×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.


image

Ντοστογιέφσκι, Φ - Αδελφοί Καραμάζοφ, 3. X. Μαζί και οι δυο

3. X. Μαζί και οι δυο

Ο Αλιόσα βγήκε απ' το σπίτι του πατέρα του νιώθοντας την ψυχή του ακόμα πιο τσακισμένη και συντριμμένη απ' ό,τι ήταν πριν από λίγο, όταν έμπαινε. Και το μυαλό του ήταν σαν θρυμματισμένο και σκόρπιο, κι αισθανόταν κι ο ίδιος πως φοβάται να συνδέσει τις σκόρπιες σκέψεις του για να βγάλει ένα γενικό συμπέρασμα απ' όλες αυτές τις βασανιστικές αντιθέσεις που έζησε τούτη τη μέρα. Ήταν σχεδόν απελπισμένος, πράμα που δεν του 'χε συμβεί ποτέ ως τα τώρα. Κείνο που δέσποζε πάνω απ' όλα σαν βουνό, ήταν το κύριο, το μοιραίο και το άλυτο ερώτημα: Πώς θα τελειώσει ο καυγάς του πατέρα με τον Ντιμήτρι γι' αυτήν την τρομερή γυναίκα; Τώρα πια το 'χε δει με τα μάτια του. Ήταν μπροστά όταν ήρθανε στα χέρια. Το καταλάβαινε πως δυστυχισμένος, εντελώς και τρομερά δυστυχισμένος, μπορούσε να γίνει μονάχα ο Ντιμήτρι: σίγουρα τον παραμόνευε μια συμφορά. Το 'βλεπε τώρα πως υπήρχαν κι άλλα πρόσωπα που η υπόθεση αυτή τα αφορούσε και μάλιστα πολύ περισσότερο απ' όσο φανταζόταν άλλοτε ο Αλιόσα. Το πράμα καταντούσε μάλιστα αινιγματικό. Ο αδερφός του ο Ιβάν τον πλησίασε πρώτος —κι αυτό το ποθούσε από καιρό ο Αλιόσα— κι όμως να που νιώθει τώρα πως αυτό το βήμα προς το μέρος του τον τρομάζει. Και κείνες οι γυναίκες; Παράξενο; Πριν από λίγο πήγαινε στης Κατερίνας Ιβάνοβνας εξαιρετικά αμήχανος, μα τώρα ήταν εντελώς ήσυχος. Και μάλιστα βιαζόταν να πάει στο σπίτι της μιαν ώρα αρχύτερα σάμπως να περίμενε πως αυτή θα τον καθοδηγούσε. Κι όμως τώρα ήταν πολύ πιο δύσκολο να της πει αυτό που του 'χε πει ο Ντιμήτρι: Δεν υπήρχε πια καμιά πιθανότητα να βρεθούν οι τρεις χιλιάδες, κι ο αδερφός του, νιώθοντας τον εαυτό του ανεπανόρθωτα ατιμασμένον και δίχως καμιάν ελπίδα, φυσικά από δω και πέρα δε θα σταματούσε μπροστά σε κανέναν ξεπεσμό. Και σαν να μην έφταναν όλ' αυτά, ο Ντιμήτρι τον είχε διατάξει να διηγηθεί στην Κατερίνα Ιβάνοβνα την τελευταία σκηνή με τον πατέρα του.

Ήταν πια εφτά η ώρα, σούρουπο, όταν ο Αλιόσα μπήκε στης Κατερίνας Ιβάνοβνας που κρατούσε ένα πολύ ευρύχωρο και άνετο σπίτι στο Μεγάλο Δρόμο. Ο Αλιόσα ήξερε πως ζούσε με τις δύο θείες της. Εδώ που τα λέμε, η μια μονάχα ήταν θεία της Αγάθιας Ιβάνοβνας. Ήταν εκείνη η σιωπηλή και ξέθωρη γυναίκα που την υπηρετούσε στο σπίτι του πατέρα της, όταν αυτή είχε έρθει απ' το ινστιτούτο. Η άλλη θεία ήταν μια επιβλητική κι αξιοπρεπής αρχόντισσα της Μόσχας, αν και χωρίς περιουσία. Λέγανε πως και οι δυό τους κάνανε ό,τι ήθελε η Κατερίνα Ιβάνοβνα και μένανε μαζί της μόνο και μόνο για την ετικέτα. Όσο για την Κατερίνα Ιβάνοβνα, υποτασσόταν μονάχα στην ευεργέτριά της, τη στρατηγίνα που είχε μείνει στη Μόσχα, επειδή ήταν άρρωστη. Η Κατερίνα είχε την υποχρέωση να της στέλνει δύο λεπτομερειακά γράμματα τη βδομάδα.

Όταν ο Αλιόσα μπήκε στον προθάλαμο και παρακάλεσε την καμαριέρα που του άνοιξε να τον αναγγείλει, φαίνεται πως στο σαλόνι ξέρανε πια πως ήρθε (ίσως να τον είδαν απ' το παράθυρο) γιατί ο Αλιόσα άκουσε αμέσως κάποιο θόρυβο, κάτι γυναικεία βήματα που τρέχανε, θρόισμα φουστανιών, σάμπως δυο ή τρεις γυναίκες να εγκατέλειψαν βιαστικά το σαλόνι. Του Αλιόσα του φάνηκε παράξενο που ο ερχομός του έφερε μια τέτοιαν αναστάτωση. Πάντως τον μπάσανε αμέσως στο σαλόνι.

Ήταν ένα μεγάλο δωμάτιο με πλούσια και κομψά έπιπλα, που δεν είχαν τίποτα το επαρχιώτικο. Πολλά ντιβάνια και καναπέδες, ντιβανάκια, μεγάλα και μικρά τραπεζάκια, πίνακες στους τοίχους, βάζα και λάμπες στα τραπέζια, πολλά λουλούδια, ακόμα κι ένα ενυδρείο κοντά στο παράθυρο. Τούτη την ώρα του σούρουπου, στο δωμάτιο ήταν κάπως σκοτεινά. Ο Αλιόσα είδε στο ντιβάνι, όπου σίγουρα κάποιος θα καθόταν πριν από λίγο, μια μεταξωτή μαντήλα και στο τραπέζι, που ήταν μπροστά στο ντιβάνι, δύο μισοάδεια φλυτζάνια σοκολάτας, βουτήματα, ένα κρυστάλλινο πιάτο με μαύρη σταφίδα κι ένα άλλο με μπομπόνια. Κάποιον τρατέρνανε. Ο Αλιόσα κατάλαβε πως ήρθε την ώρα που 'χαν καλεσμένους και στο πρόσωπό του φάνηκε κάποια δυσαρέσκεια. Μα κείνη την ίδια στιγμή η Κατερίνα Ιβάνοβνα παραμέρισε μια κουρτίνα και μπήκε στο δωμάτιο με γρήγορα βιαστικά βήματα και πρότεινε τα δυό της χέρια στον Αλιόσα μ' ένα χαμόγελο χαρούμενο κι ενθουσιασμένο. Την ίδια στιγμή η υπηρέτρια έφερε δύο αναμένα κεριά και τ' απίθωσε στο τραπέζι.

— Δόξα να 'χει ο Θεός, ήρθατε επιτέλους! Όλη μέρα παρακαλούσα το Θεό να σας στείλει! Καθίστε.

Η ομορφιά της Κατερίνας Ιβάνοβνας είχε κάνει κι άλλοτε εντύπωση στον Αλιόσα, όταν ο αδερφός του, ο Ντιμήτρι, τον είχε φέρει εδώ πριν από τρεις βδομάδες για να της τον γνωρίσει όπως είχε ζητήσει επίμονα η ίδια η Κατερίνα Ιβάνοβνα. Κείνη τη φορά είν' αλήθεια πως δεν κουβεντιάσανε πολύ. Η Κατερίνα Ιβάνοβνα, υποθέτοντας πως ο Αλιόσα είναι συνεσταλμένος και μη θέλοντας να τον ταράξει ακόμα περισσότερο, όλη την ώρα μίλαγε με τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς. Ο Αλιόσα σώπαινε, όμως παρατήρησε πολλά πράματα. Του 'κανε εντύπωση η αυτοκυριαρχία, η περήφανη άνεση και η αυτοπεποίθηση αυτής της υπεροπτικής κοπέλας. Κι όλ' αυτά ήταν ολοφάνερα, ο Αλιόσα αισθανόταν πως δεν υπερβάλλει σε τίποτα. Βρήκε πως τα μεγάλα, αστραφτερά, μαύρα της μάτια είναι υπέροχα και ταιριάζουν ιδιαίτερα στο χλωμό, στο κάπως ωχροκίτρινο μάλιστα μακρουλό της πρόσωπο. Όμως σ' αυτά τα μάτια όπως και στο σχήμα των γοητευτικών χειλιών της υπήρχε κάτι που θα μπορούσε ίσως ο αδερφός του να το ερωτευθεί τρομερά, μα που δε θα 'ταν ίσως δυνατό να τ' αγαπάει κανείς για πολύν καιρό. Είπε σχεδόν καθαρά τη γνώμη του στον Ντιμήτρι όταν εκείνος, μετά την επίσκεψη, δεν τον άφηνε ήσυχο και τον παρακαλούσε επίμονα να μην του κρύψει τί εντύπωση του 'κανε η αρραβωνιαστικιά του.

— Θα 'σαι ευτυχισμένος μαζί της μα ίσως... η ευτυχία σου να μην είναι ήρεμη.

— Έτσι είναι, αδερφέ μου, κάτι τέτοιοι άνθρωποι μένουν πάντα όπως είναι, δεν υποτάσσονται στη μοίρα τους. Ώστε νομίζεις πως δε θα την αγαπώ παντοτινά;

— Όχι, μπορεί να την αγαπάς παντοτινά μα ίσως να μην είσαι πάντοτε ευτυχισμένος μαζί της.

Ο Αλιόσα είχε προφέρει τότε τη γνώμη του κοκκινίζοντας, και φουρκίστηκε με τον εαυτό του που υπόκυψε στα παρακάλια τ' αδερφού του και του είπε τις τόσο «ανόητες» σκέψεις του. Γιατί τούτη η γνώμη του φάνηκε και του ίδιου τρομερά ανόητη μόλις την ξεστόμισε. Μα ντράπηκε κιόλας που μίλησε με τόση αποκοτιά για μια γυναίκα. Με μεγάλη κατάπληξη αισθάνθηκε τώρα, με το πρώτο βλέμμα που 'ριξε στην Κατερίνα Ιβάνοβνα, πως ίσως τότε να 'χε κάνει μεγάλο λάθος. Τούτη τη φορά το πρόσωπό της έλαμπε με μιαν απροσποίητη κι ανοιχτόκαρδη καλοσύνη, φαινόταν ντόμπρο και γεμάτο ειλικρίνεια. Απ' όλη την παλιά «περηφάνια και αλαζονεία» που έκαναν τότε τόσην εντύπωση στον Αλιόσα, δεν απόμενε τώρα παρά μια τολμηρή κι ευγενική ενεργητικότητα και κάποια ξάστερη κι ακλόνητη αυτοπεποίθηση. Ο Αλιόσα κατάλαβε με την πρώτη ματιά που της έριξε, απ' τα πρώτα λόγια που του είπε, πως όλη η τραγωδία που περνάει ο τόσο αγαπητός της άνθρωπος δεν της είναι άγνωστη, πως ίσως τα ξέρει κιόλας όλα, όλα ως την τελευταία λεπτομέρεια. Κι όμως, παρ' όλ' αυτά το πρόσωπό της ήταν τόσο φωτεινό, είχε τόση πίστη στο μέλλον, που ο Αλιόσα ένιωσε ξαφνικά τον εαυτό του σοβαρά και συνειδητά ένοχο απέναντι της. Τον είχε καταχτήσει και συνεπάρει μονομιάς. Εκτός απ' όλ' αυτά, παρατήρησε ακόμα, απ' τις πρώτες κιόλας λέξεις πως εκείνη βρισκόταν σε μιαν έξαψη· που ίσως να της ήταν κάτι πολύ ασυνήθιστο, μιαν έξαψη που έφτανε σχεδόν τα όρια του ενθουσιασμού.

— Σας περίμενα με τόση αγωνία, γιατί μονάχα από σας μπορώ τώρα να μάθω όλη την αλήθεια. Κανένας άλλος δε θα μου την έλεγε!

— Ήρθα... μουρμούρισε μπερδεμένα ο Αλιόσα, εγώ... εκείνος μ' έστειλε.

— Α, εκείνος σας έστειλε. Έτσι και το προαισθανόμουν πως θα γίνει. Τώρα όλα τα ξέρω, όλα, φώναξε ξαφνικά η Κατερίνα Ιβάνοβνα και τα μάτια της αστράψανε. Σταθείτε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, θα σας πω πρώτα για ποιο λόγο σας περίμενα τόσο. Γιατί εγώ ίσως να ξέρω πολύ περισσότερα κι από σας τον ίδιο. Δεν περιμένω να μάθω νέα από σας. Να τι θέλω: Να μου πείτε την προσωπική σας γνώμη για κείνον, θέλω να μου διηγηθείτε με τον πιο ρεαλιστικό, με τον πιο ωμό μάλιστα (ω, όσο θέλετε ωμό!) τρόπο, πώς τον βλέπετε τώρα και σε τι κατάσταση τον αφήσατε ύστερ' απ' τη σημερινή σας συνάντηση. Αυτό ίσως θα 'ναι καλύτερο παρά να εξηγηθώ εγώ η ίδια μαζί του, εγώ που δε θέλει πια να με ξαναδεί. Καταλάβατε τι θέλω από σας; Και τώρα πέστε μου γιατί σας έστειλε δω πέρα (το 'ξερα πως θα στείλει εσάς!) μιλήστε χωρίς περιστροφές, μπείτε αμέσως στην ουσία!..

— Μου είπε να σας πω... πως σας αποχαιρετάει μ όλο του το σεβασμό και πως δε θα ξανάρθει πια ποτέ... και να σας πω πως σας αποχαιρετάει.

— Μ' αποχαιρετάει; Έτσι το είπε; Αυτή την έκφραση μεταχειρίστηκε;

— Ναι.

— Ίσως να το 'πε έτσι τυχαία, χωρίς να το θέλει, να 'κανε λάθος στη λέξη, να μη μεταχειρίστηκε τη λέξη που 'πρεπε;

— Όχι, μου 'πε ακριβώς τούτη τη λέξη να σας μεταβιβάσω: «σας αποχαιρετάει». Κάπου τρεις φορές με παρακάλεσε να μην την ξεχάσω.

Η Κατερίνα Ιβάνοβνα έγινε κατακόκκινη.

— Βοηθήστε με τώρα, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, τώρα είναι που μου χρειάζεται η βοήθειά σας: Θα σας πω τι σκέφτομαι και σεις να μου πείτε μονάχα αν είναι σωστή ή όχι η σκέψη μου. Ακούστε, αν τυχόν και σας έλεγε τυχαία να με αποχαιρετήσετε χωρίς να επιμένει στη μεταβίβαση τούτης της λέξης, χωρίς να την υπογραμμίσει, τότε όλα θα 'χαν τελειώσει... Θα 'ταν κάτι τελειωτικό! Μα αν επέμεινε ιδιαίτερα σε τούτη τη λέξη, αν σας τόνισε ιδιαίτερα να μου μεταβιβάσετε τούτο τον αποχαιρετισμό, θα πει πως ήταν ερεθισμένος. Ίσως και να μην ήξερε τι έλεγε, ε; Τ' αποφάσισε και τρόμαξε κι ο ίδιος με την απόφασή του! Δεν έφυγε μακριά μου βαδίζοντας με σιγουριά μα λες και κατρακυλούσε απ' την πλαγιά κανενός βουνού. Η υπογράμμιση τούτης της λέξης μονάχα πικρό κομπασμό μπορεί να φανερώνει.

— Αυτό είναι, αυτό είναι! βεβαίωσε ζωηρά ο Αλιόσα. Και μένα έτσι μου φαίνεται τώρα.

— Κι αφού είναι έτσι θα πει πως δεν είναι χαμένος ακόμα! Είναι μονάχα απελπισμένος, μα εγώ μπορώ ακόμα να τον σώσω. Για σταθείτε, μήπως σας είπε τίποτα για κάτι λεφτά, για τις τρεις χιλιάδες;

— Όχι μονάχα μου είπε, μα ίσως-ίσως αυτό ήταν που του κόστισε πιότερο απ' όλα τ' άλλα. Έλεγε πως τώρα έχασε την τιμή του και πως τώρα πια ό,τι και να γίνει το ίδιο του κάνει, απάντησε με θέρμη ο Αλιόσα νιώθοντας μια ελπίδα να πλημμυρίζει την καρδιά του και πως ίσως στ' αλήθεια μπορεί να σωθεί ο αδερφός του. Μα μήπως εσείς... ξέρετε γι' αυτά τα λεφτά; πρόσθεσε βιαστικά και κόμπιασε.

— Είναι καιρός πια που το ξέρω' το ξέρω θετικά. Έστειλα ένα τηλεγράφημα στη Μόσχα και ρώτησα. Και το ξέρω προ πολλού πως τα λεφτά δεν είχαν σταλεί. Δεν έστειλε τα λεφτά, όμως εγώ σώπαινα. Την περασμένη βδομάδα έμαθα πόση μεγάλη ανάγκη από λεφτά είχε και τώρα... Ένα πράμα μονάχα ήθελα να πετύχω: Να τον κάνω να καταλάβει σε ποιόν πρέπει να γυρίσει και Ποιος είναι ο πιο πιστός του φίλος. Όμως αυτός δε θέλει να πιστέψει πως εγώ είμαι ο πιο πιστός του φίλος, δε θέλησε να με νιώσει, μ' έβλεπε μονάχα σαν γυναίκα. Όλη τη βδομάδα με βασάνιζε μια φοβερή έγνοια. Πώς να τα καταφέρω να μη με ντραπεί που σκόρπισε τις τρεις χιλιάδες. Δηλαδή ας ντρέπεται τους άλλους και τον ίδιο τον εαυτό του, μα εμένα ας μη με ντρέπεται. Μήπως τάχα δεν τα λέει όλα χωρίς ντροπή στο Θεό; Γιατί λοιπόν δεν έμαθε τόσον καιρό πόσο μπορώ να υποφέρω γι' αυτόν; Γιατί, γιατί δε μ' έμαθε, πώς τολμάει να μη με ξέρει ύστερ' απ' όλα όσα γίνανε; Θέλω να τον σώσω για πάντα. Ας ξεχάσει πως είμαστε αρραβωνιασμένοι! Μα να που φοβάται να μου τα πει γιατί θα χάσει την τιμή του! Όμως εσάς, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, δε φοβήθηκε να σας εξομολογηθεί, έτσι δεν είναι; Γιατί και 'γω ως τα τώρα δεν αξιώθηκα την ίδια συμπεριφορά;

Τα τελευταία λόγια τα πρόφερε δακρυσμένη. Δάκρυα είχαν πλημμυρίσει τα μάτια της.

— Πρέπει ακόμα να σας πω, πρόφερε ο Αλιόσα με τρεμάμενη κι αυτός φωνή, για κείνο που 'γινε πριν από λίγο στο σπίτι του πατέρα.

Και διηγήθηκε όλη τη σκηνή, διηγήθηκε πως είχε πάει να ζητήσει λεφτά, πως εκείνος μπήκε με τη βία στο σπίτι, χτύπησε άσχημα τον πατέρα και ύστερ' απ' αυτό είπε στον Αλιόσα επιτακτικά κι επίμονα ν' πάει και ν' «αποχαιρετήσει»...

— Πήγε σε κείνη τη γυναίκα... πρόσθεσε χαμηλόφωνα ο Αλιόσα.

— Και νομίζετε πως δε θα μπορέσω ν' ανεχθώ αυτή τη γυναίκα; Αυτό νομίζει και κείνος; Μα δε θα την παντρευτεί, γέλασε άξαφνα νευρικά. Μήπως τάχα ένας Καραμάζοβ μπορεί αιώνια να φλέγεται από 'να τέτοιο πάθος; Γιατί αυτό είναι πάθος, κι όχι έρωτας. Δε θα την πάρει γιατί ούτε και κείνη θα το θελήσει, χαμογέλασε και πάλι παράξενα η Κατερίνα Ιβάνοβνα.

— Ίσως και να την παντρευτεί, πρόφερε θλιμμένα ο Αλιόσα χαμηλώνοντας τα μάτια.

— Δε θα την πάρει σας λέω! Αυτή η κοπέλα είναι άγγελος, το ξέρετε αυτό; Το ξέρετε; αναφώνησε ξαφνικά η Κατερίνα Ιβάνοβνα μ' ασυνήθιστη θέρμη. Το πιο καταπληχτικό απ' όλα τα πλάσματα. Ξέρω πως είναι συναρπαστική, μα ξέρω και πόσο καλόκαρδη είναι, τι σταθερό κι ευγενικό χαρακτήρα έχει. Γιατί με κοιτάτε έτσι, Αλεξέι Φιοντόροβιτς; Μήπως απορείτε με τα λόγια μου, μήπως δεν τα πιστεύετε; Αγκραφένα Αλεξάντροβνα, καλέ μου άγγελε! φώναξε ξαφνικά σε κάποιον κοιτάζοντας προς το άλλο δωμάτιο, ελάτε μέσα, είναι δω ένα έξοχο παιδί, είναι ο Αλιόσα, ξέρει όλες τις υποθέσεις μας, ελάτε να σας δει!

— Αυτό περίμενα και 'γω πίσω απ' την κουρτίνα. Να με φωνάξετε, ακούστηκε μια γυναικεία φωνή πολύ απαλή, κάπως γλυκερή μάλιστα.

Η κουρτίνα παραμέρισε και η ίδια η... Γκρούσενκα, γελαστή και χαρούμενη, πλησίασε στο τραπέζι. Ο Αλιόσα αναταράχτηκε. Κάρφωσε το βλέμμα του πάνω της και δεν μπορούσε να κοιτάξει αλλού. Να που 'χε μπροστά του αυτή την τρομερή γυναίκα, το «θηρίο», όπως την είχε ονομάσει μισή ώρα πρωτύτερα ο αδερφός του ο Ιβάν. Κι όμως έβλεπε κει ένα πλάσμα που φαινότανε συνηθισμένο κι απλό, μιαν αγαθή καλόκαρδη γυναίκα, όμορφη βέβαια, που έμοιαζε όμως τόσο πολύ μ' όλες τις άλλες όμορφες μα «συνηθισμένες» γυναίκες! Η αλήθεια είναι πως ήταν όμορφη, πάρα πολύ όμορφη μάλιστα, μια ρούσικη ομορφιά απ' αυτές που πολλοί τις ερωτεύονται μέχρι πάθους. Ήταν αρκετά ψηλή, όχι όμως σαν την Κατερίνα Ιβάνοβνα (αυτή ήτανε πρώτο μπόι), γεμάτη, με απαλές, σάμπως αθόρυβες κινήσεις, που 'χαν κι αυτές εκλεπτυνθεί ίσαμε μιαν επιτηδευμένη γλυκερότητα, όπως και η φωνή της. Δεν πλησίασε με το σταθερό και σίγουρο βήμα της Κατερίνας Ιβάνοβνας. Απεναντίας ήρθε αθόρυβα. Το πόδι της δεν ακουγόταν καθόλου στο πάτωμα. Κάθισε απαλά στην πολυθρόνα, το πλούσιο, μεταξωτό μαύρο της φουστάνι θρόισε απαλά, και τύλιξε τον παχουλό, άσπρο σαν τον αφρό λαιμό της και τους χυτούς της ώμους μ' ένα μαύρο, βαρύτιμο μάλλινο σάλι. Ήταν εικοσιδυό χρονών και, βλέποντας κανείς το πρόσωπό της, τόσο ακριβώς θα υπολόγιζε πως είναι. Το πρόσωπό της ήταν πολύ λευκό, με μιαν απόχρωση αχνό ροζ στα μάγουλα. Το περίγραμμα του προσώπου της ήταν κάπως φαρδύ και το κάτω σαγόνι προεξείχε μάλιστα κάπως. Το πάνω χείλος ήταν λεπτό μα το κάτω που προεξείχε ήταν δυο φορές πιο παχύ και μάλιστα σάμπως πρησμένο. Όμως τα θαυμάσια πυκνά σκουρόξανθα μαλλιά, τα σκούρα φρύδια και τα υπέροχα σταχτογάλανα μάτια με τα μακριά τσίνορα θα υποχρέωναν χωρίς αμφιβολία ακόμα και τον πιο αδιάφορο, και τον πιο αφηρημένον άνθρωπο, ακόμα κι αν βρισκότανε μέσα στο πλήθος, σε κανένα πανηγύρι ή σε συνωστισμό, να σταματήσει μπροστά σ' αυτό το πρόσωπο και να το θυμάται για πολύν καιρό. Εκείνο που περισσότερο απ' όλα έκανε εντύπωση στον Αλιόσα ήταν η παιδιάστικη, ανοιχτόκαρδη έκφραση τούτου του προσώπου. Το βλέμμα της ήταν παιδιάστικο, ήταν χαρούμενη σαν παιδί, πλησίασε στο τραπέζι πραγματικά «χαίροντας πολύ» και λες και κάτι πρόσμενε με μια παιδιάστικη ανυπομονησία και με μιαν εύπιστη περιέργεια. Το βλέμμα της σου αναγάλλιαζε την ψυχή, αυτό το 'νιωσε ο Αλιόσα. Είχε και κάτι άλλο ακόμα, κάτι που δε θα μπορούσε ή δε θα 'ξερε να το εξηγήσει μα που ίσως να το αισθάνθηκε κι αυτό ασυνείδητα. Λέω και πάλι γι' αυτή την απαλότητα, για την τρυφεράδα στην κάθε κίνηση του κορμιού, γι' αυτές τις αθόρυβες σαν γάτας κινήσεις. Κι όμως το κορμί της ήταν ρωμαλέο και πλούσιο. Κάτω από το σάλι μαντεύονταν φαρδείς, γεμάτοι ώμοι κι ένα ορθόστητο, εντελώς νεανικό ακόμα στήθος. Το κορμί αυτό υποσχόταν από τώρα γραμμές Αφροδίτης της Μήλου μα με αναλογίες κάπως υπερβολικές. Αυτό φαινόταν κιόλας. Οι γνώστες της ρούσικης γυναικείας καλλονής θα μπορούσανε να προβλέψουν αλάθευτα, κοιτάζοντας την Γκρούσενκα, πως αυτή η δροσερή νεανική ακόμα ομορφιά στα τριάντα της χρόνια θα χάσει την αρμονικότητά της, θα γίνει πλαδαρή, το πρόσωπο θα κρεμάσει, στο μέτωπο και κοντά στα μάτια πολύ σύντομα θα παρουσιαστούν μικρές ρυτίδες, το χρώμα θα γίνει τραχύτερο, όλο κοκκινάδες, κοντολογίς πως τούτη η ομορφιά είναι πρόσκαιρη, πράμα που συμβαίνει εξαιρετικά συχνά στις Ρωσίδες. Εννοείται πως ο Αλιόσα δεν τα σκεφτόταν αυτά μα, αν και ήταν μαγεμένος, αισθανόταν κάτι δυσάρεστο και σάμπως να λυπόταν καθώς αναρωτιόταν: Γιατί σέρνει έτσι τις λέξεις και δε μιλάει με φυσικότητα; Φαίνεται πως θεωρούσε όμορφο τούτο το σούρσιμο και τη γλυκεράδα στον τόνο της φωνής. Ήταν φυσικά ένα κακό συνήθειο μονάχα, που απόδειχνε την έλλειψη ανατροφής και τη στραβή αντίληψη της ευπρέπειας. Κι όμως αυτή η προφορά κι ο τονισμός φαίνονταν στον Αλιόσα σχεδόν αφόρητη αντίθεση μ' αυτό το παιδιάστικο, ανοιχτόκαρδο και χαρούμενο πρόσωπο, μ' αυτό το ήσυχο, ευτυχισμένο σαν μωρού ακτινοβόλο βλέμμα! Η Κατερίνα Ιβάνοβνα την έβαλε να καθίσει αμέσως στην πολυθρόνα απέναντι στον Αλιόσα και τη φίλησε ενθουσιασμένη κάμποσες φορές στα γελαστά της χείλη. Λες και ήταν ερωτευμένη μαζί της.

— Είναι η πρώτη φορά που βλεπόμαστε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, πρόφερε με παραφορά. Θέλησα να τη γνωρίσω, να τη δω, ήθελα να πάω σπίτι της μα κείνη, μόλις έμαθε τούτη την επιθυμία μου, ήρθε μονάχη της. Το 'ξερα από πρώτα πως εμείς θα τα ξεδιαλύνουμε όλα οι δυό μας, όλα! Αυτό προαισθανόταν η καρδιά μου... Προσπαθήσανε να με πείσουν να μην κάνω αυτό το διάβημα μα εγώ προαισθανόμουν μιαν ευτυχισμένη λύση και δεν έκανα λάθος. Η Γκρούσενκα μου τα εξήγησε όλα, όλα τα σχέδιά της. Σαν ένας άγγελος καλοσύνης ήρθε πετώντας εδώ κι έφερε τη γαλήνη και τη χαρά...

— Και με καταδεχτήκατε, καλή μου, άξια δεσποινίδα, είπε και πάλι τραγουδιστά η Γκρούσενκα με το ίδιο χαριτωμένο και χαρούμενο χαμόγελο.

— Μην τολμήσετε να ξαναπείτε τέτοια λόγια, μάγισσά μου, γητεύτρα μου! Εσάς να μην καταδεχτώ! Να, θα ξαναφιλήσω το κάτω χειλάκι σας. Είναι παχουλούτσικο, να λοιπόν, και 'γω το φιλάω για να γίνει ακόμα πιο παχουλούτσικο, κι άλλο, κι άλλο... Κοιτάχτε την πως γελάει, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, η καρδιά σου αναγαλλιάζει σαν κοιτάς αυτόν τον άγγελο.

Ο Αλιόσα κοκκίνισε κι έτρεμε ανεπαίσθητα.

— Με καλοπιάνετε, καλή μου δεσποινίδα, όμως εγώ ίσως να μην αξίζω καθόλου τα χάδια σας.

— Δεν τ' αξίζει; Αυτή να σου λέει πως δεν τ' αξίζει! ξεφώνισε και πάλι με την ίδια θέρμη η Κατερίνα Ιβάνοβνα. Το ξέρετε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, πως ήμαστε ένα πολύ ιδιότροπο μυαλουδάκι και μια καρδούλα ατίθαση μα πολύ περήφανη; Ήμαστε ευγενικοί, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, είμαστε μεγαλόψυχοι, το ξέρετε αυτό; Μονάχα που ήμασταν δυστυχισμένοι. Ήμασταν έτοιμοι να κάνουμε κάθε θυσία για έναν ανάξιο ίσως, ή ελαφρόμυαλο άνθρωπο. Ήταν κάποιος, ένας αξιωματικός κι αυτός, που τον ερωτευτήκαμε, που του τα προσφέραμε όλα, πέρασε καιρός πια, εδώ και πέντε χρόνια, μα κείνος μας ξέχασε και παντρεύτηκε μιαν άλλη. Τώρα η γυναίκα του πέθανε. Έγραψε πως έρχεται εδώ, και μάθετε ακόμα πως μονάχα αυτόν, μονάχα αυτόν αγαπάμε ως τα τώρα, μονάχα αυτόν αγαπάμε σ' όλη μας τη ζωή! Θα 'ρθει, και η Γκρούσενκα θα γίνει και πάλι ευτυχισμένη. Όλα τούτα τα πέντε χρόνια ήταν δυστυχισμένη. Μα ποιος λοιπόν θα μπορέσει να πει έναν κακό λόγο γι' αυτήν; Ποιος μπορεί να καυχηθεί πως είχε σχέσεις μαζί της; Μονάχα κείνος ο γέρος, ο παράλυτος έμπορος, μα τούτος ήταν μάλλον πατέρας της, φίλος και προστάτης. Τη βρήκε τότε απελπισμένη που την είχε εγκαταλείψει εκείνος που τόσο πολύ αγαπούσε... Τότε ήθελε να πάει να πνιγεί κι ο γέρος την έσωσε, την έσωσε!

— Σαν πολύ να με υπερασπίζεστε, καλή μου δεσποινίδα, σαν πολύ να βιαζόσαστε, πρόφερε και πάλι με τη συρτή φωνή της η Γκρούσενκα.

— Σας υπερασπίζω; Μα μήπως τάχα χρειάζεται εγώ να σας υπερασπίσω; Και μήπως θα 'χα ποτέ το θάρρος να το κάνω; Γκρούσενκα, άγγελέ μου, δόστε μου το χεράκι σας, κοιτάξε τούτο το παχουλό, μικρούλικο, υπέροχο χεράκι, Αλεξέι Φιοντόροβιτς. Αυτό το χεράκι μου 'φερε την ευτυχία και 'γω τώρα θα το φιλήσω κι από πάνω και στην παλάμη, να, να, και να!

Και φίλησε τρεις φορές σαν μεθυσμένη το πραγματικά υπέροχο χεράκι της Γκρούσενκα που ίσως το μόνο ψεγάδι του ήταν πως ήταν κάπως υπερβολικά παχουλό. Η άλλη πρότεινε τούτο το χεράκι, γελώντας νευρικά και κουδουνιστά και παρατηρούσε την «καλή δεσποινίδα». Ήταν φανερό πως την ευχαριστούσε που της φιλούσαν έτσι το χεράκι. «Σάμπως πολύ υπερβολικός αυτός ο ενθουσιασμός», σκέφτηκε για μια στιγμή ο Αλιόσα και κοκκίνισε. Η καρδιά του, όλη την ώρα, ήταν κάπως ιδιαίτερα ανήσυχη.

— Μη με ντροπιάζετε τόσο πολύ, καλή μου δεσποινίδα, φιλώντας έτσι μπροστά στον Αλεξέι Φιοντόροβιτς το χέρι μου.

— Μα μήπως τάχα ήθελα να σας ντροπιάσω μ' αυτό που έκανα; πρόφερε απορώντας κάπως η Κατερίνα Ιβάνοβνα. Αχ, καλή μου, πόσο άσκημα με καταλαβαίνετε!

— Μα ίσως και σεις να μη με καταλαβαίνετε και τόσο καλά, καλή μου δεσποινίδα. Ίσως να 'μαι πολύ χειρότερη απ' όσο νομίζετε. Είμαι ανόητη, κάνω ότι μου καπνίσει. Τον καημένο τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς τον τύλιξα τότε μόνο και μόνο για να παίξω μαζί του.

— Όμως τώρα σεις η ίδια θα τον σώσετε. Μου δώσατε το λόγο σας. Θα του βάλετε μυαλό, θα του αποκαλύψετε πως αγαπάτε άλλον, από καιρό πια, και πως τώρα θέλει να σας παντρευτεί...

— Αχ, όχι, εγώ δε σας υποσχέθηκα τίποτα τέτοιο. Αυτά όλα τα λέγατε εσείς μονάχη σας, εγώ δεν υποσχέθηκα τίποτα.

— Θα πει λοιπόν πως δε σας κατάλαβα καλά, πρόφερε ήσυχα η Κατερίνα Ιβάνοβνα και σαν να χλόμιασε λιγάκι.

Υποσχεθήκατε...

— Καλέ, όχι, άγγελέ μου, καλή μου δεσποινίδα, δε σας υποσχέθηκα τίποτα, είπε διακόπτοντάς την η Γκρούσενκα με την ίδια ήρεμη φωνή και την ίδια εύθυμη κι αθώα έκφραση στο πρόσωπό της. Τώρα πια το βλέπετε καθαρά, άξια δεσποινίδα μου, πόσο κακή και πεισματάρα είμαι απέναντι σας. Ό,τι μου κατέβει, εκείνο και θα κάνω. Πριν από λίγο, ίσως και να σας υποσχέθηκα κάτι μα τώρα πάλι σκέφτομαι: Κι αν ξαφνικά μου ξαναρέσει κείνος, ο Μίτια δηλαδή; Γιατί μια φορά πολύ μου 'χε αρέσει, σχεδόν μιαν ώρα εξακολουθούσε να μ' αρέσει. Ίσως τώρα κιόλας να πάω και να του πω να μείνει από σήμερα στο σπίτι μου... Να τι ανεμοδούρα είμαι...

— Πριν από λίγο λέγατε... εντελώς άλλα πράματα... ψιθύρισε με δυσκολία η Κατερίνα Ιβάνοβνα.

— Αχ, πριν από λίγο! Μα εγώ είμαι πονόψυχη, είμαι ανόητη. Μονάχα να σκεφτεί κανείς πόσο υπόφερε εξαιτίας μου! Και τι θα γίνει αν πάω τώρα στο σπίτι και τον λυπηθώ; Τι θα γίνει;

— Δεν περίμενα πως...

— Εχ, δεσποινίδα μου, πόσο πιο αγαθή είστε από μένα, πόσο πιο ευγενική. Ίσως τώρα να πάψετε κιόλας να μ' αγαπάτε, εμένα την ανόητη για τον παλιοχαρακτήρα μου. Δώστε μου το χεράκι σας, άγγελέ μου, παρακάλεσε χαδιάρικα και πήρε το χέρι της Κατερίνας Ιβάνοβνας σχεδόν με κάποιαν ευλάβεια. Τώρα θα πάρω το χεράκι σας, καλή μου δεσποινίδα, και θα σας το φιλήσω όπως και σεις. Σεις μου το φιλήσατε τρεις φορές μα εγώ θα 'πρεπε να σας το φιλήσω τριακόσιες για να 'μαστε πάτσι. Όμως, ας είναι. Όσο για τ' άλλα, ας γίνει όπως θέλει ο Θεός. Ίσως να γίνω εντελώς σκλάβα σας και να θελήσω να υπακούω σαν σκλάβα στην κάθε σας επιθυμία. Ας γίνουν όλα σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, χωρίς καμιά συμφωνία ανάμεσά μας και χωρίς καμιάν υπόσχεση. Μα το χεράκι σας, το χεράκι σας είναι τόσο απαλό, το χεράκι σας! Δεσποινίδα μου, καλή μου, ομορφούλα μου!

Πλησίασε αργά τούτο το χεράκι στα χείλη της έχοντας την παράξενη επιθυμία να «πατσίσει» με τα φιλιά. Η Κατερίνα Ιβάνοβνα δεν τράβηξε το χέρι της: κάτι άρχισε να ελπίζει όταν η άλλη της έδωσε την παράξενη υπόσχεση να την υπακούει «σαν σκλάβα». Την κοίταζε επίμονα στα μάτια. Κι εξακολουθούσε να βλέπει σε κείνα τα μάτια την ίδια ανοιχτόκαρδη έκφραση, τη γεμάτη εμπιστοσύνη, την ίδια λαγαρή ευθυμία... « Ίσως να 'ναι πολύ απλοϊκή!» σκέφτηκε για μια στιγμή η Κατερίνα Ιβάνοβνα μ' ελπίδα. Στο μεταξύ η Γκρούσενκα, σαν γοητευμένη απ' το «χαριτωμένο χεράκι», το 'φερνε σιγά-σιγά στα χείλη της. Είχε ακουμπήσει σχεδόν τα χείλη της πάνω σ' αυτό το χέρι, μα ξαφνικά το κράτησε κει για δύο, για τρία δευτερόλεπτα σαν κάτι να σκεφτόταν.

— Ξέρετε όμως κάτι, άγγελέ μου, καλή μου δεσποινίδα, είπε ξάφνου με την πιο συρτή κι απαλή και γλυκερή φωνούλα της, ξέρετε τι; Τώρα μου πέρασε μια σκέψη να μην το φιλήσω το χεράκι σας.

Κι άρχισε να γελάει εύθυμα και κεφάτα.

— Όπως θέλετε... Τι έχετε; είπε η Κατερίνα Ιβάνοβνα κι άξαφνα ανατρίχιασε.

— Να, έτσι. Θέλω πάντα να το θυμάστε πως εσείς μου φιλήσατε το χέρι και 'γω δε φίλησα το δικό σας.

Κάτι έλαμψε ξαφνικά στα μάτια της. Κοίταζε με τρομερή επιμονή την Κατερίνα Ιβάνοβνα κατάματα.

— Αδιάντροπη! πρόφερε άξαφνα η Κατερίνα Ιβάνοβνα σαν να κατάλαβε κάτι ξαφνικά άναψε ολάκερη και πετάχτηκε απ' τη θέση της. Σηκώθηκε και η Γκρούσενκα χωρίς να βιάζεται.

— Θα το διηγηθώ και στον Μίτια πως μου φιλήσατε το χέρι και 'γω δε σας το φίλησα. Πόσο θα γελάσει!

— Έξω, πρόστυχη!

— Αχ, τι ντροπή, δεσποινίδα μου, αχ, τι ντροπή, αυτά τα λόγια δε σας ταιριάζουν καθόλου, καλή μου δεσποινίδα.

— Έξω, πουλημένη! ούρλιαξε η Κατερίνα Ιβάνοβνα.

Το πρόσωπό της παραμορφώθηκε κι όλα τα χαρακτηριστικά της έτρεμαν.

— Ελάτε δα! Και πουλημένη! Εσείς η ίδια όταν ήσασταν κορίτσι πηγαίνατε στους νεαρούς τα βραδάκια για να τους πάρετε λεφτά, πηγαίνατε να πουλήσετε την ομορφιά σας. Τα ξέρω δα.

Η Κατερίνα Ιβάνοβνα ξεφώνισε κι όρμησε πάνω της μα ο Αλιόσα τη συγκράτησε:

— Μην κάνετε πια ούτε βήμα, μη λέτε λέξη! Μη λέτε, μην απαντάτε τίποτα, θα φύγει, τώρ' αμέσως θα φύγει!

Κείνη τη στιγμή μπήκαν στο δωμάτιο οι δύο συγγένισσες της Κατερίνας Ιβάνοβνας και η καμαριέρα. Όλες όρμησαν προς το μέρος της.

— Και βέβαια θα φύγω, είπε η Γκρούσενκα παίρνοντας τη μαντήλα της απ' το ντιβάνι. Καλούλη μου, Αλιόσα, για συνόδεψέ με!

— Φύγετε, φύγετε γρήγορα! είπε ο Αλιόσα ενώνοντας ικετευτικά τα χέρια του.

— Καλούλη μου, Αλιόσενκα, συνόδεψέ με! Στο δρόμο θα σου πω ένα γλυκό, πολύ γλυκό λογάκι! Για χάρη σου, Αλιόσενκα, έκανα όλη τούτη τη φασαρία. Συνόδεψέ με., καλέ μου, θα σου αρέσει ύστερα.

Ο Αλιόσα της γύρισε την πλάτη. Η Γκρούσενκα έφυγε τρέχοντας και γελώντας δυνατά.

Η Κατερίνα Ιβάνοβνα έπαθε κρίση. Έκλαιγε με λυγμούς, την πνίγανε σπασμοί. Όλοι στριφογύριζαν γύρω της.

— Σας είχα προειδοποιήσει, της έλεγε η γεροντότερη θειά της, προσπαθούσα να σας αποτρέψω απ' αυτό το διάβημα... είσαστε πολύ παράφορη... Πώς μπορέσατε και τ' αποφασίσατε ένα τέτοιο διάβημα! Εσείς δεν τα ξέρετε αυτά τα υποκείμενα και γι' αυτήν λένε πως είναι χειρότερη απ' όλες... Μα την αλήθεια, είστε πολύ ατίθαση!

— Είναι τίγρισσα! ούρλιαζε η Κατερίνα Ιβάνοβνα. Γιατί με κρατήσατε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, εγώ θα την έσπαγα στο ξύλο, θα την έσπαγα στο ξύλο!

Δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί μπροστά στον Αλιόσα, ίσως και να μην ήθελε να συγκρατηθεί.

—Της πρέπει ένα μαστίγωμα πάνω στο ικρίωμα, απ' το δήμιο, μπροστά στον κόσμο!,.

Ο Αλιόσα οπισθοχώρησε προς την πόρτα.

—Όμως, Θεέ μου! ξεφώνισε άξαφνα η Κατερίνα Ιβάνοβνα χτυπώντας τα χέρια της. Όμως αυτός! Πώς μπόρεσε κι έκανε τούτη την ατιμία, τούτη την απανθρωπιά! Διηγήθηκε σ' αυτή την πρόστυχη όλα όσα έγιναν εκεί, εκείνη την απαίσια, την καταραμένη, την τρισκατάρατη μέρα! «Πήγατε να πουλήσετε την ομορφιά σας, καλή μου δεσποινίδα!» Το ξέρει κι αυτή! Ο αδερφός σας είναι παλιάνθρωπος, Αλεξέι Φιοντόροβιτς!

Ο Αλιόσα κάτι θέλησε να πει μα δεν έβρισκε λόγια. Η καρδιά του σφιγγόταν τόσο που πονούσε.

— Φύγετε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς! Ντρέπομαι, δεν μπορώ πια να τα υποφέρω! Αύριο... σας ικετεύω γονατιστή, ελάτε αύριο. Μη με κατακρίνετε, συγχωρέστε με, ούτε και 'γω δεν ξέρω τι θα κάνω πια!

Ο Αλιόσα βγήκε στο δρόμο σχεδόν παραπατώντας. Ήθελε κι αυτός να κλάψει σαν και κείνην. Ξαφνικά, τον πρόφτασε η υπηρέτρια.

— Η δεσποινίς ξέχασε να σας δώσει τούτο το γραμματάκι της κυρίας Χοχλάκοβα. Απ' το μεσημέρι μας το φέρανε.

Ο Αλιόσα πήρε μηχανικά το μικρό ροζ φακελάκι και το 'βαλε ασυναίσθητα στην τσέπη του.


3. X. Μαζί και οι δυο 3. X. Beide zusammen 3. X. Together both 3. X. Juntos ambos

Ο Αλιόσα βγήκε απ' το σπίτι του πατέρα του νιώθοντας την ψυχή του ακόμα πιο τσακισμένη και συντριμμένη απ' ό,τι ήταν πριν από λίγο, όταν έμπαινε. Alyosha walked out of his father's house feeling his soul even more broken and crushed than it had been a moment ago when he entered. Και το μυαλό του ήταν σαν θρυμματισμένο και σκόρπιο, κι αισθανόταν κι ο ίδιος πως φοβάται να συνδέσει τις σκόρπιες σκέψεις του για να βγάλει ένα γενικό συμπέρασμα απ' όλες αυτές τις βασανιστικές αντιθέσεις που έζησε τούτη τη μέρα. And his mind was like a fragmented and scattered one, and he felt himself afraid to put his scattered thoughts together to draw a general conclusion from all the excruciating contrasts he had experienced that day. Ήταν σχεδόν απελπισμένος, πράμα που δεν του 'χε συμβεί ποτέ ως τα τώρα. He was almost desperate, something that had never happened to him before. Κείνο που δέσποζε πάνω απ' όλα σαν βουνό, ήταν το κύριο, το μοιραίο και το άλυτο ερώτημα: Πώς θα τελειώσει ο καυγάς του πατέρα με τον Ντιμήτρι γι' αυτήν την τρομερή γυναίκα; Τώρα πια το 'χε δει με τα μάτια του. The one thing that loomed over everything like a mountain was the main, fatal and unsolvable question: How would the father's quarrel with Dimitri over this terrible woman end? Now he had seen it with his own eyes. Ήταν μπροστά όταν ήρθανε στα χέρια. They were in the front when they came into contact. Το καταλάβαινε πως δυστυχισμένος, εντελώς και τρομερά δυστυχισμένος, μπορούσε να γίνει μονάχα ο Ντιμήτρι: σίγουρα τον παραμόνευε μια συμφορά. He understood that only Dimitri could be unhappy, utterly and terribly unhappy: he was surely lying in wait for a misfortune. Το 'βλεπε τώρα πως υπήρχαν κι άλλα πρόσωπα που η υπόθεση αυτή τα αφορούσε και μάλιστα πολύ περισσότερο απ' όσο φανταζόταν άλλοτε ο Αλιόσα. He could see now that there were other persons to whom this affair concerned them, and much more than Alyosha had once imagined. Το πράμα καταντούσε μάλιστα αινιγματικό. The thing was even becoming enigmatic. Ο αδερφός του ο Ιβάν τον πλησίασε πρώτος —κι αυτό το ποθούσε από καιρό ο Αλιόσα— κι όμως να που νιώθει τώρα πως αυτό το βήμα προς το μέρος του τον τρομάζει. His brother Ivan was the first to approach him - and this was something Aliosha had long desired - and yet here he felt now that this step towards him frightened him. Και κείνες οι γυναίκες; Παράξενο; Πριν από λίγο πήγαινε στης Κατερίνας Ιβάνοβνας εξαιρετικά αμήχανος, μα τώρα ήταν εντελώς ήσυχος. And those women? Strange? A moment ago he had been going to Catherine Ivanovna's house extremely embarrassed, but now he was completely at peace. Και μάλιστα βιαζόταν να πάει στο σπίτι της μιαν ώρα αρχύτερα σάμπως να περίμενε πως αυτή θα τον καθοδηγούσε. And he even hurried to go to her house an hour earlier as if he expected her to guide him. Κι όμως τώρα ήταν πολύ πιο δύσκολο να της πει αυτό που του 'χε πει ο Ντιμήτρι: Δεν υπήρχε πια καμιά πιθανότητα να βρεθούν οι τρεις χιλιάδες, κι ο αδερφός του, νιώθοντας τον εαυτό του ανεπανόρθωτα ατιμασμένον και δίχως καμιάν ελπίδα, φυσικά από δω και πέρα δε θα σταματούσε μπροστά σε κανέναν ξεπεσμό. And yet now it was much harder to tell her what Dimitri had told him: There was no longer any chance of finding the three thousand, and his brother, feeling himself irreparably disgraced and without hope, would of course from now on stop at no desertion. Και σαν να μην έφταναν όλ' αυτά, ο Ντιμήτρι τον είχε διατάξει να διηγηθεί στην Κατερίνα Ιβάνοβνα την τελευταία σκηνή με τον πατέρα του. And as if all this were not enough, Dimitri had ordered him to tell Katerina Ivanovna the last scene with his father.

Ήταν πια εφτά η ώρα, σούρουπο, όταν ο Αλιόσα μπήκε στης Κατερίνας Ιβάνοβνας που κρατούσε ένα πολύ ευρύχωρο και άνετο σπίτι στο Μεγάλο Δρόμο. It was now seven o'clock, dusk, when Aliosha entered the house of Katerina Ivanovna, who kept a very spacious and comfortable house on the Great Road. Ο Αλιόσα ήξερε πως ζούσε με τις δύο θείες της. Alyosha knew she lived with her two aunts. Εδώ που τα λέμε, η μια μονάχα ήταν θεία της Αγάθιας Ιβάνοβνας. As a matter of fact, only one of them was Agathia Ivanovna's aunt. Ήταν εκείνη η σιωπηλή και ξέθωρη γυναίκα που την υπηρετούσε στο σπίτι του πατέρα της, όταν αυτή είχε έρθει απ' το ινστιτούτο. It was that silent and exuberant woman who had served her in her father's house when she had come from the institute. Η άλλη θεία ήταν μια επιβλητική κι αξιοπρεπής αρχόντισσα της Μόσχας, αν και χωρίς περιουσία. The other aunt was an imposing and dignified lady of Moscow, though without property. Λέγανε πως και οι δυό τους κάνανε ό,τι ήθελε η Κατερίνα Ιβάνοβνα και μένανε μαζί της μόνο και μόνο για την ετικέτα. They said they both did what Katerina Ivanovna wanted and stayed with her just for the label. Όσο για την Κατερίνα Ιβάνοβνα, υποτασσόταν μονάχα στην ευεργέτριά της, τη στρατηγίνα που είχε μείνει στη Μόσχα, επειδή ήταν άρρωστη. As for Katerina Ivanovna, she was subject only to her benefactress, the general who had stayed in Moscow because she was ill. Η Κατερίνα είχε την υποχρέωση να της στέλνει δύο λεπτομερειακά γράμματα τη βδομάδα. Katerina was obliged to send her two detailed letters a week.

Όταν ο Αλιόσα μπήκε στον προθάλαμο και παρακάλεσε την καμαριέρα που του άνοιξε να τον αναγγείλει, φαίνεται πως στο σαλόνι ξέρανε πια πως ήρθε (ίσως να τον είδαν απ' το παράθυρο) γιατί ο Αλιόσα άκουσε αμέσως κάποιο θόρυβο, κάτι γυναικεία βήματα που τρέχανε, θρόισμα φουστανιών, σάμπως δυο ή τρεις γυναίκες να εγκατέλειψαν βιαστικά το σαλόνι. When Alyosha entered the anteroom and begged the maid who opened the door to announce him, it seems that in the drawing-room they knew by now that he had come (perhaps they saw him through the window), for Alyosha immediately heard a noise, some running female footsteps, the rustling of dresses, as if two or three women had left the drawing-room in haste. Του Αλιόσα του φάνηκε παράξενο που ο ερχομός του έφερε μια τέτοιαν αναστάτωση. It seemed strange to Alyosha that his coming had brought such a disturbance. Πάντως τον μπάσανε αμέσως στο σαλόνι. Anyway, he got busted right away in the living room.

Ήταν ένα μεγάλο δωμάτιο με πλούσια και κομψά έπιπλα, που δεν είχαν τίποτα το επαρχιώτικο. It was a large room with rich and elegant furniture, which had nothing provincial about it. Πολλά ντιβάνια και καναπέδες, ντιβανάκια, μεγάλα και μικρά τραπεζάκια, πίνακες στους τοίχους, βάζα και λάμπες στα τραπέζια, πολλά λουλούδια, ακόμα κι ένα ενυδρείο κοντά στο παράθυρο. Lots of divans and sofas, divans, large and small tables, paintings on the walls, vases and lamps on the tables, lots of flowers, even an aquarium near the window. Τούτη την ώρα του σούρουπου, στο δωμάτιο ήταν κάπως σκοτεινά. At this hour of dusk, the room was somewhat dark. Ο Αλιόσα είδε στο ντιβάνι, όπου σίγουρα κάποιος θα καθόταν πριν από λίγο, μια μεταξωτή μαντήλα και στο τραπέζι, που ήταν μπροστά στο ντιβάνι, δύο μισοάδεια φλυτζάνια σοκολάτας, βουτήματα, ένα κρυστάλλινο πιάτο με μαύρη σταφίδα κι ένα άλλο με μπομπόνια. Alyosha saw on the divan, where someone must surely have been sitting a moment ago, a silk handkerchief, and on the table, which was in front of the divan, two half-empty cups of chocolate, dips, a crystal plate with black currants and another with bobbons. Κάποιον τρατέρνανε. Someone was being dragged. Ο Αλιόσα κατάλαβε πως ήρθε την ώρα που 'χαν καλεσμένους και στο πρόσωπό του φάνηκε κάποια δυσαρέσκεια. Alyosha realized that he had come at a time when they had guests and his face showed some displeasure. Μα κείνη την ίδια στιγμή η Κατερίνα Ιβάνοβνα παραμέρισε μια κουρτίνα και μπήκε στο δωμάτιο με γρήγορα βιαστικά βήματα και πρότεινε τα δυό της χέρια στον Αλιόσα μ' ένα χαμόγελο χαρούμενο κι ενθουσιασμένο. But at that very moment Katerina Ivanovna brushed aside a curtain and entered the room with quick hurried steps and offered her two hands to Aliosha with a smile of joy and excitement. Την ίδια στιγμή η υπηρέτρια έφερε δύο αναμένα κεριά και τ' απίθωσε στο τραπέζι.

— Δόξα να 'χει ο Θεός, ήρθατε επιτέλους! - Thank God you're here at last! Όλη μέρα παρακαλούσα το Θεό να σας στείλει! All day long I have been praying to God to send you! Καθίστε.

Η ομορφιά της Κατερίνας Ιβάνοβνας είχε κάνει κι άλλοτε εντύπωση στον Αλιόσα, όταν ο αδερφός του, ο Ντιμήτρι, τον είχε φέρει εδώ πριν από τρεις βδομάδες για να της τον γνωρίσει όπως είχε ζητήσει επίμονα η ίδια η Κατερίνα Ιβάνοβνα. Katerina Ivanovna's beauty had made an impression on Aliosha before, when his brother, Dimitri, had brought him here three weeks ago to introduce him to her, as Katerina Ivanovna herself had insisted. Κείνη τη φορά είν' αλήθεια πως δεν κουβεντιάσανε πολύ. This time it's true that they didn't talk much. Η Κατερίνα Ιβάνοβνα, υποθέτοντας πως ο Αλιόσα είναι συνεσταλμένος και μη θέλοντας να τον ταράξει ακόμα περισσότερο, όλη την ώρα μίλαγε με τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς. Katerina Ivanovna, assuming that Aliosha is shy and not wanting to upset him even more, talked to Dimitri Fiodorovic all the time. Ο Αλιόσα σώπαινε, όμως παρατήρησε πολλά πράματα. Aliosha was silent, but he noticed many things. Του 'κανε εντύπωση η αυτοκυριαρχία, η περήφανη άνεση και η αυτοπεποίθηση αυτής της υπεροπτικής κοπέλας. He was struck by the self-possession, the proud comfort and self-confidence of this haughty girl. Κι όλ' αυτά ήταν ολοφάνερα, ο Αλιόσα αισθανόταν πως δεν υπερβάλλει σε τίποτα. And all this was obvious, Aliosha felt that he was not exaggerating about anything. Βρήκε πως τα μεγάλα, αστραφτερά, μαύρα της μάτια είναι υπέροχα και ταιριάζουν ιδιαίτερα στο χλωμό, στο κάπως ωχροκίτρινο μάλιστα μακρουλό της πρόσωπο. She found that her big, sparkling, black eyes are lovely and fit especially well with her pale, even pale yellow, long face. Όμως σ' αυτά τα μάτια όπως και στο σχήμα των γοητευτικών χειλιών της υπήρχε κάτι που θα μπορούσε ίσως ο αδερφός του να το ερωτευθεί τρομερά, μα που δε θα 'ταν ίσως δυνατό να τ' αγαπάει κανείς για πολύν καιρό. But there was something in those eyes, as in the shape of her charming lips, that his brother might perhaps have fallen terribly in love with, but that it might not have been possible to love for a long time. Είπε σχεδόν καθαρά τη γνώμη του στον Ντιμήτρι όταν εκείνος, μετά την επίσκεψη, δεν τον άφηνε ήσυχο και τον παρακαλούσε επίμονα να μην του κρύψει τί εντύπωση του 'κανε η αρραβωνιαστικιά του. He told Dimitri almost clearly what he thought when, after the visit, he would not leave him alone and begged him insistently not to hide the impression his fiancée had made on him.

— Θα 'σαι ευτυχισμένος μαζί της μα ίσως... η ευτυχία σου να μην είναι ήρεμη. - You'll be happy with her, but maybe... your happiness won't be peaceful.

— Έτσι είναι, αδερφέ μου, κάτι τέτοιοι άνθρωποι μένουν πάντα όπως είναι, δεν υποτάσσονται στη μοίρα τους. - That's how it is, my brother, such people always stay as they are, they don't submit to their fate. Ώστε νομίζεις πως δε θα την αγαπώ παντοτινά; So you think I won't love her forever?

— Όχι, μπορεί να την αγαπάς παντοτινά μα ίσως να μην είσαι πάντοτε ευτυχισμένος μαζί της. - No, you may love her forever but you may not always be happy with her.

Ο Αλιόσα είχε προφέρει τότε τη γνώμη του κοκκινίζοντας, και φουρκίστηκε με τον εαυτό του που υπόκυψε στα παρακάλια τ' αδερφού του και του είπε τις τόσο «ανόητες» σκέψεις του. Alyosha had then uttered his opinion with a blush, and was furious with himself for yielding to his brother's entreaties and telling him his "foolish" thoughts. Γιατί τούτη η γνώμη του φάνηκε και του ίδιου τρομερά ανόητη μόλις την ξεστόμισε. For this opinion of his seemed terribly foolish even to himself as soon as he uttered it. Μα ντράπηκε κιόλας που μίλησε με τόση αποκοτιά για μια γυναίκα. But he was already ashamed to speak so bluntly about a woman. Με μεγάλη κατάπληξη αισθάνθηκε τώρα, με το πρώτο βλέμμα που 'ριξε στην Κατερίνα Ιβάνοβνα, πως ίσως τότε να 'χε κάνει μεγάλο λάθος. With great astonishment he felt now, at the first glance he cast at Katerina Ivanovna, that perhaps he had then made a great mistake. Τούτη τη φορά το πρόσωπό της έλαμπε με μιαν απροσποίητη κι ανοιχτόκαρδη καλοσύνη, φαινόταν ντόμπρο και γεμάτο ειλικρίνεια. This time her face shone with an unadulterated and open-hearted kindness, she looked straightforward and full of sincerity. Απ' όλη την παλιά «περηφάνια και αλαζονεία» που έκαναν τότε τόσην εντύπωση στον Αλιόσα, δεν απόμενε τώρα παρά μια τολμηρή κι ευγενική ενεργητικότητα και κάποια ξάστερη κι ακλόνητη αυτοπεποίθηση. Of all the old "pride and arrogance" which had then made such an impression on Aliosha, there was now nothing left but a bold and noble energy and a certain clear and unshakable self-confidence. Ο Αλιόσα κατάλαβε με την πρώτη ματιά που της έριξε, απ' τα πρώτα λόγια που του είπε, πως όλη η τραγωδία που περνάει ο τόσο αγαπητός της άνθρωπος δεν της είναι άγνωστη, πως ίσως τα ξέρει κιόλας όλα, όλα ως την τελευταία λεπτομέρεια. Alyosha understood from the first glance she gave her, from the first words she said to him, that the whole tragedy that her beloved man was going through was not unknown to her, that she might even know everything, everything down to the last detail. Κι όμως, παρ' όλ' αυτά το πρόσωπό της ήταν τόσο φωτεινό, είχε τόση πίστη στο μέλλον, που ο Αλιόσα ένιωσε ξαφνικά τον εαυτό του σοβαρά και συνειδητά ένοχο απέναντι της. And yet, in spite of all this, her face was so bright, she had so much faith in the future, that Aliosha suddenly felt himself seriously and consciously guilty towards her. Τον είχε καταχτήσει και συνεπάρει μονομιάς. He had taken him and overwhelmed him all at once. Εκτός απ' όλ' αυτά, παρατήρησε ακόμα, απ' τις πρώτες κιόλας λέξεις πως εκείνη βρισκόταν σε μιαν έξαψη· που ίσως να της ήταν κάτι πολύ ασυνήθιστο, μιαν έξαψη που έφτανε σχεδόν τα όρια του ενθουσιασμού. Besides all this, he also noticed, from the very first words, that she was in a state of excitement; which was perhaps something very unusual for her, an excitement that almost bordered on enthusiasm.

— Σας περίμενα με τόση αγωνία, γιατί μονάχα από σας μπορώ τώρα να μάθω όλη την αλήθεια. - I have waited for you with such anxiety, because only from you can I now know the whole truth. Κανένας άλλος δε θα μου την έλεγε! No one else would have told me!

— Ήρθα... μουρμούρισε μπερδεμένα ο Αλιόσα, εγώ... εκείνος μ' έστειλε. - I came... Alyosha mumbled confusedly, I... he sent me.

— Α, εκείνος σας έστειλε. - Oh, he sent you. Έτσι και το προαισθανόμουν πως θα γίνει. So I had a feeling it was going to happen. Τώρα όλα τα ξέρω, όλα, φώναξε ξαφνικά η Κατερίνα Ιβάνοβνα και τα μάτια της αστράψανε. "Now I know everything, everything," cried Katerina Ivanovna suddenly, her eyes flashing. Σταθείτε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, θα σας πω πρώτα για ποιο λόγο σας περίμενα τόσο. Wait, Alexey Fyodorovich, I will first tell you why I have been waiting for you so long. Γιατί εγώ ίσως να ξέρω πολύ περισσότερα κι από σας τον ίδιο. Because I may know a lot more than you do. Δεν περιμένω να μάθω νέα από σας. I don't expect to hear from you. Να τι θέλω: Να μου πείτε την προσωπική σας γνώμη για κείνον, θέλω να μου διηγηθείτε με τον πιο ρεαλιστικό, με τον πιο ωμό μάλιστα (ω, όσο θέλετε ωμό!) Here's what I want: to tell me your personal opinion about him, I want you to tell me in the most realistic, even raw (oh, as raw as you want!) τρόπο, πώς τον βλέπετε τώρα και σε τι κατάσταση τον αφήσατε ύστερ' απ' τη σημερινή σας συνάντηση. how you see him now and what state you left him in after your meeting today. Αυτό ίσως θα 'ναι καλύτερο παρά να εξηγηθώ εγώ η ίδια μαζί του, εγώ που δε θέλει πια να με ξαναδεί. That might be better than explaining myself to him, I who no longer wants to see me. Καταλάβατε τι θέλω από σας; Και τώρα πέστε μου γιατί σας έστειλε δω πέρα (το 'ξερα πως θα στείλει εσάς!) Do you understand what I want from you? Now tell me why he sent you here (I knew he'd send you!) μιλήστε χωρίς περιστροφές, μπείτε αμέσως στην ουσία!.. speak without beating about the bush, get straight to the point!...

— Μου είπε να σας πω... πως σας αποχαιρετάει μ όλο του το σεβασμό και πως δε θα ξανάρθει πια ποτέ... και να σας πω πως σας αποχαιρετάει. - He told me to tell you... that he bids you farewell with all his respect and that he will never come back... and to tell you that he bids you farewell.

— Μ' αποχαιρετάει; Έτσι το είπε; Αυτή την έκφραση μεταχειρίστηκε; - Is he saying goodbye to me? Is that what he said? Is that the expression he used?

— Ναι.

— Ίσως να το 'πε έτσι τυχαία, χωρίς να το θέλει, να 'κανε λάθος στη λέξη, να μη μεταχειρίστηκε τη λέξη που 'πρεπε; - Maybe he said it by accident, without meaning to, got the word wrong, didn't use the word he should have?

— Όχι, μου 'πε ακριβώς τούτη τη λέξη να σας μεταβιβάσω: «σας αποχαιρετάει». - No, he told me just this word to convey to you: "he bids you farewell." Κάπου τρεις φορές με παρακάλεσε να μην την ξεχάσω. About three times she begged me not to forget her.

Η Κατερίνα Ιβάνοβνα έγινε κατακόκκινη. Katerina Ivanovna turned bright red.

— Βοηθήστε με τώρα, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, τώρα είναι που μου χρειάζεται η βοήθειά σας: Θα σας πω τι σκέφτομαι και σεις να μου πείτε μονάχα αν είναι σωστή ή όχι η σκέψη μου. - Help me now, Alexey Fyodorovich, it is now that I need your help: I'll tell you what I'm thinking and you just tell me whether my thinking is right or wrong. Ακούστε, αν τυχόν και σας έλεγε τυχαία να με αποχαιρετήσετε χωρίς να επιμένει στη μεταβίβαση τούτης της λέξης, χωρίς να την υπογραμμίσει, τότε όλα θα 'χαν τελειώσει... Θα 'ταν κάτι τελειωτικό! Listen, if by any chance he had said goodbye to me without insisting on the transmission of this word, without underlining it, then it would have been all over... It would have been final! Μα αν επέμεινε ιδιαίτερα σε τούτη τη λέξη, αν σας τόνισε ιδιαίτερα να μου μεταβιβάσετε τούτο τον αποχαιρετισμό, θα πει πως ήταν ερεθισμένος. But if he particularly insisted on this word, if he particularly urged you to give me this farewell, he will say that he was irritated. Ίσως και να μην ήξερε τι έλεγε, ε; Τ' αποφάσισε και τρόμαξε κι ο ίδιος με την απόφασή του! Maybe he didn't even know what he was saying, huh? He made up his mind, and he was scared himself with his decision! Δεν έφυγε μακριά μου βαδίζοντας με σιγουριά μα λες και κατρακυλούσε απ' την πλαγιά κανενός βουνού. He did not go away from me walking confidently but as if he were rolling down the side of a mountain. Η υπογράμμιση τούτης της λέξης μονάχα πικρό κομπασμό μπορεί να φανερώνει. The underlining of this word can only reveal bitter boasting.

— Αυτό είναι, αυτό είναι! βεβαίωσε ζωηρά ο Αλιόσα. Alyosha asserted briskly. Και μένα έτσι μου φαίνεται τώρα. It seems that way to me now.

— Κι αφού είναι έτσι θα πει πως δεν είναι χαμένος ακόμα! - And since he's like that, he'll say he's not lost yet! Είναι μονάχα απελπισμένος, μα εγώ μπορώ ακόμα να τον σώσω. He is only desperate, but I can still save him. Για σταθείτε, μήπως σας είπε τίποτα για κάτι λεφτά, για τις τρεις χιλιάδες; Wait a minute, did he say anything to you about some money, about the three thousand?

— Όχι μονάχα μου είπε, μα ίσως-ίσως αυτό ήταν που του κόστισε πιότερο απ' όλα τ' άλλα. - Not only did he tell me, but maybe-maybe that was what cost him more than anything else. Έλεγε πως τώρα έχασε την τιμή του και πως τώρα πια ό,τι και να γίνει το ίδιο του κάνει, απάντησε με θέρμη ο Αλιόσα νιώθοντας μια ελπίδα να πλημμυρίζει την καρδιά του και πως ίσως στ' αλήθεια μπορεί να σωθεί ο αδερφός του. He was saying that he had now lost his honour and that now whatever happens now is the same to him, Alyosha replied fervently, feeling a hope flooding his heart and that perhaps his brother could really be saved. Μα μήπως εσείς... ξέρετε γι' αυτά τα λεφτά; πρόσθεσε βιαστικά και κόμπιασε. But do you... do you know about this money?" he added hastily and knotted.

— Είναι καιρός πια που το ξέρω' το ξέρω θετικά. - It's been a long time now that I know it' I know it positively. Έστειλα ένα τηλεγράφημα στη Μόσχα και ρώτησα. I sent a telegram to Moscow and asked. Και το ξέρω προ πολλού πως τα λεφτά δεν είχαν σταλεί. And I've known for a long time that the money hadn't been sent. Δεν έστειλε τα λεφτά, όμως εγώ σώπαινα. He didn't send the money, but I kept quiet. Την περασμένη βδομάδα έμαθα πόση μεγάλη ανάγκη από λεφτά είχε και τώρα... Ένα πράμα μονάχα ήθελα να πετύχω: Να τον κάνω να καταλάβει σε ποιόν πρέπει να γυρίσει και Ποιος είναι ο πιο πιστός του φίλος. Last week I found out how badly he needed money, and now... There was only one thing I wanted to accomplish: to make him understand who he should come back to and who his most loyal friend is. Όμως αυτός δε θέλει να πιστέψει πως εγώ είμαι ο πιο πιστός του φίλος, δε θέλησε να με νιώσει, μ' έβλεπε μονάχα σαν γυναίκα. But he doesn't want to believe that I am his most loyal friend, he didn't want to feel me, he only saw me as a woman. Όλη τη βδομάδα με βασάνιζε μια φοβερή έγνοια. All week long I've been plagued by a terrible worry. Πώς να τα καταφέρω να μη με ντραπεί που σκόρπισε τις τρεις χιλιάδες. How could I manage not to be embarrassed by him scattering the three thousand. Δηλαδή ας ντρέπεται τους άλλους και τον ίδιο τον εαυτό του, μα εμένα ας μη με ντρέπεται. That is, let him be ashamed of others and himself, but let him not be ashamed of me. Μήπως τάχα δεν τα λέει όλα χωρίς ντροπή στο Θεό; Γιατί λοιπόν δεν έμαθε τόσον καιρό πόσο μπορώ να υποφέρω γι' αυτόν; Γιατί, γιατί δε μ' έμαθε, πώς τολμάει να μη με ξέρει ύστερ' απ' όλα όσα γίνανε; Θέλω να τον σώσω για πάντα. Does he not say everything without shame to God? Why then has he not learned for so long how much I can suffer for him? Why, why did he not know me, how dare he not know me after all that has happened? I want to save him forever. Ας ξεχάσει πως είμαστε αρραβωνιασμένοι! Let him forget we're engaged! Μα να που φοβάται να μου τα πει γιατί θα χάσει την τιμή του! But here he is afraid to tell me because he'll lose his honor! Όμως εσάς, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, δε φοβήθηκε να σας εξομολογηθεί, έτσι δεν είναι; Γιατί και 'γω ως τα τώρα δεν αξιώθηκα την ίδια συμπεριφορά; But you, Alexey Fyodorovich, he was not afraid to confess to you, was he? Why haven't I been treated in the same way?

Τα τελευταία λόγια τα πρόφερε δακρυσμένη. The last words were spoken in tears. Δάκρυα είχαν πλημμυρίσει τα μάτια της. Tears had flooded her eyes.

— Πρέπει ακόμα να σας πω, πρόφερε ο Αλιόσα με τρεμάμενη κι αυτός φωνή, για κείνο που 'γινε πριν από λίγο στο σπίτι του πατέρα. - "I must tell you," said Alyosha, in a trembling voice, "about what happened a little while ago at father's house.

Και διηγήθηκε όλη τη σκηνή, διηγήθηκε πως είχε πάει να ζητήσει λεφτά, πως εκείνος μπήκε με τη βία στο σπίτι, χτύπησε άσχημα τον πατέρα και ύστερ' απ' αυτό είπε στον Αλιόσα επιτακτικά κι επίμονα ν' πάει και ν' «αποχαιρετήσει»... And he told the whole scene, he told how he had gone to ask for money, how he had forced his way into the house, beat the father badly and after that he told Aliosha urgently and insistently to go and "say goodbye"...

— Πήγε σε κείνη τη γυναίκα... πρόσθεσε χαμηλόφωνα ο Αλιόσα. - He went to that woman... Alyosha added in a low voice.

— Και νομίζετε πως δε θα μπορέσω ν' ανεχθώ αυτή τη γυναίκα; Αυτό νομίζει και κείνος; Μα δε θα την παντρευτεί, γέλασε άξαφνα νευρικά. - And you think I can't put up with this woman? Is that what he thinks? But he won't marry her," she laughed nervously. Μήπως τάχα ένας Καραμάζοβ μπορεί αιώνια να φλέγεται από 'να τέτοιο πάθος; Γιατί αυτό είναι πάθος, κι όχι έρωτας. Could a Karamazov be eternally inflamed with such passion? Because this is passion, not love. Δε θα την πάρει γιατί ούτε και κείνη θα το θελήσει, χαμογέλασε και πάλι παράξενα η Κατερίνα Ιβάνοβνα. He won't take her because she won't want it either, Katerina Ivanovna smiled again strangely.

— Ίσως και να την παντρευτεί, πρόφερε θλιμμένα ο Αλιόσα χαμηλώνοντας τα μάτια. - Maybe he will marry her, Alyosha said sadly, lowering his eyes.

— Δε θα την πάρει σας λέω! - He's not gonna get it, I tell you! Αυτή η κοπέλα είναι άγγελος, το ξέρετε αυτό; Το ξέρετε; αναφώνησε ξαφνικά η Κατερίνα Ιβάνοβνα μ' ασυνήθιστη θέρμη. This girl is an angel, you know that? Do you know it?Katerina Ivanovna suddenly exclaimed with unusual fervour. Το πιο καταπληχτικό απ' όλα τα πλάσματα. The most amazing of all creatures. Ξέρω πως είναι συναρπαστική, μα ξέρω και πόσο καλόκαρδη είναι, τι σταθερό κι ευγενικό χαρακτήρα έχει. I know she is fascinating, but I also know how good-hearted she is, what a steady and kind character she has. Γιατί με κοιτάτε έτσι, Αλεξέι Φιοντόροβιτς; Μήπως απορείτε με τα λόγια μου, μήπως δεν τα πιστεύετε; Αγκραφένα Αλεξάντροβνα, καλέ μου άγγελε! Why are you looking at me like that, Alexei Fyodorovich? Do you wonder at my words, do you not believe them? Agrafena Alexandrovna, my good angel! φώναξε ξαφνικά σε κάποιον κοιτάζοντας προς το άλλο δωμάτιο, ελάτε μέσα, είναι δω ένα έξοχο παιδί, είναι ο Αλιόσα, ξέρει όλες τις υποθέσεις μας, ελάτε να σας δει! he suddenly shouted to someone looking towards the other room, come in, there's a fine boy here, it's Aliosa, he knows all our affairs, come and see you!

— Αυτό περίμενα και 'γω πίσω απ' την κουρτίνα. - That's what I was waiting for behind the curtain. Να με φωνάξετε, ακούστηκε μια γυναικεία φωνή πολύ απαλή, κάπως γλυκερή μάλιστα. "Call me," came a woman's voice, very soft, even sweet.

Η κουρτίνα παραμέρισε και η ίδια η... Γκρούσενκα, γελαστή και χαρούμενη, πλησίασε στο τραπέζι. The curtain was pushed aside and the... Grushenka, laughing and happy, approached the table. Ο Αλιόσα αναταράχτηκε. Alyosha stirred. Κάρφωσε το βλέμμα του πάνω της και δεν μπορούσε να κοιτάξει αλλού. He fixed his gaze on her and couldn't look away. Να που 'χε μπροστά του αυτή την τρομερή γυναίκα, το «θηρίο», όπως την είχε ονομάσει μισή ώρα πρωτύτερα ο αδερφός του ο Ιβάν. Here he was with this terrible woman, the "beast", as his brother Ivan had called her half an hour earlier. Κι όμως έβλεπε κει ένα πλάσμα που φαινότανε συνηθισμένο κι απλό, μιαν αγαθή καλόκαρδη γυναίκα, όμορφη βέβαια, που έμοιαζε όμως τόσο πολύ μ' όλες τις άλλες όμορφες μα «συνηθισμένες» γυναίκες! And yet he saw there a creature who seemed ordinary and simple, a kind-hearted woman, beautiful of course, but so much like all the other beautiful but "ordinary" women! Η αλήθεια είναι πως ήταν όμορφη, πάρα πολύ όμορφη μάλιστα, μια ρούσικη ομορφιά απ' αυτές που πολλοί τις ερωτεύονται μέχρι πάθους. The truth is that she was beautiful, very beautiful indeed, a Roussian beauty of the kind that many people fall passionately in love with. Ήταν αρκετά ψηλή, όχι όμως σαν την Κατερίνα Ιβάνοβνα (αυτή ήτανε πρώτο μπόι), γεμάτη, με απαλές, σάμπως αθόρυβες κινήσεις, που 'χαν κι αυτές εκλεπτυνθεί ίσαμε μιαν επιτηδευμένη γλυκερότητα, όπως και η φωνή της. She was tall enough, but not like Katerina Ivanovna (she was the first one), full, with soft, somehow silent movements, which had also been refined to a pretentious sweetness, like her voice. Δεν πλησίασε με το σταθερό και σίγουρο βήμα της Κατερίνας Ιβάνοβνας. He did not approach with the steady and confident step of Katerina Ivanovna. Απεναντίας ήρθε αθόρυβα. On the contrary, it came quietly. Το πόδι της δεν ακουγόταν καθόλου στο πάτωμα. Her foot didn't sound at all on the floor. Κάθισε απαλά στην πολυθρόνα, το πλούσιο, μεταξωτό μαύρο της φουστάνι θρόισε απαλά, και τύλιξε τον παχουλό, άσπρο σαν τον αφρό λαιμό της και τους χυτούς της ώμους μ' ένα μαύρο, βαρύτιμο μάλλινο σάλι. She sat down gently in the armchair, her rich, silky black dress rustled gently, and she wrapped her plump, white-as-foam neck and spilled shoulders in a black, heavy woolen shawl. Ήταν εικοσιδυό χρονών και, βλέποντας κανείς το πρόσωπό της, τόσο ακριβώς θα υπολόγιζε πως είναι. She was twenty-two years old and, looking at her face, that's exactly how old she would be. Το πρόσωπό της ήταν πολύ λευκό, με μιαν απόχρωση αχνό ροζ στα μάγουλα. Her face was very white, with a tinge of pale pink in the cheeks. Το περίγραμμα του προσώπου της ήταν κάπως φαρδύ και το κάτω σαγόνι προεξείχε μάλιστα κάπως. The contours of her face were somewhat broad and the lower jaw even protruded a little. Το πάνω χείλος ήταν λεπτό μα το κάτω που προεξείχε ήταν δυο φορές πιο παχύ και μάλιστα σάμπως πρησμένο. The upper lip was thin but the lower lip that protruded was twice as thick and even swollen. Όμως τα θαυμάσια πυκνά σκουρόξανθα μαλλιά, τα σκούρα φρύδια και τα υπέροχα σταχτογάλανα μάτια με τα μακριά τσίνορα θα υποχρέωναν χωρίς αμφιβολία ακόμα και τον πιο αδιάφορο, και τον πιο αφηρημένον άνθρωπο, ακόμα κι αν βρισκότανε μέσα στο πλήθος, σε κανένα πανηγύρι ή σε συνωστισμό, να σταματήσει μπροστά σ' αυτό το πρόσωπο και να το θυμάται για πολύν καιρό. But the wonderful thick dark-blond hair, the dark eyebrows, and the wonderful ash-blue eyes with the long circles would no doubt compel even the most indifferent, and the most absent-minded man, even if he were in a crowd, at a fair or a crowd, to stop before this face and remember it for a long time. Εκείνο που περισσότερο απ' όλα έκανε εντύπωση στον Αλιόσα ήταν η παιδιάστικη, ανοιχτόκαρδη έκφραση τούτου του προσώπου. What struck Aliosha most of all was the childlike, open-hearted expression of this person. Το βλέμμα της ήταν παιδιάστικο, ήταν χαρούμενη σαν παιδί, πλησίασε στο τραπέζι πραγματικά «χαίροντας πολύ» και λες και κάτι πρόσμενε με μια παιδιάστικη ανυπομονησία και με μιαν εύπιστη περιέργεια. Her look was childlike, she was happy as a child, she approached the table really "rejoicing a lot" and as if she was looking forward to something with a childlike impatience and a credible curiosity. Το βλέμμα της σου αναγάλλιαζε την ψυχή, αυτό το 'νιωσε ο Αλιόσα. The look in her eyes would tear your soul out, that's what Alyosha felt. Είχε και κάτι άλλο ακόμα, κάτι που δε θα μπορούσε ή δε θα 'ξερε να το εξηγήσει μα που ίσως να το αισθάνθηκε κι αυτό ασυνείδητα. There was something else, something he couldn't or wouldn't know how to explain, but perhaps he felt it unconsciously. Λέω και πάλι γι' αυτή την απαλότητα, για την τρυφεράδα στην κάθε κίνηση του κορμιού, γι' αυτές τις αθόρυβες σαν γάτας κινήσεις. I say again about this softness, about the tenderness in every movement of the body, about these silent cat-like movements. Κι όμως το κορμί της ήταν ρωμαλέο και πλούσιο. Yet her body was robust and lush. Κάτω από το σάλι μαντεύονταν φαρδείς, γεμάτοι ώμοι κι ένα ορθόστητο, εντελώς νεανικό ακόμα στήθος. Beneath the shawl were broad, full shoulders and a firm, still completely youthful chest. Το κορμί αυτό υποσχόταν από τώρα γραμμές Αφροδίτης της Μήλου μα με αναλογίες κάπως υπερβολικές. This body promised from now on Aphrodite of Milos lines but with somewhat exaggerated proportions. Αυτό φαινόταν κιόλας. That was already apparent. Οι γνώστες της ρούσικης γυναικείας καλλονής θα μπορούσανε να προβλέψουν αλάθευτα, κοιτάζοντας την Γκρούσενκα, πως αυτή η δροσερή νεανική ακόμα ομορφιά στα τριάντα της χρόνια θα χάσει την αρμονικότητά της, θα γίνει πλαδαρή, το πρόσωπο θα κρεμάσει, στο μέτωπο και κοντά στα μάτια πολύ σύντομα θα παρουσιαστούν μικρές ρυτίδες, το χρώμα θα γίνει τραχύτερο, όλο κοκκινάδες, κοντολογίς πως τούτη η ομορφιά είναι πρόσκαιρη, πράμα που συμβαίνει εξαιρετικά συχνά στις Ρωσίδες. The connoisseurs of the Russian female beauty could predict unmistakably, looking at Grushenka, that this cool, still youthful beauty in her thirties would lose her harmony, would become flabby, the face will sag, on the forehead and near the eyes very soon small wrinkles will appear, the colour will become coarser, all red, in short, this beauty is temporary, which is extremely common in Russian women. Εννοείται πως ο Αλιόσα δεν τα σκεφτόταν αυτά μα, αν και ήταν μαγεμένος, αισθανόταν κάτι δυσάρεστο και σάμπως να λυπόταν καθώς αναρωτιόταν: Γιατί σέρνει έτσι τις λέξεις και δε μιλάει με φυσικότητα; Φαίνεται πως θεωρούσε όμορφο τούτο το σούρσιμο και τη γλυκεράδα στον τόνο της φωνής. Of course Alyosha was not thinking about this but, although he was enchanted, he felt something unpleasant and somehow sad as he wondered: Why does he drag out the words like this and not speak naturally? He seemed to think that he thought this crooning and sweetness in the tone of voice beautiful. Ήταν φυσικά ένα κακό συνήθειο μονάχα, που απόδειχνε την έλλειψη ανατροφής και τη στραβή αντίληψη της ευπρέπειας. It was, of course, only a bad habit, proving a lack of upbringing and a misconception of propriety. Κι όμως αυτή η προφορά κι ο τονισμός φαίνονταν στον Αλιόσα σχεδόν αφόρητη αντίθεση μ' αυτό το παιδιάστικο, ανοιχτόκαρδο και χαρούμενο πρόσωπο, μ' αυτό το ήσυχο, ευτυχισμένο σαν μωρού ακτινοβόλο βλέμμα! And yet this accent and intonation seemed to Alyosha an almost unbearable contrast to that childish, open-hearted and cheerful face, that quiet, happy as a baby's beaming eyes! Η Κατερίνα Ιβάνοβνα την έβαλε να καθίσει αμέσως στην πολυθρόνα απέναντι στον Αλιόσα και τη φίλησε ενθουσιασμένη κάμποσες φορές στα γελαστά της χείλη. Katerina Ivanovna immediately made her sit in the armchair opposite Aliosha and excitedly kissed her several times on her laughing lips. Λες και ήταν ερωτευμένη μαζί της. As if he was in love with her.

— Είναι η πρώτη φορά που βλεπόμαστε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, πρόφερε με παραφορά. - This is the first time we have met, Alexei Fyodorovich," he said with a slur. Θέλησα να τη γνωρίσω, να τη δω, ήθελα να πάω σπίτι της μα κείνη, μόλις έμαθε τούτη την επιθυμία μου, ήρθε μονάχη της. I wanted to meet her, to see her, I wanted to go to her house, but she, when she heard of my wish, came alone. Το 'ξερα από πρώτα πως εμείς θα τα ξεδιαλύνουμε όλα οι δυό μας, όλα! I knew from the start that we'd sort it all out, the two of us, everything! Αυτό προαισθανόταν η καρδιά μου... Προσπαθήσανε να με πείσουν να μην κάνω αυτό το διάβημα μα εγώ προαισθανόμουν μιαν ευτυχισμένη λύση και δεν έκανα λάθος. That's what my heart sensed... They tried to persuade me not to do this, but I sensed a happy solution and I was not wrong. Η Γκρούσενκα μου τα εξήγησε όλα, όλα τα σχέδιά της. Grushenka explained everything to me, all her plans. Σαν ένας άγγελος καλοσύνης ήρθε πετώντας εδώ κι έφερε τη γαλήνη και τη χαρά... Like an angel of goodness, he came flying here and brought peace and joy...

— Και με καταδεχτήκατε, καλή μου, άξια δεσποινίδα, είπε και πάλι τραγουδιστά η Γκρούσενκα με το ίδιο χαριτωμένο και χαρούμενο χαμόγελο. - "And you have received me, my dear, worthy young lady," said Grushenka again, singing, with the same graceful and cheerful smile.

— Μην τολμήσετε να ξαναπείτε τέτοια λόγια, μάγισσά μου, γητεύτρα μου! - Don't you dare to speak such words again, my witch, my enchantress! Εσάς να μην καταδεχτώ! I'm not going to let you! Να, θα ξαναφιλήσω το κάτω χειλάκι σας. Here, I'll kiss your lower lip again. Είναι παχουλούτσικο, να λοιπόν, και 'γω το φιλάω για να γίνει ακόμα πιο παχουλούτσικο, κι άλλο, κι άλλο... Κοιτάχτε την πως γελάει, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, η καρδιά σου αναγαλλιάζει σαν κοιτάς αυτόν τον άγγελο. It's chubby, so here it is, and I'm kissing it to make it even chubbier, and more, and more... Look at her laughing, Alexei Fyodorovich, your heart is fluttering as you look at this angel.

Ο Αλιόσα κοκκίνισε κι έτρεμε ανεπαίσθητα. Alyosha blushed and shivered imperceptibly.

— Με καλοπιάνετε, καλή μου δεσποινίδα, όμως εγώ ίσως να μην αξίζω καθόλου τα χάδια σας. - You flatter me, my dear young lady, but perhaps I am not worthy of your caresses at all.

— Δεν τ' αξίζει; Αυτή να σου λέει πως δεν τ' αξίζει! - Isn't it worth it? Her telling you she doesn't deserve it! ξεφώνισε και πάλι με την ίδια θέρμη η Κατερίνα Ιβάνοβνα. Katerina Ivanovna exclaimed again with the same fervour. Το ξέρετε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, πως ήμαστε ένα πολύ ιδιότροπο μυαλουδάκι και μια καρδούλα ατίθαση μα πολύ περήφανη; Ήμαστε ευγενικοί, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, είμαστε μεγαλόψυχοι, το ξέρετε αυτό; Μονάχα που ήμασταν δυστυχισμένοι. Do you know, Alexei Fyodorovich, that we were a very capricious little mind and a little heart that was wild but very proud? We are kind, Alexei Fyodorovich, we are generous, do you know that? Only when we were unhappy. Ήμασταν έτοιμοι να κάνουμε κάθε θυσία για έναν ανάξιο ίσως, ή ελαφρόμυαλο άνθρωπο. We were ready to make any sacrifice for a perhaps unworthy, or light-headed man. Ήταν κάποιος, ένας αξιωματικός κι αυτός, που τον ερωτευτήκαμε, που του τα προσφέραμε όλα, πέρασε καιρός πια, εδώ και πέντε χρόνια, μα κείνος μας ξέχασε και παντρεύτηκε μιαν άλλη. There was a man, an officer too, whom we fell in love with, who we offered everything to, it's been five years now, but he forgot us and married someone else. Τώρα η γυναίκα του πέθανε. Now his wife is dead. Έγραψε πως έρχεται εδώ, και μάθετε ακόμα πως μονάχα αυτόν, μονάχα αυτόν αγαπάμε ως τα τώρα, μονάχα αυτόν αγαπάμε σ' όλη μας τη ζωή! He wrote that he is coming here, and know yet that only him, only him do we love until now, only him do we love all our lives! Θα 'ρθει, και η Γκρούσενκα θα γίνει και πάλι ευτυχισμένη. He'll come, and Grushenka will be happy again. Όλα τούτα τα πέντε χρόνια ήταν δυστυχισμένη. All these five years she was unhappy. Μα ποιος λοιπόν θα μπορέσει να πει έναν κακό λόγο γι' αυτήν; Ποιος μπορεί να καυχηθεί πως είχε σχέσεις μαζί της; Μονάχα κείνος ο γέρος, ο παράλυτος έμπορος, μα τούτος ήταν μάλλον πατέρας της, φίλος και προστάτης. But who then can say a bad word about her? Who can boast of having had relations with her? Only that old man, the crippled merchant, but he was rather her father, friend and protector. Τη βρήκε τότε απελπισμένη που την είχε εγκαταλείψει εκείνος που τόσο πολύ αγαπούσε... Τότε ήθελε να πάει να πνιγεί κι ο γέρος την έσωσε, την έσωσε! He then found her desperate to be abandoned by the one he loved so much... Then she wanted to drown and the old man saved her, saved her!

— Σαν πολύ να με υπερασπίζεστε, καλή μου δεσποινίδα, σαν πολύ να βιαζόσαστε, πρόφερε και πάλι με τη συρτή φωνή της η Γκρούσενκα. - "As if you were in too much of a hurry to defend me, my dear young lady, as if you were in too much of a hurry," said Grussenka again in her shrill voice.

— Σας υπερασπίζω; Μα μήπως τάχα χρειάζεται εγώ να σας υπερασπίσω; Και μήπως θα 'χα ποτέ το θάρρος να το κάνω; Γκρούσενκα, άγγελέ μου, δόστε μου το χεράκι σας, κοιτάξε τούτο το παχουλό, μικρούλικο, υπέροχο χεράκι, Αλεξέι Φιοντόροβιτς. - Am I defending you? But do I need to defend you? And would I ever have the courage to do so? Grushenka, my angel, give me your hand, look at this plump, little, tiny, wonderful hand, Alexei Fyodorovich. Αυτό το χεράκι μου 'φερε την ευτυχία και 'γω τώρα θα το φιλήσω κι από πάνω και στην παλάμη, να, να, και να! This little hand brought me happiness and now I'm going to kiss it on the top and on the palm, well, well, and well!

Και φίλησε τρεις φορές σαν μεθυσμένη το πραγματικά υπέροχο χεράκι της Γκρούσενκα που ίσως το μόνο ψεγάδι του ήταν πως ήταν κάπως υπερβολικά παχουλό. And she kissed three times like a drunkard on Grushenka's really lovely little hand, whose only flaw was perhaps that it was a little too chubby. Η άλλη πρότεινε τούτο το χεράκι, γελώντας νευρικά και κουδουνιστά και παρατηρούσε την «καλή δεσποινίδα». The other suggested this little hand, laughing nervously and rattling and watching the "good lady". Ήταν φανερό πως την ευχαριστούσε που της φιλούσαν έτσι το χεράκι. It was obvious that she was pleased to be kissed like that. «Σάμπως πολύ υπερβολικός αυτός ο ενθουσιασμός», σκέφτηκε για μια στιγμή ο Αλιόσα και κοκκίνισε. "That's a bit too much enthusiasm," Alyosha thought for a moment and blushed. Η καρδιά του, όλη την ώρα, ήταν κάπως ιδιαίτερα ανήσυχη. His heart, all the time, was somehow particularly restless.

— Μη με ντροπιάζετε τόσο πολύ, καλή μου δεσποινίδα, φιλώντας έτσι μπροστά στον Αλεξέι Φιοντόροβιτς το χέρι μου. - Don't shame me so much, my dear young lady, by kissing my hand like this in front of Alexey Fyodorovich.

— Μα μήπως τάχα ήθελα να σας ντροπιάσω μ' αυτό που έκανα; πρόφερε απορώντας κάπως η Κατερίνα Ιβάνοβνα. - But did I want to shame you with what I did?Katerina Ivanovna said, somewhat surprised. Αχ, καλή μου, πόσο άσκημα με καταλαβαίνετε!

— Μα ίσως και σεις να μη με καταλαβαίνετε και τόσο καλά, καλή μου δεσποινίδα. - But perhaps you don't understand me very well either, my dear lady. Ίσως να 'μαι πολύ χειρότερη απ' όσο νομίζετε. Maybe I'm a lot worse than you think. Είμαι ανόητη, κάνω ότι μου καπνίσει. I'm a fool, I do whatever I want. Τον καημένο τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς τον τύλιξα τότε μόνο και μόνο για να παίξω μαζί του. Poor Dimitri Fyodorovich I wrapped him up then just to play with him.

— Όμως τώρα σεις η ίδια θα τον σώσετε. - But now you yourself will save him. Μου δώσατε το λόγο σας. Θα του βάλετε μυαλό, θα του αποκαλύψετε πως αγαπάτε άλλον, από καιρό πια, και πως τώρα θέλει να σας παντρευτεί... You will put his mind at rest, you will reveal to him that you have loved another, long ago, and that now he wants to marry you...

— Αχ, όχι, εγώ δε σας υποσχέθηκα τίποτα τέτοιο. - Oh, no, I didn't promise you anything like that. Αυτά όλα τα λέγατε εσείς μονάχη σας, εγώ δεν υποσχέθηκα τίποτα. You said all this on your own, I promised nothing.

— Θα πει λοιπόν πως δε σας κατάλαβα καλά, πρόφερε ήσυχα η Κατερίνα Ιβάνοβνα και σαν να χλόμιασε λιγάκι. - "So he will say that I didn't understand you well," Katerina Ivanovna said quietly and as if she turned a little pale.

Υποσχεθήκατε...

— Καλέ, όχι, άγγελέ μου, καλή μου δεσποινίδα, δε σας υποσχέθηκα τίποτα, είπε διακόπτοντάς την η Γκρούσενκα με την ίδια ήρεμη φωνή και την ίδια εύθυμη κι αθώα έκφραση στο πρόσωπό της. - "Good, no, my angel, my dear lady, I have promised you nothing," said Grussenka, interrupting her, in the same calm voice and with the same cheerful and innocent expression on her face. Τώρα πια το βλέπετε καθαρά, άξια δεσποινίδα μου, πόσο κακή και πεισματάρα είμαι απέναντι σας. Now you see clearly, my worthy lady, how wicked and obstinate I am towards you. Ό,τι μου κατέβει, εκείνο και θα κάνω. Πριν από λίγο, ίσως και να σας υποσχέθηκα κάτι μα τώρα πάλι σκέφτομαι: Κι αν ξαφνικά μου ξαναρέσει κείνος, ο Μίτια δηλαδή; Γιατί μια φορά πολύ μου 'χε αρέσει, σχεδόν μιαν ώρα εξακολουθούσε να μ' αρέσει. A little while ago, I may have promised you something, but now I'm thinking again: What if I suddenly like him again? What if I suddenly like him, Mitia? For once I liked him very much, and for almost an hour I still did. Ίσως τώρα κιόλας να πάω και να του πω να μείνει από σήμερα στο σπίτι μου... Να τι ανεμοδούρα είμαι... Maybe I'll even go now and tell him to stay at my house from today... That's what a wind chaser I am...

— Πριν από λίγο λέγατε... εντελώς άλλα πράματα... ψιθύρισε με δυσκολία η Κατερίνα Ιβάνοβνα. - A moment ago you were saying... completely different things... whispered Katerina Ivanovna with difficulty.

— Αχ, πριν από λίγο! Μα εγώ είμαι πονόψυχη, είμαι ανόητη. Μονάχα να σκεφτεί κανείς πόσο υπόφερε εξαιτίας μου! Και τι θα γίνει αν πάω τώρα στο σπίτι και τον λυπηθώ; Τι θα γίνει; What if I go home now and feel sorry for him? What happens?

— Δεν περίμενα πως...

— Εχ, δεσποινίδα μου, πόσο πιο αγαθή είστε από μένα, πόσο πιο ευγενική. - Ah, my lady, how much kinder you are than I, how much gentler. Ίσως τώρα να πάψετε κιόλας να μ' αγαπάτε, εμένα την ανόητη για τον παλιοχαρακτήρα μου. Δώστε μου το χεράκι σας, άγγελέ μου, παρακάλεσε χαδιάρικα και πήρε το χέρι της Κατερίνας Ιβάνοβνας σχεδόν με κάποιαν ευλάβεια. "Give me your hand, my angel," he begged cuddly and took Katerina Ivanovna's hand almost with a certain reverence. Τώρα θα πάρω το χεράκι σας, καλή μου δεσποινίδα, και θα σας το φιλήσω όπως και σεις. Now I'll take your little hand, my dear lady, and kiss it as you do. Σεις μου το φιλήσατε τρεις φορές μα εγώ θα 'πρεπε να σας το φιλήσω τριακόσιες για να 'μαστε πάτσι. You kissed me three times but I'd have to kiss you three hundred times to make us even. Όμως, ας είναι. Όσο για τ' άλλα, ας γίνει όπως θέλει ο Θεός. Ίσως να γίνω εντελώς σκλάβα σας και να θελήσω να υπακούω σαν σκλάβα στην κάθε σας επιθυμία. I may become your complete slave and want to obey your every wish like a slave. Ας γίνουν όλα σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, χωρίς καμιά συμφωνία ανάμεσά μας και χωρίς καμιάν υπόσχεση. Let everything be done according to God's will, without any agreement between us and without any promise. Μα το χεράκι σας, το χεράκι σας είναι τόσο απαλό, το χεράκι σας! But your hand, your hand is so soft, your hand! Δεσποινίδα μου, καλή μου, ομορφούλα μου!

Πλησίασε αργά τούτο το χεράκι στα χείλη της έχοντας την παράξενη επιθυμία να «πατσίσει» με τα φιλιά. He slowly approached this little hand to her lips, having the strange desire to get even with the kisses. Η Κατερίνα Ιβάνοβνα δεν τράβηξε το χέρι της: κάτι άρχισε να ελπίζει όταν η άλλη της έδωσε την παράξενη υπόσχεση να την υπακούει «σαν σκλάβα». Katerina Ivanovna did not withdraw her hand: something began to hope when the other gave her the strange promise to obey her "like a slave". Την κοίταζε επίμονα στα μάτια. He was staring at her. Κι εξακολουθούσε να βλέπει σε κείνα τα μάτια την ίδια ανοιχτόκαρδη έκφραση, τη γεμάτη εμπιστοσύνη, την ίδια λαγαρή ευθυμία... « Ίσως να 'ναι πολύ απλοϊκή!» σκέφτηκε για μια στιγμή η Κατερίνα Ιβάνοβνα μ' ελπίδα. And he still saw in those eyes the same open-hearted expression, the same trusting, lustful cheerfulness... "Perhaps it is too simple!" Katerina Ivanovna thought for a moment hopefully. Στο μεταξύ η Γκρούσενκα, σαν γοητευμένη απ' το «χαριτωμένο χεράκι», το 'φερνε σιγά-σιγά στα χείλη της. Meanwhile Grushenka, as if fascinated by the "cute little hand", slowly brought it to her lips. Είχε ακουμπήσει σχεδόν τα χείλη της πάνω σ' αυτό το χέρι, μα ξαφνικά το κράτησε κει για δύο, για τρία δευτερόλεπτα σαν κάτι να σκεφτόταν. She had almost put her lips on that hand, but suddenly she held it there for two, three seconds as if she was thinking about something.

— Ξέρετε όμως κάτι, άγγελέ μου, καλή μου δεσποινίδα, είπε ξάφνου με την πιο συρτή κι απαλή και γλυκερή φωνούλα της, ξέρετε τι; Τώρα μου πέρασε μια σκέψη να μην το φιλήσω το χεράκι σας. - "But you know something, my angel, my dear lady," she said suddenly in her most gentle and soft and sweet little voice, "you know what? Now a thought has occurred to me not to kiss your little hand.

Κι άρχισε να γελάει εύθυμα και κεφάτα. And he began to laugh merrily and merrily.

— Όπως θέλετε... Τι έχετε; είπε η Κατερίνα Ιβάνοβνα κι άξαφνα ανατρίχιασε. - As you wish... What have you got? said Katerina Ivanovna, and suddenly she shuddered.

— Να, έτσι. Θέλω πάντα να το θυμάστε πως εσείς μου φιλήσατε το χέρι και 'γω δε φίλησα το δικό σας. I want you to always remember that you kissed my hand and I didn't kiss yours.

Κάτι έλαμψε ξαφνικά στα μάτια της. Something suddenly flashed in her eyes. Κοίταζε με τρομερή επιμονή την Κατερίνα Ιβάνοβνα κατάματα. He was staring at Katerina Ivanovna with terrible persistence.

— Αδιάντροπη! - Shameless! πρόφερε άξαφνα η Κατερίνα Ιβάνοβνα σαν να κατάλαβε κάτι ξαφνικά άναψε ολάκερη και πετάχτηκε απ' τη θέση της. Katerina Ivanovna suddenly uttered as if she understood something, suddenly lit up and jumped out of her seat. Σηκώθηκε και η Γκρούσενκα χωρίς να βιάζεται. Grushenka got up and stood up without hurrying.

— Θα το διηγηθώ και στον Μίτια πως μου φιλήσατε το χέρι και 'γω δε σας το φίλησα. - I will tell Mitia how you kissed my hand, and I did not kiss your hand. Πόσο θα γελάσει!

— Έξω, πρόστυχη! - Out, slut!

— Αχ, τι ντροπή, δεσποινίδα μου, αχ, τι ντροπή, αυτά τα λόγια δε σας ταιριάζουν καθόλου, καλή μου δεσποινίδα. - Ah, what a shame, my lady, ah, what a shame, these words are not at all suitable for you, my dear lady.

— Έξω, πουλημένη! - Out, you sellout! ούρλιαξε η Κατερίνα Ιβάνοβνα. Katerina Ivanovna screamed.

Το πρόσωπό της παραμορφώθηκε κι όλα τα χαρακτηριστικά της έτρεμαν. Her face was disfigured and all her features trembled.

— Ελάτε δα! - Come on! Και πουλημένη! And sold! Εσείς η ίδια όταν ήσασταν κορίτσι πηγαίνατε στους νεαρούς τα βραδάκια για να τους πάρετε λεφτά, πηγαίνατε να πουλήσετε την ομορφιά σας. You yourself when you were a girl used to go to the young men in the evenings to get money, you used to go and sell your beauty. Τα ξέρω δα.

Η Κατερίνα Ιβάνοβνα ξεφώνισε κι όρμησε πάνω της μα ο Αλιόσα τη συγκράτησε:

— Μην κάνετε πια ούτε βήμα, μη λέτε λέξη! - Don't take another step, don't say a word! Μη λέτε, μην απαντάτε τίποτα, θα φύγει, τώρ' αμέσως θα φύγει! Don't say anything, don't answer anything, he'll go, he'll go right away!

Κείνη τη στιγμή μπήκαν στο δωμάτιο οι δύο συγγένισσες της Κατερίνας Ιβάνοβνας και η καμαριέρα. At that moment the two relatives of Katerina Ivanovna and the maid entered the room. Όλες όρμησαν προς το μέρος της. They all rushed towards her.

— Και βέβαια θα φύγω, είπε η Γκρούσενκα παίρνοντας τη μαντήλα της απ' το ντιβάνι. - Of course I'll go, said Grushenka, taking her handkerchief from the divan. Καλούλη μου, Αλιόσα, για συνόδεψέ με! My dear Alyosha, come with me.

— Φύγετε, φύγετε γρήγορα! είπε ο Αλιόσα ενώνοντας ικετευτικά τα χέρια του. Alyosha said, joining his hands in supplication.

— Καλούλη μου, Αλιόσενκα, συνόδεψέ με! Στο δρόμο θα σου πω ένα γλυκό, πολύ γλυκό λογάκι! On the way I'll give you a sweet, very sweet speech! Για χάρη σου, Αλιόσενκα, έκανα όλη τούτη τη φασαρία. It was for your sake, Alioshenka, that I made all this fuss. Συνόδεψέ με., καλέ μου, θα σου αρέσει ύστερα. Take me in, dear, you'll like it later.

Ο Αλιόσα της γύρισε την πλάτη. Alyosha turned his back on her. Η Γκρούσενκα έφυγε τρέχοντας και γελώντας δυνατά. Grushenka ran off running and laughing loudly.

Η Κατερίνα Ιβάνοβνα έπαθε κρίση. Katerina Ivanovna had a seizure. Έκλαιγε με λυγμούς, την πνίγανε σπασμοί. She was sobbing, choking with spasms. Όλοι στριφογύριζαν γύρω της. Everyone was circling around her.

— Σας είχα προειδοποιήσει, της έλεγε η γεροντότερη θειά της, προσπαθούσα να σας αποτρέψω απ' αυτό το διάβημα... είσαστε πολύ παράφορη... Πώς μπορέσατε και τ' αποφασίσατε ένα τέτοιο διάβημα! - I had warned you, her elderly aunt was saying, I was trying to prevent you from doing this... you are very insane... How could you have decided to make such an attempt! Εσείς δεν τα ξέρετε αυτά τα υποκείμενα και γι' αυτήν λένε πως είναι χειρότερη απ' όλες... Μα την αλήθεια, είστε πολύ ατίθαση! You don't know these subjects and she is said to be the worst of all... But the truth is, you're very unruly!

— Είναι τίγρισσα! - She's a tigress! ούρλιαζε η Κατερίνα Ιβάνοβνα. Katerina Ivanovna screamed. Γιατί με κρατήσατε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς, εγώ θα την έσπαγα στο ξύλο, θα την έσπαγα στο ξύλο! Why did you keep me, Alexey Fyodorovich, I was going to beat her up, I was going to beat her up!

Δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί μπροστά στον Αλιόσα, ίσως και να μην ήθελε να συγκρατηθεί. He could no longer restrain himself in front of Aliosha, perhaps he didn't want to restrain himself.

—Της πρέπει ένα μαστίγωμα πάνω στο ικρίωμα, απ' το δήμιο, μπροστά στον κόσμο!,. -She must be whipped on the scaffold by the executioner in front of the people.

Ο Αλιόσα οπισθοχώρησε προς την πόρτα. Alyosha backed away towards the door.

—Όμως, Θεέ μου! ξεφώνισε άξαφνα η Κατερίνα Ιβάνοβνα χτυπώντας τα χέρια της. Katerina Ivanovna suddenly exclaimed, clapping her hands. Όμως αυτός! But he! Πώς μπόρεσε κι έκανε τούτη την ατιμία, τούτη την απανθρωπιά! Διηγήθηκε σ' αυτή την πρόστυχη όλα όσα έγιναν εκεί, εκείνη την απαίσια, την καταραμένη, την τρισκατάρατη μέρα! He told that slut everything that happened there, that awful, cursed, three-cursed day! «Πήγατε να πουλήσετε την ομορφιά σας, καλή μου δεσποινίδα!» Το ξέρει κι αυτή! "You went to sell your beauty, my dear lady!" She knows it too! Ο αδερφός σας είναι παλιάνθρωπος, Αλεξέι Φιοντόροβιτς! Your brother is a scoundrel, Alexei Fyodorovich!

Ο Αλιόσα κάτι θέλησε να πει μα δεν έβρισκε λόγια. Alyosha wanted to say something but couldn't find the words. Η καρδιά του σφιγγόταν τόσο που πονούσε. His heart was so tight that it hurt.

— Φύγετε, Αλεξέι Φιοντόροβιτς! Ντρέπομαι, δεν μπορώ πια να τα υποφέρω! I'm ashamed, I can't take it anymore! Αύριο... σας ικετεύω γονατιστή, ελάτε αύριο. Tomorrow... I beg you on my knees, come tomorrow. Μη με κατακρίνετε, συγχωρέστε με, ούτε και 'γω δεν ξέρω τι θα κάνω πια! Don't judge me, forgive me, I don't know what to do anymore either!

Ο Αλιόσα βγήκε στο δρόμο σχεδόν παραπατώντας. Alyosha stepped out into the street almost stumbling. Ήθελε κι αυτός να κλάψει σαν και κείνην. He also wanted to cry like her. Ξαφνικά, τον πρόφτασε η υπηρέτρια. Suddenly, the maid caught up with him.

— Η δεσποινίς ξέχασε να σας δώσει τούτο το γραμματάκι της κυρίας Χοχλάκοβα. - Mademoiselle forgot to give you this letter from Mrs. Khokhlakov. Απ' το μεσημέρι μας το φέρανε. They brought it to us at noon.

Ο Αλιόσα πήρε μηχανικά το μικρό ροζ φακελάκι και το 'βαλε ασυναίσθητα στην τσέπη του. Alyosha mechanically took the small pink envelope and unconsciously put it in his pocket.