×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.

image

Παραμύθι Χωρίς Όνομα, Π Δελτα, Η’. Η ΚΟΡΩΝΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ

Η’. Η ΚΟΡΩΝΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ

Ο βασιλιάς πήγαινε κι έρχουνταν με νευρικά άτακτα

βήματα, και χοντρά δάκρυα κυλούσαν στα παχουλά

τριανταφυλλιά του μάγουλα.

Καθώς είδε το γιο του, έβγαλε μια φωνή:

— Αχ, παιδί μου! Πλάκωσε η αντάρα!

Και πέφτοντας σε μια καρέγλα, έκρυψε το πρόσωπο του στα χέρια του κι έκλαψε με λυγμούς.

Πλάγι του, ήσυχος και αδιάφορος, στέκουνταν ο κυρ- Κατρακυλάκος, με τα χέρια διπλωμένα και ακουμπισμένα στο στομάχι του, και περίμενε τις διαταγές του Άρχοντα με τη συνηθισμένη του απάθεια. Το Βασιλόπουλο σίμωσε το Βασιλιά.

— Πατέρα, είπε, προσπαθώντας να κρύψει τη συγκίνηση του, πατέρα, μην κλαις. Έχομε ανάγκη από όλο μας το θάρρος και τη δύναμη. Πες μου, τι τρέχει; Δεν ξέρω ακόμα τίποτα!

Ο Βασιλιάς έκανε νόημα του πρωτοβεστιάριου να πει τις ειδήσεις.

— Είναι λίγη ώρα που έφθασαν τρομαγμένοι χωρικοί, άρχισε ο κυρ-Κατρακυλάκος, και μας διηγήθηκαν πως ο εχθρός πέρασε τα σύνορα και εισβάλλει στο βασίλειό μας…

— Ποιος εχθρός; διέκοψε το Βασιλόπουλο.

— Ο Βασιλιάς ο θείος σου, αποκρίθηκε ο κυρ-Κατρακυλάκος.

— Το περίμενα. Λέγε παρακάτω.

— …Και σταμάτησαν οι εχθροί σα να φοβούνται να προχωρήσουν. Μαζί τους είναι και ο δικαστής ο Λαγόκαρδος που τους οδηγεί, και γυρεύει να τους πείσει πως ο δρόμος είναι ανοιχτός, και μπορούν να προχωρήσουν ως το ποτάμι. Μα αυτοί φοβούνται και στρατοπέδευσαν. Έστειλαν μερικούς προσκόπους προς το ποτάμι, να βεβαιωθούν αν αλήθεια είναι ελεύθερος ο τόπος και αμέσως να προχωρήσουν και να πιάσουν όλον εκείνο τον κάμπο. Αυτές είναι οι ειδήσεις, πρόσθεσε ο κυρ-Κατρακυλάκος, και ξανάπεσε στη συνηθισμένη του αταραξία.

Ο Βασιλιάς ανασηκώθηκε.

— Κατάλαβες, γιε μου; Τ' άκουσες; είπε αποκαμωμένος.

— Τ' άκουσα. Και τώρα, πατέρα, ήλθε η ώρα να ενεργήσομε. Τι προτείνεις;

— Εσένα ρωτώ, γιε μου. Τι προτείνεις εσύ; Σου το είπα, στο μέλλον εσύ θα διευθύνεις μαζί μου.

— Λοιπόν, πατέρα μου και Βασιλιά μου, προτείνω να πάγω αμέσως, να γυρίσω από τη μίαν άκρη του βασιλείου ως την άλλη, να σηκώσω όποιο νέο, γέρο ή παιδί μπορεί να βαστάξει λόγχη ή σπαθί, να τους φέρω εδώ, να τους δώσομε ό,τι σίδερο βρεθεί στις χώρες και στα χωριά, να τους ρίξομε αμέσως πέρα από το ποτάμι και να τους οδηγήσω στον εχθρό. Προτείνω κι ένα άλλο. Την κορώνα σου, πατέρα, να τη δώσεις αμέσως να πουληθεί στα ξένα.

Με τρομάρα την άρπαξε ο Βασιλιάς.

— Όχι, γιε μου, μη μου την πάρεις, φώναξε ταραγμένος, μη την πουλήσεις, τη θέλω!

— Είναι απαραίτητο, πατέρα, επέμεινε το Βασιλόπουλο. Έχομε πρώτα απ' όλα ανάγκη από φλουριά, και η κορώνα σου είναι το μόνο πολύτιμο πράμα που βρίσκεται στο παλάτι. Ήλθε η ώρα όπου όλοι μας θα κάνομε θυσίες. Κάνε συ αυτή. Δώσε μου την κορώνα σου, πατέρα, τη ζητώ στ' όνομα της Πατρίδας!

Ο Βασιλιάς έκλαιγε.

— Μα εγώ, ωστόσο, πώς θα μείνω χωρίς στέμμα; είπε. Μου παίρνεις τη δύναμη μου παίρνοντας το σύμβολο μου!

— Σου τη δίνω, απεναντίας, αποκρίθηκε το Βασιλόπουλο. Δίνοντας τη κορώνα σου για ν' αγοράσεις όπλα, αποκτάς το δικαίωμα να ζητήσεις θυσίες από κείνους που θα τα μεταχειριστούν για να ελευθερώσουν τον τόπο μας. Δώσε μου την κορώνα σου, πατέρα, σε παρακαλώ γονατιστός, δώσε μου την!

Έβγαλε ο Βασιλιάς το χρυσό του στέμμα και, γυρνώντας το πρόσωπο του για να κρύψει τα δάκρυα που κατρακυλούσαν στα μάγουλα του, το έδωσε του γονατισμένου γιου του.

Το Βασιλόπουλο σηκώθηκε με ορμή.

— Και τώρα, φώναξε, ένα παλικάρι ζητώ, κάποιον που, με κάθε θυσία και γρήγορα σαν αστραπή, θα περάσει στα ξένα, θα την πουλήσει και θα μου φέρει πίσω το αντίτιμο σε φλουριά.

Ο Πολύδωρος, από την πόρτα όπου στέκουνταν, είχε παρακολουθήσει όλη αυτή τη σκηνή με πολλή συγκίνηση.

Η πρώτη του έξαψη είχε γίνει ακράτητος ενθουσιασμός.

Έκανε ένα βήμα κι έπεσε στα γόνατα εμπρός στο Βασιλόπουλο.

— Για χάρη ανεκτίμητη, είπε, σου ζητώ, Αφέντη, να μου εμπιστευθείς εμένα την κορώνα και να με αφήσεις να φύγω, να την πουλήσω, και να σου φέρω το αντίτιμο ή να χάσω τη ζωή μου.

— Φύγε λοιπόν, είπε το Βασιλόπουλο, πετάξου και γύρισε! Ο Θεός μαζί σου!

Ο Πολύδωρος πήρε το στέμμα, φίλησε το χέρι που του το έδινε, και βγήκε τρεχάτος.

Ίσια στο ποτάμι διευθύνθηκε, με την πολύτιμη κορώνα κρυμμένη κάτω από το επανωφόρι του, κι έτρεξε, χωρίς να σταματήσει, στο μέρος όπου ήταν δεμένες οι δυο παλιοφελούκες, ενωμένες με την καρφωμένη σανίδα.

— Πατριώτη! ξεφώνισε. Ε!… Πατριώτη!…

Ο κουλός, που ξαπλωμένος στη ράχη, με το κεφάλι ακουμπισμένο στο χέρι του, χαίρονταν την πρωινή λιακάδα, ανασηκώθηκε.

— Παρών! φώναξε.

— Τι θέλεις να σου δώσω για να με περάσεις αντίκρυ; ρώτησε ο Πολύδωρος. Μόνο φλουριά μη μου ζητάς γιατί δεν έχω.

— Τι πας να κάνεις αντίκρυ; ρώτησε ο κουλός.

— Μυστική υπηρεσία του Κράτους, αποκρίθηκε ο υπασπιστής.

Χωρίς βία, πήρε ο κουλός το κοντάρι του, και βουτώντας το στο νερό ως τον πάτο, έσπρωξε τις φελούκες του στην ακροποταμιά.

— Έμπα, είπε, και ο υπασπιστής πήδηξε στη βάρκα. Για πού;

— Για την πέρα όχθη. Βγάλε με όπου θες ή όπου μπορείς, φθάνει να με περάσεις γρήγορα.

Ο κουλός έλυσε το σκοινί και ξανάπιασε το κοντάρι του, το έμπηξε στον πάτο του ποταμού, και περπατώντας αργά-αργά, από την πλώρη στην πρύμη, και σπρώχνοντας το κοντάρι, απομάκρυνε τις φελούκες του από την όχθη.

— Και πας μακριά; ρώτησε.

— Ναι, πολύ μακριά!

Ο κουλός έφθασε στην άκρη της φελούκας και γύρισε πίσω στην πλώρη, σέρνοντας πίσω του το κοντάρι. Το ξανάμπηξε, και ξανάρχισε τον περίπατο του προς την πρύμη.

— Και πας έτσι, για το κέφι του Κράτους, με άλλα λόγια του κυρ- Αστόχαστου, να δοκιμάσεις τι λογής τσιμπούν οι λόγχες του θείου μας του Βασιλιά; Ή μήπως και δεν ξέρεις πως ξεμπαρκάρησε ο θείος μας στα χώματα μας, χωρίς καν να μας πάρει άδεια;

— Το ξέρω, αποκρίθηκε ήσυχα ο Πολύδωρος.

— Και δε γυρνάς πίσω; ρώτησε τραγουδιστά ο κουλός, εξακολουθώντας τον περίπατο του. Σε καλό σου, παλικάρι.

Λίγη ώρα δε μίλησε ούτε ο ένας ούτε ο άλλος.

Ο κουλός έσυρε πάλι το κοντάρι του από το νερό και γύρισε στην πλώρη.

— Και τι σε πληρώνει η Αφεντιά του, για να πας ν' αφήσεις εκεί κάτω τα κόκαλα σου; ρώτησε.

— Δε ζήτησα πληρωμή.

— Μπα; Από το φεγγάρι πρέπει να μας έπεσες εσύ. Και πας έτσι; Για τα μαύρα μάτια του κυρ-Αστόχαστου;

— Όχι, αλλά για τα καστανά μάτια του γιου του.

— Μπα; Μπα; είπε ο κουλός και το φαρδύ του χαμόγελο χώρισε το στόμα του από το ένα αυτί ως το άλλο.

Λίγη ώρα πάλι δε μίλησαν. Ο κουλός εξακολουθούσε να σπρώχνει τις φελούκες του.

— Και με τι σε άναψε λοιπόν ο γιόκας του; ρώτησε σε λίγο.

— Έτσι! Μ' εκείνα που είπε. Τον άκουσα… τον είδα… αποκρίθηκε ο υπασπιστής. Και με τράνταξε, εξακολούθησε, με πήρε όλον και μ' έκανε δικό του. Και σα μου πει: «Ρίξου στη φωτιά», θα ριχθώ στη φωτιά.

— Και τώρα σου είπε: «Ρίξου στις λόγχες», και ρίχνεσαι στις λόγχες, είπε ο κουλός με τον ίδιο ατάραχο τρόπο του.

— Ναι, αποκρίθηκε απλά ο Πολύδωρος.

Και δε μίλησαν πια ώσπου έφθασαν αντίκρυ και άραξαν οι φελούκες.

Ο υπασπιστής πήδηξε στην ξηρά.

— Τι ζητάς λοιπόν για τον κόπο σου; ρώτησε.

— Την αγάπη σου, αποκρίθηκε ο κουλός μαζεύοντας πάλι το κοντάρι του.

— Πες μου τουλάχιστον τ' όνομα σου. Δε θέλω να σε ξεχάσω.

— Μονοχέρης.

— Ευχαριστώ.

Και ο υπασπιστής γύρισε να φύγει.

— Ε, πατριώτη, αμέ το δικό σου; φώναξε ο κουλός.

— Ποιο δικό μου;

— Τ' όνομα σου!

— Πολύδωρος.

— Καλά… Για άκουσε ακόμα. Σα γυρίσεις… γιατί θα γυρίσεις βέβαια…

— Ναι!

— Θα με βρεις μπροστά σου, αν πας στο σωστό μέρος, ειδεμή, και με το χέρι έκανε σχήμα μακροβουτιού, πλουφ, στο ποτάμι.

Ο υπασπιστής, που είχε απομακρυνθεί, ξαναπλησίασε.

— Ποιο είναι το σωστό μέρος;

— Όχι εδώ, βέβαια! είπε ο κουλός. Γιατί, ως τότε, θα μας έχουν έλθει και οι μουσαφιρέοι, και θα γίνουνταν κόσκινο το κορμί σου πριν βρεις την «Τρομάρα» και την «Αντάρα». Θα με βρεις όμως, και με το χέρι έδειξε τ' απάνω του ποταμού, εκεί που το Τρελόρεμα σμίγει με το ποτάμι.

— Μα είναι κακό το μέρος, πώς θα πας εκεί; Το ρεύμα είναι πολύ δυνατό, είπε ο Πολύδωρος.

— Γι' αυτό ίσα-ίσα δε θα συλλογιστούν να έλθουν ως εκεί να μας χαιρετήσουν οι μουσαφιρέοι, αποκρίθηκε ήσυχα ο κουλός και με μια σπρωξιά απομάκρυνε τις φελούκες του. Στο καλό, πατριώτη!

— Στο καλό!

Και με αργά βήματα, σπρώχνοντας το κοντάρι του, ξαναπήρε ο κουλός τη διεύθυνση της αντικρινής όχθης, τραγουδώντας σιγανά:

Πέντε χρόνια, πεερπατούσα, πέντε χρόνια, περπατούσα στα βουνά, βουνά, αγάπη μ', στα βουνά, βουνά.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

Η’. Η ΚΟΡΩΝΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ the||crown|of the|king The Crown of the King

Ο βασιλιάς πήγαινε κι έρχουνταν με νευρικά άτακτα the|king|he was going|and|he was coming|with|nervous|restless The king was coming and going with nervous, restless

βήματα, και χοντρά δάκρυα κυλούσαν στα παχουλά |and|thick|tears|they were rolling|on the|chubby steps, and thick tears were rolling down his chubby

τριανταφυλλιά του μάγουλα. cheeks|of the|cheeks cheeks.

Καθώς είδε το γιο του, έβγαλε μια φωνή: as|he saw|the|son|his|he let out|a|voice As he saw his son, he let out a cry:

— Αχ, παιδί μου! oh|child|my — Oh, my child! Πλάκωσε η αντάρα! it overwhelmed|the|turmoil The turmoil has crushed!

Και πέφτοντας σε μια καρέγλα, έκρυψε το πρόσωπο του στα χέρια του κι έκλαψε με λυγμούς. and|falling|into|a|chair|he hid|the|face|his|in the|hands|his|and|he cried|with|sobs And falling into a chair, he hid his face in his hands and cried with sobs.

Πλάγι του, ήσυχος και αδιάφορος, στέκουνταν ο κυρ- Κατρακυλάκος, με τα χέρια διπλωμένα και ακουμπισμένα στο στομάχι του, και περίμενε τις διαταγές του Άρχοντα με τη συνηθισμένη του απάθεια. beside|him|calm|and|indifferent|he was standing|the|||with|the|hands|folded|and|resting|on|stomach|his|and|he was waiting|the|orders|his|Lord|with|the|usual|his|apathy Beside him, calm and indifferent, stood Mr. Katrakylakos, with his arms folded and resting on his stomach, waiting for the Lord's orders with his usual apathy. Το Βασιλόπουλο σίμωσε το Βασιλιά. the|Prince|he approached|the|King The Prince approached the King.

— Πατέρα, είπε, προσπαθώντας να κρύψει τη συγκίνηση του, πατέρα, μην κλαις. Father|he said|trying|to|hide|the|emotion|his|father|don't|cry — Father, he said, trying to hide his emotion, father, don't cry. Έχομε ανάγκη από όλο μας το θάρρος και τη δύναμη. we have|need|from|all|our|the|courage|and|the|strength We need all our courage and strength. Πες μου, τι τρέχει; Δεν ξέρω ακόμα τίποτα! tell|me|what|is happening|not|I know|yet|nothing Tell me, what's going on? I still don't know anything!

Ο Βασιλιάς έκανε νόημα του πρωτοβεστιάριου να πει τις ειδήσεις. the|king|he made|sign|to the|first chamberlain|to|say|the|news The King signaled the chief steward to announce the news.

— Είναι λίγη ώρα που έφθασαν τρομαγμένοι χωρικοί, άρχισε ο κυρ-Κατρακυλάκος, και μας διηγήθηκαν πως ο εχθρός πέρασε τα σύνορα και εισβάλλει στο βασίλειό μας… it is|a little|time|that|they arrived|terrified|villagers|he began|the|||and|to us|they narrated|that|the|enemy|he crossed|the|borders|and|he is invading|into the|kingdom|our — A little while ago, terrified villagers arrived, began Mr. Katrakylakos, and they told us that the enemy has crossed the borders and is invading our kingdom…

— Ποιος εχθρός; διέκοψε το Βασιλόπουλο. who|enemy|he interrupted|the|prince — Which enemy? interrupted the Prince.

— Ο Βασιλιάς ο θείος σου, αποκρίθηκε ο κυρ-Κατρακυλάκος. the|king|the|uncle|your|he replied|the|| — Your uncle the King, replied Mr. Katrakylakos.

— Το περίμενα. it|I expected — I expected that. Λέγε παρακάτω. say|further down Go on.

— …Και σταμάτησαν οι εχθροί σα να φοβούνται να προχωρήσουν. and|they stopped|the|enemies|as|to|they fear|to|they advance — ...And the enemies stopped as if afraid to advance. Μαζί τους είναι και ο δικαστής ο Λαγόκαρδος που τους οδηγεί, και γυρεύει να τους πείσει πως ο δρόμος είναι ανοιχτός, και μπορούν να προχωρήσουν ως το ποτάμι. together|them|is|and|the|judge|the|Lagokardos|who|them|leads|and|seeks|to|them|convince|that|the|road|is|open|and|they can|to|proceed|as|the|river With them is also the judge Lagokardos who leads them, and seeks to convince them that the road is open, and they can proceed to the river. Μα αυτοί φοβούνται και στρατοπέδευσαν. but|they|are afraid|and|they camped But they are afraid and have camped. Έστειλαν μερικούς προσκόπους προς το ποτάμι, να βεβαιωθούν αν αλήθεια είναι ελεύθερος ο τόπος και αμέσως να προχωρήσουν και να πιάσουν όλον εκείνο τον κάμπο. they sent|some|scouts|towards|the|river|to|make sure|if|really|is|free|the|area|and|immediately|to|proceed|and|to|catch|all|that|the|plain They sent some scouts to the river, to make sure if the area is truly free and immediately proceed to seize the entire plain. Αυτές είναι οι ειδήσεις, πρόσθεσε ο κυρ-Κατρακυλάκος, και ξανάπεσε στη συνηθισμένη του αταραξία. these|are|the|news|he added|the|||and|he fell back|into|usual|his|calmness These are the news, added Mr. Katrakylakos, and he fell back into his usual calmness.

Ο Βασιλιάς ανασηκώθηκε. the|king|rose up The King raised himself.

— Κατάλαβες, γιε μου; Τ' άκουσες; είπε αποκαμωμένος. you understood|son|my|it|you heard|he said|exhausted — Did you understand, my son? Did you hear it? he said wearily.

— Τ' άκουσα. it|I heard — I heard it. Και τώρα, πατέρα, ήλθε η ώρα να ενεργήσομε. and|now|father|it came|the|time|to|we will act And now, father, the time has come for us to act. Τι προτείνεις; what|do you suggest What do you suggest?

— Εσένα ρωτώ, γιε μου. you|I ask|son|my — I'm asking you, my son. Τι προτείνεις εσύ; Σου το είπα, στο μέλλον εσύ θα διευθύνεις μαζί μου. what|do you suggest|you|to you|it|I said|in the|future|you|will|you will direct|together|with me What do you suggest? I told you, in the future you will lead alongside me.

— Λοιπόν, πατέρα μου και Βασιλιά μου, προτείνω να πάγω αμέσως, να γυρίσω από τη μίαν άκρη του βασιλείου ως την άλλη, να σηκώσω όποιο νέο, γέρο ή παιδί μπορεί να βαστάξει λόγχη ή σπαθί, να τους φέρω εδώ, να τους δώσομε ό,τι σίδερο βρεθεί στις χώρες και στα χωριά, να τους ρίξομε αμέσως πέρα από το ποτάμι και να τους οδηγήσω στον εχθρό. well|father|my|and|king|my|I suggest|to|I go|immediately|to|I return|from|the|one|edge|of the|kingdom|to|the|other|to|I raise|any|young|old|or|child|can|to|he/she holds|spear|or|sword|to|them|I bring|here|to|them|we give||iron|is found|in the|lands|and|in the|villages|to|them|we throw|immediately|across|from|the|river|and|to|them|I lead|to the|enemy — Well, my father and my King, I suggest that I go immediately, to travel from one end of the kingdom to the other, to gather any young, old, or child who can wield a spear or sword, to bring them here, to give them whatever iron is found in the lands and villages, to throw them immediately across the river and lead them to the enemy. Προτείνω κι ένα άλλο. I suggest|and|one|other I suggest another one. Την κορώνα σου, πατέρα, να τη δώσεις αμέσως να πουληθεί στα ξένα. the|crown|your|father|to|it|you give|immediately|to|it be sold|to the|foreign Your crown, father, give it immediately to be sold abroad.

Με τρομάρα την άρπαξε ο Βασιλιάς. with|fright|it|he grabbed|the|King The King grabbed it in fright.

— Όχι, γιε μου, μη μου την πάρεις, φώναξε ταραγμένος, μη την πουλήσεις, τη θέλω! no|son|my|not|to me|it|you take|he shouted|agitated|not|it|you sell|it|I want — No, my son, don't take it from me, he shouted in distress, don't sell it, I want it!

— Είναι απαραίτητο, πατέρα, επέμεινε το Βασιλόπουλο. it is|necessary|father|he insisted|the|prince — It is necessary, father, insisted the Prince. Έχομε πρώτα απ' όλα ανάγκη από φλουριά, και η κορώνα σου είναι το μόνο πολύτιμο πράμα που βρίσκεται στο παλάτι. we have|first|from|all|need|for|coins|and|the|crown|your|is|the|only|precious|thing|that|is located|in the|palace First of all, we need coins, and your crown is the only valuable thing in the palace. Ήλθε η ώρα όπου όλοι μας θα κάνομε θυσίες. it came|the|time|when|all|us|will|we will make|sacrifices The time has come when we all must make sacrifices. Κάνε συ αυτή. do|you|this You make this one. Δώσε μου την κορώνα σου, πατέρα, τη ζητώ στ' όνομα της Πατρίδας! give|me|the|crown|your|father|the|I ask|in the|name|of the|Homeland Give me your crown, father, I ask for it in the name of the Fatherland!

Ο Βασιλιάς έκλαιγε. the|King|was crying The King was crying.

— Μα εγώ, ωστόσο, πώς θα μείνω χωρίς στέμμα; είπε. but|I|however|how|will|I stay|without|crown|he said — But how will I remain without a crown? he said. Μου παίρνεις τη δύναμη μου παίρνοντας το σύμβολο μου! to me|you take|the|power|my|taking|the|symbol|my You take my power by taking my symbol!

— Σου τη δίνω, απεναντίας, αποκρίθηκε το Βασιλόπουλο. to you|it|I give|on the contrary|he replied|the|Prince — I give it to you, on the contrary, replied the Prince. Δίνοντας τη κορώνα σου για ν' αγοράσεις όπλα, αποκτάς το δικαίωμα να ζητήσεις θυσίες από κείνους που θα τα μεταχειριστούν για να ελευθερώσουν τον τόπο μας. giving|it|crown|your|to|to|you buy|weapons|you gain|the|right|to|you ask|sacrifices|from|those|who|will|them|they use|to|to|they free|the|land|our By giving your crown to buy weapons, you gain the right to ask for sacrifices from those who will use them to free our land. Δώσε μου την κορώνα σου, πατέρα, σε παρακαλώ γονατιστός, δώσε μου την! give|to me|the|crown|your|father|to you|I beg|kneeling|give|to me|the Give me your crown, father, please, I beg you on my knees, give it to me!

Έβγαλε ο Βασιλιάς το χρυσό του στέμμα και, γυρνώντας το πρόσωπο του για να κρύψει τα δάκρυα που κατρακυλούσαν στα μάγουλα του, το έδωσε του γονατισμένου γιου του. he took off|the|King|the|golden|his|crown|and|turning|the|face|his|to|to|he hides|the|tears|that|they were rolling|on the|cheeks|his|it|he gave|to the|kneeling|son|his The King took off his golden crown and, turning his face to hide the tears that were rolling down his cheeks, he gave it to his kneeling son.

Το Βασιλόπουλο σηκώθηκε με ορμή. the|prince|he rose|with|force The Prince rose up with vigor.

— Και τώρα, φώναξε, ένα παλικάρι ζητώ, κάποιον που, με κάθε θυσία και γρήγορα σαν αστραπή, θα περάσει στα ξένα, θα την πουλήσει και θα μου φέρει πίσω το αντίτιμο σε φλουριά. and|now|he shouted|a|young man|I seek|someone|who|with|every|sacrifice|and|quickly|like|lightning|will|he will pass|to the|foreign lands|will|it|he will sell|and|will|to me|he will bring|back|the|price|in|coins — And now, he shouted, I seek a brave young man, someone who, at any cost and as quickly as lightning, will go abroad, sell it, and bring me back the payment in coins.

Ο Πολύδωρος, από την πόρτα όπου στέκουνταν, είχε παρακολουθήσει όλη αυτή τη σκηνή με πολλή συγκίνηση. the|Polydoros|from|the|door|where|he was standing|he had|he watched|all|this|the|scene|with|much|emotion Polydoros, from the door where he was standing, had watched the whole scene with great emotion.

Η πρώτη του έξαψη είχε γίνει ακράτητος ενθουσιασμός. the|first|his|excitement|it had|it became|uncontrollable|enthusiasm His initial excitement had turned into uncontrollable enthusiasm.

Έκανε ένα βήμα κι έπεσε στα γόνατα εμπρός στο Βασιλόπουλο. he made|a|step|and|he fell|to the|knees|in front|to the|Prince He took a step and fell to his knees in front of the Prince.

— Για χάρη ανεκτίμητη, είπε, σου ζητώ, Αφέντη, να μου εμπιστευθείς εμένα την κορώνα και να με αφήσεις να φύγω, να την πουλήσω, και να σου φέρω το αντίτιμο ή να χάσω τη ζωή μου. for|sake|invaluable|he said|to you|I ask|Lord|to|to me|you entrust|me|the|crown|and|to|me|you let|to|I leave|to|the|I sell|and|to|to you|I bring|the|price|or|to|I lose|my|life|my — For an invaluable sake, he said, I ask you, Master, to entrust me with the crown and let me go, to sell it, and bring you the price or lose my life.

— Φύγε λοιπόν, είπε το Βασιλόπουλο, πετάξου και γύρισε! leave|then|he said|the|Prince|fly away|and|return — Then go, said the Prince, fly away and return! Ο Θεός μαζί σου! the|God|with|you God be with you!

Ο Πολύδωρος πήρε το στέμμα, φίλησε το χέρι που του το έδινε, και βγήκε τρεχάτος. the|Polydoros|he took|the|crown|he kissed|the|hand|that|to him|the|he was giving|and|he went out|running Polydoros took the crown, kissed the hand that was giving it to him, and ran out.

Ίσια στο ποτάμι διευθύνθηκε, με την πολύτιμη κορώνα κρυμμένη κάτω από το επανωφόρι του, κι έτρεξε, χωρίς να σταματήσει, στο μέρος όπου ήταν δεμένες οι δυο παλιοφελούκες, ενωμένες με την καρφωμένη σανίδα. straight|to the|river|he headed|with|the|precious|crown|hidden|under|from|the|coat|his|and|he ran|without|to|he stopped|to the|place|where|they were|tied|the|two|old boats|joined|with|the|nailed|board He headed straight for the river, with the precious crown hidden under his coat, and ran, without stopping, to the place where the two old boats were tied together with a nailed board.

— Πατριώτη! compatriot — Patriot! ξεφώνισε. he shouted he shouted. Ε!… Πατριώτη!… hey|patriot Hey!… Patriot!…

Ο κουλός, που ξαπλωμένος στη ράχη, με το κεφάλι ακουμπισμένο στο χέρι του, χαίρονταν την πρωινή λιακάδα, ανασηκώθηκε. the|lame|who|lying|on the|back|with|the|head|resting|on the|hand|his|they were enjoying|the|morning|sunshine|he lifted himself up The lame man, lying on his back with his head resting on his hand, was enjoying the morning sunshine, sat up.

— Παρών! present — Present! φώναξε. he shouted he shouted.

— Τι θέλεις να σου δώσω για να με περάσεις αντίκρυ; ρώτησε ο Πολύδωρος. what|you want|to|to you|I give|for|to|me|you pass|opposite|he asked|the|Polydoros — What do you want me to give you to let me pass? asked Polydeuces. Μόνο φλουριά μη μου ζητάς γιατί δεν έχω. only|coins|not|to me|you ask|because|not|I have Just don't ask me for coins because I don't have any.

— Τι πας να κάνεις αντίκρυ; ρώτησε ο κουλός. what|you go|to|you do|opposite|he asked|the|the lame man — What are you going to do over there? asked the lame man.

— Μυστική υπηρεσία του Κράτους, αποκρίθηκε ο υπασπιστής. secret|service|of the|State|he replied|the|aide — Secret service of the State, replied the aide.

Χωρίς βία, πήρε ο κουλός το κοντάρι του, και βουτώντας το στο νερό ως τον πάτο, έσπρωξε τις φελούκες του στην ακροποταμιά. without|violence|he took|the|lame|the|spear|his|and|diving|it|in the|water|to|the|bottom|he pushed|the|boats|his|in the|riverbank Without violence, the one-armed man took his pole, and dipping it into the water to the bottom, pushed his small boats to the riverbank.

— Έμπα, είπε, και ο υπασπιστής πήδηξε στη βάρκα. come in|he said|and|the|aide|he jumped|into the|boat — Get in, he said, and the aide jumped into the boat. Για πού; for|where Where to;

— Για την πέρα όχθη. for|the|far|bank — To the other shore. Βγάλε με όπου θες ή όπου μπορείς, φθάνει να με περάσεις γρήγορα. take out|me|wherever|you want|or|wherever|you can|it is enough|to|me|you pass|quickly Take me wherever you want or wherever you can, as long as you pass me quickly.

Ο κουλός έλυσε το σκοινί και ξανάπιασε το κοντάρι του, το έμπηξε στον πάτο του ποταμού, και περπατώντας αργά-αργά, από την πλώρη στην πρύμη, και σπρώχνοντας το κοντάρι, απομάκρυνε τις φελούκες του από την όχθη. the|lame man|he untied|the|rope|and|he caught again|the|pole|his|the|he thrust|in the|bottom|of the|river|and|walking|||from|the|bow|to the|stern|and|pushing|the|pole|he moved away|the|boats|his|from|the|bank The lame man untied the rope and took his pole again, he stuck it to the bottom of the river, and walking slowly from the bow to the stern, and pushing the pole, he moved his boats away from the bank.

— Και πας μακριά; ρώτησε. and|you go|far|he asked — And are you going far? he asked.

— Ναι, πολύ μακριά! yes|very|far — Yes, very far!

Ο κουλός έφθασε στην άκρη της φελούκας και γύρισε πίσω στην πλώρη, σέρνοντας πίσω του το κοντάρι. the|lame|he arrived|at the|edge|of the|felucca|and|he turned|back|to the|bow|dragging|back|his|the|pole The lame man reached the edge of the felucca and turned back to the bow, dragging the pole behind him. Το ξανάμπηξε, και ξανάρχισε τον περίπατο του προς την πρύμη. it|he reinserted|and|he started again|the|walk|his|towards|the|stern He drove it in again and started his walk towards the stern.

— Και πας έτσι, για το κέφι του Κράτους, με άλλα λόγια του κυρ- Αστόχαστου, να δοκιμάσεις τι λογής τσιμπούν οι λόγχες του θείου μας του Βασιλιά; Ή μήπως και δεν ξέρεις πως ξεμπαρκάρησε ο θείος μας στα χώματα μας, χωρίς καν να μας πάρει άδεια; and|you go|like this|for|the|pleasure|of the|State|with|other|words|of the|||to|you try|what|kind of|they nibble|the|spears|of the|uncle|our|of the|King|or|perhaps|and|not|you know|that|he disembarked|the|uncle|our|in the|lands|our|without|even|to|us|he took|permission — And you go like this, for the pleasure of the State, in other words, of Mr. Aimless, to see what kind of bites our uncle the King’s spears take? Or do you not know that our uncle disembarked on our soil without even asking for our permission?

— Το ξέρω, αποκρίθηκε ήσυχα ο Πολύδωρος. it|I know|he replied|quietly|the|Polydoros — I know, replied Polydoros calmly.

— Και δε γυρνάς πίσω; ρώτησε τραγουδιστά ο κουλός, εξακολουθώντας τον περίπατο του. and|not|you turn|back|he asked|singing|the|lame|continuing|the|walk|his — And aren't you going back? asked the hunchback, continuing his walk. Σε καλό σου, παλικάρι. to|good|your|lad Good for you, lad.

Λίγη ώρα δε μίλησε ούτε ο ένας ούτε ο άλλος. little|time|not|he spoke|neither|the|one|nor|the|other For a little while, neither spoke.

Ο κουλός έσυρε πάλι το κοντάρι του από το νερό και γύρισε στην πλώρη. the|lame|he dragged|again|the|spear|his|from|the|water|and|he turned|to the|bow The hunchback pulled his pole out of the water again and turned to the bow.

— Και τι σε πληρώνει η Αφεντιά του, για να πας ν' αφήσεις εκεί κάτω τα κόκαλα σου; ρώτησε. and|what|you|pays|the|boss|his|to|to|you go|to|you leave|there|down|the|bones|your|he asked — And what does His Lordship pay you, to go leave your bones down there? he asked.

— Δε ζήτησα πληρωμή. not|I asked for|payment — I didn't ask for payment.

— Μπα; Από το φεγγάρι πρέπει να μας έπεσες εσύ. no|from|the|moon|must|to|us|you fell|you — Oh? You must have fallen from the moon. Και πας έτσι; Για τα μαύρα μάτια του κυρ-Αστόχαστου; and|you go|like this|for|the|black|eyes|of the|| And you go like that? For the black eyes of Mr. Aimless?

— Όχι, αλλά για τα καστανά μάτια του γιου του. no|but|for|the|brown|eyes|of|son|his — No, but for his son's brown eyes.

— Μπα; Μπα; είπε ο κουλός και το φαρδύ του χαμόγελο χώρισε το στόμα του από το ένα αυτί ως το άλλο. huh|huh|he said|the|lame|and|the|wide|his|smile|it split|the|mouth|his|from|the|one|ear|to|the|other — Really? Really? said the lame man, and his wide smile split his mouth from one ear to the other.

Λίγη ώρα πάλι δε μίλησαν. a little|time|again|not|they spoke For a little while, they didn't speak again. Ο κουλός εξακολουθούσε να σπρώχνει τις φελούκες του. the|lame|he continued|to|push|the|boats|his The lame man continued to push his fenders.

— Και με τι σε άναψε λοιπόν ο γιόκας του; ρώτησε σε λίγο. and|with|what|to you|he lit|then|the|son|his|he asked|to|a little — And what did his son light you up with then? he asked after a while.

— Έτσι! like that — Just like that! Μ' εκείνα που είπε. with|those|that|he said With what he said. Τον άκουσα… τον είδα… αποκρίθηκε ο υπασπιστής. him|I heard|him|I saw|he replied|the|aide I heard him... I saw him... the aide-de-camp replied. Και με τράνταξε, εξακολούθησε, με πήρε όλον και μ' έκανε δικό του. and|me|he shook|he continued|me|he took|all|and|me|he made|own|his And it shook me, it continued, it took me completely and made me its own. Και σα μου πει: «Ρίξου στη φωτιά», θα ριχθώ στη φωτιά. and|if|to me|he says|throw yourself|into|fire|will|I will throw myself|into|fire And if it tells me: "Throw yourself into the fire," I will throw myself into the fire.

— Και τώρα σου είπε: «Ρίξου στις λόγχες», και ρίχνεσαι στις λόγχες, είπε ο κουλός με τον ίδιο ατάραχο τρόπο του. and|now|to you|he said|throw yourself|into|spears|and|you are throwing yourself|into|spears|he said|the|lame|with|the|same|calm|manner|his — And now it told you: "Throw yourself into the spears," and you throw yourself into the spears, said the lame man in his same calm manner.

— Ναι, αποκρίθηκε απλά ο Πολύδωρος. yes|he replied|simply|the|Polydoros — Yes, Polydorus simply replied.

Και δε μίλησαν πια ώσπου έφθασαν αντίκρυ και άραξαν οι φελούκες. and|not|they spoke|anymore|until|they arrived|opposite|and|they anchored|the|feluccas And they did not speak until they reached the shore and the feluccas docked.

Ο υπασπιστής πήδηξε στην ξηρά. the|aide|he jumped|to the|shore The aide jumped onto the land.

— Τι ζητάς λοιπόν για τον κόπο σου; ρώτησε. what|you seek|then|for|the|effort|your|he asked — So what do you seek for your trouble? he asked.

— Την αγάπη σου, αποκρίθηκε ο κουλός μαζεύοντας πάλι το κοντάρι του. the|love|your|he replied|the|lame|gathering|again|the|spear|his — Your love, replied the hunchback as he gathered his spear again.

— Πες μου τουλάχιστον τ' όνομα σου. say|to me|at least|the|name|your — At least tell me your name. Δε θέλω να σε ξεχάσω. not|I want|to|you|I forget I don't want to forget you.

— Μονοχέρης. One-handed — One-handed.

— Ευχαριστώ. Thank you — Thank you.

Και ο υπασπιστής γύρισε να φύγει. and|the|aide|he turned|to|leave And the aide turned to leave.

— Ε, πατριώτη, αμέ το δικό σου; φώναξε ο κουλός. well|compatriot|right away|the|own|your|he shouted|the|lame — Well, compatriot, what about yours? shouted the lame man.

— Ποιο δικό μου; which|own|my — What do you mean mine?

— Τ' όνομα σου! the|name|your — Your name!

— Πολύδωρος. Polydoros — Polydoros.

— Καλά… Για άκουσε ακόμα. well|for|listen|still — Alright… Just listen a bit more. Σα γυρίσεις… γιατί θα γυρίσεις βέβαια… when|you return|because|will|you return|of course When you return… because you will return of course…

— Ναι! yes — Yes!

— Θα με βρεις μπροστά σου, αν πας στο σωστό μέρος, ειδεμή, και με το χέρι έκανε σχήμα μακροβουτιού, πλουφ, στο ποτάμι. will|me|you find|in front|you|if|you go|to the|right|place|otherwise|and|me|the|hand|he made|shape|diving|splash|in the|river — You will find me in front of you if you go to the right place, otherwise, and with his hand he made a diving shape, plop, into the river.

Ο υπασπιστής, που είχε απομακρυνθεί, ξαναπλησίασε. the|aide|who|he had|distanced himself|he approached again The aide, who had stepped away, approached again.

— Ποιο είναι το σωστό μέρος; which|is|the|right|place — What is the right place?

— Όχι εδώ, βέβαια! no|here|of course — Not here, of course! είπε ο κουλός. he said|the|lame said the one-eyed. Γιατί, ως τότε, θα μας έχουν έλθει και οι μουσαφιρέοι, και θα γίνουνταν κόσκινο το κορμί σου πριν βρεις την «Τρομάρα» και την «Αντάρα». because|until|then|will|us|they have|come|and|the|guests|and|will|they would become|sieve|the|body|your|before|you find|the|Tremor|and|the|Fury Because, by then, the guests will have arrived, and your body will be turned to a sieve before you find the 'Tromara' and the 'Antara'. Θα με βρεις όμως, και με το χέρι έδειξε τ' απάνω του ποταμού, εκεί που το Τρελόρεμα σμίγει με το ποτάμι. will|me|you find|however|and|with|the|hand|he pointed|the|upper|of|river|there|where|the|Crazy Stream|it merges|with|the|river But you will find me, and with his hand he pointed to the upper part of the river, where the Crazy Stream merges with the river.

— Μα είναι κακό το μέρος, πώς θα πας εκεί; Το ρεύμα είναι πολύ δυνατό, είπε ο Πολύδωρος. but|it is|bad|the|place|how|will|you go|there|the|current|it is|very|strong|he said|the|Polydoros — But the place is dangerous, how will you go there? The current is very strong, said Polydoros.

— Γι' αυτό ίσα-ίσα δε θα συλλογιστούν να έλθουν ως εκεί να μας χαιρετήσουν οι μουσαφιρέοι, αποκρίθηκε ήσυχα ο κουλός και με μια σπρωξιά απομάκρυνε τις φελούκες του. for|this|||not|will|they will think|to|they come|as|there|to|us|they greet|the|guests|he replied|quietly|the|lame man|and|with|a|push|he moved away|the|boats|his — That's why they won't even think to come here to greet us, the guests, the lame man replied quietly and with a shove pushed away his feluccas. Στο καλό, πατριώτη! to the|good|patriot Safe travels, compatriot!

— Στο καλό! to the|good Safe travels!

Και με αργά βήματα, σπρώχνοντας το κοντάρι του, ξαναπήρε ο κουλός τη διεύθυνση της αντικρινής όχθης, τραγουδώντας σιγανά: and|with|slow|steps|pushing|the|pole|his|he took again|the|lame man|the|direction|of the|opposite|bank|singing|softly And with slow steps, pushing his pole, the lame man took the direction of the opposite bank again, singing softly:

Πέντε χρόνια, πεερπατούσα, πέντε χρόνια, περπατούσα στα βουνά, βουνά, αγάπη μ', στα βουνά, βουνά. five|years|I was walking|five|years|I was walking|in the|mountains|mountains|love|my|in the|mountains|mountains Five years, I walked, five years, I walked in the mountains, mountains, my love, in the mountains, mountains.

PAR_TRANS:gpt-4o-mini=2.33 PAR_CWT:AvJ9dfk5=9.19 en:AvJ9dfk5 openai.2025-02-07 ai_request(all=66 err=0.00%) translation(all=129 err=0.00%) cwt(all=1365 err=1.39%)