×

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη λειτουργία του LingQ. Επισκέπτοντας τον ιστότοπο, συμφωνείς στην πολιτική για τα cookies.

image

Τολστόι, Λ. - Αφέντης και Δούλος (και άλλα), III. Τρεις θάνατοι

III. Τρεις θάνατοι

Ήρθε η άνοιξη. Στους μουσκεμένους δρόμους της πολιτείας ανάμεσα στα κρυσταλλάκια του πάγου, κελάρυζαν γοργοκίνητα ρυάκια. Ο κόσμος που κυκλοφορούσε ήτανε ντυμένος με ρούχα ανοιχτόχρωμα και μιλούσε με φωνές ζωηρές. Μέσα στα περιβόλια πίσω από τους φράχτες, τα κλαριά των δέντρων με τα φουσκωμένα μπουμπούκια, αργοκουνιόταν στο σιγανό αεράκι. Παντού έτρεχαν κι έσταζαν διάφανες νεροσταλίδες... Τα σπουργίτια τιτίβιζαν παράφωνα και πετούσαν πέρα-δώθε με τις μικρές φτερούγες τους. Στην ηλιακή πλευρά των δρόμων πάνω στους φράχτες, πάνω στα σπίτια, πάνω στα δέντρα, όλα κουνιόνταν, κι όλα άστραφταν. Χαρά και νιάτα ανάδιναν κι ο ουρανός, κι η γης, κι οι ψυχές των ανθρώπων.

Σ' έναν από τους κεντρικούς δρόμους μπροστά σ' ένα μεγάλο αρχοντικό σπίτι, ήτανε απλωμένο παχύ στρώμα από φρέσκο άχυρο. Μέσα στο σπίτι αυτό βρισκότανε εκείνη, η ίδια άρρωστη, που βιαζόταν να πάει στην Ευρώπη.

Στο δωμάτιο το συνεχόμενο με κείνο της άρρωστης, ήτανε συγκεντρωμένοι ο άντρας της, μια ξαδέρφη της, η μητέρα της κι ο παπάς. Ο άντρας της μαζί με την ηλικιωμένη ξαδέρφη της στεκόταν μπροστά στην κλεισμένη πόρτα που έφερνε στο δωμάτιό της. Στον καναπέ καθόταν ο παπάς, με τα μάτια χαμηλωμένα και κρατώντας κάτι τυλιγμένο μέσα στο πετραχήλι του. Στη γωνία κειτόταν χωμένη μέσα σε μια βαθιά πολυθρόνα μια γριούλα, η μητέρα της κι έκλαιγε με σπαραγμό. Δίπλα της η καμαριέρα κρατούσε το μαντιλάκι για να της το δώσει όταν θα της το ζητούσε. Μια άλλη καμαριέρα της έτριβε με κάποιο φάρμακο τα μελίγγια και της φυσούσε το κεφάλι, ανασηκώνοντας το μπονέ της.

- Ας σας βοηθήσει ο Χριστός, φιλτάτη - έλεγε ο άντρας της άρρωστης στη μεσόκοπη ξαδέρφη που στεκόταν μαζί του κοντά στην κλειστή πόρτα - έχει εμπιστοσύνη σε σας, ξέρετε τόσο όμορφα να μιλάτε μαζί της. Κοιτάξτε λοιπόν να την πείσετε με το καλό. Περάστε μέσα, κι έκανε να της ανοίξει την πόρτα, μα εκείνη τον εμπόδισε μια στιγμή, έφερε κάμποσες φορές το μαντίλι στα μάτια της και τίναξε το κεφάλι.

- Να, τώρα θαρρώ πως δε φαίνομαι πια κλαμένη, είπε, άνοιξε η ίδια την πόρτα και πέρασε μέσα.

Ο άντρας ήτανε τρομερά ταραγμένος και φαινόταν σαν είχε σαστίσει ολότελα. Έκανε να πάει στην πεθερά του, μα στο μισό άλλαξε γνώμη, σταμάτησε κι αφού έκανε μια βόλτα μέσα στο δωμάτιο, πλησίασε τον παπά. Ο παπάς τον κοίταξε, σήκωσε τα φρύδια του κι αναστέναξε. Το πυκνό ψαρό γενάκι του ανασηκώθηκε και κείνο και ξανάπεσε.

- Θεέ μου! Θεέ μου! είπε ο άντρας της άρρωστης.

- Τι να γίνει; - έκανε αναστενάζοντας ο παπάς και πάλι τα φρύδια και το γενάκι του ανασηκώθηκαν και ξαναχαμήλωσαν.

- Κι η μητέρα είναι εδώ! - σχεδόν με απόγνωση πρόσθεσε ο άλλος. Δε θα το αντέξει. Την αγαπάει τόσο, την αγαπάει τόσο που... και εγώ δεν ξέρω. Αν μπορούσατε, πάτερ εσείς να την καθησυχάσετε λιγάκι και να την πείσετε να φύγει από δω. Ο παπάς σηκώθηκε και πλησίασε τη γριούλα.

- Είναι αλήθεια πως τη μητρική καρδιά κανένας δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει, είπε ο παπάς, ωστόσο ο Θεός είναι μεγάλος.

Ένας νευρικός σπασμός παραμόρφωσε την ίδια στιγμή το πρόσωπο της γριούλας και την έπιασε υστερικός λόξιγκας.

- Ο Θεός είναι μεγάλος, συνέχισε ο παπάς, όταν ησύχασε κάπως η γριούλα. Έχω να σας πω, πως στην ενορία μου ήτανε ένας άρρωστος πολύ χειρότερα από τη Μαρία Ντμήτριεβνα και τι νομίζετε; Ένας απλός άνθρωπος τον γιάτρεψε με κάτι βοτάνια σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Και μάλιστα ο άνθρωπος αυτός βρίσκεται τώρα στη Μόσχα. Του έχω πει του Βασίλη Ντμήτριβιτς. Θα μπορούσε να δοκιμάσει. Θα ήτανε τουλάχιστο κάποια παρηγοριά για την άρρωστη. Για το Θεό τίποτα δεν είναι αδύνατο.

- Το ξέρω καλά. Δεν έχει πια ζωή, είπε η μητέρα. Αντίς να πάρει εμένα ο Θεός, παίρνει αυτήν, κι ο υστερικός λόξιγκας την ξανάπιασε τόσο έντονος, που λιποθύμησε.

Ο γαμπρός της, έφερε και τα δυο χέρια στο πρόσωπο κι έφυγε τρέχοντας από το δωμάτιο.

Στο διάδρομο τρακάρισε με το εξάχρονο αγοράκι του, που έπαιζε κυνηγητό με τη μικρή αδελφούλα του.

- Δε θα πρέπει να τα πάμε τα παιδιά στη μαμά τους, για τελευταία φορά; - ρώτησε με σεβασμό η νταντά.

- Όχι. Εκείνη δε θέλει να τα δει. Θα συγκινηθεί πολύ και δεν κάνει.

Στο αναμεταξύ η ξαδέρφη καθόταν κοντά στο κρεβάτι της άρρωστης και, φέρνοντας με τρόπο την κουβέντα, προσπαθούσε να την προετοιμάσει στη σκέψη του θανάτου. Ο γιατρός κοντά στο παράθυρο ανακάτωνε κάποιο φάρμακο.

- Αχ, φιλτάτη μου, είπε η άρρωστη διακόπτοντας την κάποια στιγμή, μη με προετοιμάζετε. Μη με θεωρείτε για κανένα παιδί. Είμαι χριστιανή. Τα ξέρω όλα. Ξέρω πως δε μου μένει πολύ να ζήσω. Ξέρω πως αν μ' άκουγε πρωτύτερα ο άντρας μου, θα ήμουνα τώρα στην Ιταλία κι ίσως-ίσως, όχι ίσως, σίγουρα θα ήμουνα καλά. Του το έλεγα πάντα από τότε, μα εκείνος δε μ' άκουσε. Τι να γίνει τώρα! Έτσι φαίνεται το ήθελε ο Θεός. Έχουμε όλοι μας πολλές αμαρτίες, όμως ελπίζω στην ευσπλαχνία του Θεού, πως θα τις συγχωρέσει σ' όλους μας. Σίγουρα θα τις συγχωρέσει. Προσπαθώ να νιώσω τον εαυτό μου. Και εγώ είχα πολλές αμαρτίες, φιλτάτη μου. Και για τούτο, πόσο υπέφερα! Και φρόντισα πάντα με υπομονή να περνώ τα βάσανα μου...

- Να καλέσω λοιπόν τον παπά αγάπη μου; Θα σε ξαλαφρώσει άμα μεταλάβεις, είπε η ξαδέρφη.

Η άρρωστη με μια αδύναμη κίνηση έδειξε πως δέχεται.

- Θεέ μου, συγχώρεσε με την αμαρτωλή, μουρμούρισε.

Η ξαδέρφη βγήκε κι έγνεψε του παπά.

- Η καημενούλα είναι άγγελος, είπε στον άντρα της άρρωστης, με τα μάτια της πλημμυρισμένα δάκρυα.

Εκείνον τον πήραν τα δάκρυα. Ο παπάς πέρασε στο διπλανό δωμάτιο. Η γριούλα εξακολούθησε να μένει λιπόθυμη κι έτσι απλώθηκε μια απόλυτη σιγαλιά γύρω. Μετά από πέντε λεπτά ο παπάς ξαναγύρισε και βγάνοντας το επιτραχήλι του, έσιαξε τα μαλλιά του.

- Δόξα τω Θεώ, τώρα είναι πιο ήσυχη, είπε, και θέλει να σας δει.

Η ξαδέρφη κι ο άντρας της έτρεξαν κοντά της. Η άρρωστη έκλαιγε σιγανά κοιτάζοντας το εικόνισμα, που κρεμόταν στην αντικρινή γωνιά.

- Βοήθειά σου, και να γίνεις γρήγορα καλά, της είπε ο άντρας της.

- Ευχαριστώ. Αισθάνομαι τώρα τόσο καλά. Νιώθω μια ακατανόητη ανακούφιση, πολύ-πολύ γλυκιά, του αποκρίθηκε κι ένα αχνό χαμόγελο τρεμόπαιζε πάνω στα αχνά χείλη της. Πόσο σπλαχνικός είναι ο Θεός! Ναι, ναι, είναι σπλαχνικός και παντοδύναμος.

Και ξανακάρφωσε τα μάτια της, με θερμή έντονη ικεσία, στο εικόνισμα.

Ύστερα ξαφνικά, σαν κάτι να θυμήθηκε πάλι, κάλεσε κοντά της τον άντρα της, με διάφορα γνεψίματα.

- Ποτέ σου δεν θέλεις να κάνεις εκείνο που σε παρακαλώ, του είπε με φανερή δυσαρέσκεια στην αδύναμη φωνή της, που μόλις ακουγόταν.

Κείνος την άκουγε με τεντωμένο το λαιμό και ύφος υποταγμένο.

- Τι τρέχει, αγάπη μου;

- Πόσες φορές στο έχω πει πως αυτοί οι γιατροί δεν ξέρουν τίποτα και πως κάποιοι απλοί εμπειρικοί γιατρεύουν μια χαρά τον κόσμο...Να, κι ο παπάς λέει., είναι ένας αστός... Στείλε να τον καλέσεις.

- Ποιον αγάπη μου;

- Αχ, Θεέ μου! Τίποτα δεν θέλει να καταλάβει!., και ζάρωσε σ' ένα μορφασμό το πρόσωπό της κι έκλεισε τα μάτια. Ο γιατρός πήγε κοντά της, της έπιασε το χέρι. Ο σφυγμός όσο πήγαινε γινόταν και πιο άτονος. Η άρρωστη αντιλήφτηκε πως ο γιατρός κάποια στιγμή έγνεψε του άντρα της κι αμέσως γύρισε περίτρομα τα μάτια της από δω κι από κει. Η ξαδέρφη γύρισε από την άλλη μεριά κλαίγοντας.

- Μην κλαις, μη βασανίζεσαι και μη βασανίζεις και μένα, της είπε η άρρωστη. Τα κλάματα σου μου αφαιρούν την τελευταία γαλήνη.

- Είσαι ένας άγγελος! - είπε η ξαδέρφη και της φίλησε το χέρι.

- Όχι, όχι! Φίλησε με εδώ. Μονάχα των νεκρών φιλούν το χέρι. Θεέ μου! Θεέ μου!

Το ίδιο κείνο βράδυ η άρρωστη ήτανε πια νεκρή και το σώμα της ταχτοποιημένο στο φέρετρο, ήτανε στημένο στο σαλόνι του μεγάλου σπιτιού. Μέσα στο ευρύχωρο σαλόνι με τις κλειστές πόρτες καθόταν ένας κανονάρχης της γειτονικής εκκλησίας και διάβαζε με ένρινη φωνή τους ψαλμούς του Δαβίδ. Το ζωηρό φως από τις αναμμένες λαμπάδες, που έκαιγαν μέσα στα ψηλά ασημένια μανουάλια, έπεφτε πάνω στο χλομό μέτωπο της νεκρής, στα βαριά και κίτρινα, σαν κέρινα, χέρια της και στο πτυχωμένο βαρύ σκέπασμα που κάπως ανατριχιαστικά διέγραφε ολόκληρη τη σιλουέτα που κάλυπτε. Ο κανονάρχης, δίχως να καταλαβαίνει τα λόγια που πρόφερε, διάβαζε μονότονα και σιγανά, κι αυτά παράξενα αντηχούσαν κι έσβηναν μέσα σε κείνη τη σιγαλιά. Κάπου-κάπου έφταναν ίσαμε κει μέσα φωνούλες παιδιών και ποδοβολητά από τα τρεξίματά τους μέσα στο δωμάτιό τους, που βρισκόταν στην άλλη άκρη του μεγάλου σπιτιού.

Η μορφή της νεκρής ήτανε αυστηρή, ατάραχη και μεγαλόπρεπη. Τίποτα, καμιά κίνηση, δεν τάραζε το επίσημο ύφος που είχε το καθαρό και παγωμένο μέτωπο και τα σφιχτοκλεισμένα χείλη. Ήτανε όλη μια πλέρια προσοχή και ανάταση. Μα να καταλάβαινε τάχα τώρα όλα κείνα τα μεγάλα λόγια του ψαλμού;

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

III. Τρεις θάνατοι III|three|deaths III. trois décès III. Three deaths

Ήρθε η άνοιξη. it came|the|spring Spring has come. Στους μουσκεμένους δρόμους της πολιτείας ανάμεσα στα κρυσταλλάκια του πάγου, κελάρυζαν γοργοκίνητα ρυάκια. in the|wet|streets|of the|city|between|in the|little crystals|of the|ice|they were gurgling|swiftly|streams On the wet streets of the city, among the little crystals of ice, swift streams were gurgling. Ο κόσμος που κυκλοφορούσε ήτανε ντυμένος με ρούχα ανοιχτόχρωμα και μιλούσε με φωνές ζωηρές. the|world|who|was circulating|he was|dressed|in|clothes|light-colored|and|he was speaking|in|voices|lively The people walking around were dressed in light-colored clothes and spoke in lively voices. Μέσα στα περιβόλια πίσω από τους φράχτες, τα κλαριά των δέντρων με τα φουσκωμένα μπουμπούκια, αργοκουνιόταν στο σιγανό αεράκι. inside|in the|orchards|behind|from|the|fences|the|branches|of the|trees|with|the|swollen|buds|were slowly swaying|in the|gentle|breeze In the orchards behind the fences, the branches of the trees with their swollen buds swayed gently in the soft breeze. Παντού έτρεχαν κι έσταζαν διάφανες νεροσταλίδες... Τα σπουργίτια τιτίβιζαν παράφωνα και πετούσαν πέρα-δώθε με τις μικρές φτερούγες τους. everywhere|they were running|and|they were dripping|transparent|water droplets|the|sparrows|they were chirping|off-key|and|they were flying|||with|their|small|wings| Everywhere, transparent droplets of water were running and dripping... The sparrows chirped discordantly and flew back and forth with their small wings. Στην ηλιακή πλευρά των δρόμων πάνω στους φράχτες, πάνω στα σπίτια, πάνω στα δέντρα, όλα κουνιόνταν, κι όλα άστραφταν. on the|sunny|side|of the|streets|on|the|fences|on|the|houses|on|the|trees|all|were swaying|and|all|were shining On the sunny side of the streets, on the fences, on the houses, on the trees, everything was moving, and everything was sparkling. Χαρά και νιάτα ανάδιναν κι ο ουρανός, κι η γης, κι οι ψυχές των ανθρώπων. joy|and|youth|they were radiating|and|the|sky|and|the|earth|and|the|souls|of the|people Joy and youth radiated from the sky, the earth, and the souls of the people.

Σ' έναν από τους κεντρικούς δρόμους μπροστά σ' ένα μεγάλο αρχοντικό σπίτι, ήτανε απλωμένο παχύ στρώμα από φρέσκο άχυρο. to|a|of|the|central|streets|in front of|to|a|large|mansion|house|it was|spread|thick|layer|of|fresh|straw On one of the main streets in front of a large mansion, there was a thick layer of fresh straw spread out. Μέσα στο σπίτι αυτό βρισκότανε εκείνη, η ίδια άρρωστη, που βιαζόταν να πάει στην Ευρώπη. inside|in the|house|this|she was|that|the|same|sick|that|she was hurrying|to|go|to|Europe Inside this house was she, the same sick woman, who was in a hurry to go to Europe.

Στο δωμάτιο το συνεχόμενο με κείνο της άρρωστης, ήτανε συγκεντρωμένοι ο άντρας της, μια ξαδέρφη της, η μητέρα της κι ο παπάς. in the|room|the|adjacent|to|that|of the|sick|they were|gathered|the|husband|of her|a|cousin|of her|the|mother|of her|and|the|priest In the room adjacent to that of the sick woman, her husband, a cousin of hers, her mother, and the priest were gathered. Ο άντρας της μαζί με την ηλικιωμένη ξαδέρφη της στεκόταν μπροστά στην κλεισμένη πόρτα που έφερνε στο δωμάτιό της. the|husband|of her|together|with|the|elderly|cousin|of her|he was standing|in front of|to the|closed|door|that|it led|to the|room|of hers Her husband along with her elderly cousin stood in front of the closed door that led to her room. Στον καναπέ καθόταν ο παπάς, με τα μάτια χαμηλωμένα και κρατώντας κάτι τυλιγμένο μέσα στο πετραχήλι του. on the|couch|was sitting|the|priest|with|the|eyes|lowered|and|holding|something|wrapped|inside|in the|priestly vestment|his The priest was sitting on the couch, with his eyes lowered and holding something wrapped in his stole. Στη γωνία κειτόταν χωμένη μέσα σε μια βαθιά πολυθρόνα μια γριούλα, η μητέρα της κι έκλαιγε με σπαραγμό. in the|corner|was lying|buried|inside|in|a|deep|armchair|an|old woman|the|mother|her|and|was crying|with|anguish In the corner, an old woman was nestled deep in an armchair, her mother, and she was crying with anguish. Δίπλα της η καμαριέρα κρατούσε το μαντιλάκι για να της το δώσει όταν θα της το ζητούσε. next to|her|the|maid|was holding|the|handkerchief|to|to|her|it|give|when|will|her|it|would ask Next to her, the maid held the handkerchief to give it to her when she asked for it. Μια άλλη καμαριέρα της έτριβε με κάποιο φάρμακο τα μελίγγια και της φυσούσε το κεφάλι, ανασηκώνοντας το μπονέ της. another|other|maid|her|was rubbing|with|some|medicine|the|temples|and|her|was blowing|the|head|lifting|the|bonnet|her Another maid was rubbing her temples with some medicine and blowing on her head, lifting her bonnet.

- Ας σας βοηθήσει ο Χριστός, φιλτάτη - έλεγε ο άντρας της άρρωστης στη μεσόκοπη ξαδέρφη που στεκόταν μαζί του κοντά στην κλειστή πόρτα - έχει εμπιστοσύνη σε σας, ξέρετε τόσο όμορφα να μιλάτε μαζί της. let us|you|help|the|Christ|dearest|he was saying|the|man|of the|sick|to the|middle-aged|cousin|who|she was standing|together|with him|near|to the|closed|door|he has|trust|in|you|you know|so|beautifully|to|you speak|with|to her - May Christ help you, dear - said the husband of the sick woman to the middle-aged cousin who was standing with him near the closed door - she trusts you, you know how beautifully to talk to her. Κοιτάξτε λοιπόν να την πείσετε με το καλό. look|therefore|to|her|you convince|with|the|good So look to convince her nicely. Περάστε μέσα, κι έκανε να της ανοίξει την πόρτα, μα εκείνη τον εμπόδισε μια στιγμή, έφερε κάμποσες φορές το μαντίλι στα μάτια της και τίναξε το κεφάλι. enter|inside|and|he made|to|to her|open|the|door|but|she|him|she stopped|a|moment|she brought|several|times|the|scarf|to the|eyes|her|and|she shook|the|head Come in, and he made to open the door for her, but she stopped him for a moment, brought the handkerchief to her eyes several times and shook her head.

- Να, τώρα θαρρώ πως δε φαίνομαι πια κλαμένη, είπε, άνοιξε η ίδια την πόρτα και πέρασε μέσα. here|now|I think|that|not|I look|anymore|crying|she said|she opened|the|herself|the|door|and|she entered|inside - Now, I think I no longer look like I've been crying, she said, opened the door herself and went inside.

Ο άντρας ήτανε τρομερά ταραγμένος και φαινόταν σαν είχε σαστίσει ολότελα. the|man|he was|terribly|agitated|and|he seemed|as if|he had|he was stunned|completely The man was extremely agitated and seemed completely stunned. Έκανε να πάει στην πεθερά του, μα στο μισό άλλαξε γνώμη, σταμάτησε κι αφού έκανε μια βόλτα μέσα στο δωμάτιο, πλησίασε τον παπά. he made|to|go|to the|mother-in-law|his|but|in the|half|he changed|mind|he stopped|and|after|he made|a|walk|inside|in the|room|he approached|the|priest He intended to go to his mother-in-law, but halfway there he changed his mind, stopped, and after taking a walk around the room, approached the priest. Ο παπάς τον κοίταξε, σήκωσε τα φρύδια του κι αναστέναξε. the|priest|him|he looked|he raised|the|eyebrows|his|and|he sighed The priest looked at him, raised his eyebrows, and sighed. Το πυκνό ψαρό γενάκι του ανασηκώθηκε και κείνο και ξανάπεσε. the|thick|fishy|beard|his|it lifted|and|that|and|it fell again His thick fish-like beard lifted and then fell again.

- Θεέ μου! Θεέ μου! είπε ο άντρας της άρρωστης. God|my|God|my|he said|the|man|of the|sick - My God! My God! said the husband of the sick woman.

- Τι να γίνει; - έκανε αναστενάζοντας ο παπάς και πάλι τα φρύδια και το γενάκι του ανασηκώθηκαν και ξαναχαμήλωσαν. what|to|happen|he made|sighing|the|priest|and|again|the|eyebrows|and|the|beard|his|they lifted|and|they lowered - What can be done? - sighed the priest, and again his eyebrows and beard lifted and then lowered.

- Κι η μητέρα είναι εδώ! and|the|mother|she is|here - And the mother is here! - σχεδόν με απόγνωση πρόσθεσε ο άλλος. almost|with|despair|he added|the|other - the other added almost in despair. Δε θα το αντέξει. not|will|it|endure He won't be able to stand it. Την αγαπάει τόσο, την αγαπάει τόσο που... και εγώ δεν ξέρω. her|he loves|so||||that|and|I|not|know He loves her so much, he loves her so much that... I don't even know. Αν μπορούσατε, πάτερ εσείς να την καθησυχάσετε λιγάκι και να την πείσετε να φύγει από δω. if|you could|father|you|to|her|reassure|a little|and|to|her|convince|to|leave|from|here If you could, father, calm her down a bit and convince her to leave here. Ο παπάς σηκώθηκε και πλησίασε τη γριούλα. the|priest|he got up|and|he approached|the|old woman The priest got up and approached the old woman.

- Είναι αλήθεια πως τη μητρική καρδιά κανένας δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει, είπε ο παπάς, ωστόσο ο Θεός είναι μεγάλος. it is|true|that|the|maternal|heart|no one|not|is|in|position|to|appreciate|he said|the|priest|however|the|God|is|great - It is true that no one can appreciate a mother's heart, said the priest, however, God is great.

Ένας νευρικός σπασμός παραμόρφωσε την ίδια στιγμή το πρόσωπο της γριούλας και την έπιασε υστερικός λόξιγκας. a|nervous|spasm|distorted|the|same|moment|the|face|of the|old woman|and|her|it caught|hysterical|hiccups A nervous spasm distorted the old woman's face at that moment and she was seized by a hysterical hiccup.

- Ο Θεός είναι μεγάλος, συνέχισε ο παπάς, όταν ησύχασε κάπως η γριούλα. the|God|is|great|he continued|the|priest|when|she calmed down|somewhat|the|old woman - God is great, the priest continued, when the old woman calmed down somewhat. Έχω να σας πω, πως στην ενορία μου ήτανε ένας άρρωστος πολύ χειρότερα από τη Μαρία Ντμήτριεβνα και τι νομίζετε; Ένας απλός άνθρωπος τον γιάτρεψε με κάτι βοτάνια σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. I have|to|you|say|that|in the|parish|my|there was|a|sick|very|worse|than|the|Maria|Dmitrievna|and|what|you think|a|simple|man|him|he healed|with|some|herbs|in|very|short|time|period I have to tell you that in my parish there was a sick person much worse than Maria Dmitrievna and what do you think? A simple man healed him with some herbs in a very short time. Και μάλιστα ο άνθρωπος αυτός βρίσκεται τώρα στη Μόσχα. and|indeed|the|man|this|is located|now|in the|Moscow And indeed, this man is now in Moscow. Του έχω πει του Βασίλη Ντμήτριβιτς. to him|I have|said|to the|Vasilis|Dmitrievich I have told Vasilis Dmitrievich. Θα μπορούσε να δοκιμάσει. will|could|to|try He could give it a try. Θα ήτανε τουλάχιστο κάποια παρηγοριά για την άρρωστη. will|would be|at least|some|comfort|for|the|sick It would at least be some comfort for the sick one. Για το Θεό τίποτα δεν είναι αδύνατο. for|the|God|nothing|not|is|impossible For God, nothing is impossible.

- Το ξέρω καλά. it|I know|well - I know it well. Δεν έχει πια ζωή, είπε η μητέρα. not|has|anymore|life|she said|the|mother She has no life anymore, the mother said. Αντίς να πάρει εμένα ο Θεός, παίρνει αυτήν, κι ο υστερικός λόξιγκας την ξανάπιασε τόσο έντονος, που λιποθύμησε. instead|to|take|me|the|God|takes|her|and|the|hysterical|hiccup|her|it caught her again|so|intense|that|she fainted Instead of taking me, God takes her, and the hysterical hiccups caught her again so intensely that she fainted.

Ο γαμπρός της, έφερε και τα δυο χέρια στο πρόσωπο κι έφυγε τρέχοντας από το δωμάτιο. the|groom|her|he brought|and|the|two|hands|to the|face|and|he left|running|from|the|room Her son-in-law brought both hands to his face and ran out of the room.

Στο διάδρομο τρακάρισε με το εξάχρονο αγοράκι του, που έπαιζε κυνηγητό με τη μικρή αδελφούλα του. in the|hallway|he bumped|with|the|six-year-old|boy|his|that|he was playing|tag|with|the|little|sister|his In the hallway, he collided with his six-year-old boy, who was playing tag with his little sister.

- Δε θα πρέπει να τα πάμε τα παιδιά στη μαμά τους, για τελευταία φορά; - ρώτησε με σεβασμό η νταντά. not|will|must|to|the|we take|the|children|to the|mom|their|for|last|time|she asked|with|respect|the|nanny - Shouldn't we take the kids to their mom, for the last time? - the nanny asked respectfully.

- Όχι. No - No. Εκείνη δε θέλει να τα δει. she|not|wants|to|them|see She does not want to see them. Θα συγκινηθεί πολύ και δεν κάνει. will|be moved|very|and|not|does She will be very moved and it is not good.

Στο αναμεταξύ η ξαδέρφη καθόταν κοντά στο κρεβάτι της άρρωστης και, φέρνοντας με τρόπο την κουβέντα, προσπαθούσε να την προετοιμάσει στη σκέψη του θανάτου. in the|meantime|the|cousin|was sitting|near|to the|bed|her|sick|and|bringing|with|way|her|conversation|was trying|to|her|prepare|in the|thought|of the|death Meanwhile, the cousin was sitting near the sick woman's bed and, bringing up the subject in a subtle way, was trying to prepare her for the thought of death. Ο γιατρός κοντά στο παράθυρο ανακάτωνε κάποιο φάρμακο. the|doctor|near|to the|window|was mixing|some|medicine The doctor by the window was mixing some medicine.

- Αχ, φιλτάτη μου, είπε η άρρωστη διακόπτοντας την κάποια στιγμή, μη με προετοιμάζετε. oh|dearest|my|she said|the|sick woman|interrupting|her|some|moment|not|me|you prepare - Ah, my dearest, said the sick woman interrupting her at some point, do not prepare me. Μη με θεωρείτε για κανένα παιδί. not|me|you consider|as|any|child Do not consider me a child. Είμαι χριστιανή. I am|Christian I am a Christian. Τα ξέρω όλα. all|I know|all I know everything. Ξέρω πως δε μου μένει πολύ να ζήσω. I know|that|not|to me|remains|long|to|live I know that I don't have much time left to live. Ξέρω πως αν μ' άκουγε πρωτύτερα ο άντρας μου, θα ήμουνα τώρα στην Ιταλία κι ίσως-ίσως, όχι ίσως, σίγουρα θα ήμουνα καλά. I know|that|if|me|he listened|earlier|the|man|my|will|I would be|now|in the|Italy|and|maybe||||definitely|will|I would be|well I know that if my husband had listened to me earlier, I would be in Italy now and maybe—no, definitely—I would be fine. Του το έλεγα πάντα από τότε, μα εκείνος δε μ' άκουσε. to him|it|I was saying|always|since|then|but|he|not|me|he listened I always told him that since then, but he didn't listen to me. Τι να γίνει τώρα! what|to|happen|now What can be done now! Έτσι φαίνεται το ήθελε ο Θεός. thus|it seems|that|he wanted|the|God This is how God wanted it. Έχουμε όλοι μας πολλές αμαρτίες, όμως ελπίζω στην ευσπλαχνία του Θεού, πως θα τις συγχωρέσει σ' όλους μας. we have|all|our|many|sins|but|I hope|in the|mercy|of the|God|that|will|them|he forgives|to|all|our We all have many sins, but I hope in God's mercy that He will forgive them for all of us. Σίγουρα θα τις συγχωρέσει. surely|will|them|he forgives Surely He will forgive them. Προσπαθώ να νιώσω τον εαυτό μου. I try|to|feel|the|self|my I am trying to feel myself. Και εγώ είχα πολλές αμαρτίες, φιλτάτη μου. and|I|I had|many|sins|dearest|my And I had many sins, my dearest. Και για τούτο, πόσο υπέφερα! and|for|this|how|I suffered And for this, how much I have suffered! Και φρόντισα πάντα με υπομονή να περνώ τα βάσανα μου... and|I took care|always|with|patience|to|I go through|the|sufferings|my And I always tried patiently to endure my sufferings...

- Να καλέσω λοιπόν τον παπά αγάπη μου; Θα σε ξαλαφρώσει άμα μεταλάβεις, είπε η ξαδέρφη. to|I call|then|the|priest|love|my|will|you|he will lighten you|when|you commune|she said|the|cousin - Should I then call the priest, my love? He will relieve you if you take communion, said the cousin.

Η άρρωστη με μια αδύναμη κίνηση έδειξε πως δέχεται. the|sick|to me|a|weak|gesture|she showed|that|she accepts The sick woman with a weak movement indicated that she accepts.

- Θεέ μου, συγχώρεσε με την αμαρτωλή, μουρμούρισε. God|to me|forgive|me|the|sinner|she murmured - My God, forgive me the sinner, she murmured.

Η ξαδέρφη βγήκε κι έγνεψε του παπά. the|cousin|she went out|and|she waved|to the|priest The cousin went out and signaled to the priest.

- Η καημενούλα είναι άγγελος, είπε στον άντρα της άρρωστης, με τα μάτια της πλημμυρισμένα δάκρυα. the|poor thing|she is|angel|she said|to the|husband|of the|sick woman|with|the|eyes|of her|flooded|tears - The poor thing is an angel, she said to the sick woman's husband, with her eyes filled with tears.

Εκείνον τον πήραν τα δάκρυα. him|the|they took|the|tears He was overcome with tears. Ο παπάς πέρασε στο διπλανό δωμάτιο. the|priest|he passed|to the|next|room The priest passed into the next room. Η γριούλα εξακολούθησε να μένει λιπόθυμη κι έτσι απλώθηκε μια απόλυτη σιγαλιά γύρω. the|old woman|she continued|to|she stays|fainted|and|thus|it spread|an|absolute|silence|around The old woman continued to remain unconscious, and thus an absolute silence spread around. Μετά από πέντε λεπτά ο παπάς ξαναγύρισε και βγάνοντας το επιτραχήλι του, έσιαξε τα μαλλιά του. after|from|five|minutes|the|priest|he returned|and|taking off|the|stole|his|he fixed|the|hair|his After five minutes, the priest returned and, taking off his stole, fixed his hair.

- Δόξα τω Θεώ, τώρα είναι πιο ήσυχη, είπε, και θέλει να σας δει. glory|to the|God|now|is|more|quiet|she said|and|she wants|to|you|see - Thank God, she is quieter now, she said, and she wants to see you.

Η ξαδέρφη κι ο άντρας της έτρεξαν κοντά της. the|cousin|and|the|husband|her|they ran|near|to her The cousin and her husband ran to her. Η άρρωστη έκλαιγε σιγανά κοιτάζοντας το εικόνισμα, που κρεμόταν στην αντικρινή γωνιά. the|sick woman|she was crying|softly|looking at|the|icon|that|was hanging|in the|opposite|corner The sick woman was crying softly, looking at the icon that hung in the opposite corner.

- Βοήθειά σου, και να γίνεις γρήγορα καλά, της είπε ο άντρας της. help|to you|and|to|you become|quickly|well|to her|he said|the|husband|her - May God help you, and may you get well quickly, her husband said to her.

- Ευχαριστώ. thank you - Thank you. Αισθάνομαι τώρα τόσο καλά. I feel|now|so|good I feel so good now. Νιώθω μια ακατανόητη ανακούφιση, πολύ-πολύ γλυκιά, του αποκρίθηκε κι ένα αχνό χαμόγελο τρεμόπαιζε πάνω στα αχνά χείλη της. I feel|a|incomprehensible|relief|||sweet|to her|she replied|and|a|faint|smile|it was flickering|on|the|faint|lips|her I feel an incomprehensible relief, very, very sweet, she replied, and a faint smile flickered on her pale lips. Πόσο σπλαχνικός είναι ο Θεός! how|compassionate|he is|the|God How compassionate God is! Ναι, ναι, είναι σπλαχνικός και παντοδύναμος. yes|yes|he is|compassionate|and|all-powerful Yes, yes, he is compassionate and all-powerful.

Και ξανακάρφωσε τα μάτια της, με θερμή έντονη ικεσία, στο εικόνισμα. and|she fixed again|the|eyes|her|with|warm|intense|plea|on the|icon And she fixed her eyes on the icon again, with a warm, intense plea.

Ύστερα ξαφνικά, σαν κάτι να θυμήθηκε πάλι, κάλεσε κοντά της τον άντρα της, με διάφορα γνεψίματα. then|suddenly|as|something|to|she remembered|again|she called|close|to her|the|husband|her|with|various|gestures Then suddenly, as if she remembered something again, she called her husband over to her with various gestures.

- Ποτέ σου δεν θέλεις να κάνεις εκείνο που σε παρακαλώ, του είπε με φανερή δυσαρέσκεια στην αδύναμη φωνή της, που μόλις ακουγόταν. never|your|not|you want|to|you do|that|that|you|I ask|to him|she said|with|obvious|displeasure|in the|weak|voice|her|that|barely|it was heard "You never want to do what I ask you," she said with obvious displeasure in her weak voice, which could barely be heard.

Κείνος την άκουγε με τεντωμένο το λαιμό και ύφος υποταγμένο. he|her|was listening|with|stretched|the|neck|and|expression|submissive He was listening to her with his neck stretched and a submissive expression.

- Τι τρέχει, αγάπη μου; what|is happening|love|my - What's wrong, my love?

- Πόσες φορές στο έχω πει πως αυτοί οι γιατροί δεν ξέρουν τίποτα και πως κάποιοι απλοί εμπειρικοί γιατρεύουν μια χαρά τον κόσμο...Να, κι ο παπάς λέει., είναι ένας αστός... Στείλε να τον καλέσεις. how many|times|to you|I have|said|that|these|the|doctors|not|know|anything|and|that|some|simple|empirical|heal|a|joy|the|world|look|and|the|priest|says|he is|a|bourgeois|send|to|him|call - How many times have I told you that these doctors know nothing and that some simple folk heal the world just fine... Look, even the priest says, he's a bourgeois... Send someone to call him.

- Ποιον αγάπη μου; whom|love|my - Who, my love?

- Αχ, Θεέ μου! oh|God|my - Oh, my God! Τίποτα δεν θέλει να καταλάβει!., και ζάρωσε σ' ένα μορφασμό το πρόσωπό της κι έκλεισε τα μάτια. nothing|not|wants|to|understand|and|she wrinkled|in|a|grimace|her|face|her|and|she closed|her|eyes She doesn't want to understand anything! And she scrunched her face in a grimace and closed her eyes. Ο γιατρός πήγε κοντά της, της έπιασε το χέρι. the|doctor|he went|near|to her|to her|he held|her|hand The doctor went close to her, took her hand. Ο σφυγμός όσο πήγαινε γινόταν και πιο άτονος. the|pulse|as|it went|it became|and|more|faint The pulse was becoming weaker and weaker. Η άρρωστη αντιλήφτηκε πως ο γιατρός κάποια στιγμή έγνεψε του άντρα της κι αμέσως γύρισε περίτρομα τα μάτια της από δω κι από κει. the|sick|she realized|that|the|doctor|some|moment|he gestured|to the|husband|her|and|immediately|she turned|panicked|the|eyes|her|from|here|and|from|there The sick woman realized that the doctor had at some point nodded to her husband and immediately turned her eyes around in panic. Η ξαδέρφη γύρισε από την άλλη μεριά κλαίγοντας. the|cousin|she turned|from|the|other|side|crying The cousin turned to the other side crying.

- Μην κλαις, μη βασανίζεσαι και μη βασανίζεις και μένα, της είπε η άρρωστη. don't|you cry|don't|you torment yourself|and|don't|you torment|and|me|to her|he said|the|sick - Don't cry, don't torment yourself and don't torment me either, the sick woman said to her. Τα κλάματα σου μου αφαιρούν την τελευταία γαλήνη. the|cries|your|to me|they take away|the|last|peace Your crying takes away my last peace.

- Είσαι ένας άγγελος! you are|a|angel - You are an angel! - είπε η ξαδέρφη και της φίλησε το χέρι. she said|the|cousin|and|to her|she kissed|the|hand - said the cousin and kissed her hand.

- Όχι, όχι! no|no - No, no! Φίλησε με εδώ. kiss|me|here Kiss me here. Μονάχα των νεκρών φιλούν το χέρι. only|of the|dead|they kiss|the|hand Only the dead kiss the hand. Θεέ μου! Θεέ μου! God|my|| My God! My God!

Το ίδιο κείνο βράδυ η άρρωστη ήτανε πια νεκρή και το σώμα της ταχτοποιημένο στο φέρετρο, ήτανε στημένο στο σαλόνι του μεγάλου σπιτιού. the|same|that|night|the|sick|she was|now|dead|and|the|body|her|arranged|in the|coffin|it was|set up|in the|living room|of the|large|house That same night, the sick woman was already dead and her body was arranged in the coffin, set up in the parlor of the large house. Μέσα στο ευρύχωρο σαλόνι με τις κλειστές πόρτες καθόταν ένας κανονάρχης της γειτονικής εκκλησίας και διάβαζε με ένρινη φωνή τους ψαλμούς του Δαβίδ. inside|in the|spacious|living room|with|the|closed|doors|he was sitting|a|chanter|of the|neighboring|church|and|he was reading|with|hoarse|voice|the|psalms|of the|David In the spacious parlor with the closed doors sat a canon of the neighboring church reading the Psalms of David in a deep voice. Το ζωηρό φως από τις αναμμένες λαμπάδες, που έκαιγαν μέσα στα ψηλά ασημένια μανουάλια, έπεφτε πάνω στο χλομό μέτωπο της νεκρής, στα βαριά και κίτρινα, σαν κέρινα, χέρια της και στο πτυχωμένο βαρύ σκέπασμα που κάπως ανατριχιαστικά διέγραφε ολόκληρη τη σιλουέτα που κάλυπτε. the|lively|light|from|the|lit|candles|that|were burning|inside|in the|tall|silver|candlesticks|was falling|on|the|pale|forehead|of the|dead woman|on the|heavy|and|yellow|like|waxen|hands|of her|and|on the|folded|heavy|covering|that|somewhat|creepily|outlined|entire|the|silhouette|that|it covered The bright light from the lit candles, burning in the tall silver candlesticks, fell upon the pale forehead of the dead woman, on her heavy yellow hands, like wax, and on the heavy draped covering that somewhat eerily outlined the entire silhouette it covered. Ο κανονάρχης, δίχως να καταλαβαίνει τα λόγια που πρόφερε, διάβαζε μονότονα και σιγανά, κι αυτά παράξενα αντηχούσαν κι έσβηναν μέσα σε κείνη τη σιγαλιά. the|conductor|without|to|understanding|the|words|that|he uttered|he was reading|monotonously|and|softly|and|they|strangely|they echoed|and|they faded|in|into|that|the|silence The priest, without understanding the words he was uttering, read monotonously and softly, and these strangely echoed and faded away in that silence. Κάπου-κάπου έφταναν ίσαμε κει μέσα φωνούλες παιδιών και ποδοβολητά από τα τρεξίματά τους μέσα στο δωμάτιό τους, που βρισκόταν στην άλλη άκρη του μεγάλου σπιτιού. ||they reached|as far as|there|inside|little voices|of children|and|footsteps|from|their|running|their|inside|in the|room|their|that|was located|at the|other|end|of the|large|house Every now and then, little voices of children and the sound of their footsteps running in their room, which was at the other end of the large house, reached in there.

Η μορφή της νεκρής ήτανε αυστηρή, ατάραχη και μεγαλόπρεπη. the|form|of the|dead woman|was|stern|calm|and|majestic The form of the dead woman was stern, calm, and majestic. Τίποτα, καμιά κίνηση, δεν τάραζε το επίσημο ύφος που είχε το καθαρό και παγωμένο μέτωπο και τα σφιχτοκλεισμένα χείλη. nothing|no|movement|not|disturbed|the|official|demeanor|that|had|the|clear|and|frozen|forehead|and|the|tightly closed|lips Nothing, no movement, disturbed the official demeanor of the clear and frozen forehead and the tightly closed lips. Ήτανε όλη μια πλέρια προσοχή και ανάταση. it was|all|a|full|attention|and|uplift It was all a complete attention and uplift. Μα να καταλάβαινε τάχα τώρα όλα κείνα τα μεγάλα λόγια του ψαλμού; but|to|he/she/it would understand|supposedly|now|all|those|the|great|words|of the|psalm But could he possibly understand all those grand words of the psalm now?

ai_request(all=58 err=0.00%) translation(all=115 err=0.00%) cwt(all=1408 err=1.07%) en:B7ebVoGS:250504 openai.2025-02-07 PAR_TRANS:gpt-4o-mini=4.52 PAR_CWT:B7ebVoGS=10.06