×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.


image

Ντοστογιέφσκι, Φ - Αδελφοί Καραμάζοφ, 3. IX. Οι Φιλήδονοι

3. IX. Οι Φιλήδονοι

ΑΜΕΣΟΣ πίσω απ’ τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς μπήκανε τρέχοντας στη σάλα ο Γρηγόρης με τον Σμερντιακόβ, Αυτοί ήταν που παλέψανε μαζί του στον προθάλαμο και δεν τον αφήνανε να μπει (σύμφωνα με τις οδηγίες του ίδιου του Φιόντορ Παύλοβιτς που τους τις είχε δώσει πριν από κάμποσες μέρες κιόλας). Ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, μόλις εισόρμησε στην αίθουσα, σταμάτησε για μια στιγμή κοιτάζοντας ένα γύρω για να προσανατολιστεί. Ο Γρηγόρης επωφελήθηκε απ’ αυτό και, κάνοντας το γύρο του τραπεζιού, πήγε κι έκλεισε τη μεγάλη πόρτα που ήταν απέναντι απ’ την είσοδο της σάλας και που έβγαζε στα μέσα δωμάτια, στάθηκε μπροστά της κι άνοιξε διάπλατα τα χέρια του σαν σταυρό, έτοιμος να υπερασπίσει την είσοδο μέχρι τελευταίας πνοής. Μόλις το ’δε αυτό ο Ντιμήτρι, δε φώναξε μα ούρλιαξε κι όρμησε πάνω στον Γρηγόρη.

Θα πει λοιπόν πως εκεί είναι αυτή! Εκεί την κρύψατε! Ξεκουμπίσου από μπροστά μου, κανάγια!

Άρπαξε κιόλας τον Γρηγόρη μα κείνος τον απόσπρωξε. Τρελός απ' τη λύσσα του ο Ντιμήτρι άνοιξε πλατιά το χέρι του και χτύπησε μ' όλη του τη δύναμη τον Γρηγόρη. Ο γέρος σωριάστηκε σα θερισμένος κι ο Ντιμήτρι πηδώντας από πάνω του ρίχτηκε στην πόρτα. Ο Σμερντιακόβ έμεινε στη σάλα, στην άλλη άκρη, τρέμοντας σύγκορμος και στριμώχτηκε κατάχλωμος δίπλα στον Φιόντορ Παύλοβιτς.

—Είναι δω, φώναξε ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, τώρα μόλις την είδα που έστριβε κατά το σπίτι, μονάχα που δεν την πρόφτασα. Πού είναι; Πού είναι;

Αυτή η κραυγή «είναι δω» έκανε απερίγραπτη εντύπωση στον Φιόντορ Παύλοβιτς. Όλος ο τρόμος έφυγε μονομιάς από πάνω του.

—Κρατάτε τον, κρατάτε τον! ξεφώνισε κι όρμησε πίσω απ' τον Ντιμήτρι. Ο Γρηγόρης στο μεταξύ σηκώθηκε απ' το πάτωμα μα δεν είχε συνέλθει ακόμα. Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς κι ο Αλιόσα τρέξανε να προφτάσουν τον πατέρα τους. Στο τρίτο δωμάτιο ακούστηκε ένας κρότος, σάμπως κάτι να 'πεσε στο πάτωμα κι έσπασε με θόρυβο: ήταν ένα μεγάλο γυάλινο βάζο (όχι απ' τα ακριβά) με μαρμάρινη βάση που το παράσυρε τρέχοντας ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς.

—Απάνω του! ούρλιαξε ο γέρος. Στα όπλα!..

Μα ο Ιβάν Φιοντόροβιτς κι ο Αλιόσα προφτάσανε το γέρο και τον φέρανε με το ζόρι πίσω στη σάλα.

— Τι τον κυνηγάτε λοιπόν; Πάτε γυρεύοντας δηλαδή; Θα σας σκοτώσει! φώναξε θυμωμένα ο Ιβάν Φιοντόροβιτς στον πατέρα του.

— Βάνιτσκα, Λιόσετσκα, θα πει λοιπόν πως είναι... ω, η Γκρούσενκα είναι δω, το λέει κι ο ίδιος, την είδε που ερχόταν... Πνιγόταν. Τούτη την ώρα δεν περίμενε την Γκρούσενκα και ξαφνικά η είδηση πως είναι κει τον έκανε να χάσει τα λογικά του. Έτρεμε ολάκερος κι έκανε σαν τρελός.

— Μα το είδατε και μονάχος σας πως δεν ήρθε, φώναζε ο Ιβάν.

— Μπορεί να 'ρθε απ' την άλλη είσοδο.

— Μα κείνη η είσοδος είναι κλειστή και το κλειδί το 'χετε σεις...

Ξάφνου ο Ντιμήτρι ξαναφάνηκε στη σάλα. Βρήκε φυσικά την άλλη είσοδο κλειδωμένη. Και πραγματικά το κλειδί το 'χε ο Φιόντορ Παύλοβιτς στην τσέπη του. Όλα τα παράθυρα σ' όλα τα δωμάτια ήταν κλειστά. Πάει να πει λοιπόν πως από πουθενά δεν μπορούσε να μπει η Γκρούσενκα κι από πουθενά δεν μπορούσε να το σκάσει.

—Αρπάχτε τον! ούρλιαζε ο Φιόντορ Παύλοβιτς μόλις ξανάδε τον Ντιμήτρι. Μου 'κλεψε λεφτά απ' την κρεβατοκαμαρά μου! και ξεφεύγοντας απ' τον Ιβάν, όρμησε και πάλι πάνω στον Ντιμήτρι. Μα κείνος τον άρπαξε απ' τα δυό τσουλούφια που του 'χαν απομείνει στους κροτάφους, τον τίναξε δυνατά και τον βρόντηξε στο πάτωμα. Πρόφτασε και χτύπησε ακόμα δυο-τρεις φορές τον πεσμένο με το τακούνι στο πρόσωπο. Ο γέρος άρχισε να ουρλιάζει διαπεραστικά. Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς, αν και δεν ήταν τόσο δυνατός όσο ο Ντιμήτρι, τον άδραξε και τον απόσπασε απ' το γέρο. Ο Αλιόσα έβαλε κι αυτός το χεράκι του αδράχνοντάς τον από μπροστά.

— Τρελάθηκες; Τον σκότωσες! φώναξε ο Ιβάν.

— Αυτό και του πρέπει, ξεφώνισε λαχανιασμένος ο Ντιμήτρι. Κι αν δεν τον σκότωσα, θα ξανάρθω για να τον αποτελειώσω. Δε θα μου ξεφύγει!

— Ντιμήτρι! Φύγε αμέσως από δω! φώναξε επιτακτικά ο Αλιόσα.

— Αλεξέι! Πες μου εσύ. Μονάχα σένα θα πιστέψω. Ήταν εδώ αυτή ή όχι; Την είδα τώρα μόλις που πέρασε κλεφτά μπρος απ' το φράχτη προς τα δω. Της φώναξα κι αυτή έφυγε τρέχοντας...

— Σου ορκίζομαι πως δεν ήρθε κι ούτε κανένας την περίμενε!

— Όμως εγώ την είδα... θα πει λοιπόν πως... Τώρα αμέσως θα μάθω πού είναι... Γειά σου, Αλεξέι. Τώρα μην πεις λέξη στον Αίσωπο για τα λεφτά. Μα στην Κατερίνα Ιβάνοβνα να πας τώρα αμέσως και χωρίς άλλο να της πεις: (Μου 'πε πως σας αποχαιρετάει, σας χαιρετάει και πάλι σας ξαναχαιρετάει! Έτσι ακριβώς μου 'πε: σας αποχαιρετάει μ' όλο του το σεβασμό!» Διηγήσου της κι αυτά που γίνανε δω πέρα.

Στο μεταξύ ο Ιβάν κι ο Γρηγόρης σήκωσαν το γέρο και τον καθίσανε στην πολυθρόνα. Το πρόσωπό του ήταν ματωμένο μα δεν είχε χάσει τις αισθήσεις του κι άκουγε λαίμαργα τις κραυγές του Ντιμήτρι. Του φαινόταν ακόμα πως η Γκρούσενκα ήταν στ' αλήθεια κάπου κει στο σπίτι. Ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς τον κοίταξε με μίσος καθώς έφευγε.

— Δε μετανιώνω για το αίμα σου! φώναξε. Φυλάξου, γέρο. Συμμάζεψε τις πεθυμιές σου γιατί και 'γω έχω πεθυμιές! Σε καταριέμαι και σ' απαρνιέμαι για πάντα.

Έφυγε τρέχοντας απ' το δωμάτιο.

— Είναι δω, είναι στ' αλήθεια εδώ! Σμερντιακόβ, Σμερντιακόβ, έλεγε αγκομαχώντας ο γέρος γνέφοντας με το δάχτυλο στον Σμερντιακόβ να πλησιάσει.

— Δεν είναι δω, δεν είναι, άμυαλε γέρο, του φώναξε θυμωμένα ο Ιβάν. Να 'τον τώρα, λιποθύμησε! Νερό! Πετσέτα! Κουνήσου, Σμερντιακόβ!

Ο Σμερντιακόβ έτρεξε να φέρει νερό. Τέλος τον έγδυσαν και τον κουβάλησαν στην κρεβατοκάμαρα και τον ξάπλωσαν στο κρεβάτι. Του δέσανε το κεφάλι με μια βρεγμένη πετσέτα. Εξασθενημένος απ' το κονιάκ, τις δυνατές συγκινήσεις και τα χτυπήματα, μόλις ακούμπησε το κεφάλι του στο μαξιλάρι έπεσε σε βύθος με τα μάτια ανεστραμμένα. Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς κι ο

Αλιόσα γύρισαν στη σάλα. Ο Σμερντιακόβ μάζευε τα θρύψαλα του βάζου κι ο Γρηγόρης στεκόταν κοντά στο τραπέζι σκυθρωπός, με το κεφάλι χαμηλωμένο.

— Δε θα 'ταν καλύτερα να βρέξεις και συ το κεφάλι σου και να πλαγιάσεις; γύρισε και είπε στον Γρηγόρη ο Αλιόσα. Εμείς θα τον φροντίσουμε και μόνοι μας. Ο αδερφός μου σε χτύπησε άσχημα... στο κεφάλι.

— Με τόλμησε! πρόφερε ο Γρηγόρης αργά και βλοσυρά.

— Αυτός «τόλμησε» και τον πατέρα του ακόμα! παρατήρησε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς στραβώνοντας το στόμα.

— Εγώ τον έπλενα στη σκάφη κι αυτός με τόλμησε! έλεγε και ξανάλεγε ο Γρηγόρης.

— Φτου να πάρει ο διάολος. Αν δεν τον εμπόδιζα εγώ, ίσως και να τον σκότωνε. Μήπως χρειάζεται πολύ ο Αίσωπος; ψιθύρισε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς στον Αλιόσα.

— Ο Θεός να φυλάει, ξεφώνισε ο Αλιόσα.

— Και γιατί να φυλάει; εξακολουθούσε να λέει ψιθυριστά ο Ιβάν, στραβώνοντας με κακία το πρόσωπό του. Η μια οχιά θα φάει την άλλη. Αυτό και τους χρειάζεται!

Ο Αλιόσα τινάχτηκε.

— Εγώ φυσικά δε θ' αφήσω να γίνει ο σκοτωμός, όπως τον εμπόδισα και τώρα. Μείνε δω πέρα, Αλιόσα —εγώ θα πάω να περπατήσω στον κήπο, άρχισε να μου πονάει το κεφάλι εδώ μέσα.

Ο Αλιόσα πήγε στην κρεβατοκάμαρα κι έκατσε δίπλα στο προσκέφαλο του πατέρα του κάπου μιαν ώρα. Ξαφνικά ο γέρος άνοιξε τα μάτια και κοίταξε για πολύ τον Αλιόσα. Φαίνεται πως προσπαθούσε να θυμηθεί και να σκεφτεί. Ξάφνου το πρόσωπό του έγινε εξαιρετικά ανήσυχο.

— Αλιόσα, ψιθύρισε σαν να φοβότανε μήπως τον ακούσει κανείς. Πού είναι ο Ιβάν;

— Στην αυλή. Του πονάει το κεφάλι. Μας φρουρεί. Δώσ' μου το καθρεφτάκι, να, κει πέρα είναι, δώσ' μου το!

Ο Αλιόσα του 'δωσε τον μικρό στρογγυλό καθρέφτη που ήταν στημένος πάνω στον κομό. Ο γέρος κοιτάχτηκε: η μύτη είχε πρηστεί αρκετά, και το μέτωπο, πάνω απ' τ' αριστερό φρύδι, είχε μελανιάσει.

— Τι λέει ο Ιβάν; Αλιόσα, καλέ μου, συ είσαι το μόνο μου παιδί. Τον Ιβάν τον φοβάμαι. Τον Ιβάν τον φοβάμαι πιο πολύ κι απ' τον άλλον. Μονάχα σένα δε φοβάμαι...

— Κανέναν δεν πρέπει να φοβάστε. Ο Ιβάν είναι θυμωμένος μα θα σας υπερασπίσει.

— Αλιόσα, αμ ο άλλος; Έτρεξε στην Γκρούσενκα! Καλέ μου άγγελε, πες μου την αλήθεια: ήταν εδώ πριν από λίγο η

Γκρούσενκα για όχι;

— Κανένας δεν την είδε. Ψέματα. Δεν ήρθε!

— Όμως ο Μίτια θέλει να την παντρευτεί, θα την παντρευτεί!

— Αυτή δε θα τον πάρει.

— Δε θα τον πάρει, δε θα τον πάρει, δε θα τον πάρει, δε θα τον πάρει, ποτέ δε θα τον πάρει!... έλεγε χαρούμενος ο γέρος, λες και κείνη τη στιγμή δε θα μπορούσε κανένας να του πει τίποτα πιο ευχάριστο.

Ενθουσιασμένος άρπαξε το χέρι του Αλιόσα και το' σφίξε πάνω στην καρδιά του. Ακόμα και τα μάτια του γυάλισαν απ' τα δάκρυα.

— Όσο για το εικονισματάκι της Μεγαλόχαρης, γι' αυτό που διηγόμουνα πριν από λίγο, πάρ' το κι έχε το εσύ.

Σου επιτρέπω να γυρίσεις και στο μοναστήρι., αστειεύτηκα όταν σου 'λεγα να κουβαλήσεις, μη μου θυμώνεις. Μου πονάει το κεφάλι, Αλιόσα... Λιόσα, κάνε να ηρεμήσει η καρδιά μου, πες μου την αλήθεια.

— Όλο για το ίδιο· αν ήρθε ή δεν ήρθε; είπε πικραμένα ο Αλιόσα.

— Όχι, όχι, όχι, σε πιστεύω, όμως να τι θέλω: Πήγαινε στην Γκρούσενκα ο ίδιος ή κανόνισε όπως νομίζεις και συνάντησέ την. Ρώτησέ την γρήγορα, όσο πιο γρήγορα μπορείς, προσπάθησε να καταλάβεις μόνος σου. Με ποιόν θέλει να πάει: με μένα για με κείνον; Ε; Τι λες; Μπορείς για δεν μπορείς;

— Αν τη δω θα τη ρωτήσω, τραύλισε ο Αλιόσα αμήχανα.

— Όχι, αυτή δε θα σου πει, τον διέκοψε ο γέρος. Σου είναι μια καμωματού αυτή. Θ' αρχίσει να σε φιλάει και θα πει πως θέλει να πάρει εσένανε. Είναι κατεργάρα, είναι μια ξεδιάντροπη, δεν πρέπει να πας στο σπίτι της, δεν πρέπει!

— Κι ούτε θα 'βγει σε καλό, πατερούλη.

— Πού σ' έστελνε κείνος πριν λίγο και φώναζε: «Πήγαινε», όταν έφευγε;

— Στης Κατερίνας Ιβάνοβνας μ' έστελνε.

— Για λεφτά; Για να της ζητήσεις λεφτά;

— Όχι. Όχι για λεφτά.

— Αυτός δεν έχει λεφτά, δεν έχει πεντάρα. Άκου, Αλιόσα θα μείνω δω στο κρεβάτι όλη τη νύχτα και θα το σκεφτώ' εσύ στο μεταξύ πήγαινε. Μπορεί να συναντήσεις και την άλλη... Μονάχα πέρασε από δω το δίχως άλλο αύριο το πρωί. Το δίχως άλλο. Αύριο έχω να σου πω ένα λογάκι. Θα περάσεις;

— Θα περάσω.

— Άμα θα 'ρθεις, κάνε πώς τάχα ήρθες από μόνος σου, πως ήρθες να με δεις. Μην το πεις σε κανέναν πως σε κάλεσα εγώ. Στον Ιβάν ούτε λέξη μην πεις.

— Καλά.

— Γειά σου, άγγελέ μου —πριν από λίγο με υπερασπίστηκες, δε θα το ξεχάσω ποτέ μου. Αύριο θα σου πω ένα λογάκι... μονάχα που πρέπει να σκεφτώ ακόμα...

— Και πώς αισθάνεστε τώρα;

— Αύριο κιόλας θα σηκωθώ και θα 'μαι εντελώς καλά, εντελώς, εντελώς καλά!...

Περνώντας απ' την αυλή ο Αλιόσα συνάντησε τον αδερφό του τον Ιβάν, που καθότανε σ' έναν πάγκο δίπλα στην εξώπορτα και κάτι έγραφε μ' ένα μολύβι στο σημειωματάριό του. Ο Αλιόσα είπε στον Ιβάν πως ο γέρος ξύπνησε και είναι αρκετά καλά και πως αυτόν τον έστειλε να κοιμηθεί στο μοναστήρι.

— Αλιόσα, με μεγάλη μου ευχαρίστηση θα σε συναντούσα αύριο το πρωί, είπε ο Ιβάν ευπροσήγορα και σηκώθηκε.

Τούτος ο ευπροσήγορος τόνος ήταν εντελώς αναπάντεχος για τον Αλιόσα.

— Αύριο θα πάω στους Χοχλάκοβ, απάντησε ο Αλιόσα. Ίσως να πάω και στην Κατερίνα Ιβάνοβνα αν δεν τη βρω σήμερα στο σπίτι...

— Ώστε λοιπόν παρ' όλ' αυτά θα πας τώρα στην Κατερίνα Ιβάνοβνα; Είναι για να την αποχαιρετήσεις εκ μέρους του, να την αποχαιρετήσεις; είπε ο Ιβάν και ξάφνου χαμογέλασε.

Ο Αλιόσα τα 'χασε λιγάκι.

— Μου φαίνεται πως τα κατάλαβα όλα απ' τα επιφωνήματά του, που άκουσα λίγο πριν κι από κάτι άλλα

προηγούμενα, Ο Ντιμήτρι ασφαλώς θα σε παρακαλούσε να πας σε κείνην και να της πεις πως αυτός... ε, δηλαδή με μια λέξη, την αποχαιρετάει.

— Αδερφέ μου! Πώς θα τελειώσουν όλ' αυτά με τον πατέρα και τον Ντιμήτρι; αναφώνησε ο Αλιόσα.

— Δεν μπορεί να μαντέψει στα σίγουρα κανείς. Ίσως και να μη γίνει τίποτα. Αυτή η γυναίκα είναι θηρίο. Όπως και να 'ναι, τον γέρο πρέπει να τον κρατήσουμε στο σπίτι και τον Ντιμήτρι να μην τον αφήσουμε να μπει.

— Αδερφέ μου, επίτρεψέ μου να σε ρωτήσω και τούτο: Είναι ποτέ δυνατό να 'χει το δικαίωμα ο κάθε άνθρωπος ν' αποφασίζει για το ποιος είν' άξιος να ζει και ποιος δεν είναι;

— Γιατί να μπερδεύουμε τα πράματα και να παρεμβάλλουμε ζητήματα αξίας του καθενός; Αυτό το ζήτημα τις πιο πολλές φορές λύνεται στις καρδιές των ανθρώπων χωρίς να ληφθεί καθόλου υπόψη ο παράγοντας της αξίας. Υπάρχουν κι άλλα αίτια πολύ πιο φυσικά. Όσο για το δικαίωμα, και Ποιος λοιπόν δεν έχει το δικαίωμα να επιθυμεί;

— Όχι όμως και το θάνατο του άλλου!

— Έστω κι αυτό ακόμα! Ποιος ο λόγος να λέμε ψέματα στον εαυτό μας τη στιγμή που όλοι οι άνθρωποι έτσι ζούνε και ίσως να μην μπορούν να ζήσουν αλλιώτικα; Σίγουρα θα το 'πες αυτό για κείνα τα λόγια μου πως «οι δύο οχιές θα φαγωθούν μεταξύ τους». Επίτρεψέ μου τότε να σε ρωτήσω και γω: Με θεωρείς και μένα, σαν τον Ντιμήτρι, ικανό να χύσω το αίμα του Αίσωπου, να τον σκοτώσω; Ε;

— Τι λες, Ιβάν! Ποτέ μου δεν το σκέφτηκα αυτό! Μα κι ούτε τον Ντιμήτρι τον θεωρώ...

— Σ' ευχαριστώ έστω και γι' αυτό, είπε ειρωνικά ο Ιβάν. Εγώ πάντα θα τον υπερασπιστώ. Στο λέω και να το ξέρεις. Όσο για τις βαθύτερες επιθυμίες μου, σε τούτη την περίπτωση δεν μπορώ να τις περιορίσω. Λοιπόν γειά σου κι αύριο θα σε ξαναδώ. Μη με κακολογείς και μη με κοιτάς σαν κακούργο, πρόσθεσε και χαμογέλασε.

Σφίξανε δυνατά τα χέρια, όσο ποτέ άλλοτε. Ο Αλιόσα ένιωσε πως ο αδερφός του πρώτος έκανε ένα βήμα για να τον πλησιάσει και πως το 'κανε αυτό έχοντας το δίχως άλλο κάποιον σκοπό στο νου του.


3. IX. Οι Φιλήδονοι 3. IX. The Philhellenes 3. IX. Les Philhellènes 3. IX. Filhelleni 3. IX. Філіппінці

ΑΜΕΣΟΣ πίσω απ’ τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς μπήκανε τρέχοντας στη σάλα ο Γρηγόρης με τον Σμερντιακόβ, Αυτοί ήταν που παλέψανε μαζί του στον προθάλαμο και δεν τον αφήνανε να μπει (σύμφωνα με τις οδηγίες του ίδιου του Φιόντορ Παύλοβιτς που τους τις είχε δώσει πριν από κάμποσες μέρες κιόλας). Ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, μόλις εισόρμησε στην αίθουσα, σταμάτησε για μια στιγμή κοιτάζοντας ένα γύρω για να προσανατολιστεί. Ο Γρηγόρης επωφελήθηκε απ’ αυτό και, κάνοντας το γύρο του τραπεζιού, πήγε κι έκλεισε τη μεγάλη πόρτα που ήταν απέναντι απ’ την είσοδο της σάλας και που έβγαζε στα μέσα δωμάτια, στάθηκε μπροστά της κι άνοιξε διάπλατα τα χέρια του σαν σταυρό, έτοιμος να υπερασπίσει την είσοδο μέχρι τελευταίας πνοής. Μόλις το ’δε αυτό ο Ντιμήτρι, δε φώναξε μα ούρλιαξε κι όρμησε πάνω στον Γρηγόρη. Immediately behind Dimitri Fiodorovic, Gregory and Smerdiakov came running into the hall, they were the ones who fought with him in the anteroom and did not let him in (according to the instructions of Fiodor Pavlovic himself, who had given them a few days before). Dimitri Fiodorovic, as soon as he stormed into the hall, stopped for a moment looking one around to get his bearings. Gregory took advantage of this and, going round the table, went and closed the large door opposite the entrance to the hall, which led into the inner rooms, stood before it and spread his arms wide like a cross, ready to defend the entrance to the last breath. As soon as Dimitri did so, he did not cry out, but screamed and rushed at Gregory.

Θα πει λοιπόν πως εκεί είναι αυτή! So he'll say there she is! Εκεί την κρύψατε! That's where you hid it! Ξεκουμπίσου από μπροστά μου, κανάγια! Get out of my way, you little cannibal!

Άρπαξε κιόλας τον Γρηγόρη μα κείνος τον απόσπρωξε. He already grabbed Gregory but he pushed him away. Τρελός απ' τη λύσσα του ο Ντιμήτρι άνοιξε πλατιά το χέρι του και χτύπησε μ' όλη του τη δύναμη τον Γρηγόρη. Mad with rage, Dimitri opened his hand wide and struck Gregory with all his might. Ο γέρος σωριάστηκε σα θερισμένος κι ο Ντιμήτρι πηδώντας από πάνω του ρίχτηκε στην πόρτα. The old man collapsed like a reaper and Dimitri jumped over him and threw himself at the door. Ο Σμερντιακόβ έμεινε στη σάλα, στην άλλη άκρη, τρέμοντας σύγκορμος και στριμώχτηκε κατάχλωμος δίπλα στον Φιόντορ Παύλοβιτς. Smerdiakov stayed in the hall, at the other end, shivering, and squeezed in a huddle next to Fiodor Pavlovic.

—Είναι δω, φώναξε ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, τώρα μόλις την είδα που έστριβε κατά το σπίτι, μονάχα που δεν την πρόφτασα. -"She is here," cried Dimitri Fyodorovich, "I have just seen her turning towards the house, only I did not catch her. Πού είναι; Πού είναι; Where are they? Where are they?

Αυτή η κραυγή «είναι δω» έκανε απερίγραπτη εντύπωση στον Φιόντορ Παύλοβιτς. This cry of "he is here" made an indescribable impression on Fiodor Pavlovic. Όλος ο τρόμος έφυγε μονομιάς από πάνω του. All the terror was gone from him at once.

—Κρατάτε τον, κρατάτε τον! -Hold him, hold him! ξεφώνισε κι όρμησε πίσω απ' τον Ντιμήτρι. he yelled and rushed after Dimitri. Ο Γρηγόρης στο μεταξύ σηκώθηκε απ' το πάτωμα μα δεν είχε συνέλθει ακόμα. Gregory meanwhile got up from the floor but had not yet recovered. Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς κι ο Αλιόσα τρέξανε να προφτάσουν τον πατέρα τους. Ivan Fyodorovich and Aliosha ran to catch up with their father. Στο τρίτο δωμάτιο ακούστηκε ένας κρότος, σάμπως κάτι να 'πεσε στο πάτωμα κι έσπασε με θόρυβο: ήταν ένα μεγάλο γυάλινο βάζο (όχι απ' τα ακριβά) με μαρμάρινη βάση που το παράσυρε τρέχοντας ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς. In the third room there was a crash, as if something had fallen to the floor and broken with a crash: it was a large glass vase (not the expensive kind) with a marble base, which Dimitri Fyodorovich was running away with.

—Απάνω του! -Get on him! ούρλιαξε ο γέρος. the old man screamed. Στα όπλα!.. To arms!

Μα ο Ιβάν Φιοντόροβιτς κι ο Αλιόσα προφτάσανε το γέρο και τον φέρανε με το ζόρι πίσω στη σάλα. But Ivan Fyodorovich and Aliosha caught up with the old man and brought him back to the hall by force.

— Τι τον κυνηγάτε λοιπόν; Πάτε γυρεύοντας δηλαδή; Θα σας σκοτώσει! - So what are you after him for? You're asking for it? He'll kill you! φώναξε θυμωμένα ο Ιβάν Φιοντόροβιτς στον πατέρα του. Ivan Fyodorovich shouted angrily at his father.

— Βάνιτσκα, Λιόσετσκα, θα πει λοιπόν πως είναι... ω, η Γκρούσενκα είναι δω, το λέει κι ο ίδιος, την είδε που ερχόταν... Πνιγόταν. - Vanitschka, Liosetschka, he will say he is... oh, Grussenka is here, he says so himself, he saw her coming... She was drowning. Τούτη την ώρα δεν περίμενε την Γκρούσενκα και ξαφνικά η είδηση πως είναι κει τον έκανε να χάσει τα λογικά του. This time he was not expecting Grussenka and suddenly the news that she was there made him lose his mind. Έτρεμε ολάκερος κι έκανε σαν τρελός. He was shaking all over the place and going crazy.

— Μα το είδατε και μονάχος σας πως δεν ήρθε, φώναζε ο Ιβάν. - "But you saw for yourself that he did not come," cried Ivan.

— Μπορεί να 'ρθε απ' την άλλη είσοδο. - Maybe he came in the other entrance.

— Μα κείνη η είσοδος είναι κλειστή και το κλειδί το 'χετε σεις... - But that entrance is closed and you have the key...

Ξάφνου ο Ντιμήτρι ξαναφάνηκε στη σάλα. Suddenly Dimitri reappeared in the hall. Βρήκε φυσικά την άλλη είσοδο κλειδωμένη. Και πραγματικά το κλειδί το 'χε ο Φιόντορ Παύλοβιτς στην τσέπη του. And indeed, Fiodor Pavlovic had the key in his pocket. Όλα τα παράθυρα σ' όλα τα δωμάτια ήταν κλειστά. All the windows in all the rooms were closed. Πάει να πει λοιπόν πως από πουθενά δεν μπορούσε να μπει η Γκρούσενκα κι από πουθενά δεν μπορούσε να το σκάσει. So what he's saying is that there was nowhere for Grushenka to go and nowhere for her to run away.

—Αρπάχτε τον! -Grab him! ούρλιαζε ο Φιόντορ Παύλοβιτς μόλις ξανάδε τον Ντιμήτρι. screamed Fiodor Pavlovic as soon as he saw Dimitri again. Μου 'κλεψε λεφτά απ' την κρεβατοκαμαρά μου! He stole money from my bedroom! και ξεφεύγοντας απ' τον Ιβάν, όρμησε και πάλι πάνω στον Ντιμήτρι. and escaping from Ivan, he lunged at Dimitri again. Μα κείνος τον άρπαξε απ' τα δυό τσουλούφια που του 'χαν απομείνει στους κροτάφους, τον τίναξε δυνατά και τον βρόντηξε στο πάτωμα. But he grabbed him by the two tufts of hair that were left on his temples, shook him hard and slammed him to the floor. Πρόφτασε και χτύπησε ακόμα δυο-τρεις φορές τον πεσμένο με το τακούνι στο πρόσωπο. He caught up and hit the fallen man two or three more times in the face with his heel. Ο γέρος άρχισε να ουρλιάζει διαπεραστικά. The old man began to scream piercingly. Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς, αν και δεν ήταν τόσο δυνατός όσο ο Ντιμήτρι, τον άδραξε και τον απόσπασε απ' το γέρο. Ivan Fyodorovic, although not as strong as Dimitri, grabbed him and pulled him away from the old man. Ο Αλιόσα έβαλε κι αυτός το χεράκι του αδράχνοντάς τον από μπροστά. Alyosha had a hand in it too, grabbing him from the front.

— Τρελάθηκες; Τον σκότωσες! - Are you out of your mind? You killed him! φώναξε ο Ιβάν. Ivan shouted.

— Αυτό και του πρέπει, ξεφώνισε λαχανιασμένος ο Ντιμήτρι. - That's what he should do, Dimitri exclaimed breathlessly. Κι αν δεν τον σκότωσα, θα ξανάρθω για να τον αποτελειώσω. And if I didn't kill him, I'll be back to finish him off. Δε θα μου ξεφύγει! I won't miss it!

— Ντιμήτρι! Φύγε αμέσως από δω! Get out of here right now! φώναξε επιτακτικά ο Αλιόσα. Alyosha shouted urgently.

— Αλεξέι! Πες μου εσύ. Μονάχα σένα θα πιστέψω. You're the only one I'll believe. Ήταν εδώ αυτή ή όχι; Την είδα τώρα μόλις που πέρασε κλεφτά μπρος απ' το φράχτη προς τα δω. Was she here or not? I saw her just now, stealing past the fence towards me. Της φώναξα κι αυτή έφυγε τρέχοντας... I shouted at her and she ran away...

— Σου ορκίζομαι πως δεν ήρθε κι ούτε κανένας την περίμενε! - I swear she didn't come and no one was expecting her!

— Όμως εγώ την είδα... θα πει λοιπόν πως... Τώρα αμέσως θα μάθω πού είναι... Γειά σου, Αλεξέι. - But I saw her... so he's going to say that... I'll find out right now where she is... Hello, Alexei. Τώρα μην πεις λέξη στον Αίσωπο για τα λεφτά. Now don't say a word to Aesop about the money. Μα στην Κατερίνα Ιβάνοβνα να πας τώρα αμέσως και χωρίς άλλο να της πεις: (Μου 'πε πως σας αποχαιρετάει, σας χαιρετάει και πάλι σας ξαναχαιρετάει! But to Katerina Ivanovna you should go right now and tell her without further ado: (She told me that she says goodbye to you, she says goodbye to you and she says goodbye to you again! Έτσι ακριβώς μου 'πε: σας αποχαιρετάει μ' όλο του το σεβασμό!» Διηγήσου της κι αυτά που γίνανε δω πέρα. That's exactly what he told me: he bids you farewell with all his respect!" Tell her what happened here.

Στο μεταξύ ο Ιβάν κι ο Γρηγόρης σήκωσαν το γέρο και τον καθίσανε στην πολυθρόνα. Meanwhile Ivan and Gregory picked up the old man and sat him down in the armchair. Το πρόσωπό του ήταν ματωμένο μα δεν είχε χάσει τις αισθήσεις του κι άκουγε λαίμαργα τις κραυγές του Ντιμήτρι. His face was bloody but he had not lost consciousness and was listening to the cries of Dimitri. Του φαινόταν ακόμα πως η Γκρούσενκα ήταν στ' αλήθεια κάπου κει στο σπίτι. It still seemed to him that Grushenka was really there somewhere in the house. Ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς τον κοίταξε με μίσος καθώς έφευγε. Dimitri Fyodorovich looked at him with hatred as he left.

— Δε μετανιώνω για το αίμα σου! - I don't regret your blood! φώναξε. Φυλάξου, γέρο. Watch your back, old man. Συμμάζεψε τις πεθυμιές σου γιατί και 'γω έχω πεθυμιές! Get your shit together because I have shit too! Σε καταριέμαι και σ' απαρνιέμαι για πάντα. I curse you and deny you forever.

Έφυγε τρέχοντας απ' το δωμάτιο. He ran out of the room.

— Είναι δω, είναι στ' αλήθεια εδώ! - He's here, he's really here! Σμερντιακόβ, Σμερντιακόβ, έλεγε αγκομαχώντας ο γέρος γνέφοντας με το δάχτυλο στον Σμερντιακόβ να πλησιάσει. "Smerdyakov, Smerdyakov," the old man was saying with a gasp, beckoning with his finger for Smerdyakov to come closer.

— Δεν είναι δω, δεν είναι, άμυαλε γέρο, του φώναξε θυμωμένα ο Ιβάν. - "It's not here, it's not here, old man," Ivan shouted angrily. Να 'τον τώρα, λιποθύμησε! There he is now, he's passed out! Νερό! Πετσέτα! Towel! Κουνήσου, Σμερντιακόβ! Move, Smerdyakov!

Ο Σμερντιακόβ έτρεξε να φέρει νερό. Smerdiakov ran to fetch water. Τέλος τον έγδυσαν και τον κουβάλησαν στην κρεβατοκάμαρα και τον ξάπλωσαν στο κρεβάτι. Finally they stripped him and carried him into the bedroom and laid him on the bed. Του δέσανε το κεφάλι με μια βρεγμένη πετσέτα. They tied his head with a wet towel. Εξασθενημένος απ' το κονιάκ, τις δυνατές συγκινήσεις και τα χτυπήματα, μόλις ακούμπησε το κεφάλι του στο μαξιλάρι έπεσε σε βύθος με τα μάτια ανεστραμμένα. Exhausted by the brandy, the strong emotions and the blows, he just put his head on the pillow and fell into a deep sleep with his eyes turned upside down. Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς κι ο Ivan Fyodorovich and

Αλιόσα γύρισαν στη σάλα. Aliosha returned to the hall. Ο Σμερντιακόβ μάζευε τα θρύψαλα του βάζου κι ο Γρηγόρης στεκόταν κοντά στο τραπέζι σκυθρωπός, με το κεφάλι χαμηλωμένο. Smerdyakov was picking up the fragments of the jar and Gregory was standing near the table, sullen, with his head down.

— Δε θα 'ταν καλύτερα να βρέξεις και συ το κεφάλι σου και να πλαγιάσεις; γύρισε και είπε στον Γρηγόρη ο Αλιόσα. - Wouldn't you rather get your head wet and go to bed? Alyosha turned and said to Gregory. Εμείς θα τον φροντίσουμε και μόνοι μας. We will take care of him ourselves. Ο αδερφός μου σε χτύπησε άσχημα... στο κεφάλι. My brother beat you badly... in the head.

— Με τόλμησε! πρόφερε ο Γρηγόρης αργά και βλοσυρά. Gregory said slowly and grimly.

— Αυτός «τόλμησε» και τον πατέρα του ακόμα! - He even "dared" his father! παρατήρησε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς στραβώνοντας το στόμα. Ivan Fyodorovich remarked with a twisted mouth.

— Εγώ τον έπλενα στη σκάφη κι αυτός με τόλμησε! - I was sailing him in the tub and he dared me! έλεγε και ξανάλεγε ο Γρηγόρης.

— Φτου να πάρει ο διάολος. Αν δεν τον εμπόδιζα εγώ, ίσως και να τον σκότωνε. If I hadn't stopped him, he might have killed him. Μήπως χρειάζεται πολύ ο Αίσωπος; ψιθύρισε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς στον Αλιόσα. Does Aesop need Aesop too much? whispered Ivan Fyodorovich to Alyosha.

— Ο Θεός να φυλάει, ξεφώνισε ο Αλιόσα. - God forbid, Aliosha exclaimed.

— Και γιατί να φυλάει; εξακολουθούσε να λέει ψιθυριστά ο Ιβάν, στραβώνοντας με κακία το πρόσωπό του. - And why should he keep watch?Ivan was still whispering, his face twisted with malice. Η μια οχιά θα φάει την άλλη. One viper will eat the other. Αυτό και τους χρειάζεται!

Ο Αλιόσα τινάχτηκε.

— Εγώ φυσικά δε θ' αφήσω να γίνει ο σκοτωμός, όπως τον εμπόδισα και τώρα. - I, of course, will not allow the killing to take place, as I have prevented it now. Μείνε δω πέρα, Αλιόσα —εγώ θα πάω να περπατήσω στον κήπο, άρχισε να μου πονάει το κεφάλι εδώ μέσα. Stay here, Alyosha -I'm going to walk in the garden, my head is beginning to hurt in here.

Ο Αλιόσα πήγε στην κρεβατοκάμαρα κι έκατσε δίπλα στο προσκέφαλο του πατέρα του κάπου μιαν ώρα. Alyosha went into the bedroom and sat by his father's headboard for about an hour. Ξαφνικά ο γέρος άνοιξε τα μάτια και κοίταξε για πολύ τον Αλιόσα. Suddenly the old man opened his eyes and looked at Aliosha for a long time. Φαίνεται πως προσπαθούσε να θυμηθεί και να σκεφτεί. He seemed to be trying to remember and think. Ξάφνου το πρόσωπό του έγινε εξαιρετικά ανήσυχο. Suddenly his face became extremely anxious.

— Αλιόσα, ψιθύρισε σαν να φοβότανε μήπως τον ακούσει κανείς. - Alyosha, he whispered as if afraid that no one would hear him. Πού είναι ο Ιβάν;

— Στην αυλή. Του πονάει το κεφάλι. His head hurts. Μας φρουρεί. It guards us. Δώσ' μου το καθρεφτάκι, να, κει πέρα είναι, δώσ' μου το! Give me the mirror, there it is, it's over there, give it to me!

Ο Αλιόσα του 'δωσε τον μικρό στρογγυλό καθρέφτη που ήταν στημένος πάνω στον κομό. Ο γέρος κοιτάχτηκε: η μύτη είχε πρηστεί αρκετά, και το μέτωπο, πάνω απ' τ' αριστερό φρύδι, είχε μελανιάσει. The old man looked at himself: the nose was quite swollen, and the forehead, above the left eyebrow, was bruised.

— Τι λέει ο Ιβάν; Αλιόσα, καλέ μου, συ είσαι το μόνο μου παιδί. - What does Ivan say? Alyosha, my dear, you're my only child. Τον Ιβάν τον φοβάμαι. Τον Ιβάν τον φοβάμαι πιο πολύ κι απ' τον άλλον. I'm more afraid of Ivan than the other one. Μονάχα σένα δε φοβάμαι...

— Κανέναν δεν πρέπει να φοβάστε. Ο Ιβάν είναι θυμωμένος μα θα σας υπερασπίσει. Ivan is angry, but he will defend you.

— Αλιόσα, αμ ο άλλος; Έτρεξε στην Γκρούσενκα! - Aliosa, who's the other one? He ran to Grushenka! Καλέ μου άγγελε, πες μου την αλήθεια: ήταν εδώ πριν από λίγο η My good angel, tell me the truth: was there here a moment ago

Γκρούσενκα για όχι;

— Κανένας δεν την είδε. Ψέματα. Δεν ήρθε!

— Όμως ο Μίτια θέλει να την παντρευτεί, θα την παντρευτεί! - But Mitia wants to marry her, he will marry her!

— Αυτή δε θα τον πάρει. - She won't take him.

— Δε θα τον πάρει, δε θα τον πάρει, δε θα τον πάρει, δε θα τον πάρει, ποτέ δε θα τον πάρει!... - He won't get it, he won't get it, he won't get it, he won't get it, he'll never get it!... έλεγε χαρούμενος ο γέρος, λες και κείνη τη στιγμή δε θα μπορούσε κανένας να του πει τίποτα πιο ευχάριστο. said the old man happily, as if at that moment no one could have said anything more pleasant to him.

Ενθουσιασμένος άρπαξε το χέρι του Αλιόσα και το' σφίξε πάνω στην καρδιά του. Excitedly he grabbed Aliosha's hand and squeezed it over his heart. Ακόμα και τα μάτια του γυάλισαν απ' τα δάκρυα. Even his eyes were shining with tears.

— Όσο για το εικονισματάκι της Μεγαλόχαρης, γι' αυτό που διηγόμουνα πριν από λίγο, πάρ' το κι έχε το εσύ. - As for the icon of the Great Lady, for what I was talking about a moment ago, take it and have it.

Σου επιτρέπω να γυρίσεις και στο μοναστήρι., αστειεύτηκα όταν σου 'λεγα να κουβαλήσεις, μη μου θυμώνεις. I allow you to go back to the monastery, I was joking when I told you to carry, don't be angry with me. Μου πονάει το κεφάλι, Αλιόσα... Λιόσα, κάνε να ηρεμήσει η καρδιά μου, πες μου την αλήθεια. My head hurts, Alyosha... Lyosha, calm my heart, tell me the truth.

— Όλο για το ίδιο· αν ήρθε ή δεν ήρθε; είπε πικραμένα ο Αλιόσα. - All about the same; whether he came or not? said Aliosha bitterly.

— Όχι, όχι, όχι, σε πιστεύω, όμως να τι θέλω: Πήγαινε στην Γκρούσενκα ο ίδιος ή κανόνισε όπως νομίζεις και συνάντησέ την. - No, no, no, no, I believe you, but here's what I want: Go to Grushenka yourself or make your own arrangements and meet her. Ρώτησέ την γρήγορα, όσο πιο γρήγορα μπορείς, προσπάθησε να καταλάβεις μόνος σου. Ask her quickly, as quickly as you can, try to understand for yourself. Με ποιόν θέλει να πάει: με μένα για με κείνον; Ε; Τι λες; Μπορείς για δεν μπορείς; Who does he want to go with: me or him? Ε; What do you think? Can you or can't you?

— Αν τη δω θα τη ρωτήσω, τραύλισε ο Αλιόσα αμήχανα.

— Όχι, αυτή δε θα σου πει, τον διέκοψε ο γέρος. - "No, she won't tell you," the old man interrupted him. Σου είναι μια καμωματού αυτή. She's a bit of a stickler for you. Θ' αρχίσει να σε φιλάει και θα πει πως θέλει να πάρει εσένανε. He'll start kissing you and saying he wants to take you. Είναι κατεργάρα, είναι μια ξεδιάντροπη, δεν πρέπει να πας στο σπίτι της, δεν πρέπει! She's a rascal, she's a shameless one, you mustn't go to her house, you mustn't!

— Κι ούτε θα 'βγει σε καλό, πατερούλη. - And it won't do you any good either, Daddy.

— Πού σ' έστελνε κείνος πριν λίγο και φώναζε: «Πήγαινε», όταν έφευγε; - Where he was sending you just now, yelling: "Go" when he was leaving?

— Στης Κατερίνας Ιβάνοβνας μ' έστελνε.

— Για λεφτά; Για να της ζητήσεις λεφτά;

— Όχι. Όχι για λεφτά.

— Αυτός δεν έχει λεφτά, δεν έχει πεντάρα. Άκου, Αλιόσα θα μείνω δω στο κρεβάτι όλη τη νύχτα και θα το σκεφτώ' εσύ στο μεταξύ πήγαινε. Listen, Alyosha, I'll stay here in bed all night and think about it, and you go in the meantime. Μπορεί να συναντήσεις και την άλλη... Μονάχα πέρασε από δω το δίχως άλλο αύριο το πρωί. You might meet the other one... Just come by here tomorrow morning. Το δίχως άλλο. That's it. Αύριο έχω να σου πω ένα λογάκι. Θα περάσεις; Will you come in?

— Θα περάσω. - I'll come by.

— Άμα θα 'ρθεις, κάνε πώς τάχα ήρθες από μόνος σου, πως ήρθες να με δεις. - When you come, pretend that you have come of your own accord, that you have come to see me. Μην το πεις σε κανέναν πως σε κάλεσα εγώ. Don't tell anyone I invited you. Στον Ιβάν ούτε λέξη μην πεις. Don't say a word to Ivan.

— Καλά.

— Γειά σου, άγγελέ μου —πριν από λίγο με υπερασπίστηκες, δε θα το ξεχάσω ποτέ μου. - Hello, my angel-you defended me a while ago, I'll never forget it. Αύριο θα σου πω ένα λογάκι... μονάχα που πρέπει να σκεφτώ ακόμα... Tomorrow I'll give you a little speech... ...only I still have to think...

— Και πώς αισθάνεστε τώρα; - And how do you feel now?

— Αύριο κιόλας θα σηκωθώ και θα 'μαι εντελώς καλά, εντελώς, εντελώς καλά!... - Tomorrow I'll get up and I'll be completely fine, completely, completely fine!...

Περνώντας απ' την αυλή ο Αλιόσα συνάντησε τον αδερφό του τον Ιβάν, που καθότανε σ' έναν πάγκο δίπλα στην εξώπορτα και κάτι έγραφε μ' ένα μολύβι στο σημειωματάριό του. Passing through the courtyard, Alyosha met his brother Ivan, who was sitting on a bench by the front door, writing something with a pencil in his notebook. Ο Αλιόσα είπε στον Ιβάν πως ο γέρος ξύπνησε και είναι αρκετά καλά και πως αυτόν τον έστειλε να κοιμηθεί στο μοναστήρι. Aliosha told Ivan that the old man had woken up and was well enough and that he had sent him to sleep in the monastery.

— Αλιόσα, με μεγάλη μου ευχαρίστηση θα σε συναντούσα αύριο το πρωί, είπε ο Ιβάν ευπροσήγορα και σηκώθηκε. - 'Aliosha, I would be delighted to meet you tomorrow morning,' Ivan said gently and got up.

Τούτος ο ευπροσήγορος τόνος ήταν εντελώς αναπάντεχος για τον Αλιόσα. This eloquent tone was completely unexpected for Aliosha.

— Αύριο θα πάω στους Χοχλάκοβ, απάντησε ο Αλιόσα. - 'Tomorrow I will go to the Khokhlakov's,' replied Aliosha. Ίσως να πάω και στην Κατερίνα Ιβάνοβνα αν δεν τη βρω σήμερα στο σπίτι...

— Ώστε λοιπόν παρ' όλ' αυτά θα πας τώρα στην Κατερίνα Ιβάνοβνα; Είναι για να την αποχαιρετήσεις εκ μέρους του, να την αποχαιρετήσεις; είπε ο Ιβάν και ξάφνου χαμογέλασε. - So you're still going to go to Katerina Ivanovna? Is it to say good-bye to her on his behalf, to bid her farewell?Ivan said, and suddenly smiled.

Ο Αλιόσα τα 'χασε λιγάκι. Alyosha's a little out of it.

— Μου φαίνεται πως τα κατάλαβα όλα απ' τα επιφωνήματά του, που άκουσα λίγο πριν κι από κάτι άλλα - I seem to have understood it all from his exclamations, which I heard a little while ago and from some other things

προηγούμενα, Ο Ντιμήτρι ασφαλώς θα σε παρακαλούσε να πας σε κείνην και να της πεις πως αυτός... ε, δηλαδή με μια λέξη, την αποχαιρετάει. Previously, Dimitri would surely beg you to go to her and tell her that he... well, in a word, he's saying goodbye to her.

— Αδερφέ μου! Πώς θα τελειώσουν όλ' αυτά με τον πατέρα και τον Ντιμήτρι; αναφώνησε ο Αλιόσα. How will all this end with father and Dimitri?" exclaimed Aliosha.

— Δεν μπορεί να μαντέψει στα σίγουρα κανείς. - One cannot guess for sure. Ίσως και να μη γίνει τίποτα. Maybe nothing will happen. Αυτή η γυναίκα είναι θηρίο. That woman is a beast. Όπως και να 'ναι, τον γέρο πρέπει να τον κρατήσουμε στο σπίτι και τον Ντιμήτρι να μην τον αφήσουμε να μπει. Either way, the old man should be kept in the house and Dimitri should not be let in.

— Αδερφέ μου, επίτρεψέ μου να σε ρωτήσω και τούτο: Είναι ποτέ δυνατό να 'χει το δικαίωμα ο κάθε άνθρωπος ν' αποφασίζει για το ποιος είν' άξιος να ζει και ποιος δεν είναι; - My brother, let me ask you this: is it ever possible that every man has the right to decide who is worthy to live and who is not?

— Γιατί να μπερδεύουμε τα πράματα και να παρεμβάλλουμε ζητήματα αξίας του καθενός; Αυτό το ζήτημα τις πιο πολλές φορές λύνεται στις καρδιές των ανθρώπων χωρίς να ληφθεί καθόλου υπόψη ο παράγοντας της αξίας. - Why confuse the issues and interject issues of one's own merit? This issue is most often resolved in the hearts of people without any consideration of the merit factor. Υπάρχουν κι άλλα αίτια πολύ πιο φυσικά. There are other causes that are much more natural. Όσο για το δικαίωμα, και Ποιος λοιπόν δεν έχει το δικαίωμα να επιθυμεί; As for the right, and Who then does not have the right to wish?

— Όχι όμως και το θάνατο του άλλου! - But not the death of the other!

— Έστω κι αυτό ακόμα! Ποιος ο λόγος να λέμε ψέματα στον εαυτό μας τη στιγμή που όλοι οι άνθρωποι έτσι ζούνε και ίσως να μην μπορούν να ζήσουν αλλιώτικα; Σίγουρα θα το 'πες αυτό για κείνα τα λόγια μου πως «οι δύο οχιές θα φαγωθούν μεταξύ τους». What is the point of lying to ourselves when all people live like this and perhaps cannot live any other way? Surely you would say that about those words of mine that "two vipers will eat each other". Επίτρεψέ μου τότε να σε ρωτήσω και γω: Με θεωρείς και μένα, σαν τον Ντιμήτρι, ικανό να χύσω το αίμα του Αίσωπου, να τον σκοτώσω; Ε; Let me ask you then: Do you consider me, like Dimitri, capable of shedding the blood of Aesop, of killing him? Ε;

— Τι λες, Ιβάν! Ποτέ μου δεν το σκέφτηκα αυτό! Μα κι ούτε τον Ντιμήτρι τον θεωρώ...

— Σ' ευχαριστώ έστω και γι' αυτό, είπε ειρωνικά ο Ιβάν. - "Thank you even for that," said Ivan ironically. Εγώ πάντα θα τον υπερασπιστώ. I will always defend him. Στο λέω και να το ξέρεις. Όσο για τις βαθύτερες επιθυμίες μου, σε τούτη την περίπτωση δεν μπορώ να τις περιορίσω. As for my deeper desires, in this case I cannot limit them. Λοιπόν γειά σου κι αύριο θα σε ξαναδώ. Well, goodbye and I'll see you tomorrow. Μη με κακολογείς και μη με κοιτάς σαν κακούργο, πρόσθεσε και χαμογέλασε. Don't badmouth me and don't look at me like a villain, he added and smiled.

Σφίξανε δυνατά τα χέρια, όσο ποτέ άλλοτε. They shook hands as hard as ever. Ο Αλιόσα ένιωσε πως ο αδερφός του πρώτος έκανε ένα βήμα για να τον πλησιάσει και πως το 'κανε αυτό έχοντας το δίχως άλλο κάποιον σκοπό στο νου του. Alyosha felt that his brother was the first to take a step towards him and that he did so with a purpose in mind.