλύτερου δέντρου της περιοχής. Ο Χολμς προχώρησε ερευνητικά προς την άλλη μεριά της και έπεσε ξανά κάτω με τα μούτρα βγάζοντας μια κραυγή ικανοποίησης. Για μεγάλο διάστημα παρέμεινε εκεί, αναποδογυρίζοντας τα φύλα και τα ξερόκλαδα, μαζεύοντας ότι μου φάνηκε σα χώμα μέσα σε ένα φάκελο και εξετάζοντας με το φακό του όχι μόνο το έδαφος αλλά ακόμη και τον κορμό του δέντρου ως εκεί που έφτανε. Μια αιχμηρή πέτρα ήταν πεσμένη μέσα στα βρύα, και την οποία εξέτασε επίσης προσεκτικά και μάζεψε. Κατόπιν ακολούθησε ένα μονοπάτι μέσω από το δάσος ώσπου έφτασε στον κεντρικό δρόμο, όπου όλα τα ίχνη χάνονταν.

«Υπήρξε υπόθεση εξαιρετικού ενδιαφέροντος,» σχολίασε, επιστρέφοντας στη φυσιολογική του συμπεριφορά. «Φαντάζομαι πως αυτό το γκρίζο σπίτι στα αριστερά μας πρέπει να είναι το περίπτερο. Νομίζω πως θα πάω να πω δυο κουβέντες με τον Μοράν, και ίσως να γράψω ένα σημειωματάκι. Έχοντας το ολοκληρώσει, ίσως να επιστρέψουμε πίσω στο γεύμα μας. Μπορείτε να πάτε στην άμαξα, και θα είμαι μαζί μας σε λίγο.»

Είχαν περάσει κάπου δέκα λεπτά πριν φτάσουμε στην άμαξα και επιστρέψουμε πίσω στο Ρος, με τον Χολμς να μεταφέρει ακόμη μαζί του την πέτρα που είχε μαζέψει στο δάσος.

«Ίσως να σε ενδιαφέρει, Λεστρέιντ,» σχολίασε, παραδίδοντας τού τη. «Ο φόνος διεπράχθη με αυτή.»

«Δεν βλέπω καθόλου σημάδια.»

«Δεν υπάρχουν.»

«Πως το γνωρίζεις, τότε;»

«Το χορτάρι μεγάλωνε από κάτω της. Είχε παραμείνει εκεί μόλις για λίγες μέρες. Δεν υπήρχε ίχνος κάποιου σημείου εκ του οποίου να είχε παρθεί. Ανταποκρίνεται στα τραύματα. Δεν υπάρχει κανένα ίχνος κάποιου άλλου όπλου.»

«Και ο δολοφόνος;»

«Πρόκειται περί ενός ψηλού άντρα, ο οποίος κουτσαίνει από το αριστερό πόδι, φορά χοντρόσολες κυνηγετικές μπότες και γκρίζο μανδύα, καπνίζει ινδικά τσιγάρα, χρησιμοποιεί πίπα, και κουβαλάει ένα στομωμένο στιλέτο στην τσέπη του. Υπάρχουν αρκετές άλλες ενδείξεις, όμως αυτές ενδεχομένως να αρκούν στο να συμβάλλουν στην έρευνα μας.»

Ο Λεστρέιντ γέλασε. «Φοβάμαι πως είμαι ακόμη κάπως δύσπιστος,» είπε. «Οι θεωρίες είναι πολύ καλές, όμως έχουμε να διαπραγματευθούμε με ένα πραγματιστικό Βρετανικό σώμα ενόρκων.»

«Nous verrons,» απάντησε γαλήνια ο Χολμς. «Εργάσου με το δικό σου τρόπο, κι εγώ θα εργαστώ με το δικό μου. Θα είμαι απασχολημένος σήμερα το απόγευμα, και ενδεχομένως να επιστρέψω στο Λονδίνο με το βραδινό τραίνο.»

«Και να αφήσεις την υπόθεση σου ανολοκλήρωτη;»

«Όχι, τελειωμένη.»

«Μα το μυστήριο;»

«Λύθηκε.»

«Ποιος ήταν ο εγκληματίας, τότε;»

«Ο κύριος που περιγράφω.»

«Μα ποιος είναι;»

«Σίγουρα δε θα σου είναι δύσκολο να ανακαλύψεις. Δεν είναι δα και τόσο πυκνοκατοικημένη η περιοχή.»

Ο Λεστρέιντ ανασήκωσε τους ώμους του. «Είμαι πρακτικός άνθρωπος,» είπε, «και ειλικρινά δε μπορώ να αναλάβω να τριγυρνάω ολόγυρα ψάχνοντας για έναν αριστερόχειρα κύριο με χωλό πόδι. Θα γινόμουν ο περίγελος της Σκότλαντ Γιάρντ.»

«Εντάξει,» είπε ο Χολμς ήρεμα. «Σου έδωσα την ευκαιρία. Ορίστε το διαμέρισμα σου. Αντίο. Θα σου στείλω μήνυμα πριν φύγω.»

Έχοντας αφήσει τον Λεστρέιντ στο δωμάτιο του, πήγαμε με την άμαξα στο ξενοδοχείο μας, όπου και βρήκαμε το φαγητό στο τραπέζι. Ο Χολμς ήταν σιωπηλός και βυθισμένος στις σκέψεις με μια πονεμένη έκφραση επί του προσώπου του, σα κάποιον που βρίσκει εαυτώ σε δύσκολη θέση.»

«Κοίτα δω, Γουώτσον,» είπε όταν το τραπεζομάντιλο είχε καθαριστεί, «κάτσε απλά κάτω σε ετούτη την καρέκλα και άσε να σου τα πω λιγάκι. Δεν ξέρω τι ακριβώς να κάνω, και θα εκτιμούσα τη συμβουλή σου. Άναψε ένα τσιγάρο και επέτρεψε μου να το αναλύσω.»

«Παρακαλώ κάνε το.»

«Λοιπόν, τώρα, λαμβάνοντας υπόψη την υπόθεση υπάρχουν δυο σημεία σχετικά με την κατάθεση του νεαρού ΜκΚάρθυ τα οποία μας έκαναν εντύπωση αμέσως, μολονότι εμένα μου έδωσαν μια θετική εντύπωση ενώ σε εσένα αρνητική. Το ένα υπήρξε το γεγονός πως ο πατέρας του φώναξε, σύμφωνα με την κατάθεση του, ‘Κοόιιι!' πριν τον δει. Το άλλο υπήρξε η μοναδική επιθανάτια αναφορά σε έναν rat. Μουρμούρισε αρκετές λέξεις, καταλαβαίνεις, όμως αυτό ήταν το μόνο που έπιασε το αυτί του γιου. Τώρα από αυτό το διπλό σημείο η έρευνα μας πρέπει να ξεκινήσει, και θα την αρχίσουμε υποθέτοντας πως ότι λέει το παλικάρι είναι απόλυτα ειλικρινές.»

«Και τι με αυτό το ‘Κοόιιι!' τότε;»

«Λοιπόν, προφανώς δεν προοριζόταν για το γιο. Ο γιος, από όσο γνώριζε, βρισκόταν στο Μπρίστολ. Από απλή τύχη βρέθηκε σε απόσταση ακοής. Το ‘Κοόιιι!' προοριζόταν για να προσελκύσει τη προσοχή αυτού με τον οποίο είχε ραντεβού. Όμως το ‘Κοόιιι' αποτελεί μια σαφώς Αυστραλιανή κραυγή, και η οποία χρησιμοποιείται μεταξύ Αυστραλών. Υπάρχει το ισχυρό τεκμήριο πως το πρόσωπο που ο ΜκΚάρθυ ανέμενε να τον συναντήσει στο Μπόσκομπ Πουλ ήταν κάποιος που είχε ζήσει στην Αυστραλία.»

«Και με τον rat, τότε;»

Ο Σέρλοκ Χολμς έβγαλε ένα διπλωμένο χαρτί από την τσέπη του και το ίσιωσε πάνω στο τραπέζι. «Αυτός είναι ένας χάρτης της Αποικίας της Βικτόρια,» είπε. «Τηλεγράφησα στο Μπρίστολ για αυτόν χθες το βράδυ.» Ακούμπησε το χέρι του σε ένα μέρος του χάρτη. «Τι διαβάζεις;»

«ARAT,» διάβασα.

«Και τώρα;» Ανασήκωσε το χέρι του.

«ΜΠΑΛΛΑΡΑΤ.»

Ακριβώς. Αυτή ήταν η λέξη που έβγαλε ο άνθρωπος, και από την οποία ο γιος έπιασε μόνο τις τελευταίες δυο συλλαβές. Προσπαθούσε να πει το όνομα του δολοφόνου του. Έτσι και έτσι, από το Μπάλλαρατ.»

«Είναι υπέροχο!» αναφώνησα.

“Είναι προφανές. Και τώρα, βλέπεις, περιόρισα το πεδίο υπερβολικά. Η κατοχή ενός γκρίζου ενδύματος υπήρξε ένα τρίτο σημείο το οποίο, με δεδομένη ως ορθή την δήλωση του γιου, αποτελούσε βεβαιότητα. Φτάσαμε πλέον εκτός της απλής ασάφειας στην προσδιορισμένη σύλληψη ενός Αυστραλού από το Μπάλλαρατ με γκρίζο μανδύα.»

«Βεβαίως.»

«Και κάποιος ο οποίος ζούσε στην περιοχή, γιατί η λίμνη μπορεί μόνο να προσεγγισθεί από το αγρόκτημα ή από την έπαυλη, όπου ξένοι δύσκολα θα πλησίαζαν.»

«Ακριβώς.»

«Έτσι λοιπόν φτάνουμε στη σημερινή μας αποστολή. Από εξέταση του εδάφους αποκόμισα τις στοιχειώδεις λεπτομέρειες τις οποίες έδωσα σε εκείνον το βλάκα, τον Λεστρέιντ, όσον αφορά την ταυτότητα του εγκληματία.»

«Όμως πως τις αντιλήφθηκες;»

«Γνωρίζεις την μέθοδο μου. Βασίζεται επί της παρατήρησης των λεπτομερειών.»

«Το ύψος του γνωρίζω πως πιθανόν χονδρικά το έκρινες από το μήκος του διασκελισμού του. Οι μπότες, επίσης, ίσως να φανερώνονται από τα ίχνη τους.»

«Ναι, επρόκειτο για περίεργες μπότες.»

«Μα η χωλότητα του;»

«Το αποτύπωμα του δεξιού του ποδιού ήταν λιγότερο έντονο από του αριστερού του. Έβαζε λιγότερο βάρος πάνω του. Γιατί; Επειδή χώλαινε —ήταν χωλός.»

«Μα η αριστεροχειρία του.»

«Έμεινες κι ο ίδιος έκπληκτος από τη φύση του τραύματος όπως κατεγράφη από το χειρούργο κατά την προανακριτική έρευνα. Το χτύπημα προήρθε άμεσα από πίσω, και όμως ήταν επί της αριστερής πλευράς. Τώρα, πως γίνεται αυτό εκτός κι αν επρόκειτο για κάποιον αριστερόχειρα; Είχε σταθεί πίσω από εκείνο το δέντρο κατά τη διάρκεια της κουβέντας μεταξύ πατέρα και γιου. Είχε ακόμη καπνίσει εκεί. Βρήκα τη στάχτη ενός πούρου, η οποία με την εξειδικευμένη γνώση μου για τις στάχτες του καπνού μου επιτρέπει να αποφανθώ πως ήταν ένα Ινδικό πούρο. Έχω, όπως γνωρίζεις, αφιερώσει κάποιο χρόνο επί αυτού, και γράψει μια μικρή μονογραφία στις στάχτες 140 διαφορετικών ποικιλιών καπνού πίπας, πούρου και τσιγάρου. Έχοντας ανακαλύψει τη στάχτη, κατόπιν κοίταξα τριγύρω και ανακάλυψα τη γόπα μέσα στα βρύα όπου την είχε ρίξει. Επρόκειτο για ένα Ινδικό πούρο, της ποικιλίας που παράγεται στο Ρότερνταμ.»

«Και η πίπα;»

«Διέκρινα πως η άκρη δε βρισκόταν στο στόμα του. Συνεπώς χρησιμοποίησε πίπα. Η άκρη είχε κοπεί, δεν είχε δαγκωθεί, όμως το κόψιμο δεν ήταν καθαρό, έτσι συμπέρανα ένα στομωμένο στιλέτο τσέπης.»

«Χολμς,» είπα, «έστησες ένα δίχτυ γύρω από αυτόν τον άνθρωπο από το οποίο δε μπορεί να διαφύγει, και έσωσες μια αθώα ανθρώπινη ζωή τόσο λες κι έκοψες το σκοινί από το οποίο κρεμόταν. Αντιλαμβάνομαι την κατεύθυνση στην οποία όλα αυτά δείχνουν. Ο δράστης είναι —»

«Ο κ. Τζων Τέρνερ,» φώναξε ο σερβιτόρος του ξενοδοχείου, ανοίγοντας την πόρτα του καθιστικού μας, και οδηγώντας εντός έναν επισκέπτη.

Ο άντρας ο οποίος είχε εισέλθει αποτελούσε μια περίεργη και εντυπωσιακή μορφή. Το αργό, χωλό βήμα του και οι κυρτοί ώμοι του προσέδιδαν την εμφάνιση της γεροντικής εξασθένισης, και όμως τα σκληρά, βαθιά χαραγμένα, τραχιά χαρακτηριστικά του, και τα πελώρια άκρα του έδειχναν πως κατείχε ασυνήθιστη δύναμη αντοχής και χαρακτήρα. Η πλεγμένη γενειάδα του, τα γκριζαρισμένα μαλλιά, και τα προεξέχοντα, βαριά φρύδια συνδυάζονταν για να προσδώσουν έναν αέρα αξιοπρέπειας και δύναμης στην εμφάνιση του, όμως το πρόσωπο του ήταν κάτωχρο, ενώ τα χείλη του και οι γωνίες των ρουθουνιών του χρωματίζονταν από μια γαλαζωπή απόχρωση. Μου ήταν σαφές με μια ματιά πως βρισκόταν στην αρπάγη κάποιας θανάσιμης και χρόνιας ασθένειας.

«Παρακαλώ καθίστε στον καναπέ,» είπε ο Χολμς ευγενικά. «Λάβατε το μήνυμα μου;»

«Μάλιστα, ο φύλακας του καταφυγίου το ανέβασε. Είπατε πως θέλετε να με δείτε εδώ για να αποφευχθεί το σκάνδαλο.»

«Σκέφτηκα πως ο κόσμος μπορεί να το κουβέντιαζε αν ερχόμουν στην Έπαυλη.»

«Και γιατί θέλατε να με δείτε;» Κοίταξε προς τον σύντροφο μου με απόγνωση στα κουρασμένα του μάτια, λες κι η ερώτηση του είχε ήδη απαντηθεί.

«Μάλιστα,» είπε ο Χολμς, απαντώντας περισσότερο στο βλέμμα παρά στις λέξεις. «Έτσι είναι. Τα γνωρίζω όλα σχετικά με τον ΜκΚάρθυ.»

Ο ηλικιωμένος βύθισε το πρόσωπο στα χέρια του. «Ο Θεός να με βοηθήσει!» φώναξε. «Μα δε θα άφηνα το νεαρό να πάθει κακό. Σας δίνω το λόγο μου πως θα είχα μιλήσει αν κατέληγε εις βάρος του στο εποχιακό δικαστήριο.»

«Χαίρομαι που ακούω να το λέτε,» είπε ο Χολμς αυστηρά.

«Θα είχα μιλήσει αν δεν ήταν για το αγαπημένο μου κορίτσι. Θα της έσπαγε την καρδιά —θα της κομματιάσει την καρδιά όταν μάθει πως συνελήφθηκα.»

«Ενδέχεται να μη φτάσουμε εκεί,» είπε ο Χολμς.

«Πως;»

«Δεν είμαι επίσημος πράκτορας. Αντιλαμβάνομαι πως επρόκειτο για την κόρη σας η οποία απαίτησε την παρουσία μου εδώ, και δρω υπέρ των συμφερόντων της. Ο νεαρός ΜκΚάρθυ οφείλεται να απελευθερωθεί ωστόσο.»

«Είμαι ετοιμοθάνατος,» είπε ο γέρο-Τέρνερ. «Είχα διαβήτη εδώ και χρόνια. Ο γιατρός μου λέει πως ζήτημα είναι να βγάλω το μήνα. Όμως θα προτιμούσα να πεθάνω κάτω από τη στέγη μου παρά στη φυλακή.»

Ο Χολμς σηκώθηκε και κάθισε στο τραπέζι με την πένα του στο χέρι και μερικές σελίδες χαρτιού μπροστά του. «Απλώς πείτε μας την αλήθεια,» είπε. «Θα καταγράψω απλώς τα γεγονότα. Εσείς θα τα υπογράψετε, και ο Γουώτσον από εδώ μπορεί να παρασταθεί ως μάρτυρας. Κατόπιν θα μπορέσω να το παρουσιάσω στην τελευταία δικάσιμο για να σώσω το νεαρό ΜκΚάρθυ. Σας υπόσχομαι πως δε θα το χρησιμοποιήσω εκτός κι αν καταστεί απολύτως αναγκαίο.»

«Το ίδιο κάνει,» είπε ο γέρος· «ζήτημα είναι αν θα ζήσω μέχρι τη δικάσιμο, έτσι ελάχιστη σημασία έχει για μένα, όμως θα επιθυμούσα να γλιτώσω την Άλις από το σοκ. Και τώρα θα αποσαφηνίσω την κατάσταση· διήρκεσε πολύ καιρό, μα δε θα μου πάρει πολύ να σας τα πω.

«Δε γνωρίζατε το νεκρό, τον ΜκΚάρθυ. Ήταν ο διάβολος, προσωποποιημένος. Σας το λέω. Ο θεός να σας φυλάξει από τα χέρια ενός τέτοιου ανθρώπου σα κι αυτόν. Το κράτημα του πάνω μου διήρκεσε αυτά τα είκοσι χρόνια, και μου κατέστρεψε τη ζωή. Θα σας πω πως έφτασα να βρεθώ υπό την εξουσία του.

«Ήταν κάπου στις αρχές του '60 στα σκαψίματα. Ήμουν νεώτερος τότε, θερμόαιμος και απερίσκεπτος, έτοιμος να απλώσω το χέρι μου προς καθετί· βρέθηκα μεταξύ κακών συντρόφων, άρχισα να πίνω, δεν είχα καθόλου τύχη με το τίτλο μου, (took to the bush), και με μια λέξη έγινα ότι εδώ πέρα θα αποκαλούσατε παράνομο . Ήμασταν έξι, και ζούσαμε μια βίαιη, ασύδοτη ζωή, ληστεύοντας κάποιο σταθμό από καιρό σε καιρό, ή σταματώντας τις άμαξες στο δρόμο προς τα ορυχεία. Ο Μαύρος Τζακ του Μπάλλαρατ ήταν το όνομα με το οποίο με γνώριζαν, και η παρέα μας είναι ακόμη αξέχαστη στην αποικία σα Συμμορία του Μπάλλαρατ.

«Μια μέρα ένα καραβάνι χρυσού κατέβηκε από το Μπάλλαρατ προς τη Μελβούρνη, του στήσαμε καρτέρι και επιτεθήκαμε. Υπήρχαν έξι στρατιώτες και έξι από εμάς, έτσι ήταν ζόρικη κατάσταση, όμως αδειάσαμε τέσσερις από τις σέλλες τους με την πρώτη ριξιά. Τρία από τα αγόρια μας σκοτώθηκαν, ωστόσο, πριν να πάρουμε τη λεία μας. Έβαλα το πιστόλι μου στο κεφάλι ενός οδηγού άμαξας, ο οποίος ήταν ο ίδιος ο ΜκΚάρθυ. Εύχομαι μα τον Κύριο να τον είχα πυροβολήσει τότε, όμως τον άφησα να ζήσει, παρότι είδα τα κακόβουλα μάτια του καρφωμένα στο πρόσωπο μου, λες και προσπαθούσε να απομνημονεύσει κάθε χαρακτηριστικό. Φύγαμε με το χρυσάφι, γίναμε πλούσιοι, και επιστρέψαμε στην Αγγλία δίχως να μας υποπτεύονται. Εκεί χώρισα με τα παλιά φιλαράκια μου και αποφάσισα να νοικοκυρευτώ σε μια ήρεμη και αξιοσέβαστη ζωή. Αγόρασα αυτή την έκταση, η οποία έτυχε να πουλιέται, και στρώθηκα να κάνω λίγο καλό με τα χρήματα μου, να εξιλεωθώ για τον τρόπο με τον οποίο τα είχα κερδίσει. Παντρεύτηκα, μάλιστα, και παρότι η σύζυγος μου πέθανε νέα μου άφησε την αγαπημένη μου Άλις. Ακόμη και όταν ήταν μόλις μωρό το χεράκι της έμοιαζε να με οδηγεί στο σωστό δρόμο όσο τίποτα άλλο ποτέ. Με μια λέξη, γύρισα νέα σελίδα και έκανα ότι καλύτερο για να αναπληρώσω για το παρελθόν. Όλα πήγαιναν καλά όταν ο ΜκΚάρθυ με έβαλε στο χέρι του.

«Είχε πάει στην πόλη σχετικά με μια επένδυση, και τον συνάντησα στην οδό Ρήτζεντ με μόλις ένα παλτό στη ράχη του ή μια μπότα στο πόδι του.

«'Να ‘μαστε, Τζακ,' λέει εκείνος, ακουμπώντας το χέρι μου· ‘θα μας έχεις σαν οικογένεια σου. Είμαστε δυο, εγώ κι ο γιος μου, και θα μας φροντίζεις. Αν δε το κάνεις —είναι μια υπέροχη, έννομη επαρχία της Αγγλίας, και υπάρχει πάντοτε ένας αστυνόμος σε απόσταση φωνής.'

«Λοιπόν, κατέβηκαν στη δυτική επαρχία, δεν υπήρχε τρόπος να τους διώξω, και εκεί ζούσαν δίχως νοίκι στην καλύτερη μου γη έκτοτε. Δεν υπήρχε ανάπαυση για μένα, γαλήνη, λησμονιά· όπου κι αν στρεφόμουν, νάσου το πανούργο, χαμογελαστό πρόσωπο του πίσω μου. Χειροτέρεψε καθώς η Άλις μεγάλωσε, γιατί σύντομα είδε πως φοβόμουν περισσότερο μη μάθει εκείνη το παρελθόν μου από όσο η αστυνομία. Ότι κι αν ζητούσε έπρεπε να το παίρνει, και οτιδήποτε κι αν ήταν του το έδινα δίχως κουβέντα, γη, χρήματα, σπίτια, μέχρι που τελικά ζήτησε κάτι που δε μπορούσα να του δώσω. Ζήτησε την Άλις.

«Ο γιος του, βλέπετε, είχε μεγαλώσει, και το ίδιο και το κορίτσι μου, και καθώς ήταν γνωστό πως η υγεία μου δεν ήταν καλή, του φάνηκε σα μια καλή κίνηση ο γιος του να χωθεί σε ολόκληρη την περιουσία. Όμως σ' αυτό υπήρξα ανένδοτος. Δε θα είχα την καταραμένη του γενιά να ανακατευθεί με τη δική μου όχι πως είχα κάποια αντιπάθεια για το παλικάρι, όμως το αίμα του ήταν μέσα του, και αυτό αρκούσε. Παρέμεινα ανυποχώρητος. Ο ΜκΚάρθυ απείλησε. Τον προκάλεσα να κάνει ότι χειρότερο μπορούσε. Θα συναντιόμασταν στη λίμνη μεταξύ των σπιτιών μας για να το κουβεντιάσουμε.

«Όταν κατεβήκαμε εκεί κάτω τον βρήκα να μιλάει με το γιο του, έτσι κάπνισα ένα πούρο και περίμενα πίσω από ένα δέντρο ώσπου να έμενε μόνος. Όμως καθώς άκουσα την κουβέντα όλα όσα ήταν μαύρα και πικρά μέσα μου φάνηκαν να βγαίνουν στην επιφάνεια. Πίεζε το γιο του να παντρευτεί την κόρη μου με τόσο λίγο σεβασμό σαν να πίστευε πως ήταν μια πόρνη του δρόμου. Με εξόργισε η σκέψη πως εγώ και όλα όσα αγαπούσα πιότερο θα βρίσκονταν υπό την εξουσία ενός τέτοιου ανθρώπου. Μπορούσα να σπάσω το δεσμό; Ήμουν ήδη ένας ετοιμοθάνατος και απελπισμένος άνθρωπος. Μολονότι έχοντας σαφήνεια σκέψης και αρκετή σωματική δύναμη, ήξερα πως η μοίρα μου είχε σφραγισθεί. Όμως η μνήμη μου και το κορίτσι μου· και τα δυο θα σώζονταν αν μπορούσα να σιγάσω τη βρωμερή του γλώσσα. Το έκανα, κ. Χολμς. Θα το έκανα ξανά. Βαθιά όσο κι αν αμάρτησα, έζησα μια ζωή μαρτυρική για να εξιλεωθώ για αυτή. Όμως πως το κορίτσι μου θα μπλεκόταν στα ίδια πράγματα τα οποία με κρατούσαν ήταν κάτι περισσότερο από ότι μπορούσα να υπομείνω. Τον χτύπησα με τόσο ενδοιασμό όσο αν επρόκειτο περί ενός βρωμερού και δηλητηριώδους πλάσματος. Η κραυγή του έφερε πίσω το γιο του· όμως είχα επιστρέψει στην κάλυψη του δάσους, μολονότι αναγκάστηκα να πάω πίσω για να πάρω το μανδύα μου τον οποίο είχα ρίξει κατά τη φυγή μου. Αυτή είναι η αληθινή ιστορία, κύριοι, όλων όσων συνέβησαν.»

«Μάλιστα, δεν είμαι εγώ εκείνος που θα σας κρίνει,» είπε ο Χολμς μόλις ο γέρος υπέγραψε την κατάθεση του την οποία είχε καταγράψει. «Εύχομαι ποτέ να μη χρειαστεί εκτεθούμε σε μια τέτοια πρόκληση.»

«Εύχομαι όχι, κύριε. Και τι προτίθεστε να κάνετε;»

«Εν όψει της υγείας σας, τίποτα. Έχετε κι ο ίδιος επίγνωση πως σύντομα θα λογοδοτήσετε για τις πράξεις σας σε ένα ανώτερο δικαστήριο από το εποχικό. Θα κρατήσω την ομολογία σας, και αν ο ΜκΚάρθυ καταδικαστεί θα εξαναγκαστώ να τη χρησιμοποιήσω. Αν όχι, δε θα ειδωθεί ποτέ από ανθρώπινο μάτι· και το μυστικό σας είτε είστε ζωντανός είτε νεκρός θα είναι ασφαλές με εμάς.»

«Σας αποχαιρετώ, λοιπόν,» είπε ο γέρος με επισημότητα. «Τα δικά σας νεκροκρέβατα, όταν έρθουν, θα είναι ευκολότερα στη σκέψη της γαλήνης την οποία προσφέρατε στο δικό μου.» Κλονισμένα και τρεμάμενα στη γιγάντια κορμοστασιά του, βγήκε διστακτικά από το δωμάτιο.

«Ο Θεός να μας βοηθήσει!» είπε ο Χολμς κατόπιν μακράς σιγής. «Γιατί η μοίρα παίζει τέτοια παιχνίδια με τα φτωχά, αβοήθητα σκουλήκια; Ποτέ μου δεν ακούω υπόθεση σα κι αυτή δίχως να σκεφθώ τα λόγια του Μπάξτερ, και να πω, «'Ορίστε, έτσι με τη χάρη του Θεού, απέρχεται ο Σέρλοκ Χολμς.

Ο Τζέιμς ΜκΚάρθυ απαλλάχθηκε στο εποχικό δικαστήριο υπό το έρεισμα του αριθμού των ενστάσεων οι οποίες είχαν προέλθει από τον Χολμς και κατατεθεί στο δικηγόρο υπεράσπισης. Ο γέρο-Τέρνερ έζησε για επτά μήνες κατόπιν της συζήτησης μας, μα πλέον είναι νεκρός· και κατά πάσα πιθανότητα ο γιος κι η θυγατέρα ενδέχεται να ζήσουν ευτυχισμένα μαζί εν αγνοία του σκοτεινού σύννεφου το οποίο αναπαύεται επί του παρελθόντος τους.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

4. Το Μυστήριο της Κοιλάδας Μπόσκομπ (2) 4. The Mystery of Boscombe Valley (2)

Ήταν αργά όταν επέστρεψε ο Σέρλοκ Χολμς. Ήρθε πίσω μόνος, γιατί ο Λεστρέιντ έμενε στο διαμέρισμα του στην πόλη.

«Το βαρόμετρο κρατιέται ακόμη πολύ ψηλά,» σχολίασε καθώς κάθισε κάτω. «Έχει σημασία να μη βρέξει πριν κατορθώσουμε να εξετάσουμε το έδαφος. Από την άλλη, κάποιος πρέπει να βρίσκεται στην καλύτερη του και οξύτερη διάθεση για μια τέτοια δουλίτσα σαν κι αυτή, και δεν ήθελα να την κάνω αποκαμωμένος από ένα μακρύ ταξίδι. Είδα το νεαρό ΜακΚάρθυ.»

«Και τι έμαθες από εκείνον;»

«Τίποτα.»

«Δεν έριξε διόλου φως;»

«Καθόλου. Συλλογίστηκα κάποια στιγμή πως γνώριζε ποιος ή ποια το είχε κάνει και πως τον κάλυπτε, όμως είμαι πλέον πεπεισμένος πως είναι τόσο προβληματισμένος όσο κάθε άλλος. I reasoned at one point that he knew who had done it and that she was covering for him, but I am now convinced that he is as troubled as anyone else. Δεν είναι πολύ εύστροφος νεαρός, μολονότι ελκυστικός στην εμφάνιση και, θα έλεγα, καλόκαρδος.»

«Δε θαυμάζω το γούστο του,» σχολίασα, «αν όντως αποτελεί γεγονός πως υπήρξε ενάντιος σε ένα γάμο με μια τόσο χαριτωμένη νεαρή κυρία όπως η Δεσποινίδα Τέρνερ.» "I do not admire his taste," I commented, "if it is indeed a fact that he was opposed to a marriage with such a graceful young lady as Miss Turner."

«Αχ, έπ' αυτού κρέμεται μια μάλλον θλιβερή ιστορία. Ο τύπος είναι παράφορα, τρελά, ερωτευμένος μαζί της, αλλά κάπου δυο χρόνια πριν, όταν ήταν παιδί ακόμη, και πριν πραγματικά τη γνωρίσει, γιατί έλειπε για πέντε χρόνια σε κάποιο εσωτερικό σχολείο, τι κάνει ο κουτός άλλο εκ του να πιαστεί στην αρπάγη μιας γκαρσόνας στο Μπρίστολ και να την παντρευτεί σε κάποιο ληξιαρχικό γραφείο; Κανείς δε γνωρίζει ούτε λέξη περί του ζητήματος, όμως φαντάζεσαι πόσο εξοργιστικό θα πρέπει να είναι για εκείνον να επιπλήττεται για δεν κάνει αυτό για το οποίο θα έδινε και τα ίδια του τα μάτια για να κάνει, αλλά το οποίο γνωρίζει πως είναι απολύτως αδύνατον. The guy is madly, madly, in love with her, but a couple of years ago, when he was still a kid, and before he really knew her, because he was away for five years at some boarding school, what does the fool do but get caught in the grip of a Bristol waitress and marry her in some registry office? No one knows a word of the matter, but you can imagine how infuriating it must be for him to be scolded for not doing what he would give his own eyes to do, but which he knows is absolutely impossible. Επρόκειτο για καθαρή μανία τέτοιου είδους, η οποία τον έκανε να σηκώσει τα χέρια του στον αέρα όταν ο πατέρας του, κατά την τελευταία τους συνάντηση, τον τσίγκλησε να κάνει πρόταση στη δεσποινίδα Τέρνερ. It was pure mania of the kind that made him throw up his hands in the air when his father, at their last meeting, bullied him into proposing to Miss Turner. Αφετέρου, δεν είχε τα μέσα να συντηρηθεί, και ο πατέρας του, ο οποίος ήταν από κάθε άποψη ένας σκληρός άνθρωπος, θα τον είχε ξεκόψει εντελώς αν γνώριζε την αλήθεια. Ήταν με τη γκαρσόνα σύζυγο του που είχε περάσει τις τελευταίες τρεις ημέρες στο Μπρίστολ, και ο πατέρας του δε γνώριζε που βρισκόταν. He was with his waitress wife who had spent the last three days in Bristol, and his father did not know where he was. Θυμήσου αυτό το θέμα. Έχει σημασία. Καλό προήλθε μέσα από το κακό, εντούτοις, γιατί η γκαρσόνα, μαθαίνοντας από τις εφημερίδες πως είχε σοβαρά μπλεξίματα και πιθανόν να κρεμαστεί, ξέκοψε εντελώς μαζί του και του έγραψε για να πει πως έχει ήδη σύζυγο στο Ναυπηγείο Bermuda, έτσι ώστε στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία δέσμευση μεταξύ τους. Πιστεύω πως αυτό το νέο παρηγόρησε το νεαρό ΜακΚάρθυ για όλα όσα υπέμεινε.»

«Όμως αν είναι αθώος, ποιος το έκανε;»

«Αχ! Ποιος; Θα σου εφιστούσα την προσοχή συγκεκριμένα σε δυο σημεία. Το ένα είναι πως ο δολοφονηθείς είχε ραντεβού με κάποιον στη λίμνη, και πως αυτός ο κάποιος δε μπορεί να ήταν ο γιος του, επειδή ο γιος του έλειπε, και δε γνώριζε πότε θα επέστρεφε. One is that the murdered man had a date with someone at the lake, and that someone couldn't have been his son, because his son was away, and he didn't know when he was coming back. Το δεύτερο είναι πως ο δολοφονηθείς ακούστηκε να φωνάξει ‘Κόϊ!' πριν μάθει πως ο γιος του είχε επιστρέψει. Αυτά είναι σημεία υψίστης σημασίας εκ των οποίων η υπόθεση εξαρτάται. Και τώρα ας μιλήσουμε σχετικά με τον Τζωρτζ Μέρεντιθ , αν δε σε πειράζει, και θα αφήσουμε όλα τα δευτερεύοντα ζητήματα μέχρι αύριο.»

Δεν έβρεξε, όπως ο Χολμς είχε προβλέψει, και το πρωινό χάραξε λαμπρό και ασυννέφιαστο. Στις εννέα ο Λεστρέιντ πέρασε να μας πάρει με μια άμαξα, και ξεκινήσαμε για την αγροικία Χάθερλυ και το Μπόσκομπ Πούλ.

«Είχαμε σοβαρά νέα σήμερα,» παρατήρησε ο Λεστρέιντ. «Λέγεται πως ο κ. Τέρνερ, εκ της Έπαυλης, είναι τόσο άρρωστος που η ζωή του έχει καταστεί απέλπιδη.»

«Ηλικιωμένος, υποθέτω;» είπε ο Χολμς.

«Περί τα εξήντα· όμως ο οργανισμός του έχει διαλυθεί από τη ζωή του στο εξωτερικό, και η υγεία του δεν υπήρξε καλή εδώ και καιρό. Αυτή η υπόθεση είχε ιδιαίτερα άσχημη επίδραση πάνω του. Ήταν παλιός φίλος του ΜακΚάρθυ, και, θα προσέθετα, μεγάλος ευεργέτης του, γιατί έχω μάθει πως του έδωσε τιμής ένεκεν την αγροικία Χάθερλυ.» He was an old friend of McCarthy's, and, I might add, a great benefactor of his, for I understand that he gave him the Hatherly farmstead as a tribute."

«Όντως! Ενδιαφέρον,» είπε ο Χολμς.

«Ω, μάλιστα! Με εκατοντάδες άλλους τρόπους του έχει συμπαρασταθεί. Ο καθένας εδώ γύρω μιλά για την καλοσύνη του προς αυτόν.»

«Αλήθεια! Δε σου φαίνεται λιγάκι περίεργο που αυτός ο ΜακΚάρθυ, ο οποίος εμφανίζεται να έχει ελάχιστα δικά του, και που ζούσε υπό τέτοιας υποχρέωσης προς τον Τέρνερ, μιλούσε ακόμη για γάμο του γιου του προς την κόρη του Τέρνερ, η οποία είναι, προφανώς, κληρονόμος της περιουσίας, και μάλιστα κατά έναν τόσο πολύ αυτάρεσκο τρόπο, σα να επρόκειτο απλά για μια περίπτωση πρότασης και όλα τα άλλα θα ακολουθούσαν; Είναι το πλέον περίεργο, αφότου γνωρίζουμε πως ο Τέρνερ ο ίδιος ήταν ενάντιος στην ιδέα. Does it not strike you as a little strange that this McCarthy, who appears to have very little of his own, and who lived under such obligation to Turner, should still be talking about his son's marriage to Turner's daughter, who is, apparently, heir to the estate, and in so very complacent a manner, as if it were simply a case of a proposal and everything else would follow? It is most curious, after we know that Turner himself was opposed to the idea. Η κόρη αυτά τουλάχιστον μας είπε. Δε συμπεραίνεις τίποτα εξ αυτού;»

«Φτάσαμε στις επαγωγές και τους συμπερασμούς,» είπε ο Λεστρέιντ, κλείνοντας μου το μάτι. "We've come to deductions and inferences," Lestrade said, winking at me. «Το βρίσκω αρκετά δύσκολο να αντιμετωπίσω τα γεγονότα, Χολμς, δίχως να παρασυρθώ σε θεωρίες και φαντασιώσεις.»

«Έχεις δίκιο,» είπε ο Χολμς, μαζεμένα· «όντως συναντάς δυσκολία στην αντιμετώπιση των γεγονότων.»

«Παραταύτα, Αντιλήφθηκα ένα γεγονός το οποίο φαίνεται πως εσύ συναντάς δυσκολίες να κατανοήσεις,» αποκρίθηκε ο Λεστρέιντ με κάποια ένταση.

«Κι αυτό είναι—»

«Πως ο πρεσβύτερος ΜακΚάρθυ βρήκε το θάνατο του από τον νεώτερο ΜακΚάρθυ και πως όλες οι θεωρίες περί του αντιθέτου αποτελούν απλούστατα φαντασιώσεις .» "That the elder McCarthy met his death at the hands of the younger McCarthy, and that all theories to the contrary are mere fantasies."

«Μάλιστα, και οι φαντασιώσεις είναι καλύτερες από τις ομίχλες,» είπε ο Χολμς γελώντας. «Εντούτοις θα κάνω μεγάλο λάθος αν αυτή στα αριστερά μας δεν είναι η αγροικία Χάθερλυ.»

«Ναι, αυτή είναι.»

Επρόκειτο περί ενός μακριού, φαινομενικά ευρύχωρο κτίσμα, δύο ορόφων, κεραμιδένιας σκεπής, με μεγάλες κίτρινες πιτσιλιές λειχήνων επί των γκρίζων τοίχων του. It was a long, seemingly spacious, two-storey, tiled-roofed building, with large yellow lichen splashes on its grey walls. Οι τραβηγμένες κουρτίνες και οι άκαπνες καμινάδες του, ωστόσο, του προσέδιδαν μια αρρωστημένη εμφάνιση, λες και το βάρος της φρίκης το κάλυπτε ακόμη βαριά. Χτυπήσαμε την πόρτα, όταν η υπηρέτρια, κατόπιν αιτήματος του Χολμς, μας έδειξε τις μπότες τις οποίες ο αφέντης της φορούσε κατά την ώρα του θανάτου του, και επίσης ένα ζευγάρι του γιου, μολονότι όχι το ζευγάρι εκείνο το οποίο φορούσε τότε. Έχοντας τις μετρήσει προσεκτικά από εφτά με οχτώ διαφορετικές μεριές, ο Χολμς, ζήτησε να οδηγηθεί στην αυλή, από την οποία όλοι μας ακολουθήσαμε το φιδιστό μονοπάτι που οδηγούσε στο Μπόσκομπ Πουλ.

Ο Σέρλοκ Χολμς μεταμορφωνόταν όταν βρισκόταν επί μιας οσμής όπως αυτή. Sherlock Holmes was transformed when he stood on a smell like that. Άνθρωποι που τον είχαν γνωρίσει μονάχα ως το σιωπηλό στοχαστή και άνθρωπο της λογικής στην οδό Μπέϊκερ δε θα τον αναγνώριζαν. People who had known him only as the silent thinker and man of reason on Baker Street would not have recognized him. Το πρόσωπο του αναψοκοκκίνισε και σκυθρώπιασε. Τα φρύδια του τραβήχτηκαν σε δυο κοφτές μαύρες γραμμές, ενώ τα μάτια του έλαμψαν από κάτω τους με μια ατσαλένια λάμψη. Το πρόσωπο του σκυφτό, οι ώμοι του χαμηλωμένοι, τα χείλη του σφιγμένα, και οι φλέβες του ξεχώριζαν σα σκοινί στο μακρύ, μυώδη λαιμό του. Τα ρουθούνια του έμοιαζαν να διαστέλλονται από μια καθαρή ζωώδη λαχτάρα για κυνήγι, και το μυαλό του ήταν τόσο απόλυτα συγκεντρωμένο επί του ζητήματος ενώπιον του ώστε μια ερώτηση ή κάποιο σχόλιο θα έπεφτε στο κενό, ή, στην καλύτερη περίπτωση, θα προκαλούσε μονάχα ένα κοφτό, ανυπόμονο γρύλισμα προς απάντηση. His nostrils seemed to dilate with a pure animal lust for the hunt, and his mind was so completely concentrated on the matter before him that a question or comment would fall on deaf ears, or, at best, would only elicit a sharp, impatient growl in reply. Γοργά και αθόρυβα άνοιξε δρόμο μες το μονοπάτι το οποίο διέτρεχε τα λιβάδια, και έτσι προς τη μεριά του δάσους και του Μπόσκομπ Πουλ. Επρόκειτο για ένα πνιγηρό, βαλτώδες μέρος, όπως κι όλη η περιοχή, και υπήρχαν ίχνη πολλών ποδιών, τόσο επί του μονοπατιού όσο και καταμεσής των κοντών χόρτων τα οποία το πλαισίωναν από κάθε μεριά. It was a swampy, swampy place, like the whole area, and there were many footprints, both on the path and in the short grasses that flanked it on all sides. Μερικές φορές ο Χολμς θα επιτάχυνε, μερικές θα στεκόταν επιτόπου, και σε μια περίσταση έκανε μια καλούτσικη παράκαμψη μέσα στο λιβάδι. Ο Λεστρέιντ κι εγώ περπατούσαμε πίσω του, ο ντετέκτιβ απαθής και όλο περιφρόνηση, ενώ εγώ παρακολουθούσα το φίλο μου με το ενδιαφέρον που ξεπηδούσε εκ της πεποίθησης πως κάθε μια από τις ενέργειες του ήταν προσανατολισμένη προς κάποιο συγκεκριμένο σκοπό.

Το Μπόσκομπ Πουλ, το οποίο είναι μια μικρή λιμνούλα τριγυρισμένη από καλαμιές κάπου πενήντα μέτρα απ' άκρη σ' άκρη, και βρίσκεται στο όριο μεταξύ της αγροικίας Χάθερλι και του ιδιωτικού πάρκου του πλουσίου κ. Τέρνερ. Πέρα από τα δάση που την πλαισίωναν από την αντικρινή μεριά διακρίναμε τις κόκκινες, υπερυψωμένες κορυφές που επισήμαιναν την τοποθεσία της κατοικίας του γαιοκτήμονα. Από την μεριά του Χάθερλι τα δάση πύκνωναν γύρω από τη λιμνούλα, και υπήρχε μια στενή ζώνη από μουλιασμένο χορτάρι είκοσι βήματα μεταξύ της άκρης των δέντρων και των καλαμιών που πλαισίωναν τη λίμνη. Ο Λεστρέιντ μας έδειξε το ακριβές σημείο στο οποίο το σώμα είχε ανακαλυφθεί, και, όντως, τόσο υγρό ήταν το έδαφος, που διέκρινα σαφέστατα τα ίχνη τα οποία είχαν αφεθεί από την πτώση του χτυπημένου άντρα. Για τον Χολμς, όπως έβλεπα από το ανυπόμονο πρόσωπο και τα διαπεραστικά μάτια, πάρα πολλά άλλα πράγματα υπήρχαν επί του πατημένου χορταριού. Έτρεξε κάνοντας το γύρο, σα σκύλος που πιάνει κάποια οσμή, και κατόπιν στράφηκε επί του συντρόφου μας.

«Γιατί μπήκατε μέσα στη λιμνούλα;» ρώτησε.

«Έψαξα ολόγυρα με μια τσουγκράνα. Σκέφτηκα πως πιθανόν να υπήρχαν κάποια όπλα ή άλλα ίχνη. Μα πως στο καλό—»

«Όχου, τσκ τσκ! Δεν έχω χρόνο! Εκείνο το αριστερό σου πόδι με την εσωστρεφή καμπή βρίσκεται παντού. That left foot of yours with the inward bend is everywhere. Κι ένας τυφλοπόντικας θα το ‘βρισκε, και εκεί εξαφανίζεται ανάμεσα στα καλάμια. And a mole would find it, and there it disappears among the reeds. Ω, πόσο απλά θα ήταν όλα αν είχα έρθει εδώ πριν έρθουν σα κοπάδι από βουβάλια και τσαλαπατήσουν τα πάντα. Ορίστε εδώ είναι η ομάδα που ήταν με τον φύλακα, και έχουν καλύψει όλα τα ίχνη για δυο με τρία μέτρα γύρω από το σώμα. Όμως υπάρχουν τρία ξεχωριστά ίχνη των ίδιων ποδιών.» Τράβηξε έξω το φακό του και γονάτισε πάνω στο αδιάβροχο του για να δει καλύτερα, μιλώντας διαρκώς πιότερο στον εαυτό του παρά σε εμάς. «Αυτά είναι τα πόδια του νεαρού ΜκΚάρθυ. Τις δυο φορές περπατούσε, και τη μία έτρεξε βιαστικά, έτσι ώστε οι σόλες των παπουτσιών του έχουν εντυπωθεί βαθύτερα ενώ τα τακούνια είναι μόλις ορατά. Αυτό στηρίζει την ιστορία του. Έτρεξε μόλις είδε τον πατέρα του στο έδαφος. Κατόπιν εδώ έχουμε τα πόδια του πατέρα καθώς βημάτιζε πέρα δώθε. Τι είναι αυτά, τότε; Ακροπατήματα! What are these, then? Acrostheses! Ακροπατήματα! Τετράγωνα, επίσης, εντελώς ασυνήθιστες μπότες! Squares, too, completely unusual boots! Έρχονται, απομακρύνονται, κι έρχονται ξανά —φυσικά αυτή τη φορά για το μανδύα. Όμως από πού ήρθαν;» Έτρεξε πέρα δώθε, κάποιες φορές χάνοντας, άλλες πάλι εντοπίζοντας τα ίχνη μέχρι που βρισκόμασταν για τα καλά στην άκρη του δάσους και κάτω από την σκιά μιας μεγάλης οξιάς, του μεγαλύτερου δέντρου της περιοχής. Ο Χολμς προχώρησε ερευνητικά προς την άλλη μεριά της και έπεσε ξανά κάτω με τα μούτρα βγάζοντας μια κραυγή ικανοποίησης. Για μεγάλο διάστημα παρέμεινε εκεί, αναποδογυρίζοντας τα φύλα και τα ξερόκλαδα, μαζεύοντας ότι μου φάνηκε σα χώμα μέσα σε ένα φάκελο και εξετάζοντας με το φακό του όχι μόνο το έδαφος αλλά ακόμη και τον κορμό του δέντρου ως εκεί που έφτανε. Μια αιχμηρή πέτρα ήταν πεσμένη μέσα στα βρύα, και την οποία εξέτασε επίσης προσεκτικά και μάζεψε. Κατόπιν ακολούθησε ένα μονοπάτι μέσω από το δάσος ώσπου έφτασε στον κεντρικό δρόμο, όπου όλα τα ίχνη χάνονταν.

«Υπήρξε υπόθεση εξαιρετικού ενδιαφέροντος,» σχολίασε, επιστρέφοντας στη φυσιολογική του συμπεριφορά. «Φαντάζομαι πως αυτό το γκρίζο σπίτι στα αριστερά μας πρέπει να είναι το περίπτερο. "I imagine that gray house on our left must be the kiosk. Νομίζω πως θα πάω να πω δυο κουβέντες με τον Μοράν, και ίσως να γράψω ένα σημειωματάκι. Έχοντας το ολοκληρώσει, ίσως να επιστρέψουμε πίσω στο γεύμα μας. Having completed this, we may return back to our meal. Μπορείτε να πάτε στην άμαξα, και θα είμαι μαζί μας σε λίγο.»

Είχαν περάσει κάπου δέκα λεπτά πριν φτάσουμε στην άμαξα και επιστρέψουμε πίσω στο Ρος, με τον Χολμς να μεταφέρει ακόμη μαζί του την πέτρα που είχε μαζέψει στο δάσος.

«Ίσως να σε ενδιαφέρει, Λεστρέιντ,» σχολίασε, παραδίδοντας τού τη. «Ο φόνος διεπράχθη με αυτή.»

«Δεν βλέπω καθόλου σημάδια.»

«Δεν υπάρχουν.»

«Πως το γνωρίζεις, τότε;»

«Το χορτάρι μεγάλωνε από κάτω της. Είχε παραμείνει εκεί μόλις για λίγες μέρες. Δεν υπήρχε ίχνος κάποιου σημείου εκ του οποίου να είχε παρθεί. Ανταποκρίνεται στα τραύματα. Δεν υπάρχει κανένα ίχνος κάποιου άλλου όπλου.»

«Και ο δολοφόνος;»

«Πρόκειται περί ενός ψηλού άντρα, ο οποίος κουτσαίνει από το αριστερό πόδι, φορά χοντρόσολες κυνηγετικές μπότες και γκρίζο μανδύα, καπνίζει ινδικά τσιγάρα, χρησιμοποιεί πίπα, και κουβαλάει ένα στομωμένο στιλέτο στην τσέπη του. Υπάρχουν αρκετές άλλες ενδείξεις, όμως αυτές ενδεχομένως να αρκούν στο να συμβάλλουν στην έρευνα μας.»

Ο Λεστρέιντ γέλασε. «Φοβάμαι πως είμαι ακόμη κάπως δύσπιστος,» είπε. «Οι θεωρίες είναι πολύ καλές, όμως έχουμε να διαπραγματευθούμε με ένα πραγματιστικό Βρετανικό σώμα ενόρκων.» "The theories are very good, but we have to negotiate with a pragmatic British jury."

«Nous verrons,» απάντησε γαλήνια ο Χολμς. "Nous verrons," replied Holmes serenely. «Εργάσου με το δικό σου τρόπο, κι εγώ θα εργαστώ με το δικό μου. Θα είμαι απασχολημένος σήμερα το απόγευμα, και ενδεχομένως να επιστρέψω στο Λονδίνο με το βραδινό τραίνο.»

«Και να αφήσεις την υπόθεση σου ανολοκλήρωτη;»

«Όχι, τελειωμένη.»

«Μα το μυστήριο;»

«Λύθηκε.»

«Ποιος ήταν ο εγκληματίας, τότε;»

«Ο κύριος που περιγράφω.»

«Μα ποιος είναι;»

«Σίγουρα δε θα σου είναι δύσκολο να ανακαλύψεις. Δεν είναι δα και τόσο πυκνοκατοικημένη η περιοχή.»

Ο Λεστρέιντ ανασήκωσε τους ώμους του. «Είμαι πρακτικός άνθρωπος,» είπε, «και ειλικρινά δε μπορώ να αναλάβω να τριγυρνάω ολόγυρα ψάχνοντας για έναν αριστερόχειρα κύριο με χωλό πόδι. Θα γινόμουν ο περίγελος της Σκότλαντ Γιάρντ.»

«Εντάξει,» είπε ο Χολμς ήρεμα. «Σου έδωσα την ευκαιρία. Ορίστε το διαμέρισμα σου. Αντίο. Θα σου στείλω μήνυμα πριν φύγω.»

Έχοντας αφήσει τον Λεστρέιντ στο δωμάτιο του, πήγαμε με την άμαξα στο ξενοδοχείο μας, όπου και βρήκαμε το φαγητό στο τραπέζι. Ο Χολμς ήταν σιωπηλός και βυθισμένος στις σκέψεις με μια πονεμένη έκφραση επί του προσώπου του, σα κάποιον που βρίσκει εαυτώ σε δύσκολη θέση.» Holmes was silent and deep in thought with a pained expression on his face, like someone who finds himself in a difficult situation."

«Κοίτα δω, Γουώτσον,» είπε όταν το τραπεζομάντιλο είχε καθαριστεί, «κάτσε απλά κάτω σε ετούτη την καρέκλα και άσε να σου τα πω λιγάκι. Δεν ξέρω τι ακριβώς να κάνω, και θα εκτιμούσα τη συμβουλή σου. Άναψε ένα τσιγάρο και επέτρεψε μου να το αναλύσω.»

«Παρακαλώ κάνε το.»

«Λοιπόν, τώρα, λαμβάνοντας υπόψη την υπόθεση υπάρχουν δυο σημεία σχετικά με την κατάθεση του νεαρού ΜκΚάρθυ τα οποία μας έκαναν εντύπωση αμέσως, μολονότι εμένα μου έδωσαν μια θετική εντύπωση ενώ σε εσένα αρνητική. Το ένα υπήρξε το γεγονός πως ο πατέρας του φώναξε, σύμφωνα με την κατάθεση του, ‘Κοόιιι!' πριν τον δει. Το άλλο υπήρξε η μοναδική επιθανάτια αναφορά σε έναν rat. The other was the only fatal reference to a rat. Μουρμούρισε αρκετές λέξεις, καταλαβαίνεις, όμως αυτό ήταν το μόνο που έπιασε το αυτί του γιου. Τώρα από αυτό το διπλό σημείο η έρευνα μας πρέπει να ξεκινήσει, και θα την αρχίσουμε υποθέτοντας πως ότι λέει το παλικάρι είναι απόλυτα ειλικρινές.»

«Και τι με αυτό το ‘Κοόιιι!' τότε;»

«Λοιπόν, προφανώς δεν προοριζόταν για το γιο. Ο γιος, από όσο γνώριζε, βρισκόταν στο Μπρίστολ. Από απλή τύχη βρέθηκε σε απόσταση ακοής. By sheer luck he was within earshot. Το ‘Κοόιιι!' προοριζόταν για να προσελκύσει τη προσοχή αυτού με τον οποίο είχε ραντεβού. Όμως το ‘Κοόιιι' αποτελεί μια σαφώς Αυστραλιανή κραυγή, και η οποία χρησιμοποιείται μεταξύ Αυστραλών. Υπάρχει το ισχυρό τεκμήριο πως το πρόσωπο που ο ΜκΚάρθυ ανέμενε να τον συναντήσει στο Μπόσκομπ Πουλ ήταν κάποιος που είχε ζήσει στην Αυστραλία.» There is a strong presumption that the person McCarthy expected to meet him at Boscombe Poole was someone who had lived in Australia."

«Και με τον rat, τότε;»

Ο Σέρλοκ Χολμς έβγαλε ένα διπλωμένο χαρτί από την τσέπη του και το ίσιωσε πάνω στο τραπέζι. «Αυτός είναι ένας χάρτης της Αποικίας της Βικτόρια,» είπε. «Τηλεγράφησα στο Μπρίστολ για αυτόν χθες το βράδυ.» Ακούμπησε το χέρι του σε ένα μέρος του χάρτη. «Τι διαβάζεις;»

«ARAT,» διάβασα.

«Και τώρα;» Ανασήκωσε το χέρι του.

«ΜΠΑΛΛΑΡΑΤ.»

Ακριβώς. Αυτή ήταν η λέξη που έβγαλε ο άνθρωπος, και από την οποία ο γιος έπιασε μόνο τις τελευταίες δυο συλλαβές. Προσπαθούσε να πει το όνομα του δολοφόνου του. Έτσι και έτσι, από το Μπάλλαρατ.»

«Είναι υπέροχο!» αναφώνησα.

“Είναι προφανές. Και τώρα, βλέπεις, περιόρισα το πεδίο υπερβολικά. Η κατοχή ενός γκρίζου ενδύματος υπήρξε ένα τρίτο σημείο το οποίο, με δεδομένη ως ορθή την δήλωση του γιου, αποτελούσε βεβαιότητα. The possession of a grey garment was a third point which, given the son's statement as correct, was a certainty. Φτάσαμε πλέον εκτός της απλής ασάφειας στην προσδιορισμένη σύλληψη ενός Αυστραλού από το Μπάλλαρατ με γκρίζο μανδύα.»

«Βεβαίως.»

«Και κάποιος ο οποίος ζούσε στην περιοχή, γιατί η λίμνη μπορεί μόνο να προσεγγισθεί από το αγρόκτημα ή από την έπαυλη, όπου ξένοι δύσκολα θα πλησίαζαν.» "And someone who lived in the area, because the lake can only be approached from the farm or the mansion, where strangers would hardly approach."

«Ακριβώς.»

«Έτσι λοιπόν φτάνουμε στη σημερινή μας αποστολή. Από εξέταση του εδάφους αποκόμισα τις στοιχειώδεις λεπτομέρειες τις οποίες έδωσα σε εκείνον το βλάκα, τον Λεστρέιντ, όσον αφορά την ταυτότητα του εγκληματία.» From examination of the ground I obtained the rudimentary details which I gave to that idiot, Lestrade, as to the identity of the criminal."

«Όμως πως τις αντιλήφθηκες;»

«Γνωρίζεις την μέθοδο μου. Βασίζεται επί της παρατήρησης των λεπτομερειών.»

«Το ύψος του γνωρίζω πως πιθανόν χονδρικά το έκρινες από το μήκος του διασκελισμού του. Οι μπότες, επίσης, ίσως να φανερώνονται από τα ίχνη τους.»

«Ναι, επρόκειτο για περίεργες μπότες.»

«Μα η χωλότητα του;»

«Το αποτύπωμα του δεξιού του ποδιού ήταν λιγότερο έντονο από του αριστερού του. Έβαζε λιγότερο βάρος πάνω του. Γιατί; Επειδή χώλαινε —ήταν χωλός.»

«Μα η αριστεροχειρία του.»

«Έμεινες κι ο ίδιος έκπληκτος από τη φύση του τραύματος όπως κατεγράφη από το χειρούργο κατά την προανακριτική έρευνα. Το χτύπημα προήρθε άμεσα από πίσω, και όμως ήταν επί της αριστερής πλευράς. Τώρα, πως γίνεται αυτό εκτός κι αν επρόκειτο για κάποιον αριστερόχειρα; Είχε σταθεί πίσω από εκείνο το δέντρο κατά τη διάρκεια της κουβέντας μεταξύ πατέρα και γιου. Now, how does that work unless it was a left-handed person? He had stood behind that tree during the conversation between father and son. Είχε ακόμη καπνίσει εκεί. Βρήκα τη στάχτη ενός πούρου, η οποία με την εξειδικευμένη γνώση μου για τις στάχτες του καπνού μου επιτρέπει να αποφανθώ πως ήταν ένα Ινδικό πούρο. Έχω, όπως γνωρίζεις, αφιερώσει κάποιο χρόνο επί αυτού, και γράψει μια μικρή μονογραφία στις στάχτες 140 διαφορετικών ποικιλιών καπνού πίπας, πούρου και τσιγάρου. Έχοντας ανακαλύψει τη στάχτη, κατόπιν κοίταξα τριγύρω και ανακάλυψα τη γόπα μέσα στα βρύα όπου την είχε ρίξει. Επρόκειτο για ένα Ινδικό πούρο, της ποικιλίας που παράγεται στο Ρότερνταμ.»

«Και η πίπα;»

«Διέκρινα πως η άκρη δε βρισκόταν στο στόμα του. Συνεπώς χρησιμοποίησε πίπα. Η άκρη είχε κοπεί, δεν είχε δαγκωθεί, όμως το κόψιμο δεν ήταν καθαρό, έτσι συμπέρανα ένα στομωμένο στιλέτο τσέπης.» The edge was cut, not bitten, but the cut was not clean, so I concluded a dull pocket dagger."

«Χολμς,» είπα, «έστησες ένα δίχτυ γύρω από αυτόν τον άνθρωπο από το οποίο δε μπορεί να διαφύγει, και έσωσες μια αθώα ανθρώπινη ζωή τόσο λες κι έκοψες το σκοινί από το οποίο κρεμόταν. Αντιλαμβάνομαι την κατεύθυνση στην οποία όλα αυτά δείχνουν. I understand the direction in which all this is pointing. Ο δράστης είναι —»

«Ο κ. Τζων Τέρνερ,» φώναξε ο σερβιτόρος του ξενοδοχείου, ανοίγοντας την πόρτα του καθιστικού μας, και οδηγώντας εντός έναν επισκέπτη.

Ο άντρας ο οποίος είχε εισέλθει αποτελούσε μια περίεργη και εντυπωσιακή μορφή. Το αργό, χωλό βήμα του και οι κυρτοί ώμοι του προσέδιδαν την εμφάνιση της γεροντικής εξασθένισης, και όμως τα σκληρά, βαθιά χαραγμένα, τραχιά χαρακτηριστικά του, και τα πελώρια άκρα του έδειχναν πως κατείχε ασυνήθιστη δύναμη αντοχής και χαρακτήρα. Η πλεγμένη γενειάδα του, τα γκριζαρισμένα μαλλιά, και τα προεξέχοντα, βαριά φρύδια συνδυάζονταν για να προσδώσουν έναν αέρα αξιοπρέπειας και δύναμης στην εμφάνιση του, όμως το πρόσωπο του ήταν κάτωχρο, ενώ τα χείλη του και οι γωνίες των ρουθουνιών του χρωματίζονταν από μια γαλαζωπή απόχρωση. Μου ήταν σαφές με μια ματιά πως βρισκόταν στην αρπάγη κάποιας θανάσιμης και χρόνιας ασθένειας. It was clear to me at a glance that he was in the grip of some deadly and chronic illness.

«Παρακαλώ καθίστε στον καναπέ,» είπε ο Χολμς ευγενικά. «Λάβατε το μήνυμα μου;»

«Μάλιστα, ο φύλακας του καταφυγίου το ανέβασε. "In fact, the shelter keeper posted it. Είπατε πως θέλετε να με δείτε εδώ για να αποφευχθεί το σκάνδαλο.» You said you wanted to see me here to avoid a scandal."

«Σκέφτηκα πως ο κόσμος μπορεί να το κουβέντιαζε αν ερχόμουν στην Έπαυλη.»

«Και γιατί θέλατε να με δείτε;» Κοίταξε προς τον σύντροφο μου με απόγνωση στα κουρασμένα του μάτια, λες κι η ερώτηση του είχε ήδη απαντηθεί.

«Μάλιστα,» είπε ο Χολμς, απαντώντας περισσότερο στο βλέμμα παρά στις λέξεις. «Έτσι είναι. Τα γνωρίζω όλα σχετικά με τον ΜκΚάρθυ.»

Ο ηλικιωμένος βύθισε το πρόσωπο στα χέρια του. «Ο Θεός να με βοηθήσει!» φώναξε. «Μα δε θα άφηνα το νεαρό να πάθει κακό. "But I wouldn't let the young man get hurt. Σας δίνω το λόγο μου πως θα είχα μιλήσει αν κατέληγε εις βάρος του στο εποχιακό δικαστήριο.» I give you my word that I would have spoken up if it ended up against him in seasonal court."

«Χαίρομαι που ακούω να το λέτε,» είπε ο Χολμς αυστηρά.

«Θα είχα μιλήσει αν δεν ήταν για το αγαπημένο μου κορίτσι. Θα της έσπαγε την καρδιά —θα της κομματιάσει την καρδιά όταν μάθει πως συνελήφθηκα.»

«Ενδέχεται να μη φτάσουμε εκεί,» είπε ο Χολμς. "We may not get there," Holmes said.

«Πως;»

«Δεν είμαι επίσημος πράκτορας. Αντιλαμβάνομαι πως επρόκειτο για την κόρη σας η οποία απαίτησε την παρουσία μου εδώ, και δρω υπέρ των συμφερόντων της. I understand that it was your daughter who requested my presence here, and I am acting in her interests. Ο νεαρός ΜκΚάρθυ οφείλεται να απελευθερωθεί ωστόσο.»

«Είμαι ετοιμοθάνατος,» είπε ο γέρο-Τέρνερ. «Είχα διαβήτη εδώ και χρόνια. Ο γιατρός μου λέει πως ζήτημα είναι να βγάλω το μήνα. Όμως θα προτιμούσα να πεθάνω κάτω από τη στέγη μου παρά στη φυλακή.»

Ο Χολμς σηκώθηκε και κάθισε στο τραπέζι με την πένα του στο χέρι και μερικές σελίδες χαρτιού μπροστά του. «Απλώς πείτε μας την αλήθεια,» είπε. "Just tell us the truth," he said. «Θα καταγράψω απλώς τα γεγονότα. Εσείς θα τα υπογράψετε, και ο Γουώτσον από εδώ μπορεί να παρασταθεί ως μάρτυρας. Κατόπιν θα μπορέσω να το παρουσιάσω στην τελευταία δικάσιμο για να σώσω το νεαρό ΜκΚάρθυ. Σας υπόσχομαι πως δε θα το χρησιμοποιήσω εκτός κι αν καταστεί απολύτως αναγκαίο.»

«Το ίδιο κάνει,» είπε ο γέρος· «ζήτημα είναι αν θα ζήσω μέχρι τη δικάσιμο, έτσι ελάχιστη σημασία έχει για μένα, όμως θα επιθυμούσα να γλιτώσω την Άλις από το σοκ. "So does it," said the old man; "it is a question of whether I shall live to the trial, so it matters little to me, but I should like to spare Alice the shock. Και τώρα θα αποσαφηνίσω την κατάσταση· διήρκεσε πολύ καιρό, μα δε θα μου πάρει πολύ να σας τα πω.

«Δε γνωρίζατε το νεκρό, τον ΜκΚάρθυ. Ήταν ο διάβολος, προσωποποιημένος. Σας το λέω. Ο θεός να σας φυλάξει από τα χέρια ενός τέτοιου ανθρώπου σα κι αυτόν. Το κράτημα του πάνω μου διήρκεσε αυτά τα είκοσι χρόνια, και μου κατέστρεψε τη ζωή. His hold on me has lasted these twenty years, and it has ruined my life. Θα σας πω πως έφτασα να βρεθώ υπό την εξουσία του.

«Ήταν κάπου στις αρχές του '60 στα σκαψίματα. Ήμουν νεώτερος τότε, θερμόαιμος και απερίσκεπτος, έτοιμος να απλώσω το χέρι μου προς καθετί· βρέθηκα μεταξύ κακών συντρόφων, άρχισα να πίνω, δεν είχα καθόλου τύχη με το τίτλο μου, (took to the bush), και με μια λέξη έγινα ότι εδώ πέρα θα αποκαλούσατε παράνομο . Ήμασταν έξι, και ζούσαμε μια βίαιη, ασύδοτη ζωή, ληστεύοντας κάποιο σταθμό από καιρό σε καιρό, ή σταματώντας τις άμαξες στο δρόμο προς τα ορυχεία. Ο Μαύρος Τζακ του Μπάλλαρατ ήταν το όνομα με το οποίο με γνώριζαν, και η παρέα μας είναι ακόμη αξέχαστη στην αποικία σα Συμμορία του Μπάλλαρατ.

«Μια μέρα ένα καραβάνι χρυσού κατέβηκε από το Μπάλλαρατ προς τη Μελβούρνη, του στήσαμε καρτέρι και επιτεθήκαμε. Υπήρχαν έξι στρατιώτες και έξι από εμάς, έτσι ήταν ζόρικη κατάσταση, όμως αδειάσαμε τέσσερις από τις σέλλες τους με την πρώτη ριξιά. Τρία από τα αγόρια μας σκοτώθηκαν, ωστόσο, πριν να πάρουμε τη λεία μας. Έβαλα το πιστόλι μου στο κεφάλι ενός οδηγού άμαξας, ο οποίος ήταν ο ίδιος ο ΜκΚάρθυ. Εύχομαι μα τον Κύριο να τον είχα πυροβολήσει τότε, όμως τον άφησα να ζήσει, παρότι είδα τα κακόβουλα μάτια του καρφωμένα στο πρόσωπο μου, λες και προσπαθούσε να απομνημονεύσει κάθε χαρακτηριστικό. Φύγαμε με το χρυσάφι, γίναμε πλούσιοι, και επιστρέψαμε στην Αγγλία δίχως να μας υποπτεύονται. Εκεί χώρισα με τα παλιά φιλαράκια μου και αποφάσισα να νοικοκυρευτώ σε μια ήρεμη και αξιοσέβαστη ζωή. Αγόρασα αυτή την έκταση, η οποία έτυχε να πουλιέται, και στρώθηκα να κάνω λίγο καλό με τα χρήματα μου, να εξιλεωθώ για τον τρόπο με τον οποίο τα είχα κερδίσει. Παντρεύτηκα, μάλιστα, και παρότι η σύζυγος μου πέθανε νέα μου άφησε την αγαπημένη μου Άλις. Ακόμη και όταν ήταν μόλις μωρό το χεράκι της έμοιαζε να με οδηγεί στο σωστό δρόμο όσο τίποτα άλλο ποτέ. Με μια λέξη, γύρισα νέα σελίδα και έκανα ότι καλύτερο για να αναπληρώσω για το παρελθόν. Όλα πήγαιναν καλά όταν ο ΜκΚάρθυ με έβαλε στο χέρι του. Everything was going well when McCarthy put me on his arm.

«Είχε πάει στην πόλη σχετικά με μια επένδυση, και τον συνάντησα στην οδό Ρήτζεντ με μόλις ένα παλτό στη ράχη του ή μια μπότα στο πόδι του.

«'Να ‘μαστε, Τζακ,' λέει εκείνος, ακουμπώντας το χέρι μου· ‘θα μας έχεις σαν οικογένεια σου. "'Here we are, Jack,' he says, touching my hand; 'you'll have us as your family. Είμαστε δυο, εγώ κι ο γιος μου, και θα μας φροντίζεις. Αν δε το κάνεις —είναι μια υπέροχη, έννομη επαρχία της Αγγλίας, και υπάρχει πάντοτε ένας αστυνόμος σε απόσταση φωνής.' If you don't - it's a lovely, law-abiding province of England, and there's always a policeman within shouting distance.

«Λοιπόν, κατέβηκαν στη δυτική επαρχία, δεν υπήρχε τρόπος να τους διώξω, και εκεί ζούσαν δίχως νοίκι στην καλύτερη μου γη έκτοτε. "Well, they came down to the western province, there was no way to turn them out, and there they have been living rent-free on my best land ever since. Δεν υπήρχε ανάπαυση για μένα, γαλήνη, λησμονιά· όπου κι αν στρεφόμουν, νάσου το πανούργο, χαμογελαστό πρόσωπο του πίσω μου. There was no rest for me, no peace, no forgetfulness; wherever I turned, there was his cunning, smiling face behind me. Χειροτέρεψε καθώς η Άλις μεγάλωσε, γιατί σύντομα είδε πως φοβόμουν περισσότερο μη μάθει εκείνη το παρελθόν μου από όσο η αστυνομία. Ότι κι αν ζητούσε έπρεπε να το παίρνει, και οτιδήποτε κι αν ήταν του το έδινα δίχως κουβέντα, γη, χρήματα, σπίτια, μέχρι που τελικά ζήτησε κάτι που δε μπορούσα να του δώσω. Ζήτησε την Άλις.

«Ο γιος του, βλέπετε, είχε μεγαλώσει, και το ίδιο και το κορίτσι μου, και καθώς ήταν γνωστό πως η υγεία μου δεν ήταν καλή, του φάνηκε σα μια καλή κίνηση ο γιος του να χωθεί σε ολόκληρη την περιουσία. Όμως σ' αυτό υπήρξα ανένδοτος. Δε θα είχα την καταραμένη του γενιά να ανακατευθεί με τη δική μου όχι πως είχα κάποια αντιπάθεια για το παλικάρι, όμως το αίμα του ήταν μέσα του, και αυτό αρκούσε. I wouldn't have his damned generation mixing with mine, not that I had any dislike for the lad, but his blood was in him, and that was enough. Παρέμεινα ανυποχώρητος. Ο ΜκΚάρθυ απείλησε. Τον προκάλεσα να κάνει ότι χειρότερο μπορούσε. Θα συναντιόμασταν στη λίμνη μεταξύ των σπιτιών μας για να το κουβεντιάσουμε.

«Όταν κατεβήκαμε εκεί κάτω τον βρήκα να μιλάει με το γιο του, έτσι κάπνισα ένα πούρο και περίμενα πίσω από ένα δέντρο ώσπου να έμενε μόνος. Όμως καθώς άκουσα την κουβέντα όλα όσα ήταν μαύρα και πικρά μέσα μου φάνηκαν να βγαίνουν στην επιφάνεια. Πίεζε το γιο του να παντρευτεί την κόρη μου με τόσο λίγο σεβασμό σαν να πίστευε πως ήταν μια πόρνη του δρόμου. Με εξόργισε η σκέψη πως εγώ και όλα όσα αγαπούσα πιότερο θα βρίσκονταν υπό την εξουσία ενός τέτοιου ανθρώπου. Μπορούσα να σπάσω το δεσμό; Ήμουν ήδη ένας ετοιμοθάνατος και απελπισμένος άνθρωπος. Μολονότι έχοντας σαφήνεια σκέψης και αρκετή σωματική δύναμη, ήξερα πως η μοίρα μου είχε σφραγισθεί. Despite having clarity of thought and enough physical strength, I knew my fate was sealed. Όμως η μνήμη μου και το κορίτσι μου· και τα δυο θα σώζονταν αν μπορούσα να σιγάσω τη βρωμερή του γλώσσα. But my memory and my girl; both would be saved if I could silence his filthy tongue. Το έκανα, κ. Χολμς. Θα το έκανα ξανά. Βαθιά όσο κι αν αμάρτησα, έζησα μια ζωή μαρτυρική για να εξιλεωθώ για αυτή. Όμως πως το κορίτσι μου θα μπλεκόταν στα ίδια πράγματα τα οποία με κρατούσαν ήταν κάτι περισσότερο από ότι μπορούσα να υπομείνω. Τον χτύπησα με τόσο ενδοιασμό όσο αν επρόκειτο περί ενός βρωμερού και δηλητηριώδους πλάσματος. I struck him with as much scruple as if it were a foul and poisonous creature. Η κραυγή του έφερε πίσω το γιο του· όμως είχα επιστρέψει στην κάλυψη του δάσους, μολονότι αναγκάστηκα να πάω πίσω για να πάρω το μανδύα μου τον οποίο είχα ρίξει κατά τη φυγή μου. Αυτή είναι η αληθινή ιστορία, κύριοι, όλων όσων συνέβησαν.»

«Μάλιστα, δεν είμαι εγώ εκείνος που θα σας κρίνει,» είπε ο Χολμς μόλις ο γέρος υπέγραψε την κατάθεση του την οποία είχε καταγράψει. «Εύχομαι ποτέ να μη χρειαστεί εκτεθούμε σε μια τέτοια πρόκληση.» "I hope we never have to be exposed to such a challenge."

«Εύχομαι όχι, κύριε. "I hope not, sir. Και τι προτίθεστε να κάνετε;»

«Εν όψει της υγείας σας, τίποτα. Έχετε κι ο ίδιος επίγνωση πως σύντομα θα λογοδοτήσετε για τις πράξεις σας σε ένα ανώτερο δικαστήριο από το εποχικό. You yourself are aware that you will soon be held accountable for your actions to a higher court than the seasonal one. Θα κρατήσω την ομολογία σας, και αν ο ΜκΚάρθυ καταδικαστεί θα εξαναγκαστώ να τη χρησιμοποιήσω. Αν όχι, δε θα ειδωθεί ποτέ από ανθρώπινο μάτι· και το μυστικό σας είτε είστε ζωντανός είτε νεκρός θα είναι ασφαλές με εμάς.»

«Σας αποχαιρετώ, λοιπόν,» είπε ο γέρος με επισημότητα. «Τα δικά σας νεκροκρέβατα, όταν έρθουν, θα είναι ευκολότερα στη σκέψη της γαλήνης την οποία προσφέρατε στο δικό μου.» Κλονισμένα και τρεμάμενα στη γιγάντια κορμοστασιά του, βγήκε διστακτικά από το δωμάτιο. "Your own deathbeds, when they come, will be easier in the thought of the peace you have brought to mine." Shaken and trembling in his giant frame, he reluctantly left the room.

«Ο Θεός να μας βοηθήσει!» είπε ο Χολμς κατόπιν μακράς σιγής. «Γιατί η μοίρα παίζει τέτοια παιχνίδια με τα φτωχά, αβοήθητα σκουλήκια; Ποτέ μου δεν ακούω υπόθεση σα κι αυτή δίχως να σκεφθώ τα λόγια του Μπάξτερ, και να πω, «'Ορίστε, έτσι με τη χάρη του Θεού, απέρχεται ο Σέρλοκ Χολμς. "Why does fate play such games with poor, helpless worms? I never hear a case like this without thinking of Baxter's words, and saying, 'There, so by the grace of God, Sherlock Holmes passes away.

Ο Τζέιμς ΜκΚάρθυ απαλλάχθηκε στο εποχικό δικαστήριο υπό το έρεισμα του αριθμού των ενστάσεων οι οποίες είχαν προέλθει από τον Χολμς και κατατεθεί στο δικηγόρο υπεράσπισης. James McCarthy was acquitted in seasonal court on the basis of the number of objections which had come from Holmes and filed with defense counsel. Ο γέρο-Τέρνερ έζησε για επτά μήνες κατόπιν της συζήτησης μας, μα πλέον είναι νεκρός· και κατά πάσα πιθανότητα ο γιος κι η θυγατέρα ενδέχεται να ζήσουν ευτυχισμένα μαζί εν αγνοία του σκοτεινού σύννεφου το οποίο αναπαύεται επί του παρελθόντος τους. Old Turner lived for seven months after our conversation, but he is now dead; and in all probability the son and daughter may live happily together in ignorance of the dark cloud which rests upon their past.