×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.


image

Ντοστογιέφσκι, Φ - Αδελφοί Καραμάζοφ, 2. V. Και Ούτω Γενήσεται

2. V. Και Ούτω Γενήσεται

Ο Στάρετς έλειψε απ' το κελί κάπου εικοσιπέντε λεπτά. Ήταν πια περασμένες δωδεκάμιση κι ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, που για χάρη του είχαν μαζευτεί όλοι, δεν είχε έρθει ακόμα. Μα τον ξεχάσανε σχεδόν κι όταν ο στάρετς ξαναμπήκε στο κελί, βρήκε όλους τους επισκέπτες του να συζητάνε ζωηρά. Περισσότερο απ' όλους έπαιρναν μέρος στη συζήτηση ο Ιβάν Φιοντόροβιτς κι οι δυό ιερομόναχοι. Δοκίμαζε κι ο Μιούσοβ—και κατά τα φαινόμενα με μεγάλη ζέση— να πάρει μέρος στην κουβέντα, όμως και πάλι ήταν άτυχος. Ήταν φανερό πως βρισκόταν στο δεύτερο πλάνο, τόσο που πολλές φορές ούτε του απαντούσαν καν κι αυτό μεγάλωσε ακόμα περισσότερο τη νευρικότητά του. Και τούτο γιατί και προηγούμενα συχνά διαξιφιζόταν με τον Ιβάν Φιοντόροβιτς επιδεικνύοντας τις γνώσεις του και δεν μπορούσε ν' ανεχτεί ψύχραιμα την υπεροπτική του στάση: «Ως τα τώρα τουλάχιστον στεκόμουν στο ύψος όλων των πρωτοποριακών ρευμάτων της Ευρώπης, όμως αυτή η καινούργια γενιά μας αγνοεί εντελώς», έλεγε μέσα του. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς, που μονάχος του είχε δώσει το λόγο του να κάτσει ήσυχος και να σωπάσει, για κάμποσην ώρα δεν είπε λέξη, μα παρακολουθούσε μ' ένα κοροϊδευτικό χαμόγελο το γείτονά του, τον Πιότρ Αλεξάντροβιτς, και ήταν φανερό πως χαιρότανε με τον εκνευρισμό του. Από καιρό πια ετοιμαζότανε να του ξεπληρώσει μερικά πράματα και τώρα δεν ήθελε να χάσει την ευκαιρία. Τέλος δε βάσταξε. Έσκυψε προς τον ώμο του γείτονα και τον ειρωνεύτηκε χαμηλόφωνα για μιαν ακόμα φορά:

— Γιατί τάχα δε φύγατε πριν από λίγο όταν είπα κείνο το «ευλαβώς ασπαζόμενος» και δεχτήκατε να μείνετε με μια τόσο αταίριαστη για σας παρέα; Θα σας το πω εγώ. Μείνατε γιατί νιώθατε τον εαυτό σας ταπεινωμένο και καταφρονημένο και θέλατε να πάρετε τη ρεβάνς επιδεικνύοντας την εξυπνάδα σας.

Τώρα πια δε θα φύγετε προτού επιδείξετε τη σοφία σας.

— Πάλι αρχίσατε; Απεναντίας τώρα αμέσως θα φύγω.

— Τελευταίος, τελευταίος απ' όλους θα φύγετε! τον κέντησε ακόμα μια φορά ο Φιόντορ Παύλοβιτς.

Αυτό έγινε σχεδόν τη στιγμή που γύριζε ο στάρετς. Ο καυγάς σταμάτησε για λίγο μα ο στάρετς, όταν ξανακάθισε στη θέση του, τους κοίταξε όλους ένα γύρω σαν να τους έλεγε ευπροσήγορα να συνεχίσουν. Ο Αλιόσα, που 'χε μάθει την κάθε σχεδόν έκφραση του προσώπου του, έβλεπε καθαρά πως είναι τρομερά κουρασμένος και πως με μεγάλη προσπάθεια κατορθώνει να υπερνικάει την κούρασή του. Τον τελευταίο καιρό λιποθυμούσε καμιά φορά απ' την αδυναμία. Σχεδόν η ίδια χλωμάδα που εμφανιζόταν και πριν απ' τις λιγοθυμίες απλωνόταν τώρα στο πρόσωπό του τα χείλη του είχαν γίνει κάτασπρα. Μα, καθώς φαίνεται, δεν ήθελε να διαλύσει τη συγκέντρωση. Λες και είχε το σκοπό του — ποιόν λοιπόν; Ο Αλιόσα τον παρακολουθούσε επίμονα.

— Συζητούμε για το περιεργότατο άρθρο του κυρίου από δω, είπε ο ιερομόναχος Ιωσήφ, ο βιβλιοθηκάριος, μιλώντας στον στάρετς και δείχνοντας τον Ιβάν Φιοντόροβιτς. Έχει πολλές καινούργιες απόψεις, μα η θέση του φαίνεται δίκοπη, Ο κύριος μ' ένα άρθρο σε κάποιο περιοδικό για το ζήτημα των εκκλησιαστικών δικαστηρίων και για τη δικαιοδοσία τους απάντησε σ' ένα θεολόγο που έγραψε για το ίδιο ζήτημα ολόκληρο βιβλίο...

— Δυστυχώς δε διάβασα το άρθρο σας, όμως έχω ακούσει να μιλούν γι' αυτό, απάντησε ο στάρετς κοιτάζοντας επίμονα και διαπεραστικά τον Ιβάν Φιοντόροβιτς.

— Ο κύριος υποστηρίζει μια περιεργότατη άποψη, συνέχισε ο πάτερ-βιβλιοθηκάριος. Καθώς φαίνεται, αρνείται εντελώς το διαχωρισμό της Εκκλησίας απ' το Κράτος στο ζήτημα των εκκλησιαστικών δικαστηρίων.

— Αυτό είναι ενδιαφέρον. Μα πώς ακριβώς το εννοείτε; ρώτησε ο στάρετς τον Ιβάν Φιοντόροβιτς.

Αυτός του απάντησε επιτέλους μα χωρίς νά 'χει καθόλου το ύφος μορφωμένου ανθρώπου που μιλάει «άφ' υψηλού» καθώς φοβόταν απ' την προηγούμενη ακόμα μέρα ο Αλιόσα. Τα 'λεγε μετριόφρονα και συγκρατημένα, με μια φανερή φιλοφροσύνη και, απ' όσο μπορούσε να καταλάβει κανείς, χωρίς καμιάν οπισθοβουλία.

— Ξεκινάω απ' τη θέση πως αυτή η ανάμιξη των δύο στοιχείων, της ουσίας δηλαδή του Κράτους και της ουσίας της Εκκλησίας θα γίνεται βέβαια αιωνίως, παρ' όλο που μια συνταύτισή τους είναι ανέφικτη και παρ' όλο που δε θα κατορθωθεί ποτέ να σταθεροποιηθεί σαν μια φυσική ή έστω παραδεχτή κατάσταση. Και τούτο γιατί το ψεύδος βρίσκεται στη ίδια τη βάση αυτού του ζητήματος. Κατά τη γνώμη μου είναι αδύνατος κάθε συμβιβασμός ανάμεσα στο Κράτος και στην Εκκλησία σε ζητήματα σαν κι αυτό των δικαστηρίων. Ο θεολόγος στον οποίον απάντησα, βεβαιώνει πως η Εκκλησία έχει μιαν ακριβέστατα καθορισμένη θέση μέσα στο Κράτος. Εγώ, όμως, του απάντησα πως απεναντίας η Εκκλησία πρέπει να περιλαμβάνει μέσα της όλο το Κράτος κι όχι να πιάνει μέσα του μονάχα κάποια γωνίτσα και πως αν αυτό, για έναν οποιοδήποτε λόγο, δεν μπορεί να γίνει σήμερα, τότε η ουσία των πραγμάτων απαιτεί να μπει αυτό σαν ο κυριότερος αντικειμενικός σκοπός της παραπέρα ανάπτυξης της χριστιανικής κοινωνίας.

— Πολύ-πολύ σωστά! είπε σταθερά και νευρικά ο πάτερ Παΐσιος, ο σιωπηλός και μορφωμένος ιερομόναχος.

— Αυτό είναι καθαρότατος ουλτραμοντανισμός (Δόγμα των οπαδών της απόλυτης διοικητικής εξάρτησης της γαλλικής Εκκλησίας απ' τον Πάπα. Σ.τ.Μ. ), φώναξε ο Μιούσοβ κι έβαλε ανυπόμονα το 'να πόδι πάνω στ' άλλο.

— Τι λέτε κει. Εμείς ούτε βουνά (Λογοπαίγνιο. Στα γαλλικά montagne = βουνό. Σ.τ.Μ. ), δεν έχουμε! φώναξε ο πάτερ Ιωσήφ και γυρίζοντας στον στάρετς συνέχισε: Ο κύριος απαντάει ακόμα και στις παρακάτω «βασικές και ουσιαστικές» θέσεις του αντιπάλου του που, σημειώστε, είναι θεολόγος. Πρώτο: πως «κανένας κοινωνικός σύνδεσμος δεν μπορεί και δεν πρέπει να σφετερίζεται την εξουσία, να επεμβαίνει στα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των μελών του». Δεύτερο: «πως τα κακουργοδικεία και τα πολιτικά δικαστήρια δεν πρέπει ν' ανήκουν στην Εκκλησία και δε συμβιβάζονται με τον χαρακτήρα της σαν θεϊκού θεσμού και σαν συνδέσμου ανθρώπων που επιδιώκουν θρησκευτικούς σκοπούς» και τέλος τρίτο: «πως η εκκλησία δεν είναι βασιλεία του κόσμου τούτου»...

— Παίζει με τις λέξεις κατά τρόπο που καθόλου δεν ταιριάζει σ' ένα θεολόγο! δε βάσταξε και διέκοψε και πάλι ο πάτερ Παΐσιος. Το διάβασα το βιβλίο στο οποίο απαντήσατε, γύρισε και είπε στον Ιβάν Φιοντόροβιτς, κι απόρησα με τα λόγια ενός θεολόγου που λέει πως «η Εκκλησία δεν είναι βασιλεία του κόσμου τούτου». Μα αν δεν ήταν του κόσμου τούτου, δεν θα μπορούσε να υπάρχει καθόλου στη γη. Στο άγιο ευαγγέλιο τα λόγια «δεν είναι του κόσμου τούτου» είναι ειπωμένα με εντελώς διαφορετική έννοια. Δεν επιτρέπεται να παίζει κανείς μ' αυτά τα λόγια. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ήρθε ακριβώς για να εγκαθιδρύσει επί της γης την Εκκλησία. Εννοείται πως η βασιλεία των ουρανών δεν είναι του κόσμου τούτου μα υπάρχει στα ουράνια. Όμως δεν μπορεί να εισέλθει κανείς εκεί παρά μονάχα δια μέσου της Εκκλησίας που είναι θεμελιωμένη και ιδρυμένη επί της γης. Γι' αυτό είναι απαράδεχτο κι αναξιοπρεπές να κάνει κανείς κοσμικά λογοπαίγνια πάνω σ' αυτό το θέμα. Η Εκκλησία είναι στ' αλήθεια μια βασιλεία και προώρισται να βασιλεύσει. Είναι σίγουρο πως τελικά θα γίνει μια παγκόσμια βασιλεία. Έχουμε επαγγελία πως έτσι θα γίνει...

Σώπασε ξαφνικά σάμπως να συγκράτησε τον εαυτό του. Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς τον άκουσε με σεβασμό και με μεγάλη προσοχή και ύστερα ήρεμα συνέχισε να μιλάει όπως και πρώτα πρόθυμα κι ανοιχτόκαρδα στον στάρετς:

— Τούτη είναι όλη η κύρια ιδέα του άρθρου μου: τους τρεις πρώτους αιώνες του χριστιανισμού, η νέα θρησκεία εμφανιζότανε στη γη μονάχα σαν Εκκλησία και ήταν μονάχα Εκκλησία. Μα όταν το ειδωλολατρικό Ρωμαϊκό Κράτος θέλησε να γίνει χριστιανικό, η φύση των πραγμάτων ήταν τέτοια που συνέβη το εξής: όταν ασπάστηκε το χριστιανισμό, το μόνο που έκανε ήταν να ενσωματώσει μέσα του την Εκκλησία, ενώ ουσιαστικά έμενε όπως και πριν ένα κράτος ειδωλολατρικό σε πολλές του εκδηλώσεις. Κι εξάλλου δεν μπορούσε να γίνει κι αλλιώς. Η Ρώμη, σαν Κράτος, είχε διατηρήσει πάρα πολλά στοιχεία του ειδωλολατρικού πολιτισμού και της ειδωλολατρικής σοφίας, που ήταν μάλιστα οι ίδιοι οι σκοποί και οι βάσεις του Κράτους. Απ' την άλλη μεριά η Εκκλησία του Χριστού, έχοντας μπει πια στο Κράτος, δεν μπορούσε φυσικά να εγκαταλείψει καμιάν απ' τις βασικές αρχές της κι ούτε βέβαια τον ακρογωνιαίο της λίθο και πάντοτε επεδίωκε το σκοπό της που της τον υπέδειξε από μιας αρχής ο ίδιος ο Κύριος, να μεταβάλει δηλαδή όλο τον κόσμο και κατά συνέπεια και το παλιό ειδωλολατρικό κράτος σ' Εκκλησία. Δεν πρέπει λοιπόν η Εκκλησία να επιδιώκει σαν μελλοντική κατάχτηση να βρει μιαν ορισμένη θέση μέσα στο Κράτος όπως κάνει «κάθε κοινωνικός σύνδεσμος» ή «ένας σύνδεσμος ανθρώπων που επιδιώκουν θρησκευτικούς σκοπούς» — όπως εκφράζεται για την Εκκλησία ο συγγραφέας του βιβλίου στον οποίο διατύπωσα τις αντιρρήσεις μου — μα απεναντίας, κάθε Κράτος της γης θα 'πρεπε τελικά να μεταβληθεί πέρα για πέρα σ' Εκκλησία και να μη γίνει παρά μονάχα Εκκλησία, εγκαταλείποντας όλους εκείνους τους σκοπούς που δε συνταυτίζονται με τους σκοπούς της Εκκλησίας. Και όλ' αυτά καθόλου δε θα το ταπεινώσουν, δε θα του αφαιρέσουν ούτε την τιμή ούτε τη δόξα που έχει σαν μεγάλο κράτος, ούτε τη δόξα των κυριάρχων του, μα θα το βγάλουν απ ' το δρόμο της ψευτιάς και του ειδωλολατρισμού, απ' το λαθεμένο δρόμο και θα το οδηγήσουν στο σωστό, στον αληθινό δρόμο, το μοναδικό δρόμο που οδηγεί στους αιώνιους σκοπούς. Να γιατί ο συγγραφέας του βιβλίου Αι Βάσεις των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων θα 'χε δίκιο αν, βρίσκοντας και προτείνοντας τούτες τις βάσεις, τις θεωρούσε προσωρινές και τις έβλεπε μονάχα σαν ένα απαραίτητο συμβιβασμό για την αμαρτωλή εποχή μας που 'ναι γεμάτη ατέλειες. Μα μόλις ο συγγραφέας αυτών των θέσεων παίρνει το θάρρος ν' ανακοινώσει πως τούτες οι βάσεις που προτείνει τώρα και που μερικές μας απαρίθμησε μόλις ο πάτερ Ιωσήφ, είναι αδιάσειστες, φυσικές κι αιώνιες, στρέφεται αμέσως ενάντια στην Εκκλησία κι ενάντια στον ιερό, αιώνιο κι αδιάσειστο προορισμό της. Αυτό είναι όλο το άρθρο μου σε περίληψη.

— Δηλαδή με δύο λόγια, είπε και πάλι ο πάτερ Παΐσιος τονίζοντας την κάθε του λέξη, σύμφωνα με μερικές θεωρίες που εμφανίστηκαν καθαρά στο δέκατο ένατο αιώνα μας, η Εκκλησία πρέπει να εξελίσσεται σε Κράτος και να μεταβάλλεται κατά κάποιον τρόπο από κατώτερο σ' ανώτερο είδος για να εξαφανιστεί αργότερα μέσα του, παραχωρώντας τη θέση της στην επιστήμη, στο πνεύμα της εποχή μας και στον πολιτισμό. Αν δεν το θέλει αυτό κι αντιστέκεται, τότε της παραχωρείται μια γωνιά μέσα στο Κράτος. Μα και κει ακόμα είναι υπό επιτήρηση. Αυτό γίνεται παντού στην εποχή μας στα σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη. Μα κατά τη ρούσικη αντίληψη και τη ρούσικη ελπίδα πρέπει όχι η Εκκλησία να εξελιχτεί σε Κράτος περνώντας τάχα από κατώτερο σ' ανώτερο τύπο, μα απεναντίας πρέπει το Κράτος να εξαφανιστεί και ν' αξιωθεί να γίνει αποκλειστικά Εκκλησία και μονάχα Εκκλησία. Και ούτω γενήσεται! Ούτω γενήσεται! — Τώρα μάλιστα! Παραδέχομαι πως μ' ενθαρρύνατε αρκετά, είπε ειρωνικά ο Μιούσοβ αλλάζοντας και πάλι το 'να πόδι πάνω στ' άλλο. Απ' όσα καταλαβαίνω πρόκειται για την πραγματοποίηση κάποιου ιδανικού απείρως μακρινού μέχρι δευτέρας παρουσίας. Αυτό είναι ένας ευσεβής πόθος. Είναι ένα ουτοπικό όνειρο για την εξαφάνιση των πολέμων, των διπλωματών, των τραπεζών κ.τ.λ. Μοιάζει μάλιστα και με σοσιαλισμό. Και 'γω που νόμιζα πως όλ' αυτά λέγονται σοβαρά και πως η Εκκλησία από τώρα κιόλας θ' άρχιζε να δικάζει τα κακουργήματα και να επιβάλλει την ποινή του ραβδισμού και του κάτεργου ή ίσως-ίσως και του θανάτου!

— Μα και τώρα ακόμα, αν το μόνο δικαστήριο που υπήρχε ήταν το εκκλησιαστικό, και τώρα ακόμα η Εκκλησία δε θα 'στελνε κανέναν στο κάτεργο ούτε θα καταδίκαζε κανέναν σε θάνατο. Το έγκλημα κι ο τρόπος που το αντικρύζουμε, αναντίρρητα θ' αλλάζανε τότε, σιγά-σιγά βέβαια κι όχι ξαφνικά κι απότομα, μα όπως και να 'ναι αρκετά σύντομα... πρόφερε χωρίς να παίξει το μάτι του ο Ιβάν Φιοντόροβιτς.

— Σοβαρά το λέτε αυτό; ρώτησε ο Μιούσοβ και τον κοίταξε επίμονα.

— Αν όλα γίνονταν Εκκλησία, τότε, αυτή θ' αφόριζε τον εγκληματία και τον ανυπάκουο και δε θα 'κοβε κεφάλια, συνέχισε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς. Και σας ρωτάω: Πού θα πήγαινε ο αφορισμένος; Γιατί τότε θα 'πρεπε να φύγει όχι μονάχα απ' τους ανθρώπους μα κι απ' το Χριστό. Γιατί με το έγκλημά του θα ξεσηκωνόταν όχι μονάχα ενάντια στους ανθρώπους μα κι ενάντια στην Εκκλησία του Χριστού. Ουσιαστικά, αν το πάρουμε κατά λέξη, αυτό συμβαίνει και τώρα, μα δεν έχει διακηρυχθεί επίσημα, έτσι που η συνείδηση του σημερινού εγκληματία συμβιβάζει πολλές, πάρα πολλές φορές τα πράματα: «Έκλεψα, μάτια μου, μα δεν πάω ενάντια στην Εκκλησία, δεν είμαι εχθρός του Χριστού». Αυτό λέει πολύ συχνά από μέσα του ο τωρινός εγκληματίας. Μα τότε, όταν η Εκκλησία πάρει τη θέση του Κράτους, θα του ήταν δύσκολο να πει το ίδιο, γιατί θα 'πρεπε ν' απαρνηθεί την Εκκλησία όλης της γης: «Όλοι κάνουν λάθος, μάτια μου, όλοι έχουν πάρει το στραβό δρόμο, όλοι είναι ψεύτικη Εκκλησία και μονάχα εγώ, ο φονιάς κι ο κλέφτης, είμαι η αληθινή χριστιανική Εκκλησία». Αυτό όμως είναι πολύ δύσκολο να το πει κανείς στον εαυτό του, χρειάζεται να υπάρξουν εντελώς εξαιρετικές συνθήκες και περιστάσεις που δεν παρουσιάζονται συχνά. Τώρα, πάρτε απ' την άλλη μεριά και την άποψη της Εκκλησίας για το έγκλημα: δεν πρέπει τάχα ν' αλλάξει σε σχέση με τη σημερινή, τη σχεδόν ειδωλολατρική, κι από μηχανική αποκοπή του μολυσμένου μέλους —όπως γίνεται σήμερα για την ασφάλεια της κοινωνίας— να μεταβληθεί σε μια πλήρη κι αληθινή ιδέα αναγέννησης του ανθρώπου, ανάστασής του και σωτηρίας του;..

— Δηλαδή τι θα πει αυτό; Πάλι αρχίζω να μην καταλαβαίνω, τον διέκοψε ο Μιούσοβ. Πάλι όνειρα, όνειρα, πάλι άμορφα κι ασύλληπτα πράματα. Για ποιόν αφορισμό πρόκειται; Υποπτεύομαι, μα την αλήθεια, πως μας κοροϊδεύετε, Ιβάν Φιοντόροβιτς.

— Μα στην πραγματικότητα το ίδιο συμβαίνει και τώρα, άρχισε να λέει ξαφνικά ο στάρετς κι όλοι γύρισαν με μιας προς το μέρος του. Γιατί αν δεν υπήρχε τώρα η Εκκλησία του Χριστού, ο εγκληματίας δε θα 'χε κανένα φρένο στα κακουργήματά του κι ούτε θα υπήρχε καμιά τιμωρία, δηλαδή αληθινή τιμωρία κι όχι μηχανική, όπως ειπώθηκε μόλις τώρα και που το μόνο που κάνει είναι να εξερεθίζει στις περισσότερες περιπτώσεις τον άνθρωπο. Δε θα υπήρχε τιμωρία πραγματική, δε θα υπήρχε η μοναδική, αποτελεσματική τιμωρία, η μοναδική τιμωρία που φοβίζει τον εγκληματία και τον κατευνάζει και που εδρεύει στην ίδια του τη συνείδηση.

— Πώς αυτό παρακαλώ; ρώτησε με ζωηρότατη περιέργεια ο Μιούσοβ.

— Νά πώς, άρχισε να λέει ο στάρετς. Ολ' αυτά τα καταναγκαστικά έργα της εξορίας και οι ξυλοδαρμοί δε διορθώνουν κανέναν και, το κυριότερο, ούτε και φοβίζουν κανέναν κακούργο, έτσι που τα εγκλήματα όχι μονάχα δε λιγοστεύουν, μα όσο πάει γίνονται και περισσότερα. Σ' αυτό πια δεν μπορεί παρά να συμφωνήσετε. Ώστε βγαίνει το συμπέρασμα πως η κοινωνία δεν εξασφαλίζεται καθόλου μ' αυτό τον τρόπο γιατί παρ' όλο που αποκόπτεται μηχανικά το βλαβερό μέλος και εξορίζεται μακριά, έτσι που κανένας πια δεν το βλέπει, στη θέση του εμφανίζεται αμέσως άλλος κακούργος, ίσως μάλιστα κι άλλοι δυό. Αν υπάρχει κάτι που προφυλάσσει την κοινωνία ακόμα και στην εποχή μας και διορθώνει τον εγκληματία μεταβάλλοντάς τον σε άλλον άνθρωπο, αυτό το κάτι δεν είναι παρά μονάχα ο νόμος του Χριστού που εκδηλώνεται με την τύψη της συνείδησης. Μονάχα όταν παραδεχτεί την ενοχή του σαν τέκνο της έν Χριστώ κοινωνίας, δηλαδή της Εκκλησίας, παραδέχεται και το κακό που έκανε στην ίδια την κοινωνία, δηλαδή στην Εκκλησία. Έτσι λοιπόν μονάχα μπροστά στην Εκκλησία μπορεί να παραδεχτεί την ενοχή του και ποτέ μπροστά στο Κράτος. Αν το δικαστήριο ανήκε σε μια κοινωνία που θα 'ταν πραγματικά Εκκλησία, τότε αυτή θα 'ξερε ποιόν αφορισμένο θα 'πρεπε να ξαναδεχτεί στους κόλπους της. Ενώ τώρα, μη διαθέτοντας η Εκκλησία καμιάν αποτελεσματική δικαστική εξουσία, μα έχοντας μονάχα το δικαίωμα της ηθικής καταδίκης, παραιτείται και η ίδια απ' την τιμωρία του εγκληματία. Δεν τον αφορίζει μα πάντοτε τον καθοδηγεί πατρικά. Κι όχι μονάχα αυτό. Προσπαθεί να διατηρήσει όλους τους χριστιανικούς δεσμούς με τον εγκληματία: του επιτρέπει να παρακολουθεί τη λειτουργία, να μεταλαβαίνει, να ελεεί και του φέρεται σαν να 'ταν αιχμάλωτος κι όχι ένοχος. Και τι θα γινόταν ο εγκληματίας —ω, Θεέ μου!— αν και η χριστιανική κοινωνία, δηλαδή η Εκκλησία, τον έδιωχνε έτσι όπως τον διώχνει και τον αποκόπτει ο νόμος της πολιτείας; Τι θα γινόταν αν την τιμωρία του Κράτους την ακολουθούσε αμέσως και πάντοτε η τιμωρία της Εκκλησίας; Δε θα μπορούσε τότε να υπάρξει μεγαλύτερη απόγνωση, τουλάχιστον για το Ρώσο εγκληματία, γιατί οι Ρώσοι εγκληματίες είναι θρήσκοι ακόμα. Ποιος ξέρει αλήθεια; Ίσως τότε να γίνονταν φοβερά πράματα. Ίσως ο εγκληματίας να έχανε την πίστη του. Και τότε τι θα γινόταν; Όμως η Εκκλησία, που είναι σπλαχνική κι αγαπάει τους ανθρώπους, αποφεύγει μονάχη της την ενεργό τιμωρία γιατί και χωρίς αυτήν ο ένοχος τιμωρήθηκε κιόλας πολύ βαριά απ' το νόμο του Κράτους και πρέπει κάποιος να βρεθεί να τον συμπονέσει. Κι ο κυριότερος λόγος που αποφεύγει να τιμωρήσει είναι γιατί η Δικαιοσύνη της Εκκλησίας είναι η μόνη που περικλείνει την αλήθεια και κατά συνέπεια δεν μπορεί να συνδυαστεί με καμιάν άλλη Δικαιοσύνη ούτε ηθικά ούτε ουσιαστικά, κι ούτε να 'ρθει έστω και σε προσωρινό συμβιβασμό μαζί της. Σ' αυτό το ζήτημα δε χωράνε συμβιβασμοί. Λένε πως ο εγκληματίας στο εξωτερικό, πολύ σπάνια μετανοεί γιατί κι αυτές ακόμα οι πιο σύγχρονες θεωρίες τον βεβαιώνουν πως το έγκλημά του δεν είναι έγκλημα μα μονάχα μια εξέγερση ενάντια στην άδικη καταπίεση και στη βία. Η κοινωνία τον αποκόπτει απ' το σύνολο εντελώς μηχανικά, θριαμβεύοντας πάνω του μονάχα με τη βία και συνοδεύει τον εξοστρακισμένον με το μίσος της —έτσι λένε τουλάχιστον οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι για τον εαυτό τους— τον μισούν και, παρ' όλο που 'ναι αδερφός τους, μένουν εντελώς αδιάφοροι και δε φροντίζουν καθόλου για τη μελλοντική του τύχη. Έτσι όλα γίνονται χωρίς την παραμικρότερη συμπόνια από μέρους της Εκκλησίας, γιατί τις πιο πολλές φορές εκεί δεν υπάρχει καθόλου Εκκλησία μα μείνανε μονάχα οι εκκλησιαστικοί και τα μεγαλόπρεπα κτίρια των ναών, και οι εκκλησίες προσπαθούν να περάσουν απ' την κατώτερη μορφή, δηλαδή της Εκκλησίας, σε μιαν ανώτερη μορφή, του Κράτους, ώσπου να εξαφανιστούν ολότελα μέσα του. Έτσι τουλάχιστον νομίζω πως γίνεται στις λουθηρανικές χώρες. Όσο για τη Ρώμη, εκεί πια είναι χίλια χρόνια που το Κράτος έχει πάρει τη θέση της Εκκλησίας. Γι ' αυτό κι ο εγκληματίας δε θεωρεί πια τον εαυτό του μέλος της Εκκλησίας κι όταν τον εξοστρακίζουν φτάνει στην πλήρη απόγνωση. Κι αν επιστρέφει κάποτε στην κοινωνία, νιώθει συχνά ένα τέτοιο μίσος, που η ίδια η κοινωνία τον αποφεύγει και τον εξοστρακίζει. Μπορείτε μόνοι σας να καταλάβετε πού οδηγούν όλ' αυτά. Έχει κανείς την εντύπωση πως σε πολλές περιπτώσεις και στη χώρα μας το ίδιο γίνεται. Όμως εδώ, κι αυτό είναι το σπουδαίο, εκτός απ' τα πολιτικά δικαστήρια έχουμε και την Εκκλησία που δε χάνει ποτέ την επαφή της με τον εγκληματία, θεωρώντας τον πάντοτε σαν ακριβό κι αγαπητό της τέκνο. Και υπάρχει ακόμα και διατηρείται, έστω και μονάχα σαν ιδέα, η Δικαιοσύνη της Εκκλησίας που κι αν ακόμα δε δρα ενεργητικά προς το παρόν, υπάρχει σαν μια σκέψη μελλοντική, έστω και σαν όνειρο. Και χωρίς αμφιβολία κι ο ίδιος ο εγκληματίας την αναγνωρίζει με το ένστιχτο της ψυχής του. Είναι σωστό κι αυτό που ειπώθηκε πριν από λίγο, πως δηλαδή, αν πραγματικά γινόταν το δικαστήριο της Εκκλησίας και λειτουργούσε με όλα του τα δικαιώματα, αν δηλαδή όλη η κοινωνία μεταβαλλόταν σ' Εκκλησία, τότε, όχι μονάχα το εκκλησιαστικό δικαστήριο θα επηρέαζε τον εγκληματία όσο τίποτα δεν τον επηρεάζει τώρα, μα ίσως-ίσως και τα εγκλήματα να λιγόστευαν σ' απίστευτο βαθμό, Μα και η Εκκλησία — σ ' αυτό δε χωράει αμφιβολία — θ ' αντιμετώπιζε τον μελλοντικό εγκληματία και τα μελλοντικά εγκλήματα μ' εντελώς διαφορετικό τρόπο απ' ό,τι γίνεται σήμερα και θα 'ξερε πώς να επαναφέρει τον αφορισμένο στους κόλπους της, πώς να προλάβει το κακό και πώς ν' αναγεννήσει τον εκπεσμένο. Είν' αλήθεια, χαμογέλασε ανάλαφρα ο στάρετς, πως σήμερα ούτε και η χριστιανική κοινωνία είναι έτοιμη να δεχτεί μια τέτοιαν αλλαγή μια και οι ενάρετοι μετριούνται στα δάχτυλα. Μα επειδή αυτοί δε χάνουν την πίστη τους, όλη η κοινωνία στέκει ατράνταχτη προσμένοντας την πλήρη μετατροπή της ειδωλολατρικής σχεδόν κοινωνίας σε μιαν ενιαία, οικουμενική και πανίσχυρη Εκκλησία. Και ούτω γενήσεται, ούτω γενήσεται έστω και στη συντέλεια των αιώνων, γιατί τούτο μονάχα είναι προορισμένο να συμβεί! Και δεν υπάρχει λόγος να ταράζεται κανείς με υπολογισμούς και διορίες, γιατί το μυστικό του χρόνου και της διορίας το ξέρει μονάχα η σοφία του Θεού, η προβλεπτικότητά Του και η αγάπη Του. Κι αυτό που σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ανθρώπου μπορεί να 'ναι πολύ μακριά ακόμα, ίσως από προαπόφαση του Θεού να βρίσκεται κιόλας στις παραμονές, να 'χει φτάσει κιόλας προ των πυλών. Ούτω γενήσεται. Ούτω γενήσεται.

— Ούτω γενήσεται! επικύρωσε με ευλάβεια κι αυστηρότητα ο πάτερ Παΐσιος.

— Παράξενο, πάρα πολύ παράξενο! πρόφερε ο Μιούσοβ, όχι και πολύ ζωηρά, με κάποια συγκρατημένη αγανάχτηση.

— Τι σας φαίνεται λοιπόν τόσο παράξενο; ρώτησε με κάποια προφύλαξη ο πάτερ Ιωσήφ.

— Μα τι 'ναι όλ' αυτά τέλος πάντων; ξεφώνισε ο Μιούσοβ, λες και ξέσπασε ξαφνικά. Παραμερίζεται το Κράτος απ' τη γη και η Εκκλησία ανυψώνεται στο επίπεδο του Κράτους! Αυτό πια δεν είναι ουλτραμοντανισμός, αυτό είναι σουπερουλτραμοντανισμός! Αυτό δεν το ονειρεύτηκε ούτε ο Πάπας Γρηγόριος ο έβδομος!

— Εντελώς λαθεμένα το καταλάβατε! πρόφερε αυστηρά ο πάτερ Παΐσιος. Καταλάβετέ το, λοιπόν, πως δε μεταμορφώνεται η Εκκλησία σε Κράτος. Αυτό είναι το όνειρο της Ρώμης. Αυτό είναι ο τρίτος πειρασμός του Σατανά! Μα απεναντίας το Κράτος μεταμορφώνεται σ' Εκκλησία, ανυψώνεται στο επίπεδο της Εκκλησίας και γίνεται παγκόσμια Εκκλησία, πράμα που είναι εντελώς αντίθετο και απ' τον ουλτραμοντανισμό και απ' τη Ρώμη και απ' τα δικά σας λόγια και είναι μονάχα ο μεγάλος προορισμός της Ορθοδοξίας σε τούτο τον κόσμο. Αυτό το άστρο θ' αναλάμψει απ' την Ανατολή.

Ο Μιούσοβ έμεινε βαρυσήμαντα σιωπηλός. Όλη του η εμφάνιση έδειχνε καταπληκτική αυτοεκτίμηση. Στα χείλη του φάνηκε ένα χαμόγελο συγκαταβατικής ανωτερότητας. Ο Αλιόσα τα παρακολουθούσε όλα και η καρδιά του χτυπούσε δυνατά. Όλη τούτη η συζήτηση τον είχε συγκινήσει βαθιά. Έριξε τυχαία ένα βλέμμα στον Ρακίτιν. Αυτός στεκόταν ακίνητος στη θέση του, κοντά στην πόρτα, ακούγοντας και κοιτάζοντας προσεχτικά αν και είχε χαμηλωμένα τα μάτια του. Μα απ' το ζωηρό κοκκίνισμα στα μάγουλά του, ο Αλιόσα κατάλαβε πως κι ο Ρακίτιν δεν ήταν λιγότερο ταραγμένος. Κι ο Αλιόσα ήξερε πολύ καλά γιατί ήταν ταραγμένος.

— Επιτρέψτε μου να σας διηγηθώ ένα μικρό περιστατικό, καλοί μου κύριοι, άρχισε να λέει ξαφνικά ο Μιούσοβ μ' ένα επιβλητικό κι εξαιρετικά αξιοπρεπές ύφος: Στο Παρίσι, εδώ και κάμποσα χρόνια, λίγον καιρό μετά το πραξικόπημα του Δεκέμβρη, μου 'τυχε μια φορά, σε μιαν επίσκεψή μου σ' ένα πολύ-πολύ σημαντικό πρόσωπο που βρισκόταν στα πράγματα, να συναντήσω έναν περιεργότατο κύριο. Αυτό το άτομο δεν ήταν ακριβώς αστυνομικό λαγωνικό μα κάτι σαν διευθυντής μιας ολόκληρης ομάδας λαγωνικών της πολιτικής αστυνομίας, που είναι στο είδος του ένα αρκετά σπουδαίο αξίωμα. Βρίσκοντας λοιπόν την ευκαιρία έπιασα απ' τη μεγάλη μου περιέργεια κουβέντα μαζί του. Κι επειδή αυτός δεν είχε έρθει σαν γνώριμος μα σαν υφιστάμενος για να κάνει κάποιαν αναφορά, μου 'κανε την τιμή, βλέποντας πως ήμουνα δεχτός στου προϊσταμένου του, να μου μιλήσει με κάποιαν ειλικρίνεια, εννοείται βέβαια ως ένα ορισμένο σημείο, δηλαδή, για να το πω καλύτερα, ήταν μάλλον ευγενικός παρά ειλικρινής, όπως ακριβώς ξέρουν να 'ναι ευγενικοί οι Γάλλοι, πολύ περισσότερο μάλιστα γιατί έβλεπε στο πρόσωπό μου έναν ξένο. Όμως εγώ τον κατάλαβα καλά. Μιλούσαμε για τους σοσιαλεπαναστάτες. Σημειώστε πως τότε τους καταδιώκανε αυτούς. Παραλείποντας το κύριο συμπέρασμα της κουβέντας μας θα σας πω μονάχα μια περιεργότατη παρατήρηση που έκανε κάπως ξαφνικά αυτός ο ανθρωπάκος, σαν να του ξέφυγε: «Εμείς, είπε αυτός, ουσιαστικά δε φοβόμαστε και τόσο πολύ όλους αυτούς τους σοσιαλιστές αναρχικούς, τους άθεους και τους επαναστάτες. Τους παρακολουθούμε και ξέρουμε το κάθετι γι' αυτούς. Όμως ανάμεσα σ' αυτούς υπάρχουν και μερικοί, όχι πολλοί, εξαιρετικά ιδιόρρυθμοι άνθρωποι: Αυτοί πιστεύουν σε Θεό, είναι χριστιανοί και ταυτόχρονα είναι και σοσιαλιστές. Αυτούς φοβόμαστε περισσότερο, αυτοί είναι τρομεροί! Ο σοσιαλιστής-χριστιανός είναι φοβερότερος απ' το σοσιαλιστή-άθεο». Και τότε ακόμα απόρησα μ' αυτά τα λόγια, μα τώρα, κύριοί μου, τα ξαναθυμήθηκα...

— Βρίσκετε δηλαδή πως έχουν σχέση με μας και μας θεωρείτε σοσιαλιστές; ρώτησε χωρίς περιστροφές ο πάτερ Παΐσιος.

Μα πριν ο Πιότρ Αλεξάντροβιτς προφτάσει ν' απαντήσει, άνοιξε η πόρτα και μπήκε ο τόσο αργοπορημένος Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς. Είχαν πάψει σχεδόν να τον περιμένουν, έτσι που στην αρχή απόρησαν κάπως με την αναπάντεχη εμφάνισή του.


2. V. Και Ούτω Γενήσεται 2. V. And so he is born 2. V. Y así nace 2. V. C'est ainsi qu'il naît 2. V. I tak się narodził

Ο Στάρετς έλειψε απ' το κελί κάπου εικοσιπέντε λεπτά. Staretz was out of the cell for about twenty-five minutes. Ήταν πια περασμένες δωδεκάμιση κι ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, που για χάρη του είχαν μαζευτεί όλοι, δεν είχε έρθει ακόμα. It was now past twelve-thirty, and Dimitri Fyodorovich, for whose sake everyone had gathered, had not yet arrived. Μα τον ξεχάσανε σχεδόν κι όταν ο στάρετς ξαναμπήκε στο κελί, βρήκε όλους τους επισκέπτες του να συζητάνε ζωηρά. But he was almost forgotten, and when the starlet re-entered the cell, he found all his visitors talking animatedly. Περισσότερο απ' όλους έπαιρναν μέρος στη συζήτηση ο Ιβάν Φιοντόροβιτς κι οι δυό ιερομόναχοι. Most of all, Ivan Fyodorovich and the two monks took part in the discussion. Δοκίμαζε κι ο Μιούσοβ—και κατά τα φαινόμενα με μεγάλη ζέση— να πάρει μέρος στην κουβέντα, όμως και πάλι ήταν άτυχος. Mushov tried to join in the conversation - and apparently with great zeal - but again he was unlucky. Ήταν φανερό πως βρισκόταν στο δεύτερο πλάνο, τόσο που πολλές φορές ούτε του απαντούσαν καν κι αυτό μεγάλωσε ακόμα περισσότερο τη νευρικότητά του. It was obvious that he was in the background, so much so that many times they didn't even answer him and this made him even more nervous. Και τούτο γιατί και προηγούμενα συχνά διαξιφιζόταν με τον Ιβάν Φιοντόροβιτς επιδεικνύοντας τις γνώσεις του και δεν μπορούσε ν' ανεχτεί ψύχραιμα την υπεροπτική του στάση: «Ως τα τώρα τουλάχιστον στεκόμουν στο ύψος όλων των πρωτοποριακών ρευμάτων της Ευρώπης, όμως αυτή η καινούργια γενιά μας αγνοεί εντελώς», έλεγε μέσα του. This was because he had often argued with Ivan Fyodorovich in the past, showing off his knowledge and could not calmly tolerate his arrogant attitude: 'Until now, at least, I have been standing at the height of all the pioneering currents in Europe, but this new generation is completely ignoring us', he said to himself. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς, που μονάχος του είχε δώσει το λόγο του να κάτσει ήσυχος και να σωπάσει, για κάμποσην ώρα δεν είπε λέξη, μα παρακολουθούσε μ' ένα κοροϊδευτικό χαμόγελο το γείτονά του, τον Πιότρ Αλεξάντροβιτς, και ήταν φανερό πως χαιρότανε με τον εκνευρισμό του. Fyodor Pavlovitch, who alone had given him his word to sit quietly and be silent, did not say a word for some time, but watched his neighbour, Pyotr Alexandrovitch, with a mocking smile, and it was evident that he was pleased with his irritation. Από καιρό πια ετοιμαζότανε να του ξεπληρώσει μερικά πράματα και τώρα δεν ήθελε να χάσει την ευκαιρία. She had long been preparing to pay him back for some things and now she didn't want to miss the opportunity. Τέλος δε βάσταξε. Finally, he did not baptize. Έσκυψε προς τον ώμο του γείτονα και τον ειρωνεύτηκε χαμηλόφωνα για μιαν ακόμα φορά: He leaned over his neighbor's shoulder and mocked him in a low voice once again:

— Γιατί τάχα δε φύγατε πριν από λίγο όταν είπα κείνο το «ευλαβώς ασπαζόμενος» και δεχτήκατε να μείνετε με μια τόσο αταίριαστη για σας παρέα; Θα σας το πω εγώ. - Why didn't you leave a while ago when I said that "reverently embracing" and accept to stay with such an incongruous company? I will tell you. Μείνατε γιατί νιώθατε τον εαυτό σας ταπεινωμένο και καταφρονημένο και θέλατε να πάρετε τη ρεβάνς επιδεικνύοντας την εξυπνάδα σας. You stayed because you felt humiliated and despised and wanted to get revenge by showing off your intelligence.

Τώρα πια δε θα φύγετε προτού επιδείξετε τη σοφία σας. Now you will no longer leave before you demonstrate your wisdom.

— Πάλι αρχίσατε; Απεναντίας τώρα αμέσως θα φύγω. - Are you starting again? On the contrary, I'm leaving right now.

— Τελευταίος, τελευταίος απ' όλους θα φύγετε! - Last, last of all, last of all you will go! τον κέντησε ακόμα μια φορά ο Φιόντορ Παύλοβιτς. he was once again embroidered by Fiodor Pavlovic.

Αυτό έγινε σχεδόν τη στιγμή που γύριζε ο στάρετς. This happened almost as soon as the starlet turned around. Ο καυγάς σταμάτησε για λίγο μα ο στάρετς, όταν ξανακάθισε στη θέση του, τους κοίταξε όλους ένα γύρω σαν να τους έλεγε ευπροσήγορα να συνεχίσουν. The fight stopped for a moment but the starlet, when he sat down again, looked at them all around as if he was gently telling them to go on. Ο Αλιόσα, που 'χε μάθει την κάθε σχεδόν έκφραση του προσώπου του, έβλεπε καθαρά πως είναι τρομερά κουρασμένος και πως με μεγάλη προσπάθεια κατορθώνει να υπερνικάει την κούρασή του. Alyosha, who had learned almost every expression on his face, could clearly see that he was terribly tired and that with great effort he managed to overcome his fatigue. Τον τελευταίο καιρό λιποθυμούσε καμιά φορά απ' την αδυναμία. Lately he'd been passing out from weakness sometimes. Σχεδόν η ίδια χλωμάδα που εμφανιζόταν και πριν απ' τις λιγοθυμίες απλωνόταν τώρα στο πρόσωπό του τα χείλη του είχαν γίνει κάτασπρα. Almost the same pallor that had appeared before the fainting spells was now spreading across his face, his lips had turned white. Μα, καθώς φαίνεται, δεν ήθελε να διαλύσει τη συγκέντρωση. But, as it turns out, he didn't want to break up the meeting. Λες και είχε το σκοπό του — ποιόν λοιπόν; Ο Αλιόσα τον παρακολουθούσε επίμονα. As if he had his purpose - so which one? Alyosha watched him intently.

— Συζητούμε για το περιεργότατο άρθρο του κυρίου από δω, είπε ο ιερομόναχος Ιωσήφ, ο βιβλιοθηκάριος, μιλώντας στον στάρετς και δείχνοντας τον Ιβάν Φιοντόροβιτς. - We are discussing the curious article of the gentleman here, said Hieromonk Joseph, the librarian, speaking to the starets and pointing to Ivan Fyodorovich. Έχει πολλές καινούργιες απόψεις, μα η θέση του φαίνεται δίκοπη, Ο κύριος μ' ένα άρθρο σε κάποιο περιοδικό για το ζήτημα των εκκλησιαστικών δικαστηρίων και για τη δικαιοδοσία τους απάντησε σ' ένα θεολόγο που έγραψε για το ίδιο ζήτημα ολόκληρο βιβλίο... He has many new opinions, but his position seems to be two-fold, The gentleman with an article in a magazine on the question of ecclesiastical courts and their jurisdiction replied to a theologian who wrote a whole book on the same question...

— Δυστυχώς δε διάβασα το άρθρο σας, όμως έχω ακούσει να μιλούν γι' αυτό, απάντησε ο στάρετς κοιτάζοντας επίμονα και διαπεραστικά τον Ιβάν Φιοντόροβιτς. - "Unfortunately I have not read your article, but I have heard people talking about it," the starlet replied, staring at Ivan Fyodorovic persistently and piercingly.

— Ο κύριος υποστηρίζει μια περιεργότατη άποψη, συνέχισε ο πάτερ-βιβλιοθηκάριος. - 'The gentleman holds a curious view,' continued the father-librarian. Καθώς φαίνεται, αρνείται εντελώς το διαχωρισμό της Εκκλησίας απ' το Κράτος στο ζήτημα των εκκλησιαστικών δικαστηρίων. It seems to deny completely the separation of the Church from the State on the question of ecclesiastical courts.

— Αυτό είναι ενδιαφέρον. - That's interesting. Μα πώς ακριβώς το εννοείτε; ρώτησε ο στάρετς τον Ιβάν Φιοντόροβιτς. But how exactly do you mean that? the starlet asked Ivan Fyodorovich.

Αυτός του απάντησε επιτέλους μα χωρίς νά 'χει καθόλου το ύφος μορφωμένου ανθρώπου που μιλάει «άφ' υψηλού» καθώς φοβόταν απ' την προηγούμενη ακόμα μέρα ο Αλιόσα. He answered him at last, but without any of the air of an educated man who speaks "high and mighty" as Aliosha had been afraid of since the day before. Τα 'λεγε μετριόφρονα και συγκρατημένα, με μια φανερή φιλοφροσύνη και, απ' όσο μπορούσε να καταλάβει κανείς, χωρίς καμιάν οπισθοβουλία. He said them modestly and understatedly, with an obvious politeness and, as far as one could understand, without any ulterior motive.

— Ξεκινάω απ' τη θέση πως αυτή η ανάμιξη των δύο στοιχείων, της ουσίας δηλαδή του Κράτους και της ουσίας της Εκκλησίας θα γίνεται βέβαια αιωνίως, παρ' όλο που μια συνταύτισή τους είναι ανέφικτη και παρ' όλο που δε θα κατορθωθεί ποτέ να σταθεροποιηθεί σαν μια φυσική ή έστω παραδεχτή κατάσταση. - I start from the position that this mixing of the two elements, that is, the essence of the State and the essence of the Church, will of course take place eternally, even though their synthesis is impossible and even though it will never succeed in being stabilized as a natural or even an admitted state. Και τούτο γιατί το ψεύδος βρίσκεται στη ίδια τη βάση αυτού του ζητήματος. This is because falsehood is at the very basis of this issue. Κατά τη γνώμη μου είναι αδύνατος κάθε συμβιβασμός ανάμεσα στο Κράτος και στην Εκκλησία σε ζητήματα σαν κι αυτό των δικαστηρίων. In my opinion, any compromise between the State and the Church in matters such as that of the courts is impossible. Ο θεολόγος στον οποίον απάντησα, βεβαιώνει πως η Εκκλησία έχει μιαν ακριβέστατα καθορισμένη θέση μέσα στο Κράτος. The theologian to whom I replied asserts that the Church has a well-defined position within the State. Εγώ, όμως, του απάντησα πως απεναντίας η Εκκλησία πρέπει να περιλαμβάνει μέσα της όλο το Κράτος κι όχι να πιάνει μέσα του μονάχα κάποια γωνίτσα και πως αν αυτό, για έναν οποιοδήποτε λόγο, δεν μπορεί να γίνει σήμερα, τότε η ουσία των πραγμάτων απαιτεί να μπει αυτό σαν ο κυριότερος αντικειμενικός σκοπός της παραπέρα ανάπτυξης της χριστιανικής κοινωνίας. But I replied that, on the contrary, the Church must include the whole State and not just a corner of it, and that if this, for whatever reason, cannot be done today, then the essence of things demands that this be included as the main objective purpose of the further development of Christian society.

— Πολύ-πολύ σωστά! - Very, very right! είπε σταθερά και νευρικά ο πάτερ Παΐσιος, ο σιωπηλός και μορφωμένος ιερομόναχος. Father Paisios, the silent and learned monk, said firmly and nervously.

— Αυτό είναι καθαρότατος ουλτραμοντανισμός (Δόγμα των οπαδών της απόλυτης διοικητικής εξάρτησης της γαλλικής Εκκλησίας απ' τον Πάπα. - This is pure ultramontanism (Doctrine of the followers of the absolute administrative dependence of the French Church on the Pope. Σ.τ.Μ. ), φώναξε ο Μιούσοβ κι έβαλε ανυπόμονα το 'να πόδι πάνω στ' άλλο. ), cried Mushov, and eagerly put one foot on top of the other.

— Τι λέτε κει. Εμείς ούτε βουνά (Λογοπαίγνιο. We nor mountains (Cliche. Στα γαλλικά montagne = βουνό. In French montagne = mountain. Σ.τ.Μ. ), δεν έχουμε! ), we don't! φώναξε ο πάτερ Ιωσήφ και γυρίζοντας στον στάρετς συνέχισε: Ο κύριος απαντάει ακόμα και στις παρακάτω «βασικές και ουσιαστικές» θέσεις του αντιπάλου του που, σημειώστε, είναι θεολόγος. Father Joseph shouted and turning to the starets he continued: The gentleman even responds to the following "basic and essential" positions of his opponent who, note, is a theologian. Πρώτο: πως «κανένας κοινωνικός σύνδεσμος δεν μπορεί και δεν πρέπει να σφετερίζεται την εξουσία, να επεμβαίνει στα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των μελών του». First: that "no social association can or should usurp power, interfere with the social and political rights of its members". Δεύτερο: «πως τα κακουργοδικεία και τα πολιτικά δικαστήρια δεν πρέπει ν' ανήκουν στην Εκκλησία και δε συμβιβάζονται με τον χαρακτήρα της σαν θεϊκού θεσμού και σαν συνδέσμου ανθρώπων που επιδιώκουν θρησκευτικούς σκοπούς» και τέλος τρίτο: «πως η εκκλησία δεν είναι βασιλεία του κόσμου τούτου»... Second: "that criminal and civil courts should not belong to the Church and are incompatible with its character as a divine institution and as an association of men pursuing religious ends" and finally third: "that the Church is not the kingdom of this world"...

— Παίζει με τις λέξεις κατά τρόπο που καθόλου δεν ταιριάζει σ' ένα θεολόγο! - He plays with words in a way that does not suit a theologian at all! δε βάσταξε και διέκοψε και πάλι ο πάτερ Παΐσιος. Father Paisios did not baptize and interrupted again. Το διάβασα το βιβλίο στο οποίο απαντήσατε, γύρισε και είπε στον Ιβάν Φιοντόροβιτς, κι απόρησα με τα λόγια ενός θεολόγου που λέει πως «η Εκκλησία δεν είναι βασιλεία του κόσμου τούτου». I read the book to which you responded, turned around and told Ivan Fyodorovich, and I was surprised at the words of a theologian who says that "the Church is not the kingdom of this world." Μα αν δεν ήταν του κόσμου τούτου, δεν θα μπορούσε να υπάρχει καθόλου στη γη. But if it were not of this world, it could not exist on earth at all. Στο άγιο ευαγγέλιο τα λόγια «δεν είναι του κόσμου τούτου» είναι ειπωμένα με εντελώς διαφορετική έννοια. In the holy gospel the words "not of this world" are spoken in a completely different sense. Δεν επιτρέπεται να παίζει κανείς μ' αυτά τα λόγια. One is not allowed to play with these words. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ήρθε ακριβώς για να εγκαθιδρύσει επί της γης την Εκκλησία. Our Lord Jesus Christ came precisely to establish the Church on earth. Εννοείται πως η βασιλεία των ουρανών δεν είναι του κόσμου τούτου μα υπάρχει στα ουράνια. It is understood that the kingdom of heaven is not of this world but exists in the heavens. Όμως δεν μπορεί να εισέλθει κανείς εκεί παρά μονάχα δια μέσου της Εκκλησίας που είναι θεμελιωμένη και ιδρυμένη επί της γης. But one cannot enter there except through the Church, which is founded and established on earth. Γι' αυτό είναι απαράδεχτο κι αναξιοπρεπές να κάνει κανείς κοσμικά λογοπαίγνια πάνω σ' αυτό το θέμα. That is why it is unacceptable and undignified to make secular puns on this issue. Η Εκκλησία είναι στ' αλήθεια μια βασιλεία και προώρισται να βασιλεύσει. The Church is truly a kingdom and is being promoted to reign. Είναι σίγουρο πως τελικά θα γίνει μια παγκόσμια βασιλεία. It is certain to eventually become a world kingdom. Έχουμε επαγγελία πως έτσι θα γίνει... We have a promise that this is how it will be...

Σώπασε ξαφνικά σάμπως να συγκράτησε τον εαυτό του. He suddenly fell silent as if holding himself back. Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς τον άκουσε με σεβασμό και με μεγάλη προσοχή και ύστερα ήρεμα συνέχισε να μιλάει όπως και πρώτα πρόθυμα κι ανοιχτόκαρδα στον στάρετς: Ivan Fyodorovich listened to him respectfully and with great attention, and then calmly continued to speak as he had first spoken willingly and open-heartedly to the starets:

— Τούτη είναι όλη η κύρια ιδέα του άρθρου μου: τους τρεις πρώτους αιώνες του χριστιανισμού, η νέα θρησκεία εμφανιζότανε στη γη μονάχα σαν Εκκλησία και ήταν μονάχα Εκκλησία. - This is the whole main idea of my article: in the first three centuries of Christianity, the new religion appeared on earth only as a Church and was only a Church. Μα όταν το ειδωλολατρικό Ρωμαϊκό Κράτος θέλησε να γίνει χριστιανικό, η φύση των πραγμάτων ήταν τέτοια που συνέβη το εξής: όταν ασπάστηκε το χριστιανισμό, το μόνο που έκανε ήταν να ενσωματώσει μέσα του την Εκκλησία, ενώ ουσιαστικά έμενε όπως και πριν ένα κράτος ειδωλολατρικό σε πολλές του εκδηλώσεις. But when the pagan Roman State wanted to become Christian, the nature of things was such that the following happened: when it embraced Christianity, all it did was to incorporate the Church into itself, while in fact it remained as before a pagan State in many of its manifestations. Κι εξάλλου δεν μπορούσε να γίνει κι αλλιώς. And besides, it couldn't be helped. Η Ρώμη, σαν Κράτος, είχε διατηρήσει πάρα πολλά στοιχεία του ειδωλολατρικού πολιτισμού και της ειδωλολατρικής σοφίας, που ήταν μάλιστα οι ίδιοι οι σκοποί και οι βάσεις του Κράτους. Rome, as a State, had retained many elements of pagan culture and pagan wisdom, which were in fact the very purposes and foundations of the State. Απ' την άλλη μεριά η Εκκλησία του Χριστού, έχοντας μπει πια στο Κράτος, δεν μπορούσε φυσικά να εγκαταλείψει καμιάν απ' τις βασικές αρχές της κι ούτε βέβαια τον ακρογωνιαίο της λίθο και πάντοτε επεδίωκε το σκοπό της που της τον υπέδειξε από μιας αρχής ο ίδιος ο Κύριος, να μεταβάλει δηλαδή όλο τον κόσμο και κατά συνέπεια και το παλιό ειδωλολατρικό κράτος σ' Εκκλησία. On the other hand, the Church of Christ, having now entered the State, could not of course abandon any of its basic principles and certainly not its cornerstone, and always pursued its goal, which was indicated to it from the very beginning by the Lord Himself, namely, to transform the whole world and consequently the old pagan State into a Church. Δεν πρέπει λοιπόν η Εκκλησία να επιδιώκει σαν μελλοντική κατάχτηση να βρει μιαν ορισμένη θέση μέσα στο Κράτος όπως κάνει «κάθε κοινωνικός σύνδεσμος» ή «ένας σύνδεσμος ανθρώπων που επιδιώκουν θρησκευτικούς σκοπούς» — όπως εκφράζεται για την Εκκλησία ο συγγραφέας του βιβλίου στον οποίο διατύπωσα τις αντιρρήσεις μου — μα απεναντίας, κάθε Κράτος της γης θα 'πρεπε τελικά να μεταβληθεί πέρα για πέρα σ' Εκκλησία και να μη γίνει παρά μονάχα Εκκλησία, εγκαταλείποντας όλους εκείνους τους σκοπούς που δε συνταυτίζονται με τους σκοπούς της Εκκλησίας. The Church should not, therefore, seek as a future abuse to find a certain place in the State, as "every social association" or "an association of people pursuing religious ends" does - as the author of the book to which I have expressed my objections expresses himself about the Church - but on the contrary, every State of the earth should finally change itself into a Church and become nothing but a Church, abandoning all those purposes which do not coincide with the purposes of the Church. Και όλ' αυτά καθόλου δε θα το ταπεινώσουν, δε θα του αφαιρέσουν ούτε την τιμή ούτε τη δόξα που έχει σαν μεγάλο κράτος, ούτε τη δόξα των κυριάρχων του, μα θα το βγάλουν απ ' το δρόμο της ψευτιάς και του ειδωλολατρισμού, απ' το λαθεμένο δρόμο και θα το οδηγήσουν στο σωστό, στον αληθινό δρόμο, το μοναδικό δρόμο που οδηγεί στους αιώνιους σκοπούς. And all this will in no way humiliate it, will not deprive it of the honor or the glory it has as a great state, nor the glory of its rulers, but will take it out of the way of falsehood and idolatry, out of the wrong way and lead it to the right way, the true way, the only way that leads to eternal purposes. Να γιατί ο συγγραφέας του βιβλίου Αι Βάσεις των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων θα 'χε δίκιο αν, βρίσκοντας και προτείνοντας τούτες τις βάσεις, τις θεωρούσε προσωρινές και τις έβλεπε μονάχα σαν ένα απαραίτητο συμβιβασμό για την αμαρτωλή εποχή μας που 'ναι γεμάτη ατέλειες. That is why the author of the book The Bases of the Ecclesiastical Courts would be right if, in finding and proposing these bases, he considered them temporary and saw them only as a necessary compromise for our sinful age full of imperfections. Μα μόλις ο συγγραφέας αυτών των θέσεων παίρνει το θάρρος ν' ανακοινώσει πως τούτες οι βάσεις που προτείνει τώρα και που μερικές μας απαρίθμησε μόλις ο πάτερ Ιωσήφ, είναι αδιάσειστες, φυσικές κι αιώνιες, στρέφεται αμέσως ενάντια στην Εκκλησία κι ενάντια στον ιερό, αιώνιο κι αδιάσειστο προορισμό της. But as soon as the author of these positions takes the courage to announce that these foundations which he now proposes, and some of which Father Joseph has just enumerated, are irrefutable, natural and eternal, he immediately turns against the Church and against her holy, eternal and irrefutable purpose. Αυτό είναι όλο το άρθρο μου σε περίληψη. That's my whole article in summary.

— Δηλαδή με δύο λόγια, είπε και πάλι ο πάτερ Παΐσιος τονίζοντας την κάθε του λέξη, σύμφωνα με μερικές θεωρίες που εμφανίστηκαν καθαρά στο δέκατο ένατο αιώνα μας, η Εκκλησία πρέπει να εξελίσσεται σε Κράτος και να μεταβάλλεται κατά κάποιον τρόπο από κατώτερο σ' ανώτερο είδος για να εξαφανιστεί αργότερα μέσα του, παραχωρώντας τη θέση της στην επιστήμη, στο πνεύμα της εποχή μας και στον πολιτισμό. - That is, in a nutshell, Father Paisios said again, emphasizing every word, according to some theories that have clearly appeared in our nineteenth century, the Church must evolve into a State and somehow change from an inferior to a superior species, only to disappear later in it, giving way to science, the spirit of our time and civilization. Αν δεν το θέλει αυτό κι αντιστέκεται, τότε της παραχωρείται μια γωνιά μέσα στο Κράτος. If it does not want this and resists, then it is given a corner in the State. Μα και κει ακόμα είναι υπό επιτήρηση. But even there it is still under surveillance. Αυτό γίνεται παντού στην εποχή μας στα σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη. This is happening everywhere in our time in modern European states. Μα κατά τη ρούσικη αντίληψη και τη ρούσικη ελπίδα πρέπει όχι η Εκκλησία να εξελιχτεί σε Κράτος περνώντας τάχα από κατώτερο σ' ανώτερο τύπο, μα απεναντίας πρέπει το Κράτος να εξαφανιστεί και ν' αξιωθεί να γίνει αποκλειστικά Εκκλησία και μονάχα Εκκλησία. But according to the Ruthenian conception and the Ruthenian hope, it is not the Church that must evolve into a State, passing from an inferior to a superior type, but on the contrary, the State must disappear and claim to become exclusively the Church and only the Church. Και ούτω γενήσεται! And so it is born! Ούτω γενήσεται! Hence it is born! — Τώρα μάλιστα! - Now you're talking! Παραδέχομαι πως μ' ενθαρρύνατε αρκετά, είπε ειρωνικά ο Μιούσοβ αλλάζοντας και πάλι το 'να πόδι πάνω στ' άλλο. "I admit that you have encouraged me quite a bit," Mushov said ironically, again switching from one foot to the other. Απ' όσα καταλαβαίνω πρόκειται για την πραγματοποίηση κάποιου ιδανικού απείρως μακρινού μέχρι δευτέρας παρουσίας. As far as I understand it, it is the realization of some ideal infinitely distant until the second presence. Αυτό είναι ένας ευσεβής πόθος. This is a wishful thinking. Είναι ένα ουτοπικό όνειρο για την εξαφάνιση των πολέμων, των διπλωματών, των τραπεζών κ.τ.λ. It's a utopian dream of the disappearance of wars, diplomats, banks, etc. Μοιάζει μάλιστα και με σοσιαλισμό. It even looks like socialism. Και 'γω που νόμιζα πως όλ' αυτά λέγονται σοβαρά και πως η Εκκλησία από τώρα κιόλας θ' άρχιζε να δικάζει τα κακουργήματα και να επιβάλλει την ποινή του ραβδισμού και του κάτεργου ή ίσως-ίσως και του θανάτου! And here I thought that all this was serious and that the Church would already start to judge the crimes and impose the penalty of rabbism and the prison or maybe-maybe even death!

— Μα και τώρα ακόμα, αν το μόνο δικαστήριο που υπήρχε ήταν το εκκλησιαστικό, και τώρα ακόμα η Εκκλησία δε θα 'στελνε κανέναν στο κάτεργο ούτε θα καταδίκαζε κανέναν σε θάνατο. - But even now, if the only court that existed was the ecclesiastical court, even now the Church would not send anyone to the prison or sentence anyone to death. Το έγκλημα κι ο τρόπος που το αντικρύζουμε, αναντίρρητα θ' αλλάζανε τότε, σιγά-σιγά βέβαια κι όχι ξαφνικά κι απότομα, μα όπως και να 'ναι αρκετά σύντομα... πρόφερε χωρίς να παίξει το μάτι του ο Ιβάν Φιοντόροβιτς. Crime and the way we see it would undoubtedly change then, slowly of course, not suddenly and abruptly, but soon enough anyway... Ivan Fyodorovich pronounced without batting an eye.

— Σοβαρά το λέτε αυτό; ρώτησε ο Μιούσοβ και τον κοίταξε επίμονα. - Are you serious?" asked Musov, staring at him.

— Αν όλα γίνονταν Εκκλησία, τότε, αυτή θ' αφόριζε τον εγκληματία και τον ανυπάκουο και δε θα 'κοβε κεφάλια, συνέχισε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς. - If everything became the Church, then the Church would excommunicate the criminal and the disobedient and would not cut off heads, Ivan Fyodorovich continued. Και σας ρωτάω: Πού θα πήγαινε ο αφορισμένος; Γιατί τότε θα 'πρεπε να φύγει όχι μονάχα απ' τους ανθρώπους μα κι απ' το Χριστό. And I ask you: Where would the excommunicated man go? For then he would have to flee not only from men but also from Christ. Γιατί με το έγκλημά του θα ξεσηκωνόταν όχι μονάχα ενάντια στους ανθρώπους μα κι ενάντια στην Εκκλησία του Χριστού. For with his crime he would rise up not only against men but also against the Church of Christ. Ουσιαστικά, αν το πάρουμε κατά λέξη, αυτό συμβαίνει και τώρα, μα δεν έχει διακηρυχθεί επίσημα, έτσι που η συνείδηση του σημερινού εγκληματία συμβιβάζει πολλές, πάρα πολλές φορές τα πράματα: «Έκλεψα, μάτια μου, μα δεν πάω ενάντια στην Εκκλησία, δεν είμαι εχθρός του Χριστού». Basically, if we take it literally, this is happening now, but it has not been officially declared, so that the conscience of the present-day criminal reconciles many, many times over: "I have stolen, my eyes, but I do not go against the Church, I am not an enemy of Christ." Αυτό λέει πολύ συχνά από μέσα του ο τωρινός εγκληματίας. This is what the current criminal says very often from within. Μα τότε, όταν η Εκκλησία πάρει τη θέση του Κράτους, θα του ήταν δύσκολο να πει το ίδιο, γιατί θα 'πρεπε ν' απαρνηθεί την Εκκλησία όλης της γης: «Όλοι κάνουν λάθος, μάτια μου, όλοι έχουν πάρει το στραβό δρόμο, όλοι είναι ψεύτικη Εκκλησία και μονάχα εγώ, ο φονιάς κι ο κλέφτης, είμαι η αληθινή χριστιανική Εκκλησία». But then, when the Church takes the place of the State, it would be difficult for him to say the same, because he would have to renounce the Church of the whole earth: "All are wrong, my eyes, all have gone the wrong way, all are false Churches, and only I, the murderer and thief, am the true Christian Church." Αυτό όμως είναι πολύ δύσκολο να το πει κανείς στον εαυτό του, χρειάζεται να υπάρξουν εντελώς εξαιρετικές συνθήκες και περιστάσεις που δεν παρουσιάζονται συχνά. But this is very difficult to say to oneself, there needs to be quite exceptional circumstances and circumstances that do not occur very often. Τώρα, πάρτε απ' την άλλη μεριά και την άποψη της Εκκλησίας για το έγκλημα: δεν πρέπει τάχα ν' αλλάξει σε σχέση με τη σημερινή, τη σχεδόν ειδωλολατρική, κι από μηχανική αποκοπή του μολυσμένου μέλους —όπως γίνεται σήμερα για την ασφάλεια της κοινωνίας— να μεταβληθεί σε μια πλήρη κι αληθινή ιδέα αναγέννησης του ανθρώπου, ανάστασής του και σωτηρίας του;.. Now, take on the other hand the Church's view of crime: shouldn't it be changed from the present, almost idolatrous, and from the mechanical cutting off of the infected member - as it is done today for the safety of society - to a full and true idea of man's rebirth, his resurrection and salvation?...

— Δηλαδή τι θα πει αυτό; Πάλι αρχίζω να μην καταλαβαίνω, τον διέκοψε ο Μιούσοβ. - What does that mean? "I'm beginning to not understand again," Mushov interrupted him. Πάλι όνειρα, όνειρα, πάλι άμορφα κι ασύλληπτα πράματα. Again dreams, dreams, again shapeless and incomprehensible things. Για ποιόν αφορισμό πρόκειται; Υποπτεύομαι, μα την αλήθεια, πως μας κοροϊδεύετε, Ιβάν Φιοντόροβιτς. What kind of excommunication is this? I suspect, in truth, that you are making fun of us, Ivan Fyodorovich.

— Μα στην πραγματικότητα το ίδιο συμβαίνει και τώρα, άρχισε να λέει ξαφνικά ο στάρετς κι όλοι γύρισαν με μιας προς το μέρος του. - But in fact the same thing is happening now, the starlet suddenly started to say and everyone turned to him at once. Γιατί αν δεν υπήρχε τώρα η Εκκλησία του Χριστού, ο εγκληματίας δε θα 'χε κανένα φρένο στα κακουργήματά του κι ούτε θα υπήρχε καμιά τιμωρία, δηλαδή αληθινή τιμωρία κι όχι μηχανική, όπως ειπώθηκε μόλις τώρα και που το μόνο που κάνει είναι να εξερεθίζει στις περισσότερες περιπτώσεις τον άνθρωπο. For if the Church of Christ did not exist now, the criminal would have no brake on his crimes and there would be no punishment, that is, true punishment and not mechanical punishment, as has just been said, which only does nothing but to excite man in most cases. Δε θα υπήρχε τιμωρία πραγματική, δε θα υπήρχε η μοναδική, αποτελεσματική τιμωρία, η μοναδική τιμωρία που φοβίζει τον εγκληματία και τον κατευνάζει και που εδρεύει στην ίδια του τη συνείδηση. There would be no real punishment, there would be no real punishment, no effective punishment, the only punishment that scares the criminal and soothes him and is based in his own conscience.

— Πώς αυτό παρακαλώ; ρώτησε με ζωηρότατη περιέργεια ο Μιούσοβ. - How is that, please?" asked Mushov with lively curiosity.

— Νά πώς, άρχισε να λέει ο στάρετς. - Here's how, the starlet began to say. Ολ' αυτά τα καταναγκαστικά έργα της εξορίας και οι ξυλοδαρμοί δε διορθώνουν κανέναν και, το κυριότερο, ούτε και φοβίζουν κανέναν κακούργο, έτσι που τα εγκλήματα όχι μονάχα δε λιγοστεύουν, μα όσο πάει γίνονται και περισσότερα. All these forced labours of exile and beatings do not correct anyone and, above all, do not frighten any villain, so that crimes not only do not decrease, but they become more and more as time goes on. Σ' αυτό πια δεν μπορεί παρά να συμφωνήσετε. On this you can only agree. Ώστε βγαίνει το συμπέρασμα πως η κοινωνία δεν εξασφαλίζεται καθόλου μ' αυτό τον τρόπο γιατί παρ' όλο που αποκόπτεται μηχανικά το βλαβερό μέλος και εξορίζεται μακριά, έτσι που κανένας πια δεν το βλέπει, στη θέση του εμφανίζεται αμέσως άλλος κακούργος, ίσως μάλιστα κι άλλοι δυό. So the conclusion is that society is not secured at all in this way because although the harmful member is mechanically cut off and banished away, so that no one sees it anymore, in its place another villain immediately appears, perhaps even two more. Αν υπάρχει κάτι που προφυλάσσει την κοινωνία ακόμα και στην εποχή μας και διορθώνει τον εγκληματία μεταβάλλοντάς τον σε άλλον άνθρωπο, αυτό το κάτι δεν είναι παρά μονάχα ο νόμος του Χριστού που εκδηλώνεται με την τύψη της συνείδησης. If there is something that protects society even in our time and corrects the criminal by changing him into another man, that something is nothing but the law of Christ manifested in the guilt of conscience. Μονάχα όταν παραδεχτεί την ενοχή του σαν τέκνο της έν Χριστώ κοινωνίας, δηλαδή της Εκκλησίας, παραδέχεται και το κακό που έκανε στην ίδια την κοινωνία, δηλαδή στην Εκκλησία. Only when he admits his guilt as a child of the communion in Christ, i.e. the Church, does he admit the evil he has done to the communion itself, i.e. the Church. Έτσι λοιπόν μονάχα μπροστά στην Εκκλησία μπορεί να παραδεχτεί την ενοχή του και ποτέ μπροστά στο Κράτος. Thus he can only admit his guilt before the Church and never before the State. Αν το δικαστήριο ανήκε σε μια κοινωνία που θα 'ταν πραγματικά Εκκλησία, τότε αυτή θα 'ξερε ποιόν αφορισμένο θα 'πρεπε να ξαναδεχτεί στους κόλπους της. If the court belonged to a society that was truly a Church, then it would know which excommunicated person it should welcome back into its fold. Ενώ τώρα, μη διαθέτοντας η Εκκλησία καμιάν αποτελεσματική δικαστική εξουσία, μα έχοντας μονάχα το δικαίωμα της ηθικής καταδίκης, παραιτείται και η ίδια απ' την τιμωρία του εγκληματία. Whereas now, the Church, having no effective judicial power, but having only the right of moral condemnation, renounces the punishment of the criminal. Δεν τον αφορίζει μα πάντοτε τον καθοδηγεί πατρικά. He does not excommunicate him but always guides him paternally. Κι όχι μονάχα αυτό. And not only that. Προσπαθεί να διατηρήσει όλους τους χριστιανικούς δεσμούς με τον εγκληματία: του επιτρέπει να παρακολουθεί τη λειτουργία, να μεταλαβαίνει, να ελεεί και του φέρεται σαν να 'ταν αιχμάλωτος κι όχι ένοχος. He tries to maintain all Christian ties with the criminal: he allows him to attend the service, to repent, to have mercy and treats him as if he were a prisoner and not guilty. Και τι θα γινόταν ο εγκληματίας —ω, Θεέ μου!— αν και η χριστιανική κοινωνία, δηλαδή η Εκκλησία, τον έδιωχνε έτσι όπως τον διώχνει και τον αποκόπτει ο νόμος της πολιτείας; Τι θα γινόταν αν την τιμωρία του Κράτους την ακολουθούσε αμέσως και πάντοτε η τιμωρία της Εκκλησίας; Δε θα μπορούσε τότε να υπάρξει μεγαλύτερη απόγνωση, τουλάχιστον για το Ρώσο εγκληματία, γιατί οι Ρώσοι εγκληματίες είναι θρήσκοι ακόμα. And what would become of the criminal - oh, my God! - if the Christian society, that is, the Church, were to drive him out as the law of the state drives him out and cuts him off? What if the punishment of the State were immediately and always followed by the punishment of the Church? There could then be no greater despair, at least for the Russian criminal, for Russian criminals are still religious. Ποιος ξέρει αλήθεια; Ίσως τότε να γίνονταν φοβερά πράματα. Who really knows? Maybe some terrible things were happening back then. Ίσως ο εγκληματίας να έχανε την πίστη του. Maybe the criminal would lose his faith. Και τότε τι θα γινόταν; Όμως η Εκκλησία, που είναι σπλαχνική κι αγαπάει τους ανθρώπους, αποφεύγει μονάχη της την ενεργό τιμωρία γιατί και χωρίς αυτήν ο ένοχος τιμωρήθηκε κιόλας πολύ βαριά απ' το νόμο του Κράτους και πρέπει κάποιος να βρεθεί να τον συμπονέσει. And then what would happen? But the Church, which is compassionate and loves people, avoids active punishment on its own, because even without it the guilty person has already been punished very severely by the law of the State and someone must be found to sympathize with him. Κι ο κυριότερος λόγος που αποφεύγει να τιμωρήσει είναι γιατί η Δικαιοσύνη της Εκκλησίας είναι η μόνη που περικλείνει την αλήθεια και κατά συνέπεια δεν μπορεί να συνδυαστεί με καμιάν άλλη Δικαιοσύνη ούτε ηθικά ούτε ουσιαστικά, κι ούτε να 'ρθει έστω και σε προσωρινό συμβιβασμό μαζί της. And the main reason why it avoids punishing is because the Justice of the Church is the only one that encloses the truth and consequently cannot be combined with any other Justice, neither morally nor substantially, nor can it come to even a temporary compromise with it. Σ' αυτό το ζήτημα δε χωράνε συμβιβασμοί. There is no room for compromise on this issue. Λένε πως ο εγκληματίας στο εξωτερικό, πολύ σπάνια μετανοεί γιατί κι αυτές ακόμα οι πιο σύγχρονες θεωρίες τον βεβαιώνουν πως το έγκλημά του δεν είναι έγκλημα μα μονάχα μια εξέγερση ενάντια στην άδικη καταπίεση και στη βία. They say that the criminal abroad very rarely repents because even the most modern theories assure him that his crime is not a crime but only a rebellion against unjust oppression and violence. Η κοινωνία τον αποκόπτει απ' το σύνολο εντελώς μηχανικά, θριαμβεύοντας πάνω του μονάχα με τη βία και συνοδεύει τον εξοστρακισμένον με το μίσος της —έτσι λένε τουλάχιστον οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι για τον εαυτό τους— τον μισούν και, παρ' όλο που 'ναι αδερφός τους, μένουν εντελώς αδιάφοροι και δε φροντίζουν καθόλου για τη μελλοντική του τύχη. Society cuts him off from the whole in a completely mechanical way, triumphing over him only by force, and accompanies the ostracized man with its hatred - at least that is what the Europeans say about themselves; they hate him and, although he is their brother, they remain completely indifferent and do not care at all about his future fate. Έτσι όλα γίνονται χωρίς την παραμικρότερη συμπόνια από μέρους της Εκκλησίας, γιατί τις πιο πολλές φορές εκεί δεν υπάρχει καθόλου Εκκλησία μα μείνανε μονάχα οι εκκλησιαστικοί και τα μεγαλόπρεπα κτίρια των ναών, και οι εκκλησίες προσπαθούν να περάσουν απ' την κατώτερη μορφή, δηλαδή της Εκκλησίας, σε μιαν ανώτερη μορφή, του Κράτους, ώσπου να εξαφανιστούν ολότελα μέσα του. So everything is done without the slightest compassion on the part of the Church, because most of the time there is no Church there at all, but only the ecclesiastics and the magnificent church buildings remain, and the churches try to pass from the lower form, that is, the Church, to a higher form, the State, until they disappear completely within it. Έτσι τουλάχιστον νομίζω πως γίνεται στις λουθηρανικές χώρες. At least I think that's how it's done in the Lutheran countries. Όσο για τη Ρώμη, εκεί πια είναι χίλια χρόνια που το Κράτος έχει πάρει τη θέση της Εκκλησίας. As for Rome, there it has been a thousand years since the State has taken the place of the Church. Γι ' αυτό κι ο εγκληματίας δε θεωρεί πια τον εαυτό του μέλος της Εκκλησίας κι όταν τον εξοστρακίζουν φτάνει στην πλήρη απόγνωση. That is why the criminal no longer considers himself a member of the Church and when he is ostracized he reaches complete despair. Κι αν επιστρέφει κάποτε στην κοινωνία, νιώθει συχνά ένα τέτοιο μίσος, που η ίδια η κοινωνία τον αποφεύγει και τον εξοστρακίζει. And if he ever returns to society, he often feels such hatred that society itself shuns him and ostracizes him. Μπορείτε μόνοι σας να καταλάβετε πού οδηγούν όλ' αυτά. You can see for yourself where all this is leading. Έχει κανείς την εντύπωση πως σε πολλές περιπτώσεις και στη χώρα μας το ίδιο γίνεται. One gets the impression that in many cases the same thing is happening in our country. Όμως εδώ, κι αυτό είναι το σπουδαίο, εκτός απ' τα πολιτικά δικαστήρια έχουμε και την Εκκλησία που δε χάνει ποτέ την επαφή της με τον εγκληματία, θεωρώντας τον πάντοτε σαν ακριβό κι αγαπητό της τέκνο. But here, and this is the great thing, apart from the political courts, we also have the Church, which never loses contact with the criminal, always considering him as its dear and beloved child. Και υπάρχει ακόμα και διατηρείται, έστω και μονάχα σαν ιδέα, η Δικαιοσύνη της Εκκλησίας που κι αν ακόμα δε δρα ενεργητικά προς το παρόν, υπάρχει σαν μια σκέψη μελλοντική, έστω και σαν όνειρο. And there still exists and is maintained, even if only as an idea, the Justice of the Church which, even if it does not yet act actively at present, exists as a future thought, even if only as a dream. Και χωρίς αμφιβολία κι ο ίδιος ο εγκληματίας την αναγνωρίζει με το ένστιχτο της ψυχής του. And no doubt the criminal himself recognizes it with the intensity of his soul. Είναι σωστό κι αυτό που ειπώθηκε πριν από λίγο, πως δηλαδή, αν πραγματικά γινόταν το δικαστήριο της Εκκλησίας και λειτουργούσε με όλα του τα δικαιώματα, αν δηλαδή όλη η κοινωνία μεταβαλλόταν σ' Εκκλησία, τότε, όχι μονάχα το εκκλησιαστικό δικαστήριο θα επηρέαζε τον εγκληματία όσο τίποτα δεν τον επηρεάζει τώρα, μα ίσως-ίσως και τα εγκλήματα να λιγόστευαν σ' απίστευτο βαθμό, Μα και η Εκκλησία — σ ' αυτό δε χωράει αμφιβολία — θ ' αντιμετώπιζε τον μελλοντικό εγκληματία και τα μελλοντικά εγκλήματα μ' εντελώς διαφορετικό τρόπο απ' ό,τι γίνεται σήμερα και θα 'ξερε πώς να επαναφέρει τον αφορισμένο στους κόλπους της, πώς να προλάβει το κακό και πώς ν' αναγεννήσει τον εκπεσμένο. What was said a moment ago is also correct, that is, if the court of the Church really became the court of the Church and functioned with all its rights, that is, if the whole society were transformed into a Church, then not only the ecclesiastical court would influence the criminal as nothing affects him now, but perhaps-perhaps even crimes would be reduced to an incredible degree, But the Church - of this there can be no doubt - would treat the future criminal and future crimes in a completely different way than it does today, and would know how to bring the excommunicated back into its bosom, how to prevent evil and how to regenerate the fallen. Είν' αλήθεια, χαμογέλασε ανάλαφρα ο στάρετς, πως σήμερα ούτε και η χριστιανική κοινωνία είναι έτοιμη να δεχτεί μια τέτοιαν αλλαγή μια και οι ενάρετοι μετριούνται στα δάχτυλα. "It is true," smiled the starlet lightly, "that today even Christian society is not ready to accept such a change, since the virtuous can be counted on their fingers. Μα επειδή αυτοί δε χάνουν την πίστη τους, όλη η κοινωνία στέκει ατράνταχτη προσμένοντας την πλήρη μετατροπή της ειδωλολατρικής σχεδόν κοινωνίας σε μιαν ενιαία, οικουμενική και πανίσχυρη Εκκλησία. But because they do not lose their faith, the whole society stands firm in anticipation of the complete transformation of the almost pagan society into a unified, ecumenical and powerful Church. Και ούτω γενήσεται, ούτω γενήσεται έστω και στη συντέλεια των αιώνων, γιατί τούτο μονάχα είναι προορισμένο να συμβεί! And so it is born, so it is born, even to the end of the ages, for this alone is destined to happen! Και δεν υπάρχει λόγος να ταράζεται κανείς με υπολογισμούς και διορίες, γιατί το μυστικό του χρόνου και της διορίας το ξέρει μονάχα η σοφία του Θεού, η προβλεπτικότητά Του και η αγάπη Του. And there is no need to get upset with calculations and deadlines, because the secret of time and deadlines is known only by God's wisdom, His foreknowledge and His love. Κι αυτό που σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ανθρώπου μπορεί να 'ναι πολύ μακριά ακόμα, ίσως από προαπόφαση του Θεού να βρίσκεται κιόλας στις παραμονές, να 'χει φτάσει κιόλας προ των πυλών. And what according to man's calculations may be a long way off yet, perhaps by God's foreknowledge is already on the eve, has already arrived at the gates. Ούτω γενήσεται. Hence it is born. Ούτω γενήσεται.

— Ούτω γενήσεται! επικύρωσε με ευλάβεια κι αυστηρότητα ο πάτερ Παΐσιος. Father Paisios confirmed with reverence and severity.

— Παράξενο, πάρα πολύ παράξενο! - Strange, too strange! πρόφερε ο Μιούσοβ, όχι και πολύ ζωηρά, με κάποια συγκρατημένη αγανάχτηση. Mushov pronounced, not too briskly, with some restrained indignation.

— Τι σας φαίνεται λοιπόν τόσο παράξενο; ρώτησε με κάποια προφύλαξη ο πάτερ Ιωσήφ. - So what seems so strange to you?Father Joseph asked with some caution.

— Μα τι 'ναι όλ' αυτά τέλος πάντων; ξεφώνισε ο Μιούσοβ, λες και ξέσπασε ξαφνικά. - What is all this anyway?Mushov exclaimed, as if he had suddenly burst out. Παραμερίζεται το Κράτος απ' τη γη και η Εκκλησία ανυψώνεται στο επίπεδο του Κράτους! The State is removed from the earth and the Church is elevated to the level of the State! Αυτό πια δεν είναι ουλτραμοντανισμός, αυτό είναι σουπερουλτραμοντανισμός! This is no longer ultramontanism, this is supertrammontanism! Αυτό δεν το ονειρεύτηκε ούτε ο Πάπας Γρηγόριος ο έβδομος! Not even Pope Gregory VII dreamed of this!

— Εντελώς λαθεμένα το καταλάβατε! - You got it all wrong! πρόφερε αυστηρά ο πάτερ Παΐσιος. Father Paisios pronounced sternly. Καταλάβετέ το, λοιπόν, πως δε μεταμορφώνεται η Εκκλησία σε Κράτος. Understand, then, that the Church is not transformed into a State. Αυτό είναι το όνειρο της Ρώμης. This is the dream of Rome. Αυτό είναι ο τρίτος πειρασμός του Σατανά! This is the third temptation of Satan! Μα απεναντίας το Κράτος μεταμορφώνεται σ' Εκκλησία, ανυψώνεται στο επίπεδο της Εκκλησίας και γίνεται παγκόσμια Εκκλησία, πράμα που είναι εντελώς αντίθετο και απ' τον ουλτραμοντανισμό και απ' τη Ρώμη και απ' τα δικά σας λόγια και είναι μονάχα ο μεγάλος προορισμός της Ορθοδοξίας σε τούτο τον κόσμο. But on the contrary, the State is transformed into the Church, is elevated to the level of the Church and becomes the universal Church, which is completely contrary to both ultramontanism and Rome and your words, and is only the great destiny of Orthodoxy in this world. Αυτό το άστρο θ' αναλάμψει απ' την Ανατολή. This star will flash from the East.

Ο Μιούσοβ έμεινε βαρυσήμαντα σιωπηλός. Mushov remained gravely silent. Όλη του η εμφάνιση έδειχνε καταπληκτική αυτοεκτίμηση. His whole appearance showed amazing self-esteem. Στα χείλη του φάνηκε ένα χαμόγελο συγκαταβατικής ανωτερότητας. A smile of condescending superiority appeared on his lips. Ο Αλιόσα τα παρακολουθούσε όλα και η καρδιά του χτυπούσε δυνατά. Alyosha was watching it all and his heart was beating loudly. Όλη τούτη η συζήτηση τον είχε συγκινήσει βαθιά. This whole conversation had moved him deeply. Έριξε τυχαία ένα βλέμμα στον Ρακίτιν. He glanced casually at Rakitin. Αυτός στεκόταν ακίνητος στη θέση του, κοντά στην πόρτα, ακούγοντας και κοιτάζοντας προσεχτικά αν και είχε χαμηλωμένα τα μάτια του. He was standing still in his seat near the door, listening and watching intently though his eyes were lowered. Μα απ' το ζωηρό κοκκίνισμα στα μάγουλά του, ο Αλιόσα κατάλαβε πως κι ο Ρακίτιν δεν ήταν λιγότερο ταραγμένος. But from the vivid flush in his cheeks, Aliosha knew that Rakitin was no less agitated. Κι ο Αλιόσα ήξερε πολύ καλά γιατί ήταν ταραγμένος. And Alyosha knew very well why he was upset.

— Επιτρέψτε μου να σας διηγηθώ ένα μικρό περιστατικό, καλοί μου κύριοι, άρχισε να λέει ξαφνικά ο Μιούσοβ μ' ένα επιβλητικό κι εξαιρετικά αξιοπρεπές ύφος: Στο Παρίσι, εδώ και κάμποσα χρόνια, λίγον καιρό μετά το πραξικόπημα του Δεκέμβρη, μου 'τυχε μια φορά, σε μιαν επίσκεψή μου σ' ένα πολύ-πολύ σημαντικό πρόσωπο που βρισκόταν στα πράγματα, να συναντήσω έναν περιεργότατο κύριο. - "Let me tell you a little incident, my good gentlemen," Musov suddenly began to say in a stately and extremely dignified tone, "In Paris, some years ago, some time after the coup d'état of December, I had the good fortune once, on a visit to a very, very important person who was in affairs, to meet a most curious gentleman. Αυτό το άτομο δεν ήταν ακριβώς αστυνομικό λαγωνικό μα κάτι σαν διευθυντής μιας ολόκληρης ομάδας λαγωνικών της πολιτικής αστυνομίας, που είναι στο είδος του ένα αρκετά σπουδαίο αξίωμα. This person was not exactly a police dog but sort of the director of a whole group of civilian police dogs, which is quite a great office in its own right. Βρίσκοντας λοιπόν την ευκαιρία έπιασα απ' τη μεγάλη μου περιέργεια κουβέντα μαζί του. Finding the opportunity, I took the opportunity to talk to him out of my great curiosity. Κι επειδή αυτός δεν είχε έρθει σαν γνώριμος μα σαν υφιστάμενος για να κάνει κάποιαν αναφορά, μου 'κανε την τιμή, βλέποντας πως ήμουνα δεχτός στου προϊσταμένου του, να μου μιλήσει με κάποιαν ειλικρίνεια, εννοείται βέβαια ως ένα ορισμένο σημείο, δηλαδή, για να το πω καλύτερα, ήταν μάλλον ευγενικός παρά ειλικρινής, όπως ακριβώς ξέρουν να 'ναι ευγενικοί οι Γάλλοι, πολύ περισσότερο μάλιστα γιατί έβλεπε στο πρόσωπό μου έναν ξένο. And because he had not come as an acquaintance but as a subordinate to make a report, he did me the honour, seeing that I was acceptable to his superior, to speak to me with a certain sincerity, of course to a certain extent, that is to say, to put it better, he was rather polite than sincere, just as the French know how to be polite, all the more so because he saw in me a stranger. Όμως εγώ τον κατάλαβα καλά. But I understood him well. Μιλούσαμε για τους σοσιαλεπαναστάτες. We were talking about the social revolutionaries. Σημειώστε πως τότε τους καταδιώκανε αυτούς. Note that they were then being persecuted. Παραλείποντας το κύριο συμπέρασμα της κουβέντας μας θα σας πω μονάχα μια περιεργότατη παρατήρηση που έκανε κάπως ξαφνικά αυτός ο ανθρωπάκος, σαν να του ξέφυγε: «Εμείς, είπε αυτός, ουσιαστικά δε φοβόμαστε και τόσο πολύ όλους αυτούς τους σοσιαλιστές αναρχικούς, τους άθεους και τους επαναστάτες. Skipping the main conclusion of our conversation, I will only tell you a curious remark that this little man made somewhat suddenly, as if he had missed it: "We," he said, "are not really so much afraid of all these socialist anarchists, atheists and revolutionaries. Τους παρακολουθούμε και ξέρουμε το κάθετι γι' αυτούς. We watch them and we know everything about them. Όμως ανάμεσα σ' αυτούς υπάρχουν και μερικοί, όχι πολλοί, εξαιρετικά ιδιόρρυθμοι άνθρωποι: Αυτοί πιστεύουν σε Θεό, είναι χριστιανοί και ταυτόχρονα είναι και σοσιαλιστές. But among them there are some, not many, extremely peculiar people: They believe in God, they are Christians and at the same time they are socialists. Αυτούς φοβόμαστε περισσότερο, αυτοί είναι τρομεροί! They are the ones we fear the most, they are terrible! Ο σοσιαλιστής-χριστιανός είναι φοβερότερος απ' το σοσιαλιστή-άθεο». The socialist-Christian is more terrible than the socialist-atheist." Και τότε ακόμα απόρησα μ' αυτά τα λόγια, μα τώρα, κύριοί μου, τα ξαναθυμήθηκα... And then I was still surprised at these words, but now, my lords, I remember them again...

— Βρίσκετε δηλαδή πως έχουν σχέση με μας και μας θεωρείτε σοσιαλιστές; ρώτησε χωρίς περιστροφές ο πάτερ Παΐσιος. - So you think they are related to us and you consider us socialists?Father Paisios asked without hesitation.

Μα πριν ο Πιότρ Αλεξάντροβιτς προφτάσει ν' απαντήσει, άνοιξε η πόρτα και μπήκε ο τόσο αργοπορημένος Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς. But before Pyotr Alexandrovich had time to answer, the door opened and in walked the ever so tardy Dimitri Fyodorovich. Είχαν πάψει σχεδόν να τον περιμένουν, έτσι που στην αρχή απόρησαν κάπως με την αναπάντεχη εμφάνισή του. They had almost stopped expecting him, so that at first they were somewhat surprised at his unexpected appearance.