×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.


image

Ηχητικά άρθρα..., H διατροφή των μονομάχων (1)

H διατροφή των μονομάχων (1)

[00:45]

Το περίφημο «Ψηφιδωτό των Μονομάχων» που εκτίθεται στην γκαλερία Μποργκέζε της Ρώμης δείχνει μια ομάδα μονομάχων στην αρένα τη στιγμή των αγώνων, οι οποίοι αναφέρονται με τα ονόματα τους: Astacius, Astivus, Rodan, Belleronfons, Cupido, Aurius, Alumnus, Serpeniius, Meliio, Mazicinus κ.ά. – όλοι σούπερ σταρ της εποχής, του τέταρτου αιώνα μ.Χ.

Παρουσιάζονται μυώδεις και ρωμαλέοι, η επιτομή της αρρενωπότητας και της ιδανικής σωματικής διάπλασης, όπως ακριβώς παρουσιάζονται σήμερα οι μονομάχοι στις ταινίες του Χόλιγουντ: ψηλοί, με σφιχτοδεμένα σώματα και φουσκωτούς μύες, εκπροσωπούν τη σωματική τελειότητα, όμοιοι με τους ηθοποιούς που τους ενσαρκώνουν.

Πόσο αληθινή είναι, όμως, αυτή η εικόνα; Τα αποτελέσματα των ερευνών στους χώρους ταφής των μονομάχων που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα στην Έφεσο της Τουρκίας και στην Αίγυπτο, κοντά στις αρχαίες Θήβες, και η μελέτη της σύστασης και του μεγέθους των οστών τους δείχνουν ότι απείχαν πολύ από τις απεικονίσεις των έργων τέχνης της κλασικής εποχής και από τα πρότυπα της σύγχρονης ποπ κουλτούρας.

Απ' όσα ανακάλυψαν οι αρχαιολόγοι, οι μονομάχοι ήταν ογκώδεις, όχι όπως οι σημερινοί μπόντι μπίλντερ, αλλά με ένα παχύ στρώμα υποδόριου λίπους να καλύπτει την κοιλιά και τον θώρακά τους. Αυτό σημαίνει ότι η διατροφή τους διέφερε αρκετά από τη διατροφή των σημερινών αθλητών και μαχητών των πολεμικών τεχνών, που τρώνε κυρίως ζωικές πρωτεΐνες, κρέας και ψάρι, και το σώμα τους είναι στεγνό, χωρίς ίχνος λίπους.

Οι μονομάχοι τρέφονταν κυρίως με υδατάνθρακες, κριθάρι και όσπρια και ελάχιστες ζωικές πρωτεΐνες, γιατί ο βασικός στόχος ήταν να παχύνουν.

Στις διαπιστώσεις για τη σωματική διάπλαση των μονομάχων κατέληξε μια ομάδα ιατρικών ανθρωπολόγων στο Ιατρικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης, που μελέτησαν τα αρχαία ευρήματα σχεδόν 2.000 χρόνων απ' το νεκροταφείο μονομάχων της Εφέσου. Ο μαζικός τάφος που φωτίζει αρκετά τον τρόπο που ζούσαν περιέχει οστά εξήντα επτά μονομάχων και μίας σκλάβας, πιθανόν της συζύγου κάποιου από αυτούς.

Τα αφιερώματα και οι ανάγλυφες εικόνες μονομάχων σε στιγμές μάχης στις πλάκες του νεκροταφείου δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για την ιδιότητα των ανθρώπων που είναι θαμμένοι εκεί. Ήταν μονομάχοι και σχεδόν όλοι πέθαναν αγωνιζόμενοι στην αρένα.

Παρότι κανένας από τους εξήντα οκτώ σκελετούς δεν είναι ολόκληρος, τα οστά των χεριών και των ποδιών που έχουν διατηρηθεί είναι αρκετά για να οδηγήσουν τους επιστήμονες σε ασφαλή συμπεράσματα για τη διατροφή και την κατάσταση της υγείας των ενταφιασμένων. Ίχνη στοιχείων που εντοπίστηκαν, όπως ασβέστιο και ψευδάργυρος, τους επέτρεψαν να πιστοποιήσουν τις βασικές πρώτες ύλες της τροφής τους.

Σύμφωνα με τα ευρήματα, έτρωγαν λίγες ζωικές πρωτεΐνες, μεγάλες ποσότητες από τροφές πλούσιες σε υδατάνθρακες, όπως όσπρια και δημητριακά, ενώ έπαιρναν, ως συμπλήρωμα, μια καλή ποσότητα ασβεστίου. Αυτήν τη διατροφή, που δεν περιείχε σχεδόν καθόλου κρέας, την περιγράφει ο Πλίνιος στη «Φυσική Ιστορία» του, όπου αναφέρει τους μονομάχους με το παρατσούκλι τους, «hodrearii», δηλαδή «κριθαροφάγους». Το κύριο φαγητό των μονομάχων ήταν ένας χυλός από κριθάρι, σκέτος, ή μαζί με κάποιο όσπριο.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, η κατά βάση χορτοφαγική διατροφή των μονομάχων δεν ήταν συνέπεια της φτώχειας ή της σκλαβιάς τους. Η γενική εντύπωση είναι ότι όλοι οι άντρες και οι γυναίκες που μάχονταν ως μονομάχοι ήταν αποκλειστικά σκλάβοι, αυτό όμως δεν ίσχυε στ' αλήθεια. Αν και οι περισσότεροι μονομάχοι ήταν αιχμάλωτοι πολέμου και κατάδικοι, υπήρχαν και κάποιοι που έμπαιναν στις σχολές εθελοντικά, για τα λεφτά, όταν έληγε η θητεία τους στον στρατό.

Άρα, μονομάχοι μπορούσαν να γίνουν και οι ελεύθεροι πολίτες, και ο λόγος ήταν προφανής: δεν ζούσαν όλοι οι Ρωμαίοι σε πολυτελείς βίλες ντυμένοι με πανάκριβους χιτώνες και χλαμύδες, απολαμβάνοντας χλιδάτα συμπόσια.

Οι περισσότεροι ζούσαν σε άθλιες συνθήκες, μέσα στη φτώχεια και βουτηγμένοι στα χρέη. Ο καλύτερος τρόπος για να ξεφύγουν ήταν να μπουν σε μια σχολή για μονομάχους, κάτι σαν το «Squid Game», χωρίς τη βέβαιη θανατηφόρα κατάληξη. Με κάθε νίκη δεν μπορούσαν μόνο να ταΐσουν την οικογένειά τους αλλά και να βγάλουν πολλά λεφτά και να γίνουν διασημότητες, οπότε άξιζε το ρίσκο. Υπήρξαν και περιπτώσεις Ρωμαίων ευγενών που έλαβαν μέρος σε μονομαχίες, με πιο γνωστό παράδειγμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου Κόμοδου.

Οι αγώνες των μονομάχων ξεκίνησαν ως νεκρώσιμες τελετουργίες κατά τη διάρκεια του πρώτου καρχηδονιακού πολέμου το 300 π.Χ., όταν οι κατάδικοι μονομαχούσαν σε ζευγάρια μέχρι θανάτου. Με τα χρόνια, όμως, και όσο γίνονταν πηγή εισοδήματος –και μάλιστα σοβαρή– για ανθρώπους όλων των τάξεων, οι αγώνες έγιναν πιο ήπιοι, σχεδόν «εκλεπτυσμένοι».

Έτσι οι σχολές μονομάχων γέμισαν με μαθητευόμενους, γιατί οι φτωχοί έβλεπαν στους αγώνες τη μοναδική ελπίδα να βγάλουν λεφτά και οι αιχμάλωτοι πολέμου και οι λιποτάκτες των ρωμαϊκών στρατευμάτων είχαν μια ευκαιρία να αγωνιστούν στην αρένα και να κερδίσουν την ελευθερία τους.

Λόγω της θέσης και της τάξης των μονομάχων (μαθητευόμενων και επαγγελματιών) η διατροφή με υδατάνθρακες ακούγεται λογική, γιατί ήταν πολύ φτηνή, ενώ κανείς δεν θα ξόδευε μια περιουσία για να ταΐσει φυλακισμένους. Από την άλλη, είχε μεγάλη σημασία να είναι καλοταϊσμένοι, όχι μόνο για να μπορούν να κερδίζουν στην αρένα αλλά και για τις ανάγκες της παράστασης.

Η ομάδα επιστημόνων της Βιέννης ισχυρίζεται ότι όσοι μάχονταν έτρωγαν παχυντικά φαγητά επειδή το λίπος στο σώμα τους πρόσθετε ένα προστατευτικό στρώμα κι επίσης, όταν σχιζόταν η σάρκα τους, οι πληγές δεν έφταναν σε μεγάλο βάθος ώστε να κινδυνεύει η ζωή τους. Έτσι συνέχιζαν να μάχονται πληγωμένοι και μέσα στα αίματα, προσθέτοντας δράμα και μεγαλύτερη ένταση στον αγώνα. Οι σπόνσορες, οι διοργανωτές και τα αφεντικά τους, που γνώριζαν πόσο συνδέεται η διατροφή των μονομάχων με την εμφάνισή τους στην αρένα, σίγουρα ήθελαν να τους παχύνουν όσο πιο πολύ γινόταν.

Αν αυτό ισχύει, γιατί έχουμε μια τόσο παραπλανητική εικόνα για τον σωματότυπο των μονομάχων; «Επειδή οι Αρχαίοι δεν διέφεραν καθόλου από εμάς!» λέει η ιστορικός του Χάρβαρντ Καθλίν Κόλμαν. «Εξιδανίκευαν την εικόνα τους, όπως κάνουμε κι εμείς σήμερα με το photoshop και τα applications στο Instagram. Στην αρχαία Ελλάδα η ιδέα του όμορφου, τέλειου αντρικού σώματος προερχόταν από τους αθλητές που συμμετείχαν στους αγώνες και οι καλλιτέχνες, για να αναπληρώσουν την έλλειψη τελειότητας στον πραγματικό κόσμο, τους απεικόνιζαν όλους, μονομάχους, θεούς και φιλοσόφους, ως ιδανικά αρσενικά. Η πραγματική εικόνα δεν είχε καμία σχέση με την εικόνα της τέχνης».

Οι ταινίες του Χόλιγουντ δεν έχουν δημιουργήσει πλαστή εικόνα μόνο για την εμφάνιση των μονομάχων αλλά και για τον τρόπο που μάχονταν, έτσι οι περισσότεροι θεωρούν ότι η μονομαχία στην αρένα ήταν ένας αγώνας ζωής ή θανάτου. Σίγουρα οι αγώνες των μονομάχων στην αρχαία Ρώμη ήταν αιματηροί και βάρβαροι και συνειρμικά φέρνουν στο μυαλό πλήθη να ζητωκραυγάζουν βλέποντας θεαματικούς θανάτους στην αρένα, αλλά οι θάνατοι δεν ήταν και τόσο συνηθισμένοι. Μπορεί να ήταν μέρος του παιχνιδιού, αλλά ήταν η εξαίρεση και όχι ο κανόνας.

Ο πρωταρχικός σκοπός των αγώνων ήταν να παρέχουν διασκέδαση. Όσο περισσότερο διαρκούσαν οι αγώνες, τόσο περισσότερο τα πλήθη τούς απολάμβαναν, εθίζονταν σε αυτούς, ταυτίζονταν με τους αγαπημένους τους μονομάχους και τους αποθέωναν ως ήρωες στην αρένα, που σημαίνει ότι δεν τους ήθελαν νεκρούς. Σύμφωνα με μια εκτενή έρευνα στα αρχεία από αγώνες μονομάχων που έχουν σωθεί, οι εννιά στους δέκα επιβίωναν από τις μάχες.

Ο μονομάχος ήταν περιουσία και μάλιστα τεράστιας αξίας, και κανείς, ούτε ο ιδιοκτήτης του ούτε οι διοργανωτές, δεν ήθελε να χάσει τον μαχητή του. Ο κόσμος τους ήταν αρκετά περίπλοκος και πολλά που είναι γνωστά γι' αυτούς, κυρίως από ταινίες, δεν ίσχυαν.

Σε αντίθεση με αυτό που πιστεύουν οι περισσότεροι, οι Ρωμαίοι δεν έβλεπαν τους μονομάχους ως κοινούς εγκληματίες, καταδικασμένους να πεθάνουν από ένα σπαθί ή ένα πεινασμένο λιοντάρι. Ο μονομάχος ήταν ένα επάγγελμα. Πληρωνόταν πολύ καλά για τις νίκες του και επίσης μπορούσε να στοιχηματίσει σε άλλους μονομάχους και να κερδίσει περισσότερα λεφτά. Ήταν κάτι σαν τους σημερινούς ποπ σταρ, τους καλούσαν στα εγκαίνια μαγαζιών επειδή ο κόσμος τους λάτρευε.

Οι αγώνες στην ουσία ήταν μέρος ενός σόου που διασκέδαζε τους θεατές, κάτι ανάμεσα σε θεαματική παράσταση και το σημερινό Ultimate Fighting Championship, και η επιτυχία τους βασιζόταν στην επανάληψη των σόου, γιατί οι θίασοι των μονομάχων περιόδευαν από πόλη σε πόλη. Και οι θίασοι έπρεπε να περιοδεύουν χωρίς απώλειες.

Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η αντίληψη των ανθρώπων της εποχής για τη διασκέδαση ήταν πολύ διαφορετική από τη δική μας, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι ενδιαφέρονταν απλώς για δημόσιες σφαγές. Υπήρχε θάνατος και αίμα, χωρίς αμφιβολία, αλλά όχι όπως τα απεικόνισε ο Ρίντλεϊ Σκοτ στον «Μονομάχο».

Ήταν ελάχιστες οι μονομαχίες μέχρι θανάτου. Οι μονομάχοι ήταν σκλάβοι, που σημαίνει ότι η ζωή τους ήταν στο έλεος των άλλων, των αφεντικών τους, των ανθρώπων της εξουσίας, των ανταγωνιστών τους, των χορηγών. Εάν το επιθυμούσαν οι Ρωμαίοι γερουσιαστές, μπορούσαν να πληρώσουν ένα τεράστιο χρηματικό ποσό για να παρακολουθήσουν δύο μονομάχους να αγωνίζονται μέχρι θανάτου. Αυτό όμως ήταν εκτός παιχνιδιού, δεν συμπεριλαμβανόταν στα συνήθη αγωνίσματα της αρένας – που ήταν κυρίως μάχη ανάμεσα σε δύο μονομάχους ή ένα κυνηγετικό παιχνίδι με άγρια ζώα.

Η εκπαίδευση των μονομάχων κόστιζε πάρα πολλά λεφτά και αν ένας μονομάχος σκοτωνόταν στην αρένα, εσκεμμένα ή τυχαία, ο χορηγός του αγώνα ήταν υποχρεωμένος να αποζημιώσει τον ιδιοκτήτη του. Επίσης, ο χορηγός έπρεπε να αναλάβει και το κόστος της ταφής του. Αυτό δείχνει ότι η ρωμαϊκή κοινωνία εκτιμούσε τους μονομάχους κυρίως για το θέαμα, άρα ήταν πιο χρήσιμοι ζωντανοί παρά νεκροί.

Η ατμόσφαιρα στα στάδια όπου γίνονταν οι αγώνες ήταν κάτι ανάλογο με τις συναυλίες των μεγάλων ροκ συγκροτημάτων σήμερα, με εντυπωσιακά ζωγραφισμένα σκηνικά, αναβατόρια να εμφανίζουν τους μονομάχους από καταπακτές και τους διοργανωτές να τους αναγγέλλουν με ενθουσιασμό, συνοδεία κρουστών. Η είσοδός τους στην αρένα ήταν τόσο εντυπωσιακή όσο και η είσοδος ενός σημερινού ποπ σταρ σε συναυλία.

Οι αγώνες είχαν πρωταρχικό σκοπό τη διασκέδαση του πλήθους και οι Ρωμαίοι τούς είχαν σχεδιάσει έτσι ώστε να προσφέρουν αγωνία και συγκίνηση, φροντίζοντας να κρατούν τους θεατές συνεχώς στην τσίτα. Γι' αυτό και στις αρένες υπήρχαν πολλές καταπακτές απ' όπου έβγαιναν άγρια ζώα που κυνηγιούνταν μέχρι θανάτου, υπήρχε ορχήστρα που έπαιζε μουσική σε όλη τη διάρκεια των αγώνων, υπήρχαν φωτιές, επίσημοι που έφταναν τελευταίοι πανηγυρικά για να τους δουν όλοι και να τους χειροκροτήσουν.

Οι διοργανωτές ζευγάρωναν τους μονομάχους με τέτοιον τρόπο ώστε να εξασφαλίζουν θεματικές μάχες. Έβαζαν έναν έμπειρο με κάποιον καινούργιο, έναν σβέλτο και επιδέξιο εναντίον κάποιου μεγαλόσωμου με βαρύ οπλισμό και ακόμα πιο βαριά πανοπλία, και τα πλήθη διασκέδαζαν με τον μεγαλόσωμο άντρα που προσπαθούσε να πιάσει τον γρήγορο αντίπαλό του.

Το μεγαλύτερο έπαθλο για έναν μονομάχο ήταν η ελευθερία του. Ακόμα και αν δεν την κέρδιζαν, οι νικητές πολλών συνεχόμενων αγώνων έβγαζαν τα λεφτά που χρειάζονταν για να την αγοράσουν.

Ωστόσο, μερικούς μονομάχους δεν τους ενδιέφερε η ελευθερία. Ίσως ακούγεται σοκαριστικό, αλλά ο Φλάμμα, ο μονομάχος από τη Συρία, όταν μετά από τριάντα νίκες κέρδισε την ελευθερία του, την απαρνήθηκε και συνέχισε να αγωνίζεται στην αρένα. Για έναν μονομάχο η ζωή εκτός αρένας δεν ήταν πάντα λαμπερή. Οι περισσότεροι δεν είχαν σπίτια να επιστρέψουν, και ακόμα και όταν απελευθερώνονταν, δεν τους άρεσε καθόλου το ενδεχόμενο να βρουν μια κανονική δουλειά και να ζήσουν μια μοναχική ζωή.

Οι μονομάχοι είχαν την αποδοχή που έχουν σήμερα οι ποπ σταρ, ακόμα και εκτός αρένας. Λατρεύονταν όπως οι σημερινοί μπασκετμπολίστες του ΝΒΑ ή οι ποδοσφαιριστές και ήταν διασημότητες τέτοιου μεγέθους, που ήταν το βασικό θέμα στις συζητήσεις του κόσμου. Τα κατορθώματα των μονομάχων ενδιέφεραν περισσότερο και από τις ειδήσεις για τη νίκη ή την ήττα των ρωμαϊκών στρατευμάτων. Γράφονταν γι' αυτούς τραγούδια και δημιουργούνταν fun clubs στις γειτονιές. Και ήταν τα απόλυτα sex symbols, περιζήτητοι εραστές – και οι ιστορίες για την ερωτική τους ζωή κυκλοφορούσαν σαν αστικοί μύθοι.

Δεν ήταν μόνο άντρες, όμως, οι μονομάχοι. Και οι γυναίκες λάμβαναν μέρος στις μονομαχίες, αλλά στην αρχαία Ρώμη δεν συμμετείχαν στη δημόσια ζωή, έτσι οι γυναίκες μονομάχοι πολεμήθηκαν και γρήγορα απαγορεύτηκε να αγωνίζονται. Οι Ρωμαίοι τις είδαν ως κάτι εξωτικό και αμφισβητήθηκαν η υπόληψη και η ηθική τους, γι' αυτό υπάρχουν ελάχιστες αναφορές για τη ζωή και τα κατορθώματά τους.

Το περίεργο είναι πως ούτε για τους άντρες μονομάχους έχουμε τόσες καταγραφές όσες έχουμε για τη ζωή των ευγενών, τη διοίκηση και τις ρωμαϊκές καμπάνιες, παρότι ήταν κάτι πολύ συνηθισμένο στην καθημερινότητα των Ρωμαίων. Είναι σαν να καταγράφεται η ιστορία σήμερα και να λείπει οποιαδήποτε αναφορά στην ποπ κουλτούρα. Οι τάφοι των μονομάχων, οι χώροι εκπαίδευσης και οι ανακαλύψεις αντικειμένων στις ανασκαφές έχουν δώσει τα τελευταία χρόνια μια πιο σαφή εικόνα για τον τρόπο ζωής τους.

Σε όλη την έκταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η εκπαίδευση των μονομάχων ήταν μια πολύ δημοφιλής πηγή εισοδήματος. Πάνω από εκατό σχολές υπήρχαν παντού, από την Αυστρία μέχρι την Τουρκία, οι πιο διάσημες όμως ήταν γύρω από το Κολοσσαίο, όπου ακόμα και σήμερα υπάρχουν τα απομεινάρια των στοών που το συνέδεαν με το Ludus Magnus, τη σχολή που έβγαλε τους καλύτερους μονομάχους. Στους μονομάχους δεν επιτρεπόταν να απομακρυνθούν από τον χώρο των σχολών, εκεί ζούσαν, εκεί εκπαιδεύονταν –και εκπαίδευαν– και εκεί μέσα έτρωγαν τα γεύματά τους.


H διατροφή των μονομάχων (1) Gladiators' diet (1)

[00:45]

Το περίφημο «Ψηφιδωτό των Μονομάχων» που εκτίθεται στην γκαλερία Μποργκέζε της Ρώμης δείχνει μια ομάδα μονομάχων στην αρένα τη στιγμή των αγώνων, οι οποίοι αναφέρονται με τα ονόματα τους: Astacius, Astivus, Rodan, Belleronfons, Cupido, Aurius, Alumnus, Serpeniius, Meliio, Mazicinus κ.ά. – όλοι σούπερ σταρ της εποχής, του τέταρτου αιώνα μ.Χ.

Παρουσιάζονται μυώδεις και ρωμαλέοι, η επιτομή της αρρενωπότητας και της ιδανικής σωματικής διάπλασης, όπως ακριβώς παρουσιάζονται σήμερα οι μονομάχοι στις ταινίες του Χόλιγουντ: ψηλοί, με σφιχτοδεμένα σώματα και φουσκωτούς μύες, εκπροσωπούν τη σωματική τελειότητα, όμοιοι με τους ηθοποιούς που τους ενσαρκώνουν.

Πόσο αληθινή είναι, όμως, αυτή η εικόνα; Τα αποτελέσματα των ερευνών στους χώρους ταφής των μονομάχων που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα στην Έφεσο της Τουρκίας και στην Αίγυπτο, κοντά στις αρχαίες Θήβες, και η μελέτη της σύστασης και του μεγέθους των οστών τους δείχνουν ότι απείχαν πολύ από τις απεικονίσεις των έργων τέχνης της κλασικής εποχής και από τα πρότυπα της σύγχρονης ποπ κουλτούρας.

Απ' όσα ανακάλυψαν οι αρχαιολόγοι, οι μονομάχοι ήταν ογκώδεις, όχι όπως οι σημερινοί μπόντι μπίλντερ, αλλά με ένα παχύ στρώμα υποδόριου λίπους να καλύπτει την κοιλιά και τον θώρακά τους. Αυτό σημαίνει ότι η διατροφή τους διέφερε αρκετά από τη διατροφή των σημερινών αθλητών και μαχητών των πολεμικών τεχνών, που τρώνε κυρίως ζωικές πρωτεΐνες, κρέας και ψάρι, και το σώμα τους είναι στεγνό, χωρίς ίχνος λίπους.

Οι μονομάχοι τρέφονταν κυρίως με υδατάνθρακες, κριθάρι και όσπρια και ελάχιστες ζωικές πρωτεΐνες, γιατί ο βασικός στόχος ήταν να παχύνουν.

Στις διαπιστώσεις για τη σωματική διάπλαση των μονομάχων κατέληξε μια ομάδα ιατρικών ανθρωπολόγων στο Ιατρικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης, που μελέτησαν τα αρχαία ευρήματα σχεδόν 2.000 χρόνων απ' το νεκροταφείο μονομάχων της Εφέσου. Ο μαζικός τάφος που φωτίζει αρκετά τον τρόπο που ζούσαν περιέχει οστά εξήντα επτά μονομάχων και μίας σκλάβας, πιθανόν της συζύγου κάποιου από αυτούς.

Τα αφιερώματα και οι ανάγλυφες εικόνες μονομάχων σε στιγμές μάχης στις πλάκες του νεκροταφείου δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για την ιδιότητα των ανθρώπων που είναι θαμμένοι εκεί. Ήταν μονομάχοι και σχεδόν όλοι πέθαναν αγωνιζόμενοι στην αρένα.

Παρότι κανένας από τους εξήντα οκτώ σκελετούς δεν είναι ολόκληρος, τα οστά των χεριών και των ποδιών που έχουν διατηρηθεί είναι αρκετά για να οδηγήσουν τους επιστήμονες σε ασφαλή συμπεράσματα για τη διατροφή και την κατάσταση της υγείας των ενταφιασμένων. Ίχνη στοιχείων που εντοπίστηκαν, όπως ασβέστιο και ψευδάργυρος, τους επέτρεψαν να πιστοποιήσουν τις βασικές πρώτες ύλες της τροφής τους. Traces of trace elements, such as calcium and zinc, allowed them to certify the basic raw materials of their food.

Σύμφωνα με τα ευρήματα, έτρωγαν λίγες ζωικές πρωτεΐνες, μεγάλες ποσότητες από τροφές πλούσιες σε υδατάνθρακες, όπως όσπρια και δημητριακά, ενώ έπαιρναν, ως συμπλήρωμα, μια καλή ποσότητα ασβεστίου. Αυτήν τη διατροφή, που δεν περιείχε σχεδόν καθόλου κρέας, την περιγράφει ο Πλίνιος στη «Φυσική Ιστορία» του, όπου αναφέρει τους μονομάχους με το παρατσούκλι τους, «hodrearii», δηλαδή «κριθαροφάγους». Το κύριο φαγητό των μονομάχων ήταν ένας χυλός από κριθάρι, σκέτος, ή μαζί με κάποιο όσπριο.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, η κατά βάση χορτοφαγική διατροφή των μονομάχων δεν ήταν συνέπεια της φτώχειας ή της σκλαβιάς τους. Η γενική εντύπωση είναι ότι όλοι οι άντρες και οι γυναίκες που μάχονταν ως μονομάχοι ήταν αποκλειστικά σκλάβοι, αυτό όμως δεν ίσχυε στ' αλήθεια. Αν και οι περισσότεροι μονομάχοι ήταν αιχμάλωτοι πολέμου και κατάδικοι, υπήρχαν και κάποιοι που έμπαιναν στις σχολές εθελοντικά, για τα λεφτά, όταν έληγε η θητεία τους στον στρατό. Although most gladiators were prisoners of war and convicts, there were some who entered the schools voluntarily, for money, when their military service ended.

Άρα, μονομάχοι μπορούσαν να γίνουν και οι ελεύθεροι πολίτες, και ο λόγος ήταν προφανής: δεν ζούσαν όλοι οι Ρωμαίοι σε πολυτελείς βίλες ντυμένοι με πανάκριβους χιτώνες και χλαμύδες, απολαμβάνοντας χλιδάτα συμπόσια. So, free citizens could also become gladiators, and the reason was obvious: not all Romans lived in luxurious villas dressed in expensive tunics and cloaks, enjoying lavish banquets.

Οι περισσότεροι ζούσαν σε άθλιες συνθήκες, μέσα στη φτώχεια και βουτηγμένοι στα χρέη. Most lived in misery, poverty and debt. Ο καλύτερος τρόπος για να ξεφύγουν ήταν να μπουν σε μια σχολή για μονομάχους, κάτι σαν το «Squid Game», χωρίς τη βέβαιη θανατηφόρα κατάληξη. The best way to escape was to enter a school for gladiators, something like the "Squid Game", without the certain deadly end. Με κάθε νίκη δεν μπορούσαν μόνο να ταΐσουν την οικογένειά τους αλλά και να βγάλουν πολλά λεφτά και να γίνουν διασημότητες, οπότε άξιζε το ρίσκο. With each victory they could not only feed their family but also make a lot of money and become celebrities, so it was worth the risk. Υπήρξαν και περιπτώσεις Ρωμαίων ευγενών που έλαβαν μέρος σε μονομαχίες, με πιο γνωστό παράδειγμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου Κόμοδου. There were also cases of Roman nobles who took part in duels, with the most famous example being the Roman emperor Marcus Aurelius Commodus.

Οι αγώνες των μονομάχων ξεκίνησαν ως νεκρώσιμες τελετουργίες κατά τη διάρκεια του πρώτου καρχηδονιακού πολέμου το 300 π.Χ., όταν οι κατάδικοι μονομαχούσαν σε ζευγάρια μέχρι θανάτου. Gladiator fights began as funeral rites during the First Carthaginian War in 300 BC, when convicts fought in pairs to the death. Με τα χρόνια, όμως, και όσο γίνονταν πηγή εισοδήματος –και μάλιστα σοβαρή– για ανθρώπους όλων των τάξεων, οι αγώνες έγιναν πιο ήπιοι, σχεδόν «εκλεπτυσμένοι». Over the years, however, and as they became a source of income - and even serious - for people of all classes, the struggles became milder, almost "refined".

Έτσι οι σχολές μονομάχων γέμισαν με μαθητευόμενους, γιατί οι φτωχοί έβλεπαν στους αγώνες τη μοναδική ελπίδα να βγάλουν λεφτά και οι αιχμάλωτοι πολέμου και οι λιποτάκτες των ρωμαϊκών στρατευμάτων είχαν μια ευκαιρία να αγωνιστούν στην αρένα και να κερδίσουν την ελευθερία τους. Thus the schools of gladiators were filled with apprentices, for the poor saw in the struggles the only hope of making money, and the prisoners of war and the deserters of the Roman armies had a chance to fight in the arena and gain their freedom.

Λόγω της θέσης και της τάξης των μονομάχων (μαθητευόμενων και επαγγελματιών) η διατροφή με υδατάνθρακες ακούγεται λογική, γιατί ήταν πολύ φτηνή, ενώ κανείς δεν θα ξόδευε μια περιουσία για να ταΐσει φυλακισμένους. Από την άλλη, είχε μεγάλη σημασία να είναι καλοταϊσμένοι, όχι μόνο για να μπορούν να κερδίζουν στην αρένα αλλά και για τις ανάγκες της παράστασης.

Η ομάδα επιστημόνων της Βιέννης ισχυρίζεται ότι όσοι μάχονταν έτρωγαν παχυντικά φαγητά επειδή το λίπος στο σώμα τους πρόσθετε ένα προστατευτικό στρώμα κι επίσης, όταν σχιζόταν η σάρκα τους, οι πληγές δεν έφταναν σε μεγάλο βάθος ώστε να κινδυνεύει η ζωή τους. Έτσι συνέχιζαν να μάχονται πληγωμένοι και μέσα στα αίματα, προσθέτοντας δράμα και μεγαλύτερη ένταση στον αγώνα. Οι σπόνσορες, οι διοργανωτές και τα αφεντικά τους, που γνώριζαν πόσο συνδέεται η διατροφή των μονομάχων με την εμφάνισή τους στην αρένα, σίγουρα ήθελαν να τους παχύνουν όσο πιο πολύ γινόταν.

Αν αυτό ισχύει, γιατί έχουμε μια τόσο παραπλανητική εικόνα για τον σωματότυπο των μονομάχων; «Επειδή οι Αρχαίοι δεν διέφεραν καθόλου από εμάς!» λέει η ιστορικός του Χάρβαρντ Καθλίν Κόλμαν. «Εξιδανίκευαν την εικόνα τους, όπως κάνουμε κι εμείς σήμερα με το photoshop και τα applications στο Instagram. Στην αρχαία Ελλάδα η ιδέα του όμορφου, τέλειου αντρικού σώματος προερχόταν από τους αθλητές που συμμετείχαν στους αγώνες και οι καλλιτέχνες, για να αναπληρώσουν την έλλειψη τελειότητας στον πραγματικό κόσμο, τους απεικόνιζαν όλους, μονομάχους, θεούς και φιλοσόφους, ως ιδανικά αρσενικά. Η πραγματική εικόνα δεν είχε καμία σχέση με την εικόνα της τέχνης».

Οι ταινίες του Χόλιγουντ δεν έχουν δημιουργήσει πλαστή εικόνα μόνο για την εμφάνιση των μονομάχων αλλά και για τον τρόπο που μάχονταν, έτσι οι περισσότεροι θεωρούν ότι η μονομαχία στην αρένα ήταν ένας αγώνας ζωής ή θανάτου. Σίγουρα οι αγώνες των μονομάχων στην αρχαία Ρώμη ήταν αιματηροί και βάρβαροι και συνειρμικά φέρνουν στο μυαλό πλήθη να ζητωκραυγάζουν βλέποντας θεαματικούς θανάτους στην αρένα, αλλά οι θάνατοι δεν ήταν και τόσο συνηθισμένοι. Μπορεί να ήταν μέρος του παιχνιδιού, αλλά ήταν η εξαίρεση και όχι ο κανόνας.

Ο πρωταρχικός σκοπός των αγώνων ήταν να παρέχουν διασκέδαση. Όσο περισσότερο διαρκούσαν οι αγώνες, τόσο περισσότερο τα πλήθη τούς απολάμβαναν, εθίζονταν σε αυτούς, ταυτίζονταν με τους αγαπημένους τους μονομάχους και τους αποθέωναν ως ήρωες στην αρένα, που σημαίνει ότι δεν τους ήθελαν νεκρούς. Σύμφωνα με μια εκτενή έρευνα στα αρχεία από αγώνες μονομάχων που έχουν σωθεί, οι εννιά στους δέκα επιβίωναν από τις μάχες.

Ο μονομάχος ήταν περιουσία και μάλιστα τεράστιας αξίας, και κανείς, ούτε ο ιδιοκτήτης του ούτε οι διοργανωτές, δεν ήθελε να χάσει τον μαχητή του. Ο κόσμος τους ήταν αρκετά περίπλοκος και πολλά που είναι γνωστά γι' αυτούς, κυρίως από ταινίες, δεν ίσχυαν.

Σε αντίθεση με αυτό που πιστεύουν οι περισσότεροι, οι Ρωμαίοι δεν έβλεπαν τους μονομάχους ως κοινούς εγκληματίες, καταδικασμένους να πεθάνουν από ένα σπαθί ή ένα πεινασμένο λιοντάρι. Ο μονομάχος ήταν ένα επάγγελμα. Πληρωνόταν πολύ καλά για τις νίκες του και επίσης μπορούσε να στοιχηματίσει σε άλλους μονομάχους και να κερδίσει περισσότερα λεφτά. Ήταν κάτι σαν τους σημερινούς ποπ σταρ, τους καλούσαν στα εγκαίνια μαγαζιών επειδή ο κόσμος τους λάτρευε.

Οι αγώνες στην ουσία ήταν μέρος ενός σόου που διασκέδαζε τους θεατές, κάτι ανάμεσα σε θεαματική παράσταση και το σημερινό Ultimate Fighting Championship, και η επιτυχία τους βασιζόταν στην επανάληψη των σόου, γιατί οι θίασοι των μονομάχων περιόδευαν από πόλη σε πόλη. Και οι θίασοι έπρεπε να περιοδεύουν χωρίς απώλειες.

Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η αντίληψη των ανθρώπων της εποχής για τη διασκέδαση ήταν πολύ διαφορετική από τη δική μας, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι ενδιαφέρονταν απλώς για δημόσιες σφαγές. Υπήρχε θάνατος και αίμα, χωρίς αμφιβολία, αλλά όχι όπως τα απεικόνισε ο Ρίντλεϊ Σκοτ στον «Μονομάχο».

Ήταν ελάχιστες οι μονομαχίες μέχρι θανάτου. Οι μονομάχοι ήταν σκλάβοι, που σημαίνει ότι η ζωή τους ήταν στο έλεος των άλλων, των αφεντικών τους, των ανθρώπων της εξουσίας, των ανταγωνιστών τους, των χορηγών. Εάν το επιθυμούσαν οι Ρωμαίοι γερουσιαστές, μπορούσαν να πληρώσουν ένα τεράστιο χρηματικό ποσό για να παρακολουθήσουν δύο μονομάχους να αγωνίζονται μέχρι θανάτου. Αυτό όμως ήταν εκτός παιχνιδιού, δεν συμπεριλαμβανόταν στα συνήθη αγωνίσματα της αρένας – που ήταν κυρίως μάχη ανάμεσα σε δύο μονομάχους ή ένα κυνηγετικό παιχνίδι με άγρια ζώα.

Η εκπαίδευση των μονομάχων κόστιζε πάρα πολλά λεφτά και αν ένας μονομάχος σκοτωνόταν στην αρένα, εσκεμμένα ή τυχαία, ο χορηγός του αγώνα ήταν υποχρεωμένος να αποζημιώσει τον ιδιοκτήτη του. Επίσης, ο χορηγός έπρεπε να αναλάβει και το κόστος της ταφής του. Αυτό δείχνει ότι η ρωμαϊκή κοινωνία εκτιμούσε τους μονομάχους κυρίως για το θέαμα, άρα ήταν πιο χρήσιμοι ζωντανοί παρά νεκροί.

Η ατμόσφαιρα στα στάδια όπου γίνονταν οι αγώνες ήταν κάτι ανάλογο με τις συναυλίες των μεγάλων ροκ συγκροτημάτων σήμερα, με εντυπωσιακά ζωγραφισμένα σκηνικά, αναβατόρια να εμφανίζουν τους μονομάχους από καταπακτές και τους διοργανωτές να τους αναγγέλλουν με ενθουσιασμό, συνοδεία κρουστών. Η είσοδός τους στην αρένα ήταν τόσο εντυπωσιακή όσο και η είσοδος ενός σημερινού ποπ σταρ σε συναυλία.

Οι αγώνες είχαν πρωταρχικό σκοπό τη διασκέδαση του πλήθους και οι Ρωμαίοι τούς είχαν σχεδιάσει έτσι ώστε να προσφέρουν αγωνία και συγκίνηση, φροντίζοντας να κρατούν τους θεατές συνεχώς στην τσίτα. Γι' αυτό και στις αρένες υπήρχαν πολλές καταπακτές απ' όπου έβγαιναν άγρια ζώα που κυνηγιούνταν μέχρι θανάτου, υπήρχε ορχήστρα που έπαιζε μουσική σε όλη τη διάρκεια των αγώνων, υπήρχαν φωτιές, επίσημοι που έφταναν τελευταίοι πανηγυρικά για να τους δουν όλοι και να τους χειροκροτήσουν.

Οι διοργανωτές ζευγάρωναν τους μονομάχους με τέτοιον τρόπο ώστε να εξασφαλίζουν θεματικές μάχες. Έβαζαν έναν έμπειρο με κάποιον καινούργιο, έναν σβέλτο και επιδέξιο εναντίον κάποιου μεγαλόσωμου με βαρύ οπλισμό και ακόμα πιο βαριά πανοπλία, και τα πλήθη διασκέδαζαν με τον μεγαλόσωμο άντρα που προσπαθούσε να πιάσει τον γρήγορο αντίπαλό του.

Το μεγαλύτερο έπαθλο για έναν μονομάχο ήταν η ελευθερία του. Ακόμα και αν δεν την κέρδιζαν, οι νικητές πολλών συνεχόμενων αγώνων έβγαζαν τα λεφτά που χρειάζονταν για να την αγοράσουν.

Ωστόσο, μερικούς μονομάχους δεν τους ενδιέφερε η ελευθερία. Ίσως ακούγεται σοκαριστικό, αλλά ο Φλάμμα, ο μονομάχος από τη Συρία, όταν μετά από τριάντα νίκες κέρδισε την ελευθερία του, την απαρνήθηκε και συνέχισε να αγωνίζεται στην αρένα. Για έναν μονομάχο η ζωή εκτός αρένας δεν ήταν πάντα λαμπερή. Οι περισσότεροι δεν είχαν σπίτια να επιστρέψουν, και ακόμα και όταν απελευθερώνονταν, δεν τους άρεσε καθόλου το ενδεχόμενο να βρουν μια κανονική δουλειά και να ζήσουν μια μοναχική ζωή.

Οι μονομάχοι είχαν την αποδοχή που έχουν σήμερα οι ποπ σταρ, ακόμα και εκτός αρένας. Λατρεύονταν όπως οι σημερινοί μπασκετμπολίστες του ΝΒΑ ή οι ποδοσφαιριστές και ήταν διασημότητες τέτοιου μεγέθους, που ήταν το βασικό θέμα στις συζητήσεις του κόσμου. Τα κατορθώματα των μονομάχων ενδιέφεραν περισσότερο και από τις ειδήσεις για τη νίκη ή την ήττα των ρωμαϊκών στρατευμάτων. Γράφονταν γι' αυτούς τραγούδια και δημιουργούνταν fun clubs στις γειτονιές. Και ήταν τα απόλυτα sex symbols, περιζήτητοι εραστές – και οι ιστορίες για την ερωτική τους ζωή κυκλοφορούσαν σαν αστικοί μύθοι.

Δεν ήταν μόνο άντρες, όμως, οι μονομάχοι. Και οι γυναίκες λάμβαναν μέρος στις μονομαχίες, αλλά στην αρχαία Ρώμη δεν συμμετείχαν στη δημόσια ζωή, έτσι οι γυναίκες μονομάχοι πολεμήθηκαν και γρήγορα απαγορεύτηκε να αγωνίζονται. Οι Ρωμαίοι τις είδαν ως κάτι εξωτικό και αμφισβητήθηκαν η υπόληψη και η ηθική τους, γι' αυτό υπάρχουν ελάχιστες αναφορές για τη ζωή και τα κατορθώματά τους.

Το περίεργο είναι πως ούτε για τους άντρες μονομάχους έχουμε τόσες καταγραφές όσες έχουμε για τη ζωή των ευγενών, τη διοίκηση και τις ρωμαϊκές καμπάνιες, παρότι ήταν κάτι πολύ συνηθισμένο στην καθημερινότητα των Ρωμαίων. Είναι σαν να καταγράφεται η ιστορία σήμερα και να λείπει οποιαδήποτε αναφορά στην ποπ κουλτούρα. Οι τάφοι των μονομάχων, οι χώροι εκπαίδευσης και οι ανακαλύψεις αντικειμένων στις ανασκαφές έχουν δώσει τα τελευταία χρόνια μια πιο σαφή εικόνα για τον τρόπο ζωής τους.

Σε όλη την έκταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η εκπαίδευση των μονομάχων ήταν μια πολύ δημοφιλής πηγή εισοδήματος. Πάνω από εκατό σχολές υπήρχαν παντού, από την Αυστρία μέχρι την Τουρκία, οι πιο διάσημες όμως ήταν γύρω από το Κολοσσαίο, όπου ακόμα και σήμερα υπάρχουν τα απομεινάρια των στοών που το συνέδεαν με το Ludus Magnus, τη σχολή που έβγαλε τους καλύτερους μονομάχους. Στους μονομάχους δεν επιτρεπόταν να απομακρυνθούν από τον χώρο των σχολών, εκεί ζούσαν, εκεί εκπαιδεύονταν –και εκπαίδευαν– και εκεί μέσα έτρωγαν τα γεύματά τους.