×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.


image

Tolkien - Τα Παιδιά του Χούριν, XI. Η Πτώση του Νάργκοθροντ (2)

XI. Η Πτώση του Νάργκοθροντ (2)

Λίγο μετά την αναχώρηση των αγγελιαφόρων ο Χάντιρ, ο Κύριος του Μπρέθιλ, σκοτώθηκε, γιατί οι Ορκ εισέβαλαν στη γη του θέλοντας να εξασφαλίσουν τις Διαβάσεις του Τέιγκλιν για να συνεχίσουν την προέλασή τους. Ο Χάντιρ πολέμησε, αλλά οι Άνθρωποι του Μπρέθιλ ηττήθηκαν και απωθήθηκαν στα δάση τους. Οι Ορκ δεν τους κυνήγησαν γιατί προς το παρόν είχαν πετύχει το σκοπό τους. Και συνέχισαν να συγκεντρώνουν τις δυνάμεις τους στο Πέρασμα του Σίριον.

Το φθινόπωρο εκείνης της χρονιάς, βρίσκοντας την κατάλληλη ευκαιρία, ο Μόργκοθ εξαπέλυσε κατά του λαού του Νάρογκ τη μεγάλη στρατιά που ετοίμαζε από καιρό. Και ο Γκλάουρουνγκ, ο Πατέρας των Δρακόντων, πέρασε το Ανφάουγκλιθ και από κει μπήκε στις βόρειες κοιλάδες του Σίριον και προκάλεσε μεγάλη καταστροφή. Κάτω από τις σκιές των Έρεντ Γουέθριν, επικεφαλής ενός μεγάλου στρατού από Ορκ, μίανε το Έιθελ Ίβριν και από κει πέρασε στο βασίλειο του Νάργκοθροντ, καίγοντας το Τάλαθ Ντίρνεν, τη Φυλαγμένη Πεδιάδα, ανάμεσα στον Νάρογκ και τον Τέιγκλιν.

Τότε οι πολεμιστές του Νάργκοθροντ βγήκαν για μάχη, κι εκείνη τη μέρα ψηλός και τρομερός ήταν ο Τούριν και το φρόνημα του στρατού αναπτερώθηκε βλέποντάς τον δεξί χέρι του Ορόντρεθ. Αλλά μεγαλύτερη πολύ ήταν η στρατιά του Μόργκοθ από όσο είχαν πει οι ανιχνευτές και κανείς εκτός από τον Τούριν, με την προστασία της μάσκας των Νάνων, δεν μπορούσε να αντέξει την προσέγγιση του Γκλάουρουνγκ.

Τα Ξωτικά απωθήθηκαν και νικήθηκαν στα πεδία του Τουμχάλαντ. Κι εκεί όλο το καύχημα και ο στρατός του Νάργκοθροντ χάθηκε. Και ο Ορόντρεθ, ο βασιλιάς, σκοτώθηκε στο μέτωπο της μάχης και ο Γκουίντορ, ο γιος του Γκουίλιν, τραυματίστηκε θανάσιμα. Αλλά ο Τούριν ήρθε σε βοήθειά του, και όλοι τράπηκαν σε φυγή μπροστά του. Και μετέφερε τον Γκουίντορ έξω από τη μάχη και ξεφεύγοντας σ' ένα δάσος τον ξάπλωσε στη χλόη.

Τότε ο Γκουίντορ είπε στον Τούριν:

«Ας πληρωθεί μεταφορά με μεταφορά! Αλλά κακότυχη ήταν η δική μου και μάταιη η δική σου. Γιατί το σώμα μου έχει λαβωθεί και δεν έχει γιατρειά και πρέπει να εγκαταλείψω τη Μέση-γη. Και παρόλο που σε αγαπώ, γιε του Χούριν, ωστόσο θρηνώ τη μέρα που σε πήρα από τους Ορκ. Αν δεν ήταν η δική σου δύναμη και περηφάνια, θα είχα ακόμη αγάπη και ζωή και το Νάργκοθροντ θα στεκόταν λίγο ακόμη. Τώρα, αν με αγαπάς, άφησέ με! Σπεύσε στο Νάργκοθροντ και σώσε τη Φιντούιλας. Και σου λέω αυτό το τελευταίο: αυτή μόνο στέκει ανάμεσα σ' εσένα και την κατάρα που σε καταδιώκει. Αν εσύ αποτύχεις μαζί της, η κατάρα σου δεν θα αποτύχει να σε βρει. Έχε γεια!». Τότε ο Τούριν έσπευσε να επιστρέψει στο Νάργκοθροντ, συγκεντρώνοντας όποια τμήματα του νικημένου στρατού έβρισκε στο δρόμο του. Και τα φύλλα έπεφταν από τα δέντρα από δυνατό άνεμο καθώς αυτοί περνούσαν, γιατί το φθινόπωρο γινόταν βαρύς χειμώνας. Αλλά ο Γκλάουρουνγκ και ο στρατός των Ορκ έφτασαν εκεί πριν από τον ίδιο, που καθυστέρησε εξαιτίας της διάσωσης του Γκουίντορ, και επιτέθηκαν ξαφνικά πριν εκείνοι που είχαν απομείνει για φρουροί μάθουν τι είχε συμβεί στη μάχη του Τουμχάλαντ. Εκείνη τη μέρα η γέφυρα που τους είχε πείσει ο Τούριν να χτίσουν πάνω από τον Νάρογκ αποδείχτηκε καταστροφή. Γιατί ήταν μεγάλη και γερά φτιαγμένη και δεν μπορούσε να καταστραφεί γρήγορα, κι έτσι ο εχθρός πέρασε εύκολα το βαθύ ποτάμι και ο Γκλάουρουνγκ όρμησε με όλη του τη φωτιά στις Πύλες του Φέλαγκουντ και τις γκρέμισε και πέρασε μέσα.

Και ενώ έφτανε ο Τούριν, η φρικτή λεηλασία του Νάργκοθροντ είχε σχεδόν ολοκληρωθεί. Οι Ορκ είχαν σκοτώσει ή απωθήσει όσους πολεμιστές απέμεναν και εκείνη τη στιγμή είχαν ορμήσει στις μεγάλες αίθουσες και τους θαλάμους, λεηλατώντας και καταστρέφοντας. Όμως όσες από τις γυναίκες και τις κοπέλες δεν κάηκαν ή δεν σκοτώθηκαν, τις είχαν οδηγήσει στο προαύλιο μπροστά στις πύλες για να τις πάνε στην Άνγκμπαντ για σκλάβες. Σε αυτή την καταστροφή και τη συμφορά έφτασε ο Τούριν και κανείς δεν μπορούσε να του αντισταθεί -ή δεν ήθελε να του αντισταθεί, αν και εξόντωνε όσους έβρισκε μπροστά του και πέρασε τη γέφυρα και προχωρούσε πολεμώντας προς το σημείο των αιχμαλώτων.

Και τότε βρέθηκε να αντιστέκεται μόνος, γιατί οι λίγοι που τον είχαν ακολουθήσει είχαν τραπεί σε φυγή για να κρυφτούν. Όμως εκείνη τη στιγμή ο ολέθριος Γκλάουρουνγκ πρόβαλε από τις γκρεμισμένες Πύλες του Φέλαγκουντ και στάθηκε ανάμεσα στον Τούριν και τη γέφυρα. Και ξαφνικά μίλησε με το μοχθηρό πνεύμα που υπήρχε μέσα του λέγοντας: «Χαίρε, γιε του Χούριν. Καλή συνάντηση!». Τότε ο Τούριν όρμησε εναντίον του και φωτιά υπήρχε στα μάτια του και οι κόψεις του Γκούρθανγκ άστραφταν σαν φλόγες. Αλλά ο Γκλάουρουνγκ άντεξε την επίθεση και άνοιξε τα μεγάλα ερπετίσια μάτια του και κοίταξε τον Τούριν. Χωρίς φόβο ο Τούριν κοίταξε μέσα σ' εκείνα τα μάτια καθώς σήκωνε το σπαθί του και αμέσως έπεσε στη μαγεία του δράκοντα και ήταν σαν να έγινε πέτρα. Έτσι στέκονταν ακίνητοι και σιωπηλοί για πολλή ώρα μπροστά στις μεγάλες Πύλες του Φέλαγκουντ. Και μετά ο Γκλάουρουνγκ μίλησε πάλι χλευάζοντας τον Τούριν:

«Κακά ήταν όλα τα έργα σου, γιε του Χούριν», είπε. «Αχάριστος θετός γιος, παράνομος, φονιάς του φίλου σου, κλέφτης του έρωτα, σφετεριστής του Νάργκοθροντ, ανόητος αρχηγός και άκαρδος με τους συγγενείς σου. Υπόδουλες ζουν η μητέρα σου και η αδελφή σου στο Ντορ-λόμιν, σε δυστυχία και ανέχεια. Εσύ είσαι ντυμένος σαν πρίγκιπας, αυτές όμως γυρίζουν με κουρέλια. Για σένα λαχταρούν, αλλά εσένα δεν σε νοιάζει. Θα χαρεί ο πατέρας σου να μάθει ότι έχει έναν τέτοιο γιο, και θα το μάθει».

Και ο Τούριν, όντας κάτω από τη μαγεία του Γκλάουρουνγκ, άκουσε τα λόγια του και είδε τον εαυτό του σαν σε καθρέφτη παραμορφωμένο από μοχθηρία και αποστράφηκε αυτό που είδε.

Και όσο τον κρατούσαν ακόμη τα μάτια του Γκλάουρουνγκ στο μαρτύριο των σκέψεων και δεν μπορούσε να κινηθεί, οι Ορκ με ένα σήμα του Δράκοντα πήραν τους αιχμαλώτους και πέρασαν κοντά από τον Τούριν και τους οδήγησαν στη γέφυρα. Και ανάμεσά τους ήταν η Φιντούιλας και άπλωσε τα χέρια της στον Τούριν και φώναξε το όνομά του. Αλλά μόνο όταν οι κραυγές και οι θρήνοι των αιχμαλώτων χάθηκαν στο βόρειο δρόμο, ελευθέρωσε ο Γκλάουρουνγκ τον Τούριν και αυτός δεν μπορούσε να διώξει από τα αυτιά του εκείνη τη φωνή που θα τον βασάνιζε στο εξής.

Τότε ξαφνικά ο Γκλάουρουνγκ απέσυρε το βλέμμα του και περίμενε. Και ο Τούριν κινήθηκε αργά σαν άνθρωπος που ξυπνά από φρικτό όνειρο. Και ξαναβρήκε τον εαυτό του και με μια δυνατή κραυγή όρμησε στο Δράκοντα. Αλλά ο Γκλάουρουνγκ γέλασε και είπε: «Αν θέλεις να σκοτωθείς, θα σε σκοτώσω ευχαρίστως. Αλλά αυτό δεν θα βοηθήσει τη Μόργουεν και τη Νίενορ. Δεν έδωσες σημασία στις κραυγές της Ξωτικογυναίκας. Θα αρνηθείς και τους δεσμούς του αίματός σου;»

Αλλά ο Τούριν τράβηξε πίσω το σπαθί του και προσπάθησε να τον καρφώσει στα μάτια. Και ο Γκλάουρουνγκ μαζεύτηκε πίσω γρήγορα και υψώθηκε από πάνω του και είπε:

«Όχι! Τουλάχιστον είσαι γενναίος. Περισσότερο από όλους όσους έχω συναντήσει. Και λένε ψέματα εκείνοι που ισχυρίζονται ότι εμείς δεν τιμούμε τη γενναιότητα των εχθρών. Να λοιπόν! Σου προσφέρω την ελευθερία σου. Πήγαινε στους συγγενείς σου, αν μπορείς. Φύγε! Και αν Ξωτικό ή Άνθρωπος απομείνει για να πει την ιστορία των ημερών ετούτων, σίγουρα με περιφρόνηση θα σε κατονομάσει αν απορρίψεις αυτό το δώρο».

Τότε ο Τούριν, όντας ακόμη συγχυσμένος από το βλέμμα του δράκοντα, σαν να είχε να κάνει με εχθρό που γνωρίζει τι θα πει έλεος, πίστεψε τα λόγια του Γκλάουρουνγκ και γυρίζοντας πέρασε τρέχοντας τη γέφυρα. Αλλά καθώς έφευγε, ο Γκλάουρουνγκ μίλησε πίσω του, λέγοντας με ολέθρια φωνή;

«Τρέχα τώρα, γιε του Χούριν, στο Ντορ-λόμιν! Μπορεί γι' άλλη μια φορά οι Ορκ να φτάσουν πριν από σένα. Και αν καθυστερήσεις και δεν σώσεις τη Φιντούιλας, τότε δεν θα ξαναδείς τη Μόργουεν και τη Νίενορ. Και αυτές θα σε καταραστούν».

Αλλά ο Τούριν πέρασε στο βόρειο δρόμο και ο Γκλάουρουνγκ γέλασε άλλη μια φορά, γιατί είχε πετύχει αυτό που ήθελε ο Αφέντης του. Και μετά στράφηκε στη δική του απόλαυση και εξαπέλυσε τη φωτιά του και έκαψε τα πάντα γύρω του. Και όλους τους Ορκ που λεηλατούσαν την πόλη τούς έτρεψε σε φυγή και τους έδιωξε και τους αρνήθηκε τα λάφυρά τους ακόμη και μέχρι το λιγότερο πολύτιμο πράγμα. Μετά έσπασε τη γέφυρα και την έριξε μέσα στον αφρό του Νάρογκ. Και, όντας έτσι ασφαλής, μάζεψε όλους τους θησαυρούς και τα πλούτη του Φέλαγκουντ και τα έκανε σωρό και ξάπλωσε πάνω τους μέσα στην εσωτερική αίθουσα και αναπαύθηκε για λίγο.

Και ο Τούριν έσπευδε προς Βορρά, περνώντας μέσα από περιοχές, κατεστραμμένες τώρα, ανάμεσα στον Νάρογκ και τον Τέιγκλιν, και ο Ολέθριος Χειμώνας ήρθε να τον συναντήσει, γιατί εκείνη τη χρονιά έπεσε χιόνι πριν φύγει το φθινόπωρο και η άνοιξη ήρθε αργά και ήταν ψυχρή. Καθώς ταξίδευε, του φαινόταν συνέχεια ότι ακούει τις κραυγές της Φιντούιλας να φωνάζουν το όνομά του σε δάση και λόφους και μεγάλη ήταν η αγωνία του. Όμως η καρδιά του ήταν φουντωμένη από τα ψέματα του Γκλάουρουνγκ και βλέποντας συνεχώς στο νου του τους Ορκ να καίνε το σπίτι του Χούριν ή να βασανίζουν τη Μόργουεν και τη Νίενορ, συνέχιζε το δρόμο του χωρίς ποτέ να αλλάζει κατεύθυνση.


XI. Η Πτώση του Νάργκοθροντ (2) XI. The Fall of Nargothrond (2)

Λίγο μετά την αναχώρηση των αγγελιαφόρων ο Χάντιρ, ο Κύριος του Μπρέθιλ, σκοτώθηκε, γιατί οι Ορκ εισέβαλαν στη γη του θέλοντας να εξασφαλίσουν τις Διαβάσεις του Τέιγκλιν για να συνεχίσουν την προέλασή τους. Shortly after the messengers left, Hunter, Lord of Bretille, was killed as the Orcs invaded his land to secure the Teiglin Passes to continue their advance. Ο Χάντιρ πολέμησε, αλλά οι Άνθρωποι του Μπρέθιλ ηττήθηκαν και απωθήθηκαν στα δάση τους. Hadir fought, but the Brethren People were defeated and repulsed in their forests. Οι Ορκ δεν τους κυνήγησαν γιατί προς το παρόν είχαν πετύχει το σκοπό τους. The Orcs did not chase them because for the time being they had achieved their goal. Και συνέχισαν να συγκεντρώνουν τις δυνάμεις τους στο Πέρασμα του Σίριον. And they continued to gather their forces in the Passage of Sirion.

Το φθινόπωρο εκείνης της χρονιάς, βρίσκοντας την κατάλληλη ευκαιρία, ο Μόργκοθ εξαπέλυσε κατά του λαού του Νάρογκ τη μεγάλη στρατιά που ετοίμαζε από καιρό. In the autumn of that year, finding the right opportunity, Morgoth launched against the people of Narog the large army he had been preparing for a long time. Και ο Γκλάουρουνγκ, ο Πατέρας των Δρακόντων, πέρασε το Ανφάουγκλιθ και από κει μπήκε στις βόρειες κοιλάδες του Σίριον και προκάλεσε μεγάλη καταστροφή. And Glaurung, the Father of the Dragons, crossed the Anfauglith and from there entered the northern valleys of Sirion and caused great destruction. Κάτω από τις σκιές των Έρεντ Γουέθριν, επικεφαλής ενός μεγάλου στρατού από Ορκ, μίανε το Under the shadows of Ered Wethrin, commander of a large army from Ork, Έιθελ Ίβριν και από κει πέρασε στο βασίλειο του Νάργκοθροντ, καίγοντας το Τάλαθ Ντίρνεν, τη Φυλαγμένη Πεδιάδα, ανάμεσα στον Νάρογκ και τον Τέιγκλιν. He wanted to go to Nargothrod, where he burned the Talath Dyrnen, the Guardian Plain, between Narog and Teiglin.

Τότε οι πολεμιστές του Νάργκοθροντ βγήκαν για μάχη, κι εκείνη τη μέρα ψηλός και τρομερός ήταν ο Τούριν και το φρόνημα του στρατού αναπτερώθηκε βλέποντάς τον δεξί χέρι του Ορόντρεθ. Then the warriors of Nargothrod went out to battle, and that day Turin was tall and formidable, and the mind of the army was revived by seeing the right hand of Orontreth. Αλλά μεγαλύτερη πολύ ήταν η στρατιά του Μόργκοθ από όσο είχαν πει οι ανιχνευτές και κανείς εκτός από τον But Morgoth's army was much larger than the scouts had said, and no one but him Τούριν, με την προστασία της μάσκας των Νάνων, δεν μπορούσε να αντέξει την προσέγγιση του Γκλάουρουνγκ. Turin, protecting the Dwarfs' mask, could not stand Glaurung's approach.

Τα Ξωτικά απωθήθηκαν και νικήθηκαν στα πεδία του Τουμχάλαντ. Κι εκεί όλο το καύχημα και ο στρατός του Νάργκοθροντ χάθηκε. Και ο Ορόντρεθ, ο βασιλιάς, σκοτώθηκε στο μέτωπο της μάχης και ο Γκουίντορ, ο γιος του Γκουίλιν, τραυματίστηκε θανάσιμα. The Elves were repulsed and defeated in the fields of Tumhaland. And there all the boasting and Nargothrod's army was lost. And Orontreth, the king, was killed on the battlefield, and Guidor, Guilin's son, was mortally wounded. Αλλά ο Τούριν ήρθε σε βοήθειά του, και όλοι τράπηκαν σε φυγή μπροστά του. But Turin came to his aid, and everyone fled before him. Και μετέφερε τον Γκουίντορ έξω από τη μάχη και ξεφεύγοντας σ' ένα δάσος τον ξάπλωσε στη χλόη. And he took Guindor out of the battle and escaped into a forest and laid him on the grass.

Τότε ο Γκουίντορ είπε στον Τούριν: Then Guidor said to Turin:

«Ας πληρωθεί μεταφορά με μεταφορά! "Let transfer be paid by transfer! Αλλά κακότυχη ήταν η δική μου και μάταιη η δική σου. But mine was unlucky and yours was in vain. Γιατί το σώμα μου έχει λαβωθεί και δεν έχει γιατρειά και πρέπει να εγκαταλείψω τη Μέση-γη. Because my body has been taken and has no medicine and I have to leave Middle-earth. Και παρόλο που σε αγαπώ, γιε του Χούριν, ωστόσο θρηνώ τη μέρα που σε πήρα από τους Ορκ. And although I love you, son of Hurin, I still mourn the day I took you from the Orcs. Αν δεν ήταν η δική σου δύναμη και περηφάνια, θα είχα ακόμη αγάπη και ζωή και το Νάργκοθροντ θα στεκόταν λίγο ακόμη. If it were not for your strength and pride, I would still have love and life and Nargothrod would stand a little longer. Τώρα, αν με αγαπάς, άφησέ με! Now, if you love me, leave me! Σπεύσε στο Νάργκοθροντ και σώσε τη Φιντούιλας. Hurry to Nargothrod and save Fiduilas. Και σου λέω αυτό το τελευταίο: αυτή μόνο στέκει ανάμεσα σ' εσένα και την κατάρα που σε καταδιώκει. And I tell you this last: she alone stands between you and the curse that haunts you. Αν εσύ αποτύχεις μαζί της, η κατάρα σου δεν θα αποτύχει να σε βρει. If you fail with her, your curse will not fail to find you. Έχε γεια!». Τότε ο Τούριν έσπευσε να επιστρέψει στο Νάργκοθροντ, Farewell!". Then Turin hurried back to Nargothrod, συγκεντρώνοντας όποια τμήματα του νικημένου στρατού έβρισκε στο δρόμο του. gathering whatever parts of the defeated army he found in his way. Και τα φύλλα έπεφταν από τα δέντρα από δυνατό άνεμο καθώς αυτοί περνούσαν, γιατί το φθινόπωρο γινόταν βαρύς χειμώνας. And the leaves were falling from the trees by a strong wind as they passed, because in autumn it was a heavy winter. Αλλά ο Γκλάουρουνγκ και ο στρατός των Ορκ έφτασαν εκεί πριν από τον ίδιο, που καθυστέρησε εξαιτίας της διάσωσης του Γκουίντορ, και επιτέθηκαν ξαφνικά πριν εκείνοι που είχαν απομείνει για φρουροί μάθουν τι είχε συμβεί στη μάχη του Τουμχάλαντ. But Glaurung and the Orcs' army got there before him, who was delayed by Guidor's rescue, and suddenly attacked before those left as guards found out what had happened at the Battle of Tumhaland. Εκείνη τη μέρα η γέφυρα που τους είχε πείσει ο Τούριν να χτίσουν πάνω από τον Νάρογκ αποδείχτηκε καταστροφή. That day the bridge that Turin had persuaded them to build over Narog turned out to be a disaster. Γιατί ήταν μεγάλη και γερά φτιαγμένη και δεν μπορούσε να καταστραφεί γρήγορα, κι έτσι ο εχθρός πέρασε εύκολα το βαθύ ποτάμι και ο Γκλάουρουνγκ όρμησε με όλη του τη φωτιά στις Πύλες του Φέλαγκουντ και τις γκρέμισε και πέρασε μέσα. Because it was large and well built and could not be destroyed quickly, so the enemy easily crossed the deep river and Glaurung rushed with all his fire to the Felagood Gates and knocked them down and went inside.

Και ενώ έφτανε ο Τούριν, η φρικτή λεηλασία του Νάργκοθροντ είχε σχεδόν ολοκληρωθεί. And by the time Turin arrived, the horrific looting of Nargothrond was almost complete. Οι Ορκ είχαν σκοτώσει ή απωθήσει όσους πολεμιστές απέμεναν και εκείνη τη στιγμή είχαν ορμήσει στις μεγάλες αίθουσες και τους θαλάμους, λεηλατώντας και καταστρέφοντας. The Orcs had killed or repulsed the remaining warriors and at that moment had rushed to the great halls and chambers, looting and destroying. Όμως όσες από τις γυναίκες και τις κοπέλες δεν κάηκαν ή δεν σκοτώθηκαν, τις είχαν οδηγήσει στο προαύλιο μπροστά στις πύλες για να τις πάνε στην Άνγκμπαντ για σκλάβες. But those women and girls who were not burned or killed were taken to the courtyard in front of the gates to be taken to Angbad for slavery. Σε αυτή την καταστροφή και τη συμφορά έφτασε ο Τούριν και κανείς δεν μπορούσε να του αντισταθεί -ή δεν ήθελε να του αντισταθεί, αν και εξόντωνε όσους έβρισκε μπροστά του και πέρασε τη γέφυρα και προχωρούσε πολεμώντας προς το σημείο των αιχμαλώτων. Turin reached this catastrophe and no one could resist him - or he did not want to resist him, although he killed those in front of him and crossed the bridge and proceeded to fight to the point of captivity.

Και τότε βρέθηκε να αντιστέκεται μόνος, γιατί οι λίγοι που τον είχαν ακολουθήσει είχαν τραπεί σε φυγή για να κρυφτούν. And then he found himself resisting alone, because the few who had followed him had fled to hide. Όμως εκείνη τη στιγμή ο ολέθριος Γκλάουρουνγκ πρόβαλε από τις γκρεμισμένες Πύλες του Φέλαγκουντ και στάθηκε ανάμεσα στον Τούριν και τη γέφυρα. But at that moment, the disastrous Glaurung emerged from the collapsed Gates of Felagood and stood between Turin and the bridge. Και ξαφνικά μίλησε με το And suddenly he talked to μοχθηρό πνεύμα που υπήρχε μέσα του λέγοντας: «Χαίρε, γιε του Χούριν. an evil spirit that was in him, saying, "Hail, son of Hurin. Καλή συνάντηση!». Τότε ο Τούριν όρμησε εναντίον του και φωτιά υπήρχε στα Good meeting! " Then Turin rushed against him and there was fire in μάτια του και οι κόψεις του Γκούρθανγκ άστραφταν σαν φλόγες. his eyes and Gurthang's edges gleamed like flames. Αλλά ο Γκλάουρουνγκ άντεξε την επίθεση και άνοιξε τα μεγάλα ερπετίσια μάτια του και κοίταξε τον Τούριν. But Glaurung withstood the attack and opened his big reptilian eyes and looked at Turin. Χωρίς φόβο ο Τούριν κοίταξε μέσα σ' εκείνα τα μάτια καθώς σήκωνε το Fearlessly, Turin looked into those eyes as he picked it up σπαθί του και αμέσως έπεσε στη μαγεία του δράκοντα και ήταν σαν να έγινε πέτρα. his sword and immediately fell into the magic of the dragon and it was as if he had become a stone. Έτσι στέκονταν ακίνητοι και σιωπηλοί για πολλή ώρα μπροστά στις μεγάλες Πύλες του Φέλαγκουντ. So they stood motionless and silent for a long time in front of the great Gates of Felagood. Και μετά ο Γκλάουρουνγκ μίλησε πάλι χλευάζοντας τον Τούριν: And then Glaurung spoke again mocking Turin:

«Κακά ήταν όλα τα έργα σου, γιε του Χούριν», είπε. "All your deeds were bad, son of Hurin," he said. «Αχάριστος θετός γιος, παράνομος, φονιάς του φίλου σου, κλέφτης του έρωτα, σφετεριστής του Νάργκοθροντ, ανόητος αρχηγός και άκαρδος με τους συγγενείς σου. "Ungrateful adopted son, illegitimate, murderer of your friend, thief of love, usurper of Nargothrond, foolish leader and heartless with your relatives. Υπόδουλες ζουν η μητέρα σου και η αδελφή σου στο Ντορ-λόμιν, σε δυστυχία και ανέχεια. Your mother and sister live in slavery in Dor-lomin, in misery and misery. Εσύ είσαι ντυμένος σαν πρίγκιπας, αυτές όμως γυρίζουν με κουρέλια. You are dressed like a prince, but they come back with rags. Για σένα λαχταρούν, αλλά εσένα δεν σε νοιάζει. They long for you, but you do not care. Θα χαρεί ο πατέρας σου να μάθει ότι έχει έναν τέτοιο γιο, και θα το μάθει». "Your father will be glad to know that he has such a son, and he will find out."

Και ο Τούριν, όντας κάτω από τη μαγεία του Γκλάουρουνγκ, άκουσε τα λόγια του και είδε τον εαυτό του σαν σε καθρέφτη παραμορφωμένο από μοχθηρία και αποστράφηκε αυτό που είδε. And Turin, being under the magic of Glaurung, heard his words and saw himself as in a mirror distorted by malice and was disgusted by what he saw.

Και όσο τον κρατούσαν ακόμη τα μάτια του Γκλάουρουνγκ στο μαρτύριο των σκέψεων και δεν μπορούσε να κινηθεί, οι Ορκ με ένα σήμα του Δράκοντα πήραν τους αιχμαλώτους και πέρασαν κοντά από τον Τούριν και τους οδήγησαν στη γέφυρα. And while Glaurung's eyes were still holding him in the torment of thoughts and he could not move, the Orcs with a Dragon signal took the prisoners and passed by Turin and led them to the bridge. Και ανάμεσά τους ήταν η Φιντούιλας και άπλωσε τα χέρια της στον Τούριν και φώναξε το όνομά του. And among them was Fiduilas, who stretched out her hands to Turin and shouted his name. Αλλά μόνο όταν οι κραυγές και οι θρήνοι των αιχμαλώτων χάθηκαν στο βόρειο δρόμο, ελευθέρωσε ο Γκλάουρουνγκ τον Τούριν και αυτός δεν μπορούσε να διώξει από τα αυτιά του εκείνη τη φωνή που θα τον βασάνιζε στο εξής. But it was only when the cries and lamentations of the captives were lost on the north road that Glaurung released Turin, and he could not hear the voice that would torment him from now on.

Τότε ξαφνικά ο Γκλάουρουνγκ απέσυρε το βλέμμα του και περίμενε. Then suddenly Glaurung looked away and waited. Και ο Τούριν κινήθηκε αργά σαν άνθρωπος που ξυπνά από φρικτό όνειρο. And Turin moved slowly like a man waking up from a horrible dream. Και ξαναβρήκε τον εαυτό του και με μια δυνατή κραυγή όρμησε στο Δράκοντα. And he found himself again and with a loud cry rushed to the Dragon. Αλλά ο Γκλάουρουνγκ γέλασε και είπε: But Glaurung laughed and said: «Αν θέλεις να σκοτωθείς, θα σε σκοτώσω ευχαρίστως. "If you want to be killed, I will gladly kill you. Αλλά αυτό δεν θα βοηθήσει τη Μόργουεν και τη Νίενορ. But that will not help Morwen and Nienor. Δεν έδωσες σημασία στις κραυγές της Ξωτικογυναίκας. You did not pay attention to the cries of the Elf Woman. Θα αρνηθείς και τους δεσμούς του αίματός σου;» Will you also deny your blood ties? "

Αλλά ο Τούριν τράβηξε πίσω το σπαθί του και προσπάθησε να τον καρφώσει στα μάτια. But Turin pulled back his sword and tried to nail him in the eye. Και ο Γκλάουρουνγκ μαζεύτηκε πίσω γρήγορα και υψώθηκε από πάνω του και είπε: And Glaurung gathered himself quickly behind him, and lifted himself up, and said:

«Όχι! "No! Τουλάχιστον είσαι γενναίος. At least you are brave. Περισσότερο από όλους όσους έχω συναντήσει. More than anyone I have ever met. Και λένε ψέματα εκείνοι που ισχυρίζονται ότι εμείς δεν τιμούμε τη γενναιότητα των εχθρών. And those who claim that we do not honor the bravery of our enemies are lying. Να λοιπόν! So here it is! Σου προσφέρω την ελευθερία σου. I offer you your freedom. Πήγαινε στους συγγενείς σου, αν μπορείς. Go to your relatives, if you can. Φύγε! Go away! Και αν Ξωτικό ή Άνθρωπος απομείνει για να πει την ιστορία των ημερών ετούτων, σίγουρα με περιφρόνηση θα σε κατονομάσει αν απορρίψεις αυτό το δώρο». And if an Elf or a Man is left to tell the story of these days, he will surely name you with contempt if you reject this gift ".

Τότε ο Τούριν, όντας ακόμη συγχυσμένος από το βλέμμα του δράκοντα, σαν να είχε να κάνει με εχθρό που γνωρίζει τι θα πει έλεος, πίστεψε τα λόγια του Γκλάουρουνγκ και γυρίζοντας πέρασε τρέχοντας τη γέφυρα. Then Turin, still confused by the dragon's gaze, as if he were dealing with an enemy who knows what mercy will say, believed Glaurung's words and turned and ran across the bridge. Αλλά καθώς έφευγε, ο Γκλάουρουνγκ μίλησε πίσω του, λέγοντας με ολέθρια φωνή; But as he left, did Glaurung speak behind him, saying in a disastrous voice?

«Τρέχα τώρα, γιε του Χούριν, στο Ντορ-λόμιν! "Run now, son of Hurin, to Dor-lomin! Μπορεί γι' άλλη μια φορά οι Ορκ να φτάσουν πριν από σένα. Orcs may once again arrive before you. Και αν καθυστερήσεις και δεν σώσεις τη Φιντούιλας, τότε δεν θα ξαναδείς τη Μόργουεν και τη Νίενορ. And if you delay and do not save Fiduilas, then you will never see Morwen and Nienor again. Και αυτές θα σε καταραστούν». And they will curse you. "

Αλλά ο Τούριν πέρασε στο βόρειο δρόμο και ο Γκλάουρουνγκ γέλασε άλλη μια φορά, γιατί είχε πετύχει αυτό που ήθελε ο Αφέντης του. But Turin crossed the north road and Glaurung laughed again, because he had achieved what his Master wanted. Και μετά στράφηκε στη δική του απόλαυση και εξαπέλυσε τη φωτιά του και έκαψε τα πάντα γύρω του. And then he turned to his own pleasure and unleashed his fire and burned everything around him. Και όλους τους Ορκ που λεηλατούσαν την πόλη τούς έτρεψε σε φυγή και τους έδιωξε και τους αρνήθηκε τα λάφυρά τους ακόμη και μέχρι το λιγότερο πολύτιμο πράγμα. And all the Orcs who plundered the city he drove away and drove them away and denied them their spoils even to the least valuable thing. Μετά έσπασε τη γέφυρα και την έριξε μέσα στον αφρό του Νάρογκ. Then he broke the bridge and threw it into the foam of Narog. Και, όντας έτσι ασφαλής, μάζεψε όλους τους θησαυρούς και τα πλούτη του Φέλαγκουντ και τα έκανε σωρό και ξάπλωσε πάνω τους μέσα στην εσωτερική αίθουσα και αναπαύθηκε για λίγο. And, being so safe, he gathered all the treasures and riches of Felagood and piled them up and lay on them in the inner room and rested for a while.

Και ο Τούριν έσπευδε προς Βορρά, περνώντας μέσα από περιοχές, κατεστραμμένες τώρα, ανάμεσα στον Νάρογκ και τον Τέιγκλιν, και ο Ολέθριος Χειμώνας ήρθε να τον συναντήσει, γιατί εκείνη τη χρονιά έπεσε χιόνι πριν φύγει το φθινόπωρο και η άνοιξη ήρθε αργά και ήταν ψυχρή. And Turin hurried north, passing through areas now ruined, between Narog and Teiglin, and the Doomsday came to meet him, because that year it snowed before autumn and spring came late and it was cold. Καθώς ταξίδευε, του φαινόταν συνέχεια ότι ακούει τις κραυγές της Φιντούιλας να φωνάζουν το όνομά του σε δάση και λόφους και μεγάλη ήταν η αγωνία του. As he traveled, it constantly seemed to him that he heard the cries of Fiduila shouting his name in forests and hills, and he was very anxious. Όμως η καρδιά του ήταν φουντωμένη από τα ψέματα του Γκλάουρουνγκ και βλέποντας συνεχώς στο νου του τους Ορκ να καίνε το σπίτι του Χούριν ή να βασανίζουν τη Μόργουεν και τη Νίενορ, συνέχιζε το δρόμο του χωρίς ποτέ να αλλάζει κατεύθυνση. But his heart was ignited by Glaurung's lies, and seeing the Orcs constantly burning in Hurin's house or torturing Morwen and Nienor, he continued on his way without ever changing direction.