×

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη λειτουργία του LingQ. Επισκέπτοντας τον ιστότοπο, συμφωνείς στην cookie policy.


image

Tolkien - Τα Παιδιά του Χούριν, V. Ο Τούριν στο Ντόριαθ (1)

V. Ο Τούριν στο Ντόριαθ (1)

Ο Τούριν έζησε τα παιδικά του χρόνια στο βασίλειο του Ντόριαθ υπό την επίβλεψη της Μέλιαν, αν και την έβλεπε σπάνια. Υπήρχε όμως μια κόρη που λεγόταν Νέλλας και ζούσε στα δάση και με εντολή της Μέλιαν ακολουθούσε τον Τούριν όταν περιπλανιόταν στο δάσος και συχνά τον συναντούσε εκεί σαν να τον είχε βρει τυχαία. Τότε έπαιζαν μαζί ή περπατούσαν πιασμένοι από το χέρι. Γιατί ο Τούριν μεγάλωνε γρήγορα, ενώ η Νέλλας έμοιαζε να είναι μια κοπέλα της δικής του ηλικίας και έτσι ήταν και στην καρδιά παρ' όλα τα ξωτικά της χρόνια.

Από τη Νέλλας ο Τούριν έμαθε πολλά για τα δάση και τα ζωντανά πλάσματα του Ντόριαθ· τον έμαθε να μιλά και τη γλώσσα Σίνταριν όπως τη μιλούσαν στο αρχαίο βασίλειο, πιο παλιά και πιο ευγενικά, και επίσης πιο πλούσια σε ωραίες λέξεις. Έτσι για ένα διάστημα η διάθεσή του αλάφρυνε, μετά όμως τον σκέπασε πάλι η σκιά κι αυτή η φιλία διάβηκε και πέρασε σαν ανοιξιάτικο πρωινό, γιατί η Νέλλας δεν πήγαινε στο Μένεγκροθ και δεν ήθελε ποτέ να περπατά κάτω από πέτρινες στέγες. Έτσι, καθώς πέρασαν τα παιδικά χρόνια του Τούριν και η σκέψη του στράφηκε στα κατορθώματα των ανθρώπων, την έβλεπε όλο και λιγότερο και τελικά έπαψε να την αναζητά. Αλλά εκείνη συνέχισε να τον παρακολουθεί κρυμμένη.

Εννιά χρόνια έζησε ο Τούριν στο αρχοντικό του Μένεγκροθ. Η καρδιά του και η σκέψη του γύριζαν πάντα στους δικούς του και μερικές φορές παρηγοριόταν από τα νέα που έπαιρνε, γιατί ο Θίνγκολ έστελνε αγγελιαφόρους στη Μόργουεν όσο συχνά μπορούσε κι εκείνη έστελνε μηνύματα στο γιο της. Έτσι ο Τούριν έμαθε ότι τα δεινά της Μόργουεν είχαν απαλύνει και ότι η ομορφιά της αδελφής του της Νίενορ μεγάλωνε, ένα λουλούδι στον γκρίζο Βορρά. Και ο Τούριν μεγάλωνε στο ανάστημα μέχρι που έγινε ψηλός ανάμεσα στους Ανθρώπους και ξεπέρασε στο ύψος τα Ξωτικά του Ντόριαθ και η δύναμη και η αντοχή του έγιναν ξακουστά σε όλο το βασίλειο του Θίνγκολ.

Εκείνα τα χρόνια απόκτησε πολλές γνώσεις, ακούγοντας πρόθυμα τις ιστορίες για τις αρχαίες εποχές και για τα μεγάλα κατορθώματα του παρελθόντος κι έγινε στοχαστικός και λιγομίλητος. Συχνά ο Μπέλεγκ ο Τοξότης ερχόταν στο Μένεγκροθ για να τον βρει και τον πήγαινε μακριά και του δίδασκε ξυλουργική και τοξοβολία και ξιφομαχία (κάτι που του άρεσε περισσότερο). Αλλά στις τέχνες τις κατασκευαστικές ήταν λιγότερο επιδέξιος, γιατί δεν είχε μάθει ακόμη τη δύναμη που διέθετε και συχνά κατέστρεφε αυτό που έφτιαχνε με κάποιο απότομο χτύπημα. Και σε άλλα θέματα η τύχη έμοιαζε να είναι εχθρική μαζί του, έτσι που συχνά αυτό που σχεδίαζε ανατρεπόταν κι αυτό που επιθυμούσε δεν το αποκτούσε. Ούτε και κέρδιζε εύκολα τη φιλία των άλλων, γιατί δεν ήταν εύθυμος και γελούσε σπάνια και μια σκιά δηλητηρίαζε τα νιάτα του. Παρ' όλα αυτά, είχε την αγάπη και την εκτίμηση εκείνων που τον γνώριζαν καλά και απολάμβανε τιμών ως θετός γιος του βασιλιά.

Υπήρχε όμως ένας στο Ντόριαθ που ενοχλούνταν γι' αυτό και ενοχλούνταν όλο και περισσότερο όσο μεγάλωνε ο Τούριν και γινόταν άντρας. Λεγόταν Σάερος. Ήταν περήφανος και φερόταν υπεροπτικά σε όσους θεωρούσε ότι έχουν κατώτερη θέση και αξία από τον ίδιο. Έγινε φίλος του Ντάερον του τροβαδούρου, γιατί και ο ίδιος επιδιδόταν στο τραγούδι. Και δεν έτρεφε καμιά αγάπη για τους Ανθρώπους, και ιδιαίτερα για τους συγγενείς του Μπέρεν του Μονόχειρα.

“Δεν είναι παράξενο”, έλεγε, “που δέχτηκε αυτή η γη για άλλη μια φορά ένα ακόμη πλάσμα αυτής της κακορίζικης φυλής; Δεν έβλαψε αρκετά ο άλλος το Ντόριαθ;”

Έτσι έβλεπε με μισό μάτι τον Τούριν και ό,τι έπραττε και τον κακολογούσε με κάθε τρόπο. Αλλά τα λόγια του ήταν πονηρά και η κακία του συγκαλυμμένη. Αν συναντούσε τον Τούριν μόνος του, του μιλούσε υπεροπτικά και του έδειχνε καθαρά την περιφρόνησή του. Και ο Τούριν κουράστηκε απ' αυτό, αλλά για πολύν καιρό απαντούσε στα άσχημα λόγια με σιωπή, γιατί ο Σάερος ήταν σπουδαίος μέσα στο λαό του Ντόριαθ και διατελούσε σύμβουλος του βασιλιά. Όμως τόσο η σιωπή του Τούριν όσο και τα λόγια του δυσαρεστούσαν τον Σάερος το ίδιο.

Τη χρονιά που ο Τούριν έγινε δεκαεφτά χρονών, η θλίψη του ξανάρθε, γιατί έπαψε να έχει ειδήσεις από το σπίτι του. Η δύναμη του Μόργκοθ μεγάλωνε χρόνο με το χρόνο και τώρα όλο το Χίθλουμ ήταν κάτω από τη σκιά του. Αναμφίβολα ήξερε πολλά από τα έργα του λαού και των συγγενών του Χούριν και τους άφησε ήσυχους για λίγο ώστε να εκπληρωθούν τα σχέδιά του. Τώρα όμως, γι' αυτόν το σκοπό, έβαλε πυκνές φρουρές σε όλα τα περάσματα των Σκιερών Βουνών, ώστε κανείς να μην μπορεί να μπει ή να βγει από το Χίθλουμ παρά μόνο με μεγάλο κίνδυνο, και ορδές των Ορκ τριγύριζαν γύρω από τις πηγές του Νάρογκ και του Τέιγκλιν, καθώς και στις άνω όχθες του Σίριον. Έτσι μια φορά οι αγγελιαφόροι δεν επέστρεψαν και από τότε ο Θίνγκολ δεν έστειλε άλλους. Δεν άφηνε ποτέ κανέναν να βγαίνει έξω από τα σύνορα και είχε δείξει την καλύτερη του θέληση απέναντι στον Χούριν και τους συγγενείς του με το να στέλνει υπηκόους του σε επικίνδυνους δρόμους για να βρουν τη Μόργουεν στο Ντορ-λόμιν.

Έτσι ο Τούριν είχε βαριά καρδιά καθώς δεν ήξερε ποιο νέο κακό προετοιμάζεται και επειδή φοβόταν ότι μοίρα κακιά είχε βρει τη Μόργουεν και τη Νίενορ. Και για πολλές μέρες καθόταν σιωπηλός και συλλογιζόταν μελαγχολικά την πτώση του Οίκου του Χάντορ και των Ανθρώπων του Βορρά. Κι ύστερα πήγε να αναζητήσει τον Θίνγκολ. Και τον βρήκε να κάθεται με τη Μέλιαν κάτω από το Χίριλορν, τη μεγάλη οξιά του Μένεγκροθ.

Ο Θίνγκολ καθόταν και κοίταζε τον Τούριν με απορία, βλέποντας ξαφνικά μπροστά του, στη θέση του θετού του γιου, έναν Άνθρωπο να τον κοιτάζει, έναν άγνωστο ψηλό μελαχρινό με πρόσωπο λευκό, αυστηρό και περήφανο και με βαθύ βλέμμα. Αλλά ο Τούριν δεν μίλησε.

“Τι επιθυμείς, θετέ γιε;” είπε ο Θίνγκολ και καταλάβαινε ότι αυτό που θα του ζητούσε δεν θα ήταν μικρό.

“Πανοπλία, σπαθί και ασπίδα που αρμόζουν στη θέση μου. κύριέ μου”, απάντησε ο Τούριν, “Επίσης, με την άδειά σου, θα ζητήσω τώρα το Δρακοκράνος των πατέρων μου”.

“Θα τα έχεις”, είπε ο Θίνγκολ, “Αλλά ποια ανάγκη σ' έκανε να θέλεις τόσο μεγάλα όπλα;”

“Η ανάγκη ενός άντρα”, είπε ο Τούριν, “Και ενός γιου που έχει συγγενείς να θυμάται. Και χρειάζομαι επίσης συντρόφους γενναίους στ' άρματα”.

“Θα σου δώσω μια θέση ανάμεσα στους ιππότες των σπαθιών, γιατί το σπαθί θα είναι πάντα το όπλο σου”, είπε ο Θίνγκολ, “Με αυτούς μπορείς να δοκιμάσεις τον πόλεμο στα σύνορα, αν αυτή είναι η επιθυμία σου”.

“Πέρα από τα σύνορα του Ντόριαθ με παρακινεί η καρδιά μου”, είπε ο Τούριν, “Μάλλον επίθεση ενάντια στον εχθρό μας είναι αυτό που λαχταρώ παρά άμυνα”.

“Τότε πρέπει να πας μόνος σου”, είπε ο Θίνγκολ, “Το ρόλο που θα παίξει ο λαός μου στον πόλεμο με την Άνγκμπαντ τον κανονίζω εγώ σύμφωνα με την κρίση μου, Τούριν, γιε του Χούριν. Δεν θα στείλω καμιά ένοπλη δύναμη του Ντόριαθ έξω από τα σύνορα τούτον τον καιρό. Ούτε και κανέναν άλλο καιρό όπως μπορώ τώρα να προβλέψω”.

“Είσαι όμως ελεύθερος να πας όπου θέλεις, γιε της Μόργουεν”, είπε η Μέλιαν, “Η Ζώνη της Μέλιαν δεν εμποδίζει εκείνους που πέρασαν μέσα στο βασίλειο με την άδειά μας”.

“Εκτός αν σοφή συμβουλή σε συγκρατήσει”, είπε ο Θίνγκολ.

“Ποια είναι η συμβουλή σου, κύριέ μου;” είπε ο Τούριν.

“Φαίνεσαι άντρας στο παράστημα και είσαι πράγματι ψηλότερος από πολλούς άλλους”, απάντησε ο Θίνγκολ, “ Παρ' όλα αυτά δεν είσαι ακόμη ο άντρας που θα γίνεις. Μέχρι τότε πρέπει να είσαι υπομονετικός, δοκιμάζοντας και εξασκώντας τη δύναμή σου. Τότε, ίσως, θα μπορείς να σκέφτεσαι τους συγγενείς σου. Όμως ελάχιστες ελπίδες υπάρχουν να καταφέρει ένας Άνθρωπος μόνος του να κάνει κάτι περισσότερο εναντίον του Σκοτεινού Άρχοντα πέρα από το να βοηθήσει τους Άρχοντες των Ξωτικών στην άμυνά τους για όσο μπορεί να κρατήσει αυτή”.

Τότε ο Τούριν είπε:

“Ο Μπέρεν, ο συγγενής μου, έκανε περισσότερα”.

“Ο Μπέρεν, και η Λούθιεν επίσης”, είπε η Μέλιαν, “Αλλά είσαι πολύ τολμηρός για να μιλάς έτσι στον πατέρα της Λούθιεν. Δεν είναι τόσο υψηλό το πεπρωμένο σου, η γνώμη μου, Τούριν, γιε της Μόργουεν, αν και υπάρχει μεγαλείο μέσα σου και η μοίρα σου είναι δεμένη μ' εκείνη των Ξωτικών, στο καλό ή στο κακό. Πρόσεχε, λοιπόν, τη συμπεριφορά σου μήπως σου βγει σε κακό”.

Μετά από ένα διάλειμμα σιωπής, η Μέλιαν μίλησε πάλι λέγοντας: “Πήγαινε τώρα, θετέ γιε, Και ακολούθησε τη συμβουλή του βασιλιά. Θα είναι πάντα πιο συνετή από τη δική σου σκέψη. Δεν νομίζω ότι θα μείνεις μαζί μας στο Ντόριαθ για πολύ αφού γίνεις άντρας. Αν στις μέρες που θα 'ρθουν θυμάσαι τα λόγια της Μέλιαν, θα είναι για το καλό σου: να φοβάσαι και τη φλόγα και τον πάγο της καρδιάς σου και να επιδιώκεις την υπομονή, όσο μπορείς”.

Τότε ο Τούριν υποκλίθηκε μπροστά τους και έφυγε, και λίγο αργότερα φόρεσε το Δρακοκράνος και πήρε όπλα και πήγε στα βόρεια σύνορα μαζί με τους πολεμιστές των Ξωτικών που πολεμούσαν ασταμάτητα με τους Ορκ και όλους τους υπηρέτες και τα πλάσματα του Μόργκοθ. Έτσι, αν και μόλις είχε αφήσει πίσω του τα παιδικά του χρόνια, δοκιμάστηκαν και η δύναμη και το κουράγιο του. Και με τη θύμηση των αδικιών που είχαν υποστεί οι δικοί του, ήταν ακόμη πιο θαρραλέος σ' όσα έκανε και δέχτηκε πολλά τραύματα από λόγχες και βέλη και από τα καμπυλωτά σπαθιά των Ορκ.

Όμως η μοίρα του τον έσωζε από το θάνατο. Και διαδόθηκε σε όλα τα δάση και μαθεύτηκε πολύ πέρα από το Ντόριαθ ότι είχε εμφανιστεί πάλι το Δρακοκράνος του Ντορ-λόμιν. Τότε πολλοί αναρωτιούνταν λέγοντας:

“Μπορεί το πνεύμα ενός ανθρώπου να ξεφύγει από το θάνατο; Ή μήπως ο ίδιος ο Χούριν του Χίθλουμ ξέφυγε στ ' αλήθεια από τα έγκατα της Κόλασης; “

Εκείνη την εποχή μόνο ένας ανάμεσα στους φύλακες του Θίνγκολ ήταν ισχυρότερος στα όπλα από τον Τούριν και αυτός ήταν ο Μπέλεγκ ο Τοξότης. Και ο Μπέλεγκ και ο Τούριν ήταν σύντροφοι σε κάθε κίνδυνο και πολεμούσαν μαζί στα άγρια δάση.

Έτσι πέρασαν τρία χρόνια και όλο αυτό το διάστημα ο Τούριν ερχόταν σπάνια στο ανάκτορο του Θίνγκολ. Και δεν τον ένοιαζε πια η εμφάνισή του και η ενδυμασία του, αλλά τα μαλλιά του ήταν αφρόντιστα και η πανοπλία του σκεπασμένη με έναν γκρίζο μανδύα λεκιασμένο από την πολυκαιρία. Αλλά το τρίτο καλοκαίρι μετά την αναχώρηση του Τούριν, όταν ο ίδιος ήταν είκοσι χρονών, επειδή έτυχε να θέλει να ξεκουραστεί και χρειαζόταν σιδηρουργό για να επιδιορθώσει τα όπλα του, ήρθε στο Μένεγκροθ απροειδοποίητα και ένα βράδυ μπήκε στην αίθουσα. Ο Θίνγκολ δεν ήταν εκεί, είχε πάει στο πράσινο δάσος με τη Μέλιαν, όπως του άρεσε να κάνει μερικές φορές τα καλοκαίρια.

Ο Τούριν πήρε ένα κάθισμα χωρίς να δώσει σημασία, γιατί ήταν κατάκοπος από το ταξίδι και γεμάτος σκέψεις. Και από κακή του τύχη κάθισε σ' ένα τραπέζι ανάμεσα στους ανώτατους άρχοντες του βασιλείου και στη θέση όπου καθόταν συνήθως ο Σάερος. Ο Σάερος, που ήρθε αργά, εξοργίστηκε πιστεύοντας ότι ο Τούριν το έκανε αυτό από περηφάνια και επειδή ήθελε να τον προσβάλει. Και η οργή του δεν λιγόστεψε όταν είδε ότι οι άλλοι στο τραπέζι δεν επέπληξαν τον Τούριν, αλλά τον καλωσόρισαν σαν να ήταν άξιος να κάθεται ανάμεσά τους.

Έτσι για λίγο ο Σάερος προσποιήθηκε κι αυτός ότι έχει παρόμοια γνώμη και κάθισε σε άλλο σημείο στο τραπέζι, απέναντι από τον Τούριν.

“Σπάνια μας τιμά ο φύλακας των συνόρων με τη συντροφιά του”, είπε, “Και ευχαρίστως παραχωρώ τη συνηθισμένη μου θέση προκειμένου να μιλήσω μαζί του”.

Αλλά ο Τούριν, που μιλούσε με τον Μάμπλουνγκ τον Κυνηγό, δεν σηκώθηκε και είπε μόνο ένα κοφτό “Σ' ευχαριστώ”.

Ο Σάερος τότε άρχισε να του κάνει ερωτήσεις για τα νέα από τα σύνορα και τα κατορθώματά του στα δάση. Αλλά αν και τα λόγια του ακούγονταν σωστά, ο χλευασμός στη φωνή του ήταν φανερός. Τότε ο Τούριν έγινε επιφυλακτικός και κοίταξε γύρω του κι ένιωσε την πίκρα του εξόριστου. Παρ' όλο το φως και τα γέλια του ανακτόρου των Ξωτικών, το μυαλό του πήγε στον Μπέλεγκ και τη ζωή τους στο δάσος και από κει έτρεξε μακριά στη Μόργουεν στο Ντορ-λόμιν, στο σπίτι του πατέρα του. Και του 'ρθε κακοκεφιά από αυτές τις σκοτεινές σκέψεις και δεν απάντησε στον Σάερος. Τότε ο Σάερος, πιστεύοντας ότι ο Τούριν ήταν συνοφρυωμένος εξαιτίας του, δεν συγκράτησε άλλο την οργή του. Έβγαλε μια χρυσή χτένα και την πέταξε πάνω στο τραπέζι μπροστά στον Τούριν φωνάζοντας:

“Αναμφίβολα Άνθρωπε του Χίθλουμ, ήρθες βιαστικά σ' αυτό το τραπέζι και μπορούμε να σου συγχωρέσουμε το βρόμικο μανδύα σου, αλλά δεν υπάρχει λόγος ν' αφήνεις το κεφάλι σου αφρόντιστο σαν θάμνο με βατόμουρα. Και ίσως αν δεν ήταν σκεπασμένα τα αυτιά σου, θ' άκουγες καλύτερα τι σου λένε”.

Ο Τούριν δεν μίλησε, αλλά στράφηκε στον Σάερος και μια λάμψη υπήρχε μέσα στη σκοτεινιά των ματιών του. Μα ο Σάερος αψήφησε αυτή την προειδοποίηση και του ανταπόδωσε το βλέμμα με χλευασμό, λέγοντας δυνατά για να ακούσουν όλοι:

“Αν οι Άντρες του Χίθλουμ είναι τόσο άγριοι και αφρόντιστοι, πώς θα είναι άραγε οι γυναίκες αυτής της χώρας; Μήπως τρέχουν σαν τα ελάφια ντυμένες μόνο με τα μαλλιά τους;”.

Τότε ο Τούριν πήρε ένα κύπελλο και το πέταξε στο πρόσωπο του Σάερος, που έπεσε πίσω βαριά χτυπημένος. Και ο Τούριν τράβηξε το σπαθί του και θα του είχε επιτεθεί αν δεν τον συγκρατούσε ο Μάμπλουνγκ. Τότε ο Σάερος σηκώθηκε, έφτυσε αίμα πάνω στο τραπέζι και μίλησε όσο καλύτερα μπορούσε με σπασμένο στόμα:

“Πόσον καιρό θα φιλοξενούμε αυτόν τον δασόβιο αγροίκο; Ο νόμος του βασιλιά είναι αυστηρός μ' εκείνους που τραυματίζουν τους άρχοντές του μέσα στο ανάκτορο. Και για όσους τραβούν σπαθί εδώ μέσα, το να κηρυχθούν παράνομοι είναι η μικρότερη τιμωρία. Έξω από την αίθουσα θα σου απαντήσω, δασόβιε!”.

Όταν όμως ο Τούριν είδε το αίμα πάνω στο τραπέζι, η καρδιά του έγινε παγερή. Με ένα τίναγμα ελευθερώθηκε από τον Μάμπλουνγκ και έφυγε από την αίθουσα χωρίς να πει λέξη. Τότε ο Μάμπλουνγκ είπε στον Σάερος:

“Τι έπαθες απόψε; Για τούτο το κακό θεωρώ εσένα υπεύθυνο. Και μπορεί ο νόμος του βασιλιά να κρίνει ότι ένα σπασμένο στόμα είναι δίκαιη τιμωρία για τους χλευασμούς σου”.

“Αν το κουτάβι έχει παράπονα, ας τα υποβάλει στην κρίση του βασιλιά”, απάντησε ο Σάερος, “Όμως το να τραβήξει σπαθί εδώ μέσα δεν δικαιολογείται για κανένα τέτοιο αίτιο. Αν ο δασόβιος τραβήξει σπαθί εναντίον μου έξω από την αίθουσα, θα τον σκοτώσω”.

“Μπορεί κάλλιστα να γίνει και το αντίθετο”, είπε ο Μάμπλουνγκ, “Αλλά όποιος από τους δύο και αν σκοτωθεί, θα είναι κακό, κάτι που ταιριάζει περισσότερο στην Άνγκμπαντ παρά στο Ντόριαθ, και θα ακολουθήσει κι άλλο κακό μετά απ' αυτό. Πραγματικά νιώθω ότι κάποια σκιά του Βορρά απλώθηκε και μας άγγιξε απόψε. Πρόσεχε, Σάερος, μήπως πραγματώσεις το θέλημα του Μόργκοθ με την αλαζονεία σου και θυμήσου ότι είσαι Έλνταρ”.

“Δεν το ξεχνώ”, απάντησε ο Σάερος. Αλλά δεν συγκράτησε την οργή του και, όλη εκείνη τη νύχτα, όσο περιποιόταν το τραύμα του, η κακία του μεγάλωνε.


V. Ο Τούριν στο Ντόριαθ (1) V. Turin in Doriath (1) V. Турин в Дорианате (1)

Ο Τούριν έζησε τα παιδικά του χρόνια στο βασίλειο του Ντόριαθ υπό την επίβλεψη της Μέλιαν, αν και την έβλεπε σπάνια. Turin spent his childhood in the Doriath kingdom under Melian, although he rarely saw her. Υπήρχε όμως μια κόρη που λεγόταν Νέλλας και ζούσε στα δάση και με εντολή της Μέλιαν ακολουθούσε τον Τούριν όταν περιπλανιόταν στο δάσος και συχνά τον συναντούσε εκεί σαν να τον είχε βρει τυχαία. But there was a daughter named Nella who lived in the woods and on Melian's orders she followed Turin when he wandered in the woods and often met him there as if she had found him by chance. Τότε έπαιζαν μαζί ή περπατούσαν πιασμένοι από το χέρι. Then they played together or walked hand in hand. Γιατί ο Τούριν μεγάλωνε γρήγορα, ενώ η Νέλλας έμοιαζε να είναι μια κοπέλα της δικής του ηλικίας και έτσι ήταν και στην καρδιά παρ' όλα τα ξωτικά της χρόνια. Because Turin was growing up fast, while Nellas seemed to be a girl of his own age and so it was in her heart despite all her elf years.

Από τη Νέλλας ο Τούριν έμαθε πολλά για τα δάση και τα ζωντανά πλάσματα του Ντόριαθ· τον έμαθε να μιλά και τη γλώσσα Σίνταριν όπως τη μιλούσαν στο αρχαίο βασίλειο, πιο παλιά και πιο ευγενικά, και επίσης πιο πλούσια σε ωραίες λέξεις. From Nella, Turin learned much about Doriath's forests and living creatures; he also taught him to speak the Sindarin language as it was spoken in the ancient kingdom, older and kinder, and also richer in fine words. Έτσι για ένα διάστημα η διάθεσή του αλάφρυνε, μετά όμως τον σκέπασε πάλι η σκιά κι αυτή η φιλία διάβηκε και πέρασε σαν ανοιξιάτικο πρωινό, γιατί η Νέλλας δεν πήγαινε στο Μένεγκροθ και δεν ήθελε ποτέ να περπατά κάτω από πέτρινες στέγες. So for a while his mood lightened, but then the shadow covered him again and this friendship passed and passed like a spring morning, because Nellas did not go to Menegroth and never wanted to walk under stone roofs. Έτσι, καθώς πέρασαν τα παιδικά χρόνια του Τούριν και η σκέψη του στράφηκε στα κατορθώματα των ανθρώπων, την έβλεπε όλο και λιγότερο και τελικά έπαψε να την αναζητά. So, as Turin spent his childhood years and his thoughts turned to the achievements of the people, he saw less and less of her and finally stopped looking for her. Αλλά εκείνη συνέχισε να τον παρακολουθεί κρυμμένη. But she continued to watch him in secret.

Εννιά χρόνια έζησε ο Τούριν στο αρχοντικό του Μένεγκροθ. Turin lived for nine years in Menegroth's mansion. Η καρδιά του και η σκέψη του γύριζαν πάντα στους δικούς του και μερικές φορές παρηγοριόταν από τα νέα που έπαιρνε, γιατί ο Θίνγκολ έστελνε αγγελιαφόρους στη Μόργουεν όσο συχνά μπορούσε κι εκείνη έστελνε μηνύματα στο γιο της. His heart and mind always turned to his own and he was sometimes comforted by the news he received, because Thingol sent couriers to Morwen as often as he could and she sent messages to her son. Έτσι ο Τούριν έμαθε ότι τα δεινά της Μόργουεν είχαν απαλύνει και ότι η ομορφιά της αδελφής του της Νίενορ μεγάλωνε, ένα λουλούδι στον γκρίζο Βορρά. Thus Turin learned that Morwen's afflictions had subsided and that the beauty of his sister Nienor was growing, a flower in the gray north. Και ο Τούριν μεγάλωνε στο ανάστημα μέχρι που έγινε ψηλός ανάμεσα στους Ανθρώπους και ξεπέρασε στο ύψος τα Ξωτικά του Ντόριαθ και η δύναμη και η αντοχή του έγιναν ξακουστά σε όλο το βασίλειο του Θίνγκολ. And Turin grew in stature until he became tall among the People and surpassed Doriath's Elves in height, and his strength and endurance became famous throughout the kingdom of Thingol.

Εκείνα τα χρόνια απόκτησε πολλές γνώσεις, ακούγοντας πρόθυμα τις ιστορίες για τις αρχαίες εποχές και για τα μεγάλα κατορθώματα του παρελθόντος κι έγινε στοχαστικός και λιγομίλητος. In those years he gained a lot of knowledge, willingly listening to the stories about the ancient times and the great achievements of the past and became thoughtful and taciturn. Συχνά ο Μπέλεγκ ο Τοξότης ερχόταν στο Μένεγκροθ για να τον βρει και τον πήγαινε μακριά και του δίδασκε ξυλουργική και τοξοβολία και ξιφομαχία (κάτι που του άρεσε περισσότερο). Often Beleg the Sagittarius would come to Menegroth to find him and take him away and teach him carpentry and archery and swordsmanship (something he liked best). Αλλά στις τέχνες τις κατασκευαστικές ήταν λιγότερο επιδέξιος, γιατί δεν είχε μάθει ακόμη τη δύναμη που διέθετε και συχνά κατέστρεφε αυτό που έφτιαχνε με κάποιο απότομο χτύπημα. But in the arts of construction he was less skilled, because he had not yet learned the power he had and often destroyed what he made with a sharp blow. Και σε άλλα θέματα η τύχη έμοιαζε να είναι εχθρική μαζί του, έτσι που συχνά αυτό που σχεδίαζε ανατρεπόταν κι αυτό που επιθυμούσε δεν το αποκτούσε. In other respects, luck seemed to be hostile to him, so often what he planned was overturned and what he wished he did not get. Ούτε και κέρδιζε εύκολα τη φιλία των άλλων, γιατί δεν ήταν εύθυμος και γελούσε σπάνια και μια σκιά δηλητηρίαζε τα νιάτα του. Nor did he easily win the friendship of others, because he was not cheerful and rarely laughed and a shadow poisoned his youth. Παρ' όλα αυτά, είχε την αγάπη και την εκτίμηση εκείνων που τον γνώριζαν καλά και απολάμβανε τιμών ως θετός γιος του βασιλιά. Nevertheless, he had the love and appreciation of those who knew him well and enjoyed honors as the king's adopted son.

Υπήρχε όμως ένας στο Ντόριαθ που ενοχλούνταν γι' αυτό και ενοχλούνταν όλο και περισσότερο όσο μεγάλωνε ο Τούριν και γινόταν άντρας. But there was one in Doriath who was annoyed by this and became more and more annoyed as Turin grew up and became a man. Λεγόταν Σάερος. His name was Saeros. Ήταν περήφανος και φερόταν υπεροπτικά σε όσους θεωρούσε ότι έχουν κατώτερη θέση και αξία από τον ίδιο. He was proud and arrogant towards those he considered to be inferior to him. Έγινε φίλος του Ντάερον του τροβαδούρου, γιατί και ο ίδιος επιδιδόταν στο τραγούδι. He became a friend of Daeron the troubadour, because he also devoted himself to singing. Και δεν έτρεφε καμιά αγάπη για τους Ανθρώπους, και ιδιαίτερα για τους συγγενείς του Μπέρεν του Μονόχειρα. And he had no love for Humans, and especially for Beren's relatives.

“Δεν είναι παράξενο”, έλεγε, “που δέχτηκε αυτή η γη για άλλη μια φορά ένα ακόμη πλάσμα αυτής της κακορίζικης φυλής; Δεν έβλαψε αρκετά ο άλλος το Ντόριαθ;” "Is it not strange," he said, "that this earth once again received another creature of this vicious race?" Didn't the other one hurt Doriath enough? ”

Έτσι έβλεπε με μισό μάτι τον Τούριν και ό,τι έπραττε και τον κακολογούσε με κάθε τρόπο. So he saw Turin with half an eye and what he was doing and maligned him in every way. Αλλά τα λόγια του ήταν πονηρά και η κακία του συγκαλυμμένη. But his words were wicked and his wickedness concealed. Αν συναντούσε τον Τούριν μόνος του, του μιλούσε υπεροπτικά και του έδειχνε καθαρά την περιφρόνησή του. If she met Turin alone, she would speak arrogantly to him and clearly show his contempt. Και ο Τούριν κουράστηκε απ' αυτό, αλλά για πολύν καιρό απαντούσε στα άσχημα λόγια με σιωπή, γιατί ο Σάερος ήταν σπουδαίος μέσα στο λαό του Ντόριαθ και διατελούσε σύμβουλος του βασιλιά. And Turin was tired of it, but for a long time he answered the bad words with silence, because Saeros was great among the people of Doriath and was an adviser to the king. Όμως τόσο η σιωπή του Τούριν όσο και τα λόγια του δυσαρεστούσαν τον Σάερος το ίδιο. But both Turin's silence and his words displeased Saeros the same.

Τη χρονιά που ο Τούριν έγινε δεκαεφτά χρονών, η θλίψη του ξανάρθε, γιατί έπαψε να έχει ειδήσεις από το σπίτι του. The year Turin turned seventeen, his grief came again, because he stopped having news from his home. Η δύναμη του Μόργκοθ μεγάλωνε χρόνο με το χρόνο και τώρα όλο το Χίθλουμ ήταν κάτω από τη σκιά του. Morgoth's power grew year by year and now all of Heathlum was under his shadow. Αναμφίβολα ήξερε πολλά από τα έργα του λαού και των συγγενών του Χούριν και τους άφησε ήσυχους για λίγο ώστε να εκπληρωθούν τα σχέδιά του. Undoubtedly he knew many of the works of the people and of Hurin's relatives and left them alone for a while to carry out his plans. Τώρα όμως, γι' αυτόν το σκοπό, έβαλε πυκνές φρουρές σε όλα τα περάσματα των Σκιερών Βουνών, ώστε κανείς να μην μπορεί να μπει ή να βγει από το Χίθλουμ παρά μόνο με μεγάλο κίνδυνο, και ορδές των Ορκ τριγύριζαν γύρω από τις πηγές του Νάρογκ και του Τέιγκλιν, καθώς και στις άνω όχθες του Σίριον. But now, for this purpose, he placed dense guards at all the passages of the Shadow Mountains, so that no one could enter or leave Heathlum except in great danger, and hordes of Orcs roamed around the Narog springs. and Teiglin, as well as on the upper banks of the Sirion. Έτσι μια φορά οι αγγελιαφόροι δεν επέστρεψαν και από τότε ο Θίνγκολ δεν έστειλε άλλους. So once the couriers did not return and since then Thingol has not sent others. Δεν άφηνε ποτέ κανέναν να βγαίνει έξω από τα σύνορα και είχε δείξει την καλύτερη του θέληση απέναντι στον Χούριν και τους συγγενείς του με το να στέλνει υπηκόους του σε επικίνδυνους δρόμους για να βρουν τη Μόργουεν στο Ντορ-λόμιν. He never allowed anyone to cross the border and showed his best will to Hurin and his relatives by sending his subjects on dangerous roads to find Morwen in Dor-Lomin.

Έτσι ο Τούριν είχε βαριά καρδιά καθώς δεν ήξερε ποιο νέο κακό προετοιμάζεται και επειδή φοβόταν ότι μοίρα κακιά είχε βρει τη Μόργουεν και τη Νίενορ. So Turin had a heavy heart as he did not know what new evil was being prepared and because he was afraid that a bad fate had befallen Morwen and Nienor. Και για πολλές μέρες καθόταν σιωπηλός και συλλογιζόταν μελαγχολικά την πτώση του Οίκου του Χάντορ και των Ανθρώπων του Βορρά. And for many days he sat silently and meditated melancholy on the fall of the House of Hador and the People of the North. Κι ύστερα πήγε να αναζητήσει τον Θίνγκολ. And then he went to look for Thingol. Και τον βρήκε να κάθεται με τη Μέλιαν κάτω από το Χίριλορν, τη μεγάλη οξιά του Μένεγκροθ. And he found him sitting with Melian under Hirilorn, Menegroth's great beech.

Ο Θίνγκολ καθόταν και κοίταζε τον Τούριν με απορία, βλέποντας ξαφνικά μπροστά του, στη θέση του θετού του γιου, έναν Άνθρωπο να τον κοιτάζει, έναν άγνωστο ψηλό μελαχρινό με πρόσωπο λευκό, αυστηρό και περήφανο και με βαθύ βλέμμα. Thingol sat and looked at Turin in wonder, suddenly seeing in front of him, in place of his adopted son, a Man looking at him, an unknown tall brunette with a white face, stern and proud and with a deep look. Αλλά ο Τούριν δεν μίλησε. But Turin did not speak.

“Τι επιθυμείς, θετέ γιε;” είπε ο Θίνγκολ και καταλάβαινε ότι αυτό που θα του ζητούσε δεν θα ήταν μικρό. "What do you want, son?" said Thingol, and he understood that what he would ask of him would not be small.

“Πανοπλία, σπαθί και ασπίδα που αρμόζουν στη θέση μου. "Armor, sword and shield that fit my position. κύριέ μου”, απάντησε ο Τούριν, “Επίσης, με την άδειά σου, θα ζητήσω τώρα το Δρακοκράνος των πατέρων μου”. "My lord," replied Turin, "Also, with your permission, I will now ask for my fathers' Dragon Helmet."

“Θα τα έχεις”, είπε ο Θίνγκολ, “Αλλά ποια ανάγκη σ' έκανε να θέλεις τόσο μεγάλα όπλα;” "You will," said Thingol, "but what need made you want such great weapons?"

“Η ανάγκη ενός άντρα”, είπε ο Τούριν, “Και ενός γιου που έχει συγγενείς να θυμάται. "The need for a man," Turin said, "and a son who has relatives to remember. Και χρειάζομαι επίσης συντρόφους γενναίους στ' άρματα”. And I also need comrades who are brave in the chariots. "

“Θα σου δώσω μια θέση ανάμεσα στους ιππότες των σπαθιών, γιατί το σπαθί θα είναι πάντα το όπλο σου”, είπε ο Θίνγκολ, “Με αυτούς μπορείς να δοκιμάσεις τον πόλεμο στα σύνορα, αν αυτή είναι η επιθυμία σου”. "I will give you a place among the knights of the swords, for the sword will always be your weapon," said Thingol.

“Πέρα από τα σύνορα του Ντόριαθ με παρακινεί η καρδιά μου”, είπε ο Τούριν, “Μάλλον επίθεση ενάντια στον εχθρό μας είναι αυτό που λαχταρώ παρά άμυνα”. "Beyond the borders of Doriath, my heart urges me," Turin said.

“Τότε πρέπει να πας μόνος σου”, είπε ο Θίνγκολ, “Το ρόλο που θα παίξει ο λαός μου στον πόλεμο με την Άνγκμπαντ τον κανονίζω εγώ σύμφωνα με την κρίση μου, Τούριν, γιε του Χούριν. "Then you must go alone," said Thingol. Δεν θα στείλω καμιά ένοπλη δύναμη του Ντόριαθ έξω από τα σύνορα τούτον τον καιρό. I will not send any Doriath armed forces out of the borders at this time. Ούτε και κανέναν άλλο καιρό όπως μπορώ τώρα να προβλέψω”. Nor any other time as I can now predict ".

“Είσαι όμως ελεύθερος να πας όπου θέλεις, γιε της Μόργουεν”, είπε η Μέλιαν, “Η Ζώνη της Μέλιαν δεν εμποδίζει εκείνους που πέρασαν μέσα στο βασίλειο με την άδειά μας”. "But you are free to go wherever you want, son of Morwen," said Melian.

“Εκτός αν σοφή συμβουλή σε συγκρατήσει”, είπε ο Θίνγκολ. "Unless wise advice holds you back," Tingol said.

“Ποια είναι η συμβουλή σου, κύριέ μου;” είπε ο Τούριν. "What is your advice, my lord?" said Turin.

“Φαίνεσαι άντρας στο παράστημα και είσαι πράγματι ψηλότερος από πολλούς άλλους”, απάντησε ο Θίνγκολ, “ Παρ' όλα αυτά δεν είσαι ακόμη ο άντρας που θα γίνεις. "You look like a man on the stand and you are indeed taller than many others," Thingol replied. Μέχρι τότε πρέπει να είσαι υπομονετικός, δοκιμάζοντας και εξασκώντας τη δύναμή σου. Until then you have to be patient, trying and exercising your strength. Τότε, ίσως, θα μπορείς να σκέφτεσαι τους συγγενείς σου. Then, perhaps, you will be able to think of your relatives. Όμως ελάχιστες ελπίδες υπάρχουν να καταφέρει ένας Άνθρωπος μόνος του να κάνει κάτι περισσότερο εναντίον του Σκοτεινού Άρχοντα πέρα από το να βοηθήσει τους Άρχοντες των Ξωτικών στην άμυνά τους για όσο μπορεί να κρατήσει αυτή”. "But there is little hope that a Man alone can do more against the Dark Lord than help the Elven Lords in their defense for as long as she can."

Τότε ο Τούριν είπε: Then Turin said:

“Ο Μπέρεν, ο συγγενής μου, έκανε περισσότερα”. "Beren, my cousin, did more."

“Ο Μπέρεν, και η Λούθιεν επίσης”, είπε η Μέλιαν, “Αλλά είσαι πολύ τολμηρός για να μιλάς έτσι στον πατέρα της Λούθιεν. "Beren, and Luthien, too," said Melian, "but you are too daring to talk to Luthien's father like that. Δεν είναι τόσο υψηλό το πεπρωμένο σου, η γνώμη μου, Τούριν, γιε της Μόργουεν, αν και υπάρχει μεγαλείο μέσα σου και η μοίρα σου είναι δεμένη μ' εκείνη των Ξωτικών, στο καλό ή στο κακό. Your destiny is not so high, my opinion, Turin, son of Morwen, although there is greatness in you and your destiny is tied to that of the Elves, for better or for worse. Πρόσεχε, λοιπόν, τη συμπεριφορά σου μήπως σου βγει σε κακό”. So watch your behavior so that it does not hurt you ".

Μετά από ένα διάλειμμα σιωπής, η Μέλιαν μίλησε πάλι λέγοντας: “Πήγαινε τώρα, θετέ γιε, Και ακολούθησε τη συμβουλή του βασιλιά. After a pause of silence, Melian spoke again, saying, “Go now, my son, and follow the king's counsel. Θα είναι πάντα πιο συνετή από τη δική σου σκέψη. She will always be wiser than you think. Δεν νομίζω ότι θα μείνεις μαζί μας στο Ντόριαθ για πολύ αφού γίνεις άντρας. I do not think you will stay with us in Doriath for long after you become a man. Αν στις μέρες που θα 'ρθουν θυμάσαι τα λόγια της Μέλιαν, θα είναι για το καλό σου: να φοβάσαι και τη φλόγα και τον πάγο της καρδιάς σου και να επιδιώκεις την υπομονή, όσο μπορείς”. If in the days to come you remember Melian's words, it will be for your own good: to fear both the flame and the ice of your heart and to seek patience as much as you can ".

Τότε ο Τούριν υποκλίθηκε μπροστά τους και έφυγε, και λίγο αργότερα φόρεσε το Δρακοκράνος και πήρε όπλα και πήγε στα βόρεια σύνορα μαζί με τους πολεμιστές των Ξωτικών που πολεμούσαν ασταμάτητα με τους Ορκ και όλους τους υπηρέτες και τα πλάσματα του Μόργκοθ. Then Turin bowed before them and left, and a little later he put on the Dragon Helmet and took up arms and went to the northern frontier with the Elven warriors who fought incessantly with the Orcs and all of Morgoth's servants and creatures. Έτσι, αν και μόλις είχε αφήσει πίσω του τα παιδικά του χρόνια, δοκιμάστηκαν και η δύναμη και το κουράγιο του. So, although he had just left his childhood behind, his strength and courage were tested. Και με τη θύμηση των αδικιών που είχαν υποστεί οι δικοί του, ήταν ακόμη πιο θαρραλέος σ' όσα έκανε και δέχτηκε πολλά τραύματα από λόγχες και βέλη και από τα καμπυλωτά σπαθιά των Ορκ. And with the remembrance of the injustices suffered by his own, he was even more courageous in what he did and received many wounds from spears and arrows and from the curved swords of the Orcs.

Όμως η μοίρα του τον έσωζε από το θάνατο. But his fate saved him from death. Και διαδόθηκε σε όλα τα δάση και μαθεύτηκε πολύ πέρα από το Ντόριαθ ότι είχε εμφανιστεί πάλι το Δρακοκράνος του Ντορ-λόμιν. And it spread to all the forests and it was learned far beyond Doriath that the Dragon Helmet of Dor-lomin had reappeared. Τότε πολλοί αναρωτιούνταν λέγοντας: Many then wondered, saying:

“Μπορεί το πνεύμα ενός ανθρώπου να ξεφύγει από το θάνατο; Ή μήπως ο ίδιος ο Χούριν του Χίθλουμ ξέφυγε στ ' αλήθεια από τα έγκατα της Κόλασης; “ "Can the spirit of a man escape death? Or did Heathlum's Hurrin really escape from the depths of Hell? "

Εκείνη την εποχή μόνο ένας ανάμεσα στους φύλακες του Θίνγκολ ήταν ισχυρότερος στα όπλα από τον Τούριν και αυτός ήταν ο Μπέλεγκ ο Τοξότης. At that time only one of Thingol's bodyguards was stronger in arms than Turin, and that was Beleg the Sagittarius. Και ο Μπέλεγκ και ο Τούριν ήταν σύντροφοι σε κάθε κίνδυνο και πολεμούσαν μαζί στα άγρια δάση. Both Beleg and Turin were companions in every danger and fought together in the wild forests.

Έτσι πέρασαν τρία χρόνια και όλο αυτό το διάστημα ο Τούριν ερχόταν σπάνια στο ανάκτορο του Θίνγκολ. So three years passed and all this time Turin rarely came to Tingol Palace. Και δεν τον ένοιαζε πια η εμφάνισή του και η ενδυμασία του, αλλά τα μαλλιά του ήταν αφρόντιστα και η πανοπλία του σκεπασμένη με έναν γκρίζο μανδύα λεκιασμένο από την πολυκαιρία. And he no longer cared about his appearance and his attire, but his hair was carefree and his armor covered with a gray cloak stained from time immemorial. Αλλά το τρίτο καλοκαίρι μετά την αναχώρηση του Τούριν, όταν ο ίδιος ήταν είκοσι χρονών, επειδή έτυχε να θέλει να ξεκουραστεί και χρειαζόταν σιδηρουργό για να επιδιορθώσει τα όπλα του, ήρθε στο Μένεγκροθ απροειδοποίητα και ένα βράδυ μπήκε στην αίθουσα. But on the third summer after Turin left, when he was twenty years old, because he happened to want to rest and needed a blacksmith to repair his weapons, he came to Menegroth unannounced and entered the room one night. Ο Θίνγκολ δεν ήταν εκεί, είχε πάει στο πράσινο δάσος με τη Μέλιαν, όπως του άρεσε να κάνει μερικές φορές τα καλοκαίρια. Thingol was not there, he had gone to the green forest with Melian, as he liked to do sometimes in the summers.

Ο Τούριν πήρε ένα κάθισμα χωρίς να δώσει σημασία, γιατί ήταν κατάκοπος από το ταξίδι και γεμάτος σκέψεις. Turin took a seat without paying attention, because he was exhausted from the trip and full of thoughts. Και από κακή του τύχη κάθισε σ' ένα τραπέζι ανάμεσα στους ανώτατους άρχοντες του βασιλείου και στη θέση όπου καθόταν συνήθως ο Σάερος. And by his bad luck he sat at a table between the supreme lords of the kingdom and in the place where Saeros usually sat. Ο Σάερος, που ήρθε αργά, εξοργίστηκε πιστεύοντας ότι ο Τούριν το έκανε αυτό από περηφάνια και επειδή ήθελε να τον προσβάλει. Sairos, who came late, was outraged believing that Turin was doing this out of pride and because he wanted to offend him. Και η οργή του δεν λιγόστεψε όταν είδε ότι οι άλλοι στο τραπέζι δεν επέπληξαν τον Τούριν, αλλά τον καλωσόρισαν σαν να ήταν άξιος να κάθεται ανάμεσά τους. And his anger did not diminish when he saw that the others at the table did not scold Turin, but welcomed him as if he were worthy to sit among them.

Έτσι για λίγο ο Σάερος προσποιήθηκε κι αυτός ότι έχει παρόμοια γνώμη και κάθισε σε άλλο σημείο στο τραπέζι, απέναντι από τον Τούριν. So for a while Saeros pretended to have a similar opinion and sat down at another table, opposite Turin.

“Σπάνια μας τιμά ο φύλακας των συνόρων με τη συντροφιά του”, είπε, “Και ευχαρίστως παραχωρώ τη συνηθισμένη μου θέση προκειμένου να μιλήσω μαζί του”. "We are seldom honored by the border guard with his company," he said.

Αλλά ο Τούριν, που μιλούσε με τον Μάμπλουνγκ τον Κυνηγό, δεν σηκώθηκε και είπε μόνο ένα κοφτό “Σ' ευχαριστώ”. But Turin, who was talking to Mablung the Hunter, did not get up and said only a sharp "Thank you."

Ο  Σάερος τότε άρχισε να του κάνει ερωτήσεις για τα νέα από τα σύνορα και τα κατορθώματά του στα δάση. Saeros then started asking him questions about the news from the border and his achievements in the forests. Αλλά αν και τα λόγια του ακούγονταν σωστά, ο χλευασμός στη φωνή του ήταν φανερός. But even though his words sounded right, the mockery in his voice was obvious. Τότε ο Τούριν έγινε επιφυλακτικός και κοίταξε γύρω του κι ένιωσε την πίκρα του εξόριστου. Then Turin became wary and looked around and felt the bitterness of the exile. Παρ' όλο το φως και τα γέλια του ανακτόρου των Ξωτικών, το μυαλό του πήγε στον Μπέλεγκ και τη ζωή τους στο δάσος και από κει έτρεξε μακριά στη Μόργουεν στο Ντορ-λόμιν, στο σπίτι του πατέρα του. Despite the light and laughter of the Elven Palace, his mind went to Beleg and their life in the woods and from there he ran away to Morwen in Dor-Lomin, to his father's house. Και του 'ρθε κακοκεφιά από αυτές τις σκοτεινές σκέψεις και δεν απάντησε στον Σάερος. And he got a bad mood from these dark thoughts and did not answer Saeros. Τότε ο Σάερος, πιστεύοντας ότι ο Τούριν ήταν συνοφρυωμένος εξαιτίας του, δεν συγκράτησε άλλο την οργή του. Saeros then, believing that Turin was frowning at him, no longer held his anger. Έβγαλε μια χρυσή χτένα και την πέταξε πάνω στο τραπέζι μπροστά στον Τούριν φωνάζοντας: He took out a golden comb and threw it on the table in front of Turin shouting:

“Αναμφίβολα Άνθρωπε του Χίθλουμ, ήρθες βιαστικά σ' αυτό το τραπέζι και μπορούμε να σου συγχωρέσουμε το βρόμικο μανδύα σου, αλλά δεν υπάρχει λόγος ν' αφήνεις το κεφάλι σου αφρόντιστο σαν θάμνο με βατόμουρα. "Undoubtedly Heathlum Man, you came to this table in a hurry and we can forgive you for your dirty cloak, but there is no reason to leave your head unattended like a bush of blueberries. Και ίσως αν δεν ήταν σκεπασμένα τα αυτιά σου, θ' άκουγες καλύτερα τι σου λένε”. And maybe if your ears were not covered, you would be better able to hear what they are telling you ".

Ο Τούριν δεν μίλησε, αλλά στράφηκε στον Σάερος και μια λάμψη υπήρχε μέσα στη σκοτεινιά των ματιών του. Turin did not speak, but turned to Saeros and there was a gleam in the darkness of his eyes. Μα ο Σάερος αψήφησε αυτή την προειδοποίηση και του ανταπόδωσε το βλέμμα με χλευασμό, λέγοντας δυνατά για να ακούσουν όλοι: But Saeros disregarded this warning and returned his gaze with mockery, saying loudly for all to hear:

“Αν οι Άντρες του Χίθλουμ είναι τόσο άγριοι και αφρόντιστοι, πώς θα είναι άραγε οι γυναίκες αυτής της χώρας; Μήπως τρέχουν σαν τα ελάφια ντυμένες μόνο με τα μαλλιά τους;”. "If the Men of Heathlum are so savage and careless, what will the women of this country be like?" Do they run like deer dressed only in their hair?

Τότε ο Τούριν πήρε ένα κύπελλο και το πέταξε στο πρόσωπο του Σάερος, που έπεσε πίσω βαριά χτυπημένος. Then Turin took a cup and threw it in the face of Saeros, who fell back hit hard. Και ο Τούριν τράβηξε το σπαθί του και θα του είχε επιτεθεί αν δεν τον συγκρατούσε ο Μάμπλουνγκ. And Turin drew his sword and would have attacked him if Mablung had not restrained him. Τότε ο Σάερος σηκώθηκε, έφτυσε αίμα πάνω στο τραπέζι και μίλησε όσο καλύτερα μπορούσε με σπασμένο στόμα: Then Saeros got up, spat blood on the table and spoke as best he could with a broken mouth:

“Πόσον καιρό θα φιλοξενούμε αυτόν τον δασόβιο αγροίκο; Ο νόμος του βασιλιά είναι αυστηρός μ' εκείνους που τραυματίζουν τους άρχοντές του μέσα στο ανάκτορο. "How long will we host this woodland peasant? The king's law is strict with those who injure his lords inside the palace. Και για όσους τραβούν σπαθί εδώ μέσα, το να κηρυχθούν παράνομοι είναι η μικρότερη τιμωρία. And for those who draw a sword in here, declaring themselves illegal is the least punishment. Έξω από την αίθουσα θα σου απαντήσω, δασόβιε!”. Outside the room I will answer you, woodcutter! ”.

Όταν όμως ο Τούριν είδε το αίμα πάνω στο τραπέζι, η καρδιά του έγινε παγερή. But when Turin saw the blood on the table, his heart froze. Με ένα τίναγμα ελευθερώθηκε από τον Μάμπλουνγκ και έφυγε από την αίθουσα χωρίς να πει λέξη. With a shudder he freed himself from Mablung and left the room without saying a word. Τότε ο Μάμπλουνγκ είπε στον Σάερος: Then Mablung said to Saeros:

“Τι έπαθες απόψε; Για τούτο το κακό θεωρώ εσένα υπεύθυνο. "What happened to you tonight? I hold you responsible for this evil. Και μπορεί ο νόμος του βασιλιά να κρίνει ότι ένα σπασμένο στόμα είναι δίκαιη τιμωρία για τους χλευασμούς σου”. "And the law of the king may judge that a broken mouth is a just punishment for your mockery."

“Αν το κουτάβι έχει παράπονα, ας τα υποβάλει στην κρίση του βασιλιά”, απάντησε ο Σάερος, “Όμως το να τραβήξει σπαθί εδώ μέσα δεν δικαιολογείται για κανένα τέτοιο αίτιο. "If the puppy has any complaints, let him submit them to the king," Saeros replied. Αν ο δασόβιος τραβήξει σπαθί εναντίον μου έξω από την αίθουσα, θα τον σκοτώσω”. "If the woodcutter draws a sword against me outside the room, I will kill him."

“Μπορεί κάλλιστα να γίνει και το αντίθετο”, είπε ο Μάμπλουνγκ, “Αλλά όποιος από τους δύο και αν σκοτωθεί, θα είναι κακό, κάτι που ταιριάζει περισσότερο στην Άνγκμπαντ παρά στο Ντόριαθ, και θα ακολουθήσει κι άλλο κακό μετά απ' αυτό. "The opposite may well be the case," Mablung said. Πραγματικά νιώθω ότι κάποια σκιά του Βορρά απλώθηκε και μας άγγιξε απόψε. I really feel that some shadow of the North has spread and touched us tonight. Πρόσεχε, Σάερος, μήπως πραγματώσεις το θέλημα του Μόργκοθ με την αλαζονεία σου και θυμήσου ότι είσαι Έλνταρ”. "Watch out, Saeros, lest you do Morgoth's will with your arrogance and remember that you are Eldar."

“Δεν το ξεχνώ”, απάντησε ο Σάερος. "I do not forget," Saeros replied. Αλλά δεν συγκράτησε την οργή του και, όλη εκείνη τη νύχτα, όσο περιποιόταν το τραύμα του, η κακία του μεγάλωνε. But he did not restrain his anger, and all that night, as his wound was healed, his wickedness grew.