×

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη λειτουργία του LingQ. Επισκέπτοντας τον ιστότοπο, συμφωνείς στην cookie policy.


image

Παπαντωνίου, Ζ. - Τα Ψηλά Βουνά (1918), 11. Άστρα, γρύλοι και κουδούνια

11. Άστρα, γρύλοι και κουδούνια

Οι φίλοι μας κοιμούνται βαθιά στις καλύβες. Πού και πού ακούγονται παραμιλητά. Μερικοί φωνάζουν:

—Αύριο θα ξεκινήσουμε για το βουνό! και ξανακοιμούνται.

Ένας λέει:

—Δεν είναι ώρα σού λέω για το σχολείο. Δε χτύπησε ακόμη η καμπάνα!

Ένας άλλος:

—Μητέρα, δεν τη θέλω τόσο μικρή φέτα!

Ένας τρίτος:

—Κοίταξε μην έρθει η μάνα μου, έχω πάρει από το ντουλάπι όλο το βάζο με το γλυκό.

Ήταν ο Φουντούλης. Όταν ξύπνησε κι είδε πως δεν έχει τίποτα, του κακοφάνηκε. Δεν ήθελε να ξανακοιμηθεί, μήπως πάθει πάλι το ίδιο. Μα η κούραση τον αποκοίμισε.

---

O Φάνης άνοιξε τα μάτια του. Από κάποιες τρύπες της καλύβας βλέπει ουρανό και καταλαβαίνει πως είναι ακόμη νύχτα.

Μα δυσκολεύεται να κοιμηθεί άλλο. Ντύνεται και γλιστρά έξω από την καλύβα· θέλει να δει τη νύχτα στο δάσος. Κάθισε εκεί απέξω καταγής.

---

Πρώτη φορά είδε τόσο βαθύ ουρανό. Πόσα άστρα! Ήταν σαν αμέτρητο χρυσό μελίσσι, που χύθηκε ψηλά κι έβοσκε.

Άστρα πολλά εδώ, άστρα λίγα παρακάτω. Κάπου δυο μαζί, κάπου ένα μοναχό, σαν ξεχασμένο. Πέντ' έξι άστρα μαζί, σαν κλαράκι. Να 'ναι η πούλια;

Στη μέση τ' ουρανού, από πάνω από τον Φάνη, ένα λευκό ποταμάκι χυνόταν ήσυχα από τον βοριά στον νότο· κυλούσε μυριάδες μικρά άστρα, λευκά σαν ανθούς.

---

Μέσα στο δάσος αμέτρητοι γρύλοι τραγουδούσαν κι έλεγαν όλοι το ίδιο τραγούδι.

Από πέτρες, από τρύπες της γης έβλεπαν την αστροφεγγιά οι μικροί τραγουδιστάδες και την κελαηδούσαν.

Κι ύστερα ακούστηκαν μακριά τα κουδούνια των κοπαδιών. Είναι οι βλάχοι. Δικό τους θα είναι το μεγάλο κοπάδι που βόσκει.

Άκου πόσα κουδούνια!… Μικρά, μεγάλα, ψηλά, βαθιά, γλυκά, βραχνά. Κουδουνίσματα πολλά όπως τ' άστρα, όπως οι γρύλοι.

Κι έξαφνα ένα πράσινο άστρο, σαν να ήταν πολύ χαρούμενο, άναψε, χύθηκε ανάμεσα στ' άλλα και χάθηκε...

Τι ωραία νύχτα!

O Φάνης ένιωσε ψύχρα και μπήκε μέσα να πλαγιάσει. Μα και σκεπασμένος έβλεπε την αστροφεγγιά.

Του φαίνονταν όλα εκείνα τ' άστρα δικά του. Κανένας από τους άλλους δεν τα είχε δει.

Αποκοιμήθηκε ακούγοντας τα κουδούνια.


11. Άστρα, γρύλοι και κουδούνια 11. Stars, crickets and bells 11. Gwiazdy, świerszcze i dzwonki 11. Estrelas, grilos e sinos 11\. Звезды, сверчки и колокольчики

Οι φίλοι μας κοιμούνται βαθιά στις καλύβες. Our friends sleep soundly in the huts. Наши друзья крепко спят в хижинах. Πού και πού ακούγονται παραμιλητά. Ab und zu hört man ein wenig Geplapper. То здесь, то там они слышны невыразимо. Μερικοί φωνάζουν: Some people are shouting: Некоторые кричат:

—Αύριο θα ξεκινήσουμε για το βουνό! — Завтра мы отправимся в гору! και ξανακοιμούνται. and go back to sleep. и они снова засыпают.

Ένας λέει:

—Δεν είναι ώρα σού λέω για το σχολείο. -This is no time to tell you about school. — Не время рассказывать тебе о школе. Δε χτύπησε ακόμη η καμπάνα! The bell hasn't rung yet! Звонок еще не прозвенел!

Ένας άλλος: Another: Другой:

—Μητέρα, δεν τη θέλω τόσο μικρή φέτα! -Mother, I don't want it so small! — Мама, я не хочу такой маленький кусочек!

Ένας τρίτος: A third:

—Κοίταξε μην έρθει η μάνα μου, έχω πάρει από το ντουλάπι όλο το βάζο με το γλυκό. -Schau, lass meine Mutter nicht kommen, ich habe das ganze Glas mit Süßigkeiten aus dem Schrank genommen. -Look, don't let my mother come, I've taken the whole jar of sweets from the cupboard. — Проследи, чтобы мама не пришла, я вытащила из шкафа целую банку конфет.

Ήταν ο Φουντούλης. It was Hazel. Όταν ξύπνησε κι είδε πως δεν έχει τίποτα, του κακοφάνηκε. When he woke up and saw that he had nothing, he was jealous of him. Когда он проснулся и увидел, что у него ничего нет, ему стало плохо. Δεν ήθελε να ξανακοιμηθεί, μήπως πάθει πάλι το ίδιο. He didn't want to go back to sleep, lest he get the same thing again. Он не хотел снова засыпать, чтобы с ним снова не случилось то же самое. Μα η κούραση τον αποκοίμισε. But fatigue made him drowsy. Но усталость заставила его уснуть.

---

O Φάνης άνοιξε τα μάτια του. Από κάποιες τρύπες της καλύβας βλέπει ουρανό και καταλαβαίνει πως είναι ακόμη νύχτα. Сквозь дыры в хижине он видит небо и понимает, что еще ночь.

Μα δυσκολεύεται να κοιμηθεί άλλο. But he's having trouble sleeping anymore. Но у него больше проблемы со сном. Ντύνεται και γλιστρά έξω από την καλύβα· θέλει να δει τη νύχτα στο δάσος. He dresses and slips out of the hut; he wants to see the night in the woods. Он одевается и выскальзывает из шалаша, хочет увидеть ночь в лесу. Κάθισε εκεί απέξω καταγής. He sat out there on the ground. Он сидел там на земле.

---

Πρώτη φορά είδε τόσο βαθύ ουρανό. It was the first time he saw such a deep sky. Он впервые видел такое глубокое небо. Πόσα άστρα! Сколько звезд! Ήταν σαν αμέτρητο χρυσό μελίσσι, που χύθηκε ψηλά κι έβοσκε. Sie sahen aus wie unzählige goldene Bienenstöcke, die sich auftürmten und wippten. It was like countless golden beehives, spilling up and bobbing. Это было похоже на бесчисленные золотые ульи, переливающиеся и покачивающиеся.

Άστρα πολλά εδώ, άστρα λίγα παρακάτω. Stars many here, stars few below. Звезд много здесь, звезд мало внизу. Κάπου δυο μαζί, κάπου ένα μοναχό, σαν ξεχασμένο. Somewhere two together, somewhere a lonely, as if forgotten. Где-то двое вместе, где-то одинокий, словно забытый. Πέντ' έξι άστρα μαζί, σαν κλαράκι. Six stars together, like a twig. Шесть звезд вместе, как веточка. Να 'ναι η πούλια; Here's the checkers? Вот шашки?

Στη μέση τ' ουρανού, από πάνω από τον Φάνη, ένα λευκό ποταμάκι χυνόταν ήσυχα από τον βοριά στον νότο· κυλούσε μυριάδες μικρά άστρα, λευκά σαν ανθούς. В середине неба, над Фанисом, с севера на юг тихо текла белая река; по ней текли мириады маленьких звезд, белых, как цветы.

---

Μέσα στο δάσος αμέτρητοι γρύλοι τραγουδούσαν κι έλεγαν όλοι το ίδιο τραγούδι. In the forest, countless crickets were singing and all singing the same song.

Από πέτρες, από τρύπες της γης έβλεπαν την αστροφεγγιά οι μικροί τραγουδιστάδες και την κελαηδούσαν.

Κι ύστερα ακούστηκαν μακριά τα κουδούνια των κοπαδιών. And then the bells of the flocks sounded far away. Είναι οι βλάχοι. It's the rednecks. Δικό τους θα είναι το μεγάλο κοπάδι που βόσκει. The great herd that grazes will be theirs.

Άκου πόσα κουδούνια!… Μικρά, μεγάλα, ψηλά, βαθιά, γλυκά, βραχνά. Listen to how many bells!... Small, big, high, deep, sweet, hoarse. Κουδουνίσματα πολλά όπως τ' άστρα, όπως οι γρύλοι. Many rattles like stars, like crickets.

Κι έξαφνα ένα πράσινο άστρο, σαν να ήταν πολύ χαρούμενο, άναψε, χύθηκε ανάμεσα στ' άλλα και χάθηκε... And suddenly a green star, as if it were very happy, lit up, spilled out among the others and disappeared...

Τι ωραία νύχτα!

O Φάνης ένιωσε ψύχρα και μπήκε μέσα να πλαγιάσει. Fanis felt a chill and went inside to lie down. Μα και σκεπασμένος έβλεπε την αστροφεγγιά. But even covered he could see the starlight.

Του φαίνονταν όλα εκείνα τ' άστρα δικά του. It seemed to him that all those stars were his. Κανένας από τους άλλους δεν τα είχε δει. None of the others had seen them.

Αποκοιμήθηκε ακούγοντας τα κουδούνια.