×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.


image

Παπαντωνίου, Ζ. - Τα Ψηλά Βουνά (1918), 16. Το πρώτο συσσίτιο

16. Το πρώτο συσσίτιο

Όταν γύρισαν από τους βλάχους ο Δήμος κι ο Φάνης και πλησίαζαν στις καλύβες, είδαν να βγαίνει αχνός από τη μεγάλη κατσαρόλα.

—Τι ωραία μυρουδιά! φώναξαν από λίγα βήματα μακριά.

—Τι; Έγινε κιόλας;

—Έγινε! είπε ο Αντρέας με την κουτάλα στο χέρι.

—Και τι φαγητό είναι;

—Πατάτες με πατάτες, λέει ο Κωστάκης γελώντας.

—Μη σας νοιάζει, παιδιά, λέει ο Δήμος, κι από αύριο θα 'χουμε κρέας να τρώμε. Είδαμε τον τσέλιγκα!

Τους διηγήθηκε πως είδαν την Αφρόδω με τον Λάμπρο, και πως ο παππούς τους, ο γερο-τσέλιγκας, τους είπε να στέλνουν ν' αγοράζουν όσο κρέας τούς χρειαστεί, ακόμα και γάλα.

Μα ενώ μιλούσαν, όλο τριγύριζαν το γιαχνί. Ήταν τη στιγμή εκείνη με τον αχνό του και τη μυρουδιά του καλύτερο απ' όλα τ' αρνιά του τσέλιγκα.

---

—Απίστευτο μου φαίνεται, λέει ο Κωστάκης, πώς αυτές οι πατάτες που ξεφλούδιζα έγιναν φαγητό.

Το ίδιο κι ο Δημητράκης. Δεν μπορεί να πιστέψει πώς έγιναν φαγητό οι ντομάτες που έκοβε. Το ίδιο κι ο Γιώργος, το ίδιο κι ο Φουντούλης.

Παίζοντας έκαναν όλη αυτή τη δουλειά και να τι κατάφεραν! Τρώνε φαγητό δικό τους.

Καθένας εργάστηκε για τον εαυτό του, αλλά και για όλους· όλοι πάλι δούλεψαν για τον έναν. Έτσι έκαναν εκείνο που λέμε κοινότητα.

Θα κατορθώσουν το ίδιο και για όλα τ' άλλα; Θα μπορέσουν ο ένας να εργάζεται για τους άλλους κι οι άλλοι για τον έναν; Τότε η μικρή τους κοινότητα θα γίνει παράδειγμα σε πολλές άλλες. Σηκώνουν λοιπόν τα ποτήρια τους και πίνουν στην υγειά της.

—Πίνω αυτό το κρασί, λέει ο Κωστάκης και σηκώνει τον τενεκέ με το νερό, στην υγειά του σημερινού μας μάγειρα.

—Πίνω αυτό το ρακί, λέει ο Αντρέας και σηκώνει το παγούρι του με το νερό, στην υγειά όλων των συντρόφων που μαγείρεψαν μαζί μου.

—Πίνω τη βρύση όλη, λέει ο Φάνης, στην υγειά της κοινότητας.

—Εβίβα, εβίβα! φώναξαν και όλοι γελούσαν. Μόνο ο Φουντούλης ήταν δακρυσμένος. Αυτός είχε καθαρίσει τα κρεμμύδια.

16. Το πρώτο συσσίτιο 16\. The first sissitio 16. El primer comedor social 16. La première soupe populaire 16. Pierwsza kuchnia dla zup 16. Первая столовая 16. İlk aşevi

Όταν γύρισαν από τους βλάχους ο Δήμος κι ο Φάνης και πλησίαζαν στις καλύβες, είδαν να βγαίνει αχνός από τη μεγάλη κατσαρόλα. When Demos and Fanis returned from the hill tribes and approached the huts, they saw steam coming out of the big pot.

—Τι ωραία μυρουδιά! φώναξαν από λίγα βήματα μακριά. shouted from a few steps away.

—Τι; Έγινε κιόλας; -What? Already done?

—Έγινε! -Done! είπε ο Αντρέας με την κουτάλα στο χέρι.

—Και τι φαγητό είναι; -And what kind of food is it?

—Πατάτες με πατάτες, λέει ο Κωστάκης γελώντας. -"Potatoes with potatoes," says Kostakis, laughing.

—Μη σας νοιάζει, παιδιά, λέει ο Δήμος, κι από αύριο θα 'χουμε κρέας να τρώμε. -Don't worry, guys, says the Municipality, and from tomorrow we'll have meat to eat. Είδαμε τον τσέλιγκα! We saw the cheliga!

Τους διηγήθηκε πως είδαν την Αφρόδω με τον Λάμπρο, και πως ο παππούς τους, ο γερο-τσέλιγκας, τους είπε να στέλνουν ν' αγοράζουν όσο κρέας τούς χρειαστεί, ακόμα και γάλα. He told them how they had seen Aphrodo with Lambros, and how their grandfather, the old cheligas, had told them to send out to buy as much meat as they needed, even milk.

Μα ενώ μιλούσαν, όλο τριγύριζαν το γιαχνί. But as they talked, they were always moving the yak around. Ήταν τη στιγμή εκείνη με τον αχνό του και τη μυρουδιά του καλύτερο απ' όλα τ' αρνιά του τσέλιγκα. Er war in diesem Moment mit seinem Dampfen und seinem Geruch besser als alle Lämmer der Cheliga. He was at that moment with his steaming and his smell better than all the lambs of the cheliga.

---

—Απίστευτο μου φαίνεται, λέει ο Κωστάκης, πώς αυτές οι πατάτες που ξεφλούδιζα έγιναν φαγητό.

Το ίδιο κι ο Δημητράκης. So is Dimitrakis. Δεν μπορεί να πιστέψει πώς έγιναν φαγητό οι ντομάτες που έκοβε. He can't believe how the tomatoes he was cutting became food. Το ίδιο κι ο Γιώργος, το ίδιο κι ο Φουντούλης. So is George, so is Hazel.

Παίζοντας έκαναν όλη αυτή τη δουλειά και να τι κατάφεραν! Τρώνε φαγητό δικό τους.

Καθένας εργάστηκε για τον εαυτό του, αλλά και για όλους· όλοι πάλι δούλεψαν για τον έναν. Each worked for himself, but also for all; all worked for one. Έτσι έκαναν εκείνο που λέμε κοινότητα. So they made what we call a community.

Θα κατορθώσουν το ίδιο και για όλα τ' άλλα; Θα μπορέσουν ο ένας να εργάζεται για τους άλλους κι οι άλλοι για τον έναν; Τότε η μικρή τους κοινότητα θα γίνει παράδειγμα σε πολλές άλλες. Werden sie dasselbe für alles andere erreichen? Werden sie in der Lage sein, für die anderen zu arbeiten und die anderen für den einen? Dann wird ihre kleine Gemeinschaft ein Beispiel für viele andere werden. Will they achieve the same for everything else? Will they be able to work for the others and the others for the one? Then their small community will become an example to many others. Σηκώνουν λοιπόν τα ποτήρια τους και πίνουν στην υγειά της. So they raise their glasses and drink to her.

—Πίνω αυτό το κρασί, λέει ο Κωστάκης και σηκώνει τον τενεκέ με το νερό, στην υγειά του σημερινού μας μάγειρα. -"I drink this wine," says Kostakis, and lifts the water can, to our cook today.

—Πίνω αυτό το ρακί, λέει ο Αντρέας και σηκώνει το παγούρι του με το νερό, στην υγειά όλων των συντρόφων που μαγείρεψαν μαζί μου. -"I drink this raki," says Andreas, and raises his canteen of water, to all the comrades who cooked with me.

—Πίνω τη βρύση όλη, λέει ο Φάνης, στην υγειά της κοινότητας. -I drink the whole fountain, says Fanis, to the health of the community. -Fanis, "Bütün çeşmeyi toplumun sağlığı için içiyorum" diyor.

—Εβίβα, εβίβα! -Eviwa, eviwa! φώναξαν και όλοι γελούσαν. Μόνο ο Φουντούλης ήταν δακρυσμένος. Αυτός είχε καθαρίσει τα κρεμμύδια. He had peeled the onions.