×

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη λειτουργία του LingQ. Επισκέπτοντας τον ιστότοπο, συμφωνείς στην πολιτική για τα cookies.

image

Παπαντωνίου, Ζ. - Τα Ψηλά Βουνά (1918), 12. Τα παιδιά σχηματίζουν κοινότητα

12. Τα παιδιά σχηματίζουν κοινότητα

Ο ήλιος είναι πολύ ψηλά. Τα τζιτζίκια λαλούν δυνατά. Μα κανένας δεν έχει όρεξη ν' αφήσει το στρώμα. Γυρίζουν από το ένα πλευρό στο άλλο.

—Σηκωθείτε, λέει ο Αντρέας, γυρίζοντας από καλύβα σε καλύβα· έχουμε δουλειά.

—Τι δουλειά; φώναξε ο Δημητράκης, τρίβοντας το ένα του μάτι.

—Να φάμε εδώ που ήρθαμε.

—Κι είναι αυτό δουλειά;

—Τώρα που θα σηκωθείς, θα το δούμε.

---

O Δημητράκης ζητούσε τη λεκάνη να νιφτεί· δεν είχε καταλάβει ακόμη πού βρίσκεται. Ακολούθησε τους άλλους, που γελούσαν μ' αυτόν, και βρήκαν κάμποσα βήματα μακριά τη βρύση. Το νερό τούς έτσουξε στ' αφτιά.

Ένα παιδί, ο Πάνος, έλεγε του Δημητράκη, καθώς νιβόταν: «Άι, άι, τι κρύο νερό!» και του κρατούσε το κεφάλι κάτω από τη βρύση. O Δημητράκης φώναζε σαν κατσίκι. O Πάνος τον άφησε κι έβαλε το δικό του κεφάλι στη βρύση. Άφηνε το κρύο νερό να πηγαίνει στον σβέρκο του, στο στήθος του.

---

Όταν πλύθηκαν, ήρθε να τους δει ο κυρ Στέφανος. O καλός άνθρωπος, που τους έφερε ως εδώ, θα πήγαινε στη χώρα για τις δουλειές του. Φεύγοντας τους είπε αυτά τα λόγια:

—Είκοσι έξι άνθρωποι για να ζήσουν στο βουνό, πρέπει όλα να τα κάνουν με τα χέρια τους. Να ψήνουν το ψωμί, να κουβαλούν το νερό, να βράζουν το φαΐ. Είστε είκοσι έξι συγκάτοικοι, που πρέπει να ζήσετε μαζί στο ίδιο μέρος· έχετε τις ίδιες δυσκολίες και τις ίδιες ωφέλειες. Κάνετε λοιπόν μια κοινότητα. Πώς αυτή θα ζήσει χωρίς μαγαζί, χωρίς μύλο, χωρίς τίποτα; Κάποιος από σας πρέπει να γίνει φούρναρης, μπακάλης, μυλωνάς. Ό,τι χρειάζεται, για να συντηρηθείτε, πρέπει να το βρείτε μόνοι σας, όπως οι βοσκοί, οι βλάχοι και οι λοτόμοι. Θα φάτε ή δε θα φάτε σήμερα;

—Θα φάμε, απάντησε ο Φουντούλης.

—Να δούμε όμως πώς θα φάτε. Ε, όσο για σήμερα έχετε δα έναν κουτσομάγερα, τον Αντρέα. Αυτός έμαθε από τους λοτόμους το γιαχνί. Σήμερα θα είναι μάγερας για όλους σας. Τώρα βοηθήστε κι οι άλλοι να γίνει το φαΐ.

O Γιωργάκης, ο Αλέκος κι ο Δημητράκης πήραν να ξεφλουδίσουν τις πατάτες, ο Δήμος κι ο Καλογιάννης να κόψουν τα φασόλια και τις ντομάτες. Άλλοι πήραν να καθαρίσουν τα κρεμμύδια κι άλλοι άναψαν τη φωτιά.

---

—Και κείνοι που περισσεύουν τι θα προσφέρουν στην κοινότητα; ρώτησε ο Κωστάκης.

—Την όρεξή μας, είπαν αυτοί γελώντας.

—Απ' αυτήν έχουμε κι εμείς, φώναξε ο Αντρέας. Μα έννοια σας κι έχετε δουλειά.

Η δουλειά που τους έπεσε είναι αρκετή. Έπρεπε να γυρίσουν τις καλύβες, την κοινότητά τους, να κοιτάξουν τις θέσεις, τα δέντρα και να ορίσουν πού θα είναι το μαγειρειό, η αποθήκη, τα ράφια.

Άλλοι έπρεπε να δουν αν έχουν ό,τι τους χρειάζεται για να μαγειρεύουν. Μήπως λείπει κουτάλα ή κατσαρόλα, καθώς αυτή τη στιγμή τους λείπει το τηγάνι και πρέπει να το ζητήσουν από τους λοτόμους.

Άλλοι πάλι θα πήγαιναν να δουν τους βλάχους, για να ξέρουν τι τρόφιμα μπορεί να πάρουν απ' αυτούς στην ανάγκη. Και στο τέλος, να μάθουν αν έχει κανένα χωριό εκεί κοντά και πόσο μακριά είναι.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

12. Τα παιδιά σχηματίζουν κοινότητα "The"||form|community 12. Kinder bilden eine Gemeinschaft 12. Children form a community 12. Los niños forman una comunidad 12. Les enfants forment une communauté 12. Dzieci tworzą społeczność 12. As crianças formam uma comunidade 12. Дети образуют сообщество 12. Çocuklar bir topluluk oluşturur

Ο ήλιος είναι πολύ ψηλά. |The sun||very|very high The sun is very high. Τα τζιτζίκια λαλούν δυνατά. |The cicadas chirp.|chirp|loudly The cicadas are barking loudly. Μα κανένας δεν έχει όρεξη ν' αφήσει το στρώμα. |no one|does not|"has"|appetite|to|leave||mattress But nobody wants to leave the mattress. Γυρίζουν από το ένα πλευρό στο άλλο. Turn||||side|| They turn from one side to the other.

—Σηκωθείτε, λέει ο Αντρέας, γυρίζοντας από καλύβα σε καλύβα· έχουμε δουλειά. "Get up"|||Andreas|turning around||hut|||we have work|work to do -Get lost, says Andreas, going from hut to hut; we have work to do.

—Τι δουλειά; φώναξε ο Δημητράκης, τρίβοντας το ένα του μάτι. ||shouted||Dimitrakis|rubbing||||eye -What business?" cried Dimitrakis, rubbing one eye.

—Να φάμε εδώ που ήρθαμε. |eat|"here"|where|we came —Let's eat here since we've come.

—Κι είναι αυτό δουλειά; So||| —And is this work?

—Τώρα που θα σηκωθείς, θα το δούμε. "Now"|||stand up|||we will see —Now that you'll stand up, we'll see.

--- ---

O Δημητράκης ζητούσε τη λεκάνη να νιφτεί· δεν είχε καταλάβει ακόμη πού βρίσκεται. ||was looking for||washbasin||wash himself|not||realized|yet||"is located" Dimitrakis was asking for the basin to wash himself; he had not yet understood where it was. Ακολούθησε τους άλλους, που γελούσαν μ' αυτόν, και βρήκαν κάμποσα βήματα μακριά τη βρύση. |||||||a|||||| Followed|||who|were laughing|with|"him"||found|several|steps|far away||fountain He followed the others, who were laughing at him, and found the fountain a few steps away. Το νερό τούς έτσουξε στ' αφτιά. |||stung||ears The water stung their ears.

Ένα παιδί, ο Πάνος, έλεγε του Δημητράκη, καθώς νιβόταν: «Άι, άι, τι κρύο νερό!» και του κρατούσε το κεφάλι κάτω από τη βρύση. ||||||||||||||a|||||||| |||Panos|was saying to||Dimitrakis|"while"|was washing himself|"Ouch"|||||||held||Head||||faucet Ein Junge, Panos, sagte zu Dimitrakis, als dieser sich bettfertig machte: "Ay, ay, was für kaltes Wasser!" und hielt seinen Kopf unter den Wasserhahn. A boy, Panos, was saying to Dimitrakis, as he was getting ready for bed: "Ay, ay, what cold water!" and held his head under the tap. O Δημητράκης φώναζε σαν κατσίκι. ||was shouting||goat Dimitrakis was screaming like a goat. O Πάνος τον άφησε κι έβαλε το δικό του κεφάλι στη βρύση. |||left him||put||||head|| Panos left him and put his own head in the tap. Άφηνε το κρύο νερό να πηγαίνει στον σβέρκο του, στο στήθος του. "Let"||cold|||||neck|||chest| He let the cold water go down his neck, his chest.

--- ---

Όταν πλύθηκαν, ήρθε να τους δει ο κυρ Στέφανος. "When"|were washed|"came"|||||| When they were washed, Mr. Stephen came to see them. O καλός άνθρωπος, που τους έφερε ως εδώ, θα πήγαινε στη χώρα για τις δουλειές του. ||good person|||brought|as far as|here||would go||the city|||his business affairs| The good man who brought them here was going to go to the country to do his business. Φεύγοντας τους είπε αυτά τα λόγια: "Leaving"|||||words As he left, he said these words to them:

—Είκοσι έξι άνθρωποι για να ζήσουν στο βουνό, πρέπει όλα να τα κάνουν με τα χέρια τους. ||people|||live||mountain|must||||do|with their hands||their hands| -sixty-six people have to do everything with their hands in order to live on the mountain. Να ψήνουν το ψωμί, να κουβαλούν το νερό, να βράζουν το φαΐ. |bake||bread||carry||water||boil||food Baking bread, carrying water, boiling food. Είστε είκοσι έξι συγκάτοικοι, που πρέπει να ζήσετε μαζί στο ίδιο μέρος· έχετε τις ίδιες δυσκολίες και τις ίδιες ωφέλειες. You are|||roommates||||live together||||place|||same|difficulties|||same|benefits You are twenty-six roommates, who have to live together in the same place; you have the same difficulties and the same benefits. Κάνετε λοιπόν μια κοινότητα. You create|then|| So you make a community. Πώς αυτή θα ζήσει χωρίς μαγαζί, χωρίς μύλο, χωρίς τίποτα; Κάποιος από σας πρέπει να γίνει φούρναρης, μπακάλης, μυλωνάς. How|||live||shop|without|mill||||||||become|baker|grocer|miller How will she live without a shop, without a mill, without anything? One of you must become a baker, a grocer, a miller. Ό,τι χρειάζεται, για να συντηρηθείτε, πρέπει να το βρείτε μόνοι σας, όπως οι βοσκοί, οι βλάχοι και οι λοτόμοι. |"is needed"|||sustain yourselves||||find|on your own||like||shepherds||Vlachs|||woodcutters Whatever you need to sustain yourselves, you must find it yourself, like shepherds, shepherds and lotharios. Θα φάτε ή δε θα φάτε σήμερα; |eat||||| Will you or will you not eat today?

—Θα φάμε, απάντησε ο Φουντούλης. |we will eat|answered||Fountoulis -We will eat, replied Hazel.

—Να δούμε όμως πώς θα φάτε. |"let's see"|however||| -But let's see how you eat. Ε, όσο για σήμερα έχετε δα έναν κουτσομάγερα, τον Αντρέα. As for today|as for|as for|||after all||little magician, Andrea||Andrea Nun, was den heutigen Tag betrifft, so haben Sie einen Klatsch, Andrea. Well, as for today, you have a gossip, Andrea. Αυτός έμαθε από τους λοτόμους το γιαχνί. |"learned"|||woodcutters||stewed dish He learned from the lottos the yajni. Σήμερα θα είναι μάγερας για όλους σας. |||chef||| Today will be a wizard for all of you. Τώρα βοηθήστε κι οι άλλοι να γίνει το φαΐ. |help|||||be made|| Now help the others to make the food.

O Γιωργάκης, ο Αλέκος κι ο Δημητράκης πήραν να ξεφλουδίσουν τις πατάτες, ο Δήμος κι ο Καλογιάννης να κόψουν τα φασόλια και τις ντομάτες. |Little George||Alekos||||"started to peel"||peel||potatoes|The|Dimos|||Kalogiannis||cut||beans|||tomatoes Giorgakis, Alekos and Dimitrakis got to peel the potatoes, while Dimos and Kalogiannis got to cut the beans and tomatoes. Άλλοι πήραν να καθαρίσουν τα κρεμμύδια κι άλλοι άναψαν τη φωτιά. Others|started to clean||clean up||onions||others|lit|| Some went to clean the onions and others lit the fire.

--- ---

—Και κείνοι που περισσεύουν τι θα προσφέρουν στην κοινότητα; ρώτησε ο Κωστάκης. "And"|those who remain||are left over|||"contribute to"||community|asked|| -And what will those who are left over offer to the community?Kostakis asked.

—Την όρεξή μας, είπαν αυτοί γελώντας. our|appetite||they said||laughing -"Our appetite," they said, laughing.

—Απ' αυτήν έχουμε κι εμείς, φώναξε ο Αντρέας. to|"her"|||||| -"We have one of those," cried Andreas. Μα έννοια σας κι έχετε δουλειά. "Don't worry"|worry|||"you have work"|work to do Aber Sie haben ein Konzept und Sie haben einen Job. But you have a concept and you have a job.

Η δουλειά που τους έπεσε είναι αρκετή. The||||fell to them||enough The work they have been given is enough. Έπρεπε να γυρίσουν τις καλύβες, την κοινότητά τους, να κοιτάξουν τις θέσεις, τα δέντρα και να ορίσουν πού θα είναι το μαγειρειό, η αποθήκη, τα ράφια. ||"turn around"|||the|their community|||"look at"||positions|the|trees|||"determine"||||the|kitchen area|the|storage room||shelves They had to go around the huts, their community, look at the sites, the trees and determine where the kitchen, the storeroom, the shelves would be.

Άλλοι έπρεπε να δουν αν έχουν ό,τι τους χρειάζεται για να μαγειρεύουν. Others|||||"they have"|whatever||is needed|||"to cook" Others had to see if they had what they needed to cook. Μήπως λείπει κουτάλα ή κατσαρόλα, καθώς αυτή τη στιγμή τους λείπει το τηγάνι και πρέπει να το ζητήσουν από τους λοτόμους. "Perhaps"|"Is missing"|ladle||pot|as this moment|||"this moment"||"Is missing"||frying pan|||||ask for|||woodcutters Maybe they are missing a ladle or a pot, as they are currently missing the pan and have to ask the lottos for it.

Άλλοι πάλι θα πήγαιναν να δουν τους βλάχους, για να ξέρουν τι τρόφιμα μπορεί να πάρουν απ' αυτούς στην ανάγκη. "Others"|"again"|"would"|would go||||Vlachs|||know||food supplies|||get from them||from them||need Andere gingen zu den Bauern, um zu erfahren, welche Lebensmittel sie im Bedarfsfall von ihnen bekommen konnten. Others would go to see the peasants, to know what food they could get from them in case of need. Και στο τέλος, να μάθουν αν έχει κανένα χωριό εκεί κοντά και πόσο μακριά είναι. ||||learn||||village nearby|there nearby|nearby||how far|far away| And finally, find out if there is a village nearby and how far away it is.