×

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη λειτουργία του LingQ. Επισκέπτοντας τον ιστότοπο, συμφωνείς στην cookie policy.


image

Παπαντωνίου, Ζ. - Τα Ψηλά Βουνά (1918), 23. Οι νοικοκυραίοι παίρνουν είδηση

23. Οι νοικοκυραίοι παίρνουν είδηση

—Λείπουν τέσσερις! είπε την άλλη μέρα ο Γιώργος, που τον είχαν βάλει να φροντίζει για τις κότες. Εκεί που έβοσκαν ανάμεσα στα δέντρα, τις μέτρησε και βγήκαν μόνο εφτά. Τι έγιναν οι άλλες; Πήγε παρακάτω, έψαξε ανάμεσα στα χαμόκλαδα κι έριξε λίγες πέτρες. Μα καμιά δε φάνηκε.

—Για έλα ‘δώ, Γιώργο, φώναξε ο Δήμος, που στεκόταν μπροστά στο μικρό κοτέτσι. Κοίταξε.

Ο Γιώργος είδε κάτω στο χώμα λίγα φτερά και τα ξύλα που κούρνιαζαν οι κότες σκορπισμένα.

Όταν άκουσαν τ' άλλα παιδιά εκεί κοντά πως χάθηκαν κότες, έτρεξαν κοντά στον Δήμο και στον Γιώργο. Είδαν το κοτέτσι, κοιτάχτηκαν ο ένας με τον άλλο κι έκαναν όλοι την ίδια σκέψη: «Μας την έφερε η αλεπού».

Μα ποιος έφταιγε; Τώρα κατάλαβαν το λάθος τους.

Σ' ένα δάσος που ζούνε μέσα αλεπούδες και κουνάβια, άφησαν τις κότες να κουρνιάζουν μέσα σε κοτέτσι ανοιχτό.

—Να φτιάξουμε σήμερα ένα άλλο! είπαν τώρα. Ένα με ξύλα και με γερή πόρτα.

—Δε φτάνει αυτό, παιδιά, λέει ο Αντρέας. Ήρθαμε στην ερημιά να καθίσουμε χωρίς σκύλο. Τώρα που την πάθαμε, καταλαβαίνουμε πόσο μας χρειάζεται αυτός ο σύντροφος.

—Να βρούμε έναν! φώναξαν τα παιδιά κι έγιναν έξαφνα χαρούμενα. Συλλογίστηκαν έναν σκύλο που θα παίζει μαζί τους, που θα ξαγρυπνά και θα είναι φύλακας. Άρχισαν στη στιγμή να του βγάζουν όνομα, να τον λένε Πιστό, Σκοπό, Φλοξ, σαν να ήταν μπροστά τους.

—Αν τον είχαμε χτες, έλεγαν, θα γλίτωναν οι τρεις κότες κι ο καημένος ο χωριάτικος κόκορας.

Μα ενώ έλεγαν αυτά, πρόβαλε απ' τους θάμνους ο άλλος κόκορας, εκείνος που είχαν φέρει μαζί τους.

Φαινόταν σαν να έλεγε: «Έχετε κόκορα! Δε με βλέπετε;». Και καμάρωνε όσο κανένας άλλος. Όλο το Χλωρό, ολόκληρος ο κόσμος τού φαινόταν δικός του.

—Να, να! λέει ο Χρίστος. Να ο δικός μας. Τη γλίτωσε.

Ο κόκορας στάθηκε λίγο με το κεφάλι ψηλά και έκανε ένα σιγαλό «κο, κο, κο». Για τον εαυτό του βέβαια θα μιλούσε.

Ο Χρίστος κι ο Δήμος τότε άρχισαν να λένε το «τραγούδι του κόκορα με το γεράκι», που κι ο ίδιος στάθηκε και τ' άκουγε σαν να ήταν γι' αυτόν:

Ένας κόκορας ολάσπρος, με ψηλό λειρί,

καμαρώνει και φουσκώνει και λιλιά φορεί

και θαρρεί πως το κοτέτσι μόλις τον χωρεί.

Άμα βρει κανένα σπόρο μέσα στην αυλή,

το κεφάλι του σηκώνει και το διαλαλεί,

να το μάθουνε σε Δύση και σ' Ανατολή.

Τη στιγμή που σουλατσάρει με το βήμα αργό,

«δεν ξανάδα», λέν' οι κότες, «τέτοιο στρατηγό»...

Μα κι ο ίδιος συλλογιέται:

«Μωρέ, τ' είμαι ‘γώ!».

Ξάφνου βλέπει ένα γεράκι…

Αχ! την ώρα αυτή το βαρύ περπάτημά του έχει μπερδευτεί,

κι αστραπή μες στο κοτέτσι τρέχει να κρυφτεί.

23. Οι νοικοκυραίοι παίρνουν είδηση 23. Housewives take notice 23. Las amas de casa toman nota 23. Les femmes au foyer s'en aperçoivent 23. Gospodynie domowe zwracają uwagę

—Λείπουν τέσσερις! -There are four missing! είπε την άλλη μέρα ο Γιώργος, που τον είχαν βάλει να φροντίζει για τις κότες. George, who had been put in charge of the chickens, said the next day. Εκεί που έβοσκαν ανάμεσα στα δέντρα, τις μέτρησε και βγήκαν μόνο εφτά. Τι έγιναν οι άλλες; Πήγε παρακάτω, έψαξε ανάμεσα στα χαμόκλαδα κι έριξε λίγες πέτρες. What happened to the others? He went further on, looked among the branches and threw a few stones. Μα καμιά δε φάνηκε. But none of them showed up.

—Για έλα ‘δώ, Γιώργο, φώναξε ο Δήμος, που στεκόταν μπροστά στο μικρό κοτέτσι. -"Come here, George," called Demos, who was standing in front of the small chicken coop. Κοίταξε. Look.

Ο Γιώργος είδε κάτω στο χώμα λίγα φτερά και τα ξύλα που κούρνιαζαν οι κότες σκορπισμένα.

Όταν άκουσαν τ' άλλα παιδιά εκεί κοντά πως χάθηκαν κότες, έτρεξαν κοντά στον Δήμο και στον Γιώργο. When the other children nearby heard that chickens were lost, they ran to the Municipality and George. Είδαν το κοτέτσι, κοιτάχτηκαν ο ένας με τον άλλο κι έκαναν όλοι την ίδια σκέψη: «Μας την έφερε η αλεπού». They saw the chicken coop, looked at each other and all had the same thought: 'The fox got us'.

Μα ποιος έφταιγε; Τώρα κατάλαβαν το λάθος τους.

Σ' ένα δάσος που ζούνε μέσα αλεπούδες και κουνάβια, άφησαν τις κότες να κουρνιάζουν μέσα σε κοτέτσι ανοιχτό.

—Να φτιάξουμε σήμερα ένα άλλο! είπαν τώρα. they said now. Ένα με ξύλα και με γερή πόρτα.

—Δε φτάνει αυτό, παιδιά, λέει ο Αντρέας. Ήρθαμε στην ερημιά να καθίσουμε χωρίς σκύλο. Τώρα που την πάθαμε, καταλαβαίνουμε πόσο μας χρειάζεται αυτός ο σύντροφος.

—Να βρούμε έναν! φώναξαν τα παιδιά κι έγιναν έξαφνα χαρούμενα. Συλλογίστηκαν έναν σκύλο που θα παίζει μαζί τους, που θα ξαγρυπνά και θα είναι φύλακας. They thought of a dog that would play with them, that would stay awake and be a guardian. Άρχισαν στη στιγμή να του βγάζουν όνομα, να τον λένε Πιστό, Σκοπό, Φλοξ, σαν να ήταν μπροστά τους.

—Αν τον είχαμε χτες, έλεγαν, θα γλίτωναν οι τρεις κότες κι ο καημένος ο χωριάτικος κόκορας.

Μα ενώ έλεγαν αυτά, πρόβαλε απ' τους θάμνους ο άλλος κόκορας, εκείνος που είχαν φέρει μαζί τους. But while they were saying this, the other cock, the one they had brought with them, came out of the bushes.

Φαινόταν σαν να έλεγε: «Έχετε κόκορα! He seemed to be saying: "You have a cock! Δε με βλέπετε;». Can't you see me?". Και καμάρωνε όσο κανένας άλλος. And he was proud like no one else. Όλο το Χλωρό, ολόκληρος ο κόσμος τού φαινόταν δικός του. The whole of Chloro, the whole world seemed his.

—Να, να! -Well, well! λέει ο Χρίστος. says Christos. Να ο δικός μας. There's our guy. Τη γλίτωσε. He got away with it.

Ο κόκορας στάθηκε λίγο με το κεφάλι ψηλά και έκανε ένα σιγαλό «κο, κο, κο». Για τον εαυτό του βέβαια θα μιλούσε. Of course, he would talk about himself.

Ο Χρίστος κι ο Δήμος τότε άρχισαν να λένε το «τραγούδι του κόκορα με το γεράκι», που κι ο ίδιος στάθηκε και τ' άκουγε σαν να ήταν γι' αυτόν: Christos and Demos then began to sing the "song of the rooster and the hawk", which he himself stood and listened to as if it were for him:

Ένας κόκορας ολάσπρος, με ψηλό λειρί,

καμαρώνει και φουσκώνει και λιλιά φορεί She struts and puffs and kisses

και θαρρεί πως το κοτέτσι μόλις τον χωρεί. and he thinks the chicken coop can barely hold him.

Άμα βρει κανένα σπόρο μέσα στην αυλή, If he finds a seed in the yard,

το κεφάλι του σηκώνει και το διαλαλεί, He lifts up his head and proclaims,

να το μάθουνε σε Δύση και σ' Ανατολή. to learn it in the West and in the East.

Τη στιγμή που σουλατσάρει με το βήμα αργό,

«δεν ξανάδα», λέν' οι κότες, «τέτοιο στρατηγό»... "I never saw," said the chickens, "such a general"...

Μα κι ο ίδιος συλλογιέται: But he himself is contemplating:

«Μωρέ, τ' είμαι ‘γώ!». "Man, it's me!".

Ξάφνου βλέπει ένα γεράκι… Suddenly he sees a hawk...

Αχ! την ώρα αυτή το βαρύ περπάτημά του έχει μπερδευτεί, by this time his heavy walk is confused,

κι αστραπή μες στο κοτέτσι τρέχει να κρυφτεί.