×

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη λειτουργία του LingQ. Επισκέπτοντας τον ιστότοπο, συμφωνείς στην cookie policy.


image

Ντοστογιέφσκι, Φ - Αδελφοί Καραμάζοφ, 3. VII. Λογομαχία

3. VII. Λογομαχία

Μα ξαφνικά η όνος του Βαλαάμ μίλησε. Συνέβη το θέμα να ’ναι παράξενο: Καθώς ο Γρηγόρης ψώνιζε το πρωί στο μπακάλικο του Λουκιάνοβ, άκουσε την ιστορία ενός Ρώσου φαντάρου. Κάπου μακριά, στα σύνορα, στην Ασία, πιάστηκε αιχμάλωτος. Τον φοβερίσανε πώς θα τον βασανίσουν και θα τον σκοτώσουν αν δεν θελήσει ν’ αλλάξει την πίστη του και να γίνει μωαμεθανός. Όμως αυτός δε δέχτηκε και προτίμησε τα βασανιστήρια. Άφησε να του γδάρουν το πετσί και πέθανε δοξάζοντας και υμνολογώντας το Χριστό. Αυτόν τον άθλο τον έγραφε η εφημερίδα που ’χε έρθει κείνη τη μέρα. Όλ’ αυτά τα διηγήθηκε ο Γρηγόρης την ώρα του φαγητού. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς αγαπούσε κι από πρώτα να κουβεντιάζει και ν’ αστειεύεται μετά το φαΐ, έστω και με τον Γρηγόρη. Τούτη τη φορά ήταν καλοδιάθετος και κεφάτος. Πίνοντας κονιάκ κι ακούγοντας αυτή την ιστορία, παρατήρησε πως έναν τέτοιο φαντάρο θα ’πρεπε να τον κάνουν αμέσως άγιο και το πετσί του να το πάνε σε κανένα μοναστήρι: «Να δεις κόσμος που θα μαζευτεί και χρήμα που θα πέσει». Ο Γρηγόρης στραβομουτσούνιασε βλέποντας πως ο Φιόντορ Παύλοβιτς δε συγκινήθηκε καθόλου μα ξεστόμιζε και τώρα, όπως το συνήθιζε πάντα, τα βλάσφημα λόγια του. Όπου ξαφνικά ο Σμερντιακόβ που στεκόταν κοντά στην πόρτα, χασκογέλασε. Τον Σμερντιακόβ τον αφήνανε και πρώτα να στέκεται κοντά στο τραπέζι, όταν τέλειωνε το φαΐ. Από τότε όμως που ήρθε στην πολιτεία μας ο Ιβάν Φιοντόροβιτς, αυτό γινόταν κάθε μέρα.

— Γιατί γελάς; ρώτησε ο Φιόντορ Παύλοβιτς που παρατήρησε αμέσως πως ο Σμερντιακόβ ειρωνευόταν, και φυσικά ειρωνευόταν τον Γρηγόρη.

— Γελάω για τούτο, άρχισε να λέει ξαφνικά δυνατά κι αναπάντεχα ο Σμερντιακόβ. Γιατί αν και το κατόρθωμα αυτού του φαντάρου ήταν πολύ μεγάλο, δε θα 'ταν καθόλου αμαρτία νομίζω, αν σε τούτη την περίπτωση απαρνιόταν το Χριστό, να πούμε, και το βάφτισμά του, με το σκοπό να σώσει τη ζωή του και να κάνει καλές πράξεις που μ' αυτές να εξαγοράσει τη λιποψυχία του.

— Πώς λοιπόν δε θα 'ταν αμάρτημα; Ψέματα λες και θα πας γι' αυτό και μόνο στην κόλαση και κει θα σε σιγοψήσουνε σαν αρνί στη σούβλα, είπε ο Φιόντορ Παύλοβιτς.

Κείνη τη στιγμή ακριβώς είναι που μπήκε ο Αλιόσα. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς, όπως είδαμε, χάρηκε πολύ σαν τον είδε.

— Ένα θέμα που σ' ενδιαφέρει, ένα θέμα δικό σου, χαχάνισε χαρούμενα κι έβαλε τον Αλιόσα να καθίσει και ν' ακούσει.

— Όσο για τ' αρνί, έχετε άδικο, τίποτα τέτοιο δε συμβαίνει κει πέρα κι ούτε πρέπει να συμβαίνει αν τυχόν υπάρχει δικαιοσύνη, απάντησε σοβαρά ο Σμερντιακόβ.

— Πώς έτσι δηλαδή, αν υπάρχει δικαιοσύνη; φώναξε ακόμα πιο εύθυμα ο Φιόντορ Παύλοβιτς και σκούνταγε με το γόνατο τον Αλιόσα,

— Κανάγιας είναι και τίποτα παραπάνω! του ξέφυγε άξαφνα του Γρηγόρη. Κοίταξε κατάματα τον Σμερντιακόβ με θυμό.

— Όσο για το αν είμαι ή όχι κανάγιας, μη βιάζεστε, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς, αντείπε ήσυχα και συγκρατημένα ο Σμερντιακόβ. Σκεφτείτε το και μόνος σας καλύτερα. Μια και με πιάσανε οι βασανιστές του χριστιανικού γένους και θέλουν να καταραστώ το Θεό μου και ν' αρνηθώ το βάφτισμά μου, έχω όλο το δικαίωμα ν' αποφασίσω ελεύθερα τι θα κάνω γιατί κανένα κρίμα δεν υπάρχει σε τούτη την υπόθεση.

— Αυτό μας το 'πες πια, μη φλυαρείς μα απόδειξέ το! φώναξε ο Φιόντορ Παύλοβιτς.

— Σαλτσοχαλαστή! ψιθύρισε περιφρονητικά ο Γρηγόρης.

— Όσο για το σαλτσοχαλαστή, περιμένετε λιγάκι και σκεφτείτε το μονάχος σας χωρίς να βρίζετε, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς. Γιατί μόλις προφέρω στους βασανιστές μου: «Όχι, δεν είμαι χριστιανός και καταριέμαι τον αληθινό Θεό μου», την ίδια κείνη στιγμή, το ανώτατο θεϊκό δικαστήριο θα μαζευτεί ειδικά για μένα και θα μ' αναθεματίσει και θα με αφορίσει η άγια εκκλησία σαν να 'μουνα κάνας ειδωλολάτρης. Και μάλιστα τούτο θα γίνει όχι μονάχα τη στιγμή που θα προφέρω τούτα τα λόγια, μα τη στιγμή που θα σκεφτώ να τα προφέρω, έτσι που ούτε ένα τέταρτο του δευτερόλεπτου δε θα περάσει και θα 'μαι κιόλας αφορισμένος. Είναι ή δεν είναι έτσι, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς;

Μίλαγε με φανερή ευχαρίστηση στον Γρηγόρη, απαντώντας στην πραγματικότητα μονάχα στις ερωτήσεις του Φιόντορ Παύλοβιτς. Το καταλάβαινε πολύ καλά αυτό και ξεπίτηδες προφασιζόταν πως τάχα τον ρωτάει ο Γρηγόρης.

— Ιβάν! φώναξε άξαφνα ο Φιόντορ Παύλοβιτς. Σκύψε να σου πω κάτι στ' αυτί. Αυτά όλα για σένα τα κάνει. Θέλει να τον παινέψεις. Πες του ένα μπράβο.

Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς άκουσε με απόλυτη σοβαρότητα αυτή τη γεμάτη ενθουσιασμό παρατήρηση του πατέρα του.

— Στάσου, Σμερντιακόβ, σώπα για λίγο, φώναξε και πάλι ο Φιόντορ Παύλοβιτς: Ιβάν, σκύψε πάλι να σου πω κάτι στ' αυτί.

Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς έσκυψε και πάλι έχοντας πολύ σοβαρό ύφος.

— Σ' αγαπάω και σένα όσο και τον Αλιόσκα. Μη νομίζεις πως δε σ' αγαπάω. Λίγο κονιάκ;

— Βάλτε.

«Όμως εσύ κοπάνησες αρκετά» σκέφτηκε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς και κοίταξε επίμονα τον πατέρα του. Τον Σμερντιακόβ τον παρατηρούσε με μεγάλη περιέργεια.

— Είσαι και τώρα αναθεματισμένος, ξέσπασε ξάφνου ο Γρηγόρης, και πως, βρε κανάγια, τολμάς να συζητάς όταν...

—Μη φουρκίζεσαι, Γρηγόρη, μη βρίζεις! τον διέκοψε ο Φιόντορ Παύλοβιτς.

— Περιμένετε λιγάκι, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς, έστω και δυό λεπτά μονάχα κι ακούστε τη συνέχεια γιατί δεν τα είπα όλα ακόμα. Γιατί, την ίδια κείνη ώρα που θα με καταραστεί ο Θεός, την ίδια κείνη κρίσιμη στιγμή, γίνομαι κιόλας ένας σωστός ειδωλολάτρης και το βάφτισμα φεύγει από πάνω μου. Αυτό τουλάχιστον είναι έτσι όπως το λέω;

— Το συμπέρασμα, αδερφέ μου, το συμπέρασμα να μας πεις, είπε ο Φιόντορ Παύλοβιτς και ρούφηξε με απόλαυση απ' το ποτήρι του.

— Μια λοιπόν και δεν είμαι χριστιανός, θα πει πως δεν είπα ψέματα στους βασανιστές μου όταν με ρωτήσανε; «Είσαι χριστιανός για δεν είσαι;» Γιατί ο ίδιος ο Θεός μου πήρε πια τον χριστιανισμό μου εξαιτίας και μόνο της σκέψης που 'κανα, πριν προφτάσω καλά-καλά ν' ανοίξω το στόμα μου και ν' απαντήσω στους βασανιστές. Και μια και ήμουν πια αποδιωγμένος, τότε με ποιο δικαίωμα και με ποια δικαιοσύνη θα μου ζητήσουν ευθύνες στον άλλον κόσμο επειδή αρνήθηκα το Χριστό τη στιγμή που μονάχα για τη σκέψη μου, προτού καν τον αρνηθώ, μου 'χαν πάρει κιόλας το βάφτισμά μου; Γιατί, μια και δεν είμαι πια χριστιανός, ούτε θα μπορώ ν' αρνηθώ το Χριστό γιατί δε θα 'χω πια τίποτα ν' αρνηθώ. Ποιος θα ζητήσει ευθύνες απ' τον μαγαρισμένο τον Τάταρο, ακόμα και στον ουρανό, επειδή δε γεννήθηκε χριστιανός, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς; Και ποιος θα τον τιμωρήσει; Όλοι το ξέρουν πως από ένα βόδι δεν μπορείς να βγάλεις δυό τομάρια. Μα κι ο ίδιος ο Παντοδύναμος νομίζω πως θα τιμωρήσει τον Τάταρο με καμιά πολύ ελαφριά τιμωρία (γιατί φυσικά δε γίνεται να μην τον τιμωρήσει και καθόλου) και τούτο γιατί θα σκεφτεί πως δε φταίει βέβαια αυτός αν τον γεννήσανε μαγαρισμένοι άνθρωποι και βγήκε κι αυτός μαγαρισμένος. Γιατί δεν μπορεί βέβαια ο Κύριος ο Θεός μας να κάνει πως δεν ξέρει και να λέει πως κι αυτός ήτανε χριστιανός. Έτσι δεν είναι; Αυτό θα σήμαινε πως ο Παντοδύναμος θα 'λεγε ψέματα πέρα ως πέρα. Μα μήπως μπορεί ποτέ ο Παντοδύναμος, ,ο κύριος του ουρανού και της γης, να πει ψέματα, έστω και μια λέξη ψεύτικη να πει;

Ο Γρηγόρης έμεινε κόκαλο και κοίταζε τον ρήτορα με γουρλωμένα μάτια. Αν και δεν καταλάβαινε καλά τι του λένε, κάτι ένιωσε όμως απ' όλη αυτή τη φλυαρία και είχε ύφος ανθρώπου που χτύπησε αναπάντεχα το κούτελό του στον τοίχο. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς άδειασε το ποτήρι κι άρχισε να γελάει διαπεραστικά.

— Αλιόσκα, Αλιόσκα, άκου τον τι λέει! Βρε τον καζουιστή! Σίγουρα κάπου θα μαθήτεψε στους Ιησουίτες, Ιβάν. Βρε βρωμερέ ιησουίτη, ποιος σου τα 'μαθε αυτά; Όμως ψέματα λες, καζουιστή, όλο ψέματα, λες, ψέματα. Μην κλαις, Γρηγόρη, θα τον ξετινάξουμε τώρα στη στιγμή. Πες μου τούτο, γαϊδούρα του Βαλαάμ: Ας παραδεχτούμε πως είσαι εντάξει απέναντι στους βασανιστές σου, όμως παρ' όλ' αυτά μέσα σου αρνήθηκες όπως και να 'ναι την πίστη σου και το λες και μόνος σου πως την ίδια κείνη στιγμή αναθεματίστηκες πια. Μια λοιπόν κι αναθεματίστηκες, δεν πιστεύω να σε χαϊδολογήσουνε στην κόλαση γι' αυτό πώς το νομίζεις, υπέροχε ιησουίτη μου;

— Δεν υπάρχει αμφιβολία πως μέσα μου απαρνήθηκα, όμως και πάλι δεν υπάρχει δω πέρα κανένα ιδιαίτερο αμάρτημα, κι αν ακόμα έγινε κάποιο μικρό κριματάκι, τούτο είναι απ' τα πιο συνηθισμένα.

— Πώς έτσι απ' τα πιο συνηθισμένα!

— Ψέματα λες καταρ-ρ-ραμένε, σφύριξε ο Γρηγόρης.

— Μα σκεφτείτε το και μόνος σας, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς, εξακολούθησε να λέει ήσυχα και ψύχραιμα ο Σμερντιακόβ βέβαιος για τη νίκη του, μα και με κάποια μεγαλοψυχία για τον κατασυντριμμένο αντίπαλο. Σκεφτείτε το και μόνος σας, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς: Η Γραφή λέει πως αν έχετε έστω κι έναν κόκο πίστεως και πείτε σ' ένα βουνό να κατρακυλήσει ως τη θάλασσα, τότε κείνο θα κατρακυλήσει χωρίς χρονοτριβή, με την πρώτη κιόλας διαταγή σας. Λοιπόν, εδώ σας θέλω —δοκιμάστε: Αν εγώ είμαι τόσο άπιστος που μου αξίζει να με βρίζετε συνέχεια και σεις είστε πιστός, προσπαθήστε να πείτε σ' αυτό το βουνό όχι να πάει ως τη θάλασσα (γιατί η θάλασσα είναι μακριά από δω) μα έστω και ως το βρώμικο ποταμάκι μας να κατρακυλήσει, αυτό που τρέχει δυό βήματα πίσω απ' τον κήπο μας και τότε θα δείτε πως τίποτα δε θα κουνηθεί, μα όλα θα μείνουν στην προηγούμενη θέση τους και στην προηγούμενη ακεραιότητά τους, όσο κι αν εσείς θα ξελαρυγγιάζεστε. Αυτό λοιπόν σημαίνει πως και σεις δεν πιστεύετε, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς, με τον τρόπο που πρέπει και το μόνο που κάνετε είναι να βρίζετε τους άλλους. Αν πάρουμε λοιπόν υπόψη μας πως κανένας, στην εποχή που ζούμε, όχι μονάχα σεις μα απολύτως κανένας, αρχίζοντας μάλιστα απ' τα πιο μεγαλόσχημα πρόσωπα ως τον τελευταίο μουζίκο, δε θα μπορέσει ποτέ να σπρώξει το βουνό και να το πάει στη θάλασσα, εκτός ίσως από έναν άνθρωπο σ' όλη τη γη, το πολύ δυο, που κι αυτοί ίσως να σώζουν την ψυχή τους σε καμιά μυστική γωνιά της αιγυπτιακής ερήμου, έτσι που ποτέ δε θα μπορέσεις να τους βρεις αφού λοιπόν είναι έτσι, αφού όλοι οι άλλοι αποδείχνονται άπιστοι, τότε μπορεί τάχα όλους αυτούς τους άλλους, δηλαδή τον πληθυσμό όλης της γης, εκτός από κείνους τους δύο ερημίτες, να τους καταραστεί ο Κύριος ο Θεός μας και να μη συγχωρέσει κανέναν τη στιγμή που όλοι το ξέρουμε πως είναι πανάγαθος; Γι' αυτό λοιπόν και 'γω είμαι ήσυχος που έχω όλη τούτη την ολιγοπιστία, γιατί σίγουρα ο Θεός θα με συγχωρέσει, αν χύσω δάκρυα μετάνοιας.

Στάσου! τσίριξε ο Φιόντορ Παύλοβιτς μέσα σε αποθέωση ενθουσιασμού: Όμως, παρ' όλ' αυτά, νομίζεις πως υπάρχουν δύο άνθρωποι που να μπορούν να κουνήσουν βουνά; Ιβάν, χάραξέ το βαθιά αυτό στο μυαλό σου, σημείωσέ το: όλη η ρούσικη νοοτροπία εκφράστηκε μ' αυτά τα λόγια.

— Η παρατήρησή σας είναι πολύ σωστή. Αυτό είναι χαρακτηριστικό της λαϊκής πίστης, συμφώνησε μ' ένα χαμόγελο επιδοκιμασίας ο Ιβάν.

— Συμφωνείς! Θα πει λοιπόν πως έτσι είναι μια και συμφωνείς εσύ! Αλιόσκα, σωστό δεν είναι; Αυτή δεν είναι ακριβώς η ρούσικη πίστη;

— Όχι, ο Σμερντιακόβ δεν έχει καθόλου ρούσικη πίστη, πρόφερε σοβαρά και σταθερά ο Αλιόσα.

— Εγώ δε μιλάω για την πίστη του, λέω για τούτο το χαρακτηριστικό, για κείνους τους δύο ερημίτες, μονάχα γι' αυτό λέω.

— Ναι, αυτό το χαρακτηριστικό είναι εντελώς ρούσικο, είπε χαμογελώντας ο Αλιόσα.

— Τα λόγια σου αξίζουν δέκα ρούβλια, γαϊδούρα, και θα στα δώσω σήμερα κιόλας, μα στα άλλα και πάλι ψέματα λες, ψέματα, ψέματα. Μάθε, βλάκα, πως αν όλοι μας δεν πιστεύουμε, αυτό γίνεται μόνο και μόνο από ελαφρομυαλιά, γιατί δεν έχουμε τον καιρό να τα σκεφτούμε όλ' αυτά. Πρώτο γιατί έχουμε πολλές δουλειές να κάνουμε και δεύτερο γιατί οι μέρες μας είναι μικρές. Ο Θεός μας έδωσε λίγον καιρό, όλες κι όλες εικοσιτέσσερεις ώρες την ημέρα, έτσι που δεν προφταίνεις ούτε να χορτάσεις ύπνο κι όχι να μετανοήσεις. Όμως εσύ αρνήθηκες την πίστη σου μπροστά στους βασανιστές σου, την ώρα που δεν είχες τίποτ' άλλο να κάνεις παρά μονάχα να σκέφτεσαι τούτη την πίστη σου και ν' αποδείξεις πως πιστεύεις! Έτσι δεν είναι, αδερφέ μου, νομίζω;

— Είναι βέβαια, δε λέω, μα σκεφτείτε το και μόνος σας, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς, πως αυτό ίσα-ίσα είναι ένα ελαφρυντικό. Γιατί αν τότε πίστευα πραγματικά, όπως πρέπει να πιστεύει κανείς, τότε και βέβαια θα 'ταν αμαρτία αν δε δεχόμουνα να βασανιστώ για την πίστη μου κι ασπαζόμουν τη μαγαρισμένη πίστη του Μωάμεθ. Μα τότε ούτε καν θα 'φτανα στα βασανιστήρια γιατί τότε θα 'ταν αρκετό να πω αμέσως στο βουνό: «Κουνήσου και πλάκωσε τον βασανιστή»" αυτό θα προχώραγε και θα τον έλιωνε σαν κατσαρίδα και 'γω θα τράβαγα το δρόμο μου σαν να μην έγινε τίποτα, δοξάζοντας και υμνολογώντας τον Κύριο. Όμως, αν την ίδια κείνη στιγμή τα δοκίμασα όλ' αυτά και φώναξα μ' όλη μου τη δύναμη στο βουνό: πλάκωσε τούτους τους βασανιστές, και κείνο δεν τους πλάκωσε, τότε πέστε μου πώς να μην αμφιβάλλω κείνη την ώρα και μάλιστα σε μια τέτοια στιγμή φοβερού και θανάσιμου τρόμου; Αφού κιόλας δε θα κερδίσω πλέρια τη βασιλεία των ουρανών (αφού δεν κουνήθηκε με την προσταγή μου το βουνό θα πει πως δεν πιστεύουν και τόσο πολύ κείνοι κει πάνω στην πίστη μου κι ούτε με περιμένει κει πέρα μεγάλη ανταμοιβή), γιατί λοιπόν τότε να τους αφήσω να μου γδάρουν και το πετσί μου δίχως κανένα όφελος; Γιατί κι όταν ακόμα θα μου 'χαν γδάρει το μισό πετσί, και τότε δε θα κουνιόταν το βουνό αν του το 'λεγα κι αν του το φώναζα. Μα σε μια τέτοια στιγμή όχι μονάχα μπορεί να με κυριέψει αμφιβολία, μα μπορώ και τα λογικά μου να χάσω απ' τον τρόμο, έτσι που και να σκεφτώ θα μου είναι αδύνατο. Που θα πει πως δε θα 'μαι και πολύ ένοχος μια και δε θα βλέπω ούτε δω ούτε κει κανένα όφελος και καμιάν ανταμοιβή. Δε θα 'ναι καλό λοιπόν να σώσω τουλάχιστον το τομάρι μου; Κι ελπίζοντας στην καλοσύνη του Θεού μένω ήσυχος γιατί θα με συγχωρέσει για όλα...


3. VII. Λογομαχία 3. VII. Debate 3. VII. Debate 3. VII. Debata

Μα ξαφνικά η όνος του Βαλαάμ μίλησε. Συνέβη το θέμα να ’ναι παράξενο: Καθώς ο Γρηγόρης ψώνιζε το πρωί στο μπακάλικο του Λουκιάνοβ, άκουσε την ιστορία ενός Ρώσου φαντάρου. Κάπου μακριά, στα σύνορα, στην Ασία, πιάστηκε αιχμάλωτος. Τον φοβερίσανε πώς θα τον βασανίσουν και θα τον σκοτώσουν αν δεν θελήσει ν’ αλλάξει την πίστη του και να γίνει μωαμεθανός. Όμως αυτός δε δέχτηκε και προτίμησε τα βασανιστήρια. Άφησε να του γδάρουν το πετσί και πέθανε δοξάζοντας και υμνολογώντας το Χριστό. Αυτόν τον άθλο τον έγραφε η εφημερίδα που ’χε έρθει κείνη τη μέρα. Όλ’ αυτά τα διηγήθηκε ο Γρηγόρης την ώρα του φαγητού. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς αγαπούσε κι από πρώτα να κουβεντιάζει και ν’ αστειεύεται μετά το φαΐ, έστω και με τον Γρηγόρη. Τούτη τη φορά ήταν καλοδιάθετος και κεφάτος. Πίνοντας κονιάκ κι ακούγοντας αυτή την ιστορία, παρατήρησε πως έναν τέτοιο φαντάρο θα ’πρεπε να τον κάνουν αμέσως άγιο και το πετσί του να το πάνε σε κανένα μοναστήρι: «Να δεις κόσμος που θα μαζευτεί και χρήμα που θα πέσει». Ο Γρηγόρης στραβομουτσούνιασε βλέποντας πως ο Φιόντορ Παύλοβιτς δε συγκινήθηκε καθόλου μα ξεστόμιζε και τώρα, όπως το συνήθιζε πάντα, τα βλάσφημα λόγια του. Όπου ξαφνικά ο Σμερντιακόβ που στεκόταν κοντά στην πόρτα, χασκογέλασε. Τον Σμερντιακόβ τον αφήνανε και πρώτα να στέκεται κοντά στο τραπέζι, όταν τέλειωνε το φαΐ. Από τότε όμως που ήρθε στην πολιτεία μας ο Ιβάν Φιοντόροβιτς, αυτό γινόταν κάθε μέρα. But suddenly Balaam's voice spoke. It happened to be a strange thing: While Gregory was shopping in the morning at Lukyanov's grocery store, he heard the story of a Russian soldier. Somewhere far away, on the border, in Asia, he was taken prisoner. He was threatened that he would be tortured and killed if he did not want to change his faith and become a Mohammedan. But he did not accept and preferred torture. He let his skin be skinned and died praising and singing the praises of Christ. This feat was reported in the newspaper that had come that day. All this was told by Gregory at dinner time. Fyodor Pavlovitch loved to chat and joke after the meal, even with Gregory. This time he was in a good mood and cheerful. Drinking brandy and listening to this story, he remarked that such a soldier should be made a saint at once and his skin taken to a monastery: "You'll see people gathering and money falling." Gregory pouted, seeing that Fyodor Pavlovitch was not moved at all, but he was now, as was his habit, uttering his blasphemous words. Whereupon suddenly Smerdiakov, who was standing near the door, chuckled. Smerdiakov was also first left standing near the table when he finished eating. But since Ivan Fyodorovich came to our state, this happened every day.

— Γιατί γελάς; ρώτησε ο Φιόντορ Παύλοβιτς που παρατήρησε αμέσως πως ο Σμερντιακόβ ειρωνευόταν, και φυσικά ειρωνευόταν τον Γρηγόρη. - Why are you laughing? asked Fyodor Pavlovich, who immediately noticed that Smerdiakov was mocking, and of course he was mocking Gregory.

— Γελάω για τούτο, άρχισε να λέει ξαφνικά δυνατά κι αναπάντεχα ο Σμερντιακόβ. - I am laughing about it, Smerdyakov suddenly began to say loudly and unexpectedly. Γιατί αν και το κατόρθωμα αυτού του φαντάρου ήταν πολύ μεγάλο, δε θα 'ταν καθόλου αμαρτία νομίζω, αν σε τούτη την περίπτωση απαρνιόταν το Χριστό, να πούμε, και το βάφτισμά του, με το σκοπό να σώσει τη ζωή του και να κάνει καλές πράξεις που μ' αυτές να εξαγοράσει τη λιποψυχία του. For though this soldier's feat was very great, it would not be a sin at all, I think, if in this case he denied Christ, so to speak, and his baptism, in order to save his life and do good deeds with which to redeem his faint-heartedness.

— Πώς λοιπόν δε θα 'ταν αμάρτημα; Ψέματα λες και θα πας γι' αυτό και μόνο στην κόλαση και κει θα σε σιγοψήσουνε σαν αρνί στη σούβλα, είπε ο Φιόντορ Παύλοβιτς. - So how could it not be a sin? "You lie as if you were going to hell for this alone and there you will be roasted like a lamb on a spit," said Fyodor Pavlovich.

Κείνη τη στιγμή ακριβώς είναι που μπήκε ο Αλιόσα. That's exactly the moment when Aliosa came in. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς, όπως είδαμε, χάρηκε πολύ σαν τον είδε. Fiodor Pavlovic, as we saw, was very happy to see him.

— Ένα θέμα που σ' ενδιαφέρει, ένα θέμα δικό σου, χαχάνισε χαρούμενα κι έβαλε τον Αλιόσα να καθίσει και ν' ακούσει. - A matter that interests you, a matter of your own," she giggled happily and made Alyosha sit and listen.

— Όσο για τ' αρνί, έχετε άδικο, τίποτα τέτοιο δε συμβαίνει κει πέρα κι ούτε πρέπει να συμβαίνει αν τυχόν υπάρχει δικαιοσύνη, απάντησε σοβαρά ο Σμερντιακόβ. - "As for the lamb, you are wrong, nothing of the kind happens there, and it shouldn't happen if there is any justice," replied Smerdiakov seriously.

— Πώς έτσι δηλαδή, αν υπάρχει δικαιοσύνη; φώναξε ακόμα πιο εύθυμα ο Φιόντορ Παύλοβιτς και σκούνταγε με το γόνατο τον Αλιόσα, - How so, if there is justice?Fiodor Pavlovic shouted even more cheerfully and nudged Aliosa with his knee,

— Κανάγιας είναι και τίποτα παραπάνω! - He's a cannibal and nothing more! του ξέφυγε άξαφνα του Γρηγόρη. he suddenly missed Gregory's. Κοίταξε κατάματα τον Σμερντιακόβ με θυμό. He looked at Smerdiakov with anger.

— Όσο για το αν είμαι ή όχι κανάγιας, μη βιάζεστε, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς, αντείπε ήσυχα και συγκρατημένα ο Σμερντιακόβ. - As to whether I am a cannibal or not, don't be in a hurry, Grigory Vasilievich, said Smerdyakov quietly and understatedly. Σκεφτείτε το και μόνος σας καλύτερα. Think about it for yourself. Μια και με πιάσανε οι βασανιστές του χριστιανικού γένους και θέλουν να καταραστώ το Θεό μου και ν' αρνηθώ το βάφτισμά μου, έχω όλο το δικαίωμα ν' αποφασίσω ελεύθερα τι θα κάνω γιατί κανένα κρίμα δεν υπάρχει σε τούτη την υπόθεση. Since the tormentors of the Christian race have caught me and want me to curse my God and refuse my baptism, I have every right to decide freely what I will do because there is no judgment in this matter.

— Αυτό μας το 'πες πια, μη φλυαρείς μα απόδειξέ το! - Tell us that now, don't blather, but prove it! φώναξε ο Φιόντορ Παύλοβιτς. Fiodor Pavlovic shouted.

— Σαλτσοχαλαστή! - You're a hose-licker! ψιθύρισε περιφρονητικά ο Γρηγόρης. Gregory whispered contemptuously.

— Όσο για το σαλτσοχαλαστή, περιμένετε λιγάκι και σκεφτείτε το μονάχος σας χωρίς να βρίζετε, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς. - As for the drooling, wait a little and think for yourself without swearing, Gregory Vasilievich. Γιατί μόλις προφέρω στους βασανιστές μου: «Όχι, δεν είμαι χριστιανός και καταριέμαι τον αληθινό Θεό μου», την ίδια κείνη στιγμή, το ανώτατο θεϊκό δικαστήριο θα μαζευτεί ειδικά για μένα και θα μ' αναθεματίσει και θα με αφορίσει η άγια εκκλησία σαν να 'μουνα κάνας ειδωλολάτρης. For I have just pronounced to my tormentors: "No, I am not a Christian and I curse my true God", at that very moment, the supreme divine court will be assembled especially for me and I will be anathematized and excommunicated by the holy church as if I were a pagan. Και μάλιστα τούτο θα γίνει όχι μονάχα τη στιγμή που θα προφέρω τούτα τα λόγια, μα τη στιγμή που θα σκεφτώ να τα προφέρω, έτσι που ούτε ένα τέταρτο του δευτερόλεπτου δε θα περάσει και θα 'μαι κιόλας αφορισμένος. And this will happen not only the moment I utter these words, but the moment I think of uttering them, so that not even a quarter of a second will pass and I will be excommunicated. Είναι ή δεν είναι έτσι, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς; Is it or is it not so, Gregory Vasilievich?

Μίλαγε με φανερή ευχαρίστηση στον Γρηγόρη, απαντώντας στην πραγματικότητα μονάχα στις ερωτήσεις του Φιόντορ Παύλοβιτς. He was talking with obvious pleasure to Gregory, only really answering Fiodor Pavlovic's questions. Το καταλάβαινε πολύ καλά αυτό και ξεπίτηδες προφασιζόταν πως τάχα τον ρωτάει ο Γρηγόρης. He understood this very well and pretended that Gregory was asking him.

— Ιβάν! φώναξε άξαφνα ο Φιόντορ Παύλοβιτς. Fiodor Pavlovic suddenly shouted. Σκύψε να σου πω κάτι στ' αυτί. Let me talk in your ear. Αυτά όλα για σένα τα κάνει. This is all for you. Θέλει να τον παινέψεις. He wants you to praise him. Πες του ένα μπράβο. Give him a thumbs up.

Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς άκουσε με απόλυτη σοβαρότητα αυτή τη γεμάτη ενθουσιασμό παρατήρηση του πατέρα του. Ivan Fyodorovich listened with absolute seriousness to this enthusiastic remark of his father.

— Στάσου, Σμερντιακόβ, σώπα για λίγο, φώναξε και πάλι ο Φιόντορ Παύλοβιτς: Ιβάν, σκύψε πάλι να σου πω κάτι στ' αυτί. - Wait, Smerdiakov, be quiet for a moment, shouted Fiodor Pavlovic again: Ivan, bend down again and I'll tell you something in your ear.

Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς έσκυψε και πάλι έχοντας πολύ σοβαρό ύφος. Ivan Fyodorovich bowed again, looking very serious.

— Σ' αγαπάω και σένα όσο και τον Αλιόσκα. - I love you as much as I love Alioska. Μη νομίζεις πως δε σ' αγαπάω. Don't think I don't love you. Λίγο κονιάκ; A little cognac?

— Βάλτε.

«Όμως εσύ κοπάνησες αρκετά» σκέφτηκε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς και κοίταξε επίμονα τον πατέρα του. "But you've done enough running away," thought Ivan Fyodorovich, and stared at his father. Τον Σμερντιακόβ τον παρατηρούσε με μεγάλη περιέργεια. Smerdiakov observed him with great curiosity.

— Είσαι και τώρα αναθεματισμένος, ξέσπασε ξάφνου ο Γρηγόρης, και πως, βρε κανάγια, τολμάς να συζητάς όταν... - "You're a damn fool now," Gregory suddenly burst out, "and how dare you talk when...

—Μη φουρκίζεσαι, Γρηγόρη, μη βρίζεις! -Don't bother, Gregory, don't swear! τον διέκοψε ο Φιόντορ Παύλοβιτς. he was interrupted by Fiodor Pavlovic.

— Περιμένετε λιγάκι, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς, έστω και δυό λεπτά μονάχα κι ακούστε τη συνέχεια γιατί δεν τα είπα όλα ακόμα. - Wait a little while, Gregory Vasilievich, just a couple of minutes and listen to the rest, because I haven't said everything yet. Γιατί, την ίδια κείνη ώρα που θα με καταραστεί ο Θεός, την ίδια κείνη κρίσιμη στιγμή, γίνομαι κιόλας ένας σωστός ειδωλολάτρης και το βάφτισμα φεύγει από πάνω μου. Because, at the very hour that God is going to curse me, at that very critical moment, I become a proper idolater and the baptism goes away from me. Αυτό τουλάχιστον είναι έτσι όπως το λέω; Is that at least what I'm saying?

— Το συμπέρασμα, αδερφέ μου, το συμπέρασμα να μας πεις, είπε ο Φιόντορ Παύλοβιτς και ρούφηξε με απόλαυση απ' το ποτήρι του. - "The conclusion, my brother, the conclusion you can tell us," said Fyodor Pavlovitch, and he sipped with pleasure from his glass.

— Μια λοιπόν και δεν είμαι χριστιανός, θα πει πως δεν είπα ψέματα στους βασανιστές μου όταν με ρωτήσανε; «Είσαι χριστιανός για δεν είσαι;» Γιατί ο ίδιος ο Θεός μου πήρε πια τον χριστιανισμό μου εξαιτίας και μόνο της σκέψης που 'κανα, πριν προφτάσω καλά-καλά ν' ανοίξω το στόμα μου και ν' απαντήσω στους βασανιστές. - So since I am not a Christian, will he say that I did not lie to my torturers when they asked me? "Are you a Christian for not being a Christian?" For God Himself has now taken away my Christianity because of the very thought I had before I had time to open my mouth and answer the torturers. Και μια και ήμουν πια αποδιωγμένος, τότε με ποιο δικαίωμα και με ποια δικαιοσύνη θα μου ζητήσουν ευθύνες στον άλλον κόσμο επειδή αρνήθηκα το Χριστό τη στιγμή που μονάχα για τη σκέψη μου, προτού καν τον αρνηθώ, μου 'χαν πάρει κιόλας το βάφτισμά μου; Γιατί, μια και δεν είμαι πια χριστιανός, ούτε θα μπορώ ν' αρνηθώ το Χριστό γιατί δε θα 'χω πια τίποτα ν' αρνηθώ. And since I was now cast out, then by what right and by what justice will I be held responsible in the other world for having denied Christ when my baptism had already been taken away for the mere thought of it, before I had even denied him? Because, since I am no longer a Christian, I will not be able to deny Christ because I will no longer have anything to deny. Ποιος θα ζητήσει ευθύνες απ' τον μαγαρισμένο τον Τάταρο, ακόμα και στον ουρανό, επειδή δε γεννήθηκε χριστιανός, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς; Και ποιος θα τον τιμωρήσει; Όλοι το ξέρουν πως από ένα βόδι δεν μπορείς να βγάλεις δυό τομάρια. Who will hold the beloved Tatar responsible, even in heaven, for not being born a Christian, Gregory Vasilievich? And who will punish him? Everyone knows that you can't get two hides out of one ox. Μα κι ο ίδιος ο Παντοδύναμος νομίζω πως θα τιμωρήσει τον Τάταρο με καμιά πολύ ελαφριά τιμωρία (γιατί φυσικά δε γίνεται να μην τον τιμωρήσει και καθόλου) και τούτο γιατί θα σκεφτεί πως δε φταίει βέβαια αυτός αν τον γεννήσανε μαγαρισμένοι άνθρωποι και βγήκε κι αυτός μαγαρισμένος. But I think that the Almighty Himself will punish Tatar with a very light punishment (because of course He cannot not punish him at all) and that is because He will think that it is not his fault if he was born of blessed people and he came out blessed. Γιατί δεν μπορεί βέβαια ο Κύριος ο Θεός μας να κάνει πως δεν ξέρει και να λέει πως κι αυτός ήτανε χριστιανός. For surely the Lord our God cannot pretend not to know and say that he too was a Christian. Έτσι δεν είναι; Αυτό θα σήμαινε πως ο Παντοδύναμος θα 'λεγε ψέματα πέρα ως πέρα. Isn't it? That would mean that the Almighty would be lying through his teeth. Μα μήπως μπορεί ποτέ ο Παντοδύναμος, ,ο κύριος του ουρανού και της γης, να πει ψέματα, έστω και μια λέξη ψεύτικη να πει;

Ο Γρηγόρης έμεινε κόκαλο και κοίταζε τον ρήτορα με γουρλωμένα μάτια. Grigoris remained bone-headed and stared at the orator with rolled eyes. Αν και δεν καταλάβαινε καλά τι του λένε, κάτι ένιωσε όμως απ' όλη αυτή τη φλυαρία και είχε ύφος ανθρώπου που χτύπησε αναπάντεχα το κούτελό του στον τοίχο. Although he didn't quite understand what they were saying, he felt something from all this chatter and he had the look of a man who had unexpectedly banged his forehead against the wall. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς άδειασε το ποτήρι κι άρχισε να γελάει διαπεραστικά. Fiodor Pavlovic emptied the glass and began to laugh piercingly.

— Αλιόσκα, Αλιόσκα, άκου τον τι λέει! - Alioska, Alioska, listen to him! Βρε τον καζουιστή! Look at that faggot! Σίγουρα κάπου θα μαθήτεψε στους Ιησουίτες, Ιβάν. I'm sure he learned his Jesuit lessons somewhere, Ivan. Βρε βρωμερέ ιησουίτη, ποιος σου τα 'μαθε αυτά; Όμως ψέματα λες, καζουιστή, όλο ψέματα, λες, ψέματα. Μην κλαις, Γρηγόρη, θα τον ξετινάξουμε τώρα στη στιγμή. Πες μου τούτο, γαϊδούρα του Βαλαάμ: Ας παραδεχτούμε πως είσαι εντάξει απέναντι στους βασανιστές σου, όμως παρ' όλ' αυτά μέσα σου αρνήθηκες όπως και να 'ναι την πίστη σου και το λες και μόνος σου πως την ίδια κείνη στιγμή αναθεματίστηκες πια. Μια λοιπόν κι αναθεματίστηκες, δεν πιστεύω να σε χαϊδολογήσουνε στην κόλαση γι' αυτό πώς το νομίζεις, υπέροχε ιησουίτη μου; Well, since you are damned, I don't think you will be pampered in hell for that, how do you think, my wonderful Jesuit?

— Δεν υπάρχει αμφιβολία πως μέσα μου απαρνήθηκα, όμως και πάλι δεν υπάρχει δω πέρα κανένα ιδιαίτερο αμάρτημα, κι αν ακόμα έγινε κάποιο μικρό κριματάκι, τούτο είναι απ' τα πιο συνηθισμένα.

— Πώς έτσι απ' τα πιο συνηθισμένα!

— Ψέματα λες καταρ-ρ-ραμένε, σφύριξε ο Γρηγόρης. - You're lying, you lying bastard, Gregory hissed.

— Μα σκεφτείτε το και μόνος σας, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς, εξακολούθησε να λέει ήσυχα και ψύχραιμα ο Σμερντιακόβ βέβαιος για τη νίκη του, μα και με κάποια μεγαλοψυχία για τον κατασυντριμμένο αντίπαλο. - But think it over for yourself, Gregory Vasilievich, continued to say quietly and calmly, Smerdiakov, confident of his victory, but with a certain magnanimity for his crushed opponent. Σκεφτείτε το και μόνος σας, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς: Η Γραφή λέει πως αν έχετε έστω κι έναν κόκο πίστεως και πείτε σ' ένα βουνό να κατρακυλήσει ως τη θάλασσα, τότε κείνο θα κατρακυλήσει χωρίς χρονοτριβή, με την πρώτη κιόλας διαταγή σας. Think about it for yourself, Gregory Vasilievich: The Bible says that if you have even one knot of faith and tell a mountain to roll down to the sea, it will roll down without delay, at your very first command. Λοιπόν, εδώ σας θέλω —δοκιμάστε: Αν εγώ είμαι τόσο άπιστος που μου αξίζει να με βρίζετε συνέχεια και σεις είστε πιστός, προσπαθήστε να πείτε σ' αυτό το βουνό όχι να πάει ως τη θάλασσα (γιατί η θάλασσα είναι μακριά από δω) μα έστω και ως το βρώμικο ποταμάκι μας να κατρακυλήσει, αυτό που τρέχει δυό βήματα πίσω απ' τον κήπο μας και τότε θα δείτε πως τίποτα δε θα κουνηθεί, μα όλα θα μείνουν στην προηγούμενη θέση τους και στην προηγούμενη ακεραιότητά τους, όσο κι αν εσείς θα ξελαρυγγιάζεστε. Well, here I want you to try: If I am so unbelieving that I deserve to be constantly cursed and you are a believer, try to tell this mountain not to go as far as the sea (for the sea is far from here) but at least to go down to our dirty little river, the one that runs two steps behind our garden, and then you will see that nothing will move, but everything will remain in its former place and in its former integrity, no matter how much you cry out. Αυτό λοιπόν σημαίνει πως και σεις δεν πιστεύετε, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς, με τον τρόπο που πρέπει και το μόνο που κάνετε είναι να βρίζετε τους άλλους. So that means that you don't believe, Gregory Vasilievich, in the way you should and all you do is insult others. Αν πάρουμε λοιπόν υπόψη μας πως κανένας, στην εποχή που ζούμε, όχι μονάχα σεις μα απολύτως κανένας, αρχίζοντας μάλιστα απ' τα πιο μεγαλόσχημα πρόσωπα ως τον τελευταίο μουζίκο, δε θα μπορέσει ποτέ να σπρώξει το βουνό και να το πάει στη θάλασσα, εκτός ίσως από έναν άνθρωπο σ' όλη τη γη, το πολύ δυο, που κι αυτοί ίσως να σώζουν την ψυχή τους σε καμιά μυστική γωνιά της αιγυπτιακής ερήμου, έτσι που ποτέ δε θα μπορέσεις να τους βρεις αφού λοιπόν είναι έτσι, αφού όλοι οι άλλοι αποδείχνονται άπιστοι, τότε μπορεί τάχα όλους αυτούς τους άλλους, δηλαδή τον πληθυσμό όλης της γης, εκτός από κείνους τους δύο ερημίτες, να τους καταραστεί ο Κύριος ο Θεός μας και να μη συγχωρέσει κανέναν τη στιγμή που όλοι το ξέρουμε πως είναι πανάγαθος; Γι' αυτό λοιπόν και 'γω είμαι ήσυχος που έχω όλη τούτη την ολιγοπιστία, γιατί σίγουρα ο Θεός θα με συγχωρέσει, αν χύσω δάκρυα μετάνοιας. If we take into account that no one, in the present age, not only you but absolutely no one, starting from the most illustrious persons to the last muzhik, will ever be able to push the mountain and take it to the sea, except perhaps one man in the whole earth, at most two, who may save their souls in some secret corner of the Egyptian desert, so that you will never be able to find them. If that is so, if all the others turn out to be unbelievers, then can the Lord our God curse all these others, that is, the population of the whole earth, except those two hermits, and not forgive anyone when we all know that he is all-good? Wherefore I also am at peace that I have all this oligarchy, for surely God will forgive me if I shed tears of repentance.

Στάσου! τσίριξε ο Φιόντορ Παύλοβιτς μέσα σε αποθέωση ενθουσιασμού: Όμως, παρ' όλ' αυτά, νομίζεις πως υπάρχουν δύο άνθρωποι που να μπορούν να κουνήσουν βουνά; Ιβάν, χάραξέ το βαθιά αυτό στο μυαλό σου, σημείωσέ το: όλη η ρούσικη νοοτροπία εκφράστηκε μ' αυτά τα λόγια. Fiodor Pavlovic shrieked in a frenzy of excitement: But, nevertheless, do you think there are two people who can move mountains? Ivan, carve this deep in your mind, make a note of it: the whole Ruthenian mentality was expressed in these words.

— Η παρατήρησή σας είναι πολύ σωστή. - Your observation is very correct. Αυτό είναι χαρακτηριστικό της λαϊκής πίστης, συμφώνησε μ' ένα χαμόγελο επιδοκιμασίας ο Ιβάν. This is typical of the popular faith, Ivan agreed with a smile of approval.

— Συμφωνείς! Θα πει λοιπόν πως έτσι είναι μια και συμφωνείς εσύ! So he'll say that's the way it is and you agree! Αλιόσκα, σωστό δεν είναι; Αυτή δεν είναι ακριβώς η ρούσικη πίστη; Alisocca, is that right? Isn't that exactly the Rushian faith?

— Όχι, ο Σμερντιακόβ δεν έχει καθόλου ρούσικη πίστη, πρόφερε σοβαρά και σταθερά ο Αλιόσα. - No, Smerdiakov has no Russo faith at all, Alyosha pronounced seriously and firmly.

— Εγώ δε μιλάω για την πίστη του, λέω για τούτο το χαρακτηριστικό, για κείνους τους δύο ερημίτες, μονάχα γι' αυτό λέω. - I'm not talking about his faith, I'm talking about this characteristic, about those two hermits, that's all I'm talking about.

— Ναι, αυτό το χαρακτηριστικό είναι εντελώς ρούσικο, είπε χαμογελώντας ο Αλιόσα. - Yes, this feature is totally Rousseauian, said Aliosha with a smile.

— Τα λόγια σου αξίζουν δέκα ρούβλια, γαϊδούρα, και θα στα δώσω σήμερα κιόλας, μα στα άλλα και πάλι ψέματα λες, ψέματα, ψέματα. - Your words are worth ten rubles, you donkey, and I'll give them to you today, but for the rest you're still lying, lying, lying. Μάθε, βλάκα, πως αν όλοι μας δεν πιστεύουμε, αυτό γίνεται μόνο και μόνο από ελαφρομυαλιά, γιατί δεν έχουμε τον καιρό να τα σκεφτούμε όλ' αυτά. Learn, you fool, that if we all don't believe, it's only because of a light-headedness, because we don't have time to think about it all. Πρώτο γιατί έχουμε πολλές δουλειές να κάνουμε και δεύτερο γιατί οι μέρες μας είναι μικρές. Firstly because we have a lot of work to do and secondly because our days are short. Ο Θεός μας έδωσε λίγον καιρό, όλες κι όλες εικοσιτέσσερεις ώρες την ημέρα, έτσι που δεν προφταίνεις ούτε να χορτάσεις ύπνο κι όχι να μετανοήσεις. God has given us a short time, all twenty-four hours a day, so that you don't even have time to get enough sleep and not to repent. Όμως εσύ αρνήθηκες την πίστη σου μπροστά στους βασανιστές σου, την ώρα που δεν είχες τίποτ' άλλο να κάνεις παρά μονάχα να σκέφτεσαι τούτη την πίστη σου και ν' αποδείξεις πως πιστεύεις! But you denied your faith before your tormentors, when you had nothing to do but think about your faith and prove that you believe! Έτσι δεν είναι, αδερφέ μου, νομίζω; Isn't that right, my brother, I think?

— Είναι βέβαια, δε λέω, μα σκεφτείτε το και μόνος σας, Γρηγόρη Βασίλιεβιτς, πως αυτό ίσα-ίσα είναι ένα ελαφρυντικό. - Of course, I'm not saying, but think about it for yourself, Gregory Vasilievich, that this is barely a mitigating factor. Γιατί αν τότε πίστευα πραγματικά, όπως πρέπει να πιστεύει κανείς, τότε και βέβαια θα 'ταν αμαρτία αν δε δεχόμουνα να βασανιστώ για την πίστη μου κι ασπαζόμουν τη μαγαρισμένη πίστη του Μωάμεθ. For if I really believed then, as one should believe, then of course it would be a sin if I did not accept to be tortured for my faith and embrace the blessed faith of Muhammad. Μα τότε ούτε καν θα 'φτανα στα βασανιστήρια γιατί τότε θα 'ταν αρκετό να πω αμέσως στο βουνό: «Κουνήσου και πλάκωσε τον βασανιστή»" αυτό θα προχώραγε και θα τον έλιωνε σαν κατσαρίδα και 'γω θα τράβαγα το δρόμο μου σαν να μην έγινε τίποτα, δοξάζοντας και υμνολογώντας τον Κύριο. But then I wouldn't even be allowed to go to the torture because then it would be enough to say immediately to the mountain: "Move and smite the torturer," that would go ahead and crush him like a cockroach and I would go on my way as if nothing had happened, praising and singing praises to the Lord. Όμως, αν την ίδια κείνη στιγμή τα δοκίμασα όλ' αυτά και φώναξα μ' όλη μου τη δύναμη στο βουνό: πλάκωσε τούτους τους βασανιστές, και κείνο δεν τους πλάκωσε, τότε πέστε μου πώς να μην αμφιβάλλω κείνη την ώρα και μάλιστα σε μια τέτοια στιγμή φοβερού και θανάσιμου τρόμου; Αφού κιόλας δε θα κερδίσω πλέρια τη βασιλεία των ουρανών (αφού δεν κουνήθηκε με την προσταγή μου το βουνό θα πει πως δεν πιστεύουν και τόσο πολύ κείνοι κει πάνω στην πίστη μου κι ούτε με περιμένει κει πέρα μεγάλη ανταμοιβή), γιατί λοιπόν τότε να τους αφήσω να μου γδάρουν και το πετσί μου δίχως κανένα όφελος; Γιατί κι όταν ακόμα θα μου 'χαν γδάρει το μισό πετσί, και τότε δε θα κουνιόταν το βουνό αν του το 'λεγα κι αν του το φώναζα. But if at that very moment I tried all these things and cried out with all my might to the mountain, "Slay these tormentors," and it did not slay them, then tell me how can I not doubt at that moment, and at such a moment of terrible and deadly terror? Since I will not even gain the kingdom of heaven (since the mountain did not move at my command, it will mean that they do not believe in my faith so much and no great reward awaits me there), why then should I let them skin me without any benefit? For even when they had skinned half my skin, and then the mountain would not move if I told him and if I shouted at him. Μα σε μια τέτοια στιγμή όχι μονάχα μπορεί να με κυριέψει αμφιβολία, μα μπορώ και τα λογικά μου να χάσω απ' τον τρόμο, έτσι που και να σκεφτώ θα μου είναι αδύνατο. But at such a time not only can I be overcome with doubt, but I can even lose my senses in terror, so that it will be impossible for me to think. Που θα πει πως δε θα 'μαι και πολύ ένοχος μια και δε θα βλέπω ούτε δω ούτε κει κανένα όφελος και καμιάν ανταμοιβή. Which means I won't be very guilty since I won't see any benefit or reward here or there. Δε θα 'ναι καλό λοιπόν να σώσω τουλάχιστον το τομάρι μου; Κι ελπίζοντας στην καλοσύνη του Θεού μένω ήσυχος γιατί θα με συγχωρέσει για όλα... So wouldn't it be good to at least save my own skin? And hoping in God's goodness I rest easy because he will forgive me for everything...