×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.


image

Ντοστογιέφσκι, Φ - Αδελφοί Καραμάζοφ, 5. ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: PRO ΚΑΙ CONTRA Ι. Συνεννόηση

5. ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: PRO ΚΑΙ CONTRA Ι. Συνεννόηση

Πρώτη υποδέχτηκε και πάλι τον Αλιόσα η κυρία Χοχλάκοβα. Ήταν βιαστική. Είχε συμβεί κάτι σημαντικό: η κρίση υστερίας της Κατερίνας Ιβάνοβνα τέλειωσε με λιποθυμία, ύστερα της ήρθε μια «τρομερή, φοβερή αδυναμία, πλάγιασε, γλάρωσε τα μάτια της κι άρχισε να παραμιλάει. Τώρα έχει πυρετό, στείλανε να φωνάξουν τον Χερτσενστούμπε, ειδοποίησαν και τις θείες. Οι θείες ήρθαν κιόλας μα ο Χερτσενστούμπε δεν έχει φτάσει ακόμα. Όλοι είναι στο δωμάτιό της και περιμένουν. Τι θα γίνει; Έχει χάσει τις αισθήσεις της. Κι αν είναι κανένας εγκεφαλικός πυρετός;»

Λέγοντάς τα αυτά η κυρία Χοχλάκοβα φαινόταν σοβαρά τρομαγμένη: «Αυτό πια είναι σοβαρό, σοβαρό!» πρόσθετε σε κάθε λέξη, λες κι όλα όσα της είχαν συμβεί πρωτύτερα δεν ήταν σοβαρά. O Αλιόσα την άκουγε λυπημένος. Άρχισε να της διηγείται και τις δικές του περιπέτειες, μα αυτή τον διέκοψε απ' τις πρώτες κιόλας λέξεις: ήταν πολύ βιαστική, τον παρακάλεσε να κάτσει στο δωμάτιο της Lise κι εκεί να την περιμένει.

— Η Lise, αγαπητότατε Αλεξέι Φιοντόροβιτς, του ψιθύρισε σχεδόν στ' αυτί, η Lise μ' έκανε πολύ ν' απορήσω μόλις πριν από λίγο, μα και μ' ευχαρίστησε, γι' αυτό και εγώ της τα συγχωρώ όλα. Φανταστείτε: μόλις φύγατε άρχισε ξαφνικά να λέει ειλικρινά πως μετανοεί γιατί τάχα σας κορόιδεψε χτες και σήμερα. Όμως αυτή δεν σας κορόιδευε, αστειευόταν μονάχα. Μα τόσο σοβαρά μετανοούσε, έκλαιγε σχεδόν, που απόρησα. Ποτέ ως τα τώρα δεν μετανοούσε σοβαρά όταν με κορόιδευε εμένα, μονάχα έκανε πως τάχα λυπάται για ό,τι είχε γίνει. Και ξέρετε, δεν περνάει στιγμή που να μην με κοροϊδέψει. Μα τώρα τα 'λεγε σοβαρά, όλα άρχισαν να γίνονται σοβαρά. Εκτιμάει εξαιρετικά τη γνώμη σας, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, κι αν μπορείτε μην κακοκαρδιστείτε μαζί της και μην της κρατάτε κακία. Και εγώ η ίδια δεν κάνω τίποτα άλλο παρά να παραβλέπω τα καμώματά της γιατί είναι μια εξυπνούλα! Το πιστεύετε τάχα; Μόλις τώρα έλεγε πως εσείς ήσασταν ο φίλος των παιδικών της χρόνων, «ο πιο σημαντικός φίλος των παιδικών μου χρόνων», φανταστείτε λοιπόν, ο πιο σημαντικός. Κι εγώ λοιπόν τι ήμουνα; Πάνω σ' αυτό έχει αισθήματα πολύ σοβαρά, ακόμα και αναμνήσεις, μα το σπουδαιότερο είναι τούτες οι φράσεις και οι κουβέντες, τ' αναπάντεχα λογάκια που στα ξεφουρνίζει εκεί που δεν τα περιμένεις. Πριν λίγες μέρες λόγου χάρη μου είπε για το πεύκο: όταν ήταν πολύ μικρή είχαμε στον κήπο μας ένα πεύκο, δηλαδή και τώρα θα υπάρχει εκεί πέρα στη θέση του ώστε δεν είναι ανάγκη να μιλάω στον αόριστο. Τα πεύκα δεν είναι άνθρωποι, ζούνε πολλά χρόνια και δεν γερνάνε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς. «Μαμά, μου λέει, θυμάμαι εκείνο το πεύκο σαν σε όνειρο» κάπως αλλιώς το είπε δηλαδή, γιατί αυτό είναι μπερδεψοδουλειά, το πεύκο είναι ανόητη λέξη. Όμως μου είπε πάνω σ' αυτό το θέμα τόσο πρωτότυπα πράματα που δεν αναλαμβάνω καθόλου να σας τα ξαναπώ. Άλλωστε τα 'χω ξεχάσει. Χαίρετε λοιπόν, είμαι πολύ συγκινημένη και φαίνεται πως χάνω τα λογικά μου. Αχ, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, δυο φορές στη ζωή μου τρελάθηκα και με γιατρέψανε. Πηγαίνετε στη Lise. Δώστε της θάρρος. Εσείς πάντα το καταφέρνετε θαυμάσια αυτό. Lise, φώναξε πλησιάζοντας στην πόρτα, σου 'φερα τον Αλεξέι Φιοντόροβιτς, που τον πρόσβαλες τόσο πολύ, όμως αυτός δεν είναι καθόλου θυμωμένος, απεναντίας μάλιστα απορεί πώς μπόρεσες και φαντάστηκες τέτοιο πράμα!

— Μερσί, maman· ελάτε μέσα, Αλεξέι Φιοντόροβιτς.

O Αλιόσα μπήκε. Η Lise φαινόταν ταραγμένη και ξαφνικά κατακοκκίνισε. Σίγουρα ντρεπόταν κι όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιστάσεις, άρχισε να μιλάει γρήγορα γρήγορα για εντελώς άσχετα πράματα, σάμπως αυτά ακριβώς τα άσχετα ήταν που την ενδιαφέρανε εκείνη τη στιγμή.

— Η μαμά μού είπε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, όλη την ιστορία για τα διακόσια ρούβλια και πως θα πηγαίνατε... σε κείνον τον φτωχό αξιωματικό... και μου διηγήθηκε όλη τη φριχτή ιστορία για το πώς τον προσβάλανε και, ξέρετε, αν και η μαμά διηγιέται έτσι που δύσκολα την καταλαβαίνεις... όλο πηδάει απ' το 'να θέμα στο άλλο... όμως και πάλι έκλαιγα όταν την άκουγα. Τι έγινε λοιπόν; Τα δώσατε αυτά τα λεφτά; Και πώς είναι τώρα εκείνος ο δυστυχισμένος;

— Το άσχημο είναι που δεν του τα 'δωσα, αυτό είναι μια ολόκληρη ιστορία, απάντησε ο Αλιόσα σάμπως κι αυτόν να τον απασχολούσε περισσότερο απ' όλα το πως δεν έδωσε τα χρήματα.

Κι όμως η Lise, το 'δε πολύ καλά πως κι αυτός δεν την κοιτάει στα μάτια και προσπαθεί να μιλάει για άσχετα πράγματα. O Αλιόσα κάθισε κοντά στο τραπέζι κι άρχισε να διηγιέται. Μα απ' τα πρώτα κιόλας λόγια ξεθάρρεψε κι έκανε τη Lise να ενδιαφερθεί. Μιλούσε κάτω απ' την επίδραση των δυνατών συγκινήσεων και της πρόσφατης ζωηρής εντύπωσης και τα κατάφερε να διηγηθεί καλά. Και στη Μόσχα ακόμα, όταν η Lise ήταν μικρή, του άρεσε να πηγαίνει σπίτι της και να της διηγιέται για εκείνα που του συνέβαιναν ή για εκείνα που διάβαζε, ή για τα γεγονότα των παιδικών του χρόνων. Μερικές φορές μάλιστα ονειροπολούσανε και πλάθανε ολάκερες ιστορίες μαζί, που οι περισσότερες ήταν εύθυμες κι αστείες.

Τώρα σάμπως να 'χανε μεταφερθεί ξαφνικά στους παλιούς μοσχοβίτικους καιρούς, εδώ και δυο χρόνια. Η Lise είχε συγκινηθεί εξαιρετικά μ' αυτή τη διήγηση. O Αλιόσα τα κατάφερε να ζωγραφίσει με φλογερό αίσθημα τη μορφή του «Ηλιούσετσκα». Όταν πια τέλειωσε μ' όλες τις λεπτομέρειες τη σκηνή όπου εκείνος ο δυστυχισμένος ποδοπατούσε τα λεφτά, η Lise έσμιξε τα χέρια κι αναφώνησε ασυγκράτητη.

— Ώστε δεν τα δώσατε τα λεφτά, ώστε τον αφήσατε να φύγει! Θεέ μου, έπρεπε να τρέξετε και να τον προφτάσετε...

— Όχι, Lise, καλύτερα που δεν έτρεξα, είπε ο Αλιόσα και σηκώθηκε και βημάτισε σκεφτικός στο δωμάτιο.

— Πώς είναι καλύτερα; Γιατί είναι καλύτερα; Τώρα δεν έχουν ούτε ένα κομμάτι ψωμί και θα χαθούν!

— Δεν θα χαθούν, γιατί παρ' όλα αυτά θ' αποχτήσουν τούτα τα διακόσια ρούβλια. Όπως και να 'ναι αύριο θα τα πάρει. Αύριο πια σίγουρα θα τα πάρει, πρόφτασε ο Αλιόσα καθώς έκοβε βόλτες σκεφτικός. Γιατί πρέπει να ξέρετε, Lise συνέχισε σταματώντας άξαφνα μπροστά της, πως έκανα ο ίδιος ένα λάθος, μα και το λάθος καλύτερα που έγινε.

— Ποιο λάθος και γιατί είναι καλύτερα;

— Νά γιατί. Αυτός ο άνθρωπος είναι δειλός και μ' αδύνατο χαρακτήρα. Είναι πολύ βασανισμένος και πολύ καλόκαρδος. Όλη την ώρα τώρα νά τι σκέφτομαι: Για ποιο λόγο πειράχτηκε έτσι ξαφνικά και ποδοπάτησε τα λεφτά; Γιατί σας βεβαιώνω πως ως την τελευταία στιγμή δεν το 'ξερε πως θα τα ποδοπατήσει. Νομίζω λοιπόν πως ήταν πολλές οι αιτίες που του κακοφάνηκαν όλα αυτά... μα κι ούτε μπορούσε να γίνει διαφορετικά στην κατάσταση που βρισκόταν... Και πρώτα πρώτα πειράχτηκε γιατί χάρηκε υπερβολικά και δεν μου το 'κρυψε. Αν χαιρότανε, μα όχι και πάρα πολύ, αν δεν το 'δειχνε, αν υποκρινόταν όπως κάνουν άλλοι, όταν έπαιρνε τα λεφτά, τότε θα μπορούσε ακόμα να το υποφέρει και να δεχτεί. Όμως αυτός χάρηκε πολύ αληθινά, και τούτο ακριβώς είναι που τον πείραξε. Αχ, Lise, αυτός είναι ειλικρινής κι ανοιχτόκαρδος άνθρωπος, μα σε τέτοιες περιπτώσεις αυτό ακριβώς είναι κακό! Όλη την ώρα που μου μιλούσε, η φωνή του ήταν τόσο αδύνατη και τα 'λεγε τόσο βιαστικά, όλο χαχανίζοντας μ' ένα παράξενο γελάκι, ή μάλλον έκλαιγε... ναι, σωστά, έκλαιγε, τόσο ενθουσιασμένος ήταν... μου 'λεγε και για τις κόρες του... και για την θέση που θα του δώσουνε σε μιαν άλλη πολιτεία... Και μόλις μου άνοιξε την καρδιά του, ντράπηκε ξαφνικά γιατί μου την άνοιξε κι απογυμνώθηκε έτσι μπροστά μου. Τότε ακριβώς και μ' αντιπάθησε. Και είναι απ' τους πιο ντροπαλούς φτωχούς. Μα το κυριότερο, πειράχτηκε γιατί πολύ γρήγορα μ' έκανε φίλο του. Πολύ γρήγορα με θεώρησε δικό του άνθρωπο. Ενώ πρώτα αγρίευε μαζί μου, προσπαθούσε να με φοβίσει, μόλις είδε τα λεφτά, άρχισε να μ' αγκαλιάζει. Γιατί μ' αγκάλιαζε, όλο μ' άγγιζε με τα χέρια του. Η ταπείνωση που ένιωσε θα 'ταν σίγουρα αυτής της μορφής. Και εκείνην ακριβώς την ώρα έκανα και εγώ ένα πολύ σοβαρό λάθος: μου ήρθε να του πω ξαφνικά πως, αν τα λεφτά δεν του φτάσουν για να μεταφερθεί στην άλλη πολιτεία, θα του δώσω όσα θέλει. Αυτό λοιπόν τον έκανε ν' απορήσει: γιατί δηλαδή προθυμοποιήθηκα να τον βοηθήσω; Ξέρετε, Lise, είναι ανυπόφορο για έναν προσβλημένον άνθρωπο όταν όλοι βαλθούν να του κάνουν τον ευεργέτη... Αυτό το 'χω ακούσει· ο στάρετς μού το 'λεγε. Δεν ξέρω πώς να το εκφράσω, μα το είδα συχνά κι ο ίδιος. Μα και εγώ το ίδιο ακριβώς αισθάνομαι σε τέτοιες περιπτώσεις. Και το κυριότερο είναι που αν και δεν το 'ξερε ως την τελευταία στιγμή πως θα ποδοπατήσει τα χαρτονομίσματα, όμως το προαισθανόταν. Αυτό πια είναι σίγουρο. Γι' αυτό κιόλας ο ενθουσιασμός του ήταν τόσο μεγάλος. Γιατί το προαισθανόταν... Κι όμως αν κι όλα αυτά είναι πολύ άσχημα, πάλι καλύτερα που ήρθαν έτσι. Νομίζω μάλιστα πως ούτε καν μπορούσαν να γίνουν καλύτερα...

— Γιατί, γιατί δεν μπορούσαν να γίνουν καλύτερα; ξεφώνισε η Lise κοιτάζοντας με μεγάλη απορία τον Αλιόσα.

— Γιατί, Lise, αν δεν ποδοπατούσε μα έπαιρνε τούτα τα λεφτά, όταν θα γύριζε σπίτι του, το πολύ ύστερα από μιαν ώρα, θα 'βαζε τα κλάματα για την ταπείνωσή του, νά τι θα γινόταν το δίχως άλλο. Θα 'βαζε τα κλάματα και ίσως να ερχόταν να με βρει μόλις χάραζε και θα μου πετούσε ίσως τα χαρτονομίσματα και θα τα ποδοπατούσε, όπως έκανε και πριν από λίγο. Μα τώρα έφυγε τρομερά περήφανος, θριαμβεύοντας, αν και ξέρει πως «κατάστρεψε τον εαυτό του». Θα πει λοιπόν πως τώρα πια είναι το ευκολότερο πράμα να τον κάνουμε να πάρει τα διακόσια ρούβλια, αύριο κιόλας, γιατί απόδειξε πια την τιμή του, ποδοπάτησε τα λεφτά... Δεν μπορούσε βέβαια να ξέρει, όταν τα ποδοπατούσε, πως θα ξαναπάω αύριο να του τα δώσω. Κι ωστόσο τα 'χει τρομερή ανάγκη αυτά τα χρήματα. Αν και τώρα είναι περήφανος, σήμερα κιόλας θα σκέφτεται πόσο μεγάλη βοήθεια έχασε. Τη νύχτα θα σκέφτεται ακόμα πιο πολύ, θα το δει στον ύπνο του κι αύριο το πρωί θα 'ναι έτοιμος ίσως να τρέξει να με βρει και να μου ζητήσει συγνώμη. Και τότε ακριβώς θα παρουσιαστώ: «Νά, θα του πω, είστε περήφανος άνθρωπος, τ' αποδείξατε, μα τώρα πάρτε τα, συγχωρέστε μας». Τότε λοιπόν και θα τα πάρει!

O Αλιόσα πρόφερε με κάποια παραφορά το «τότε λοιπόν και θα τα πάρει! » Η Lise χτύπησε παλαμάκια.

— Αχ, αυτό είναι αλήθεια, αχ, αυτό το κατάλαβα άξαφνα πολύ καθαρά! Αχ, Αλιόσα, πώς τα ξέρετε όλα αυτά; Είστε τόσο νέος κι όμως ξέρετε τι κρύβει η ψυχή... Εγώ ποτέ δε θα το σκεφτόμουν αυτό...

— Το σπουδαιότερο είναι που πρέπει να τον πείσουμε πως αυτός είναι εντελώς ίσος με μας, παρ' όλο που παίρνει από μας χρήματα, εξακολουθούσε να λέει μ' έξαψη ο Αλιόσα, κι όχι μονάχα ίσος μα και υπέρτερός μας...

— Υπέρτερός μας, υπέροχα, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, μα συνεχίστε, μα συνεχίστε!

— Ναι, δηλαδή δεν εκφράστηκα καλά... για ανωτερότητα... όμως αυτό δεν πειράζει γιατί...

— Μα ναι δεν πειράζει, δεν πειράζει βέβαια! Με συγχωρείτε, αγαπητέ μου Αλιόσα... Ξέρετε, εγώ ως τα τώρα σχεδόν δε σας σεβόμουνα... δηλαδή σας σεβόμουνα μα σας θεωρούσα ίσο μου, μα τώρα θα σας σέβομαι για την ανωτερότητά σας... Μη θυμώνετε, αγαπητέ μου, και μη νομίζετε πως κάνω «πνεύμα», πρόσθεσε αμέσως με κάποιο πάθος. Είμαι κωμική και μικρή, όμως εσείς, εσείς... ακούστε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, μήπως τάχα όλος αυτός ο συλλογισμός μας... δηλαδή ο δικός σας... όχι καλύτερα να τον πούμε δικός μας... μήπως τάχα έχει μέσα του μια περιφρόνηση γι' αυτόν, για τον δυστυχισμένο... επειδή δηλαδή ξεψαχνίζουμε τώρα την ψυχή του, λες και το κάνουμε αφ' υψηλού, ε; Επειδή αποφασίσαμε τόσο σίγουρα τώρα πως θα πάρει τα λεφτά, ε;

— Όχι, Lise, δεν υπάρχει περιφρόνηση, απάντησε σταθερά ο Αλιόσα σάμπως να 'ταν προετοιμασμένος για μια τέτοια ερώτηση, αυτό το σκέφτηκα κι εγώ καθώς ερχόμουν εδώ. Μα σκεφτείτε το λοιπόν: τι περιφρόνηση μπορεί να υπάρχει εδώ τη στιγμή που κι εμείς είμαστε σαν κι αυτόν, τη στιγμή που όλοι είναι σαν κι αυτόν. Γιατί κι εμείς τέτοιοι είμαστε, δεν είμαστε καλύτεροι. Μα κι αν ακόμα θα ήμασταν καλύτεροι, πάλι θα 'μασταν σαν κι αυτόν, αν βρισκόμαστε στη θέση του... Δεν ξέρω για σας, Lise, μα νομίζω πως εγώ σε πολλά ζητήματα είμαι μικρόψυχος. Όμως αυτός δεν είναι καθόλου, απεναντίας έχει πολύ ευγενική ψυχή... Όχι, Lise, δεν υπάρχει εδώ πέρα καμιά περιφρόνηση γι' αυτόν! Ξέρετε, Lise, ο στάρετς μια φορά είχε πει: «Τους ανθρώπους πρέπει να τους φροντίζει κανείς σαν να 'ταν παιδιά και μερικούς μάλιστα σαν να 'ταν άρρωστοι...»

— Αχ, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, αχ, καλέ μου, ας αρχίσουμε να περιποιόμαστε τους ανθρώπους σαν να 'ναι άρρωστοι!

— Ας αρχίσουμε, Lise- εγώ είμαι πρόθυμος, μονάχα που εγώ ο ίδιος δεν είμαι εντελώς έτοιμος. Άλλοτε είμαι πολύ ανυπόμονος, κι άλλοτε πάλι μου λείπει η διορατικότητα... Νά, εσείς, είστε εντελώς διαφορετική.

— Αχ, δεν το πιστεύω! Αλεξέι Φιοντόροβιτς, πόσο είμαι ευτυχισμένη!

— Είμαι πολύ ευχαριστημένος που μου το λέτε, Lise.

— Αλεξέι Φιοντόροβιτς, είστε εκπληκτικά καλός, μονάχα που μερικές φορές νομίζει κανείς πως είστε σχολαστικός... κι όμως καλογνωρίζοντάς σας βλέπει κανείς πως δεν είστε σχολαστικός. Πηγαίνετε, κοιτάξτε στην πόρτα, ανοίξτε σιγά σιγά και κοιτάξτε μην κρυφακούει η μητερούλα, ψιθύρισε ξαφνικά η Lise νευρικά και γρήγορα.

O Αλιόσα πήγε, άνοιξε την πόρτα και είπε πως κανένας δεν κρυφακούει.

—Πλησιάστε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, συνέχισε η Lise κοκκινίζοντας όλο και περισσότερο, δώστε μου το χέρι σας, έτσι. Ακούστε, πρέπει να σας κάνω μια σοβαρή εξομολόγηση: το χτεσινό γράμμα δε σας το 'στειλα στ' αστεία μα στα σοβαρά... Και σκέπασε με το χέρι τα μάτια της. Ήταν φανερό πως ντρεπόταν πολύ να κάνει αυτή την εξομολόγηση. Ξαφνικά άρπαξε το χέρι του και το φίλησε με ορμή τρεις φορές.

— Αχ, Lise, αυτό είναι υπέροχο, αναφώνησε χαρούμενα ο Αλιόσα. Εγώ όμως ήμουν εντελώς βέβαιος πως στα σοβαρά μου το γράψατε.

— Για φαντάσου, ώστε έτσι, ε; είπε κι απομάκρυνε ξαφνικά το χέρι του, χωρίς να τ' αφήνει παρ' όλα αυτά απ' το χέρι της, κοκκινίζοντας τρομερά και γελώντας μ' ένα σύντομο, ευτυχισμένο γέλιο. Εγώ του φίλησα το χέρι κι αυτός μου λέει: «αυτό είναι υπέροχο».

Όμως άδικα του 'κανε επιπλήξεις. Κι ο Αλιόσα ήταν πολύ ταραγμένος.

— Θα 'θελα πάντα να σας αρέσω, Lise, όμως δεν ξέρω πώς να το καταφέρω αυτό, μουρμούρισε αυτός και κοκκίνησε.

— Αλιόσα, καλέ μου, είστε ψυχρός και θρασύς. Ακούς εκεί! Με διαλέξατε για γυναίκα σας και ησυχάσατε! Και ήσασταν βέβαιος πως σας έγραψα στα σοβαρά! Αυτό πια είναι θράσος, ναι, αυτό είναι!

— Μα είναι κακό λοιπόν που ήμουν βέβαιος; είπε ο Αλιόσα και ξάφνου γέλασε.

— Αχ, Αλιόσα, απεναντίας είναι τρομερά καλό, είπε η Lise και τον κοίταξε τρυφερά και ευτυχισμένα.

O Αλιόσα στεκόταν με το χέρι του ακόμα μέσα στο δικό της. Ξάφνου έσκυψε και τη φίλησε ίσα στα χείλη.

— Τι 'ναι αυτό πάλι! Τι πάθατε; ξεφώνισε η Lise.

O Αλιόσα τα 'χασε ολότελα.

— Συγχωρέστε με, αν δεν έκανα καλά... Ίσως φέρθηκα πολύ ανόητα... Είπατε πως είμαι ψυχρός, λοιπόν κι εγώ σας φίλησα...

Μονάχα που βλέπω πως έγινε πολύ ανόητα.

Η Lise γέλασε κι έκρυψε το πρόσωπό της στα χέρια.

— Και μ' αυτό το ένδυμα! της ξέφυγε ανάμεσα στα γέλια.

Ξαφνικά έπαψε να γελάει κι έγινε σοβαρή, σχεδόν αυστηρή.

— Όμως, Αλιόσα, δεν είναι καιρός ακόμα για φιλιά, πρέπει να περιμένουμε, γιατί και οι δυο μας δεν ξέρουμε απ' αυτές τις δουλειές, θα πρέπει πολύ καιρό ακόμα να περιμένουμε, συμπέρανε ξαφνικά. Πέστε μου καλύτερα, γιατί με παίρνετε εμένα την ανόητη, την άρρωστη, εσείς που είσαστε τόσο έξυπνος, τόσο στοχαστικός, τόσο παρατηρητικός; Αχ, Αλιόσα, είμαι τρομερά ευτυχισμένη, γιατί καθόλου δεν σας αξίζω!

— Αξίζετε, Lise. Τούτες τις μέρες θα φύγω οριστικά από το μοναστήρι. Βγαίνοντας στον κόσμο, πρέπει να παντρευτώ, αυτό το ξέρω. Έτσι μου είπε κι εκείνος. Ποια καλύτερη από σας θα πάρω λοιπόν... και ποια άλλη εκτός από σας θα με πάρει; Αυτό το σκέφτηκα καλά. Πρώτα πρώτα με ξέρετε απ' τα παιδικά μου χρόνια και ύστερα έχετε πάρα πολλές ικανότητες που εγώ δεν τις έχω. Η ψυχή σας είναι πιο πρόσχαρη απ' τη δική μου. Εσείς, το κυριότερο, είστε πιο αθώα από μένα, εγώ πολλά, πάρα πολλά έχω αγγίξει πια... Αχ, δεν ξέρετε εσείς. Και εγώ Καραμάζοβ είμαι! Όσο για το ότι γελάτε και αστειεύεστε μαζί μου, δε με πειράζει· αντίθετα, γελάτε κι αυτό μ' ευχαριστεί... Όμως εσείς γελάτε σαν ένα μικρό κοριτσάκι, μα σκέφτεστε σαν ένας μάρτυρας...

— Σαν μάρτυρας; Πώς αυτό;

— Ναι, Lise. Νά, πριν από λίγο ρωτήσατε μην τάχα περιφρονούμε κάπως εκείνο τον δυστυχισμένο γιατί κάνουμε την ανατομία της ψυχής του. Αυτή είναι μια ερώτηση μάρτυρα... δεν μπορώ, βλέπετε, να εκφραστώ καλά, όμως σ' όποιον έρχονται τέτοιες ερωτήσεις, αυτός σίγουρα είναι ικανός να υποφέρει. Καθισμένη εδώ πέρα στην πολυθρόνα, θα 'χετε βέβαια σκεφτεί για πολλά πράγματα...

— Αλιόσα, δώστε μου το χέρι σας, γιατί μου το τραβάτε; πρόφερε η Lise με μια φωνή αδυνατισμένη και σαν υπόκωφη απ' την ευτυχία. Ακούστε, Αλιόσα· τι θα φορέσετε όταν βγείτε απ' το μοναστήρι; Τι κουστούμι θα βάλετε; Μη γελάτε, μη θυμώνετε, αυτό είναι πολύ πολύ σημαντικό για μένα.

— Για το κουστούμι, Lise, δε σκέφτηκα ακόμα, μα θα φορέσω ό,τι θέλετε εσείς.

— Θέλω να 'χετε ένα σκούρο μπλε βελούδινο σακάκι, άσπρο πικέ γιλέκο και γκρίζα ρεμπούμπλικα... Πέστε μου, το πιστέψατε πριν από λίγο πως δεν σας αγαπώ, όταν απαρνήθηκα το χτεσινό μου γράμμα;

— Όχι, δεν το πίστεψα.

— Ω, είσαστε αφόρητος, αδιόρθωτος!

— Βλέπετε, το 'ξερα πως εσείς... όπως φαίνεται, μ' αγαπάτε, μα έκανα πως σας πιστεύω πως δε μ' αγαπάτε για να μη... σας φέρω σε δύσκολη θέση...

— Τόσο το χειρότερο! Χειρότερο μα και καλύτερο απ' όλα. Αλιόσα, σας αγαπάω τρομερά. Πριν έρθετε το πρωί σκέφτηκα: θα του ζητήσω το χτεσινό γράμμα κι αν το βγάλει ήσυχα ήσυχα και μου το δώσει —απ' αυτόν όλα να τα περιμένεις— τότε θα πει πως καθόλου δεν μ' αγαπάει, τίποτα δεν αισθάνεται για μένα και είμαι μονάχα ένα ανόητο κι ανάξιο παιδί και τότε εγώ είμαι χαμένη. Όμως εσείς αφήσατε το γράμμα στο κελί κι αυτό μου 'δωσε θάρρος. Δεν είναι αλήθεια πως τ' αφήσατε στο κελί γιατί προαισθανόσαστε πως θα ζητήσω πίσω το γράμμα; Δεν το κάνατε αυτό για να μη μου το δώσετε; Έτσι είναι; Έτσι δεν είναι;

— Αχ, Lise, καθόλου δεν είναι έτσι. Το γράμμα το 'χω και τώρα μαζί μου, και πριν το 'χα, νά, σ' αυτή την τσέπη, νάτο.

O Αλιόσα έβγαλε γελώντας το γράμμα και της το 'δειξε κρατώντας το μακριά της.

— Όμως δεν θα σας το δώσω, κοιτάξτε το μονάχα από κει που είσαστε.

— Πώς; Ώστε πριν είπατε ψέματα· είσαστε καλόγερος και είπατε ψέματα;

— Ναι, μάλλον είπα ψέματα, είπε γελώντας ο Αλιόσα. Για να μη σας δώσω το γράμμα είπα ψέματα. Είναι κάτι πολύτιμο για μένα, πρόσθεσε ξαφνικά με πάθος και πάλι κοκκίνισε: ποτέ και σε κανέναν δε θα το δώσω!

Η Lise τον κοίταξε ενθουσιασμένη.

— Αλιόσα, άρχισε και πάλι να μιλάει γρήγορα, κοιτάξτε: στην πόρτα μήπως κρυφακούει η μαμά.

— Καλά, Lise, θα κοιτάξω, μα δεν θα 'ταν τάχα καλύτερα να μην κοίταζα, ε; Γιατί να υποπτευόσαστε πως η μητέρα σας μπορεί να κάνει μια τέτοια μικροπρέπεια;

— Πώς μικροπρέπεια; Τι μικροπρέπεια; Είναι δικαίωμά της να κρυφακούει για να μάθει τι κάνει η κόρη της κι όχι μικροπρέπεια, κόρωσε η Lise. Να είστε βέβαιος, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, πως όταν κι εγώ θα γίνω μητέρα και θα 'χω μια κόρη στην ηλικία μου, τότε το δίχως άλλο θα κρυφακούω.

— Αλήθεια, Lise; Αυτό δεν είναι καλό.

— Αχ, Θεέ μου, μα τι μικροπρέπεια υπάρχει εδώ πέρα; Αν ήταν καμιά συνηθισμένη κουβέντα που γίνεται σ' ένα κοσμικό σαλόνι κι εγώ κρυφάκουγα, τότε αυτό θα 'ταν μικροπρέπεια. Μα εδώ είναι η κόρη της που κλείστηκε μ' ένα νέο στο δωμάτιο... Ακούστε, Αλιόσα, πρέπει να ξέρετε πως και σας θα σας παρακολουθώ απ' την ημέρα που θα παντρευτούμε και θ' ανοίγω τα γράμματά σας και θα τα διαβάζω όλα... σας προειδοποιώ...

— Ναι, βέβαια... αν είναι έτσι... τραύλισε ο Αλιόσα: μονάχα που αυτό δεν είναι καλό...

— Ω, τι περιφρόνηση! Αλιόσα, αγαπητέ μου, ας μη μαλώσουμε απ' την πρώτη φορά, καλύτερα να σας πω όλη την αλήθεια: και βέβαια είναι πολύ άπρεπο να κρυφακούει κανείς και φυσικά εγώ έχω άδικο κι εσείς έχετε δίκιο, όμως εγώ παρ' όλα αυτά θα κρυφακούω.

— Να κρυφακούτε. Δε θα καταφέρετε τίποτα ν' ανακαλύψετε εναντίον μου, είπε γελώντας ο Αλιόσα.

— Αλιόσα, θα με υπακούτε όμως; Πρέπει κι αυτό να το κανονίσουμε από πριν.

— Με μεγάλη προθυμία, Lise, μα όχι στα σπουδαιότερα ζητήματα. Σ' αυτά, κι αν ακόμα δεν συμφωνείτε μαζί μου, εγώ θα κάνω το καθήκον μου.

— Έτσι και πρέπει. Πρέπει λοιπόν να ξέρετε πως εγώ απεναντίας όχι μονάχα είμαι έτοιμη να σας υπακούω στα πιο σημαντικά ζητήματα, μα πάντα θα υποχωρώ μπροστά στη δική σας θέληση, αυτό σας τ' ορκίζομαι από τώρα, πάντα, για όλη μου τη ζωή, ξεφώνισε φλογερά η Lise. Κι αυτό θα με κάνει ευτυχισμένη, ευτυχισμένη! Όμως δεν είναι αυτό μονάχα. Σας ορκίζομαι πως ποτέ δεν θα κρυφακούω, ούτε μια φορά, ποτέ, ούτε ένα γράμμα σας δεν θα διαβάσω, γιατί εσείς έχετε δίκιο κι όχι εγώ. Κι αν και θα το θέλω τρομερά να κρυφακούω, αυτό το ξέρω, όμως εγώ, παρ' όλα αυτά, δε θα το κάνω γιατί εσείς το θεωρείτε αγένεια. Είσαστε τώρα σαν τη Θεία μου Πρόνοια. Ακούστε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, γιατί είσαστε τόσο μελαγχολικός όλες τούτες τις μέρες, και χτες και σήμερα; Ξέρω πως έχετε στεναχώριες, μα βλέπω πως εκτός απ' αυτό έχετε και μιαν ιδιαίτερη θλίψη, μυστική ίσως, ε;

— Ναι, Lise, έχω και μια μυστική θλίψη, είπε λυπημένα ο Αλιόσα. Βλέπω πως μ' αγαπάτε, μια και το μαντέψατε αυτό.

— Τι θλίψη είναι αυτή λοιπόν; Γιατί; Μπορείτε να μου το πείτε; πρόφερε με δειλή παράκληση η Lise.

— Αργότερα θα σας το πω, Lise... ύστερα... ταράχτηκε ο Αλιόσα. Τώρα ούτε και θα με καταλάβετε ίσως. Μα είναι πιθανόν ούτε καν να τα καταφέρω να σας το πω.

— Εκτός απ' αυτό σας βασανίζουν οι αδερφοί σας, ο πατέρας, ε;

— Ναι, και οι αδερφοί, πρόφερε ο Αλιόσα στοχαστικά.

— Δεν τον αγαπώ τον αδερφό σας τον Ιβάν Φιοντόροβιτς, Αλιόσα, παρατήρησε ξαφνικά η Lise.

O Αλιόσα σημείωσε αυτήν την παρατήρηση με κάποιαν έκπληξη, μα δεν είπε τίποτα πάνω σ' αυτό.

— Οι αδερφοί μου καταστρέφουν τον εαυτό τους, εξακολούθησε: κι ο πατέρας μου το ίδιο. Και καταστρέφουν κι άλλους μαζί τους. Είναι η «πρωτόγονη δύναμη των Καραμάζοβ», όπως εκφράστηκε τις προάλλες ο πάτερ Παΐσιος: πρωτόγονη, τραχιά και ακατέργαστη... Δεν ξέρω καν αν και το πνεύμα του Θεού επιφέρεται πάνω απ' αυτή τη δύναμη. Ξέρω μονάχα πως κι εγώ ο ίδιος είμαι Καραμάζοβ... Είμαι καλόγερος, ε; Είμαι καλόγερος, Lise; Είπατε πριν από λίγο πως είμαι καλόγερος;

— Ναι, το είπα.

— Κι όμως εγώ στο Θεό ακριβώς ίσως και να μην πιστεύω.

— Δεν πιστεύετε; Τι 'ναι αυτά που λέτε; είπε σιγανά και προσεχτικά η Lise.

Μα ο Αλιόσα δεν απάντησε. Τούτα τ' αναπάντεχα λόγια του είχαν κάτι το πολύ μυστηριακό, κάτι το πολύ υποκειμενικό, που ίσως κι ο ίδιος να μην το 'χε ξεκαθαρισμένο μέσα του, μα που χωρίς αμφιβολία τον βασάνιζε.

— Και νά που τώρα, εκτός απ' όλα τ' άλλα, φεύγει ο φίλος μου. ο καλύτερος άνθρωπος του κόσμου αφήνει τούτη τη γη. Αν ξέρατε, αν ξέρατε, Lise, πόσο είμαι δεμένος μαζί του, πόσο είμαι ψυχικά ταυτισμένος μ' αυτόν τον άνθρωπο! Και νά που τώρα θα μείνω μόνος... Θα 'ρθω κοντά σας, Lise... Από δω και πέρα θα 'μαστε μαζί...

— Ναι, μαζί, μαζί! Από δω και πέρα πάντα μαζί θα 'μαστε, για όλη μας τη ζωή. Ακουστέ, φιλείστε με, σας το επιτρέπω.

O Αλιόσα τη φίλησε.

— Τώρα πηγαίνετε, ο Χριστός μαζί σας! κι έκανε πάνω του το σημείο του σταυρού. Πηγαίνετε το γρηγορότερο σ' εκείνον, όσο ζει ακόμα. Βλέπω πως σας καθυστέρησα άσπλαχνα. Σήμερα θα προσευχηθώ και για εκείνον και για σας. Αλιόσα, θα γίνουμε

ευτυχισμένοι! Θα γίνουμε ευτυχισμένοι, θα γίνουμε; — Νομίζω πως ναι, Lise.

Βγαίνοντας απ' το δωμάτιο της Lise, ο Αλιόσα δεν το βρήκε σκόπιμο να περάσει απ' της κυρίας Χοχλάκοβα και, χωρίς να τη χαιρετήσει, ήταν έτοιμος να βγεί απ' το σπίτι. Όμως, μόλις άνοιξε την πόρτα και βγήκε στη σκάλα, βρέθηκε μπροστά του η κυρία Χοχλάκοβα. Απ' τις πρώτες της λέξεις ο Αλιόσα κατάλαβε πως τον περίμενε επίτηδες εκεί πέρα.

— Αλεξέι Φιοντόροβιτς, αυτό είναι τρομερό. Αυτά είναι παιδιάστικα καμώματα. Όλα ανοησίες είναι. Ελπίζω να μην αρχίσετε να ελπίζετε... Ανοησίες, ανοησίες, ανοησίες! του επιτέθηκε αυτή,

— Μονάχα μην το λέτε σ' αυτήν, είπε ο Αλιόσα, γιατί θα ταραχτεί κι αυτό θα της είναι τώρα βλαβερό.

— Σωστά το λέτε. Μήπως εννοείτε πως κι εσείς συμφωνούσατε μαζί της μονάχα επειδή τη λυπόσαστε και δε θέλατε να τη θυμώσετε με αντιρρήσεις;

— Ω, όχι, καθόλου, μιλούσα εντελώς σοβαρά μαζί της, απάντησε σταθερά ο Αλιόσα.

— Εδώ είναι αδύνατο να υπάρξει σοβαρότητα. Και πρώτα πρώτα πρέπει να ξέρετε πως δε θα σας ξαναδεχτώ στο σπίτι μου και δεύτερο θα φύγω και θα την πάρω μαζί μου.

— Μα για ποιο λόγο; είπε ο Αλιόσα. Όλα αυτά θ' αργήσουν πολύ ακόμα. Ίσως θα χρειαστεί να περιμένουμε ενάμιση χρόνο.

— Αχ, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, αυτό είναι αλήθεια· φυσικά μέσα σ' ενάμιση χρόνο θα μαλώσετε και θα τα χαλάσετε χίλιες φορές μαζί της. Όμως εγώ είμαι τόσο δυστυχισμένη! Μπορεί βέβαια όλα αυτά να 'ναι μικροπράματα, όμως εμένα μ' έχουν αναστατώσει. Τώρα εγώ είμαι σαν τον Φάμουσοβ στην τελευταία σκηνή· σεις είστε ο Τσάτσκη και εκείνη η Σοφία. Και, φανταστείτε, εγώ ήρθα επίτηδες στη σκάλα για να σας συναντήσω. Μα και κει, το μοιραίον συντελείται στη σκάλα. Όλα τ' άκουσα, μόλις κρατήθηκα. Νά λοιπόν η εξήγηση όλης της φριχτής νύχτας κι όλων των πρόσφατων υστεριών! Στην κόρη ο έρωτας και στη μητέρα ο θάνατος. Τώρα το δεύτερο και το σπουδαιότερο: τι γράμμα είναι αυτό που σας έγραψε, δείξτε το μου, τώρα, τώρα αμέσως!

— Όχι, δεν χρειάζεται. Πέστε μου πώς πάει η Κατερίνα Ιβάνοβνα, αυτό έχει μεγάλη σημασία για μένα.

— Εξακολουθεί να παραμιλάει, δεν ξανάρθε ακόμα στις αισθήσεις της. Οι θείες της είναι εδώ πέρα και το μόνο που κάνουν είναι να θρηνολογάνε και να κοκορεύονται μπροστά μου κι ο Χερτσενστούμπε ήρθε και τόσο τρόμαξε, που δεν ήξερα τι να του κάνω, και πώς να τον σώσω, ήθελα μάλιστα να φωνάξω γιατρό. Τον πήρανε με τ' αμάξι μου. Και ξαφνικά, σάμπως για να συμπληρωθούν όλα αυτά, έρχεστε και σεις με το γράμμα σας. Είναι αλήθεια πως όλα αυτά αναβάλλονται ακόμα για ενάμιση χρόνο. Για όνομα του κάθε μεγάλου και ιερού, για όνομα του στάρετς σας που πεθαίνει, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, δείξτε μου αυτό το γράμμα, σε μένα, τη μητέρα! Αν θέλετε, κρατείστε το στα χέρια σας, μονάχα να το διαβάσω.

— Όχι, δεν θα σας το δείξω, Κατερίνα Οσίποβνα· κι αυτή ακόμα να το επέτρεπε, δε θα το 'δειχνα. Θα 'ρθω αύριο και, αν θέλετε, θα κουβεντιάσουμε μαζί για πολλά πράγματα, μα τώρα χαίρετε!

Κι ο Αλιόσα κατέβηκε τρέχοντας τη σκάλα και βγήκε στο δρόμο.


5. ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: PRO ΚΑΙ CONTRA Ι. Συνεννόηση 5. VIERTES BUCH: PRO UND CONTRA I. Konsens 5. BOOK FOUR: PRO AND CONTRA I. Consensus 5. KSIĘGA CZWARTA: PRO I CONTRA I. Konsensus

Πρώτη υποδέχτηκε και πάλι τον Αλιόσα η κυρία Χοχλάκοβα. The first to greet Aliosha again was Mrs. Hohlakova. Ήταν βιαστική. She was in a hurry. Είχε συμβεί κάτι σημαντικό: η κρίση υστερίας της Κατερίνας Ιβάνοβνα τέλειωσε με λιποθυμία, ύστερα της ήρθε μια «τρομερή, φοβερή αδυναμία, πλάγιασε, γλάρωσε τα μάτια της κι άρχισε να παραμιλάει. Something important had happened: Katerina Ivanovna's fit of hysteria ended in a fainting fit, then she had a "terrible, terrible weakness, she lay back, rolled her eyes and began to talk. Τώρα έχει πυρετό, στείλανε να φωνάξουν τον Χερτσενστούμπε, ειδοποίησαν και τις θείες. Now he has a fever, they sent for Herzestube, they called the aunts. Οι θείες ήρθαν κιόλας μα ο Χερτσενστούμπε δεν έχει φτάσει ακόμα. The aunts are already here, but Herzestube hasn't arrived yet. Όλοι είναι στο δωμάτιό της και περιμένουν. Everyone is in her room waiting. Τι θα γίνει; Έχει χάσει τις αισθήσεις της. What will happen? She's unconscious. Κι αν είναι κανένας εγκεφαλικός πυρετός;» What if it's a brain fever?"

Λέγοντάς τα αυτά η κυρία Χοχλάκοβα φαινόταν σοβαρά τρομαγμένη: «Αυτό πια είναι σοβαρό, σοβαρό!» πρόσθετε σε κάθε λέξη, λες κι όλα όσα της είχαν συμβεί πρωτύτερα δεν ήταν σοβαρά. Saying this, Mrs. Khokhlakova looked seriously frightened: "This is serious, serious!" she added to every word, as if everything that had happened to her before was not serious. O Αλιόσα την άκουγε λυπημένος. Alyosha listened to her sadly. Άρχισε να της διηγείται και τις δικές του περιπέτειες, μα αυτή τον διέκοψε απ' τις πρώτες κιόλας λέξεις: ήταν πολύ βιαστική, τον παρακάλεσε να κάτσει στο δωμάτιο της Lise κι εκεί να την περιμένει. He began to tell her his own adventures, but she interrupted him from the first words: she was in a hurry, begged him to sit in Lise's room and wait for her there.

— Η Lise, αγαπητότατε Αλεξέι Φιοντόροβιτς, του ψιθύρισε σχεδόν στ' αυτί, η Lise μ' έκανε πολύ ν' απορήσω μόλις πριν από λίγο, μα και μ' ευχαρίστησε, γι' αυτό και εγώ της τα συγχωρώ όλα. - "Lise, my dear Alexey Fyodorovich," she whispered almost in his ear, "Lise made me very much surprised just now, but she thanked me, so I forgive her everything. Φανταστείτε: μόλις φύγατε άρχισε ξαφνικά να λέει ειλικρινά πως μετανοεί γιατί τάχα σας κορόιδεψε χτες και σήμερα. Imagine: as soon as you left he suddenly started to say sincerely that he regrets having fooled you yesterday and today. Όμως αυτή δεν σας κορόιδευε, αστειευόταν μονάχα. But she wasn't making fun of you, she was only joking. Μα τόσο σοβαρά μετανοούσε, έκλαιγε σχεδόν, που απόρησα. But he was so earnestly repentant, almost crying, that I was astonished. Ποτέ ως τα τώρα δεν μετανοούσε σοβαρά όταν με κορόιδευε εμένα, μονάχα έκανε πως τάχα λυπάται για ό,τι είχε γίνει. He never until now seriously repented when he made fun of me, only pretended to be sorry for what had happened. Και ξέρετε, δεν περνάει στιγμή που να μην με κοροϊδέψει. And you know, not a moment goes by that he doesn't make fun of me. Μα τώρα τα 'λεγε σοβαρά, όλα άρχισαν να γίνονται σοβαρά. But now he was serious, everything was getting serious. Εκτιμάει εξαιρετικά τη γνώμη σας, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, κι αν μπορείτε μην κακοκαρδιστείτε μαζί της και μην της κρατάτε κακία. She greatly values your opinion, Alexei Fyodorovich, and if you can, don't be mean to her and don't hold it against her. Και εγώ η ίδια δεν κάνω τίποτα άλλο παρά να παραβλέπω τα καμώματά της γιατί είναι μια εξυπνούλα! And I myself do nothing but overlook her antics because she's a smartass! Το πιστεύετε τάχα; Μόλις τώρα έλεγε πως εσείς ήσασταν ο φίλος των παιδικών της χρόνων, «ο πιο σημαντικός φίλος των παιδικών μου χρόνων», φανταστείτε λοιπόν, ο πιο σημαντικός. Do you believe it? She was just now saying that you were her childhood friend, "the most important friend of my childhood", so imagine, the most important. Κι εγώ λοιπόν τι ήμουνα; Πάνω σ' αυτό έχει αισθήματα πολύ σοβαρά, ακόμα και αναμνήσεις, μα το σπουδαιότερο είναι τούτες οι φράσεις και οι κουβέντες, τ' αναπάντεχα λογάκια που στα ξεφουρνίζει εκεί που δεν τα περιμένεις. So what was I? On this he has very serious feelings, even memories, but the most important thing is these phrases and words, the unexpected words that he spills out when you least expect them. Πριν λίγες μέρες λόγου χάρη μου είπε για το πεύκο: όταν ήταν πολύ μικρή είχαμε στον κήπο μας ένα πεύκο, δηλαδή και τώρα θα υπάρχει εκεί πέρα στη θέση του ώστε δεν είναι ανάγκη να μιλάω στον αόριστο. A few days ago, for example, she told me about the pine tree: when she was very young we had a pine tree in our garden, and now it will be there in its place, so there is no need for me to speak in the past tense. Τα πεύκα δεν είναι άνθρωποι, ζούνε πολλά χρόνια και δεν γερνάνε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς. Pine trees are not people, they live for many years and do not grow old, Alexei Fyodorovich. «Μαμά, μου λέει, θυμάμαι εκείνο το πεύκο σαν σε όνειρο» κάπως αλλιώς το είπε δηλαδή, γιατί αυτό είναι μπερδεψοδουλειά, το πεύκο είναι ανόητη λέξη. "Mum," he says, "I remember that pine tree like in a dream," which is another way of saying it, because that's confusing, pine tree is a silly word. Όμως μου είπε πάνω σ' αυτό το θέμα τόσο πρωτότυπα πράματα που δεν αναλαμβάνω καθόλου να σας τα ξαναπώ. But he told me such original things on this subject that I do not undertake to repeat them to you at all. Άλλωστε τα 'χω ξεχάσει. Besides, I've forgotten them. Χαίρετε λοιπόν, είμαι πολύ συγκινημένη και φαίνεται πως χάνω τα λογικά μου. Well hello, I am very excited and I seem to be losing my mind. Αχ, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, δυο φορές στη ζωή μου τρελάθηκα και με γιατρέψανε. Ah, Alexey Fyodorovich, twice in my life I went mad and was cured. Πηγαίνετε στη Lise. Go to Lise. Δώστε της θάρρος. Give her courage. Εσείς πάντα το καταφέρνετε θαυμάσια αυτό. You guys always manage that wonderfully. Lise, φώναξε πλησιάζοντας στην πόρτα, σου 'φερα τον Αλεξέι Φιοντόροβιτς, που τον πρόσβαλες τόσο πολύ, όμως αυτός δεν είναι καθόλου θυμωμένος, απεναντίας μάλιστα απορεί πώς μπόρεσες και φαντάστηκες τέτοιο πράμα! "Lise," he cried, approaching the door, "I brought you Alexey Fyodorovich, for insulting him so much, but he is not angry at all, on the contrary, he is astonished that you could imagine such a thing!

— Μερσί, maman· ελάτε μέσα, Αλεξέι Φιοντόροβιτς. - Merci, maman - come in, Alexei Fyodorovich.

O Αλιόσα μπήκε. Aliosa entered. Η Lise φαινόταν ταραγμένη και ξαφνικά κατακοκκίνισε. Lise looked agitated and suddenly blushed. Σίγουρα ντρεπόταν κι όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιστάσεις, άρχισε να μιλάει γρήγορα γρήγορα για εντελώς άσχετα πράματα, σάμπως αυτά ακριβώς τα άσχετα ήταν που την ενδιαφέρανε εκείνη τη στιγμή. She was certainly embarrassed, and as always happens in such circumstances, she began to talk quickly about completely irrelevant things, as if it was precisely these irrelevant things that interested her at that moment.

— Η μαμά μού είπε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, όλη την ιστορία για τα διακόσια ρούβλια και πως θα πηγαίνατε... σε κείνον τον φτωχό αξιωματικό... και μου διηγήθηκε όλη τη φριχτή ιστορία για το πώς τον προσβάλανε και, ξέρετε, αν και η μαμά διηγιέται έτσι που δύσκολα την καταλαβαίνεις... όλο πηδάει απ' το 'να θέμα στο άλλο... όμως και πάλι έκλαιγα όταν την άκουγα. - Mama told me, Alexey Fyodorovich, the whole story about the two hundred roubles and how you were going... to that poor officer... and she told me the whole horrible story of how he was insulted and, you know, although Mama tells it in a way that's hard to understand... she just jumps from one subject to another... but I still cried when I heard it. Τι έγινε λοιπόν; Τα δώσατε αυτά τα λεφτά; Και πώς είναι τώρα εκείνος ο δυστυχισμένος; So what happened? Did you give that money? And how is that unhappy man now?

— Το άσχημο είναι που δεν του τα 'δωσα, αυτό είναι μια ολόκληρη ιστορία, απάντησε ο Αλιόσα σάμπως κι αυτόν να τον απασχολούσε περισσότερο απ' όλα το πως δεν έδωσε τα χρήματα. - The bad thing is that I didn't give it to him, that's a whole story, Alyosha replied, as if he too was more concerned about how he didn't give the money than anything else.

Κι όμως η Lise, το 'δε πολύ καλά πως κι αυτός δεν την κοιτάει στα μάτια και προσπαθεί να μιλάει για άσχετα πράγματα. And yet Lise knows very well that he doesn't look her in the eye and tries to talk about irrelevant things. O Αλιόσα κάθισε κοντά στο τραπέζι κι άρχισε να διηγιέται. Aliosha sat down near the table and began to tell the story. Μα απ' τα πρώτα κιόλας λόγια ξεθάρρεψε κι έκανε τη Lise να ενδιαφερθεί. But from the very first words, he got excited and made Lise interested. Μιλούσε κάτω απ' την επίδραση των δυνατών συγκινήσεων και της πρόσφατης ζωηρής εντύπωσης και τα κατάφερε να διηγηθεί καλά. He spoke under the influence of strong emotions and recent vivid impressions and managed to tell it well. Και στη Μόσχα ακόμα, όταν η Lise ήταν μικρή, του άρεσε να πηγαίνει σπίτι της και να της διηγιέται για εκείνα που του συνέβαιναν ή για εκείνα που διάβαζε, ή για τα γεγονότα των παιδικών του χρόνων. Even in Moscow, when Lise was young, he liked to go to her house and tell her about things that happened to him, or things he read, or the events of his childhood. Μερικές φορές μάλιστα ονειροπολούσανε και πλάθανε ολάκερες ιστορίες μαζί, που οι περισσότερες ήταν εύθυμες κι αστείες. Sometimes they even daydreamed and made up whole stories together, most of which were light-hearted and funny.

Τώρα σάμπως να 'χανε μεταφερθεί ξαφνικά στους παλιούς μοσχοβίτικους καιρούς, εδώ και δυο χρόνια. Now they were suddenly transported to the old Muscovite times, two years ago. Η Lise είχε συγκινηθεί εξαιρετικά μ' αυτή τη διήγηση. Lise was extremely moved by this narrative. O Αλιόσα τα κατάφερε να ζωγραφίσει με φλογερό αίσθημα τη μορφή του «Ηλιούσετσκα». Alyosha managed to paint the figure of "Elioussecca" with fiery feeling. Όταν πια τέλειωσε μ' όλες τις λεπτομέρειες τη σκηνή όπου εκείνος ο δυστυχισμένος ποδοπατούσε τα λεφτά, η Lise έσμιξε τα χέρια κι αναφώνησε ασυγκράτητη. When he had finished in detail the scene where that unfortunate man was trampling the money, Lise clasped her hands and exclaimed uncontrollably.

— Ώστε δεν τα δώσατε τα λεφτά, ώστε τον αφήσατε να φύγει! - So you didn't give him the money so you let him go! Θεέ μου, έπρεπε να τρέξετε και να τον προφτάσετε... My God, you should have run and caught up with him...

— Όχι, Lise, καλύτερα που δεν έτρεξα, είπε ο Αλιόσα και σηκώθηκε και βημάτισε σκεφτικός στο δωμάτιο. - No, Lise, it's better that I didn't run, said Aliosa, and got up and paced thoughtfully around the room.

— Πώς είναι καλύτερα; Γιατί είναι καλύτερα; Τώρα δεν έχουν ούτε ένα κομμάτι ψωμί και θα χαθούν! - How is it better? Why is it better? Now they don't even have a piece of bread and they will be lost!

— Δεν θα χαθούν, γιατί παρ' όλα αυτά θ' αποχτήσουν τούτα τα διακόσια ρούβλια. - They shall not perish, for they shall nevertheless gain these two hundred rubles. Όπως και να 'ναι αύριο θα τα πάρει. Either way, tomorrow he'll get it. Αύριο πια σίγουρα θα τα πάρει, πρόφτασε ο Αλιόσα καθώς έκοβε βόλτες σκεφτικός. Tomorrow he'll definitely get them, Alyosha caught up as he strolled thoughtfully. Γιατί πρέπει να ξέρετε, Lise συνέχισε σταματώντας άξαφνα μπροστά της, πως έκανα ο ίδιος ένα λάθος, μα και το λάθος καλύτερα που έγινε. For you must know," Lise continued, stopping abruptly in front of her, "that I myself made a mistake, but the mistake was better made.

— Ποιο λάθος και γιατί είναι καλύτερα; - Which mistake and why is it better?

— Νά γιατί. - Here's why. Αυτός ο άνθρωπος είναι δειλός και μ' αδύνατο χαρακτήρα. This man is a coward and of weak character. Είναι πολύ βασανισμένος και πολύ καλόκαρδος. He is very tortured and very kind-hearted. Όλη την ώρα τώρα νά τι σκέφτομαι: Για ποιο λόγο πειράχτηκε έτσι ξαφνικά και ποδοπάτησε τα λεφτά; Γιατί σας βεβαιώνω πως ως την τελευταία στιγμή δεν το 'ξερε πως θα τα ποδοπατήσει. All the time now here's what I'm thinking about: Why did he suddenly get so tempted and trample on the money? Because I can assure you that until the last minute he didn't know he was going to stomp on it. Νομίζω λοιπόν πως ήταν πολλές οι αιτίες που του κακοφάνηκαν όλα αυτά... μα κι ούτε μπορούσε να γίνει διαφορετικά στην κατάσταση που βρισκόταν... Και πρώτα πρώτα πειράχτηκε γιατί χάρηκε υπερβολικά και δεν μου το 'κρυψε. So I think there were many reasons why all this was bad for him... but he couldn't have done otherwise in the situation he was in... And first of all he was grieved because he was too much pleased, and he did not conceal it from me. Αν χαιρότανε, μα όχι και πάρα πολύ, αν δεν το 'δειχνε, αν υποκρινόταν όπως κάνουν άλλοι, όταν έπαιρνε τα λεφτά, τότε θα μπορούσε ακόμα να το υποφέρει και να δεχτεί. If he was happy, but not too happy, if he didn't show it, if he pretended like others do when he got the money, then he could still suffer it and accept it. Όμως αυτός χάρηκε πολύ αληθινά, και τούτο ακριβώς είναι που τον πείραξε. But he was very truly glad, and that is what really upset him. Αχ, Lise, αυτός είναι ειλικρινής κι ανοιχτόκαρδος άνθρωπος, μα σε τέτοιες περιπτώσεις αυτό ακριβώς είναι κακό! Ah, Lise, he is an honest and open-hearted man, but in such cases that is exactly what is wrong! Όλη την ώρα που μου μιλούσε, η φωνή του ήταν τόσο αδύνατη και τα 'λεγε τόσο βιαστικά, όλο χαχανίζοντας μ' ένα παράξενο γελάκι, ή μάλλον έκλαιγε... ναι, σωστά, έκλαιγε, τόσο ενθουσιασμένος ήταν... μου 'λεγε και για τις κόρες του... και για την θέση που θα του δώσουνε σε μιαν άλλη πολιτεία... Και μόλις μου άνοιξε την καρδιά του, ντράπηκε ξαφνικά γιατί μου την άνοιξε κι απογυμνώθηκε έτσι μπροστά μου. All the time he was talking to me, his voice was so weak and he was talking so hurriedly, all the time giggling with a strange laugh, or rather crying... yes, that's right, he was crying, he was so excited... he was telling me about his daughters... and the job they're going to give him in another state... And as soon as he opened his heart to me, he was suddenly ashamed of himself for opening it to me and stripping himself naked like that in front of me. Τότε ακριβώς και μ' αντιπάθησε. That's exactly when he disliked me. Και είναι απ' τους πιο ντροπαλούς φτωχούς. And he's one of the shyest of the poor. Μα το κυριότερο, πειράχτηκε γιατί πολύ γρήγορα μ' έκανε φίλο του. But most importantly, he was teased because he quickly made me his friend. Πολύ γρήγορα με θεώρησε δικό του άνθρωπο. Very quickly he considered me his own man. Ενώ πρώτα αγρίευε μαζί μου, προσπαθούσε να με φοβίσει, μόλις είδε τα λεφτά, άρχισε να μ' αγκαλιάζει. While at first he was getting angry with me, trying to scare me, as soon as he saw the money, he started hugging me. Γιατί μ' αγκάλιαζε, όλο μ' άγγιζε με τα χέρια του. Because he was hugging me, always touching me with his hands. Η ταπείνωση που ένιωσε θα 'ταν σίγουρα αυτής της μορφής. The humiliation he felt would surely be of this kind. Και εκείνην ακριβώς την ώρα έκανα και εγώ ένα πολύ σοβαρό λάθος: μου ήρθε να του πω ξαφνικά πως, αν τα λεφτά δεν του φτάσουν για να μεταφερθεί στην άλλη πολιτεία, θα του δώσω όσα θέλει. And at that very moment I also made a very serious mistake: it occurred to me to suddenly tell him that if the money was not enough to transfer to the other state, I would give him as much as he wanted. Αυτό λοιπόν τον έκανε ν' απορήσει: γιατί δηλαδή προθυμοποιήθηκα να τον βοηθήσω; Ξέρετε, Lise, είναι ανυπόφορο για έναν προσβλημένον άνθρωπο όταν όλοι βαλθούν να του κάνουν τον ευεργέτη... Αυτό το 'χω ακούσει· ο στάρετς μού το 'λεγε. So that made him wonder: why did I volunteer to help him? You know, Lise, it's unbearable for an offended man when everyone is out to make him a benefactor... I've heard that; the starlet was telling me. Δεν ξέρω πώς να το εκφράσω, μα το είδα συχνά κι ο ίδιος. I don't know how to express it, but I saw it often myself. Μα και εγώ το ίδιο ακριβώς αισθάνομαι σε τέτοιες περιπτώσεις. But I feel exactly the same in such cases. Και το κυριότερο είναι που αν και δεν το 'ξερε ως την τελευταία στιγμή πως θα ποδοπατήσει τα χαρτονομίσματα, όμως το προαισθανόταν. And the main thing is that although he didn't know until the last minute that he would trample the banknotes, he sensed it. Αυτό πια είναι σίγουρο. This is now a certainty. Γι' αυτό κιόλας ο ενθουσιασμός του ήταν τόσο μεγάλος. That's why his enthusiasm was so great. Γιατί το προαισθανόταν... Κι όμως αν κι όλα αυτά είναι πολύ άσχημα, πάλι καλύτερα που ήρθαν έτσι. Because he sensed it... And yet even though this is all very bad, it's better that it came out this way. Νομίζω μάλιστα πως ούτε καν μπορούσαν να γίνουν καλύτερα... In fact, I don't think they could have been any better...

— Γιατί, γιατί δεν μπορούσαν να γίνουν καλύτερα; ξεφώνισε η Lise κοιτάζοντας με μεγάλη απορία τον Αλιόσα. - Why, why couldn't they be better?Lise exclaimed, looking at Alyosha with great wonder.

— Γιατί, Lise, αν δεν ποδοπατούσε μα έπαιρνε τούτα τα λεφτά, όταν θα γύριζε σπίτι του, το πολύ ύστερα από μιαν ώρα, θα 'βαζε τα κλάματα για την ταπείνωσή του, νά τι θα γινόταν το δίχως άλλο. - Why, Lise, if he hadn't been trampled on and taken that money, when he came home, after an hour at the most, he would have cried for his humiliation, and that would have been the end of it. Θα 'βαζε τα κλάματα και ίσως να ερχόταν να με βρει μόλις χάραζε και θα μου πετούσε ίσως τα χαρτονομίσματα και θα τα ποδοπατούσε, όπως έκανε και πριν από λίγο. He'd start crying and maybe come and find me just as soon as he was carving and maybe throw the bills at me and stomp on them, like he did just now. Μα τώρα έφυγε τρομερά περήφανος, θριαμβεύοντας, αν και ξέρει πως «κατάστρεψε τον εαυτό του». But now he went away terribly proud, triumphant, even though he knows he "destroyed himself". Θα πει λοιπόν πως τώρα πια είναι το ευκολότερο πράμα να τον κάνουμε να πάρει τα διακόσια ρούβλια, αύριο κιόλας, γιατί απόδειξε πια την τιμή του, ποδοπάτησε τα λεφτά... Δεν μπορούσε βέβαια να ξέρει, όταν τα ποδοπατούσε, πως θα ξαναπάω αύριο να του τα δώσω. So he will say that now it is the easiest thing to make him take the two hundred rubles, tomorrow, because he has proved his price, he has trampled the money... He could not know, of course, when he stomped on it, that I would go back tomorrow to give it to him. Κι ωστόσο τα 'χει τρομερή ανάγκη αυτά τα χρήματα. And yet he is in dire need of this money. Αν και τώρα είναι περήφανος, σήμερα κιόλας θα σκέφτεται πόσο μεγάλη βοήθεια έχασε. Although he is proud now, today he will already be thinking about how much help he has lost. Τη νύχτα θα σκέφτεται ακόμα πιο πολύ, θα το δει στον ύπνο του κι αύριο το πρωί θα 'ναι έτοιμος ίσως να τρέξει να με βρει και να μου ζητήσει συγνώμη. At night he'll think even more, he'll see it in his sleep and tomorrow morning he'll be ready to maybe run to find me and apologize. Και τότε ακριβώς θα παρουσιαστώ: «Νά, θα του πω, είστε περήφανος άνθρωπος, τ' αποδείξατε, μα τώρα πάρτε τα, συγχωρέστε μας». And that's exactly when I'm going to present myself: "Here, I'll say, you're a proud man, you've proved it, but now take it away, forgive us." Τότε λοιπόν και θα τα πάρει! Well, then he'll get it!

O Αλιόσα πρόφερε με κάποια παραφορά το «τότε λοιπόν και θα τα πάρει! Alyosha uttered with some exaggeration the "well then, he'll get it! » Η Lise χτύπησε παλαμάκια.

— Αχ, αυτό είναι αλήθεια, αχ, αυτό το κατάλαβα άξαφνα πολύ καθαρά! - Ah, that's true, ah, I suddenly understood that very clearly! Αχ, Αλιόσα, πώς τα ξέρετε όλα αυτά; Είστε τόσο νέος κι όμως ξέρετε τι κρύβει η ψυχή... Εγώ ποτέ δε θα το σκεφτόμουν αυτό... Ah, Alyosha, how do you know all this? You are so young and yet you know what the soul hides... I would never have thought that...

— Το σπουδαιότερο είναι που πρέπει να τον πείσουμε πως αυτός είναι εντελώς ίσος με μας, παρ' όλο που παίρνει από μας χρήματα, εξακολουθούσε να λέει μ' έξαψη ο Αλιόσα, κι όχι μονάχα ίσος μα και υπέρτερός μας... - The most important thing is that we must convince him that he is completely equal to us, even though he takes money from us, Alyosha continued to say excitedly, and not only equal but also superior to us...

— Υπέρτερός μας, υπέροχα, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, μα συνεχίστε, μα συνεχίστε! - Our superior, wonderful, Alexei Fyodorovich, but go on, go on, go on!

— Ναι, δηλαδή δεν εκφράστηκα καλά... για ανωτερότητα... όμως αυτό δεν πειράζει γιατί... - Yeah, I mean, I didn't express myself well... for superiority... but that's okay because...

— Μα ναι δεν πειράζει, δεν πειράζει βέβαια! - But yes it's okay, it's okay of course! Με συγχωρείτε, αγαπητέ μου Αλιόσα... Ξέρετε, εγώ ως τα τώρα σχεδόν δε σας σεβόμουνα... δηλαδή σας σεβόμουνα μα σας θεωρούσα ίσο μου, μα τώρα θα σας σέβομαι για την ανωτερότητά σας... Μη θυμώνετε, αγαπητέ μου, και μη νομίζετε πως κάνω «πνεύμα», πρόσθεσε αμέσως με κάποιο πάθος. Excuse me, my dear Alyosha... You know, until now I hardly respected you... that is, I respected you but I considered you my equal, but now I will respect you for your superiority... 'Don't be angry, my dear, and don't think I'm being "witty,"' he added at once with some passion. Είμαι κωμική και μικρή, όμως εσείς, εσείς... ακούστε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, μήπως τάχα όλος αυτός ο συλλογισμός μας... δηλαδή ο δικός σας... όχι καλύτερα να τον πούμε δικός μας... μήπως τάχα έχει μέσα του μια περιφρόνηση γι' αυτόν, για τον δυστυχισμένο... επειδή δηλαδή ξεψαχνίζουμε τώρα την ψυχή του, λες και το κάνουμε αφ' υψηλού, ε; Επειδή αποφασίσαμε τόσο σίγουρα τώρα πως θα πάρει τα λεφτά, ε; I am comical and small, but you, you... listen, Alexei Fyodorovich, is it possible that all this reasoning of ours... ...that is to say, yours... not better to call it ours... does it not contain a contempt for him, for the unhappy man... because we are now scouring his soul, as if we were doing it from the bottom of our hearts? Because we've decided so surely now that he'll get the money, eh?

— Όχι, Lise, δεν υπάρχει περιφρόνηση, απάντησε σταθερά ο Αλιόσα σάμπως να 'ταν προετοιμασμένος για μια τέτοια ερώτηση, αυτό το σκέφτηκα κι εγώ καθώς ερχόμουν εδώ. - No, Lise, there is no contempt, Alyosha replied firmly as if prepared for such a question, I thought of that myself on the way here. Μα σκεφτείτε το λοιπόν: τι περιφρόνηση μπορεί να υπάρχει εδώ τη στιγμή που κι εμείς είμαστε σαν κι αυτόν, τη στιγμή που όλοι είναι σαν κι αυτόν. But think about it: what contempt can there be here when we are like him, when everyone is like him. Γιατί κι εμείς τέτοιοι είμαστε, δεν είμαστε καλύτεροι. Because that's who we are, we're no better. Μα κι αν ακόμα θα ήμασταν καλύτεροι, πάλι θα 'μασταν σαν κι αυτόν, αν βρισκόμαστε στη θέση του... Δεν ξέρω για σας, Lise, μα νομίζω πως εγώ σε πολλά ζητήματα είμαι μικρόψυχος. But even if we were better, we would still be like him, if we were in his position... I don't know about you, Lise, but I think I'm petty in many ways. Όμως αυτός δεν είναι καθόλου, απεναντίας έχει πολύ ευγενική ψυχή... Όχι, Lise, δεν υπάρχει εδώ πέρα καμιά περιφρόνηση γι' αυτόν! But he is not at all, on the contrary, he has a very kind soul... No, Lise, there's no contempt for him here! Ξέρετε, Lise, ο στάρετς μια φορά είχε πει: «Τους ανθρώπους πρέπει να τους φροντίζει κανείς σαν να 'ταν παιδιά και μερικούς μάλιστα σαν να 'ταν άρρωστοι...» You know, Lise, the starlet once said: "People should be cared for as if they were children, and some even as if they were sick..."

— Αχ, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, αχ, καλέ μου, ας αρχίσουμε να περιποιόμαστε τους ανθρώπους σαν να 'ναι άρρωστοι! - Ah, Alexey Fyodorovich, ah, my good man, let us begin to treat people as if they were sick!

— Ας αρχίσουμε, Lise- εγώ είμαι πρόθυμος, μονάχα που εγώ ο ίδιος δεν είμαι εντελώς έτοιμος. - Let us begin, Lise; I am willing, only I am not quite ready myself. Άλλοτε είμαι πολύ ανυπόμονος, κι άλλοτε πάλι μου λείπει η διορατικότητα... Νά, εσείς, είστε εντελώς διαφορετική. Sometimes I am very impatient, and sometimes I lack insight... Here you are, you're completely different.

— Αχ, δεν το πιστεύω! Αλεξέι Φιοντόροβιτς, πόσο είμαι ευτυχισμένη! Alexey Fyodorovich, how happy I am!

— Είμαι πολύ ευχαριστημένος που μου το λέτε, Lise. - I'm very pleased to hear you say that, Lise.

— Αλεξέι Φιοντόροβιτς, είστε εκπληκτικά καλός, μονάχα που μερικές φορές νομίζει κανείς πως είστε σχολαστικός... κι όμως καλογνωρίζοντάς σας βλέπει κανείς πως δεν είστε σχολαστικός. - Alexei Fyodorovich, you are surprisingly good, except that sometimes one thinks you are meticulous... and yet when you're well known, one sees that you're not pedantic. Πηγαίνετε, κοιτάξτε στην πόρτα, ανοίξτε σιγά σιγά και κοιτάξτε μην κρυφακούει η μητερούλα, ψιθύρισε ξαφνικά η Lise νευρικά και γρήγορα. Go, look at the door, open it slowly and see if Mother is listening," Lise suddenly whispered nervously and quickly.

O Αλιόσα πήγε, άνοιξε την πόρτα και είπε πως κανένας δεν κρυφακούει. Aliosha went and opened the door and said that no one was listening.

—Πλησιάστε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, συνέχισε η Lise κοκκινίζοντας όλο και περισσότερο, δώστε μου το χέρι σας, έτσι. -"Reach out, Alexey Fyodorovich," continued Lise, blushing more and more, "give me your hand, like this. Ακούστε, πρέπει να σας κάνω μια σοβαρή εξομολόγηση: το χτεσινό γράμμα δε σας το 'στειλα στ' αστεία μα στα σοβαρά... Και σκέπασε με το χέρι τα μάτια της. Listen, I have a serious confession to make: yesterday's letter was not sent in jest but in earnest... And she covered her eyes with her hand. Ήταν φανερό πως ντρεπόταν πολύ να κάνει αυτή την εξομολόγηση. It was obvious that he was very ashamed to make this confession. Ξαφνικά άρπαξε το χέρι του και το φίλησε με ορμή τρεις φορές. Suddenly she grabbed his hand and kissed it with vigor three times.

— Αχ, Lise, αυτό είναι υπέροχο, αναφώνησε χαρούμενα ο Αλιόσα. - Ah, Lise, that's wonderful, exclaimed Aliosa happily. Εγώ όμως ήμουν εντελώς βέβαιος πως στα σοβαρά μου το γράψατε. But I was quite sure that you were serious.

— Για φαντάσου, ώστε έτσι, ε; είπε κι απομάκρυνε ξαφνικά το χέρι του, χωρίς να τ' αφήνει παρ' όλα αυτά απ' το χέρι της, κοκκινίζοντας τρομερά και γελώντας μ' ένα σύντομο, ευτυχισμένο γέλιο. - Imagine, like that, eh?He said, and suddenly removed his hand, without nevertheless letting go of her hand, blushing terribly and laughing a short, happy laugh. Εγώ του φίλησα το χέρι κι αυτός μου λέει: «αυτό είναι υπέροχο». I kissed his hand and he said: "that's great".

Όμως άδικα του 'κανε επιπλήξεις. But he was wrongly reprimanded. Κι ο Αλιόσα ήταν πολύ ταραγμένος. And Alyosha was very upset.

— Θα 'θελα πάντα να σας αρέσω, Lise, όμως δεν ξέρω πώς να το καταφέρω αυτό, μουρμούρισε αυτός και κοκκίνησε. - I would always like to like you, Lise, but I don't know how to do that," he muttered, blushing.

— Αλιόσα, καλέ μου, είστε ψυχρός και θρασύς. - Alyosha, my dear, you are cold and insolent. Ακούς εκεί! You're listening there! Με διαλέξατε για γυναίκα σας και ησυχάσατε! You chose me as your wife and you're at peace! Και ήσασταν βέβαιος πως σας έγραψα στα σοβαρά! And you were sure I wrote you seriously! Αυτό πια είναι θράσος, ναι, αυτό είναι! That's got some nerve, that's what it is!

— Μα είναι κακό λοιπόν που ήμουν βέβαιος; είπε ο Αλιόσα και ξάφνου γέλασε. - But is it bad that I was sure?" said Alyosha, and suddenly he laughed.

— Αχ, Αλιόσα, απεναντίας είναι τρομερά καλό, είπε η Lise και τον κοίταξε τρυφερά και ευτυχισμένα. - Ah, Alyosha, on the contrary, it is terribly good," said Lise, looking at him tenderly and happily.

O Αλιόσα στεκόταν με το χέρι του ακόμα μέσα στο δικό της. Alyosha stood with his hand still in hers. Ξάφνου έσκυψε και τη φίλησε ίσα στα χείλη. Suddenly he bent down and kissed her just on the lips.

— Τι 'ναι αυτό πάλι! - What the hell is this now! Τι πάθατε; ξεφώνισε η Lise. What's the matter with you?" exclaimed Lise.

O Αλιόσα τα 'χασε ολότελα. Aliosa's completely lost it.

— Συγχωρέστε με, αν δεν έκανα καλά... Ίσως φέρθηκα πολύ ανόητα... Είπατε πως είμαι ψυχρός, λοιπόν κι εγώ σας φίλησα... - Forgive me if I've done wrong... Perhaps I've acted very foolishly... You said I was cold, so I kissed you.

Μονάχα που βλέπω πως έγινε πολύ ανόητα. Only I see that it was done very foolishly.

Η Lise γέλασε κι έκρυψε το πρόσωπό της στα χέρια. Lise laughed and hid her face in her hands.

— Και μ' αυτό το ένδυμα! - And in this garment! της ξέφυγε ανάμεσα στα γέλια. she let slip between laughs.

Ξαφνικά έπαψε να γελάει κι έγινε σοβαρή, σχεδόν αυστηρή. Suddenly she stopped laughing and became serious, almost stern.

— Όμως, Αλιόσα, δεν είναι καιρός ακόμα για φιλιά, πρέπει να περιμένουμε, γιατί και οι δυο μας δεν ξέρουμε απ' αυτές τις δουλειές, θα πρέπει πολύ καιρό ακόμα να περιμένουμε, συμπέρανε ξαφνικά. - But, Alyosha, it is not yet time for kissing, we must wait, because both of us don't know about this business, we will have to wait a long time yet, he suddenly concluded. Πέστε μου καλύτερα, γιατί με παίρνετε εμένα την ανόητη, την άρρωστη, εσείς που είσαστε τόσο έξυπνος, τόσο στοχαστικός, τόσο παρατηρητικός; Αχ, Αλιόσα, είμαι τρομερά ευτυχισμένη, γιατί καθόλου δεν σας αξίζω! Tell me better, why do you take me, the foolish, sick one, you who are so intelligent, so thoughtful, so observant? Ah, Alyosha, I'm terribly happy, because I don't deserve you at all!

— Αξίζετε, Lise. - You deserve it, Lise. Τούτες τις μέρες θα φύγω οριστικά από το μοναστήρι. These days I will leave the monastery for good. Βγαίνοντας στον κόσμο, πρέπει να παντρευτώ, αυτό το ξέρω. Going out into the world, I have to get married, I know that. Έτσι μου είπε κι εκείνος. That's what he told me. Ποια καλύτερη από σας θα πάρω λοιπόν... και ποια άλλη εκτός από σας θα με πάρει; Αυτό το σκέφτηκα καλά. So which better one of you will I take... and which one other than you will take me? I've thought this through. Πρώτα πρώτα με ξέρετε απ' τα παιδικά μου χρόνια και ύστερα έχετε πάρα πολλές ικανότητες που εγώ δεν τις έχω. First of all, you know me from my childhood and then you have a lot of skills that I don't have. Η ψυχή σας είναι πιο πρόσχαρη απ' τη δική μου. Your soul is more cheerful than mine. Εσείς, το κυριότερο, είστε πιο αθώα από μένα, εγώ πολλά, πάρα πολλά έχω αγγίξει πια... Αχ, δεν ξέρετε εσείς. You, above all, are more innocent than I am, I have touched much, too much now... Oh, you don't know. Και εγώ Καραμάζοβ είμαι! And I am Karamazov! Όσο για το ότι γελάτε και αστειεύεστε μαζί μου, δε με πειράζει· αντίθετα, γελάτε κι αυτό μ' ευχαριστεί... Όμως εσείς γελάτε σαν ένα μικρό κοριτσάκι, μα σκέφτεστε σαν ένας μάρτυρας... As for the fact that you laugh and joke with me, I don't mind; on the contrary, you laugh and that pleases me... But you laugh like a little girl, but you think like a martyr...

— Σαν μάρτυρας; Πώς αυτό; - As a witness? How so?

— Ναι, Lise. - Yes, Lise. Νά, πριν από λίγο ρωτήσατε μην τάχα περιφρονούμε κάπως εκείνο τον δυστυχισμένο γιατί κάνουμε την ανατομία της ψυχής του. Well, you asked a moment ago if we should not somehow despise that unhappy man because we are dissecting his soul. Αυτή είναι μια ερώτηση μάρτυρα... δεν μπορώ, βλέπετε, να εκφραστώ καλά, όμως σ' όποιον έρχονται τέτοιες ερωτήσεις, αυτός σίγουρα είναι ικανός να υποφέρει. This is a question of a witness... I cannot, you see, express myself well, but anyone who is asked such questions is certainly capable of suffering. Καθισμένη εδώ πέρα στην πολυθρόνα, θα 'χετε βέβαια σκεφτεί για πολλά πράγματα... Sitting here in this armchair, you must have thought about many things...

— Αλιόσα, δώστε μου το χέρι σας, γιατί μου το τραβάτε; πρόφερε η Lise με μια φωνή αδυνατισμένη και σαν υπόκωφη απ' την ευτυχία. - Aliosha, give me your hand, why are you pulling it away?Lise said in a voice thin and muffled with happiness. Ακούστε, Αλιόσα· τι θα φορέσετε όταν βγείτε απ' το μοναστήρι; Τι κουστούμι θα βάλετε; Μη γελάτε, μη θυμώνετε, αυτό είναι πολύ πολύ σημαντικό για μένα. Listen, Alyosha; what will you wear when you come out of the monastery? What costume will you wear? Don't laugh, don't get angry, this is very, very important to me.

— Για το κουστούμι, Lise, δε σκέφτηκα ακόμα, μα θα φορέσω ό,τι θέλετε εσείς. - I haven't thought about the suit yet, Lise, but I'll wear whatever you want me to wear.

— Θέλω να 'χετε ένα σκούρο μπλε βελούδινο σακάκι, άσπρο πικέ γιλέκο και γκρίζα ρεμπούμπλικα... Πέστε μου, το πιστέψατε πριν από λίγο πως δεν σας αγαπώ, όταν απαρνήθηκα το χτεσινό μου γράμμα; - I want you to have a dark blue velvet jacket, white piqué vest, and gray rebbing jacket... Tell me, did you believe a moment ago that I didn't love you when I renounced my letter of yesterday?

— Όχι, δεν το πίστεψα. - No, I didn't believe it.

— Ω, είσαστε αφόρητος, αδιόρθωτος! - Oh, you are insufferable, incorrigible!

— Βλέπετε, το 'ξερα πως εσείς... όπως φαίνεται, μ' αγαπάτε, μα έκανα πως σας πιστεύω πως δε μ' αγαπάτε για να μη... σας φέρω σε δύσκολη θέση... - You see, I knew that you... it seems you love me, but I pretended to believe that you didn't so that I wouldn't... embarrass you...

— Τόσο το χειρότερο! - So much the worse! Χειρότερο μα και καλύτερο απ' όλα. Worse and best of all. Αλιόσα, σας αγαπάω τρομερά. Alyosha, I love you terribly. Πριν έρθετε το πρωί σκέφτηκα: θα του ζητήσω το χτεσινό γράμμα κι αν το βγάλει ήσυχα ήσυχα και μου το δώσει —απ' αυτόν όλα να τα περιμένεις— τότε θα πει πως καθόλου δεν μ' αγαπάει, τίποτα δεν αισθάνεται για μένα και είμαι μονάχα ένα ανόητο κι ανάξιο παιδί και τότε εγώ είμαι χαμένη. Before you came this morning I thought: I will ask him for yesterday's letter and if he takes it out quietly and quietly and gives it to me - you can expect everything from him - then he will say that he does not love me at all, he feels nothing for me and I am only a foolish and unworthy child and then I am lost. Όμως εσείς αφήσατε το γράμμα στο κελί κι αυτό μου 'δωσε θάρρος. But you left the letter in the cell and that gave me courage. Δεν είναι αλήθεια πως τ' αφήσατε στο κελί γιατί προαισθανόσαστε πως θα ζητήσω πίσω το γράμμα; Δεν το κάνατε αυτό για να μη μου το δώσετε; Έτσι είναι; Έτσι δεν είναι; Isn't it true that you left it in the cell because you suspected that I would ask for the letter back? Didn't you do that to keep me from getting it? Is that so? Didn't you?

— Αχ, Lise, καθόλου δεν είναι έτσι. - Ah, Lise, it's not like that at all. Το γράμμα το 'χω και τώρα μαζί μου, και πριν το 'χα, νά, σ' αυτή την τσέπη, νάτο. I have the letter with me now, and before I had it, there it is, in this pocket, there it is.

O Αλιόσα έβγαλε γελώντας το γράμμα και της το 'δειξε κρατώντας το μακριά της. Aliosha laughed and took out the letter and showed it to her, holding it out of her reach.

— Όμως δεν θα σας το δώσω, κοιτάξτε το μονάχα από κει που είσαστε. - But I'm not going to give it to you, just look at it from where you are.

— Πώς; Ώστε πριν είπατε ψέματα· είσαστε καλόγερος και είπατε ψέματα; - How? So before you lied - you are a monk and you lied?

— Ναι, μάλλον είπα ψέματα, είπε γελώντας ο Αλιόσα. - "Yes, I guess I lied," said Alyosha laughing. Για να μη σας δώσω το γράμμα είπα ψέματα. To avoid giving you the letter I lied. Είναι κάτι πολύτιμο για μένα, πρόσθεσε ξαφνικά με πάθος και πάλι κοκκίνισε: ποτέ και σε κανέναν δε θα το δώσω! 'It is something precious to me,' he added suddenly with passion, and blushed again: 'I will never give it to anyone!

Η Lise τον κοίταξε ενθουσιασμένη. Lise looked at him excitedly.

— Αλιόσα, άρχισε και πάλι να μιλάει γρήγορα, κοιτάξτε: στην πόρτα μήπως κρυφακούει η μαμά. - Alyosha, she started talking fast again, look: at the door in case mummy is listening.

— Καλά, Lise, θα κοιτάξω, μα δεν θα 'ταν τάχα καλύτερα να μην κοίταζα, ε; Γιατί να υποπτευόσαστε πως η μητέρα σας μπορεί να κάνει μια τέτοια μικροπρέπεια; - All right, Lise, I'll look, but wouldn't it be better if I didn't look? Why would you suspect your mother of such a petty thing?

— Πώς μικροπρέπεια; Τι μικροπρέπεια; Είναι δικαίωμά της να κρυφακούει για να μάθει τι κάνει η κόρη της κι όχι μικροπρέπεια, κόρωσε η Lise. - How petty? What pettiness? It's her right to eavesdrop to find out what her daughter is doing, not pettiness, Lise cut in. Να είστε βέβαιος, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, πως όταν κι εγώ θα γίνω μητέρα και θα 'χω μια κόρη στην ηλικία μου, τότε το δίχως άλλο θα κρυφακούω. You may be sure, Alexey Fyodorovich, that when I, too, become a mother and have a daughter my age, then I will be eavesdropping no matter what.

— Αλήθεια, Lise; Αυτό δεν είναι καλό. - Really, Lise? That's not good.

— Αχ, Θεέ μου, μα τι μικροπρέπεια υπάρχει εδώ πέρα; Αν ήταν καμιά συνηθισμένη κουβέντα που γίνεται σ' ένα κοσμικό σαλόνι κι εγώ κρυφάκουγα, τότε αυτό θα 'ταν μικροπρέπεια. - Oh, my God, what pettiness is there here? If it was just some ordinary conversation going on in a social lounge and I was eavesdropping, then this would be pettiness. Μα εδώ είναι η κόρη της που κλείστηκε μ' ένα νέο στο δωμάτιο... Ακούστε, Αλιόσα, πρέπει να ξέρετε πως και σας θα σας παρακολουθώ απ' την ημέρα που θα παντρευτούμε και θ' ανοίγω τα γράμματά σας και θα τα διαβάζω όλα... σας προειδοποιώ... But here's her daughter, locked in a room with a young man... Listen, Alyosha, you must know that I'll be watching you too from the day we are married, and I'll open your letters and read them all... I warn you...

— Ναι, βέβαια... αν είναι έτσι... τραύλισε ο Αλιόσα: μονάχα που αυτό δεν είναι καλό... - Yes, of course... if so... stuttered Aliosa: only that's not good...

— Ω, τι περιφρόνηση! Αλιόσα, αγαπητέ μου, ας μη μαλώσουμε απ' την πρώτη φορά, καλύτερα να σας πω όλη την αλήθεια: και βέβαια είναι πολύ άπρεπο να κρυφακούει κανείς και φυσικά εγώ έχω άδικο κι εσείς έχετε δίκιο, όμως εγώ παρ' όλα αυτά θα κρυφακούω. Alyosha, my dear, let's not quarrel the first time, I'd rather tell you the whole truth: of course it's very unseemly to eavesdrop and of course I'm wrong and you're right, but I'll eavesdrop nonetheless.

— Να κρυφακούτε. - Eavesdrop. Δε θα καταφέρετε τίποτα ν' ανακαλύψετε εναντίον μου, είπε γελώντας ο Αλιόσα. "You will not succeed in discovering anything against me," said Alyosha laughing.

— Αλιόσα, θα με υπακούτε όμως; Πρέπει κι αυτό να το κανονίσουμε από πριν. - Aliosa, but will you obey me? We'll have to arrange that too.

— Με μεγάλη προθυμία, Lise, μα όχι στα σπουδαιότερα ζητήματα. - Very willingly, Lise, but not on the most important issues. Σ' αυτά, κι αν ακόμα δεν συμφωνείτε μαζί μου, εγώ θα κάνω το καθήκον μου. On these, and if you still do not agree with me, I will do my duty.

— Έτσι και πρέπει. - And so it should be. Πρέπει λοιπόν να ξέρετε πως εγώ απεναντίας όχι μονάχα είμαι έτοιμη να σας υπακούω στα πιο σημαντικά ζητήματα, μα πάντα θα υποχωρώ μπροστά στη δική σας θέληση, αυτό σας τ' ορκίζομαι από τώρα, πάντα, για όλη μου τη ζωή, ξεφώνισε φλογερά η Lise. You must know that I, on the contrary, am not only ready to obey you in the most important matters, but I will always yield to your will, I swear to you from now on, always, for the rest of my life," Lise cried fiercely. Κι αυτό θα με κάνει ευτυχισμένη, ευτυχισμένη! And that will make me happy, happy! Όμως δεν είναι αυτό μονάχα. But that's not all. Σας ορκίζομαι πως ποτέ δεν θα κρυφακούω, ούτε μια φορά, ποτέ, ούτε ένα γράμμα σας δεν θα διαβάσω, γιατί εσείς έχετε δίκιο κι όχι εγώ. I swear to you that I will never, not once, not ever, not once, not ever, read one of your letters, because you are right and not I. Κι αν και θα το θέλω τρομερά να κρυφακούω, αυτό το ξέρω, όμως εγώ, παρ' όλα αυτά, δε θα το κάνω γιατί εσείς το θεωρείτε αγένεια. And although I would like terribly to eavesdrop, I know that, but I, nevertheless, will not do so because you consider it rude. Είσαστε τώρα σαν τη Θεία μου Πρόνοια. You are now like my Divine Providence. Ακούστε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, γιατί είσαστε τόσο μελαγχολικός όλες τούτες τις μέρες, και χτες και σήμερα; Ξέρω πως έχετε στεναχώριες, μα βλέπω πως εκτός απ' αυτό έχετε και μιαν ιδιαίτερη θλίψη, μυστική ίσως, ε; Listen, Alexey Fyodorovich, why have you been so melancholy all these days, yesterday and today? I know you have sorrows, but I see that besides that you have a special sadness, perhaps a secret one, eh?

— Ναι, Lise, έχω και μια μυστική θλίψη, είπε λυπημένα ο Αλιόσα. - 'Yes, Lise, I have a secret sadness, too,' said Alyosha sadly. Βλέπω πως μ' αγαπάτε, μια και το μαντέψατε αυτό. I see you love me, since you guessed that.

— Τι θλίψη είναι αυτή λοιπόν; Γιατί; Μπορείτε να μου το πείτε; πρόφερε με δειλή παράκληση η Lise. - What sorrow is this then? Why? Can you tell me?" said Lise with a timid request.

— Αργότερα θα σας το πω, Lise... ύστερα... ταράχτηκε ο Αλιόσα. - I'll tell you later, Lise... then... Aliosa was upset. Τώρα ούτε και θα με καταλάβετε ίσως. Now you won't even understand me, perhaps. Μα είναι πιθανόν ούτε καν να τα καταφέρω να σας το πω. But I probably won't even be able to tell you.

— Εκτός απ' αυτό σας βασανίζουν οι αδερφοί σας, ο πατέρας, ε; - Besides that, you're being tortured by your brothers, your father, huh?

— Ναι, και οι αδερφοί, πρόφερε ο Αλιόσα στοχαστικά. - Yes, and the brothers, Alyosha pronounced thoughtfully.

— Δεν τον αγαπώ τον αδερφό σας τον Ιβάν Φιοντόροβιτς, Αλιόσα, παρατήρησε ξαφνικά η Lise. - 'I don't love your brother Ivan Fyodorovich, Alyosha,' Lise suddenly observed.

O Αλιόσα σημείωσε αυτήν την παρατήρηση με κάποιαν έκπληξη, μα δεν είπε τίποτα πάνω σ' αυτό. Aliosha noted this remark with some surprise, but said nothing about it.

— Οι αδερφοί μου καταστρέφουν τον εαυτό τους, εξακολούθησε: κι ο πατέρας μου το ίδιο. - My brothers are destroying themselves, he continued: and so is my father. Και καταστρέφουν κι άλλους μαζί τους. And they destroy others with them. Είναι η «πρωτόγονη δύναμη των Καραμάζοβ», όπως εκφράστηκε τις προάλλες ο πάτερ Παΐσιος: πρωτόγονη, τραχιά και ακατέργαστη... Δεν ξέρω καν αν και το πνεύμα του Θεού επιφέρεται πάνω απ' αυτή τη δύναμη. It is the "primitive power of Karamazov", as Father Paisios expressed it the other day: primitive, rough and crude... I don't even know if the spirit of God is also attacking this power. Ξέρω μονάχα πως κι εγώ ο ίδιος είμαι Καραμάζοβ... Είμαι καλόγερος, ε; Είμαι καλόγερος, Lise; Είπατε πριν από λίγο πως είμαι καλόγερος; I only know that I myself am Karamazov... I'm a monk, huh? Am I a monk, Lise? Did you say a moment ago that I'm a monk?

— Ναι, το είπα. - Yes, I did.

— Κι όμως εγώ στο Θεό ακριβώς ίσως και να μην πιστεύω. - And yet I may not believe in God exactly.

— Δεν πιστεύετε; Τι 'ναι αυτά που λέτε; είπε σιγανά και προσεχτικά η Lise. - You don't believe? What are you talking about?Lise said quietly and carefully.

Μα ο Αλιόσα δεν απάντησε. But Alyosha did not answer. Τούτα τ' αναπάντεχα λόγια του είχαν κάτι το πολύ μυστηριακό, κάτι το πολύ υποκειμενικό, που ίσως κι ο ίδιος να μην το 'χε ξεκαθαρισμένο μέσα του, μα που χωρίς αμφιβολία τον βασάνιζε. These unexpected words of his had something very mysterious, something very subjective, which perhaps he himself had not made clear to himself, but which no doubt tormented him.

— Και νά που τώρα, εκτός απ' όλα τ' άλλα, φεύγει ο φίλος μου. - And now, on top of everything else, my friend is leaving. ο καλύτερος άνθρωπος του κόσμου αφήνει τούτη τη γη. the best man in the world leaves this earth. Αν ξέρατε, αν ξέρατε, Lise, πόσο είμαι δεμένος μαζί του, πόσο είμαι ψυχικά ταυτισμένος μ' αυτόν τον άνθρωπο! If you knew, if you knew, Lise, how attached I am to him, how I am psychically identified with this man! Και νά που τώρα θα μείνω μόνος... Θα 'ρθω κοντά σας, Lise... Από δω και πέρα θα 'μαστε μαζί... And now I'm going to be alone... I'll come to you, Lise... From now on we'll be together...

— Ναι, μαζί, μαζί! Από δω και πέρα πάντα μαζί θα 'μαστε, για όλη μας τη ζωή. From now on we'll always be together, for the rest of our lives. Ακουστέ, φιλείστε με, σας το επιτρέπω. Listen, kiss me, I allow you.

O Αλιόσα τη φίλησε. Alyosha kissed her.

— Τώρα πηγαίνετε, ο Χριστός μαζί σας! - Now go, Christ with you! κι έκανε πάνω του το σημείο του σταυρού. And he made the sign of the cross upon him. Πηγαίνετε το γρηγορότερο σ' εκείνον, όσο ζει ακόμα. Get to him as fast as you can while he's still alive. Βλέπω πως σας καθυστέρησα άσπλαχνα. I see I have delayed you ruthlessly. Σήμερα θα προσευχηθώ και για εκείνον και για σας. Today I will pray for him and for you. Αλιόσα, θα γίνουμε

ευτυχισμένοι! Θα γίνουμε ευτυχισμένοι, θα γίνουμε; — Νομίζω πως ναι, Lise. We'll be happy, won't we? I think so, Lise.

Βγαίνοντας απ' το δωμάτιο της Lise, ο Αλιόσα δεν το βρήκε σκόπιμο να περάσει απ' της κυρίας Χοχλάκοβα και, χωρίς να τη χαιρετήσει, ήταν έτοιμος να βγεί απ' το σπίτι. On leaving Lise's room, Alyosha did not see fit to pass by Mrs. Hochlakova's, and, without greeting her, was ready to leave the house. Όμως, μόλις άνοιξε την πόρτα και βγήκε στη σκάλα, βρέθηκε μπροστά του η κυρία Χοχλάκοβα. But as soon as he opened the door and went out on the stairs, Mrs. Khokhlakova was standing in front of him. Απ' τις πρώτες της λέξεις ο Αλιόσα κατάλαβε πως τον περίμενε επίτηδες εκεί πέρα. From her first words Aliosha knew she was waiting for him there on purpose.

— Αλεξέι Φιοντόροβιτς, αυτό είναι τρομερό. - Alexei Fyodorovich, this is terrible. Αυτά είναι παιδιάστικα καμώματα. These are childish antics. Όλα ανοησίες είναι. It's all nonsense. Ελπίζω να μην αρχίσετε να ελπίζετε... Ανοησίες, ανοησίες, ανοησίες! I hope you don't get your hopes up... Nonsense, nonsense, nonsense! του επιτέθηκε αυτή, she attacked him,

— Μονάχα μην το λέτε σ' αυτήν, είπε ο Αλιόσα, γιατί θα ταραχτεί κι αυτό θα της είναι τώρα βλαβερό. - 'Only don't tell her,' said Aliosha, 'for she will be upset, and that will be bad for her now.

— Σωστά το λέτε. - That's right. Μήπως εννοείτε πως κι εσείς συμφωνούσατε μαζί της μονάχα επειδή τη λυπόσαστε και δε θέλατε να τη θυμώσετε με αντιρρήσεις; Do you mean that you too agreed with her only because you felt sorry for her and didn't want to make her angry with objections?

— Ω, όχι, καθόλου, μιλούσα εντελώς σοβαρά μαζί της, απάντησε σταθερά ο Αλιόσα. - Oh, no, not at all, I was talking to her quite seriously, Alyosha replied firmly.

— Εδώ είναι αδύνατο να υπάρξει σοβαρότητα. - It is impossible to be serious here. Και πρώτα πρώτα πρέπει να ξέρετε πως δε θα σας ξαναδεχτώ στο σπίτι μου και δεύτερο θα φύγω και θα την πάρω μαζί μου. And first of all, you must know that I will never again receive you in my house and secondly I will leave and take her with me.

— Μα για ποιο λόγο; είπε ο Αλιόσα. - But what for? said Alyosha. Όλα αυτά θ' αργήσουν πολύ ακόμα. All this will be a long time coming. Ίσως θα χρειαστεί να περιμένουμε ενάμιση χρόνο. We may have to wait a year and a half.

— Αχ, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, αυτό είναι αλήθεια· φυσικά μέσα σ' ενάμιση χρόνο θα μαλώσετε και θα τα χαλάσετε χίλιες φορές μαζί της. - Ah, Alexey Fyodorovich, that's true; of course within a year and a half you will quarrel and break up with her a thousand times. Όμως εγώ είμαι τόσο δυστυχισμένη! But I'm so unhappy! Μπορεί βέβαια όλα αυτά να 'ναι μικροπράματα, όμως εμένα μ' έχουν αναστατώσει. Of course, all this may be petty, but it has upset me. Τώρα εγώ είμαι σαν τον Φάμουσοβ στην τελευταία σκηνή· σεις είστε ο Τσάτσκη και εκείνη η Σοφία. Now I am like Famusov in the last scene; you are Chatsky and she is Sophia. Και, φανταστείτε, εγώ ήρθα επίτηδες στη σκάλα για να σας συναντήσω. And, imagine, I came up the stairs on purpose to meet you. Μα και κει, το μοιραίον συντελείται στη σκάλα. But even there, the fatality takes place on the stairs. Όλα τ' άκουσα, μόλις κρατήθηκα. I heard it all, I just held on. Νά λοιπόν η εξήγηση όλης της φριχτής νύχτας κι όλων των πρόσφατων υστεριών! Στην κόρη ο έρωτας και στη μητέρα ο θάνατος. Love for the daughter and death for the mother. Τώρα το δεύτερο και το σπουδαιότερο: τι γράμμα είναι αυτό που σας έγραψε, δείξτε το μου, τώρα, τώρα αμέσως! Now the second and most important thing: what letter is this that he wrote to you, show it to me, right now, right now!

— Όχι, δεν χρειάζεται. - No, you don't have to. Πέστε μου πώς πάει η Κατερίνα Ιβάνοβνα, αυτό έχει μεγάλη σημασία για μένα. Let me know how Katerina Ivanovna is doing, that is very important to me.

— Εξακολουθεί να παραμιλάει, δεν ξανάρθε ακόμα στις αισθήσεις της. - She's still talking, she's not conscious again yet. Οι θείες της είναι εδώ πέρα και το μόνο που κάνουν είναι να θρηνολογάνε και να κοκορεύονται μπροστά μου κι ο Χερτσενστούμπε ήρθε και τόσο τρόμαξε, που δεν ήξερα τι να του κάνω, και πώς να τον σώσω, ήθελα μάλιστα να φωνάξω γιατρό. Her aunts are here and all they do is mourn and brag in front of me, and Herzestube came and was so scared, I didn't know what to do with him, and how to save him, I even wanted to call a doctor. Τον πήρανε με τ' αμάξι μου. They took him away in my car. Και ξαφνικά, σάμπως για να συμπληρωθούν όλα αυτά, έρχεστε και σεις με το γράμμα σας. And suddenly, as if to top it all off, you come along with your letter. Είναι αλήθεια πως όλα αυτά αναβάλλονται ακόμα για ενάμιση χρόνο. It is true that all this is still on hold for a year and a half. Για όνομα του κάθε μεγάλου και ιερού, για όνομα του στάρετς σας που πεθαίνει, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, δείξτε μου αυτό το γράμμα, σε μένα, τη μητέρα! For the name of every great and holy one, for the name of your dying starlet, Alexey Fyodorovich, show me this letter, to me, the mother! Αν θέλετε, κρατείστε το στα χέρια σας, μονάχα να το διαβάσω. If you want, hold it in your hands, just so I can read it.

— Όχι, δεν θα σας το δείξω, Κατερίνα Οσίποβνα· κι αυτή ακόμα να το επέτρεπε, δε θα το 'δειχνα. - No, I will not show it to you, Katerina Osipovna; and even if she allowed it, I would not show it. Θα 'ρθω αύριο και, αν θέλετε, θα κουβεντιάσουμε μαζί για πολλά πράγματα, μα τώρα χαίρετε! I'll come tomorrow and, if you like, we can talk about many things together, but for now, goodbye!

Κι ο Αλιόσα κατέβηκε τρέχοντας τη σκάλα και βγήκε στο δρόμο. And Alyosha ran down the stairs and out into the street.