×

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη λειτουργία του LingQ. Επισκέπτοντας τον ιστότοπο, συμφωνείς στην cookie policy.


image

Μαθαίνουμε στο Σπίτι, Γλώσσα - Επανάληψη: Δευτερεύουσες Προτάσεις - Ε' Δημοτικού Επ. 20

Γλώσσα - Επανάληψη: Δευτερεύουσες Προτάσεις - Ε' Δημοτικού Επ. 20

Γεια σας, ονομάζομαι Ειρήνη Πιπερίδου.

Και σήμερα θα κάνουμε Γλώσσα,

επανάληψη στις δευτερεύουσες προτάσεις,

για την Ε' Δημοτικού.

Λοιπόν, έχουμε ολοκληρώσει τις δευτερεύουσες προτάσεις.

Και ήρθε η ώρα να κάνουμε μια ανακεφαλαίωση...

...για να είμαστε έτοιμοι,

να πάμε να γράψουμε επαναληπτικό διαγωνισματάκι, τεστάκι, κουίζ...

Ό,τι μας έχει αναθέσει ο δάσκαλος ή η δασκάλα μας.

Αλλά πριν να γίνει αυτό, θα πρέπει να δούμε λιγάκι...

...τι έχουμε μάθει μέχρι στιγμής, στο κεφάλαιο των δευτερευουσών προτάσεων.

Λοιπόν, ξεκινάμε!

Καταρχήν θα θυμηθούμε, τι σημαίνει "δευτερεύουσες προτάσεις".

Όταν λέμε δευτερεύουσες προτάσεις, τι εννοούμε;

Καταρχήν να έχουμε στο μυαλό μας,

ότι οι προτάσεις, χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες.

Στις κύριες και στις δευτερεύουσες.

Οι κύριες προτάσεις είναι οι προτάσεις,

οι οποίες έχουν ένα ολοκληρωμένο νόημα.

Στέκονται μόνες τους στον λόγο, όπως λέμε.

Ενώ οι δευτερεύουσες προτάσεις είναι οι προτάσεις,

οι οποίες εξαρτώνται από μια κύρια πρόταση.

Δεν μπορούν να σταθούν μόνες τους.

Θα πρέπει για να ολοκληρωθεί το νόημά τους,

να είναι σαν συμπλήρωμα σε μια κύρια πρόταση.

Εισάγονται, ξεκινούν με έναν σύνδεσμο ή μια αντωνυμία...

...ερωτηματική ή αναφορική.

Και χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:

στις ονοματικές και στις επιρρηματικές.

Θυμόμαστε τώρα, ποιες είναι οι ονοματικές και ποιες οι επιρρηματικές;

Και αν δεν θυμόμαστε, εδώ είμαστε για να τα θυμηθούμε.

Οι ονοματικές είναι οι δευτερεύουσες προτάσεις,

οι οποίες ισοδυναμούν με ένα όνομα.

Και όταν λέμε όνομα εννοούμε:

ουσιαστικό - επίθετο - αντωνυμία.

Και οι επιρρηματικές προτάσεις...

...είναι οι προτάσεις, που ισοδυναμούν με επίρρημα, που δηλώνει:

τόπο - αιτία - αποτέλεσμα -

σκοπό - προϋπόθεση - εναντίωση.

Για πάμε λοιπόν να τα δούμε όλα αυτά πιο αναλυτικά.

Για να είμαστε έτοιμοι για την επανάληψη.

Λοιπόν, ξεκινάμε με τις ονοματικές προτάσεις.

Καταρχήν να θυμηθούμε τα είδη των ονοματικών προτάσεων.

Ποιες είναι οι ονοματικές προτάσεις;

Συνολικά είναι πέντε τα είδη τους.

Είναι: οι ειδικές, οι βουλητικές, οι ενδοιαστικές,

οι πλάγιες ερωτηματικές και οι αναφορικές – ονοματικές.

Ξεκινάμε με τις ειδικές προτάσεις.

Λοιπόν, πώς εισάγονται οι ειδικές προτάσεις;

Οι ειδικές προτάσεις εισάγονται με ειδικούς συνδέσμους.

Όπως: το ότι, το πως, το που.

Εξαρτώνται από ρήματα που υπάρχουν στην κύρια πρόταση, που σημαίνουν:

λέω, δείχνω, δηλώνω, νομίζω, αντιλαμβάνομαι.

Από απρόσωπα ρήματα, τα οποία είναι:

το φαίνεται, το αποδεικνύεται, το λέγεται.

Και άλλα που έχουν παρόμοια σημασία.

Και από απρόσωπες εκφράσεις όπως:

είναι αλήθεια, είναι γνωστό, είναι βέβαιο.

Συντακτικά, τι ρόλους επιτελούν;

Μπορούν να έχουν θέση υποκειμένου,

σε κάποιο απρόσωπο ρήμα ή σε κάποια απρόσωπη έκφραση.

Όπως: "Φαίνεται, ότι ο καιρός θα χαλάσει".

Σε αυτό το σημείο να πω το εξής:

Όπως βλέπετε και στη διαφάνειά μου,

που είναι το σκονάκι μου για να τα θυμάμαι όλα,

και να είμαι έτοιμη να τα διαβάσω για το διαγώνισμα...

Το Υποκείμενο το έχω με κόκκινο.

Και το σημείο της πρότασης, που είναι ειδική πρόταση,

την έχω επίσης επίτηδες με κόκκινο,

για να μου είναι αντιληπτό και ξεκάθαρο,

ότι αυτή η ειδική πρόταση, στο παρόν παράδειγμα έχει θέση Υποκειμένου.

Άρα λοιπόν «φαίνεται» είναι το ρήμα της κύριας πρότασης,

«ότι ο καιρός θα χαλάσει», είναι η δευτερεύουσα ειδική,

που εισάγεται με τον σύνδεσμο «ότι»...

...και έχει τη θέση Υποκειμένου.

Το «φαίνεται» είναι και απρόσωπο ρήμα.

Στο επόμενο παράδειγμα, βλέπουμε μία πρόταση:

«Έμαθα ότι πήρες προαγωγή»,

η οποία απαρτίζεται από το κύριο μέρος της, που είναι το «έμαθα»

και από το δεύτερο ειδικό μέρος της,

που είναι το «ότι πήρες προαγωγή» και έχει θέση Αντικειμένου.

Εισάγεται με το «ότι» και έχει θέση αντικειμένου.

Από ό,τι βλέπετε και ο χρωματισμός είναι: μοβ είναι η λέξη Αντικείμενο,

μοβ είναι και η ειδική πρόταση, που έχει τη θέση Αντικειμένου.

Και μία τρίτη περίπτωση, που μπορεί να έχει συντακτικά...

...μια ειδική πρόταση, είναι να λειτουργεί σαν επεξήγηση σε κάποια λέξη της κύριας πρότασης...

...που είναι συνήθως ουσιαστικό.

Έχουμε εδώ το παράδειγμα:

«Μάθατε το νέο, ότι θα δοθούν αυξήσεις στις συντάξεις.».

«ότι θα δοθούν αυξήσεις στις συντάξεις» είναι η δευτερεύουσα ειδική πρόταση.

Εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο «ότι» και λειτουργεί σαν επεξήγηση...

...στο ουσιαστικό «νέο» της κύριας πρότασης.

Συνεχίζουμε.

Οι βουλητικές προτάσεις.

Οι βουλητικές προτάσεις, είναι δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις,

οι οποίες εισάγονται με τον σύνδεσμο, με το μόριο μάλλον, «να».

Εξαρτώνται από ρήματα, που σημαίνουν:

μπορώ, ζητώ, θέλω, αισθάνομαι, εύχομαι, αναγκάζομαι.

Από απρόσωπα ρήματα, όπως είναι:

το γίνεται, το πρέπει, το επιτρέπεται, το απαγορεύεται,

Από απρόσωπες εκφράσεις: είναι ανάγκη, είναι δυνατόν.

Και άλλα όμως. Ενδεικτικά αναφέρω κάποια τώρα.

Είναι αυτά, τα οποία είναι τα πιο συνηθισμένα.

Αυτά τα οποία, θα συναντήσουμε σε παραδείγματα.

Ποιος είναι ο συντακτικός ρόλος των δευτερευουσών βουλητικών προτάσεων;

Μπορούν να λειτουργήσουν σαν υποκείμενο, σε απρόσωπα ρήματα ή απρόσωπες εκφράσεις.

Όπως είναι τώρα εδώ το παράδειγμα: «Πρέπει να τηλεφωνήσω».

Βλέπετε το «να τηλεφωνήσω», που είναι με κόκκινο,

είναι η δευτερεύουσα βουλητική πρόταση.

Εσάγεται με το «να» και έχει τη θέση Υποκειμένου στο απρόσωπο ρήμα «πρέπει».

Που είναι και η κύρια πρόταση το «πρέπει».

Στο επόμενο παράδειγμα, έχουμε: «Ο Θανάσης θέλει να φύγει».

Εδώ η δευτερεύουσα βουλητική πρόταση είναι «να φύγει»,

είναι με μοβ, έχει τη θέση αντικειμένου στο ρήμα «θέλει» της κύριας πρότασης.

Ο «Θανάσης» είναι το Υποκείμενο της κύριας.

«θέλει» είναι το ρήμα της κύριας.

Θέλει. Τι θέλει ο Θανάσης; Να φύγει.

Αντικείμενο, όλη η δευτερεύουσα βουλητική στο "θέλει".

Και μία τρίτη περίπτωση συντακτικής λειτουργίας των βουλητικών προτάσεων,

είναι επεξήγηση σε κάποια λέξη,

και εδώ συνήθως είναι ουσιαστικό της κύριας.

Για παράδειγμα: «Ο Αντώνης έχει μόνο μία επιθυμία, να πάρει την υποτροφία».

«να πάρει την υποτροφία» είναι η δευτερεύουσα βουλητική.

Εισάγεται και εδώ πέρα με το «να».

Και λειτουργεί σαν επεξήγηση στη λέξη «επιθυμία»,

που είναι στην κύρια πρότασή μας.

Ενδοιαστικές προτάσεις.

Οι ενδοιαστικές προτάσεις εκφράζουν έναν ενδοιασμό.

Έναν δισταγμό.Έναν φόβο.

Εισάγονται με το μη/μην, με το μήπως, με το να μην.

Και εξαρτώνται από ρήματα, που σημαίνουν:

Φοβάμαι, τρέμω, αγωνιώ, ανησυχώ.

Από απρόσωπα ρήματα.

Εδώ είναι λίγο δύσχρηστα τώρα...

Τα απρόσωπα ρήματα σε ενδοιαστικές, δεν τα συναντάμε και τόσο εύκολα.

Αλλά είναι κι αυτό μια πιθανότητα, που μπορούμε να έχουμε ενδοιαστική πρόταση.

Και με απρόσωπες εκφράσεις, όπως:

Υπάρχει υποψία, υπάρχει ανησυχία, υπάρχει φόβος και άλλα.

Πώς λειτουργούν συντακτικά;

Σαν υποκείμενα απρόσωπου ρήματος ή απρόσωπης έκφρασης.

Στο παράδειγμά μας: «Υπάρχει φόβος, μήπως γίνει πόλεμος».

«μήπως γίνει πόλεμος», είναι η δευτερεύουσα ενδοιαστική πρόταση.

Εισάγεται με το «μήπως».

Και συντακτικά έχει τον ρόλο υποκειμένου στη κύρια πρόταση «υπάρχει φόβος»,

Που είναι και απρόσωπη έκφραση.

Στο επόμενο παράδειγμα: «Ανησυχώ, μήπως χάσω το λεωφορείο».

Το «μήπως χάσω το λεωφορείο» έχει συντακτικά...

... θέση αντικειμένου στο ρήμα «ανησυχώ», που είναι και η κύρια πρότασή μας.

Και τέλος, επεξήγηση σε κάποια λέξη, συνήθως ουσιαστικό.

«Τούτο μόνο με ανησυχεί, μήπως είναι ένοχος».

«μήπως είναι ένοχος», είναι από ότι βλέπετε με πράσινο χρώμα...

...και έχει θέση επεξήγησης. Που;

Στο «τούτο μόνο με ανησυχεί».

Συνεχίζουμε.

Πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις.

Λοιπόν, ερωτηματικές προτάσεις σημαίνει ότι κάνουμε ερώτηση.

Πλάγιες ερωτηματικές, το μυαλό μας πάει στον πλάγιο λόγο.

Πλάγιες ερωτηματικές, δεν είναι ευθείες οι ερωτήσεις, τις μεταφέρουμε.

Λοιπόν, στις πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις έχουμε δύο περιπτώσεις.

Έχουμε τις προτάσεις ολικής άγνοιας πλάγιες ερωτηματικές...

...κι αυτές οι οποίες είναι μερικής άγνοιας.

Ποια είναι η διαφορά τους;

Πέρα από το ότι διαφέρουν από τον τρόπο εισαγωγής τους,

διαφέρουν και στον τρόπο απάντησης που επιδέχονται.

Πιο συγκεκριμένα.

Οι προτάσεις, οι οποίες εισάγονται με το αν, το μη...

...το μήπως, το μην τυχόν, είναι οι ολικής άγνοιας.

Επιδέχονται απάντηση ναι ή όχι.

Οι προτάσεις, οι οποίες εισάγονται με ερωτηματικές αντωνυμίες...

...και ερωτηματικά επιρρήματα, είναι μερικής άγνοιας.

Και επιδέχονται απάντηση χωρίς ναι ή όχι.

Απαντάμε δηλαδή κάτι πιο συγκεκριμένο από αυτό που μας ρωτάνε...

...και όχι γενικά με ναι ή όχι.

Από τι εξαρτώνται;

Οι πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις εξαρτώνται από ρήματα, που σημαίνουν:

ερωτώ, απαντώ, αμφιβάλλω, απορώ, αγνοώ, σκέφτομαι, εξηγώ,

ή από απρόσωπες εκφράσεις, όπως το είναι παράξενο, είναι βέβαιο.

Ποιος είναι ο συντακτικός ρόλος;

Μπορεί να είναι υποκείμενα σε απρόσωπα ρήματα, απρόσωπες εκφράσεις.

Το παράδειγμά μας: «Είναι παράξενο πώς έγινε το ατύχημα».

Εδώ βλέπουμε ότι κοκκινισμένο είναι το «πως έγινε το ατύχημα».

Είναι λοιπόν η πλάγια ερωτηματική πρότασή μας,

Έχει θέση υποκειμένου στην απρόσωπη έκφραση «Είναι παράξενο».

Εισάγεται με το ερωτηματικό επίρρημα «πώς».

Και η απάντηση, την οποία επιδέχεται, αν θέλουμε να απαντήσουμε...

...αν είναι μερικής ή ολικής άγνοιας είναι τι;

Μερικής άγνοιας, γιατί ξέρουμε ότι έγινε το ατύχημα,

απλά μας λείπει η πληροφορία του τρόπου, το πώς έγινε το ατύχημα.

Μπορούν να είναι αντικείμενα σε ρήματα.

Παράδειγμα: «Σκέφτεται εάν θα έρθει».

Εδώ πέρα «αν θα έρθει» είναι μοβ, είναι αντικείμενο στο ρήμα «σκέφτεται».

Αν θέλουμε να το διακρίνουμε, αν είναι ολικής ή μερικής άγνοιας,

η απάντηση είναι ότι είναι ολικής άγνοιας, γιατί υπάρχει απορία γενική.

Η απάντηση που θα πάρουμε στο «θα έρθει;», είναι ναι ή όχι.

Δεν ξέρουμε, αν θα έρθει. Αυτό ψάχνουμε να βρούμε.

Και μπορούν να είναι και σαν επεξηγήσεις σε λέξεις, συνήθως ουσιαστικά της κύριας πρότασης.

«Η Μαρία βασανιζόταν από αυτή την απορία, αν η ξαδέρφη της επέστρεψε από το Βερολίνο».

Από το «αν...το Βερολίνο» είναι η δευτερεύουσα πλάγια ερωτηματική πρόταση.

Η οποία λειτουργεί σαν επεξήγηση στη λέξη «απορία».

«Βασανιζόταν από αυτή την απορία».

Δηλαδή, αν η ξαδέρφη της επέστρεψε από το Βερολίνο.

Δεν θυμάμαι αν το ανέφερα προηγουμένως,

αλλά η επεξήγηση είναι αυτό το «δηλαδή»,

που δίνουμε σαν ερμηνεία στις λέξεις.

Λοιπόν,και συνεχίζουμε τώρα με τις αναφορικές ονοματικές προτάσεις,

οι οποίες αυτές από μόνες τους αποτελούν...

...και μια πιο εξειδικευμένη κατηγορία γραμματικής στη Γλώσσα.

Εδώ πέρα θα πούμε κάποια πράγματα, απλά για να τις αναγνωρίζουμε απλά.

Και για το πώς μπορούμε να τις χρησιμοποιήσουμε.

Οι αναφορικές ονοματικές εισάγονται με:

αναφορικές αντωνυμίες:

ο οποίος, η οποία, το οποίο, όποιος, όποια, ό,τι.

Αυτό το κόμμα (στο ό,τι) που σημαίνει το οτιδήποτε.

Ή με το άκλιτο «που».

Και εξαρτώνται γενικά από ρήματα.

Δεν υπάρχει κάτι συγκεκριμένο για να φέρουμε σαν παράδειγμα.

Και ποια είναι η συντακτική τους λειτουργία;

Μπορούν να λειτουργήσουν σαν υποκείμενα.

Παράδειγμα: «Όποιος πεινάει καρβέλια ονειρεύεται».

Το «όποιος πεινάει» είναι δευτερεύουσα αναφορική ονοματική πρόταση.

Και το «καρβέλια ονειρεύεται» είναι η κύρια πρόταση.

«Όποιος πεινάει», από μόνη της δεν έχει κάποιο νόημα.

Δεν βγάζει κάποιο νόημα.

Τι κάνει όποιος πεινάει; Καρβέλια ονειρεύεται.

Αντικείμενο.

«Πούλησε ό,τι είχε και δεν είχε.»

Το «ό,τι είχε και δεν είχε» είναι δευτερεύουσα αναφορική ονοματική πρόταση,

που έχει τη λειτουργία αντικειμένου στο «πούλησε»,

που είναι το ρήμα της κύριας πρότασης.

Και επίσης μπορεί να είναι σαν κατηγορούμενο στον λόγο, σε πρόταση.

Καταρχήν να θυμίσουμε λιγάκι τι είναι το κατηγορούμενο.

Κατηγορούμενο έχουμε όταν υπάρχει συνδετικό ρήμα.

Τα συνδετικά ρήματα είναι αυτά τα ρήματα,

τα οποία προσδίδουν μια ιδιότητα,

μάλλον το κατηγορούμενο μέσω των συνδετικών ρημάτων,

προσδίδει μια ιδιότητα στο υποκείμενο.

Θυμάστε αλήθεια ποια είναι αυτά τα ρήματα; Τα συνδετικά;

Είναι ρήματα του τύπου:

είμαι , γίνομαι, φαίνομαι, ονομάζομαι, εκλέγομαι, διορίζομαι, ανακηρύσσομαι.

Έτσι λιγάκι για να τα θυμηθούμε κι αυτά.

Και εδώ στο παράδειγμά μας έχουμε: «Αυτή γίνεται ό,τι θέλεις στη στιγμή».

Το «ό,τι θέλεις στη στιγμή», εισάγεται με αυτό το «ό,τι»

που έχει το κόμμα, που είναι το οτιδήποτε,

και όλη η πρόταση, έχει τη συντακτική λειτουργία...

...κατηγορούμενο στο συνδετικό ρήμα γίνεται,

που είναι ένα από τα συνδετικά ρήματα που προανέφερα.

Κάπως έτσι λοιπόν ολοκληρώνουμε με τις ονοματικές προτάσεις.

Και αν λοιπόν τα έχουμε καταλάβει και τα έχουμε θυμηθεί,

είμαστε έτοιμοι να περάσουμε στην άλλη κατηγορία,

που είναι οι επιρρηματικές.

Ποιες είναι οι επιρρηματικές προτάσεις;

Οι επιρρηματικές προτάσεις είναι:

Οι τελικές, οι χρονικές, οι αιτιολογικές, οι συμπερασματικές ή αποτελεσματικές,

οι εναντιωματικές, οι υποθετικές και οι αναφορικές επιρρηματικές, αυτή τη φορά όμως.

Νομίζω ότι τα θυμόμαστε.

Πιστεύω δηλαδή, ότι τα θυμόμαστε και δεν τα λέω μόνη μου.

Τα θυμόμαστε όλοι μαζί.

Είμαι σίγουρη ότι τα θυμάστε, γιατί είμαι σίγουρη ότι διαβάζετε.

Πάμε λοιπόν να δούμε τώρα, κάθε πρόταση μεμονωμένα.

Τελικές προτάσεις.

Οι τελικές προτάσεις εισάγονται με το «για να» ή το «να».

Εκφράζουν σκοπό.

Είναι αυτές οι προτάσεις, οι οποίες χρησιμοποιούνται για να δηλώσουμε σκοπό.

Σκοπός στα αρχαία είναι το τέλος.

Τέλος, δηλαδή στα αρχαία ελληνικά σημαίνει σκοπός.

Άρα λοιπόν οι τελικές προτάσεις, είναι για τον σκοπό.

Για να δείξουμε τον σκοπό μας.

Ποια είναι η συντακτική τους χρήση;

Λειτουργούν σαν επιρρηματικοί προσδιορισμοί του σκοπού.

Αφού είναι επιρρηματικές, έχουν θέση επιρρηματικών προσδιορισμών.

Για παράδειγμα: «Έτρεχε, για να μην χάσει το τρένο».

«για να μην χάσει το τρένο» είναι το πιο έντονα μαυρισμένο,

κι αυτό γιατί είναι η δευτερεύουσα τελική πρόταση.

Η οποία από ό,τι παρατηρείτε, εισάγεται με το «για να».

Και τι θέση έχει στην προκειμένη πρόταση;

Η συντακτική της λειτουργία είναι επιρρηματικός προσδιορισμός του σκοπού.

Γιατί μας δείχνει τον σκοπό, που έτρεχε.

Για ποιον λόγο έτρεχε αυτός; Για ποιο σκοπό έτρεχε;

Για να μην χάσει το τρένο.

Συνεχίζω.

Συνεχίζω με τις χρονικές προτάσεις.

Εντάξει, μόνο που ακούμε το «χρονικές προτάσεις»...

Το μυαλό μας πάει... πού αλλού; Στον χρόνο.

Αυτές οι προτάσεις λοιπόν, χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν τη χρονική σχέση.

Εισάγονται με συνδέσμους χρονικούς, όπως:

όταν, ενώ, πριν, καθώς.

Και συντακτικά χρησιμεύουν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί του χρόνου.

Έχουμε και το παράδειγμα: «Ενώ τραγουδούσε, έπαιζε κιθάρα».

Το «ενώ τραγουδούσε» βλέπετε ότι είναι έντονα μαυρισμένο,

είναι η χρονική πρότασή μας.

Η οποία χρονική πρότασή μας, τι κάνει;

Συμπληρώνει το νόημα, του «έπαιζε κιθάρα».

«Έπαιζε κιθάρα», έχουμε και μια νέα πληροφορία...

...από την χρονική πρόταση, «ενώ τραγουδούσε».

Βλέπουμε δηλαδή ότι γίνεται κάτι σύγχρονα, συγχρόνως.

Γιατί φυσικά ο χρόνος, θα τα δούμε και αργότερα σε άλλη τάξη,

Ο χρόνος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για το σύγχρονο, για το πρότερο...

...και για το επόμενο, για το μεταγενέστερο.

Αυτά είναι λεπτομέρειες και δεν μας αφορούν στην παρούσα φάση.

Συνεχίζουμε με τις αιτιολογικές προτάσεις.

Οι αιτιολογικές προτάσεις, για ποιον λόγο χρησιμοποιούνται;

Για να εκφράσουν την αιτία.

Και εισάγονται με ποιους συνδέσμους;

Με αιτιολογικούς, όπως είναι: το γιατί, το επειδή,

το αφού, το διότι, το εφόσον.

Και σαν τι χρησιμεύουν;

Χρησιμεύουν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί της αιτίας.

Για παράδειγμα: «Θύμωσε, επειδή του μίλησα άσχημα».

Το «θύμωσε» είναι η κύρια πρότασή μας,

Το «επειδή του μίλησε άσχημα» είναι η δευτερεύουσα αιτιολογική πρόταση,

η οποία εισάγεται με το «επειδή», τον αιτιολογικό μας σύνδεσμο.

Και τι μας κάνει;

Μας δείχνει την αιτία του «θύμωσε».

Για ποιον λόγο θύμωσε; Ξέρω ότι θύμωσε κάποιος.

Απλά δίνω τώρα και την αιτία, τον λόγο που θύμωσε αυτός ο κάποιος.

«Επειδή του μίλησα άσχημα».

Άρα ποιο είναι το συμπέρασμα; Δεν μιλάμε άσχημα, γιατί θυμώνει ο κόσμος.

Συνεχίζουμε με τις συμπερασματικές – αποτελεσματικές προτάσεις.

Τι εκφράζουν αυτές οι προτάσεις;

Εκφράζουν το αποτέλεσμα.

Και με τι εισάγονται;

Εισάγονται με το «ώστε», μπορεί να έχουν και το (να) μετά το «ώστε»,

και το «που», μπορεί να έχουν και το (να) μετά το «που».

Δηλαδή: «ώστε να» και το «που να».

Εκφράζουν, όπως είπα, αποτέλεσμα.

Και συντακτικά για ποιον λόγο χρησιμοποιούνται;

Για να εκφράσουν επιρρηματικούς προσδιορισμούς του αποτελέσματος.

Για παράδειγμα: «Μιλά τόσο σιγά, ώστε δεν ακούγεται καθόλου».

Το «ώστε δεν ακούγεται καθόλου»...

...είναι η δευτερεύουσα συμπερασματική ή αλλιώς αποτελεσματική πρόταση,

η οποία μας υποδηλώνει το αποτέλεσμα του «μιλάω τόσο σιγά».

Για ποιον λόγο μιλά αυτός τόσο σιγά; Όχι τον λόγο, συγνώμη. Το αποτέλεσμα.

Ποιο είναι το αποτέλεσμα του ότι μιλάει σιγά;

Ότι δεν τον ακούνε καθόλου.

Εναντιωματικές προτάσεις;

Αυτές οι εναντιωματικές προτάσεις. Η εναντίωση τι δείχνει; Αντίθεση.

Δείχνουν αντίθεση. Σε ποιόν δείχνουν αντίθεση;

Σε αυτό, το οποίο δηλώνει η κύρια πρόταση. Με τι εισάγονται;

Εισάγονται με το «αν και», με το «μολονότι»,

το «ενώ» και το «παρόλο που».

Και σαν τι χρησιμεύουν;

Σαν επιρρηματικοί προσδιορισμοί της αντίθεσης.

Για παράδειγμα: «Μολονότι δεν είναι πλούσιος, ζει πολύ ευτυχισμένος».

Η κύρια πρότασή μου είναι το «ζει πολύ ευτυχισμένος».

Αυτό είναι κατανοητό, στέκει μόνο του.

Με το να δώσω εγώ και την πληροφορία, «μολονότι δεν είναι πλούσιος»,

δείχνω την εναντίωση, ότι τι περιμένουμε;

Όποιος δεν έχει λεφτά, δεν είναι ευτυχισμένος.

Δείχνει δηλαδή μία αντίθεση με το νόημα της κύριας πρότασης.

Αυτός είναι ευτυχισμένος, ζει ευτυχισμένα,

αν και δεν είναι πλούσιος, μολονότι δεν είναι πλούσιος.

Έχει δηλαδή αντίθεση το νόημα της μίας πρότασης με την άλλη.

Υποθετικές προτάσεις.

Οι υποθετικές προτάσεις χρησιμοποιούνται για να δείξουν μια προϋπόθεση.

Εισάγονται με το εάν, το αν και το άμα.

Και λειτουργούν σαν επιρρηματικοί προσδιορισμοί της προϋπόθεσης.

Είναι κι αυτό που θα κάνουμε αργότερα στην ύλη ...

...με τους υποθετικούς λόγους.

Θα το δούμε εκτενέστερα εκεί πέρα.

Για την παρούσα φάση συγκρατούμε,

ότι οι υποθετικές προτάσεις χρησιμεύουν συντακτικά...

...ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί της προϋπόθεσης.

Για παράδειγμα: «Εάν βρέξει», δευτερεύουσα υποθετική πρόταση,

«θα μείνουμε σπίτι», η κύρια πρόταση.

«θα μείνουμε σπίτι», αυτό είναι μια κατάσταση.

Πότε θα μείνουμε σπίτι;

«Εάν βρέξει», είναι η προϋπόθεση για να μείνουμε σπίτι.

Αν δεν βρέξει, θα μείνουμε; Δεν θα μείνουμε. Θα βγούμε έξω.

Και συνεχίζουμε. Στην τελευταία κατηγορία των επιρρηματικών προτάσεων,

είναι οι αναφορικές επιρρηματικές προτάσεις,

οι οποίες εισάγονται με αναφορικά επιρρήματα του τύπου:

όπου, που, όπως, πως ή...

...με άλλους αναφορικούς επιρρηματικούς προσδιορισμούς.

Τι εκφράζουν;

Εκφράζουν: τόπο, χρόνο, τρόπο, ποσό, συμφωνία,

εναντίωση ή παραχώρηση και παρομοίωση.

Και χρησιμεύουν συντακτικά και αυτές σαν επιρρηματικοί προσδιορισμοί αντίστοιχα:

του τόπου, του χρόνου, του τρόπου, του ποσού,

της συμφωνίας, της εναντίωσης, της παραχώρησης, της παρομοίωσης.

Παραδείγματα που μπορούμε να δούμε...

...για να τα θυμηθούμε καλύτερα είναι:

Το «πήγαινε όπου σε στείλουν».

Το «όπου σε στείλουν» είναι δευτερεύουσα...

...αναφορική επιρρηματική πρόταση.

Δηλαδή, οπουδήποτε σε στείλουν πήγαινε.

Και χρησιμεύει σαν επιρρηματικός προσδιορισμός του τόπου...

...στο «πήγαινε», στην κύρια πρόταση.

«Τακτοποίησέ τα, όπως νομίζεις», όπως εσύ ξέρεις δηλαδή,

είναι η δευτερεύουσα αναφορική επιρρηματική πρόταση,

που έχει θέση επιρρηματικού προσδιορισμού του τρόπου.

Πριν ολοκληρώσουμε την επανάληψή μας,

να επισημάνουμε κάποια βασικά πραγματάκια,

τα οποία είμαι σίγουρη ότι τα θυμόμαστε.

Αλλά τι να κάνω εγώ τώρα. Εγώ είμαι δασκάλα και πρέπει να τα πω.

Γιατί θέλω όλοι να γράψετε τέλεια.

Και στο διαγώνισμα. Και στο τεστ. Και στο κουίζ,. Σε ό,τι σας βάλουν.

Ποια είναι αυτά τα πραγματάκια; Είναι ότι...

Οι ονοματικές προτάσεις δεν χωρίζονται με κόμμα από τις κύριες προτάσεις.

Ποιες είναι οι ονοματικές προτάσεις, είπαμε;

Οι ειδικές, βουλητικές, ενδοιαστικές,

αναφορικές ονοματικές προτάσεις. Και ποιες ξέχασα;

Ξέχασα τις πλάγιες ερωτηματικές.

Άρα λοιπόν οι ονοματικές προτάσεις δεν χωρίζονται ποτέ με κόμμα...

...από τις κύριες προτάσεις.

Όμως μπορούν να χωριστούν με κόμμα από τις κύριες,

μόνο όταν έχουν θέση επεξήγησης.

Δεν ξέρω αν είχατε παρατηρήσει στις διαφάνειες που έδειχνα,

αλλά όταν έλεγα ότι έχει θέση συντακτικά ως επεξήγηση σε ένα ουσιαστικό, διαχωριζότανε.

Αν θέλετε να πάμε λίγο πίσω για να το δείτε αυτό το πράγμα που λέω.

Είναι αυτό το πράσινο. Σε όλα τα παραδείγματα...

...βλέπετε στις ειδικές, όπου είναι επεξήγηση, βλέπετε;

"Μάθατε το νέο" βάζουμε κόμμα "ότι θα δωθούν αυξήσεις στις συντάξεις".

Παρακάτω... "Ο Αντώνης έχει μόνο μία επιθυμία" βάζουμε κόμμα "να πάρει την υποτροφία".

Και εδώ επεξήγηση είναι.

Ενώ βλέπετε στα προηγούμενα που είναι υποκείμενο και αντικείμενο δεν έχει κόμμα.

Γιατί δεν πρέπει να βάλω κόμμα. Δεν πρέπει να χωριστεί.

Μόνο στην περίπτωση της επεξήγησης χωρίζουμε τις ονοματικές προτάσεις...

...από τις κύριες με κόμμα.

Και επίσης ένα τελευταίο που πρέπει να θυμόμαστε στην περίπτωση των ονοματικών προτάσεων,

και συγκεκριμένα, στις αναφορικές ονοματικές προτάσεις,

είναι ότι δεν χωρίζονται με κόμμα, όταν είναι αναγκαίες για το νόημα των κύριων προτάσεων.

Όταν δηλαδή το περιεχόμενό τους, είναι απαραίτητο συμπλήρωμα...

...στο περιεχόμενο της κύριας πρότασης, δεν βάζουμε ποτέ μα ποτέ κόμμα.

Αυτά για τις ονοματικές που δεν πρέπει να ξεχάσω.

Πάμε τώρα να δούμε, τι δεν πρέπει να ξεχάσω στις επιρρηματικές.

Στις επιρρηματικές πρέπει να θυμάμαι ότι χωρίζονται πάντα με κόμμα από τις κύριες προτάσεις.

Μπορούμε να το δούμε αυτό και στα παραδείγματα που είχα στις διαφάνειες.

Ξεκινάμε με τις τελικές. Βλέπετε το παράδειγμα;

"Έτρεχε" η κύρια πρόταση. Βάζουμε κόμμα. "για να μη χάσει το τρένο".

Επόμενο, χρονικές προτάσεις: "Ενώ τραγουδούσε" είναι η χρονική πρόταση. Βάζουμε κόμμα. "έπαιζε κιθάρα".

Αιτιολογικές προτάσεις: "Θύμωσε". Βάζουμε κόμμα. "επειδή του μίλησα άσχημα".

"Μιλά τόσο σιγά" είναι η κύρια πρόταση. Βάζουμε κόμμα. "ώστε δεν ακούγεται καθόλου".

Βλέπετε; Έχω βάλει και εδώ κόμμα για να τις διαχωρίσω τις προτάσεις.

Εναντιωματικές προτάσεις: "Μολονότι δεν είναι πλούσιος". Βάζουμε κόμμα. "ζει πολύ ευτυχισμένος" η κύρια πρόταση.

Και εδώ κόμμα. Το βλέπουμε;

Τα μαυρισμένα είναι οι δευτερεύουσες προτάσεις.

Τα μη μαυρισμένα είναι οι κύριες.

Υποθετικές: "Εάν βρέξει". Βάζουμε κόμμα. "θα μείνουμε σπίτι".

Αναφορικές επιρρηματικές προτάσεις: Εδω πέρα βλέπετε ότι δεν έχω βάλει κόμμα.

Αλλά δεν έχω βάλει κόμμα γιατί θα πρέπει να θυμάμαι...

...ότι στην περίπτωση των αναφορικών επιρρηματικών χωρίζονται συνήθως με κόμμα.

Αλλά όχι πάντα.

Και αυτό γιατί θα πρέπει να κοιτάω το νόημα που δίνει η πρόταση...

...η δευτερεύουσα αναφορική επιρρηματική πρόταση στην κύρια.

Θα πρέπει δηλαδή να έχω αναπτυγμένη και την κριτική μου ικανότητα.

Πέρα από τις γραμματικές μου γνώσεις.

Και ένα άλλο πολύ σημαντικό, το οποίο θα πρέπει να έχω στο μυαλό μου,

και να αναβοσβήνει, είναι ότι:

Βουλητικές προτάσεις εναντίον τελικών προτάσεων.

Και γιατί αυτές οι δύο είναι η μία σε αντιπαράθεση με την άλλη;

Γιατί, αν θυμάστε είχαμε το εξής:

Στις βουλητικές προτάσεις, που είναι ονοματικές, είπαμε ότι εισάγονται...

με το μόριο "να". Οι τελικές προτάσεις, οι οποίες δηλώνουν σκοπό και εισάγονται...

...με το "για να" και με το "να".

Αυτομάτως δηλαδή μπορεί κάποιος να μπερδευτεί και να πει, αν δει ένα "να":

"Τι είναι αυτό τώρα"; Είναι βουλητικό; Είναι δηλαδή ονοματική πρόταση...

...η οποία χρησιμοποιείται για να εκφράσουμε μία επιθυμία μας ή μία ευχή μας;

Ή είναι μία πρόταση την οποία χρησιμοποιούμε...

...επιρρηματική για να εκφράσουμε έναν σκοπό;

Λοιπόν. Δεν μπερδευόμαστε. Σκεφτόμαστε αυτό που λέει παρακάτω:

Ότι το "να" που εισάγει μία βουλητική πρόταση δεν μπορεί να αντικατασταθεί...

...από το "για να" που εισάγει μία τελική πρόταση.

Τι σημαίνει αυτό;

Σημαίνει ότι, όταν μας βαζουν μία άσκηση και θέλουμε να χαρακτηρίσουμε,

αν είναι βουλητική ή αν είναι τελική, και έχει το "να" σαν σύνδεσμο, σαν εισαγωγικό,

να μας πει ότι με βάση το "να" τι είναι η πρόταση, βουλητική ή τελική;

Αυτό το οποίο έχω να κάνω είναι τι;

Στη θέση του "να" να δω, αν μπορώ να βάλω το "για να".

Εάν μπορώ να βάλω το "για να", τότε η πρότασή μου είναι βουλητική ή τελική;

Τελική.

Γιατί οι τελικές αντικαθίσταται και με το "για να", στις βουλητικές δεν μποροόν.

Εγώ αυτά είχα να σας θυμίσω.

Θέλω να πιστεύω ότι με μία πολύ καλή επανάληψη που θα κάνει ο καθένας...

και η καθεμία μόνοι σας, θα τα πάτε τέλεια.

Είτε σε κάποιο τεστ, είτε σε κάποιο διαγώνισμα, είτε στα κουίζ....

...που ξέρω ότι σας αρέσουν πάρα πολύ.

Δεν είναι δύσκολα.

Απλά πρέπει να θυμόμαστε:

Συνδέσμους εισαγωγής, τα ρήματα εξάρτησης και να είμαστε και σε θέση...

...να διακρίνουμε τη συντακτική λειτουργία.

Το power point θέλω να πιστεύω ότι ήτανε βοηθητικό.

Αυτά από μένα.

Καλή συνέχεια. Καλή επανάληψη. Και καλά σκορ!


Γλώσσα - Επανάληψη: Δευτερεύουσες Προτάσεις - Ε' Δημοτικού Επ. 20 Language - Repetition: Secondary Proposals - Grade 5 Ep. 20

Γεια σας, ονομάζομαι Ειρήνη Πιπερίδου.

Και σήμερα θα κάνουμε Γλώσσα, And today we are going to do Language,

επανάληψη στις δευτερεύουσες προτάσεις, repetition in subordinate clauses,

για την Ε' Δημοτικού. for the 5th grade.

Λοιπόν, έχουμε ολοκληρώσει τις δευτερεύουσες προτάσεις. Well, we have completed the secondary proposals.

Και ήρθε η ώρα να κάνουμε μια ανακεφαλαίωση...

...για να είμαστε έτοιμοι,

να πάμε να γράψουμε επαναληπτικό διαγωνισματάκι, τεστάκι, κουίζ... ...we'll go write a quiz, a quiz, a quiz...

Ό,τι μας έχει αναθέσει ο δάσκαλος ή η δασκάλα μας.

Αλλά πριν να γίνει αυτό, θα πρέπει να δούμε λιγάκι...

...τι έχουμε μάθει μέχρι στιγμής, στο κεφάλαιο των δευτερευουσών προτάσεων.

Λοιπόν, ξεκινάμε!

Καταρχήν θα θυμηθούμε, τι σημαίνει "δευτερεύουσες προτάσεις".

Όταν λέμε δευτερεύουσες προτάσεις, τι εννοούμε;

Καταρχήν να έχουμε στο μυαλό μας,

ότι οι προτάσεις, χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες.

Στις κύριες και στις δευτερεύουσες.

Οι κύριες προτάσεις είναι οι προτάσεις,

οι οποίες έχουν ένα ολοκληρωμένο νόημα.

Στέκονται μόνες τους στον λόγο, όπως λέμε.

Ενώ οι δευτερεύουσες προτάσεις είναι οι προτάσεις,

οι οποίες εξαρτώνται από μια κύρια πρόταση.

Δεν μπορούν να σταθούν μόνες τους.

Θα πρέπει για να ολοκληρωθεί το νόημά τους,

να είναι σαν συμπλήρωμα σε μια κύρια πρόταση.

Εισάγονται, ξεκινούν με έναν σύνδεσμο ή μια αντωνυμία...

...ερωτηματική ή αναφορική.

Και χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:

στις ονοματικές και στις επιρρηματικές.

Θυμόμαστε τώρα, ποιες είναι οι ονοματικές και ποιες οι επιρρηματικές;

Και αν δεν θυμόμαστε, εδώ είμαστε για να τα θυμηθούμε.

Οι ονοματικές είναι οι δευτερεύουσες προτάσεις,

οι οποίες ισοδυναμούν με ένα όνομα.

Και όταν λέμε όνομα εννοούμε:

ουσιαστικό - επίθετο - αντωνυμία.

Και οι επιρρηματικές προτάσεις...

...είναι οι προτάσεις, που ισοδυναμούν με επίρρημα, που δηλώνει:

τόπο - αιτία - αποτέλεσμα -

σκοπό - προϋπόθεση - εναντίωση.

Για πάμε λοιπόν να τα δούμε όλα αυτά πιο αναλυτικά.

Για να είμαστε έτοιμοι για την επανάληψη.

Λοιπόν, ξεκινάμε με τις ονοματικές προτάσεις.

Καταρχήν να θυμηθούμε τα είδη των ονοματικών προτάσεων.

Ποιες είναι οι ονοματικές προτάσεις;

Συνολικά είναι πέντε τα είδη τους.

Είναι: οι ειδικές, οι βουλητικές, οι ενδοιαστικές,

οι πλάγιες ερωτηματικές και οι αναφορικές – ονοματικές.

Ξεκινάμε με τις ειδικές προτάσεις.

Λοιπόν, πώς εισάγονται οι ειδικές προτάσεις;

Οι ειδικές προτάσεις εισάγονται με ειδικούς συνδέσμους.

Όπως: το ότι, το πως, το που.

Εξαρτώνται από ρήματα που υπάρχουν στην κύρια πρόταση, που σημαίνουν:

λέω, δείχνω, δηλώνω, νομίζω, αντιλαμβάνομαι.

Από απρόσωπα ρήματα, τα οποία είναι:

το φαίνεται, το αποδεικνύεται, το λέγεται.

Και άλλα που έχουν παρόμοια σημασία.

Και από απρόσωπες εκφράσεις όπως:

είναι αλήθεια, είναι γνωστό, είναι βέβαιο.

Συντακτικά, τι ρόλους επιτελούν;

Μπορούν να έχουν θέση υποκειμένου,

σε κάποιο απρόσωπο ρήμα ή σε κάποια απρόσωπη έκφραση.

Όπως: "Φαίνεται, ότι ο καιρός θα χαλάσει".

Σε αυτό το σημείο να πω το εξής:

Όπως βλέπετε και στη διαφάνειά μου,

που είναι το σκονάκι μου για να τα θυμάμαι όλα,

και να είμαι έτοιμη να τα διαβάσω για το διαγώνισμα...

Το Υποκείμενο το έχω με κόκκινο.

Και το σημείο της πρότασης, που είναι ειδική πρόταση,

την έχω επίσης επίτηδες με κόκκινο,

για να μου είναι αντιληπτό και ξεκάθαρο,

ότι αυτή η ειδική πρόταση, στο παρόν παράδειγμα έχει θέση Υποκειμένου.

Άρα λοιπόν «φαίνεται» είναι το ρήμα της κύριας πρότασης,

«ότι ο καιρός θα χαλάσει», είναι η δευτερεύουσα ειδική,

που εισάγεται με τον σύνδεσμο «ότι»...

...και έχει τη θέση Υποκειμένου.

Το «φαίνεται» είναι και απρόσωπο ρήμα.

Στο επόμενο παράδειγμα, βλέπουμε μία πρόταση:

«Έμαθα ότι πήρες προαγωγή»,

η οποία απαρτίζεται από το κύριο μέρος της, που είναι το «έμαθα»

και από το δεύτερο ειδικό μέρος της,

που είναι το «ότι πήρες προαγωγή» και έχει θέση Αντικειμένου.

Εισάγεται με το «ότι» και έχει θέση αντικειμένου.

Από ό,τι βλέπετε και ο χρωματισμός είναι: μοβ είναι η λέξη Αντικείμενο,

μοβ είναι και η ειδική πρόταση, που έχει τη θέση Αντικειμένου.

Και μία τρίτη περίπτωση, που μπορεί να έχει συντακτικά...

...μια ειδική πρόταση, είναι να λειτουργεί σαν επεξήγηση σε κάποια λέξη της κύριας πρότασης...

...που είναι συνήθως ουσιαστικό.

Έχουμε εδώ το παράδειγμα:

«Μάθατε το νέο, ότι θα δοθούν αυξήσεις στις συντάξεις.».

«ότι θα δοθούν αυξήσεις στις συντάξεις» είναι η δευτερεύουσα ειδική πρόταση.

Εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο «ότι» και λειτουργεί σαν επεξήγηση...

...στο ουσιαστικό «νέο» της κύριας πρότασης.

Συνεχίζουμε.

Οι βουλητικές προτάσεις.

Οι βουλητικές προτάσεις, είναι δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις,

οι οποίες εισάγονται με τον σύνδεσμο, με το μόριο μάλλον, «να».

Εξαρτώνται από ρήματα, που σημαίνουν:

μπορώ, ζητώ, θέλω, αισθάνομαι, εύχομαι, αναγκάζομαι.

Από απρόσωπα ρήματα, όπως είναι:

το γίνεται, το πρέπει, το επιτρέπεται, το απαγορεύεται,

Από απρόσωπες εκφράσεις: είναι ανάγκη, είναι δυνατόν.

Και άλλα όμως. Ενδεικτικά αναφέρω κάποια τώρα.

Είναι αυτά, τα οποία είναι τα πιο συνηθισμένα.

Αυτά τα οποία, θα συναντήσουμε σε παραδείγματα.

Ποιος είναι ο συντακτικός ρόλος των δευτερευουσών βουλητικών προτάσεων;

Μπορούν να λειτουργήσουν σαν υποκείμενο, σε απρόσωπα ρήματα ή απρόσωπες εκφράσεις.

Όπως είναι τώρα εδώ το παράδειγμα: «Πρέπει να τηλεφωνήσω».

Βλέπετε το «να τηλεφωνήσω», που είναι με κόκκινο,

είναι η δευτερεύουσα βουλητική πρόταση.

Εσάγεται με το «να» και έχει τη θέση Υποκειμένου στο απρόσωπο ρήμα «πρέπει».

Που είναι και η κύρια πρόταση το «πρέπει».

Στο επόμενο παράδειγμα, έχουμε: «Ο Θανάσης θέλει να φύγει».

Εδώ η δευτερεύουσα βουλητική πρόταση είναι «να φύγει»,

είναι με μοβ, έχει τη θέση αντικειμένου στο ρήμα «θέλει» της κύριας πρότασης.

Ο «Θανάσης» είναι το Υποκείμενο της κύριας.

«θέλει» είναι το ρήμα της κύριας.

Θέλει. Τι θέλει ο Θανάσης; Να φύγει.

Αντικείμενο, όλη η δευτερεύουσα βουλητική στο "θέλει".

Και μία τρίτη περίπτωση συντακτικής λειτουργίας των βουλητικών προτάσεων,

είναι επεξήγηση σε κάποια λέξη,

και εδώ συνήθως είναι ουσιαστικό της κύριας.

Για παράδειγμα: «Ο Αντώνης έχει μόνο μία επιθυμία, να πάρει την υποτροφία».

«να πάρει την υποτροφία» είναι η δευτερεύουσα βουλητική.

Εισάγεται και εδώ πέρα με το «να».

Και λειτουργεί σαν επεξήγηση στη λέξη «επιθυμία»,

που είναι στην κύρια πρότασή μας.

Ενδοιαστικές προτάσεις.

Οι ενδοιαστικές προτάσεις εκφράζουν έναν ενδοιασμό.

Έναν δισταγμό.Έναν φόβο.

Εισάγονται με το μη/μην, με το μήπως, με το να μην.

Και εξαρτώνται από ρήματα, που σημαίνουν:

Φοβάμαι, τρέμω, αγωνιώ, ανησυχώ.

Από απρόσωπα ρήματα.

Εδώ είναι λίγο δύσχρηστα τώρα...

Τα απρόσωπα ρήματα σε ενδοιαστικές, δεν τα συναντάμε και τόσο εύκολα.

Αλλά είναι κι αυτό μια πιθανότητα, που μπορούμε να έχουμε ενδοιαστική πρόταση.

Και με απρόσωπες εκφράσεις, όπως:

Υπάρχει υποψία, υπάρχει ανησυχία, υπάρχει φόβος και άλλα.

Πώς λειτουργούν συντακτικά;

Σαν υποκείμενα απρόσωπου ρήματος ή απρόσωπης έκφρασης.

Στο παράδειγμά μας: «Υπάρχει φόβος, μήπως γίνει πόλεμος».

«μήπως γίνει πόλεμος», είναι η δευτερεύουσα ενδοιαστική πρόταση.

Εισάγεται με το «μήπως».

Και συντακτικά έχει τον ρόλο υποκειμένου στη κύρια πρόταση «υπάρχει φόβος»,

Που είναι και απρόσωπη έκφραση.

Στο επόμενο παράδειγμα: «Ανησυχώ, μήπως χάσω το λεωφορείο».

Το «μήπως χάσω το λεωφορείο» έχει συντακτικά...

... θέση αντικειμένου στο ρήμα «ανησυχώ», που είναι και η κύρια πρότασή μας.

Και τέλος, επεξήγηση σε κάποια λέξη, συνήθως ουσιαστικό.

«Τούτο μόνο με ανησυχεί, μήπως είναι ένοχος».

«μήπως είναι ένοχος», είναι από ότι βλέπετε με πράσινο χρώμα...

...και έχει θέση επεξήγησης. Που;

Στο «τούτο μόνο με ανησυχεί».

Συνεχίζουμε.

Πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις.

Λοιπόν, ερωτηματικές προτάσεις σημαίνει ότι κάνουμε ερώτηση.

Πλάγιες ερωτηματικές, το μυαλό μας πάει στον πλάγιο λόγο.

Πλάγιες ερωτηματικές, δεν είναι ευθείες οι ερωτήσεις, τις μεταφέρουμε.

Λοιπόν, στις πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις έχουμε δύο περιπτώσεις.

Έχουμε τις προτάσεις ολικής άγνοιας πλάγιες ερωτηματικές...

...κι αυτές οι οποίες είναι μερικής άγνοιας.

Ποια είναι η διαφορά τους;

Πέρα από το ότι διαφέρουν από τον τρόπο εισαγωγής τους,

διαφέρουν και στον τρόπο απάντησης που επιδέχονται.

Πιο συγκεκριμένα.

Οι προτάσεις, οι οποίες εισάγονται με το αν, το μη...

...το μήπως, το μην τυχόν, είναι οι ολικής άγνοιας.

Επιδέχονται απάντηση ναι ή όχι.

Οι προτάσεις, οι οποίες εισάγονται με ερωτηματικές αντωνυμίες...

...και ερωτηματικά επιρρήματα, είναι μερικής άγνοιας.

Και επιδέχονται απάντηση χωρίς ναι ή όχι.

Απαντάμε δηλαδή κάτι πιο συγκεκριμένο από αυτό που μας ρωτάνε...

...και όχι γενικά με ναι ή όχι.

Από τι εξαρτώνται;

Οι πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις εξαρτώνται από ρήματα, που σημαίνουν:

ερωτώ, απαντώ, αμφιβάλλω, απορώ, αγνοώ, σκέφτομαι, εξηγώ,

ή από απρόσωπες εκφράσεις, όπως το είναι παράξενο, είναι βέβαιο.

Ποιος είναι ο συντακτικός ρόλος;

Μπορεί να είναι υποκείμενα σε απρόσωπα ρήματα, απρόσωπες εκφράσεις.

Το παράδειγμά μας: «Είναι παράξενο πώς έγινε το ατύχημα».

Εδώ βλέπουμε ότι κοκκινισμένο είναι το «πως έγινε το ατύχημα».

Είναι λοιπόν η πλάγια ερωτηματική πρότασή μας,

Έχει θέση υποκειμένου στην απρόσωπη έκφραση «Είναι παράξενο».

Εισάγεται με το ερωτηματικό επίρρημα «πώς».

Και η απάντηση, την οποία επιδέχεται, αν θέλουμε να απαντήσουμε...

...αν είναι μερικής ή ολικής άγνοιας είναι τι;

Μερικής άγνοιας, γιατί ξέρουμε ότι έγινε το ατύχημα,

απλά μας λείπει η πληροφορία του τρόπου, το πώς έγινε το ατύχημα.

Μπορούν να είναι αντικείμενα σε ρήματα.

Παράδειγμα: «Σκέφτεται εάν θα έρθει».

Εδώ πέρα «αν θα έρθει» είναι μοβ, είναι αντικείμενο στο ρήμα «σκέφτεται».

Αν θέλουμε να το διακρίνουμε, αν είναι ολικής ή μερικής άγνοιας,

η απάντηση είναι ότι είναι ολικής άγνοιας, γιατί υπάρχει απορία γενική.

Η απάντηση που θα πάρουμε στο «θα έρθει;», είναι ναι ή όχι.

Δεν ξέρουμε, αν θα έρθει. Αυτό ψάχνουμε να βρούμε.

Και μπορούν να είναι και σαν επεξηγήσεις σε λέξεις, συνήθως ουσιαστικά της κύριας πρότασης.

«Η Μαρία βασανιζόταν από αυτή την απορία, αν η ξαδέρφη της επέστρεψε από το Βερολίνο».

Από το «αν...το Βερολίνο» είναι η δευτερεύουσα πλάγια ερωτηματική πρόταση.

Η οποία λειτουργεί σαν επεξήγηση στη λέξη «απορία».

«Βασανιζόταν από αυτή την απορία».

Δηλαδή, αν η ξαδέρφη της επέστρεψε από το Βερολίνο.

Δεν θυμάμαι αν το ανέφερα προηγουμένως,

αλλά η επεξήγηση είναι αυτό το «δηλαδή»,

που δίνουμε σαν ερμηνεία στις λέξεις.

Λοιπόν,και συνεχίζουμε τώρα με τις αναφορικές ονοματικές προτάσεις,

οι οποίες αυτές από μόνες τους αποτελούν...

...και μια πιο εξειδικευμένη κατηγορία γραμματικής στη Γλώσσα.

Εδώ πέρα θα πούμε κάποια πράγματα, απλά για να τις αναγνωρίζουμε απλά.

Και για το πώς μπορούμε να τις χρησιμοποιήσουμε.

Οι αναφορικές ονοματικές εισάγονται με:

αναφορικές αντωνυμίες:

ο οποίος, η οποία, το οποίο, όποιος, όποια, ό,τι.

Αυτό το κόμμα (στο ό,τι) που σημαίνει το οτιδήποτε.

Ή με το άκλιτο «που».

Και εξαρτώνται γενικά από ρήματα.

Δεν υπάρχει κάτι συγκεκριμένο για να φέρουμε σαν παράδειγμα.

Και ποια είναι η συντακτική τους λειτουργία;

Μπορούν να λειτουργήσουν σαν υποκείμενα.

Παράδειγμα: «Όποιος πεινάει καρβέλια ονειρεύεται».

Το «όποιος πεινάει» είναι δευτερεύουσα αναφορική ονοματική πρόταση.

Και το «καρβέλια ονειρεύεται» είναι η κύρια πρόταση.

«Όποιος πεινάει», από μόνη της δεν έχει κάποιο νόημα.

Δεν βγάζει κάποιο νόημα.

Τι κάνει όποιος πεινάει; Καρβέλια ονειρεύεται.

Αντικείμενο.

«Πούλησε ό,τι είχε και δεν είχε.»

Το «ό,τι είχε και δεν είχε» είναι δευτερεύουσα αναφορική ονοματική πρόταση,

που έχει τη λειτουργία αντικειμένου στο «πούλησε»,

που είναι το ρήμα της κύριας πρότασης.

Και επίσης μπορεί να είναι σαν κατηγορούμενο στον λόγο, σε πρόταση.

Καταρχήν να θυμίσουμε λιγάκι τι είναι το κατηγορούμενο.

Κατηγορούμενο έχουμε όταν υπάρχει συνδετικό ρήμα.

Τα συνδετικά ρήματα είναι αυτά τα ρήματα,

τα οποία προσδίδουν μια ιδιότητα,

μάλλον το κατηγορούμενο μέσω των συνδετικών ρημάτων,

προσδίδει μια ιδιότητα στο υποκείμενο.

Θυμάστε αλήθεια ποια είναι αυτά τα ρήματα; Τα συνδετικά;

Είναι ρήματα του τύπου:

είμαι , γίνομαι, φαίνομαι, ονομάζομαι, εκλέγομαι, διορίζομαι, ανακηρύσσομαι.

Έτσι λιγάκι για να τα θυμηθούμε κι αυτά.

Και εδώ στο παράδειγμά μας έχουμε: «Αυτή γίνεται ό,τι θέλεις στη στιγμή».

Το «ό,τι θέλεις στη στιγμή», εισάγεται με αυτό το «ό,τι»

που έχει το κόμμα, που είναι το οτιδήποτε,

και όλη η πρόταση, έχει τη συντακτική λειτουργία...

...κατηγορούμενο στο συνδετικό ρήμα γίνεται,

που είναι ένα από τα συνδετικά ρήματα που προανέφερα.

Κάπως έτσι λοιπόν ολοκληρώνουμε με τις ονοματικές προτάσεις.

Και αν λοιπόν τα έχουμε καταλάβει και τα έχουμε θυμηθεί,

είμαστε έτοιμοι να περάσουμε στην άλλη κατηγορία,

που είναι οι επιρρηματικές.

Ποιες είναι οι επιρρηματικές προτάσεις;

Οι επιρρηματικές προτάσεις είναι:

Οι τελικές, οι χρονικές, οι αιτιολογικές, οι συμπερασματικές ή αποτελεσματικές,

οι εναντιωματικές, οι υποθετικές και οι αναφορικές επιρρηματικές, αυτή τη φορά όμως.

Νομίζω ότι τα θυμόμαστε.

Πιστεύω δηλαδή, ότι τα θυμόμαστε και δεν τα λέω μόνη μου.

Τα θυμόμαστε όλοι μαζί.

Είμαι σίγουρη ότι τα θυμάστε, γιατί είμαι σίγουρη ότι διαβάζετε.

Πάμε λοιπόν να δούμε τώρα, κάθε πρόταση μεμονωμένα.

Τελικές προτάσεις.

Οι τελικές προτάσεις εισάγονται με το «για να» ή το «να».

Εκφράζουν σκοπό.

Είναι αυτές οι προτάσεις, οι οποίες χρησιμοποιούνται για να δηλώσουμε σκοπό.

Σκοπός στα αρχαία είναι το τέλος.

Τέλος, δηλαδή στα αρχαία ελληνικά σημαίνει σκοπός.

Άρα λοιπόν οι τελικές προτάσεις, είναι για τον σκοπό.

Για να δείξουμε τον σκοπό μας.

Ποια είναι η συντακτική τους χρήση;

Λειτουργούν σαν επιρρηματικοί προσδιορισμοί του σκοπού.

Αφού είναι επιρρηματικές, έχουν θέση επιρρηματικών προσδιορισμών.

Για παράδειγμα: «Έτρεχε, για να μην χάσει το τρένο».

«για να μην χάσει το τρένο» είναι το πιο έντονα μαυρισμένο,

κι αυτό γιατί είναι η δευτερεύουσα τελική πρόταση.

Η οποία από ό,τι παρατηρείτε, εισάγεται με το «για να».

Και τι θέση έχει στην προκειμένη πρόταση;

Η συντακτική της λειτουργία είναι επιρρηματικός προσδιορισμός του σκοπού.

Γιατί μας δείχνει τον σκοπό, που έτρεχε.

Για ποιον λόγο έτρεχε αυτός; Για ποιο σκοπό έτρεχε;

Για να μην χάσει το τρένο.

Συνεχίζω.

Συνεχίζω με τις χρονικές προτάσεις.

Εντάξει, μόνο που ακούμε το «χρονικές προτάσεις»...

Το μυαλό μας πάει... πού αλλού; Στον χρόνο.

Αυτές οι προτάσεις λοιπόν, χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν τη χρονική σχέση.

Εισάγονται με συνδέσμους χρονικούς, όπως:

όταν, ενώ, πριν, καθώς.

Και συντακτικά χρησιμεύουν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί του χρόνου.

Έχουμε και το παράδειγμα: «Ενώ τραγουδούσε, έπαιζε κιθάρα».

Το «ενώ τραγουδούσε» βλέπετε ότι είναι έντονα μαυρισμένο,

είναι η χρονική πρότασή μας.

Η οποία χρονική πρότασή μας, τι κάνει;

Συμπληρώνει το νόημα, του «έπαιζε κιθάρα».

«Έπαιζε κιθάρα», έχουμε και μια νέα πληροφορία...

...από την χρονική πρόταση, «ενώ τραγουδούσε».

Βλέπουμε δηλαδή ότι γίνεται κάτι σύγχρονα, συγχρόνως.

Γιατί φυσικά ο χρόνος, θα τα δούμε και αργότερα σε άλλη τάξη,

Ο χρόνος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για το σύγχρονο, για το πρότερο...

...και για το επόμενο, για το μεταγενέστερο.

Αυτά είναι λεπτομέρειες και δεν μας αφορούν στην παρούσα φάση.

Συνεχίζουμε με τις αιτιολογικές προτάσεις.

Οι αιτιολογικές προτάσεις, για ποιον λόγο χρησιμοποιούνται;

Για να εκφράσουν την αιτία.

Και εισάγονται με ποιους συνδέσμους;

Με αιτιολογικούς, όπως είναι: το γιατί, το επειδή,

το αφού, το διότι, το εφόσον.

Και σαν τι χρησιμεύουν;

Χρησιμεύουν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί της αιτίας.

Για παράδειγμα: «Θύμωσε, επειδή του μίλησα άσχημα».

Το «θύμωσε» είναι η κύρια πρότασή μας,

Το «επειδή του μίλησε άσχημα» είναι η δευτερεύουσα αιτιολογική πρόταση,

η οποία εισάγεται με το «επειδή», τον αιτιολογικό μας σύνδεσμο.

Και τι μας κάνει;

Μας δείχνει την αιτία του «θύμωσε».

Για ποιον λόγο θύμωσε; Ξέρω ότι θύμωσε κάποιος.

Απλά δίνω τώρα και την αιτία, τον λόγο που θύμωσε αυτός ο κάποιος.

«Επειδή του μίλησα άσχημα».

Άρα ποιο είναι το συμπέρασμα; Δεν μιλάμε άσχημα, γιατί θυμώνει ο κόσμος.

Συνεχίζουμε με τις συμπερασματικές – αποτελεσματικές προτάσεις.

Τι εκφράζουν αυτές οι προτάσεις;

Εκφράζουν το αποτέλεσμα.

Και με τι εισάγονται;

Εισάγονται με το «ώστε», μπορεί να έχουν και το (να) μετά το «ώστε»,

και το «που», μπορεί να έχουν και το (να) μετά το «που».

Δηλαδή: «ώστε να» και το «που να».

Εκφράζουν, όπως είπα, αποτέλεσμα.

Και συντακτικά για ποιον λόγο χρησιμοποιούνται;

Για να εκφράσουν επιρρηματικούς προσδιορισμούς του αποτελέσματος.

Για παράδειγμα: «Μιλά τόσο σιγά, ώστε δεν ακούγεται καθόλου».

Το «ώστε δεν ακούγεται καθόλου»...

...είναι η δευτερεύουσα συμπερασματική ή αλλιώς αποτελεσματική πρόταση,

η οποία μας υποδηλώνει το αποτέλεσμα του «μιλάω τόσο σιγά».

Για ποιον λόγο μιλά αυτός τόσο σιγά; Όχι τον λόγο, συγνώμη. Το αποτέλεσμα.

Ποιο είναι το αποτέλεσμα του ότι μιλάει σιγά;

Ότι δεν τον ακούνε καθόλου.

Εναντιωματικές προτάσεις;

Αυτές οι εναντιωματικές προτάσεις. Η εναντίωση τι δείχνει; Αντίθεση.

Δείχνουν αντίθεση. Σε ποιόν δείχνουν αντίθεση;

Σε αυτό, το οποίο δηλώνει η κύρια πρόταση. Με τι εισάγονται;

Εισάγονται με το «αν και», με το «μολονότι»,

το «ενώ» και το «παρόλο που».

Και σαν τι χρησιμεύουν;

Σαν επιρρηματικοί προσδιορισμοί της αντίθεσης.

Για παράδειγμα: «Μολονότι δεν είναι πλούσιος, ζει πολύ ευτυχισμένος».

Η κύρια πρότασή μου είναι το «ζει πολύ ευτυχισμένος».

Αυτό είναι κατανοητό, στέκει μόνο του.

Με το να δώσω εγώ και την πληροφορία, «μολονότι δεν είναι πλούσιος»,

δείχνω την εναντίωση, ότι τι περιμένουμε;

Όποιος δεν έχει λεφτά, δεν είναι ευτυχισμένος.

Δείχνει δηλαδή μία αντίθεση με το νόημα της κύριας πρότασης.

Αυτός είναι ευτυχισμένος, ζει ευτυχισμένα,

αν και δεν είναι πλούσιος, μολονότι δεν είναι πλούσιος.

Έχει δηλαδή αντίθεση το νόημα της μίας πρότασης με την άλλη.

Υποθετικές προτάσεις.

Οι υποθετικές προτάσεις χρησιμοποιούνται για να δείξουν μια προϋπόθεση.

Εισάγονται με το εάν, το αν και το άμα.

Και λειτουργούν σαν επιρρηματικοί προσδιορισμοί της προϋπόθεσης.

Είναι κι αυτό που θα κάνουμε αργότερα στην ύλη ...

...με τους υποθετικούς λόγους.

Θα το δούμε εκτενέστερα εκεί πέρα.

Για την παρούσα φάση συγκρατούμε,

ότι οι υποθετικές προτάσεις χρησιμεύουν συντακτικά...

...ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί της προϋπόθεσης.

Για παράδειγμα: «Εάν βρέξει», δευτερεύουσα υποθετική πρόταση,

«θα μείνουμε σπίτι», η κύρια πρόταση.

«θα μείνουμε σπίτι», αυτό είναι μια κατάσταση.

Πότε θα μείνουμε σπίτι;

«Εάν βρέξει», είναι η προϋπόθεση για να μείνουμε σπίτι.

Αν δεν βρέξει, θα μείνουμε; Δεν θα μείνουμε. Θα βγούμε έξω.

Και συνεχίζουμε. Στην τελευταία κατηγορία των επιρρηματικών προτάσεων,

είναι οι αναφορικές επιρρηματικές προτάσεις,

οι οποίες εισάγονται με αναφορικά επιρρήματα του τύπου:

όπου, που, όπως, πως ή...

...με άλλους αναφορικούς επιρρηματικούς προσδιορισμούς.

Τι εκφράζουν;

Εκφράζουν: τόπο, χρόνο, τρόπο, ποσό, συμφωνία,

εναντίωση ή παραχώρηση και παρομοίωση.

Και χρησιμεύουν συντακτικά και αυτές σαν επιρρηματικοί προσδιορισμοί αντίστοιχα:

του τόπου, του χρόνου, του τρόπου, του ποσού,

της συμφωνίας, της εναντίωσης, της παραχώρησης, της παρομοίωσης.

Παραδείγματα που μπορούμε να δούμε...

...για να τα θυμηθούμε καλύτερα είναι:

Το «πήγαινε όπου σε στείλουν».

Το «όπου σε στείλουν» είναι δευτερεύουσα...

...αναφορική επιρρηματική πρόταση.

Δηλαδή, οπουδήποτε σε στείλουν πήγαινε.

Και χρησιμεύει σαν επιρρηματικός προσδιορισμός του τόπου...

...στο «πήγαινε», στην κύρια πρόταση.

«Τακτοποίησέ τα, όπως νομίζεις», όπως εσύ ξέρεις δηλαδή,

είναι η δευτερεύουσα αναφορική επιρρηματική πρόταση,

που έχει θέση επιρρηματικού προσδιορισμού του τρόπου.

Πριν ολοκληρώσουμε την επανάληψή μας,

να επισημάνουμε κάποια βασικά πραγματάκια,

τα οποία είμαι σίγουρη ότι τα θυμόμαστε.

Αλλά τι να κάνω εγώ τώρα. Εγώ είμαι δασκάλα και πρέπει να τα πω.

Γιατί θέλω όλοι να γράψετε τέλεια.

Και στο διαγώνισμα. Και στο τεστ. Και στο κουίζ,. Σε ό,τι σας βάλουν.

Ποια είναι αυτά τα πραγματάκια; Είναι ότι...

Οι ονοματικές προτάσεις δεν χωρίζονται με κόμμα από τις κύριες προτάσεις.

Ποιες είναι οι ονοματικές προτάσεις, είπαμε;

Οι ειδικές, βουλητικές, ενδοιαστικές,

αναφορικές ονοματικές προτάσεις. Και ποιες ξέχασα;

Ξέχασα τις πλάγιες ερωτηματικές.

Άρα λοιπόν οι ονοματικές προτάσεις δεν χωρίζονται ποτέ με κόμμα...

...από τις κύριες προτάσεις.

Όμως μπορούν να χωριστούν με κόμμα από τις κύριες,

μόνο όταν έχουν θέση επεξήγησης.

Δεν ξέρω αν είχατε παρατηρήσει στις διαφάνειες που έδειχνα,

αλλά όταν έλεγα ότι έχει θέση συντακτικά ως επεξήγηση σε ένα ουσιαστικό, διαχωριζότανε.

Αν θέλετε να πάμε λίγο πίσω για να το δείτε αυτό το πράγμα που λέω.

Είναι αυτό το πράσινο. Σε όλα τα παραδείγματα...

...βλέπετε στις ειδικές, όπου είναι επεξήγηση, βλέπετε;

"Μάθατε το νέο" βάζουμε κόμμα "ότι θα δωθούν αυξήσεις στις συντάξεις".

Παρακάτω... "Ο Αντώνης έχει μόνο μία επιθυμία" βάζουμε κόμμα "να πάρει την υποτροφία".

Και εδώ επεξήγηση είναι.

Ενώ βλέπετε στα προηγούμενα που είναι υποκείμενο και αντικείμενο δεν έχει κόμμα.

Γιατί δεν πρέπει να βάλω κόμμα. Δεν πρέπει να χωριστεί.

Μόνο στην περίπτωση της επεξήγησης χωρίζουμε τις ονοματικές προτάσεις...

...από τις κύριες με κόμμα.

Και επίσης ένα τελευταίο που πρέπει να θυμόμαστε στην περίπτωση των ονοματικών προτάσεων,

και συγκεκριμένα, στις αναφορικές ονοματικές προτάσεις,

είναι ότι δεν χωρίζονται με κόμμα, όταν είναι αναγκαίες για το νόημα των κύριων προτάσεων.

Όταν δηλαδή το περιεχόμενό τους, είναι απαραίτητο συμπλήρωμα...

...στο περιεχόμενο της κύριας πρότασης, δεν βάζουμε ποτέ μα ποτέ κόμμα.

Αυτά για τις ονοματικές που δεν πρέπει να ξεχάσω.

Πάμε τώρα να δούμε, τι δεν πρέπει να ξεχάσω στις επιρρηματικές.

Στις επιρρηματικές πρέπει να θυμάμαι ότι χωρίζονται πάντα με κόμμα από τις κύριες προτάσεις.

Μπορούμε να το δούμε αυτό και στα παραδείγματα που είχα στις διαφάνειες.

Ξεκινάμε με τις τελικές. Βλέπετε το παράδειγμα;

"Έτρεχε" η κύρια πρόταση. Βάζουμε κόμμα. "για να μη χάσει το τρένο".

Επόμενο, χρονικές προτάσεις: "Ενώ τραγουδούσε" είναι η χρονική πρόταση. Βάζουμε κόμμα. "έπαιζε κιθάρα".

Αιτιολογικές προτάσεις: "Θύμωσε". Βάζουμε κόμμα. "επειδή του μίλησα άσχημα".

"Μιλά τόσο σιγά" είναι η κύρια πρόταση. Βάζουμε κόμμα. "ώστε δεν ακούγεται καθόλου".

Βλέπετε; Έχω βάλει και εδώ κόμμα για να τις διαχωρίσω τις προτάσεις.

Εναντιωματικές προτάσεις: "Μολονότι δεν είναι πλούσιος". Βάζουμε κόμμα. "ζει πολύ ευτυχισμένος" η κύρια πρόταση.

Και εδώ κόμμα. Το βλέπουμε;

Τα μαυρισμένα είναι οι δευτερεύουσες προτάσεις.

Τα μη μαυρισμένα είναι οι κύριες.

Υποθετικές: "Εάν βρέξει". Βάζουμε κόμμα. "θα μείνουμε σπίτι".

Αναφορικές επιρρηματικές προτάσεις: Εδω πέρα βλέπετε ότι δεν έχω βάλει κόμμα.

Αλλά δεν έχω βάλει κόμμα γιατί θα πρέπει να θυμάμαι...

...ότι στην περίπτωση των αναφορικών επιρρηματικών χωρίζονται συνήθως με κόμμα.

Αλλά όχι πάντα.

Και αυτό γιατί θα πρέπει να κοιτάω το νόημα που δίνει η πρόταση...

...η δευτερεύουσα αναφορική επιρρηματική πρόταση στην κύρια.

Θα πρέπει δηλαδή να έχω αναπτυγμένη και την κριτική μου ικανότητα.

Πέρα από τις γραμματικές μου γνώσεις.

Και ένα άλλο πολύ σημαντικό, το οποίο θα πρέπει να έχω στο μυαλό μου,

και να αναβοσβήνει, είναι ότι:

Βουλητικές προτάσεις εναντίον τελικών προτάσεων.

Και γιατί αυτές οι δύο είναι η μία σε αντιπαράθεση με την άλλη;

Γιατί, αν θυμάστε είχαμε το εξής:

Στις βουλητικές προτάσεις, που είναι ονοματικές, είπαμε ότι εισάγονται...

με το μόριο "να". Οι τελικές προτάσεις, οι οποίες δηλώνουν σκοπό και εισάγονται...

...με το "για να" και με το "να".

Αυτομάτως δηλαδή μπορεί κάποιος να μπερδευτεί και να πει, αν δει ένα "να":

"Τι είναι αυτό τώρα"; Είναι βουλητικό; Είναι δηλαδή ονοματική πρόταση...

...η οποία χρησιμοποιείται για να εκφράσουμε μία επιθυμία μας ή μία ευχή μας;

Ή είναι μία πρόταση την οποία χρησιμοποιούμε...

...επιρρηματική για να εκφράσουμε έναν σκοπό;

Λοιπόν. Δεν μπερδευόμαστε. Σκεφτόμαστε αυτό που λέει παρακάτω:

Ότι το "να" που εισάγει μία βουλητική πρόταση δεν μπορεί να αντικατασταθεί...

...από το "για να" που εισάγει μία τελική πρόταση.

Τι σημαίνει αυτό;

Σημαίνει ότι, όταν μας βαζουν μία άσκηση και θέλουμε να χαρακτηρίσουμε,

αν είναι βουλητική ή αν είναι τελική, και έχει το "να" σαν σύνδεσμο, σαν εισαγωγικό,

να μας πει ότι με βάση το "να" τι είναι η πρόταση, βουλητική ή τελική;

Αυτό το οποίο έχω να κάνω είναι τι;

Στη θέση του "να" να δω, αν μπορώ να βάλω το "για να".

Εάν μπορώ να βάλω το "για να", τότε η πρότασή μου είναι βουλητική ή τελική;

Τελική.

Γιατί οι τελικές αντικαθίσταται και με το "για να", στις βουλητικές δεν μποροόν.

Εγώ αυτά είχα να σας θυμίσω.

Θέλω να πιστεύω ότι με μία πολύ καλή επανάληψη που θα κάνει ο καθένας...

και η καθεμία μόνοι σας, θα τα πάτε τέλεια.

Είτε σε κάποιο τεστ, είτε σε κάποιο διαγώνισμα, είτε στα κουίζ....

...που ξέρω ότι σας αρέσουν πάρα πολύ.

Δεν είναι δύσκολα.

Απλά πρέπει να θυμόμαστε:

Συνδέσμους εισαγωγής, τα ρήματα εξάρτησης και να είμαστε και σε θέση...

...να διακρίνουμε τη συντακτική λειτουργία.

Το power point θέλω να πιστεύω ότι ήτανε βοηθητικό.

Αυτά από μένα.

Καλή συνέχεια. Καλή επανάληψη. Και καλά σκορ!