×

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη λειτουργία του LingQ. Επισκέπτοντας τον ιστότοπο, συμφωνείς στην cookie policy.


image

Παπαντωνίου, Ζ. - Τα Ψηλά Βουνά (1918), 57. Ο Κωστάκης μ’ ένα παπούτσι

57. Ο Κωστάκης μ’ ένα παπούτσι

Ο Κωστάκης είναι μ' ένα παπούτσι. Το άλλο το χάλασε χτες στον δρόμο που πήγαν για τον Φάνη.

Ξεκαρφώθηκε όλο από κάτω και χάσκει. Ο Κωστάκης σέρνει το παπούτσι του, σαν να είναι κουτσός ή γέρος. Δεν μπορεί να κάνει πολλά βήματα· το παπούτσι ανοίγει και κάνει: κλαπ, κλαπ!

Σπουδαίο πράμα το παπούτσι... Τι αξίζει ο μπαλωματής! Να περνούσε τώρα ένας... Ή να ερχόταν εκείνος ο μπαλωματής του Μικρού Χωριού, ο γέρος με τα τρία δόντια! Θα χτυπούσε πάλι με τις γροθιές του τον αέρα και θα το έραβε.

---

Φωνάζουν τον Σπύρο, μήπως έχει καμιά πρόκα. Ο Σπύρος πάντα κάτι έχει. Βελόνες, καρφιά, κάτι τέτοια τα μαζεύει.

—Σπύρο! Σπύρο! Έχεις καμιά πρόκα;

—Μεγάλη; Μικρή; λέει ο Σπύρος. Για παπούτσι, για ξύλο, για τι τη θέλεις;

—Το παπούτσι μου ξεκαρφώθηκε.

—Τώρα να κοιτάξω.

—Να 'ρθω κι εγώ;

—Όχι, να μην έρθεις.

Ο Σπύρος δεν ήθελε να βλέπει κανείς άλλος το κουτί του. Τον Σπύρο τον ήξεραν όλοι πως είναι σφιχτοχέρης. Ό,τι έχει το κρύβει και μόνο αυτός το βλέπει.

Λένε πως έχει ένα κουτί με διάφορα πράματα μέσα. Αυτό το κουτί το βάζει σ' ένα μέρος κρυφό στην καλύβα. Μόνο άμα λείπουν οι άλλοι το ανοίγει. Τι να 'χει μέσα;

---

Ο Κωστάκης, καθώς είναι μ' ένα παπούτσι, πλησιάζει στην πόρτα σιγά σιγά, χωρίς ν' ακουστεί. Βλέπει τον Σπύρο να σηκώνει το στρώμα και να βγάζει ένα παλιό κουτί από λουκούμια. Το άνοιξε και το έψαχνε.

Κανένα παλιό και σκουριασμένο πράμα δεν έλειπε από μέσα. Εκεί ήταν το παλιό καρφί, η παλιά βελόνα, η πρόκα, η στραβή σακοράφα, η χαλασμένη πένα, το ξερό καλαμάρι και το σπασμένο κουτάλι.

Ήταν κι ένα κλειδί από κουτί σαρδέλας, ένα τενεκεδένιο σκέπασμα, μισό ψαλίδι, ένα σίδερο, που δε φαίνεται πια τι είναι, και άλλες τέτοιες σκουριές.

---

—Σπύρο! του φώναξε ο Κωστάκης.

Ο Σπύρος γύρισε έξαφνα. Όταν τον είδε, του κακοφάνηκε.

—Έλα, το είδα το κουτί σου, λέει ο Κωστάκης.

—Και τι είδες;

—Είδα τ' αρχαία που 'χεις! Για να τα δω κι από κοντά. Ο Σπύρος είχε μείνει με το στόμα και το κουτί ανοιχτό.

—Γι' αυτό λοιπόν, Σπύρο, περπατείς όλο σκυμμένος, για να βρίσκεις αυτά; Πού είναι οι πρόκες;

Ο Σπύρος έδειξε πέντε πρόκες σκουριασμένες.

—Για να τις πάρεις, είπε, θα μου δώσεις μια πένα της χήνας.

---

Ο κυρ Στέφανος είπε ύστερα στα παιδιά:

—Ξέρετε την κίσσα;

—Όχι.

—Είναι ένα πουλί που μοιάζει με τον Σπύρο. Μαζεύει πράματα που δεν του χρειάζονται· ό,τι βρει: βελόνες, κουτιά, καρφιά, τενεκεδάκια, ακόμα και δεκάρες. Αυτά πάει και τα κρύβει σε μέρος πολύ μυστικό, όπως στη σκεπή του σπιτιού· σε μια τρύπα που δεν πέφτει μάτι ανθρώπου.

—Και τι τα κάνει; ρωτά ο Γιώργος.

—Τίποτα, τι θέλεις να τα κάνει; Μόνο έχει τη μανία να τα μαζεύει. Καμιά φορά προσπαθεί να τραβήξει και βαριά ρούχα.

—Κι ο Σπύρος κάνει τη δουλειά της κίσσας!

—Απ' όσα έχει μέσα στο κουτί, κανένα δεν του είναι χρήσιμο.

---

Ο Κωστάκης, σκυμμένος μ' ένα σφυρί, προσπαθούσε να καρφώσει το παπούτσι του με τις πέντε πρόκες του Σπύρου. Μόλις το κάρφωσε και το φόρεσε, κλαπ!, άνοιξε κι έχασκε όπως πρώτα. Οι πρόκες του Σπύρου ήταν άχρηστες.

Ο Κωστάκης ήταν πια μ' ένα πόδι... Τα πέντε παιδιά, τέσσερα κι ο Γκέκας πέντε, πήραν το παπούτσι του Κωστάκη και τράβηξαν για το Μικρό Χωριό. Το βράδυ το έφεραν διορθωμένο.

Μαζί με το παπούτσι έφεραν κι ένα νέο. Είπαν πως τα δόντια του μπαλωματή από τρία έγιναν δύο.

57. Ο Κωστάκης μ’ ένα παπούτσι 57. Kostakis mit einem Schuh 57. Kostakis with a shoe 57. Kostakis avec une chaussure 57. Kostakis z butem 57. Kostakis com um sapato

Ο Κωστάκης είναι μ' ένα παπούτσι. Το άλλο το χάλασε χτες στον δρόμο που πήγαν για τον Φάνη. The other one broke down yesterday on the way to get to Fanny's. L'autre est tombée en panne hier en allant chez Fanny.

Ξεκαρφώθηκε όλο από κάτω και χάσκει. He's all up and down and lost. Il est tout en haut, tout en bas, tout en bas, tout en haut, tout en haut, tout en bas. Ο Κωστάκης σέρνει το παπούτσι του, σαν να είναι κουτσός ή γέρος. Kostakis drags his shoe, as if he were lame or old. Kostakis traîne sa chaussure, comme s'il était boiteux ou vieux. Δεν μπορεί να κάνει πολλά βήματα· το παπούτσι ανοίγει και κάνει: κλαπ, κλαπ! He can't take many steps; the shoe opens and goes: tap, tap! Il ne peut pas faire beaucoup de pas ; la chaussure s'ouvre et fait : tap, tap !

Σπουδαίο πράμα το παπούτσι... Τι αξίζει ο μπαλωματής! Great shoe... What the patcher's worth! Superbe chaussure... Ce que vaut le patcheur ! Να περνούσε τώρα ένας... Ή να ερχόταν εκείνος ο μπαλωματής του Μικρού Χωριού, ο γέρος με τα τρία δόντια! If only a... Or if that patcher of the Little Village, the old man with three teeth, would come! Θα χτυπούσε πάλι με τις γροθιές του τον αέρα και θα το έραβε. He'd hit the air with his fists again and sew it up.

---

Φωνάζουν τον Σπύρο, μήπως έχει καμιά πρόκα. They call Spyros, in case he has a nail. Ο Σπύρος πάντα κάτι έχει. Spyros always has something. Βελόνες, καρφιά, κάτι τέτοια τα μαζεύει. Needles, nails, things like that, he picks them up.

—Σπύρο! Σπύρο! Έχεις καμιά πρόκα;

—Μεγάλη; Μικρή; λέει ο Σπύρος. -Big? Small? says Spyros. Για παπούτσι, για ξύλο, για τι τη θέλεις; For a shoe, for wood, what do you want it for?

—Το παπούτσι μου ξεκαρφώθηκε. -My shoe came off.

—Τώρα να κοιτάξω. -Now let me look.

—Να 'ρθω κι εγώ;

—Όχι, να μην έρθεις. -No, don't come.

Ο Σπύρος δεν ήθελε να βλέπει κανείς άλλος το κουτί του. Spyros didn't want anyone else to see his box. Τον Σπύρο τον ήξεραν όλοι πως είναι σφιχτοχέρης. Spyros was known to be a tight-ass. Ό,τι έχει το κρύβει και μόνο αυτός το βλέπει. Whatever he has he hides and only he sees it.

Λένε πως έχει ένα κουτί με διάφορα πράματα μέσα. They say he has a box with stuff in it. Αυτό το κουτί το βάζει σ' ένα μέρος κρυφό στην καλύβα. He puts this box in a hidden place in the hut. Μόνο άμα λείπουν οι άλλοι το ανοίγει. Only when the others are missing does it open. Τι να 'χει μέσα; What's in it?

---

Ο Κωστάκης, καθώς είναι μ' ένα παπούτσι, πλησιάζει στην πόρτα σιγά σιγά, χωρίς ν' ακουστεί. Kostakis, being in one shoe, approaches the door slowly, without being heard. Βλέπει τον Σπύρο να σηκώνει το στρώμα και να βγάζει ένα παλιό κουτί από λουκούμια. He sees Spyros lifting the mattress and pulling out an old box of loukoumi. Το άνοιξε και το έψαχνε. He opened it and looked for it.

Κανένα παλιό και σκουριασμένο πράμα δεν έλειπε από μέσα. No old and rusty thing was missing inside. Εκεί ήταν το παλιό καρφί, η παλιά βελόνα, η πρόκα, η στραβή σακοράφα, η χαλασμένη πένα, το ξερό καλαμάρι και το σπασμένο κουτάλι. There was the old nail, the old needle, the nail, the crooked sack, the broken pen, the dry squid and the broken spoon.

Ήταν κι ένα κλειδί από κουτί σαρδέλας, ένα τενεκεδένιο σκέπασμα, μισό ψαλίδι, ένα σίδερο, που δε φαίνεται πια τι είναι, και άλλες τέτοιες σκουριές. There was also a sardine can key, a tin cover, half a pair of scissors, an iron, which you can't see what it is anymore, and other such rust.

---

—Σπύρο! του φώναξε ο Κωστάκης.

Ο Σπύρος γύρισε έξαφνα. Όταν τον είδε, του κακοφάνηκε. When she saw him, she was jealous of him.

—Έλα, το είδα το κουτί σου, λέει ο Κωστάκης. -Come on, I saw your box, says Kostakis.

—Και τι είδες;

—Είδα τ' αρχαία που 'χεις! -I saw the ancient ones you have! Για να τα δω κι από κοντά. Ο Σπύρος είχε μείνει με το στόμα και το κουτί ανοιχτό.

—Γι' αυτό λοιπόν, Σπύρο, περπατείς όλο σκυμμένος, για να βρίσκεις αυτά; Πού είναι οι πρόκες; -"So that's why, Spyro, do you walk all bent over to find these? Where are the nails?

Ο Σπύρος έδειξε πέντε πρόκες σκουριασμένες. Spyros showed five rusty nails.

—Για να τις πάρεις, είπε, θα μου δώσεις μια πένα της χήνας. -To get them, he said, you will give me a goose penny.

---

Ο κυρ Στέφανος είπε ύστερα στα παιδιά: Mr. Stephen then said to the children:

—Ξέρετε την κίσσα; -Do you know the jay?

—Όχι.

—Είναι ένα πουλί που μοιάζει με τον Σπύρο. -It's a bird that looks like Spyro. Μαζεύει πράματα που δεν του χρειάζονται· ό,τι βρει: βελόνες, κουτιά, καρφιά, τενεκεδάκια, ακόμα και δεκάρες. He collects things he doesn't need - everything he can find: needles, boxes, nails, cans, even pennies. Αυτά πάει και τα κρύβει σε μέρος πολύ μυστικό, όπως στη σκεπή του σπιτιού· σε μια τρύπα που δεν πέφτει μάτι ανθρώπου. He goes and hides them in a very secret place, like the roof of the house; in a hole where no human eye can see.

—Και τι τα κάνει; ρωτά ο Γιώργος. -And what does he do with them? asks George.

—Τίποτα, τι θέλεις να τα κάνει; Μόνο έχει τη μανία να τα μαζεύει. -Nothing, what do you want to do with them? He's just obsessed with picking them up. Καμιά φορά προσπαθεί να τραβήξει και βαριά ρούχα. Sometimes he even tries to pull on heavy clothes.

—Κι ο Σπύρος κάνει τη δουλειά της κίσσας!

—Απ' όσα έχει μέσα στο κουτί, κανένα δεν του είναι χρήσιμο.

---

Ο Κωστάκης, σκυμμένος μ' ένα σφυρί, προσπαθούσε να καρφώσει το παπούτσι του με τις πέντε πρόκες του Σπύρου. Kostakis, bent over with a hammer, was trying to nail his shoe with Spyros' five nails. Μόλις το κάρφωσε και το φόρεσε, κλαπ!, άνοιξε κι έχασκε όπως πρώτα. As soon as he nailed it and put it on, clap, it opened and lost like before. Οι πρόκες του Σπύρου ήταν άχρηστες. Spyros' nails were useless.

Ο Κωστάκης ήταν πια μ' ένα πόδι... Τα πέντε παιδιά, τέσσερα κι ο Γκέκας πέντε, πήραν το παπούτσι του Κωστάκη και τράβηξαν για το Μικρό Χωριό. Kostakis was now on one leg... The five children, four and Gekas five, took Kostakis' shoe and set off for Mikro Chorio. Το βράδυ το έφεραν διορθωμένο. In the evening they brought it in corrected.

Μαζί με το παπούτσι έφεραν κι ένα νέο. Along with the shoe they brought a new one. Είπαν πως τα δόντια του μπαλωματή από τρία έγιναν δύο. They said the patcher's teeth went from three to two.