Γνωστά και Άγνωστα Τέρατα της Ελληνικής Μυθολογίας (1)
Οι ήρωες αποτελούν ίσως το πιο γνωστό κομμάτι της ελληνικής μυθολογίας, αλλά τι κάνει κάποιον ήρωα;
Να έχεις τέρατα να πολεμήσεις, τί άλλο.
Ευτυχώς για τους ήρωες, οι αρχαίοι Έλληνες στην μυθολογία είχαν τα πιο παράξενα και πιο τρομακτικά πλάσματα & τέρατα όπως δράκους,
γίγαντες, δαίμονες ή πολύμορφα πλάσματα όπως η Σφίγγα, ο Μινώταυρος, οι Κένταυροι, οι Μαντίχωρες και η Χίμαιρα.
Καλώς ήρθατε στο κανάλι Alpha Ωmega.
Σε αυτό το βίντεο σας παρουσιάζουμε τα 10 πιο τρομακτικά τέρατα της ελληνικής μυθολογίας.
Αν επισκέπτεσθε για πρώτη φορά το κανάλι μας μην ξεχάσετε να κάνετε Εγγραφή
και να πατήσετε στο εικονίδιο με το κουδούνι για να ειδοποιηθείτε όποτε ανεβάζουμε νέο βίντεο.
Τι λέτε, πάμε να ξεκινήσουμε;
Το πρώτο πλάσμα στη λίστα μας είναι η Σφίγγα, ένα τέρας που λεγόταν ότι είχε το σώμα λιονταριού,
το κεφάλι γυναίκας, και τα φτερά ενός αετού.
Η Σφίγγα είναι γνωστή από το μύθο του Οιδίποδα.
Σύμφωνα με το μύθο καθώς ο Οιδίποδας ταξίδευε προς τη Θήβα, ήρθε αντιμέτωπος με αυτό το μυστηριώδες πλάσμα.
Η Σφίγγα κλείνει το δρόμο του Οιδίποδα και τον καλεί να απαντήσει σε ένα αίνιγμα.
Αν και το ακριβές αίνιγμα δεν είναι γνωστό, η επικρατέστερη έκδοση του μύθου λέει ότι η Σφίγγα θέτει το ακόλουθο αίνιγμα στον νεαρό ταξιδιώτη:
¨Τί είναι αυτό που το πρωί πηγαίνει με τέσσερα πόδια, με δύο πόδια το απόγευμα, και το βράδυ με τρία;"
Ο Οιδίποδας απαντά σωστά στο αίνιγμα: "Ο άνθρωπος"- Ο οποίος σέρνεται στα τέσσερα ως παιδί,
στη συνέχεια στα δύο πόδια ως ενήλικας, και τελικά (με τη βοήθεια ενός μπαστουνιού) σε τρία πόδια στο τέλος της ζωής του.
Αφού λοιπόν νικήθηκε, Η Σφίγγα πέφτει από ένα ψηλό βράχο.
Σε άλλες εκδόσεις του μύθου, η Σφίγγα καταβροχθίζει τον εαυτό της από θυμό και απογοήτευση.
Αν ο Οιδίποδας δεν απαντούσε σωστά στο αίνιγμα, θα είχε στραγγαλιστεί και καταβροχθιστεί από το πλάσμα, όπως και τόσοι πολλοί ταξιδιώτες πριν από αυτόν.
Οι Κύκλωπες ήταν αρχέγονοι γίγαντες που λέγεται ότι είχαν γεννηθεί από τη Γαία.
Κατείχαν μεγάλη δύναμη και αγριότητα, με ένα διογκωμένο μάτι να προεξέχει από το μέτωπό τους.
Φοβούμενος την δύναμή τους ο πατέρας τους ο Ουρανός τους έριξε στα Τάρταρα.
Τα τέρατα παρέμειναν φυλακισμένα μέχρι που ο Τιτάνας Κρόνος ανέτρεψε τον Ουρανό και πήρε τη θέση του ως κυβερνήτης του σύμπαντος.
Μόνο όταν οι Ολύμπιοι Θεοί ήρθαν στην εξουσία βρήκαν οι Κύκλωπες την ελευθερία τους.
Ο ισχυρός Δίας απελευθέρωσε τα τέρατα, τα οποία με τη σειρά τους κατασκεύασαν κεραυνούς για τον νεαρό Θεό.
Ίσως η πιο διάσημη ιστορία που περιλαμβάνει ένα Κύκλωπα είναι αυτή του Οδυσσέα και των ταξιδιών του.
Στο Βιβλίο 9 της Οδύσσειας, ο Οδυσσέας και το πλήρωμά του βρίσκονται παγιδευμένοι στο σπήλαιο του τρομαχτικού Κύκλωπα, Πολύφημου.
Το τέρας αποτρέπει τη διαφυγή τους και καταβροχθίζει κάθε μέρα ένα μέλος του πληρώματος.
Όντας γνωστός για την εξυπνάδα του, ο Οδυσσέας επινοεί ένα σχέδιο διαφυγής.
Ο Οδυσσέας προσφέρει στον Πολύφημο κρασί που έφερε μαζί του από το πλοίο του.
Ο Κύκλωπας ενδίδει και σύντομα γίνεται στουπί.
Μες στην τρελή χαρά ο Πολύφημος ρωτάει τον άνθρωπο που είχε απέναντί του το όνομά του.
Ο Οδυσσέας απαντά ότι το όνομά του είναι "Κανένας".
Όταν ο Πολύφημος κοιμάται από το πολύ κρασί, Ο Οδυσσέας και οι άντρες του τυφλώνουν τον Κύκλωπα μπήγοντας του στο μάτι ένα ακονισμένο ραβδί.
Οι υπόλοιποι Κύκλωπες ρωτούσαν τον Πολύφημο ποιος τον τύφλωσε και αυτός εξοργισμένος απαντούσε κλαίγοντας:
"Κανένας". Ας πρόσεχες λοιπόν του είπαν οι άλλοι και την έκαναν.
Ο Οδυσσέας και οι άνδρες του στη συνέχεια για να ξεφύγουν από το σπήλαιο του τέρατος
δέθηκαν στις κοιλιές των προβάτων που ανήκαν στο κοπάδι του Πολύφημου.
Όντας τυφλός, ο Πολύφημος έπιανε τις πλάτες των ζώων καθώς έφευγαν για να βοσκήσουν.
Ο Κύκλωπας δεν γνώριζε ότι οι αιχμάλωτοί του δραπέτευαν κρυμμένοι κάτω από το κοπάδι του.
Καθώς ο Οδυσσέας απομακρύνονταν με το πλοίο, καυχιόταν στο τέρας το οποίο προσπαθούσε να βυθίσει το πλοίο εκσφενδονίζοντας πέτρες από ένα ψηλό βράχο.
Η Χίμαιρα ήταν ένα άγριο τέρας που εξέπνεε φωτιά και είχε το σώμα και το κεφάλι ενός λιονταριού,
ενώ ένα κεφάλι κατσίκας προεξείχε από την πλάτη του και είχε και ένα φίδι για ουρά.
Η σύντομη περιγραφή της Χίμαιρας στο κείμενο της Ιλιάδας είναι η πρώτη καταγεγραμμένη περιγραφή του πλάσματος.
Η Χίμαιρα λεγόταν ότι ήταν γένους θηλυκού και είχε γεννήσει την Σφίγγα και το λιοντάρι της Νεμέας.
Το τέρας ήταν πολύ τρομαχτικό και πιστεύεται ότι αποτελούσε κακό οιωνό φυσικών καταστροφών όπως καταιγίδες και τρικυμίες.
Η Χίμαιρα είναι περισσότερο γνωστή από το μύθο του Βελλεροφόντη.
Ο Βελλεροφόντης, που ήταν γεννημένος στην Κόρινθο, διετάχθει από τον βασιλιά Ιοβάτη της Λυκίας
να σκοτώσει το τέρας για να εξιλεωθεί από προηγούμενες αμαρτίες του.
Ο Βελλεροφόντης, γνωρίζοντας ότι θα χρειαστεί βοήθεια για ένα τέτοιο έργο,
προσευχήθηκε και στη συνέχεια κοιμήθηκε μέσα στο ναό της Θεάς Αθηνάς.
Όταν ξύπνησε είδε τη Θεά μπροστά του, η οποία του έδωσε το μυθικό άλογο Πήγασο, το οποίο μπορούσε να πετάει.
Καβάλα πάνω στον Πήγασο, ο Βελλεροφόντης πέταξε στο κρησφύγετο της Χίμαιρας στη Λυκία.
Γνωρίζοντας ότι το πλάσμα ήταν άγριο και δεν θα ηττηθεί εύκολα, ο Βελλεροφόντης επινόησε ένα σχέδιο.
Προσάρτησε ένα μεγάλο κομμάτι μολύβδου στην άκρη του δόρατος του.
Οδηγώντας τον Πήγασο, πέταξε προς το τέρας.
Καθώς η Χίμαιρα άνοιξε το στόμα της για να κάψει τον ήρωα, ο Βελλεροφόντης έχωσε τον μόλυβδο στο στόμα του τέρατος.
Η φλογερή πνοή της Χίμαιρας έλιωσε το μόλυβδο και προκάλεσε τον πνιγμό της οπότε και σκοτώθηκε.
Σε αντίθεση με τα άλλα πλάσματα αυτής της λίστας, η Έμπουσα είναι ίσως ελάχιστα γνωστή και δεν εμφανίζεται σε κανένα από τους γνωστούς μύθους.
Ωστόσο, η τρομακτική εμφάνισή της, και η τάση της να τρέφεται με ανθρώπινο αίμα και σάρκα, δικαιολογεί τη θέση της ως τον αριθμό επτά στη λίστα μας.
Η Έμπουσα απεικονίζεται συχνά ως όμορφη γυναίκα, που μεταμορφώνεται σε πλάσμα με αιχμηρά δόντια,
φλεγόμενα μαλλιά, και (σε ορισμένες ερμηνείες) φτερά νυχτερίδας.
Η Έμπουσα λέγεται ότι ήταν θεότητα κάτω από τις εντολές της Θεάς Εκάτης, που την έστελνε σαν προάγγελο δυστυχιών.
Η Έμπουσα αποπλανούσε συχνά νέους άνδρες που ταξίδευαν μόνοι.
Μόλις ο νεαρός άντρας κοιμόταν αμέριμνος, το πλάσμα έπαιρνε την αποτρόπαια μορφή του και καταβρόχθιζε τη σάρκα του ενώ έπινε και το αίμα του.
Η Έμπουσα είναι ίσως πιο γνωστή από τους Βατράχους του Αριστοφάνη, όπου τρομοκρατεί τον Θεό Διόνυσο καθώς αυτός ταξιδεύει στον Κάτω Κόσμο.
Ο αριθμός έξι στη λίστα μας είναι η θανατηφόρα Ύδρα, ένα ερπετό το οποίο ζούσε στο νερό.
Ένα πλάσμα το δηλητήριο του οποίου ήταν τόσο επικίνδυνο, ώστε ακόμα και η αναπνοή της Ύδρας θα μπορούσε να είναι θανατηφόρα για κάθε άνθρωπο.
Επιπλέον, η Ύδρα είχε την ικανότητα να αναπαράγει τα ακρωτηριασμένα άκρα της με τρομερή ταχύτητα.
Λεγόταν ότι για κάθε κεφάλι που έχανε, δύο ακόμα θα μεγάλωναν στο ίδιο σημείο.
Το κρησφύγετό της ήταν η λίμνη της Λέρνας σε μια περιοχή της Πελοποννήσου.
Η Ύδρα κρυβόταν σε μια υποβρύχια σπηλιά της λίμνης που λεγόταν ότι ήταν μια από τις εισόδους στον Κάτω Κόσμο.
Η Ύδρα είναι γνωστή από τους 12 άθλους του Ηρακλή και συγκεκριμένα από τον δεύτερο άθλο του.
Πριν επιτεθεί στην Ύδρα, ο Ηρακλής καλύπτει το στόμα και τη μύτη του με ύφασμα
έτσι ώστε να προστατευθεί από το θανατηφόρο δηλητήριο που πετούσε το τέρας από τα πολλά του στόματα.
Ο Ηρακλής αρχικά επιτίθεται στην Ύδρα είτε με ένα δρεπάνι, ένα σπαθί, ή το ρόπαλό του.
Ωστόσο, ο ήρωας συνειδητοποιεί γρήγορα ότι για κάθε κεφάλι που κόβει, το πλάσμα γρήγορα αποκτά δύο ακόμα.
Η μάχη φαινόταν απελπιστική. Ο Ηρακλής τότε επινοεί ένα σχέδιο για να κερδίσει τη μάχη ενάντια στο τέρας.
Μόλις ο ήρωας κόβει ένα κεφάλι χώνει αμέσως ένα αναμμένο δαδί μέσα στον κομμένο λαιμό.
Έτσι καυτηριάζει την πληγή οπότε το τέρας είναι ανίκανο πλέον να παράγει νέα κεφάλια.
Έτσι λοιπόν ο Ηρακλής κόβει και το τελευταίο κεφάλι της Ύδρας, σκοτώνοντας το τέρας και ολοκληρώνοντας το δεύτερο άθλο του.
Κάποιος θα έλεγε ότι επειδή η Χάρυβδη και η Σκύλλα είναι στην πραγματικότητα δύο διαφορετικά τέρατα,
δεν θα έπρεπε να είναι στην ίδια θέση της λίστας με τα πιο εφιαλτικά πλάσματα.
Ωστόσο, τα δύο πλάσματα, που ζούσαν στις απέναντι πλευρές ενός στενού,
είναι τόσο συνδεδεμένα μεταξύ τους που είναι αδύνατο να μιλήσουμε για το ένα χωρίς να αναφέρουμε το άλλο.
Η Χάρυβδη δεν περιγράφεται ποτέ επακριβώς, λέγεται απλά ότι είναι ένα άγριο θαλάσσιο τέρας
που ζει κάτω από ένα βράχο στη μία πλευρά ενός στενού περάσματος.
Η Χάρυβδη μπορεί και καταπίνει τεράστιες ποσότητες νερού έτσι δημιουργούνται μεγάλες θαλάσσιες δίνες που είναι ικανές να καταστρέψουν ένα ολόκληρο σκάφος.
Ομοίως, η Σκύλλα ζούσε στην απέναντι πλευρά του στενού και λέγεται ότι ήταν ένα τέρας με πολλά κεφάλια
το οποίο τρεφόταν με τη σάρκα των ναυτικών που άθελά τους ταξίδευαν με τα πλοία τους πολύ κοντά στο θηρίο.
Η φράση "ανάμεσα στη Σκύλλα και στη Χάρυβδη" προέρχεται από αυτό το μύθο και σημαίνει ότι όποια απόφαση και αν ακολουθήσεις δε σε οδηγεί σε κάτι καλό.
Τη Χάρυβδη και τη Σκύλλα τις συναντάμε στις σελίδες της Οδύσσειας.
Ο Οδυσσέας αναγκάζεται να πλεύσει στο στενό κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του
και αποφασίζει να ταξιδέψει πιο κοντά στη Σκύλλα, ώστε να αποφύγει τις δίνες που προκαλεί η Χάρυβδη.
Καθώς το πλοίο πλέει κοντά στη Σκύλλα, το τέρας αρπάζει έξι άντρες από το πλήρωμα και τους τρώει ζωντανούς.
Σε άλλο σημείο της Οδύσσειας, ο Οδυσσέας βρίσκεται σε μια σχεδία και πρέπει να πλεύσει στο στενό για δεύτερη φορά.
Αυτή τη φορά προσπαθεί να πλεύσει από την πλευρά που περιμένει η Χάρυβδη.
Η σχεδία του απορροφάται από τη μεγάλη δίνη, αλλά ο Οδυσσέας καταφέρνει να παραμείνει ζωντανός
αφού καταφέρνει και πιάνεται από μερικά κλαδιά μίας συκιάς τα οποία εξείχαν από την ακτή.
Ο Οδυσσέας τελικά ανακτά τη σχεδία του και πλέει γρήγορα μακριά.
Ο Κέρβερος είναι ένα δημοφιλές πλάσμα στην ελληνική μυθολογία.
Το πιστό σκυλί του Πλούτωνα, ήταν ένα τεράστιο κτήνος με τρία κεφάλια που φρουρούσε την είσοδο στον Κάτω Κόσμο.
Λεγόταν ότι το θηρίο έτρωγε μόνο ζωντανούς οργανισμούς οπότε επέτρεπε στα πνεύματα να περάσουν,
ενώ καταβρόχθιζε κάθε ζωντανό θνητό που έκανε το λάθος να τον πλησιάσει.
Λέγεται ότι τα τρία κεφάλια του συμβόλιζαν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.
Σε άλλες εκδοχές του μύθου τα τρία κεφάλια αντιπροσωπεύουν τη νιότη, την ενηλικίωση, και το γήρας.
Ενώ ο Κέρβερος ήταν ένα αξιοσημείωτο πλάσμα της μυθολογίας, είναι ίσως πιο πολύ γνωστός από τον δωδέκατο και τελευταίο άθλο του Ηρακλή.
Σύμφωνα με αυτόν, ο Ηρακλής πρέπει να κατέβει στον κάτω κόσμο, να παλέψει με το θηρίο με γυμνά χέρια,
και στη συνέχεια να φέρει τον Κέρβερο στον κόσμο των ζωντανών και να τον παρουσιάσει στον Βασιλιά Ευρυσθέα,
τον άνθρωπο που είχε αρχικά διατάξει τον Ηρακλή να εκτελέσει τους άθλους ως εξιλέωση για τις προηγούμενες αμαρτίες του.
Ο Ηρακλής καταφέρνει να αντιμετωπίσει το θηρίο, χρησιμοποιώντας τη μεγάλη του δύναμη, ρίχνει το κτήνος στον ώμο του και το σέρνει στον κόσμο των ζωντανών.
Λέγεται ότι βλέποντας τον Κέρβερο, ο Ευρυσθέας φοβήθηκε τόσο που κρύφτηκε σε ένα μεγάλο πιθάρι
και παρακαλούσε τον Ηρακλή να επιστρέψει το θηρίο πίσω στον Άδη.
Ένα τερατώδες βδέλυγμα που είχε το σώμα ανθρώπου και το κεφάλι ταύρου,
Ο Μινώταυρος είναι γνωστός από την επιθυμία του να καταβροχθίζει ανθρώπους, καθώς και από τον τόπο που ζούσε, μέσα στον Λαβύρινθο.
Ο Λαβύρινθος ήταν μία πολύπλοκη αχανής έκταση κατασκευασμένη από τον Δαίδαλο.
Λέγεται ότι βρισκόταν κάτω από το Ανάκτορο της Κνωσού, το σπίτι του βασιλιά Μίνωα της Κρήτης.
Σύμφωνα με το μύθο ο Μίνωας, Βασιλιάς της Κρήτης, έχασε τον γιο του Ανδρόγεο, όταν τον δολοφόνησαν στην Αθήνα.
Οι εκδοχές ποικίλλουν, αλλά μία από αυτές λέει ότι ο πρίγκιπας δολοφονήθηκε επειδή οι Αθηναίοι ζήλευαν τις πολλές νίκες του στα Παναθήναια.
Ο βασιλιάς Μίνωας κήρυξε στη συνέχεια πόλεμο στους Αθηναίους, νικώντας τους.
Σαν ένδειξη μετάνοιας για τη δολοφονία του Ανδρογέου, κάθε χρόνο οι Αθηναίοι αναγκάζονταν να στέλνουν επτά αγόρια και επτά κορίτσια στο νησί της Κρήτης,
τα οποία τα άφηναν στον Λαβύρινθο όπου τα κυνηγούσε και τα καταβρόχθιζε ο Μινώταυρος.
Κάποια στιγμή ο Θησέας, ο ήρωας της Αθήνας, ζήτησε εθελοντικά να τον στείλουν στην Κρήτη ως θυσία στο τέρας.
Κατά την άφιξη του ο Θησέας έλαβε την βοήθεια της Αριάδνης, κόρης του βασιλιά Μίνωα.
Πριν αυτός και οι υπόλοιποι Αθηναίοι παγιδευτούν μέσα στον Λαβύρινθο,