×

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη λειτουργία του LingQ. Επισκέπτοντας τον ιστότοπο, συμφωνείς στην cookie policy.


image

Ευριπίδης - Άλκηστις, 4. ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ (213-237)

4. ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ (213-237)

ΧΟΡ., (σε λυρικό διάλογο)

― Δία, ω Δία, πού θα βρεθεί ένας λυτρωμός,

μια φυγή μέσ᾽ απ᾽ τη μοίρα τη βαριά

που χτυπά τους βασιλιάδες;

― Συφορά! Θα ᾽ρθει κανείς, ή τα μαλλιά μου

πια θα κόψω κι από τώρα εγώ στα μαύρα

να ντυθώ;

― Φανερό, καλοί μου φίλοι, φανερό,

πάλι ωστόσο στους θεούς μας ας δεηθούμε·

ω, μεγάλη η δύναμη είναι των θεών.

ΚΟΡ. Παιάνα λυτρωτή, έναν τρόπο σκέψου,

απ᾽ το κακό τον Άδμητο να σώσεις.

ΧΟΡ. Δώσε εσύ τη σωτηρία· κι άλλη φορά

βρήκες λύση· έτσι και τώρα

απ᾽ το θάνατο εσύ γίνε λυτρωτής,

το φονιά τον Άδη εσύ σταμάτησέ τον.

--

ΧΟΡ., (σε λυρικό διάλογο.)

― Άδμητέ μας, γιε του Φέρη, βασιλιά μας,

τη γυναίκα σου να χάνεις! Συμφορά

φοβερή σ᾽ έχει χτυπήσει.

― Συμφορά, που λες καλύτερ᾽ ας πεθάνω·

θα ᾽ναι λίγο το λαιμό μου να περάσω

σε θηλειά.

― Τη γυναίκα, τη γυναίκα π᾽ αγαπάς

—π᾽ αγαπάς; που τη λατρεύεις— ήρθε η μέρα

που τα μάτια σου νεκρή πια θα τη δουν.

ΚΟΡ. Κοιτάξτε, γιά κοιτάξτε, απ᾽ το παλάτι

εκείνη βγαίνει, κι ο Άδμητος μαζί της.

--

(Βγαίνει η Άλκηστη με κλονισμένα βήματα· τη συγκρατεί ο Άδμητος· ακολουθούν τα δυο παιδιά της, αγόρι και κορίτσι, κι έπειτα δούλοι και δούλες· αυτοί φέρνουνε ένα στρωσίδι κι απάνω του γέρνει αργά η βασίλισσα.)

--

ΧΟΡ. Κλάψε· θρήνησε, εσύ χώρα των Φερών,

για την έξοχη γυναίκα

που τη σέρνει μαραμένη το κακό

προς τον Άδη, μες στης μαύρης γης τον κόρφο.


4. ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ (213-237) 4. FIRST STOP (213-237)

ΧΟΡ., (σε λυρικό διάλογο)

― Δία, ω Δία, πού θα βρεθεί ένας λυτρωμός,

μια φυγή μέσ᾽ απ᾽ τη μοίρα τη βαριά

που χτυπά τους βασιλιάδες;

― Συφορά! Θα ᾽ρθει κανείς, ή τα μαλλιά μου

πια θα κόψω κι από τώρα εγώ στα μαύρα

να ντυθώ;

― Φανερό, καλοί μου φίλοι, φανερό,

πάλι ωστόσο στους θεούς μας ας δεηθούμε·

ω, μεγάλη η δύναμη είναι των θεών.

ΚΟΡ. Παιάνα λυτρωτή, έναν τρόπο σκέψου,

απ᾽ το κακό τον Άδμητο να σώσεις.

ΧΟΡ. Δώσε εσύ τη σωτηρία· κι άλλη φορά

βρήκες λύση· έτσι και τώρα

απ᾽ το θάνατο εσύ γίνε λυτρωτής,

το φονιά τον Άδη εσύ σταμάτησέ τον.

--

ΧΟΡ., (σε λυρικό διάλογο.)

― Άδμητέ μας, γιε του Φέρη, βασιλιά μας, - Admítenos, hijo de Feris, nuestro rey,

τη γυναίκα σου να χάνεις! Συμφορά

φοβερή σ᾽ έχει χτυπήσει.

― Συμφορά, που λες καλύτερ᾽ ας πεθάνω·

θα ᾽ναι λίγο το λαιμό μου να περάσω

σε θηλειά.

― Τη γυναίκα, τη γυναίκα π᾽ αγαπάς

—π᾽ αγαπάς; που τη λατρεύεις— ήρθε η μέρα

που τα μάτια σου νεκρή πια θα τη δουν. que tus ojos la verán muerta ahora.

ΚΟΡ. Κοιτάξτε, γιά κοιτάξτε, απ᾽ το παλάτι

εκείνη βγαίνει, κι ο Άδμητος μαζί της.

--

(Βγαίνει η Άλκηστη με κλονισμένα βήματα· τη συγκρατεί ο Άδμητος· ακολουθούν τα δυο παιδιά της, αγόρι και κορίτσι, κι έπειτα δούλοι και δούλες· αυτοί φέρνουνε ένα στρωσίδι κι απάνω του γέρνει αργά η βασίλισσα.)

--

ΧΟΡ. Κλάψε· θρήνησε, εσύ χώρα των Φερών,

για την έξοχη γυναίκα

που τη σέρνει μαραμένη το κακό

προς τον Άδη, μες στης μαύρης γης τον κόρφο.