×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.


image

Παραμύθι χωρίς όνομα, Ε'. ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ ΜΟΛΙΣ (2)

Ε'. ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ ΜΟΛΙΣ (2)

Όλοι κοιμούνταν. Μόνο η Ειρηνούλα τον περίμενε ακόμα.

- Γιατί δεν πλάγιασες και συ; τη ρώτησε ο αδελφός της με αγάπη.

Η Ειρηνούλα χαμογέλασε.

- Σε περίμενα, αδελφέ μου, και ωστόσο ξέρεις τι έκανα; Έραψα το μανδύα του πατέρα και τα ρούχα του που ήταν κουρελιασμένα, και διόρθωσα την τρυπημένη φούστα της Πικρόχολης και της Ζήλιως την τραχηλιά, που στάθηκε αιτία του σημερινού καβγά.

Το Βασιλόπουλο τη φίλησε.

- Άρχισες, βλέπω, να βάζεις σε πράξη τις συμβουλές της Γνώσης, είπε. Μα πες μου, έφαγες τίποτα;

Η Ειρηνούλα έβγαλε από την τσέπη της ένα κομμάτι ψωμί και του το έδωσε μελαγχολικά.

- Δε βρήκα τίποτε άλλο! Κι εγώ μ' ένα τέτοιο κομμάτι δείπνησα. Σου φύλαξα το μισό

- Μα είχε αυγά, τα περίφημα αυγά του εξαδέλφου Βασιλιά. Δε σου έδωσαν;

Η Ειρηνούλα κούνησε αρνητικά το κεφάλι.

- Τ' αυγά ήταν λίγα, αποκρίθηκε, και οι αδελφές μας έχουν καλή όρεξη… Έπειτα πεινούσε και ο πατέρας… - Κατάλαβα, είπε το Βασιλόπουλο. Όλοι έφαγαν εκτός από σένα.

Τ' αδέλφια φιλήθηκαν και πήγε ο καθένας στο δωμάτιο του. Κοιμήθηκαν αμέσως, και στη γλύκα του ύπνου ξέχασαν για λίγες ώρες τις δυσκολίες και τις πίκρες της ζωής.

Ε'. ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ ΜΟΛΙΣ (2) Ε'. DAS GESCHENK VON ONKEL KÖNIG MOLLIS (2) Ε'. THE GIFT OF UNCLE KING MOLLIS (2)

Όλοι κοιμούνταν. Μόνο η Ειρηνούλα τον περίμενε ακόμα. Only Irinoula was still waiting for him.

- Γιατί δεν πλάγιασες και συ; τη ρώτησε ο αδελφός της με αγάπη. - Why didn't you lean in too? her brother asked her lovingly.

Η Ειρηνούλα χαμογέλασε.

- Σε περίμενα, αδελφέ μου, και ωστόσο ξέρεις τι έκανα; Έραψα το μανδύα του πατέρα και τα ρούχα του που ήταν κουρελιασμένα, και διόρθωσα την τρυπημένη φούστα της Πικρόχολης και της Ζήλιως την τραχηλιά, που στάθηκε αιτία του σημερινού καβγά. - I was expecting you, my brother, and you know what I did? I took the father's mantle and his clothes that were tattered, and I corrected the pierced skirt of Pichrochol and Zilos to the cervix, which was the cause of the present fight.

Το Βασιλόπουλο τη φίλησε. Vassilopoulos kissed her.

- Άρχισες, βλέπω, να βάζεις σε πράξη τις συμβουλές της Γνώσης, είπε. "You started, I see, putting into practice the knowledge of Knowledge," he said. Μα πες μου, έφαγες τίποτα;

Η Ειρηνούλα έβγαλε από την τσέπη της ένα κομμάτι ψωμί και του το έδωσε μελαγχολικά. Eirinoula pulled a piece of bread out of her pocket and gave it to him in a melancholy manner.

- Δε βρήκα τίποτε άλλο! Κι εγώ μ' ένα τέτοιο κομμάτι δείπνησα. And I drank with such a piece. Σου φύλαξα το μισό I kept you half

- Μα είχε αυγά, τα περίφημα αυγά του εξαδέλφου Βασιλιά. - But he had eggs, the cherished King's eggs. Δε σου έδωσαν; Did not they give you?

Η Ειρηνούλα κούνησε αρνητικά το κεφάλι. Irinula shook her head.

- Τ' αυγά ήταν λίγα, αποκρίθηκε, και οι αδελφές μας έχουν καλή όρεξη… Έπειτα πεινούσε και ο πατέρας… - The eggs were few, he responded, and our sisters have good appetite ... Then the father was hungry ... - Κατάλαβα, είπε το Βασιλόπουλο. Όλοι έφαγαν εκτός από σένα. They all ate except you.

Τ' αδέλφια φιλήθηκαν και πήγε ο καθένας στο δωμάτιο του. The brothers kissed each other and went to his room. Κοιμήθηκαν αμέσως, και στη γλύκα του ύπνου ξέχασαν για λίγες ώρες τις δυσκολίες και τις πίκρες της ζωής. They slept immediately, and in the sweetness of sleep they forgot a few hours the difficulties and the bitterness of life.