×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.


image

Ντοστογιέφσκι, Φ - Αδελφοί Καραμάζοφ, 5. VI. Κεφάλαιο αρκετά σκοτεινό προς το παρόν

5. VI. Κεφάλαιο αρκετά σκοτεινό προς το παρόν

O Ιβάν Φιοντόροβιτς, όταν χώρισε από τον Αλιόσα, πήγε σπίτι, στο σπίτι δηλαδή του Φιόντορ Παύλοβιτς. Όμως παράξενο: τον έπιασε ξαφνικά μια αβάσταχτη αγωνία. Μα το κυριότερο ήταν που τούτη η αγωνία του, σε κάθε βήμα που έκανε προς το σπίτι, όλο και μεγάλωνε. Το παράξενο δεν ήταν που ένιωσε αυτή την αγωνία, μα που ο Ιβάν Φιοντόροβιτς δεν μπορούσε με κανέναν τρόπο να την καθορίσει. Του 'χε τύχει συχνά και άλλοτε να δοκιμάσει αγωνία και δεν ήταν και τόσο παράδοξο που 'νιωσε κάτι τέτοιο τούτη τη στιγμή, όταν αύριο κιόλας ετοιμαζόταν να φύγει, αφού θα 'κοβε κάθε δεσμό μ' όλα εκείνα που τον φέρανε εδώ πέρα, για να πάρει άλλη μια φορά έναν καινούργιο, έναν εντελώς άγνωστο δρόμο, και πάλι ολομόναχος όπως και πριν, ελπίζοντας σε πολλά, μα χωρίς να ξέρει κι ο ίδιος σε τι, περιμένοντας πολλά, πάρα πολλά απ' τη ζωή, μα χωρίς κι ο ίδιος να μπορεί να προσδιορίσει την προσμονή του και τους πόθους του. Κι όμως, εκείνη τη στιγμή, αν και δοκίμαζε κάποια ανησυχία μπροστά στο καινούργιο και στο άγνωστο, δεν ήταν καθόλου αυτό που τον βασάνιζε.

«Μήπως τάχα είναι η σιχασιά που νιώθω για το πατρικό σπίτι;» σκέφτηκε. «Σαν κάτι τέτοιο φαίνεται να 'ναι. Τόσο πολύ μ' έκανε να το σιχαθώ που αν και σήμερα είναι η τελευταία φορά που θα περάσω αυτό το χυδαίο κατώφλι, όμως και πάλι νιώθω σιχασιά...»

Μα όχι, δεν ήταν ούτε αυτό. Μήπως τάχα ήταν ο χωρισμός

με τον Αλιόσα και η κουβέντα που 'γινε μαζί του;

«Τόσα χρόνια δεν έλεγα λέξη σε κανέναν, δεν καταδέχτηκα να μιλήσω, και τώρα ξαφνικά κάθισα και είπα τόσες και τόσες ανοησίες».

Πραγματικά, μπορούσε η αιτία που πειράχτηκε να 'ταν η νεανική απειρία του και το νεανικό του φιλότιμο, πειράχτηκε γιατί δεν κατάφερε να εκφραστεί και μάλιστα σ' ένα πλάσμα σαν τον Αλιόσα, που στο βάθος της καρδιάς του σίγουρα θα στήριζε μεγάλες ελπίδες σ' αυτόν. Βέβαια υπήρχε κι αυτό, το ότι πειράχτηκε δηλαδή, ούτε λόγος να γίνεται πως υπήρχε, όμως δεν ήταν αυτό, δεν ήταν ούτε αυτό.

«Τρομερή αγωνία, μέχρι ναυτίας, κι όμως δεν μπορώ να καταλάβω τι θέλω. Μήπως να μη σκέφτομαι;»

O Ιβάν Φιοντόροβιτς προσπάθησε να «μη σκέφτεται» μα ούτε κι έτσι κατάφερε τίποτα. Τ ο κυριότερο ήταν πως αυτή η αγωνία τον ενοχλούσε και τον ερέθιζε γιατί ίσα ίσα φαινόταν να 'ναι τυχαία, εντελώς εξωτερική. Αυτό το αισθανόταν. Στεκόταν εκεί μπροστά του επίμονα κάποιο πλάσμα ή κάποιο αντικείμενο, νά, όπως στέκεται καμιά φορά κάτι μπροστά στα μάτια σου και για πολλή ώρα, καθώς δουλεύεις ή κουβεντιάζεις, δεν το προσέχεις κι όμως παρ' όλα αυτά ερεθίζεσαι, σχεδόν βασανίζεσαι και τέλος καταλαβαίνεις πως πρέπει να βγάλεις απ' τη μέση το άχρηστο αντικείμενο, που πολλές φορές είναι πολύ ασήμαντο και γελοίο, ένα κάποιο πράγμα που ξεχάστηκε, ένα μαντήλι που έπεσε στο πάτωμα, ένα βιβλίο που δεν το 'βαλες στη θέση του κ.τ.λ, κ.τ.λ. Τέλος ο Ιβάν Φιοντόροβιτς, πολύ κακόκεφος και νευριασμένος, έφτασε στο σπίτι του πατέρα του και μονομιάς, δεκαπέντε βήματα απ' την εξώπορτα, ρίχνοντας ένα βλέμμα στην είσοδο, κατάλαβε τι ήταν εκείνο που τον βασάνιζε και τον ανησυχούσε.

Σ' έναν πάγκο μπροστά στην εξώπορτα καθόταν ο λακές Σμερντιακόβ κι απολάμβανε τη βραδινή δροσιά. O Ιβάν Φιοντόροβιτς, με το πρώτο βλέμμα που του 'ριξε, κατάλαβε πως αυτός ο λακές ο Σμερντιακόβ, είναι που κάθεται μέσα του και πως αυτόν ίσα ίσα δεν μπορεί να ανεχτεί η ψυχή του. Όλα ξαφνικά φωτίστηκαν κι έγιναν ξεκάθαρα. Πριν από λίγο, όταν ακόμα ο Αλιόσα του διηγόταν για τον Σμερντιακόβ, κάτι το σκοτεινό κι αποτρόπαιο είχε μπηχτεί στην καρδιά του, ξυπνώντας με μιας ένα σκίρτημα μίσους. Ύστερα, με την κουβέντα, ο Σμερντιακόβ ξεχάστηκε για λίγο, μα ωστόσο παρέμεινε μες στην ψυχή του και μόλις ο Ιβάν Φιοντόροβιτς άφησε τον Αλιόσα, η ξεχασμένη αυτή αίσθηση άρχισε να ανεβαίνει στην επιφάνεια.

— Μα μπορεί τάχα αυτός ο σιχαμερός κανάγιας να μ' ανησυχεί τόσο πολύ; σκέφτηκε ο Ιβάν μ' ασυγκράτητο μίσος.

Γιατί πραγματικά, ο Ιβάν Φιοντόροβιτς άρχισε να εχθρεύεται πολύ αυτόν τον άνθρωπο τον τελευταίο καιρό και ειδικά τις τελευταίες μέρες. Άρχισε μάλιστα να παρατηρεί και μόνος του πως ένιωθε σχεδόν όλο και περισσότερο μίσος γι' αυτόν. Ίσως τα αισθήματά του να πήραν μια τέτοια τροπή γιατί στην αρχή, όταν πρωτόρθε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς, συνέβαινε εντελώς το αντίθετο. Τότε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς ενδιαφέρθηκε εξαιρετικά για τον Σμερντιακόβ, τον βρήκε μάλιστα πολύ πρωτότυπο. Έπιανε ο ίδιος πολλές φορές κουβέντα μαζί του, απορώντας πάντοτε, είν' αλήθεια, με τους παραλογισμούς (ή, για να το πούμε καλύτερα με την κάποια ανησυχία του μυαλού του) και μη μπορώντας να καταλάβει τι ήταν εκείνο που ανησυχούσε τόσο ακατάπαυστα «αυτόν τον παρατηρητή». Μιλούσαν και για φιλοσοφικά ζητήματα και μάλιστα για το πώς μπορούσε να υπάρχει φως την πρώτη μέρα στον κόσμο ενώ ο ήλιος, το φεγγάρι και τ' άστρα δημιουργήθηκαν μόλις την τέταρτη και για το πώς πρέπει να το καταλαβαίνει κανείς αυτό. Μα ο Ιβάν Φιοντόροβιτς πείστηκε γρήγορα πως τον Σμερντιακόβ δεν τον ενδιαφέρανε καθόλου ο ήλιος, το φεγγάρι και τ' αστέρια και πως αν και όλα τούτα ήταν πολύ αξιοπερίεργα, ο λακές τα 'βλεπε σαν ζήτημα τελευταίας σειράς και ήταν φανερό πως του χρειαζόταν κάτι άλλο. Όπως και να 'ναι, σε λίγο άρχισε να δείχνει μιαν απεριόριστη φιλαυτία και μάλιστα μια φιλαυτία προσβλημένη. Αυτό δεν άρεσε καθόλου στον Ιβάν Φιοντόροβιτς. Απ' αυτό άρχισε κιόλας η αποστροφή του. Ύστερα άρχισαν οι ανακατωσούρες μες στο σπίτι, εμφανίστηκε η Γκρούσενκα, άρχισαν οι ιστορίες με τον Ντιμήτρι, γίνανε φασαρίες. Μιλήσανε και γι' αυτά και, αν και ο Σμερντιακόβ συζητούσε γι' αυτό το θέμα πολύ ανήσυχος, και πάλι ήταν αδύνατο να καταλάβει κανείς τι επεδίωκε ο ίδιος. Ήταν ν' απορείς μάλιστα με τις παράλογες και ασύνδετες επιθυμίες του, που τις έλεγε πάντα σάμπως τα λόγια να του ξεφεύγανε, μα που και πάλι ήταν εντελώς σκοτεινές. O Σμερντιακόβ όλο ζητούσε πληροφορίες, έκανε κάτι πλάγιες ερωτήσεις που φαινόταν να τις είχε καλοσκεφτεί και τις περισσότερες φορές σώπαινε ξαφνικά τη στιγμή που ρωτούσε με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον ή πηδούσε σ' άλλο θέμα. Μα εκείνο που ερέθισε τον Ιβάν Φιοντόροβιτς οριστικά και τον έκανε να τον σιχαθεί τόσο πολύ, ήταν η αποκρουστική και ιδιαίτερη οικειότητα που άρχισε να του δείχνει ο Σμερντιακόβ και που όσο πήγαινε μεγάλωνε. Όχι πως επέτρεπε στον εαυτό του να φέρεται με αγένεια. Απεναντίας μιλούσε πάντα με μεγάλο σεβασμό, μα τα πράγματα ήρθαν έτσι που τελικά έγινε φανερό πως ο Σμερντιακόβ θεωρούσε, ένας Θεός ξέρει για ποιο λόγο, αλληλέγγυο σε κάτι τον εαυτό του με τον Ιβάν Φιοντόροβιτς: του μιλούσε πάντα μ' έναν τόνο σάμπως αυτοί οι δυο κάτι να 'χαν κιόλας συμφωνήσει ανάμεσά τους και το κρατούσαν μυστικό, σάμπως κάτι να 'χαν πει κάποτε μεταξύ τους, κάτι που το ξέρανε μονάχα αυτοί οι δυο κι όλος ο άλλος όχλος που τους τριγύριζε δε θα μπορούσε ούτε καν να το καταλάβει. Μα ο Ιβάν Φιοντόροβιτς για πολύ καιρό δεν καταλάβαινε την πραγματική αιτία της αποστροφής που όλο και μεγάλωνε. Μόλις τις τελευταίες εκείνες μέρες κατάλαβε τι έτρεχε. Νιώθοντας μιαν αηδία κι έναν ερεθισμό, ήθελε τώρα να περάσει σιωπηλός την εξώπορτα χωρίς να κοιτάξει τον Σμερντιακόβ. Μα ο Σμερντιακόβ σηκώθηκε απ' τον πάγκο κι απ' αυτή την κίνηση ο Ιβάν Φιοντόροβιτς κατάλαβε αμέσως πως θέλει κάτι να του πει ιδιαίτερα. O Ιβάν Φιοντόροβιτς τον κοίταξε και σταμάτησε αντί να προχωρήσει- και μονάχα το γεγονός ότι σταμάτησε και δεν προχώρησε όπως ήθελε ένα λεπτό πριν, τον έκανε έξω φρενών απ' το κακό του. Κοίταζε με μίσος και σιχασιά αυτό το πελιδνό σαν ευνούχου πρόσωπο, με τα καλοστρωμένα πίσω απ' τους κροτάφους μαλλιά και το κατσαρωμένο τσουλούφι στο μέτωπο. Τ' αριστερό του μισοκλεισμένο ματάκι πεταλούδιζε κοροϊδευτικά, λες κι έλεγε: «Πού πας; Δε θα περάσεις. Το βλέπεις δα πως εμείς οι δυο, σαν έξυπνοι που είμαστε, έχουμε κάτι να πούμε».

O Ιβάν Φιοντόροβιτς άρχισε να τρέμει από θυμό.

«Τσακίσου από μπροστά μου, κάθαρμα. Τι κοινό έχουμε, βλάκα;» ήταν έτοιμος να ξεστομίσει μα, προς μεγάλη του κατάπληξη, το στόμα του πρόφερε εντελώς άλλα:

— Τι κάνει ο πατέρας; Κοιμάται ή ξύπνησε; πρόφερε ήσυχα και ήρεμα χωρίς κι ο ίδιος να το περιμένει.

Και, πάλι χωρίς να το περιμένει, κάθισε στον πάγκο. Για μια στιγμή τρόμαξε σχεδόν, αυτό το θυμήθηκε αργότερα. O Σμερντιακόβ στεκόταν μπροστά του, με τα χέρια πίσω, και κοίταζε με σιγουριά, σχεδόν με αυστηρότητα.

— Αναπαύεται ακόμα, πρόφερε αυτός χωρίς να βιάζεται. («Εσύ μονάχος σου, σα να 'λεγε, μου μίλησες πρώτος κι όχι εγώ»). Με κάνετε κι απορώ, κύριε, πρόσθεσε αφού σώπασε για λίγο χαμηλώνοντας με κάποιο σκέρτσο τα μάτια. Είχε βγάλει το δεξί πόδι μπροστά κι έπαιζε με τη μύτη του λουστρινιού του.

— Γιατί σε κάνω ν' απορείς; πρόφερε κοφτά και αυστηρά ο Ιβάν Φιοντόροβιτς συγκρατώντας τον εαυτό του μ' όλες τις δυνάμεις του κι ένιωσε ξαφνικά πως κυριεύτηκε από μια παράφορη περιέργεια και πως δε θα 'κανε βήμα από κει πριν την ικανοποιήσει.

— Γιατί δεν πάτε στην Τσερμασνιά, κύριε; είπε ο Σμερντιακόβ και ξαφνικά σήκωσε απάνω του τα μικρά του μάτια και χαμογέλασε με οικειότητα.

«Μονάχος σου πρέπει να καταλάβεις για ποιο λόγο χαμογέλασα. Αν είσαι έξυπνος», έμοιαζε να λέει τ' αριστερό μισόκλειστο ματάκι του.

— Γιατί να πάω στην Τσερμασνιά; απόρησε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς.

O Σμερντιακόβ σώπασε και πάλι για λίγο.

— Μια κι ο ίδιος ο Φιόντορ Παύλοβιτς σας παρακάλεσε να πάτε, πρόφερε τέλος χωρίς να βιάζεται και σάμπως να μη δίνει κι ο ίδιος σημασία στην απάντησή του:

«Σε ξεφορτώνομαι, σαν να 'λεγε, με μια αιτία τρίτης σειράς, έτσι μόνο και μόνο για να σου πω κάτι».

— Μίλα καθαρότερα, διάβολε. Τι θέλεις; φώναξε επιτέλους αγαναχτισμένος ο Ιβάν Φιοντόροβιτς μεταπηδώντας ξαφνικά απ' την ταπεινοσύνη στην βαναυσότητα.

O Σμερντιακόβ έφερε το δεξί πόδι κοντά στ' αριστερό, ίσιωσε το κορμί του, μα εξακολουθούσε να κοιτάζει με την ίδια ηρεμία και με το ίδιο μικρό χαμόγελο.

— Τίποτα σημαντικό δεν υπάρχει... έτσι μονάχα... κουβέντα να γίνεται...

Έγινε και πάλι σιωπή. Κάπου ένα λεπτό δεν έβγαλαν λέξη. O Ιβάν Φιοντόροβιτς ήξερε πως έπρεπε τώρα να σηκωθεί και να θυμώσει κι ο Σμερντιακόβ στεκόταν μπροστά και σάμπως να περίμενε:

«Για να σε δω, λοιπόν. Θα θυμώσεις ή όχι;»

Έτσι του φαινόταν τουλάχιστο του Ιβάν Φιοντόροβιτς. Τέλος κινήθηκε για να σηκωθεί. O Σμερντιακόβ, σαν να περίμενε αυτήν ίσα ίσα την κίνηση, άδραξε αυτή τη στιγμή:

— Είναι φοβερή η θέση μου, Ιβάν Φιοντόροβιτς, δεν ξέρω ούτε και πώς θα γλιτώσω απ' αυτήν την κατάσταση, πρόφερε ξαφνικά σταθερά και κοφτά και στο τέλος αναστέναξε.

O Ιβάν Φιοντόροβιτς ξανακάθισε αμέσως.

— Και οι δυο τους είναι σαν παλαβοί. Ξαναμωράθηκαν, μα την αλήθεια, συνέχισε ο Σμερντιακόβ. Λέω για τον πατέρα σας και για τον αδερφούλη σας, τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς. Να, τώρα που θα σηκωθεί ο Φιόντορ Παύλοβιτς θ' αρχίσει να με ρωτάει και να με ξαναρωτάει κάθε στιγμή: «Ε, λοιπόν, ήρθε; Γιατί δεν ήρθε;» κι αυτό ως τα μεσάνυχτα κι ακόμα πιο αργά. Κι αν η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα δεν έρθει, (γιατί ίσως και να μην το 'χει καθόλου σκοπό να 'ρθει) θα μου ριχτεί και πάλι αύριο το πρωί. «Γιατί δεν ήρθε; Για ποιο λόγο δεν ήρθε; Πότε θα 'ρθει;» λες και φταίω γω για όσα γίνονται. Απ' την άλλη μεριά, πάλι το ίδιο. Μόλις σουρουπώσει, μα και πιο νωρίς ακόμα, ο αδερφούλης σας με το όπλο στο χέρι γυροφέρνει στο σπίτι: «Κοίτα καλά», λέει, «άτιμε σαλτσοχαλαστή: αν την αφήσεις να περάσει χωρίς να με ειδοποιήσεις, εσένα θα σε σκοτώσω πρώτο πρώτο». Θα περάσει η νύχτα και το πρωί θα 'ρθει αυτός και θ' αρχίσει να με τυραννάει σαν τον Φιόντορ Παύλοβιτς: «Γιατί δεν ήρθε; Θα 'ρθει γρήγορα;» Λες και πάλι εγώ φταίω που δεν φαίνεται η κυρά τους. Μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα, γίνονται όλο και πιο άγριοι, τόσο που σκέφτομαι καμιά φορά απ' το φόβο μου μήπως θα 'ταν καλύτερα ν' αυτοκτονήσω. Δε βασίζομαι και πολύ σ' αυτούς, κύριε.

— Και γιατί ανακατεύτηκες; Γιατί άρχισες να κάνεις τον σπιούνο στον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς; πρόφερε νευριασμένα ο Ιβάν.

— Και πώς μπορούσα να μην ανακατευτώ; Μα ούτε κι ανακατεύτηκα καθόλου, αν θέλετε να μάθετε όλη την αλήθεια. Στην αρχή σώπαινα, δεν είχα το θάρρος να φέρω αντίρρηση. Μα εκείνος ο ίδιος μ' έκανε υπηρέτη του και πιστό του. Κι από τότε δεν παύει να μου λέει και να μου ξαναλέει: «Θα σε σκοτώσω, άτιμε, αν περάσει και δεν την δεις!» Υπολογίζω θετικά, κύριε, πως αύριο θα 'χω επιληψία διαρκείας.

— Τι επιληψία διαρκείας;

— Θα κρατήσει πολλές ώρες δηλαδή, ίσως κιόλας μια δυο μέρες. Μια φορά κράτησε τρεις μέρες, τότε είχα πέσει απ' τη σοφίτα. Αρχίζω να χτυπιέμαι, ύστερα ησυχάζω, ύστερα πάλι ξαναρχίζω. Όλες εκείνες τις τρεις μέρες δεν μπορούσα να 'ρθω στα σύγκαλά μου. O Φιόντορ Παύλοβιτς έστειλε και φώναξαν τον Χερτσενστούμπε, το γιατρό. Εκείνος μου 'βαζε πάγο στο κεφάλι και κάποιο άλλο φάρμακο... Παραλίγο να πέθαινα.

— Μα λένε πως την κρίση δεν μπορεί κανείς να την προβλέψει και να πει πως θα γίνει την τάδε ώρα. Πώς λες λοιπόν πως θα σου έρθει αύριο; ρώτησε πολύ περίεργος ο Ιβάν Φιοντόροβιτς.

— Είναι σωστό πως δεν μπορεί να την προβλέψει κανείς.

— Εξάλλου τότε έπεσες απ' τη σοφίτα.

— Στη σοφίτα κάθε μέρα ανεβαίνω. Μπορεί αύριο κιόλας να πέσω από κει. Κι αν δεν πέσω απ' τη σοφίτα, μπορεί να πέσω στο υπόγειο. Και στο υπόγειο κάθε μέρα πηγαίνω για δουλειές.

O Ιβάν Φιοντόροβιτς τον κοίταξε καλά καλά.

— Τα μπερδεύεις, βλέπω, και σάμπως να μη σε καταλαβαίνω και τόσο καλά, πρόφερε αυτός ήσυχα μα απειλητικά. Μπας και θέλεις να υποκριθείς αύριο πως σ' έπιασε η κρίση, ε;

O Σμερντιακόβ, που κοίταζε το χώμα κι έπαιζε και πάλι με τη μύτη του δεξιού παπουτσιού του, έβαλε το δεξί πόδι στη θέση του, έβγαλε μπροστά το αριστερό, ανασήκωσε το κεφάλι και πρόφερε μ' ένα χαμόγελο γεμάτο νόημα:

— Κι αν ακόμα τα κατάφερνα να κάνω κάτι τέτοιο, δηλαδή αν μπορούσα να υποκριθώ (μια και δεν είναι καθόλου δύσκολο για έναν άνθρωπο που 'χει την πείρα) και πάλι θα 'χα όλο το δικαίωμα να χρησιμοποιήσω κάθε μέσο για να σώσω τη ζωή μου. Γιατί αν θα κοίτομαι άρρωστος τότε, κι αν ακόμα έρθει η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα στον πατέρα του, δεν θα μπορεί να 'ρθει ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς να ζητήσει ευθύνες από έναν άρρωστο: «Γιατί δεν ήρθες να μου το πεις;» Θα ντραπεί κι ο ίδιος.

— Διάολε! φώναξε ξάφνου ο Ιβάν Φιοντόροβιτς και το πρόσωπό του στράβωσε απ' το θυμό. Τι τρέμεις τόσο πολύ για τη ζωή σου; Όλες τούτες οι φοβέρες του Ντιμήτρι είναι λόγια μονάχα και τίποτα άλλο. Δε θα σε σκοτώσει. Θα σκοτώσει, μα όχι εσένα!

— Σαν μύγα θα με σκοτώσει και πρώτον πρώτον μάλιστα. Μα περισσότερο κι απ' αυτό, φοβάμαι τ' άλλο: μην τύχει και νομίσουν πως είμαι συνένοχός του, αν κάνει καμιά βρωμοδουλειά στον πατέρα του.

— Γιατί να σε νομίσουν συνένοχο;

— Θα με νομίσουν συνένοχο γιατί του είπα τα συνθήματα που 'πρεπε να κρατήσω μυστικά.

— Ποια συνθήματα; Σε ποιον τα 'πες; Μίλα καθαρότερα, βρε, που να σε πάρει ο διάολος!

— Πρέπει να ομολογήσω, είπε ο Σμερντιακόβ σέρνοντας με σχολαστική ηρεμία τα λόγια του, πως εγώ με τον Φιόντορ Παύλοβιτς έχω ένα μυστικό. Αυτός, όπως θα ξέρετε κιόλας (αν βέβαια το ξέρετε) είναι πια μέρες που άμα νυχτώσει, τι λέω, άμα σουρουπώσει, μπαίνει μέσα και κλειδώνεται. Εσείς τώρα τελευταία γυρίζατε νωρίς στο σπίτι κι ανεβαίνατε απάνω στο δωμάτιό σας και χτες δε βγήκατε καθόλου, γι' αυτό ίσως και να μην ξέρετε πόσο προσεχτικά κλειδώνεται μέσα τη νύχτα τώρα. Κι ο ίδιος ο Γρηγόρης Βασίλιεβιτς να 'ρθει, πάλι δεν του ανοίγει αμέσως αν δεν βεβαιωθεί πρώτα απ' τη φωνή του πως είναι αυτός. Μα ο Γρηγόρης Βασίλιεβιτς δεν έρχεται γιατί τώρα τον υπηρετώ εγώ μονάχα στα δωμάτιά του. Έτσι τα κανόνισε ο ίδιος ο Φιόντορ Παύλοβιτς από τότε που άρχισε αυτή η φασαρία με την Αγκραφένα Αλεξάντροβνα. Τη νύχτα, σύμφωνα πάλι με δική του διαταγή, φεύγω και κοιμάμαι στην πτέρυγα. ως τα μεσάνυχτα δηλαδή πρέπει να ξαγρυπνάω, να σηκώνομαι και να κάνω πού και πού καμιά βόλτα στην αυλή και να περιμένω μπας κι έρθει η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα. Και τούτο γιατί είναι κιόλας μερικές μέρες τώρα που την περιμένει σαν τρελός. Σκέφτεται και λέει: «Αυτή τον φοβάται, τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς (αυτός τον ονομάζει Μίτκα, και γι' αυτό θα 'ρθει αργά τη νύχτα, απ' το πίσω μέρος. Εσύ λοιπόν να την περιμένεις ως τα μεσάνυχτα κι ακόμα πιο αργά. Κι αν έρθει, εσύ αμέσως να χτυπήσεις την πόρτα ή το παράθυρο του κήπου: πρώτα δυο φορές σιγά, έτσι: μια, δυο. Και ύστερα τρεις φορές πιο γρήγορα: τουκ-τουκ-τουκ. Τότε», μου λέει, «θα καταλάβω στη στιγμή πως ήρθε εκείνη και θα σου ανοίξω σιγά σιγά την πόρτα». Το άλλο σινιάλο είναι για την περίπτωση που θα συμβεί κάτι εξαιρετικό: στην αρχή δυο φορές γρήγορα τουκ τουκ. Ύστερα, αφού θα περιμένω λίγο, άλλη μια φορά δυνατότερα. Τότε αυτός θα καταλάβει πως συνέβη κάτι απρόσμενο και πως είναι μεγάλη ανάγκη να τον δω, τότε θα μου ανοίξει την πόρτα, θα μπω και θα του πω τι τρέχει. Όλα τούτα γιατί η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα μπορεί να μην έρθει μα να στείλει καμιά είδηση. Ακόμα μπορεί να 'ρθει κι ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, οπότε με το τελευταίο τούτο σύνθημα θα τον ειδοποιήσω πως κατέφτασε· τον φοβάται τόσο πολύ τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς που κι αν ακόμα ερχόταν η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα και κλειδωνόταν μέσα μαζί της, και πάλι θα 'χα την υποχρέωση να τον ειδοποιήσω χτυπώντας τρεις φορές, αν ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς παρουσιαζόταν εκεί τριγύρω. Ώστε λοιπόν το πρώτο σύνθημα με τα πέντε χτυπήματα σημαίνει: «Η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα ήρθε». Και το δεύτερο σύνθημα με τα τρία χτυπήματα θα πει: «Είναι μεγάλη ανάγκη να σου μιλήσω». Μου τα εξήγησε ο ίδιος πολλές φορές και μου τα 'μαθε κάνοντας και αρκετές δοκιμές. Κι επειδή σ' όλη την οικουμένη τούτα τα συνθήματα τα ξέρει μονάχα εκείνος και γω, θα μου ανοίξει την πόρτα χωρίς κανένα φόβο και χωρίς να ρωτήσει από μέσα ποιος είναι (εξάλλου φοβάται πολύ να φωνάζει από μέσα και να ρωτάει). Αυτά λοιπόν ίσα ίσα τα συνθήματα τα 'μαθε τώρα κι ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς.

— Πώς τα 'μαθε; Εσύ του τα 'πες; Πώς τόλμησες λοιπόν να του τα πεις;

— Τα είπα επειδή ίσα ίσα τον φοβόμουν. Πώς μπορούσα να μην του τα πω; O Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς με πίεζε κάθε μέρα: «Με κοροϊδεύεις. Κάτι μου κρύβεις! Θα σου τσακίσω τα πόδια! Τότε λοιπόν και γω του είπα τούτα τα μυστικά συνθήματα για να δει τουλάχιστον πως θέλω να τον εξυπηρετήσω και να πειστεί ταυτόχρονα πως δεν τον κοροϊδεύω μα πως του τα φανερώνω όλα.

— Αν δεις πως θα θελήσει να χρησιμοποιήσει τούτα τα συνθήματα και να μπει στο σπίτι, να τον εμποδίσεις.

— Μα αν θα με πιάσει η κρίση και θα κοίτομαι άρρωστος, πώς θα μπορέσω τότε να το κάνω τη στιγμή που ξέρω πως είναι αποφασισμένος για όλα;

— Βρε, που να σε πάρει ο διάολος! Γιατί είσαι τόσο βέβαιος πως θα σε πιάσει η κρίση, που να σε πάρει και να σε σηκώσει; Με κοροϊδεύεις μήπως;

— Μα πώς θα τολμούσα τάχα να σας κοροϊδέψω; Ύστερα, μήπως είναι καιρός γι' αστεία τη στιγμή που με πιάνει τέτοιος φόβος; Προαισθάνομαι πως θα με πιάσει κρίση, έχω ένα προαίσθημα πως θα μου 'ρθει απ' το φόβο μου ίσα ίσα.

— Βρε, να πάρει ο διάολος! Μα αν εσύ θα 'σαι άρρωστος, τότε θα φυλάει ο Γρηγόρης. Ειδοποίησε έγκαιρα το Γρηγόρη. Αυτός δεν θα τον αφήσει να περάσει.

— Χωρίς τη διαταγή του κυρίου δεν μπορώ με κανέναν τρόπο να πω τα συνθήματα στο Γρηγόρη Βασίλιεβιτς. Εξάλλου αυτός δεν πρόκειται να εμποδίσει τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, γιατί είναι άρρωστος ύστερ' από όσα γίνανε χτες και η Μάρθα Ιγνάτιεβνα έχει σκοπό να τον γιατροπορέψει αύριο. Μόλις πριν από λίγο τα συμφωνήσανε. Τούτη η θεραπευτική τους μέθοδος είναι πολύ περίεργη: η Μάρθα Ιγνάτιεβνα ξέρει και κάνει ένα γιατρικό με οινόπνευμα και κάτι βότανα, αυτή μονάχα ξέρει το μυστικό. Με τούτο το μυστικό φάρμακο γιατρεύει το Γρηγόρη Βασίλιεβιτς κάπου τρεις φορές το χρόνο, όταν αυτός παθαίνει κάτι σαν παράλυση στη μέση. Τότε η Μάρθα Ιγνάτιεβνα, παίρνει μια πετσέτα, τη βρέχει σ' αυτό το γιατρικό και του τρίβει την πλάτη, κάπου μισή ώρα αυτή η δουλειά, ώσπου να στεγνώσει η πετσέτα κι ώσπου να κοκκινήσει και να πρηστεί η πλάτη του Γρηγόρη. Ύστερα, το υπόλοιπο, όσο μένει στο μπουκάλι, του το δίνει να το πιει λέγοντας ταυτόχρονα και κάποιο ξόρκι. Μα δεν του το δίνει όλο γιατί αφήνει λιγάκι και για τον εαυτό της —σπάνιες, βλέπετε, είναι τούτες οι περιπτώσεις— και το πίνει η ίδια. Τότε λοιπόν και οι δυο τους, όντας ασυνήθιστοι στο πιοτό, πέφτουν αμέσως στο κρεβάτι και κοιμούνται βαθιά για πολλές πολλές ώρες. Όταν ξυπνάει ο Γρηγόρης Βασίλιεβιτς είναι σχεδόν πάντα εντελώς καλά, μα της Μάρθας Ιγνάτιεβνας της πονάει πάντα το κεφάλι. Αν αύριο, λοιπόν, η Μάρθα Ιγνάτιεβνα κάνει και πάλι τη θεραπεία της, τότε πολύ αμφιβάλλω αν θ' ακούσουν τίποτα κι αν θα τα καταφέρουνε να εμποδίσουν τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς. Θα κοιμούνται.

— Τι κουταμάρες! Κι όλα αυτά λες και θα συμπέσουν επίτηδες. Και συ θα 'χεις την κρίση σου και κείνοι θα κοιμούνται! φώναξε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς. Μπας και θέλεις εσύ ο ίδιος να τα φέρεις έτσι που να συμπέσουν; του ξέφυγε ξαφνικά κι έσμιξε θυμωμένα τα φρύδια του.

— Μα πώς θα μπορούσα να τα κανονίσω έτσι... και γιατί να τα κανονίσω αφού όλα εξαρτώνται μονάχα απ' τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς... Αν θέλει να κάνει καμιά βρωμοδουλειά, θα την κάνει. Αν όχι, τότε δε θα τον κουβαλήσω βέβαια εγώ και δε θα τον σπρώξω στην κάμαρα του πατέρα του.

— Και γιατί να πάει στον πατέρα μια και, όπως το λες και συ ο ίδιος, η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα δε θα 'ρθει καθόλου; εξακολούθησε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς χλωμιάζοντας απ' το θυμό του. Το λες κι ο ίδιος αυτό μα και γω όλο τον καιρό που έμενα δω πέρα ήμουνα βέβαιος πως όλα τούτα είναι φαντασίες του γέρου και πως αυτό το γύναιο δε θα 'ρθει. Γιατί λοιπόν να θέλει ο Ντιμήτρι να μπει στο σπίτι του γέρου μια κι εκείνη δε θα 'ρθει; Λέγε! Θέλω να ξέρω τι σκέφτεσαι.

— Μα το ξέρετε κι ο ίδιος για ποιο λόγο θα 'ρθει. Τι χρειάζεται λοιπόν και η δική μου γνώμη; Θα 'ρθει μόνο και μόνο απ' την κακία του ή επειδή θα νομίσει πως κάτι συμβαίνει, την ώρα, να πούμε, που εγώ θα 'μαι άρρωστος, και για να βεβαιωθεί, θα πάει απ' την ανυπομονησία του να ψάχνει μέσα στα δωμάτια, όπως το 'κανε και χτες. Θα θέλει να βεβαιωθεί μην τυχόν και πέρασε εκείνη χωρίς να την πάρει χαμπάρι. Ακόμα ξέρει πολύ καλά πως ο Φιόντορ Παύλοβιτς έχει ετοιμάσει ένα μεγάλο φάκελο με τρεις χιλιάδες ρούβλια σφραγισμένο με τρεις σφραγίδες και δεμένο με μια κορδελίτσα κι έχει γράψει απάνω ο ίδιος με το χέρι του: «Στον άγγελό μου, την Γκρούσενκα, αν θελήσει να 'ρθει». Αργότερα, ύστερα από τρεις μέρες, πρόσθεσε ακόμα: «και στην πουλαδίτσα μου». Όλα λοιπόν μπορεί να τα υποθέσει κανείς.

— Βλακείες! φώναξε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς σχεδόν εκτός εαυτού. O Ντιμήτρι δε θα πάει να κλέψει λεφτά και να σκοτώσει κιόλας τον πατέρα του. Χτες θα μπορούσε να τον σκοτώσει για την Γκρούσενκα, γιατί τον είχε πιάσει μανία το βλάκα, μα να κλέψει δε θα πάει!

— Έχει μεγάλη ανάγκη από χρήματα, του χρειάζονται πώς και τι, Ιβάν Φιοντόροβιτς. Ούτε να το φανταστείτε δεν μπορείτε πόσο τα 'χει ανάγκη, εξήγησε ο Σμερντιακόβ μ' εξαιρετική ηρεμία και με αξιοθαύμαστα καθαρή προφορά. Και κοντά σ' αυτό, νομίζει πως τούτες οι τρεις χιλιάδες ρούβλια είναι δικές του· τις προάλλες μου εξήγησε ο ίδιος: «O πατέρας μου μου χρωστάει ακόμα ακριβώς τρεις χιλιάδες». Ακόμα, σκεφτείτε και τούτο, Ιβάν Φιοντόροβιτς: Κατά πώς φαίνεται, φτάνει να το θελήσει μονάχα η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα, φτάνει να της περάσει μια τέτοια σκέψη και σίγουρα θα τον αναγκάσει να την παντρευτεί, τον Φιόντορ Παύλοβιτς δηλαδή, τ' αφεντικό. Φτάνει να το θελήσει η ίδια. Το λοιπόν, μπορεί και να το θελήσει. Γιατί, μην κοιτάτε που λέω πως δε θα 'ρθει. Ίσως να 'ρθει και να παραέρθει, να γίνει δηλαδή αφέντισσα στο σπίτι. Ξέρω καλά πως ο ίδιος ο έμποράς της, ο Σαμσόνοβ, της μίλησε μ' όλη του την ειλικρίνεια και της είπε πως μια τέτοια επιχείρηση δε θα 'ταν καθόλου κουτή. Τα λέγανε και γελούσαν. Κι αυτή δεν είναι καθόλου ανόητη. Έναν ξεβράκωτο σαν τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς ποτέ δε θα τον πάρει. Έχοντας τώρα όλ' αυτά υπόψη, σκεφτείτε και μόνος σας, Ιβάν Φιοντόροβιτς: Αν γίνει κάτι τέτοιο, όχι μονάχα ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς μα και σείς κι ο αδερφούλης σας, ο Αλεξέι Φιοντόροβιτς, δε θα 'χετε τίποτα να λαβαίνετε μετά το θάνατο του πατέρα σας, γιατί η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα γι' αυτό ίσα ίσα θα τον πάρει: Για να της γράψει όλη την περιουσία του και να της τ' αφήσει όλα εκεινής. Όμως αν ο πατέρας σας πεθάνει τώρα, προτού να γίνει τίποτα, τότε ο καθένας σας θα 'χει να παίρνει σίγουρα σαράντα χιλιάδες τουλάχιστον, ακόμα κι ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς θα πάρει κι ας μην τον χωνεύει καθόλου ο αφέντης. Κι αυτό γιατί δεν έχει κάνει τη διαθήκη του... Όλα αυτά τα ξέρει πολύ καλά ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς...

Κάτι σαν να στράβωσε και να τρεμούλιασε στο πρόσωπο του Ιβάν Φιοντόροβιτς και ξαφνικά κοκκίνισε.

— Και γιατί λοιπόν εσύ, διέκοψε ξαφνικά τον Σμερντιακόβ, με συμβουλεύεις να πάω στην Τσερμασνιά; Τι ήθελες να πεις μ' αυτό; Θα φύγω και δω πέρα θα συμβούν τόσα και τόσα πράγματα.

O Ιβάν Φιοντόροβιτς μιλούσε ασθμαίνοντας.

— Ακριβώς, πρόφερε ήρεμα και στοχαστικά ο Σμερντιακόβ, παρακολουθώντας ωστόσο με προσοχή τον Ιβάν Φιοντόροβιτς.

— Τι θες να πεις; ρώτησε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς άγρια.

— Σας το 'πα γιατί σας λυπόμουνα. Αν ήμουν στη θέση σας θα τα παρατούσα όλα στο λεπτό... παρά να βρεθώ σε μια τέτοια ιστορία... απάντησε ο Σμερντιακόβ, κοιτάζοντας με το πιο άδολο ύφος τον Ιβάν Φιοντόροβιτς.

Σώπασαν για λίγο και οι δυο τους.

— Φαίνεται πως είσαι πολύ ηλίθιος... σίγουρα όμως είσαι ένα κάθαρμα! είπε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς και σηκώθηκε απ' τον πάγκο.

Ύστερα προχώρησε προς την εξώπορτα, μα ξαφνικά σταμάτησε και γύρισε στον Σμερντιακόβ. Έγινε τότε κάτι παράξενο: ο Ιβάν Φιοντόροβιτς δάγκωσε αναπάντεχα και σπασμωδικά τα χείλια του κι έσφιξε τις γροθιές του· ένα δευτερόλεπτο ακόμα και θα ριχνόταν πάνω στον Σμερντιακόβ. Αυτός το παρατήρησε, τον διαπέρασε ένα ρίγος κι έγειρε πίσω όλο του το κορμί. Μα το δευτερόλεπτο πέρασε και δεν έγινε τίποτα. O Ιβάν Φιοντόροβιτς γύρισε και μπήκε στην εξώπορτα, σιωπηλός, λες και δεν ήξερε τι του γινόταν.

— Αύριο φεύγω για τη Μόσχα, αν θες να ξέρεις. Αύριο νωρίς το πρωί. Αυτό είναι όλο! πρόφερε με θυμό, καθαρά και με υψωμένη τη φωνή, έτσι που αργότερα απορούσε κι ο ίδιος και δεν μπορούσε να καταλάβει για ποιο λόγο χρειάστηκε τότε να το πει αυτό στον Σμερντιακόβ.

— Αυτό είναι το καλύτερο, είπε εκείνος σάμπως αυτό ίσα-ίσα να περίμενε. Μονάχα που όντας στην Μόσχα, μπορεί να σας ανησυχήσουν με κάνα τηλεγράφημα, αν τυχόν συμβεί κάτι τέτοιο.

Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς σταμάτησε και γύρισε και πάλι απότομα στον Σμερντιακόβ. Μα και κείνος σαν κάτι να 'παθε. Είχε χάσει με μιας όλη του την οικειότητα και την αφροντισιά. Το πρόσωπό του έδειχνε πως πρόσεχε πολύ και κάτι περίμενε ανυπόμονα. Μα τώρα πια ήταν δειλός και ταπεινός: «Μήπως θα πεις και τίποτ' άλλο;» σαν να του 'λεγε. «Μήπως θα προσθέσεις τάχα τίποτα;» Αυτό θα μπορούσε να διαβάσει κανείς στο επίμονο βλέμμα του που 'χε, λες, κολλήσει πάνω στον Ιβάν Φιοντόροβιτς.

— Κι απ' την Τσερμασνιά δε θα με φώναζαν τάχα... αν τυχόν συμβεί κάτι τέτοιο; ούρλιαξε ξαφνικά ο Ιβάν Φιοντόροβιτς που, άγνωστο για ποιο λόγο, ύψωσε υπερβολικά τη φωνή του.

— Και στην Τσερμασνιά το ίδιο... θα σας ανησυχούσαν... μουρμούρισε ο Σμερντιακόβ σχεδόν ψιθυρίζοντας, λες και τα 'χε χάσει, μα εξακολουθώντας να κοιτάζει επίμονα, πολύ επίμονα τον Ιβάν Φιοντόροβιτς κατάματα.

— Μονάχα που η Μόσχα είναι πιο μακριά και η Τσερμασνιά πιο κοντά. Ώστε λυπάσαι τα έξοδα του ταξιδιού; Γι' αυτό επιμένεις να πάω στην Τσερμασνιά ή μήπως λυπάσαι εμένα γιατί θα κάνω μια τόσο μεγάλη βόλτα;

— Ακριβώς, ακριβώς... μουρμούρισε ο Σμερντιακόβ με φωνή που κοβόταν και μ' ένα χυδαίο χαμόγελο στα χείλη ενώ ετοιμάστηκε να πηδήσει και πάλι έγκαιρα προς τα πίσω.

Μα ο Ιβάν Φιοντόροβιτς έβαλε ξαφνικά τα γέλια —αυτό έκανε μεγάλη εντύπωση στον Σμερντιακόβ— και πέρασε γρήγορα την εξώπορτα, εξακολουθώντας να γελάει. Αν έβλεπε κανείς εκείνη την ώρα το πρόσωπό του, θα 'βγαζε σίγουρα το συμπέρασμα πως δεν γελάει από ευθυμία. Μα κι ο ίδιος με κανέναν τρόπο δε θα μπορούσε να εξηγήσει τι του συνέβαινε εκείνη τη στιγμή. Οι κινήσεις και το βάδισμά του ήταν κατά κάποιον τρόπο σπασμωδικά.

5. VI. Κεφάλαιο αρκετά σκοτεινό προς το παρόν 5. VI. Chapter quite dark at present 5. VI. Chapitre assez sombre pour l'instant

O Ιβάν Φιοντόροβιτς, όταν χώρισε από τον Αλιόσα, πήγε σπίτι, στο σπίτι δηλαδή του Φιόντορ Παύλοβιτς. Ivan Fyodorovic, when he separated from Aliosa, went home, that is, to the house of Fyodor Pavlovic. Όμως παράξενο: τον έπιασε ξαφνικά μια αβάσταχτη αγωνία. But strange: he was suddenly seized with an unbearable anxiety. Μα το κυριότερο ήταν που τούτη η αγωνία του, σε κάθε βήμα που έκανε προς το σπίτι, όλο και μεγάλωνε. But the main thing was that this anxiety, with every step he took towards home, grew greater and greater. Το παράξενο δεν ήταν που ένιωσε αυτή την αγωνία, μα που ο Ιβάν Φιοντόροβιτς δεν μπορούσε με κανέναν τρόπο να την καθορίσει. The strange thing was not that he felt this anxiety, but that Ivan Fyodorovich could in no way define it. Του 'χε τύχει συχνά και άλλοτε να δοκιμάσει αγωνία και δεν ήταν και τόσο παράδοξο που 'νιωσε κάτι τέτοιο τούτη τη στιγμή, όταν αύριο κιόλας ετοιμαζόταν να φύγει, αφού θα 'κοβε κάθε δεσμό μ' όλα εκείνα που τον φέρανε εδώ πέρα, για να πάρει άλλη μια φορά έναν καινούργιο, έναν εντελώς άγνωστο δρόμο, και πάλι ολομόναχος όπως και πριν, ελπίζοντας σε πολλά, μα χωρίς να ξέρει κι ο ίδιος σε τι, περιμένοντας πολλά, πάρα πολλά απ' τη ζωή, μα χωρίς κι ο ίδιος να μπορεί να προσδιορίσει την προσμονή του και τους πόθους του. It had often happened to him to experience agony before, and it was not so strange that he felt such a thing at this moment, when tomorrow he was already preparing to leave, since he was going to cut all ties with all those who had brought him here, in order to get a new one once more, a completely unknown road, all alone again as before, hoping for much, but not knowing what, expecting much, too much from life, but not being able to define his expectation and his desires. Κι όμως, εκείνη τη στιγμή, αν και δοκίμαζε κάποια ανησυχία μπροστά στο καινούργιο και στο άγνωστο, δεν ήταν καθόλου αυτό που τον βασάνιζε. And yet, at that moment, although he was experiencing some anxiety in the face of the new and unknown, it was not at all what was troubling him.

«Μήπως τάχα είναι η σιχασιά που νιώθω για το πατρικό σπίτι;» σκέφτηκε. "Could it be that it is the hatred I feel for the family home?" he thought. «Σαν κάτι τέτοιο φαίνεται να 'ναι. "It looks like something like that. Τόσο πολύ μ' έκανε να το σιχαθώ που αν και σήμερα είναι η τελευταία φορά που θα περάσω αυτό το χυδαίο κατώφλι, όμως και πάλι νιώθω σιχασιά...» It made me so sick of it that even though today is the last time I will cross that vulgar threshold, I still feel sickening..."

Μα όχι, δεν ήταν ούτε αυτό. But no, it wasn't that either. Μήπως τάχα ήταν ο χωρισμός Was it the separation

με τον Αλιόσα και η κουβέντα που 'γινε μαζί του; with Aliosha and the conversation with him?

«Τόσα χρόνια δεν έλεγα λέξη σε κανέναν, δεν καταδέχτηκα να μιλήσω, και τώρα ξαφνικά κάθισα και είπα τόσες και τόσες ανοησίες». "All these years I have not said a word to anyone, I have not deigned to speak, and now suddenly I have sat down and said so much nonsense."

Πραγματικά, μπορούσε η αιτία που πειράχτηκε να 'ταν η νεανική απειρία του και το νεανικό του φιλότιμο, πειράχτηκε γιατί δεν κατάφερε να εκφραστεί και μάλιστα σ' ένα πλάσμα σαν τον Αλιόσα, που στο βάθος της καρδιάς του σίγουρα θα στήριζε μεγάλες ελπίδες σ' αυτόν. Indeed, he could have been hurt by his youthful inexperience and his youthful ambition, hurt because he was unable to express himself and even to a creature like Alyosha, who in the depths of his heart would surely have placed great hopes in him. Βέβαια υπήρχε κι αυτό, το ότι πειράχτηκε δηλαδή, ούτε λόγος να γίνεται πως υπήρχε, όμως δεν ήταν αυτό, δεν ήταν ούτε αυτό. Of course, there was that, that he was hurt, there's no reason to think there was, but it wasn't that, it wasn't that either.

«Τρομερή αγωνία, μέχρι ναυτίας, κι όμως δεν μπορώ να καταλάβω τι θέλω. "Terrible anxiety, to the point of nausea, and yet I can't figure out what I want. Μήπως να μη σκέφτομαι;» Do I not think?"

O Ιβάν Φιοντόροβιτς προσπάθησε να «μη σκέφτεται» μα ούτε κι έτσι κατάφερε τίποτα. Ivan Fyodorovic tried to "not think" but he did not succeed in doing so either. Τ ο κυριότερο ήταν πως αυτή η αγωνία τον ενοχλούσε και τον ερέθιζε γιατί ίσα ίσα φαινόταν να 'ναι τυχαία, εντελώς εξωτερική. T he main thing was that this anxiety disturbed and excited him because it seemed to be just random, completely external. Αυτό το αισθανόταν. That's what he felt. Στεκόταν εκεί μπροστά του επίμονα κάποιο πλάσμα ή κάποιο αντικείμενο, νά, όπως στέκεται καμιά φορά κάτι μπροστά στα μάτια σου και για πολλή ώρα, καθώς δουλεύεις ή κουβεντιάζεις, δεν το προσέχεις κι όμως παρ' όλα αυτά ερεθίζεσαι, σχεδόν βασανίζεσαι και τέλος καταλαβαίνεις πως πρέπει να βγάλεις απ' τη μέση το άχρηστο αντικείμενο, που πολλές φορές είναι πολύ ασήμαντο και γελοίο, ένα κάποιο πράγμα που ξεχάστηκε, ένα μαντήλι που έπεσε στο πάτωμα, ένα βιβλίο που δεν το 'βαλες στη θέση του κ.τ.λ, κ.τ.λ. There was some creature or some object standing there staring at him, just as sometimes something stands before your eyes and for a long time, while you are working or chatting, you don't notice it and yet you are still irritated, almost tortured, and finally you realize that you have to get rid of the useless object, which is often very unimportant and ridiculous, a certain thing that has been forgotten, a handkerchief that has fallen on the floor, a book that you have not put in its place, etc.etc., etc., etc. Τέλος ο Ιβάν Φιοντόροβιτς, πολύ κακόκεφος και νευριασμένος, έφτασε στο σπίτι του πατέρα του και μονομιάς, δεκαπέντε βήματα απ' την εξώπορτα, ρίχνοντας ένα βλέμμα στην είσοδο, κατάλαβε τι ήταν εκείνο που τον βασάνιζε και τον ανησυχούσε. Finally Ivan Fyodorovich, very moody and angry, arrived at his father's house, and at once, fifteen steps from the front door, glancing at the entrance, he understood what it was that was tormenting and worrying him.

Σ' έναν πάγκο μπροστά στην εξώπορτα καθόταν ο λακές Σμερντιακόβ κι απολάμβανε τη βραδινή δροσιά. On a bench in front of the front door sat footman Smerdiakov, enjoying the evening dew. O Ιβάν Φιοντόροβιτς, με το πρώτο βλέμμα που του 'ριξε, κατάλαβε πως αυτός ο λακές ο Σμερντιακόβ, είναι που κάθεται μέσα του και πως αυτόν ίσα ίσα δεν μπορεί να ανεχτεί η ψυχή του. Ivan Fyodorovich, at the first glance he gave him, understood that it was this lackey Smerdiakov who was sitting inside him, and that his soul could hardly tolerate him. Όλα ξαφνικά φωτίστηκαν κι έγιναν ξεκάθαρα. Everything suddenly became bright and clear. Πριν από λίγο, όταν ακόμα ο Αλιόσα του διηγόταν για τον Σμερντιακόβ, κάτι το σκοτεινό κι αποτρόπαιο είχε μπηχτεί στην καρδιά του, ξυπνώντας με μιας ένα σκίρτημα μίσους. A little while ago, when Alyosha was still telling him about Smerdiakov, something dark and hideous had entered his heart, awakening at once a pang of hatred. Ύστερα, με την κουβέντα, ο Σμερντιακόβ ξεχάστηκε για λίγο, μα ωστόσο παρέμεινε μες στην ψυχή του και μόλις ο Ιβάν Φιοντόροβιτς άφησε τον Αλιόσα, η ξεχασμένη αυτή αίσθηση άρχισε να ανεβαίνει στην επιφάνεια. Then, with the conversation, Smerdiakov was forgotten for a while, but it remained in his soul, and as soon as Ivan Fyodorovich left Aliosha, this forgotten feeling began to rise to the surface.

— Μα μπορεί τάχα αυτός ο σιχαμερός κανάγιας να μ' ανησυχεί τόσο πολύ; σκέφτηκε ο Ιβάν μ' ασυγκράτητο μίσος. - But can that disgusting cannibal worry me so much?Ivan thought with unbridled hatred.

Γιατί πραγματικά, ο Ιβάν Φιοντόροβιτς άρχισε να εχθρεύεται πολύ αυτόν τον άνθρωπο τον τελευταίο καιρό και ειδικά τις τελευταίες μέρες. Because really, Ivan Fyodorovich has become very hostile to this man lately and especially in the last few days. Άρχισε μάλιστα να παρατηρεί και μόνος του πως ένιωθε σχεδόν όλο και περισσότερο μίσος γι' αυτόν. He even began to notice for himself that he felt almost more and more hatred for him. Ίσως τα αισθήματά του να πήραν μια τέτοια τροπή γιατί στην αρχή, όταν πρωτόρθε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς, συνέβαινε εντελώς το αντίθετο. Perhaps his feelings took such a turn because in the beginning, when Ivan Fyodorovich first came along, it was quite the opposite. Τότε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς ενδιαφέρθηκε εξαιρετικά για τον Σμερντιακόβ, τον βρήκε μάλιστα πολύ πρωτότυπο. Then Ivan Fyodorovich was extremely interested in Smerdiakov, and found him very original. Έπιανε ο ίδιος πολλές φορές κουβέντα μαζί του, απορώντας πάντοτε, είν' αλήθεια, με τους παραλογισμούς (ή, για να το πούμε καλύτερα με την κάποια ανησυχία του μυαλού του) και μη μπορώντας να καταλάβει τι ήταν εκείνο που ανησυχούσε τόσο ακατάπαυστα «αυτόν τον παρατηρητή». He himself had many a conversation with him, always wondering, it is true, at the absurdities (or, to put it better, at the certain restlessness of his mind) and unable to understand what it was that worried "this observer" so incessantly. Μιλούσαν και για φιλοσοφικά ζητήματα και μάλιστα για το πώς μπορούσε να υπάρχει φως την πρώτη μέρα στον κόσμο ενώ ο ήλιος, το φεγγάρι και τ' άστρα δημιουργήθηκαν μόλις την τέταρτη και για το πώς πρέπει να το καταλαβαίνει κανείς αυτό. They were also talking about philosophical issues and even how there could be light on the first day of the world while the sun, moon and stars were created on the fourth day and how one should understand this. Μα ο Ιβάν Φιοντόροβιτς πείστηκε γρήγορα πως τον Σμερντιακόβ δεν τον ενδιαφέρανε καθόλου ο ήλιος, το φεγγάρι και τ' αστέρια και πως αν και όλα τούτα ήταν πολύ αξιοπερίεργα, ο λακές τα 'βλεπε σαν ζήτημα τελευταίας σειράς και ήταν φανερό πως του χρειαζόταν κάτι άλλο. But Ivan Fyodorovich was soon convinced that Smerdiakov was not at all interested in the sun, moon and stars, and that although all this was very curious, the lackey regarded it as a last-minute matter and it was obvious that he needed something else. Όπως και να 'ναι, σε λίγο άρχισε να δείχνει μιαν απεριόριστη φιλαυτία και μάλιστα μια φιλαυτία προσβλημένη. Anyway, he soon began to show a boundless philanthropy, and an offended philanthropy at that. Αυτό δεν άρεσε καθόλου στον Ιβάν Φιοντόροβιτς. Ivan Fyodorovic did not like that at all. Απ' αυτό άρχισε κιόλας η αποστροφή του. That's where his aversion began. Ύστερα άρχισαν οι ανακατωσούρες μες στο σπίτι, εμφανίστηκε η Γκρούσενκα, άρχισαν οι ιστορίες με τον Ντιμήτρι, γίνανε φασαρίες. Then the messes in the house started, Grushenka appeared, the stories with Dimitri started, there were troubles. Μιλήσανε και γι' αυτά και, αν και ο Σμερντιακόβ συζητούσε γι' αυτό το θέμα πολύ ανήσυχος, και πάλι ήταν αδύνατο να καταλάβει κανείς τι επεδίωκε ο ίδιος. They also talked about this and, although Smerdiakov discussed this matter very anxiously, it was still impossible to understand what he was trying to achieve. Ήταν ν' απορείς μάλιστα με τις παράλογες και ασύνδετες επιθυμίες του, που τις έλεγε πάντα σάμπως τα λόγια να του ξεφεύγανε, μα που και πάλι ήταν εντελώς σκοτεινές. It was even astonishing with his absurd and incoherent desires, which he always spoke as if the words would escape him, but which were still completely dark. O Σμερντιακόβ όλο ζητούσε πληροφορίες, έκανε κάτι πλάγιες ερωτήσεις που φαινόταν να τις είχε καλοσκεφτεί και τις περισσότερες φορές σώπαινε ξαφνικά τη στιγμή που ρωτούσε με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον ή πηδούσε σ' άλλο θέμα. Smerdyakov was always asking for information, asking oblique questions that seemed to have been well thought out, and most of the time he suddenly fell silent at the moment when he asked with the greatest interest or jumped to another subject. Μα εκείνο που ερέθισε τον Ιβάν Φιοντόροβιτς οριστικά και τον έκανε να τον σιχαθεί τόσο πολύ, ήταν η αποκρουστική και ιδιαίτερη οικειότητα που άρχισε να του δείχνει ο Σμερντιακόβ και που όσο πήγαινε μεγάλωνε. But the thing that irritated Ivan Fyodorovich for good and made him hate him so much was the repulsive and peculiar familiarity that Smerdiakov began to show him, and which grew as he went along. Όχι πως επέτρεπε στον εαυτό του να φέρεται με αγένεια. Not that he allowed himself to behave rudely. Απεναντίας μιλούσε πάντα με μεγάλο σεβασμό, μα τα πράγματα ήρθαν έτσι που τελικά έγινε φανερό πως ο Σμερντιακόβ θεωρούσε, ένας Θεός ξέρει για ποιο λόγο, αλληλέγγυο σε κάτι τον εαυτό του με τον Ιβάν Φιοντόροβιτς: του μιλούσε πάντα μ' έναν τόνο σάμπως αυτοί οι δυο κάτι να 'χαν κιόλας συμφωνήσει ανάμεσά τους και το κρατούσαν μυστικό, σάμπως κάτι να 'χαν πει κάποτε μεταξύ τους, κάτι που το ξέρανε μονάχα αυτοί οι δυο κι όλος ο άλλος όχλος που τους τριγύριζε δε θα μπορούσε ούτε καν να το καταλάβει. On the contrary, he always spoke with great respect, but things came to such a pass that it eventually became obvious that Smerdiakov considered himself, for God knows why, in solidarity with Ivan Fyodorovich: he always spoke to him in a tone as if the two of them had already agreed on something between them and kept it a secret, as if they had once said something to each other, something that only the two of them knew, and all the other rabble around them could not even understand it. Μα ο Ιβάν Φιοντόροβιτς για πολύ καιρό δεν καταλάβαινε την πραγματική αιτία της αποστροφής που όλο και μεγάλωνε. But Ivan Fyodorovich for a long time did not understand the real cause of the growing aversion. Μόλις τις τελευταίες εκείνες μέρες κατάλαβε τι έτρεχε. It was only in those last few days that he realized what was going on. Νιώθοντας μιαν αηδία κι έναν ερεθισμό, ήθελε τώρα να περάσει σιωπηλός την εξώπορτα χωρίς να κοιτάξει τον Σμερντιακόβ. Feeling a disgust and irritation, he now wanted to pass silently through the front door without looking at Smerdyakov. Μα ο Σμερντιακόβ σηκώθηκε απ' τον πάγκο κι απ' αυτή την κίνηση ο Ιβάν Φιοντόροβιτς κατάλαβε αμέσως πως θέλει κάτι να του πει ιδιαίτερα. But Smerdiakov got up from the bench and from this movement Ivan Fyodorovic immediately knew that he had something special to say to him. O Ιβάν Φιοντόροβιτς τον κοίταξε και σταμάτησε αντί να προχωρήσει- και μονάχα το γεγονός ότι σταμάτησε και δεν προχώρησε όπως ήθελε ένα λεπτό πριν, τον έκανε έξω φρενών απ' το κακό του. Ivan Fyodorovich looked at him and stopped instead of going on; and the mere fact that he stopped and did not go on as he had wanted to a minute before, made him furious with his evil. Κοίταζε με μίσος και σιχασιά αυτό το πελιδνό σαν ευνούχου πρόσωπο, με τα καλοστρωμένα πίσω απ' τους κροτάφους μαλλιά και το κατσαρωμένο τσουλούφι στο μέτωπο. He stared with hatred and disgust at that linen-like eunuch's face, with the hair slicked back behind the temples and the curled bun on his forehead. Τ' αριστερό του μισοκλεισμένο ματάκι πεταλούδιζε κοροϊδευτικά, λες κι έλεγε: «Πού πας; Δε θα περάσεις. His left half-closed little eye fluttered mockingly, as if he were saying: "Where are you going? You won't get through. Το βλέπεις δα πως εμείς οι δυο, σαν έξυπνοι που είμαστε, έχουμε κάτι να πούμε». You can see that you and I, being smart, have something to say."

O Ιβάν Φιοντόροβιτς άρχισε να τρέμει από θυμό. Ivan Fyodorovich began to tremble with anger.

«Τσακίσου από μπροστά μου, κάθαρμα. "Get the fuck out of my way, you son of a bitch. Τι κοινό έχουμε, βλάκα;» ήταν έτοιμος να ξεστομίσει μα, προς μεγάλη του κατάπληξη, το στόμα του πρόφερε εντελώς άλλα: What do we have in common, you idiot?" he was about to blurt out but, to his astonishment, his mouth uttered something else entirely:

— Τι κάνει ο πατέρας; Κοιμάται ή ξύπνησε; πρόφερε ήσυχα και ήρεμα χωρίς κι ο ίδιος να το περιμένει. - How's the father? Is he asleep or awake?" he uttered quietly and calmly, without himself expecting it.

Και, πάλι χωρίς να το περιμένει, κάθισε στον πάγκο. And, again without waiting for it, he sat down on the bench. Για μια στιγμή τρόμαξε σχεδόν, αυτό το θυμήθηκε αργότερα. For a moment he was almost frightened, he remembered this later. O Σμερντιακόβ στεκόταν μπροστά του, με τα χέρια πίσω, και κοίταζε με σιγουριά, σχεδόν με αυστηρότητα. Smerdyakov stood in front of him, with his hands behind his back, and looked confidently, almost sternly.

— Αναπαύεται ακόμα, πρόφερε αυτός χωρίς να βιάζεται. - Still resting, he pronounced without hurrying. («Εσύ μονάχος σου, σα να 'λεγε, μου μίλησες πρώτος κι όχι εγώ»). ("You alone, as if to say, spoke to me first and not me"). Με κάνετε κι απορώ, κύριε, πρόσθεσε αφού σώπασε για λίγο χαμηλώνοντας με κάποιο σκέρτσο τα μάτια. You make me wonder, sir," he added, after silencing himself for a moment by lowering his eyes with some scrubbing. Είχε βγάλει το δεξί πόδι μπροστά κι έπαιζε με τη μύτη του λουστρινιού του. He had his right leg out in front and was playing with the nose of his patent leather jacket.

— Γιατί σε κάνω ν' απορείς; πρόφερε κοφτά και αυστηρά ο Ιβάν Φιοντόροβιτς συγκρατώντας τον εαυτό του μ' όλες τις δυνάμεις του κι ένιωσε ξαφνικά πως κυριεύτηκε από μια παράφορη περιέργεια και πως δε θα 'κανε βήμα από κει πριν την ικανοποιήσει. - Why do I make you wonder?Ivan Fyodorovich said sharply and sternly, holding himself back with all his strength, and suddenly feeling that he was overcome by an insane curiosity and that he would not take a step away from it until he had satisfied it.

— Γιατί δεν πάτε στην Τσερμασνιά, κύριε; είπε ο Σμερντιακόβ και ξαφνικά σήκωσε απάνω του τα μικρά του μάτια και χαμογέλασε με οικειότητα. - Why don't you go to Chermashnia, sir?" said Smerdiakov, and suddenly he raised his little eyes to him and smiled intimately.

«Μονάχος σου πρέπει να καταλάβεις για ποιο λόγο χαμογέλασα. "Your monajos must understand what I smiled about. Αν είσαι έξυπνος», έμοιαζε να λέει τ' αριστερό μισόκλειστο ματάκι του. If you're smart," his left half-closed little eye seemed to say.

— Γιατί να πάω στην Τσερμασνιά; απόρησε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς. - Why should I go to Chermasnia?Ivan Fyodorovich wondered.

O Σμερντιακόβ σώπασε και πάλι για λίγο. Smerdiakov was silent again for a while.

— Μια κι ο ίδιος ο Φιόντορ Παύλοβιτς σας παρακάλεσε να πάτε, πρόφερε τέλος χωρίς να βιάζεται και σάμπως να μη δίνει κι ο ίδιος σημασία στην απάντησή του: - Since Fyodor Pavlovic himself begged you to go, he said the end without hurrying and as if he himself did not pay attention to his answer:

«Σε ξεφορτώνομαι, σαν να 'λεγε, με μια αιτία τρίτης σειράς, έτσι μόνο και μόνο για να σου πω κάτι». "I'm getting rid of you, as it were, with a third-order reason, just so I can tell you something."

— Μίλα καθαρότερα, διάβολε. - Speak more clearly, damn it. Τι θέλεις; φώναξε επιτέλους αγαναχτισμένος ο Ιβάν Φιοντόροβιτς μεταπηδώντας ξαφνικά απ' την ταπεινοσύνη στην βαναυσότητα. "What do you want?" cried Ivan Fyodorovich at last, indignantly, suddenly changing from humility to brutality.

O Σμερντιακόβ έφερε το δεξί πόδι κοντά στ' αριστερό, ίσιωσε το κορμί του, μα εξακολουθούσε να κοιτάζει με την ίδια ηρεμία και με το ίδιο μικρό χαμόγελο. Smerdyakov brought his right foot close to his left, straightened his body, but still he looked with the same calmness and the same small smile.

— Τίποτα σημαντικό δεν υπάρχει... έτσι μονάχα... κουβέντα να γίνεται... - There's nothing important... just like that... talk...

Έγινε και πάλι σιωπή. There was silence again. Κάπου ένα λεπτό δεν έβγαλαν λέξη. For about a minute they didn't say a word. O Ιβάν Φιοντόροβιτς ήξερε πως έπρεπε τώρα να σηκωθεί και να θυμώσει κι ο Σμερντιακόβ στεκόταν μπροστά και σάμπως να περίμενε: Ivan Fyodorovich knew that he now had to get up and get angry and Smerdiakov was standing in front of him, as if waiting:

«Για να σε δω, λοιπόν. "Let me see you, then. Θα θυμώσεις ή όχι;» Are you going to be angry or not?"

Έτσι του φαινόταν τουλάχιστο του Ιβάν Φιοντόροβιτς. At least that's how it seemed to Ivan Fyodorovich. Τέλος κινήθηκε για να σηκωθεί. Finally he moved to get up. O Σμερντιακόβ, σαν να περίμενε αυτήν ίσα ίσα την κίνηση, άδραξε αυτή τη στιγμή: Smerdyakov, as if expecting this move, seized the moment:

— Είναι φοβερή η θέση μου, Ιβάν Φιοντόροβιτς, δεν ξέρω ούτε και πώς θα γλιτώσω απ' αυτήν την κατάσταση, πρόφερε ξαφνικά σταθερά και κοφτά και στο τέλος αναστέναξε. - It's a terrible position to be in, Ivan Fyodorovich, I don't even know how to get out of this situation, he suddenly pronounced firmly and sharply, and at the end he sighed.

O Ιβάν Φιοντόροβιτς ξανακάθισε αμέσως. Ivan Fyodorovich immediately sat down again.

— Και οι δυο τους είναι σαν παλαβοί. - Both of them are like lunatics. Ξαναμωράθηκαν, μα την αλήθεια, συνέχισε ο Σμερντιακόβ. They are senile again, but the truth, continued Smerdiakov. Λέω για τον πατέρα σας και για τον αδερφούλη σας, τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς. I am talking about your father and your little brother, Dimitri Fyodorovich. Να, τώρα που θα σηκωθεί ο Φιόντορ Παύλοβιτς θ' αρχίσει να με ρωτάει και να με ξαναρωτάει κάθε στιγμή: «Ε, λοιπόν, ήρθε; Γιατί δεν ήρθε;» κι αυτό ως τα μεσάνυχτα κι ακόμα πιο αργά. Well, now that Fyodor Pavlovich is going to get up, he's going to start asking me and asking me again every moment: "Well, is he here? Why didn't he come?" and this until midnight and even later. Κι αν η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα δεν έρθει, (γιατί ίσως και να μην το 'χει καθόλου σκοπό να 'ρθει) θα μου ριχτεί και πάλι αύριο το πρωί. And if Agrafena Alexandrovna does not come, (for she may not intend to come at all) she will come again tomorrow morning. «Γιατί δεν ήρθε; Για ποιο λόγο δεν ήρθε; Πότε θα 'ρθει;» λες και φταίω γω για όσα γίνονται. "Why didn't he come? Why didn't he come? When is he coming?" as if I'm to blame for what's going on. Απ' την άλλη μεριά, πάλι το ίδιο. On the other hand, the same again. Μόλις σουρουπώσει, μα και πιο νωρίς ακόμα, ο αδερφούλης σας με το όπλο στο χέρι γυροφέρνει στο σπίτι: «Κοίτα καλά», λέει, «άτιμε σαλτσοχαλαστή: αν την αφήσεις να περάσει χωρίς να με ειδοποιήσεις, εσένα θα σε σκοτώσω πρώτο πρώτο». As soon as it's dark, or even earlier, your little brother with a gun in his hand comes home: "Look well," says he, "you foul-mouthed fool: if you let her pass without warning me, I'll kill you first." Θα περάσει η νύχτα και το πρωί θα 'ρθει αυτός και θ' αρχίσει να με τυραννάει σαν τον Φιόντορ Παύλοβιτς: «Γιατί δεν ήρθε; Θα 'ρθει γρήγορα;» Λες και πάλι εγώ φταίω που δεν φαίνεται η κυρά τους. The night will pass and in the morning he'll come and start tormenting me like Fyodor Pavlovich: "Why didn't he come? Will he come soon?" As if it's my fault again that their lady can't be seen. Μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα, γίνονται όλο και πιο άγριοι, τόσο που σκέφτομαι καμιά φορά απ' το φόβο μου μήπως θα 'ταν καλύτερα ν' αυτοκτονήσω. Day by day, hour by hour, they become more and more savage, so much so that I sometimes think out of fear that I should have killed myself. Δε βασίζομαι και πολύ σ' αυτούς, κύριε. I don't rely on them much, sir.

— Και γιατί ανακατεύτηκες; Γιατί άρχισες να κάνεις τον σπιούνο στον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς; πρόφερε νευριασμένα ο Ιβάν. - And why are you involved? Why did you start playing the spy on Dimitri Fyodorovich?Ivan said angrily.

— Και πώς μπορούσα να μην ανακατευτώ; Μα ούτε κι ανακατεύτηκα καθόλου, αν θέλετε να μάθετε όλη την αλήθεια. - And how could I not get involved? But I wasn't involved at all either, if you want to know the whole truth. Στην αρχή σώπαινα, δεν είχα το θάρρος να φέρω αντίρρηση. At first I was silent, I didn't have the courage to object. Μα εκείνος ο ίδιος μ' έκανε υπηρέτη του και πιστό του. But he himself made me his servant and his worshipper. Κι από τότε δεν παύει να μου λέει και να μου ξαναλέει: «Θα σε σκοτώσω, άτιμε, αν περάσει και δεν την δεις!» Υπολογίζω θετικά, κύριε, πως αύριο θα 'χω επιληψία διαρκείας. And since then he hasn't stopped telling me and telling me again: "I'll kill you, you bastard, if she passes and you don't see her!" I'll take a good guess, sir, that tomorrow I shall have a lasting epilepsy.

— Τι επιληψία διαρκείας; - What epilepsy of long duration?

— Θα κρατήσει πολλές ώρες δηλαδή, ίσως κιόλας μια δυο μέρες. - So it will last for many hours, maybe even a day or two. Μια φορά κράτησε τρεις μέρες, τότε είχα πέσει απ' τη σοφίτα. Once it lasted three days, then I fell from the attic. Αρχίζω να χτυπιέμαι, ύστερα ησυχάζω, ύστερα πάλι ξαναρχίζω. I start beating, then I quiet down, then I start again. Όλες εκείνες τις τρεις μέρες δεν μπορούσα να 'ρθω στα σύγκαλά μου. All those three days I couldn't come to my senses. O Φιόντορ Παύλοβιτς έστειλε και φώναξαν τον Χερτσενστούμπε, το γιατρό. Fiodor Pavlovic sent for and they called for Herzestube, the doctor. Εκείνος μου 'βαζε πάγο στο κεφάλι και κάποιο άλλο φάρμακο... Παραλίγο να πέθαινα. He'd put ice on my head and some other medicine... I almost died.

— Μα λένε πως την κρίση δεν μπορεί κανείς να την προβλέψει και να πει πως θα γίνει την τάδε ώρα. - But they say that no one can predict the crisis and say that it will happen at a certain time. Πώς λες λοιπόν πως θα σου έρθει αύριο; ρώτησε πολύ περίεργος ο Ιβάν Φιοντόροβιτς. So how do you think it will come to you tomorrow?Ivan Fyodorovich asked very curiously.

— Είναι σωστό πως δεν μπορεί να την προβλέψει κανείς. - It is true that it cannot be predicted.

— Εξάλλου τότε έπεσες απ' τη σοφίτα. - Besides, that's when you fell out of the attic.

— Στη σοφίτα κάθε μέρα ανεβαίνω. - I go up to the attic every day. Μπορεί αύριο κιόλας να πέσω από κει. I might fall off it tomorrow. Κι αν δεν πέσω απ' τη σοφίτα, μπορεί να πέσω στο υπόγειο. And if I don't fall out of the attic, I might fall into the basement. Και στο υπόγειο κάθε μέρα πηγαίνω για δουλειές. And I go to the basement every day to do business.

O Ιβάν Φιοντόροβιτς τον κοίταξε καλά καλά. Ivan Fyodorovich took a good look at him.

— Τα μπερδεύεις, βλέπω, και σάμπως να μη σε καταλαβαίνω και τόσο καλά, πρόφερε αυτός ήσυχα μα απειλητικά. - "You're confusing things, I see, and maybe I don't understand you very well," he said quietly but threateningly. Μπας και θέλεις να υποκριθείς αύριο πως σ' έπιασε η κρίση, ε; You want to pretend you're in a crisis tomorrow, don't you?

O Σμερντιακόβ, που κοίταζε το χώμα κι έπαιζε και πάλι με τη μύτη του δεξιού παπουτσιού του, έβαλε το δεξί πόδι στη θέση του, έβγαλε μπροστά το αριστερό, ανασήκωσε το κεφάλι και πρόφερε μ' ένα χαμόγελο γεμάτο νόημα: Smerdyakov, who was looking at the ground and playing with the toe of his right shoe again, put his right foot in place, put his left foot forward, raised his head and pronounced with a meaningful smile:

— Κι αν ακόμα τα κατάφερνα να κάνω κάτι τέτοιο, δηλαδή αν μπορούσα να υποκριθώ (μια και δεν είναι καθόλου δύσκολο για έναν άνθρωπο που 'χει την πείρα) και πάλι θα 'χα όλο το δικαίωμα να χρησιμοποιήσω κάθε μέσο για να σώσω τη ζωή μου. - And if I still managed to do such a thing, that is, if I could pretend (since it is not difficult at all for a man with experience), I would still have every right to use any means to save my life. Γιατί αν θα κοίτομαι άρρωστος τότε, κι αν ακόμα έρθει η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα στον πατέρα του, δεν θα μπορεί να 'ρθει ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς να ζητήσει ευθύνες από έναν άρρωστο: «Γιατί δεν ήρθες να μου το πεις;» Θα ντραπεί κι ο ίδιος. Because if I look sick then, and if Agrafena Alexandrovna still comes to his father, Dimitri Fyodorovich cannot come and ask a sick man for responsibility: "Why didn't you come and tell me?" He will be ashamed himself.

— Διάολε! - Damn it! φώναξε ξάφνου ο Ιβάν Φιοντόροβιτς και το πρόσωπό του στράβωσε απ' το θυμό. Ivan Fyodorovich suddenly cried, his face twisted with anger. Τι τρέμεις τόσο πολύ για τη ζωή σου; Όλες τούτες οι φοβέρες του Ντιμήτρι είναι λόγια μονάχα και τίποτα άλλο. What are you so scared about your life? All these fears of Dimitri are but words and nothing more. Δε θα σε σκοτώσει. It won't kill you. Θα σκοτώσει, μα όχι εσένα! He'll kill, but not you!

— Σαν μύγα θα με σκοτώσει και πρώτον πρώτον μάλιστα. - Like a fly it will kill me, and first of all. Μα περισσότερο κι απ' αυτό, φοβάμαι τ' άλλο: μην τύχει και νομίσουν πως είμαι συνένοχός του, αν κάνει καμιά βρωμοδουλειά στον πατέρα του. But more than that, I'm afraid of the other thing: that they might think I'm his accomplice if he does some dirty work on his father.

— Γιατί να σε νομίσουν συνένοχο; - Why would they think you're an accomplice?

— Θα με νομίσουν συνένοχο γιατί του είπα τα συνθήματα που 'πρεπε να κρατήσω μυστικά. - They'll think I'm an accomplice because I told him the slogans I was supposed to keep secret.

— Ποια συνθήματα; Σε ποιον τα 'πες; Μίλα καθαρότερα, βρε, που να σε πάρει ο διάολος! - What slogans? Who did you tell? Speak more clearly, you son of a bitch!

— Πρέπει να ομολογήσω, είπε ο Σμερντιακόβ σέρνοντας με σχολαστική ηρεμία τα λόγια του, πως εγώ με τον Φιόντορ Παύλοβιτς έχω ένα μυστικό. - "I must confess," said Smerdiakov, dragging out his words with meticulous calm, "that Fyodor Pavlovitch and I have a secret. Αυτός, όπως θα ξέρετε κιόλας (αν βέβαια το ξέρετε) είναι πια μέρες που άμα νυχτώσει, τι λέω, άμα σουρουπώσει, μπαίνει μέσα και κλειδώνεται. This one, as you will know (if you know it, of course) is now days that when it gets dark, what am I saying, when it gets dark, he goes in and locks himself in. Εσείς τώρα τελευταία γυρίζατε νωρίς στο σπίτι κι ανεβαίνατε απάνω στο δωμάτιό σας και χτες δε βγήκατε καθόλου, γι' αυτό ίσως και να μην ξέρετε πόσο προσεχτικά κλειδώνεται μέσα τη νύχτα τώρα. You've been coming home early lately and going upstairs to your room, and you didn't go out at all yesterday, so maybe you don't know how carefully it's locked up at night now. Κι ο ίδιος ο Γρηγόρης Βασίλιεβιτς να 'ρθει, πάλι δεν του ανοίγει αμέσως αν δεν βεβαιωθεί πρώτα απ' τη φωνή του πως είναι αυτός. Even if Gregory Vasilievich himself comes, he still won't open the door immediately unless he first makes sure by his voice that it is him. Μα ο Γρηγόρης Βασίλιεβιτς δεν έρχεται γιατί τώρα τον υπηρετώ εγώ μονάχα στα δωμάτιά του. But Gregory Vasilievich is not coming because now I serve him only in his rooms. Έτσι τα κανόνισε ο ίδιος ο Φιόντορ Παύλοβιτς από τότε που άρχισε αυτή η φασαρία με την Αγκραφένα Αλεξάντροβνα. This is how Fyodor Pavlovic himself arranged it since the trouble with Agraphenna Alexandrovna started. Τη νύχτα, σύμφωνα πάλι με δική του διαταγή, φεύγω και κοιμάμαι στην πτέρυγα. At night, again on his orders, I leave and sleep in the ward. ως τα μεσάνυχτα δηλαδή πρέπει να ξαγρυπνάω, να σηκώνομαι και να κάνω πού και πού καμιά βόλτα στην αυλή και να περιμένω μπας κι έρθει η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα. I have to stay up until midnight, get up and take a walk in the yard from time to time and wait for Agraphena Alexandrovna to come. Και τούτο γιατί είναι κιόλας μερικές μέρες τώρα που την περιμένει σαν τρελός. That's because he's been waiting for her like crazy for a few days now. Σκέφτεται και λέει: «Αυτή τον φοβάται, τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς (αυτός τον ονομάζει Μίτκα, και γι' αυτό θα 'ρθει αργά τη νύχτα, απ' το πίσω μέρος. He thinks and says: "She is afraid of him, Dimitri Fyodorovich (he calls him Mitka, and that is why he will come late at night, from the back. Εσύ λοιπόν να την περιμένεις ως τα μεσάνυχτα κι ακόμα πιο αργά. So you wait for her until midnight and even later. Κι αν έρθει, εσύ αμέσως να χτυπήσεις την πόρτα ή το παράθυρο του κήπου: πρώτα δυο φορές σιγά, έτσι: μια, δυο. And if he comes, you immediately knock on the door or the garden window: first two times slowly, like this: one, two. Και ύστερα τρεις φορές πιο γρήγορα: τουκ-τουκ-τουκ. And then three times faster: tuk-tuk-tuk-tuk. Τότε», μου λέει, «θα καταλάβω στη στιγμή πως ήρθε εκείνη και θα σου ανοίξω σιγά σιγά την πόρτα». Then," he says, "I will know in a moment that she has come and I will slowly open the door for you." Το άλλο σινιάλο είναι για την περίπτωση που θα συμβεί κάτι εξαιρετικό: στην αρχή δυο φορές γρήγορα τουκ τουκ. The other signal is in case something extraordinary happens: at the beginning, two quick tucks. Ύστερα, αφού θα περιμένω λίγο, άλλη μια φορά δυνατότερα. Then, after I wait a while, one more time louder. Τότε αυτός θα καταλάβει πως συνέβη κάτι απρόσμενο και πως είναι μεγάλη ανάγκη να τον δω, τότε θα μου ανοίξει την πόρτα, θα μπω και θα του πω τι τρέχει. Then he will understand that something unexpected has happened and that I really need to see him, then he will open the door for me, I will come in and tell him what's going on. Όλα τούτα γιατί η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα μπορεί να μην έρθει μα να στείλει καμιά είδηση. All this because Agraphena Alexandrovna may not come but send no news. Ακόμα μπορεί να 'ρθει κι ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, οπότε με το τελευταίο τούτο σύνθημα θα τον ειδοποιήσω πως κατέφτασε· τον φοβάται τόσο πολύ τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς που κι αν ακόμα ερχόταν η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα και κλειδωνόταν μέσα μαζί της, και πάλι θα 'χα την υποχρέωση να τον ειδοποιήσω χτυπώντας τρεις φορές, αν ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς παρουσιαζόταν εκεί τριγύρω. Dimitri Fyodorovich may still come, so with this last signal I shall warn him that he has arrived; he is so afraid of Dimitri Fyodorovich that even if Agrafena Alexandrovna were to come and lock herself up with him, I should still be obliged to warn him by knocking three times if Dimitri Fyodorovich appeared around. Ώστε λοιπόν το πρώτο σύνθημα με τα πέντε χτυπήματα σημαίνει: «Η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα ήρθε». So the first five chimes means: 'Agrafena Alexandrovna has come'. Και το δεύτερο σύνθημα με τα τρία χτυπήματα θα πει: «Είναι μεγάλη ανάγκη να σου μιλήσω». And the second cue with three strikes will say: "It is very necessary that I speak to you." Μου τα εξήγησε ο ίδιος πολλές φορές και μου τα 'μαθε κάνοντας και αρκετές δοκιμές. He explained them to me many times and taught them to me by doing several tests. Κι επειδή σ' όλη την οικουμένη τούτα τα συνθήματα τα ξέρει μονάχα εκείνος και γω, θα μου ανοίξει την πόρτα χωρίς κανένα φόβο και χωρίς να ρωτήσει από μέσα ποιος είναι (εξάλλου φοβάται πολύ να φωνάζει από μέσα και να ρωτάει). And because in the whole world only he and I know these slogans, he will open the door to me without any fear and without asking who he is from the inside (he is also very afraid of shouting from the inside and asking). Αυτά λοιπόν ίσα ίσα τα συνθήματα τα 'μαθε τώρα κι ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς. So these are just as much slogans that Dimitri Fyodorovich has now learned.

— Πώς τα 'μαθε; Εσύ του τα 'πες; Πώς τόλμησες λοιπόν να του τα πεις; - How did he find out? Did you tell him? So how dare you tell him?

— Τα είπα επειδή ίσα ίσα τον φοβόμουν. - I said it because I was barely afraid of him. Πώς μπορούσα να μην του τα πω; O Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς με πίεζε κάθε μέρα: «Με κοροϊδεύεις. How could I not tell him? Dimitri Fyodorovich pushed me every day: "You're making fun of me. Κάτι μου κρύβεις! You're hiding something from me! Θα σου τσακίσω τα πόδια! I'll break your legs! Τότε λοιπόν και γω του είπα τούτα τα μυστικά συνθήματα για να δει τουλάχιστον πως θέλω να τον εξυπηρετήσω και να πειστεί ταυτόχρονα πως δεν τον κοροϊδεύω μα πως του τα φανερώνω όλα. So then I told him these secret slogans so that he would at least see that I wanted to serve him and at the same time be convinced that I was not making fun of him but that I was revealing everything to him.

— Αν δεις πως θα θελήσει να χρησιμοποιήσει τούτα τα συνθήματα και να μπει στο σπίτι, να τον εμποδίσεις. - If you see that he will want to use these slogans and enter the house, stop him.

— Μα αν θα με πιάσει η κρίση και θα κοίτομαι άρρωστος, πώς θα μπορέσω τότε να το κάνω τη στιγμή που ξέρω πως είναι αποφασισμένος για όλα; - But if the crisis takes hold of me and I look sick, how can I then do it when I know He is determined for everything?

— Βρε, που να σε πάρει ο διάολος! - Well, I'll be damned! Γιατί είσαι τόσο βέβαιος πως θα σε πιάσει η κρίση, που να σε πάρει και να σε σηκώσει; Με κοροϊδεύεις μήπως; Why are you so sure that the crisis will catch you and pick you up? Are you kidding me?

— Μα πώς θα τολμούσα τάχα να σας κοροϊδέψω; Ύστερα, μήπως είναι καιρός γι' αστεία τη στιγμή που με πιάνει τέτοιος φόβος; Προαισθάνομαι πως θα με πιάσει κρίση, έχω ένα προαίσθημα πως θα μου 'ρθει απ' το φόβο μου ίσα ίσα. - But how could I dare to deceive you? After all, is it not time for jokes at a time when I am so afraid? I have a presentiment that I shall have a fit, I have a presentiment that it will come from my fear.

— Βρε, να πάρει ο διάολος! Μα αν εσύ θα 'σαι άρρωστος, τότε θα φυλάει ο Γρηγόρης. But if you're sick, then Gregory will watch. Ειδοποίησε έγκαιρα το Γρηγόρη. He warned Gregory in time. Αυτός δεν θα τον αφήσει να περάσει. He won't let him through.

— Χωρίς τη διαταγή του κυρίου δεν μπορώ με κανέναν τρόπο να πω τα συνθήματα στο Γρηγόρη Βασίλιεβιτς. - Without the gentleman's order I cannot in any way say the slogans to Gregory Vasilievich. Εξάλλου αυτός δεν πρόκειται να εμποδίσει τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, γιατί είναι άρρωστος ύστερ' από όσα γίνανε χτες και η Μάρθα Ιγνάτιεβνα έχει σκοπό να τον γιατροπορέψει αύριο. Besides, he is not going to prevent Dimitri Fyodorovich, because he is ill after what happened yesterday and Martha Ignatievna is going to treat him tomorrow. Μόλις πριν από λίγο τα συμφωνήσανε. Just a moment ago they agreed to it. Τούτη η θεραπευτική τους μέθοδος είναι πολύ περίεργη: η Μάρθα Ιγνάτιεβνα ξέρει και κάνει ένα γιατρικό με οινόπνευμα και κάτι βότανα, αυτή μονάχα ξέρει το μυστικό. This method of their healing is very strange: Martha Ignatievna knows and makes a remedy with alcohol and some herbs, she alone knows the secret. Με τούτο το μυστικό φάρμακο γιατρεύει το Γρηγόρη Βασίλιεβιτς κάπου τρεις φορές το χρόνο, όταν αυτός παθαίνει κάτι σαν παράλυση στη μέση. With this secret medicine he cures Gregory Vasilievich about three times a year, when he gets something like paralysis in his back. Τότε η Μάρθα Ιγνάτιεβνα, παίρνει μια πετσέτα, τη βρέχει σ' αυτό το γιατρικό και του τρίβει την πλάτη, κάπου μισή ώρα αυτή η δουλειά, ώσπου να στεγνώσει η πετσέτα κι ώσπου να κοκκινήσει και να πρηστεί η πλάτη του Γρηγόρη. Then Martha Ignatievna takes a towel, wets it with this medicine and rubs his back, about half an hour of this work, until the towel dries and until Gregory's back is red and swollen. Ύστερα, το υπόλοιπο, όσο μένει στο μπουκάλι, του το δίνει να το πιει λέγοντας ταυτόχρονα και κάποιο ξόρκι. Then, the rest, as long as it remains in the bottle, he gives it to him to drink while saying a spell at the same time. Μα δεν του το δίνει όλο γιατί αφήνει λιγάκι και για τον εαυτό της —σπάνιες, βλέπετε, είναι τούτες οι περιπτώσεις— και το πίνει η ίδια. But she doesn't give it all to him because she leaves a little for herself - rare, you see, are these cases - and drinks it herself. Τότε λοιπόν και οι δυο τους, όντας ασυνήθιστοι στο πιοτό, πέφτουν αμέσως στο κρεβάτι και κοιμούνται βαθιά για πολλές πολλές ώρες. So then both of them, being unaccustomed to drinking, immediately fall into bed and sleep soundly for many, many hours. Όταν ξυπνάει ο Γρηγόρης Βασίλιεβιτς είναι σχεδόν πάντα εντελώς καλά, μα της Μάρθας Ιγνάτιεβνας της πονάει πάντα το κεφάλι. When Gregory Vasilievich wakes up he is almost always completely well, but Martha Ignatievna's head always hurts. Αν αύριο, λοιπόν, η Μάρθα Ιγνάτιεβνα κάνει και πάλι τη θεραπεία της, τότε πολύ αμφιβάλλω αν θ' ακούσουν τίποτα κι αν θα τα καταφέρουνε να εμποδίσουν τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς. So if tomorrow Martha Ignatievna has her treatment again, then I doubt very much whether they will hear anything and whether they will succeed in preventing Dimitri Fyodorovich. Θα κοιμούνται. They'll be asleep.

— Τι κουταμάρες! Κι όλα αυτά λες και θα συμπέσουν επίτηδες. And all this as if it will coincide on purpose. Και συ θα 'χεις την κρίση σου και κείνοι θα κοιμούνται! And you will have your judgment and they will sleep! φώναξε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς. Μπας και θέλεις εσύ ο ίδιος να τα φέρεις έτσι που να συμπέσουν; του ξέφυγε ξαφνικά κι έσμιξε θυμωμένα τα φρύδια του. Perhaps you want to make them coincide yourself?He suddenly missed it and furrowed his eyebrows angrily.

— Μα πώς θα μπορούσα να τα κανονίσω έτσι... και γιατί να τα κανονίσω αφού όλα εξαρτώνται μονάχα απ' τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς... Αν θέλει να κάνει καμιά βρωμοδουλειά, θα την κάνει. - But how could I have arranged it like that... and why should I arrange it when it all depends on Dimitri Fyodorovich... If he wants to do some dirty work, he'll do it. Αν όχι, τότε δε θα τον κουβαλήσω βέβαια εγώ και δε θα τον σπρώξω στην κάμαρα του πατέρα του. If not, then of course I will not carry him and push him into his father's chamber.

— Και γιατί να πάει στον πατέρα μια και, όπως το λες και συ ο ίδιος, η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα δε θα 'ρθει καθόλου; εξακολούθησε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς χλωμιάζοντας απ' το θυμό του. - And why should he go to father, since, as you yourself say, Agrafena Alexandrovna will not come at all?Ivan Fyodorovich continued, pale with anger. Το λες κι ο ίδιος αυτό μα και γω όλο τον καιρό που έμενα δω πέρα ήμουνα βέβαιος πως όλα τούτα είναι φαντασίες του γέρου και πως αυτό το γύναιο δε θα 'ρθει. You say so yourself, but all the time I was living here I was sure that all this was the old man's fantasies and that this woman would never come. Γιατί λοιπόν να θέλει ο Ντιμήτρι να μπει στο σπίτι του γέρου μια κι εκείνη δε θα 'ρθει; Λέγε! So why would Dimitri want to enter the old man's house if she's not coming? Go on! Θέλω να ξέρω τι σκέφτεσαι.

— Μα το ξέρετε κι ο ίδιος για ποιο λόγο θα 'ρθει. - But you know why he's coming. Τι χρειάζεται λοιπόν και η δική μου γνώμη; Θα 'ρθει μόνο και μόνο απ' την κακία του ή επειδή θα νομίσει πως κάτι συμβαίνει, την ώρα, να πούμε, που εγώ θα 'μαι άρρωστος, και για να βεβαιωθεί, θα πάει απ' την ανυπομονησία του να ψάχνει μέσα στα δωμάτια, όπως το 'κανε και χτες. So what is my opinion needed? He will only come out of spite, or because he thinks something is the matter, at the time, so to speak, when I am ill, and to make sure, he will go out of his impatience to search through the rooms, as he did yesterday. Θα θέλει να βεβαιωθεί μην τυχόν και πέρασε εκείνη χωρίς να την πάρει χαμπάρι. She'll want to make sure she doesn't drop by without being noticed. Ακόμα ξέρει πολύ καλά πως ο Φιόντορ Παύλοβιτς έχει ετοιμάσει ένα μεγάλο φάκελο με τρεις χιλιάδες ρούβλια σφραγισμένο με τρεις σφραγίδες και δεμένο με μια κορδελίτσα κι έχει γράψει απάνω ο ίδιος με το χέρι του: «Στον άγγελό μου, την Γκρούσενκα, αν θελήσει να 'ρθει». He still knows very well that Fyodor Pavlovitch has prepared a large envelope with three thousand roubles sealed with three stamps and tied with a ribbon and has written on it himself with his own hand: "To my angel, Grushenka, if she will come." Αργότερα, ύστερα από τρεις μέρες, πρόσθεσε ακόμα: «και στην πουλαδίτσα μου». Later, after three days, he added: "and my little whore." Όλα λοιπόν μπορεί να τα υποθέσει κανείς. So everything can be assumed.

— Βλακείες! φώναξε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς σχεδόν εκτός εαυτού. Ivan Fyodorovich shouted almost out of his mind. O Ντιμήτρι δε θα πάει να κλέψει λεφτά και να σκοτώσει κιόλας τον πατέρα του. Dimitri is not going to steal money and kill his father. Χτες θα μπορούσε να τον σκοτώσει για την Γκρούσενκα, γιατί τον είχε πιάσει μανία το βλάκα, μα να κλέψει δε θα πάει! Yesterday he could have killed him for Grushenka, because the fool was in a fury, but he wouldn't go stealing!

— Έχει μεγάλη ανάγκη από χρήματα, του χρειάζονται πώς και τι, Ιβάν Φιοντόροβιτς. - He is in great need of money, he needs how and what, Ivan Fyodorovich. Ούτε να το φανταστείτε δεν μπορείτε πόσο τα 'χει ανάγκη, εξήγησε ο Σμερντιακόβ μ' εξαιρετική ηρεμία και με αξιοθαύμαστα καθαρή προφορά. "You cannot imagine how much he needs them," explained Smerdiakov with extreme calmness and an admirably clear accent. Και κοντά σ' αυτό, νομίζει πως τούτες οι τρεις χιλιάδες ρούβλια είναι δικές του· τις προάλλες μου εξήγησε ο ίδιος: «O πατέρας μου μου χρωστάει ακόμα ακριβώς τρεις χιλιάδες». And near to that, he thinks that these three thousand roubles are his; the other day he explained to me: 'My father still owes me exactly three thousand'. Ακόμα, σκεφτείτε και τούτο, Ιβάν Φιοντόροβιτς: Κατά πώς φαίνεται, φτάνει να το θελήσει μονάχα η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα, φτάνει να της περάσει μια τέτοια σκέψη και σίγουρα θα τον αναγκάσει να την παντρευτεί, τον Φιόντορ Παύλοβιτς δηλαδή, τ' αφεντικό. Still, consider this, Ivan Fyodorovich: It seems that if only Agraphena Alexandrovna would want it, if only she would think of it, it would surely force him to marry her, i.e. Fyodor Pavlovich, the boss. Φτάνει να το θελήσει η ίδια. Το λοιπόν, μπορεί και να το θελήσει. Γιατί, μην κοιτάτε που λέω πως δε θα 'ρθει. Ίσως να 'ρθει και να παραέρθει, να γίνει δηλαδή αφέντισσα στο σπίτι. Maybe she'll come and overstay her welcome, i.e. become the mistress of the house. Ξέρω καλά πως ο ίδιος ο έμποράς της, ο Σαμσόνοβ, της μίλησε μ' όλη του την ειλικρίνεια και της είπε πως μια τέτοια επιχείρηση δε θα 'ταν καθόλου κουτή. I know very well that her own merchant, Samsonov, spoke to her in all sincerity and told her that such an enterprise would not be at all foolish. Τα λέγανε και γελούσαν. Κι αυτή δεν είναι καθόλου ανόητη. Έναν ξεβράκωτο σαν τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς ποτέ δε θα τον πάρει. A washout like Dimitri Fyodorovich will never get it. Έχοντας τώρα όλ' αυτά υπόψη, σκεφτείτε και μόνος σας, Ιβάν Φιοντόροβιτς: Αν γίνει κάτι τέτοιο, όχι μονάχα ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς μα και σείς κι ο αδερφούλης σας, ο Αλεξέι Φιοντόροβιτς, δε θα 'χετε τίποτα να λαβαίνετε μετά το θάνατο του πατέρα σας, γιατί η Αγκραφένα Αλεξάντροβνα γι' αυτό ίσα ίσα θα τον πάρει: Για να της γράψει όλη την περιουσία του και να της τ' αφήσει όλα εκεινής. Now, with all this in mind, think for yourself, Ivan Fyodorovich: If such a thing happens, not only Dimitri Fyodorovich, but you and your little brother Alexei Fyodorovich will have nothing to receive after your father's death, because Agraphena Alexandrovna will just as soon take him away: To write her all his property and leave it all to her. Όμως αν ο πατέρας σας πεθάνει τώρα, προτού να γίνει τίποτα, τότε ο καθένας σας θα 'χει να παίρνει σίγουρα σαράντα χιλιάδες τουλάχιστον, ακόμα κι ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς θα πάρει κι ας μην τον χωνεύει καθόλου ο αφέντης. But if your father dies now, before anything happens, then each of you will surely get at least forty thousand, even Dimitri Fyodorovich will get it, even if the master doesn't like him at all. Κι αυτό γιατί δεν έχει κάνει τη διαθήκη του... Όλα αυτά τα ξέρει πολύ καλά ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς... That's because he hasn't made his will... Dimitri Fyodorovich knows all this very well...

Κάτι σαν να στράβωσε και να τρεμούλιασε στο πρόσωπο του Ιβάν Φιοντόροβιτς και ξαφνικά κοκκίνισε. Something like a twist and a tremor in Ivan Fyodorovich's face and he suddenly blushed.

— Και γιατί λοιπόν εσύ, διέκοψε ξαφνικά τον Σμερντιακόβ, με συμβουλεύεις να πάω στην Τσερμασνιά; Τι ήθελες να πεις μ' αυτό; Θα φύγω και δω πέρα θα συμβούν τόσα και τόσα πράγματα. - And why then," he suddenly interrupted Smerdiakov, "are you advising me to go to Chermashnia? What did you mean by that? 'I'm going away, and so many things will happen here.

O Ιβάν Φιοντόροβιτς μιλούσε ασθμαίνοντας. Ivan Fyodorovich was panting as he spoke.

— Ακριβώς, πρόφερε ήρεμα και στοχαστικά ο Σμερντιακόβ, παρακολουθώντας ωστόσο με προσοχή τον Ιβάν Φιοντόροβιτς. - Exactly, said Smerdiakov calmly and thoughtfully, but watching Ivan Fyodorovich carefully.

— Τι θες να πεις; ρώτησε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς άγρια.

— Σας το 'πα γιατί σας λυπόμουνα. - I told you because I felt sorry for you. Αν ήμουν στη θέση σας θα τα παρατούσα όλα στο λεπτό... παρά να βρεθώ σε μια τέτοια ιστορία... απάντησε ο Σμερντιακόβ, κοιτάζοντας με το πιο άδολο ύφος τον Ιβάν Φιοντόροβιτς. If I were you, I'd give it all up in a heartbeat... rather than be caught up in a story like this... replied Smerdiakov, looking at Ivan Fyodorovich with the most unconvincing look.

Σώπασαν για λίγο και οι δυο τους. They were both silent for a while.

— Φαίνεται πως είσαι πολύ ηλίθιος... σίγουρα όμως είσαι ένα κάθαρμα! - You seem to be a very stupid man... but you sure are a son of a bitch! είπε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς και σηκώθηκε απ' τον πάγκο. Ivan Fyodorovic said and got up from the bench.

Ύστερα προχώρησε προς την εξώπορτα, μα ξαφνικά σταμάτησε και γύρισε στον Σμερντιακόβ. Then he walked towards the front door, but suddenly he stopped and turned to Smerdiakov. Έγινε τότε κάτι παράξενο: ο Ιβάν Φιοντόροβιτς δάγκωσε αναπάντεχα και σπασμωδικά τα χείλια του κι έσφιξε τις γροθιές του· ένα δευτερόλεπτο ακόμα και θα ριχνόταν πάνω στον Σμερντιακόβ. Then a strange thing happened: Ivan Fyodorovich bit his lips unexpectedly and convulsively and clenched his fists; another second and he would have thrown himself on Smerdyakov. Αυτός το παρατήρησε, τον διαπέρασε ένα ρίγος κι έγειρε πίσω όλο του το κορμί. He noticed it, a shiver ran through him and he leaned back his whole body. Μα το δευτερόλεπτο πέρασε και δεν έγινε τίποτα. But the second passed and nothing happened. O Ιβάν Φιοντόροβιτς γύρισε και μπήκε στην εξώπορτα, σιωπηλός, λες και δεν ήξερε τι του γινόταν. Ivan Fyodorovich turned and walked in the front door, silent, as if he didn't know what was happening to him.

— Αύριο φεύγω για τη Μόσχα, αν θες να ξέρεις. - Tomorrow I leave for Moscow, if you must know. Αύριο νωρίς το πρωί. Αυτό είναι όλο! πρόφερε με θυμό, καθαρά και με υψωμένη τη φωνή, έτσι που αργότερα απορούσε κι ο ίδιος και δεν μπορούσε να καταλάβει για ποιο λόγο χρειάστηκε τότε να το πει αυτό στον Σμερντιακόβ. he said angrily, clearly and with a raised voice, so that later he himself was surprised and could not understand why he had to say this to Smerdiakov.

— Αυτό είναι το καλύτερο, είπε εκείνος σάμπως αυτό ίσα-ίσα να περίμενε. - That's the best, he said, as if he had just expected that. Μονάχα που όντας στην Μόσχα, μπορεί να σας ανησυχήσουν με κάνα τηλεγράφημα, αν τυχόν συμβεί κάτι τέτοιο. The only thing is that being in Moscow, they might worry you with a telegram, if something like that happens.

Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς σταμάτησε και γύρισε και πάλι απότομα στον Σμερντιακόβ. Ivan Fyodorovich stopped and turned sharply to Smerdiakov again. Μα και κείνος σαν κάτι να 'παθε. But even he, as if something had happened. Είχε χάσει με μιας όλη του την οικειότητα και την αφροντισιά. He had lost all his intimacy and his care at once. Το πρόσωπό του έδειχνε πως πρόσεχε πολύ και κάτι περίμενε ανυπόμονα. His face showed that he was paying close attention and was eagerly waiting for something. Μα τώρα πια ήταν δειλός και ταπεινός: «Μήπως θα πεις και τίποτ' άλλο;» σαν να του 'λεγε. But now he was cowardly and humble: "Are you going to say anything else?" as if he were telling him. «Μήπως θα προσθέσεις τάχα τίποτα;» Αυτό θα μπορούσε να διαβάσει κανείς στο επίμονο βλέμμα του που 'χε, λες, κολλήσει πάνω στον Ιβάν Φιοντόροβιτς. "Are you going to add anything?" One could read this in his stare that was, as it were, fixed on Ivan Fyodorovich.

— Κι απ' την Τσερμασνιά δε θα με φώναζαν τάχα... αν τυχόν συμβεί κάτι τέτοιο; ούρλιαξε ξαφνικά ο Ιβάν Φιοντόροβιτς που, άγνωστο για ποιο λόγο, ύψωσε υπερβολικά τη φωνή του. - Wouldn't they call me from Chermasnia if something like that happened? suddenly screamed Ivan Fyodorovich, who, for some unknown reason, raised his voice too high.

— Και στην Τσερμασνιά το ίδιο... θα σας ανησυχούσαν... μουρμούρισε ο Σμερντιακόβ σχεδόν ψιθυρίζοντας, λες και τα 'χε χάσει, μα εξακολουθώντας να κοιτάζει επίμονα, πολύ επίμονα τον Ιβάν Φιοντόροβιτς κατάματα. - And in Chermasnia the same... they would worry you... murmured Smerdiakov, almost whispering, as if he had lost his mind, but still staring, very stubbornly, into Ivan Fyodorovich's eyes.

— Μονάχα που η Μόσχα είναι πιο μακριά και η Τσερμασνιά πιο κοντά. - Only that Moscow is further away and Chermashnia is closer. Ώστε λυπάσαι τα έξοδα του ταξιδιού; Γι' αυτό επιμένεις να πάω στην Τσερμασνιά ή μήπως λυπάσαι εμένα γιατί θα κάνω μια τόσο μεγάλη βόλτα; So you regret the expense of the trip? Is that why you insist I go to Chermasnia or are you feeling sorry for me because I'm going on such a long ride?

— Ακριβώς, ακριβώς... μουρμούρισε ο Σμερντιακόβ με φωνή που κοβόταν και μ' ένα χυδαίο χαμόγελο στα χείλη ενώ ετοιμάστηκε να πηδήσει και πάλι έγκαιρα προς τα πίσω. - Exactly, exactly... murmured Smerdiakov in a clipped voice with a vulgar smile on his lips as he prepared to jump back in time again.

Μα ο Ιβάν Φιοντόροβιτς έβαλε ξαφνικά τα γέλια —αυτό έκανε μεγάλη εντύπωση στον Σμερντιακόβ— και πέρασε γρήγορα την εξώπορτα, εξακολουθώντας να γελάει. But Ivan Fyodorovich suddenly burst out laughing - this made a great impression on Smerdiakov - and quickly went through the front door, still laughing. Αν έβλεπε κανείς εκείνη την ώρα το πρόσωπό του, θα 'βγαζε σίγουρα το συμπέρασμα πως δεν γελάει από ευθυμία. If you saw his face at that time, you would surely conclude that he was not laughing out of glee. Μα κι ο ίδιος με κανέναν τρόπο δε θα μπορούσε να εξηγήσει τι του συνέβαινε εκείνη τη στιγμή. But there was no way he himself could explain what was happening to him at that moment. Οι κινήσεις και το βάδισμά του ήταν κατά κάποιον τρόπο σπασμωδικά. His movements and gait were somehow convulsive.