×

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη λειτουργία του LingQ. Επισκέπτοντας τον ιστότοπο, συμφωνείς στην cookie policy.


image

Ντοστογιέφσκι, Φ - Αδελφοί Καραμάζοφ, 1. III. Ο Δεύτερος γάμος και τα Δεύτερα παιδιά

1. III. Ο Δεύτερος γάμος και τα Δεύτερα παιδιά

Ο Φιόντορ Παύλοβιτς, αφού ξεφορτώθηκε τον Μίτια, που ήταν τότε τεσσάρων χρονών, παντρεύτηκε πολύ γρήγορα για δεύτερη φορά. Τούτη τη δεύτερη φορά έμεινε παντρεμένος οχτώ χρόνια. Η δεύτερη γυναίκα του, η Σοφία Ιβάνοβνα ήταν πολύ νέα. Τη γνώρισε σε μιαν άλλη επαρχία όπου είχε πάει για κάτι μικροεργολαβίες με συνέταιρο έναν Εβραίο. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς, αν και γλεντούσε και μέθαγε και ζούσε ακόλαστα, δεν έπαυε ποτέ του ν' ασχολείται με την τοποθέτηση των κεφαλαίων του και πάντα έβγαζε πέρα τις δουλίτσες του, φυσικά πάντα σχεδόν με ατιμίες. Η Σοφία Ιβάνοβνα ήταν μια «ορφανή» που απ' τα μικράτα της δεν είχε γνωρίσει τους γονείς της, κόρη κάποιου αμόρφωτου διάκου. Μεγάλωσε στο σπίτι μιας ευεργέτισσας, που την ανάθρεφε και τη βασάνιζε, μιας γνωστής γριάς στρατηγίνας, χήρας του στρατηγού Βορόχοβ. Δεν ξέρω λεπτομέρειες, άκουσα μονάχα πως τάχα την ευεργετούμενη, που ήταν σεμνή, άκακη και ήρεμη την ξεκρέμασαν μια φορά απ' το σκοινί, που 'χε στεριώσει μ' ένα καρφί μέσα στο κελάρι, τόσο δύσκολο της ήταν να υποφέρει τις ιδιοτροπίες και την ατέλειωτη γκρίνια αυτής της γριάς που κατά τα φαινόμενα δεν ήταν κακιά, μα που καταντούσε ανυπόφορη γιατί ξεκουτιάθηκε απ' την τεμπέλικη ζωή που έκανε. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς ζήτησε το χέρι της Σοφίας Ιβάνοβνας, η στρατηγίνα πήρε τις πληροφορίες της γι' αυτόν και τον έδιωξε και τότε κείνος, όπως και στον πρώτο του γάμο, πρότεινε στην ορφανή να την απαγάγει. Είναι πολύ, πάρα πολύ πιθανό πως κι αυτή ακόμα δε θα δεχότανε να τον πάρει, αν μάθαινε έγκαιρα περισσότερες λεπτομέρειες γι' αυτόν. Μα όλ' αυτά γίνονταν σ' άλλην επαρχία, κι εξάλλου τι μπορούσε να καταλάβει αυτό το δεκαεξάχρονο κορίτσι. Το μόνο που ήξερε ήταν πως κάλλιο να ριχνόταν στο ποτάμι παρά να μείνει στο σπίτι της ευεργέτισσάς της. Έτσι λοιπόν έφυγε κι αυτή η καημένη απ' την ευεργέτισσα και πήγε στον ευεργέτη. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς δεν πήρε πεντάρα τούτη τη φορά γιατί η στρατηγίνα θύμωσε, δεν τους έδωσε τίποτα, μονάχα τους καταράστηκε και τους δυό. Μα αυτός ούτε που υπολόγιζε να πάρει τίποτα αυτή τη φορά. Τον τράβηξε μονάχα η εξαιρετική ομορφιά αυτού του αθώου κοριτσιού και, το κυριότερο, η αθώα του έκφραση, που έκανε εντύπωση σ' αυτόν τον φιλήδονο που ως τα τότε αγαπούσε μονάχα τις αδιάντροπες γυναίκες. «Αυτά τα αθώα ματάκια μου σφάξανε τότε την καρδιά», έλεγε αργότερα χαχανίζοντας σιγά με τον αηδιαστικό του τρόπο. Φυσικά ένας διεφθαρμένος μονάχα από φιληδονία θα μπορούσε να αισθανθεί κάτι τέτοιο. Μια λοιπόν και δεν πήρε καμιάν αποζημίωση, ο Φιόντορ Παύλοβιτς δεν έκανε καθόλου τσιριμόνιες με τη γυναίκα του. Επωφελήθηκε απ' το γεγονός πως ήταν σαν να λέμε «ένοχη» απέναντι του και πως αυτός σχεδόν την «ξεκρέμασε απ' τη θηλιά», επωφελήθηκε εκτός απ' αυτό κι απ' την φαινομενική της υποταγή και πραότητα, τόσο που ποδοπάτησε ακόμα και την πιο συνηθισμένη συζυγική ευπρέπεια. Έρχονταν στο σπίτι γυναίκες του δρόμου και κει, μπροστά στη σύζυγο, γίνονταν όργια. Θ' αναφέρω και τούτο γιατί είναι χαρακτηριστικό: Ο υπηρέτης Γρηγόρης, ένας σκυθρωπός, κουτός και πεισματάρης ορθολογιστής, που μισούσε την προηγούμενη αφέντισσα, την Αδελαΐδα Ιβάνοβνα, τούτη τη φορά πήρε το μέρος της νέας κυρίας, την υπεράσπιζε και μάλωνε μάλιστα για χάρη της με τον Φιόντορ Παύλοβιτς μ' έναν τρόπο σχεδόν ανάρμοστο σ' έναν υπηρέτη. Μια φορά μάλιστα έφτασε στο σημείο να διαλύσει το όργιο και να κυνηγήσει τις πρόστυχες γυναίκες. Το αποτέλεσμα ήταν πως αυτή η δύστυχη, η κατατρομαγμένη απ' τα μικράτα της νεαρή κοπέλα, έπαθε κάποια νευρική γυναικεία αρρώστια που συναντιέται συχνότερα στα λαϊκά στρώματα, στις χωριάτισσες και που γι' αυτό τις λένε σεληνιασμένες. Απ' αυτή την αρρώστια, που συνοδευόταν από τρομερές υστερικές κρίσεις, η δύστυχη έχανε πότε-πότε και τα λογικά της ακόμα. Όμως, παρ' όλ' αυτά, γέννησε δυό γιους του Φιόντορ Παύλοβιτς, τον Ιβάν και τον Αλεξέι, τον ένα στον πρώτο χρόνο του γάμου και τον άλλο τρία χρόνια αργότερα. Όταν πέθανε, ο Αλεξέι είχε πατήσει πια τα τέσσερα και, όσο κι αν αυτό φαίνεται παράξενο, ξέρω πως η μητέρα του του 'μείνε στη μνήμη και τη θυμόταν, σαν όνειρο βέβαια, σ' όλη του τη ζωή. Μόλις εκείνη πέθανε, με τα δυό αγόρια συνέβη ακριβώς το ίδιο που έγινε κα με τον πρώτο γιο, τον Μίτια. Κι αυτά τα ξέχασε και τα παράτησε εντελώς ο πατέρας και καταλήξανε στην ίζμπα του Γρηγόρη. Σ' αυτή την ίζμπα τους βρήκε η γκρινιάρα στρατηγίνα, η ευεργέτισσα της μητέρας τους. Ζούσε ακόμα, κι όλον εκείνο τον καιρό, όλα τα οχτώ χρόνια, δεν μπορούσε να ξεχάσει την προσβολή που της είχαν κάνει. Όλα εκείνα τα οχτώ χρόνια είχε τις πιο λεπτομερειακές πληροφορίες για το πώς τα περνάει η «Σοφή» της κι ακούγοντας πως είναι άρρωστη και σε τι αισχρό περιβάλλον ζούσε, είπε δυο-τρεις φορές στις υπηρέτριές της: «Καλά να πάθει, την τιμωρεί ο Θεός για την αχαριστία της».

Ακριβώς τρεις μήνες μετά το θάνατο της Σοφίας Ιβάνοβνας, η στρατηγίνα παρουσιάστηκε ξαφνικά στην πολιτεία μας και πήγε αμέσως στο σπίτι του Φιόντορ Παύλοβιτς. Έμεινε μισή ώρα όλη κι όλη στην πολιτεία, μα έκανε πολλά πράματα. Ήταν κατά το βραδάκι. Βρήκε τον Φιόντορ Παύλοβιτς, που είχε να τον δει οχτώ χρόνια, να 'ναι στο κέφι. Διηγούνται πως αυτή, αμέσως, χωρίς καμιάν εξήγηση, μόλις τον είδε, του 'δωσε δυό γερά και ηχηρά χαστούκια, του τράβηξε τρεις φορές το τσουλούφι κι ύστερα, χωρίς να προσθέσει λέξη, πήγε κατευθείαν στην ίζμπα, στα δυό αγόρια. Τους έριξε μια ματιά και βλέποντας πως ήταν άπλυτα και πως φοράγανε βρώμικα ρούχα, έδωσε ένα χαστούκι και στον Γρηγόρη, του ανακοίνωσε πως θα πάρει μαζί της τα δυό παιδιά, ύστερα τα 'βγάλε έξω όπως ήταν, τα τύλιξε σε μια κουβέρτα, τ' ανέβασε στ ' αμάξι και τράβηξε για την πολιτεία της. Ο Γρηγόρης υπόμεινε το χαστούκι σαν πιστός δούλος, δεν είπε ούτε μια βάναυση λέξη, κι όταν ξεπροβόδισε τη γριά αφέντισσα ως τ' αμάξι, της έκανε μιαν βαθιάν υπόκλιση και της είπε μ' επίσημο τόνο πως «ο Θεός θα ξεπληρώσει το καλό που 'κανε στα ορφανά». «Εσύ ωστόσο είσαι κουτεντές!» του φώναξε η στρατηγίνα φεύγοντας. Όταν ο Φιόντορ Παύλοβιτς κατάλαβε τι έτρεξε, βρήκε πως αυτή η δουλειά έγινε πολύ καλά όπως έγινε και δεν έφερε αντίρρηση σε κανένα σημείο αργότερα, όταν χρειάστηκε να δώσει την τυπική του συγκατάθεση για την ανατροφή των παιδιών απ' τη στρατηγίνα. Όσο για τα χαστούκια, πήγαινε ο ίδιος και τα διαλαλούσε σ' όλη την πολιτεία.

Συνέβη να πεθάνει και η στρατηγίνα σε λίγο, έχοντας γράψει όμως στη διαθήκη της από χίλια ρούβλια για τα δυό μικρά, «για την εκπαίδευσή τους και να ξοδευτούν οπωσδήποτε για τις ανάγκες τους τούτα τα λεφτά, με τον όρο όμως να φτάσουν ως την ενηλικίωσή τους, επειδή για κάτι τέτοια παιδιά είναι αρκετή και με το παραπάνω μια τέτοια δωρεά κι αν έχει κανείς αντίρρηση ας ανοίξει ο ίδιος το πουγγί του κ.τ.λ., κ.τ.λ.». Εγώ δε διάβασα ο ίδιος τη διαθήκη, άκουσα όμως πως είχε ακριβώς κάποια παρόμοια παραξενιά που 'χε εκφραστεί κιόλας μ' έναν πολύ ιδιόρρυθμο τρόπο. Πάντως ο κυριότερος κληρονόμος της γριάς βρέθηκε να 'ναι ένας τίμιος άνθρωπος, ο προεστός των ευγενών κείνης της επαρχίας, ο Εφήμ Πετρόβιτς Πολένοβ. Αφού αλληλογράφησε με τον Φιόντορ Παύλοβιτς και κατάλαβε με το πρώτο πως αυτός δεν πρόκειται να δώσει πεντάρα για την ανατροφή των ίδιων του των παιδιών (αν και ποτέ δεν αρνιόταν καθαρά, μα μονάχα ανέβαλε συνεχώς σ' αυτές τις περιπτώσεις, και ξεχυνόταν μάλιστα καμιά φορά σ' απέραντες αισθηματολογίες) φρόντισε προσωπικά για τα ορφανά κι αγάπησε ιδιαίτερα το μικρότερο, τον Αλεξέι, τόσο που τούτος ο τελευταίος έζησε αρκετό διάστημα στην οικογένειά του. Αυτό παρακαλώ τον αναγνώστη να το προσέξει απ' την αρχή. Τούτα τα παιδιά μονάχα τον Εφήμ Πετρόβιτς θα 'πρεπε να ευγνωμονούν σ ' όλη τους τη ζωή για την ανατροφή και την εκπαίδευσή τους. Ήταν ένας ευγενέστατος άνθρωπος, πολύ πονετικός, από κείνους που σπάνια συναντάει κανείς. Φύλαξε τα χίλια ρούβλια του κάθε μικρού που τους είχε αφήσει η στρατηγίνα και δεν τα πείραξε καθόλου, έτσι που ώσπου να γίνουν ενήλικοι αυξηθήκανε με τους τόκους. Τους ανάθρεψε με δικά του λεφτά και φυσικά ξόδεψε πολύ περισσότερα από χίλια για τον καθένα. Δεν πρόκειται ν' αρχίσω από τώρα μια λεπτομερειακή εξιστόρηση των παιδικών κι εφηβικών του χρόνων, θα σημειώσω μονάχα τα πιο σπουδαία περιστατικά. Για τον μεγαλύτερο, τον Ιβάν, θα πω μονάχα πως μεγάλωνε πάντα σκυθρωπός και κλεισμένος στον εαυτό του. Δεν ήταν καθόλου δειλός μα είχε απ' τα δέκα του κιόλας χρόνια διαποτιστεί με τη σκέψη πως, όπως και να 'ναι, ζουν σε ξένη οικογένεια και με την ελεημοσύνη των ξένων και πως ο πατέρας τους είναι τέτοιος που είναι ντροπή και να μιλάει κανείς γι' αυτόν κ.τ.λ., κ.τ.λ. Αυτό το παιδί έδειξε πολύ νωρίς, σχεδόν απ' τα μικράτα του (όπως λέγανε τουλάχιστον) ξεχωριστές ικανότητες για μάθηση. Δεν ξέρω ακριβώς πώς έγινε, μα έφυγε απ' την οικογένεια του Εφήμ Πετρόβιτς μόλις δεκατριών χρονών και πήγε εσωτερικός σ' ένα γυμνάσιο της Μόσχας, σε κάποιον έμπειρο και φημισμένον τότε παιδαγωγό, που ήταν παιδικός φίλος του Εφήμ Πετρόβιτς. Ο ίδιος ο Ιβάν διηγόταν ύστερα πως όλ' αυτά έγιναν εξαιτίας της, ας πούμε έτσι, «έφεσης για καλές πράξεις» του Εφήμ Πετρόβιτς που του καρφώθηκε η ιδέα πως ένα παιδί με ιδιοφυία πρέπει να το αναθρέψει ένας εξαιρετικός δάσκαλος. Πάντως, ούτε ο εξαιρετικός δάσκαλος ούτε ο Εφήμ Πετρόβιτς ζούσανε πια όταν ο νέος τέλειωσε το γυμνάσιο και μπήκε στο Πανεπιστήμιο. Επειδή ο Εφήμ Πετρόβιτς τα κανόνισε άσκημα και η είσπραξη των χίλιων ρουβλιών, που κληροδότησε η στρατηγίνα και που με τους τόκους είχαν γίνει δυο χιλιάδες, καθυστέρησε εξαιτίας των αναπότρεπτων γραφειοκρατικών μας διατυπώσεων, ο νέος τα βρήκε πολύ σκούρα, αφού αναγκαζόταν τα δυο πρώτα χρόνια να συντηρεί μονάχος του τον εαυτό του και ταυτόχρονα να σπουδάζει. Πρέπει να παρατηρήσουμε πως αυτός ούτε έκανε καν καμιάν απόπειρα να γράψει στον πατέρα του — ίσως από περηφάνια κι από περιφρόνηση που ένιωθε γι' αυτόν, ίσως όμως και γιατί η ψυχρή λογική του 'λεγε πως απ' τον μπαμπάκα του δεν είχε να περιμένει καμιά σοβαρή υποστήριξη. Όπως και να 'ναι, ο νέος δεν τα 'χασε καθόλου και κατάφερε να βρει δουλειά. Στην αρχή παρέδιδε μαθήματα για είκοσι καπίκια και ύστερα έδινε στις εφημερίδες αρθράκια των δέκα στίχων όπου περιγράφονταν σκηνές του δρόμου, με την υπογραφή «αυτόπτης». Λένε πως αυτά τα αρθράκια ήταν γραμμένα τόσο πρωτότυπα και πικάντικα, που γρήγορα απόχτησαν μεγάλη ζήτηση. Έτσι ο νεαρός μας αποδείχτηκε πιο πρακτικός και πιο έξυπνος απ' όλη την πολυάριθμη μερίδα της σπουδάζουσας νεολαίας μας και των δύο φύλων, που είναι πάντα αδέκαρη και δυστυχισμένη στις πρωτεύουσες και που χάνει συνήθως τον καιρό της στα γραφεία των εφημερίδων και των περιοδικών μην μπορώντας να βρει τίποτα καλύτερο απ' την αιώνια επανάληψη της ίδιας παράκλησης για μεταφράσεις απ' τα γαλλικά ή για αντίγραφα. Μια και γνωρίστηκε με τους συντάχτες, ο Ιβάν Φιοντόροβιτς διατήρησε τις σχέσεις του μαζί τους, έτσι που στα τελευταία χρόνια των σπουδών του στο Πανεπιστήμιο δημοσίευσε κριτικές για βιβλία διαφόρων θεμάτων, και τα γραφτά του αυτά δείχνανε μεγάλο ταλέντο, τόσο που έγινε γνωστός στους φιλολογικούς κύκλους. Εδώ που τα λέμε, μονάχα τον τελευταίο καιρό τα κατάφερε να τον προσέξει ένας ευρύτερος κύκλος αναγνωστών. Τότε τον ξεχώρισαν πολλοί και τον μάθανε. Αυτό ήταν ένα αρκετά περίεργο περιστατικό. Όταν πια τέλειωσε το Πανεπιστήμιο κι ετοιμαζόταν με τις δυό του χιλιάδες να φύγει για το εξωτερικό, ο Ιβάν Φιοντόροβιτς δημοσίευσε ξαφνικά σε μιαν απ' τις μεγάλες εφημερίδες ένα παράξενο άρθρο, που το πρόσεξαν ακόμα κι αυτοί που δεν ήταν ειδικοί και, το σπουδαιότερο, πάνω σ' ένα θέμα εντελώς άγνωστο γι' αυτόν, θα 'λεγε κανείς, μια και κείνος είχε βγάλει τη Φυσικομαθηματική Σχολή. Το άρθρο είχε γραφτεί για το ζήτημα που 'χε γίνει τότε παντού της ημέρας, για τα εκκλησιαστικά δικαστήρια. Κριτικάροντας μερικές διατυπωμένες πια γνώμες γι' αυτό το ζήτημα, εξέθεσε κι αυτός την προσωπική του άποψη. Το σπουδαίο ήταν το ύφος και το εξαιρετικά αναπάντεχο συμπέρασμα. Κι όμως, παρ' όλ' αυτά, πολλοί από τους κληρικόφρονες θεώρησαν το συγγραφέα δικό τους. Και ξαφνικά, δίπλα σ' αυτούς, όχι μονάχα οι αντικληρικόφρονες μα κι αυτοί ακόμα οι αθεϊστές αρχίσανε να χειροκροτούν. Τελικά, μερικοί έξυπνοι άνθρωποι κατάλαβαν πως όλο το άρθρο δεν είναι τίποτ' άλλο από μια θρασύτατη φάρσα και κοροϊδία. Αν σημειώνω τούτο το γεγονός, είναι γιατί αυτό το άρθρο έφτασε με τον καιρό και στο δικό μας περίφημο μοναστήρι που βρισκόταν κοντά στην πολιτεία μας, όπου ενδιαφέρονταν απ' ανέκαθεν για το ζήτημα των εκκλησιαστικών δικαστηρίων, που είχε πάρει τότε μεγάλη δημοσιότητα κι έκταση. Έφτασε το άρθρο και τους άφησε όλους κυριολεκτικά μ' ανοιχτό το στόμα. Όταν μάθανε και τ' όνομα του συγγραφέα, ενδιαφέρθηκαν ακόμα περισσότερο μια και είχε γεννηθεί στην πολιτεία μας και ήταν γιος «κείνου, ντε, του Φιόντορ Παύλοβιτς». Και τότε ξαφνικά, κείνον ακριβώς τον καιρό, μας ήρθε κι ο ίδιος ο συγγραφέας.

Γιατί μας ήρθε τότε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς; Θυμάμαι που και τότε ακόμα αναρωτιόμουν με κάποιαν ανησυχία. Κείνη η άφιξή του, που στάθηκε τόσο αποφασιστική και που είχε τόσες συνέπειες, μου φαινόταν πολύν καιρό ύστερα, σχεδόν πάντα, ακατανόητη. Γενικά, ήταν παράξενο ένας νέος τόσο μορφωμένος, τόσο περήφανος και προσεχτικός όπως φαινόταν, να 'ρθει ξαφνικά σ' ένα τόσο επιλήψιμο σπίτι, σ' έναν πατέρα που τον αγνόησε σ' όλη του τη ζωή, που δεν τον ήξερε κι ούτε τον θυμόταν και που δε θα 'δινε βέβαια ποτέ και σε καμιά περίπτωση λεφτά, αν του ζητούσε ο γιος του, και που σ' όλη του τη ζωή φοβόταν πως οι γιοι του, ο Ιβάν κι ο Αλεξέι, θα 'ρχονταν κάποτε και θα του ζητάγανε χρήματα. Και νά που ο νέος αρχίζει να ζει στο σπίτι ενός τέτοιου πατέρα, ζει μαζί του ένα μήνα και δεύτερο και ταιριάζουν οι δυο τους τόσο, όσο δεν παίρνει καλύτερα. Το τελευταίο μάλιστα έκανε μεγάλη εντύπωση όχι μονάχα σε μένα μα και σε πολλούς άλλους. Ο Πιότρ Αλεξάντροβιτς Μιούσοβ, που γι' αυτόν μίλησα κιόλας παραπάνω, μακρινός συγγενής του Φιόντορ Παύλοβιτς απ' την πρώτη του γυναίκα, βρέθηκε να 'ναι κι αυτός στα μέρη μας κείνο τον καιρό, στο χτήμα του κοντά στην πολιτεία· είχε ρθει απ' το Παρίσι όπου είχε εγκατασταθεί μόνιμα πια. Θυμάμαι πως αυτός ακριβώς απορούσε περισσότερο απ' όλους. Γνωρίστηκε με τον νέο, που του κίνησε πολύ το ενδιαφέρον και πολλές φορές λογόφερνε με πείσμα μαζί του. «Είναι περήφανος — μας έλεγε τότε για κείνον — πάντα θα μπορεί να βγάζει λεφτά, και τώρα ακόμα έχει λεφτά για να πάει στο εξωτερικό, τι γυρεύει λοιπόν εδώ πέρα; Όλοι το καταλαβαίνουν πως δεν ήρθε στον πατέρα του για χρήματα, γιατί ό,τι και να γίνει, ο πατέρας του δε θα του δώσει. Δεν του αρέσει ούτε το κρασί ούτε η ακολασία κι όμως, παρ' όλ' αυτά, ο γέρος δεν μπορεί να κάνει χωρίς αυτόν, τόσο πολύ ταιριάξανε!» Αυτό ήταν αλήθεια. Ο νέος είχε μάλιστα μια φανερή επιρροή στο γέρο, που άκουγε και τις συμβουλές του ακόμα, αν και ήταν κείνο τον καιρό εξαιρετικά ιδιότροπος. Και το φέρσιμό του γινόταν πού και πού πιο καθωσπρέπει...

Μονάχα αργότερα μαθεύτηκε πως ο Ιβάν Φιοντόροβιτς ήρθε γιατί κοντά στ' άλλα τον παρακάλεσε κι ο μεγαλύτερος αδερφός του, ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, να φροντίσει για τις υποθέσεις του. Τα δυό αδέρφια τότε πάνω-κάτω πρωτοειδωθήκανε και γνωρίστηκαν, — τότε που μας ήρθε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς. Όμως εξαιτίας κάποιου σπουδαίου περιστατικού, που αφορούσε πιότερο τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, είχαν αρχίσει ν' αλληλογραφούν όταν ακόμα ο Ιβάν βρισκότανε στη Μόσχα. Τι λογής υπόθεση ήταν αυτή, ο αναγνώστης θα το μάθει στην κατάλληλη ώρα με λεπτομέρειες. Παρ' όλ' αυτά, κι όταν ακόμα έμαθα αυτό το εξαιρετικό περιστατικό, ο Ιβάν Φιοντόροβιτς εξακολουθούσε να μου φαίνεται αινιγματικός κι ο ερχομός του στα μέρη μας ανεξήγητος.

Θα προσθέσω ακόμα πως ο Ιβάν Φιοντόροβιτς φερόταν τότε σαν μεσολαβητής και συμφιλιωτής ανάμεσα στον πατέρα και στον μεγαλύτερο αδερφό του, τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, που 'χε αρχίσει τότε μεγάλο καυγά κι έφτασε μάλιστα στο σημείο να κάνει αγωγή στον πατέρα του.

Το ξαναλέω πως τούτη η φαμίλια για πρώτη φορά μαζεύτηκε όλη σ' ένα μέρος και μερικά απ' τα μέλη της για πρώτη φορά στη ζωή τους ειδωθήκανε. Μονάχα ο μικρότερος γιος, ο Αλεξέι Φιοντόροβιτς, ήταν κιόλας ένας χρόνος που ζούσε στα μέρη μας, κι έτσι βρέθηκε κει πέρα πριν απ' τ' άλλα αδέρφια. Γι' αυτόν ακριβώς τον Αλεξέι μου είναι πιο δύσκολο απ' όλα να μιλήσω σε τούτη την εισαγωγική μου αφήγηση προτού τον παρουσιάσω στο μυθιστόρημα. Μα είναι ανάγκη να γράψω και γι' αυτόν έναν πρόλογο, έστω μόνο και μόνο για να εξηγήσω προκαταβολικά ένα πολύ παράξενο σημείο. Τούτο δηλαδή: Τον μέλλοντα ήρωά μου είμαι αναγκασμένος να τον παρουσιάσω στους αναγνώστες μου απ' την πρώτη κιόλας σελίδα του μυθιστορήματος μου ντυμένον με το ράσο του δόκιμου μοναχού. Ναι, είχε ζήσει κιόλας τότε ένα χρόνο στο μοναστήρι μας και είχε κανείς την εντύπωση πως ετοιμαζότανε να κλειστεί κει μέσα για όλη του τη ζωή.


1. III. Ο Δεύτερος γάμος και τα Δεύτερα παιδιά 1. III. Die zweite Ehe und die zweiten Kinder 1. III. The Second Marriage and Second Children 1. III. El segundo matrimonio y los segundos hijos 1. III.二度目の結婚と二人目の子供 1. III. Drugie małżeństwo i drugie dzieci 1. III. Другий шлюб і другі діти

Ο Φιόντορ Παύλοβιτς, αφού ξεφορτώθηκε τον Μίτια, που ήταν τότε τεσσάρων χρονών, παντρεύτηκε πολύ γρήγορα για δεύτερη φορά. Fiodor Pavlovic, after getting rid of Mitia, who was then four years old, quickly married for the second time. Τούτη τη δεύτερη φορά έμεινε παντρεμένος οχτώ χρόνια. This second time he stayed married for eight years. Η δεύτερη γυναίκα του, η Σοφία Ιβάνοβνα ήταν πολύ νέα. His second wife, Sophia Ivanovna, was very young. Τη γνώρισε σε μιαν άλλη επαρχία όπου είχε πάει για κάτι μικροεργολαβίες με συνέταιρο έναν Εβραίο. He met her in another province where she had gone to do some small jobs with a Jewish partner. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς, αν και γλεντούσε και μέθαγε και ζούσε ακόλαστα, δεν έπαυε ποτέ του ν' ασχολείται με την τοποθέτηση των κεφαλαίων του και πάντα έβγαζε πέρα τις δουλίτσες του, φυσικά πάντα σχεδόν με ατιμίες. Fyodor Pavlovitch, though he feasted and died and lived debauchedly, never ceased to occupy himself with the investment of his funds and always got on with his business, of course almost always with dishonesty. Η Σοφία Ιβάνοβνα ήταν μια «ορφανή» που απ' τα μικράτα της δεν είχε γνωρίσει τους γονείς της, κόρη κάποιου αμόρφωτου διάκου. Sophia Ivanovna was an "orphan" who had not known her parents since her childhood, the daughter of an uneducated duke. Μεγάλωσε στο σπίτι μιας ευεργέτισσας, που την ανάθρεφε και τη βασάνιζε, μιας γνωστής γριάς στρατηγίνας, χήρας του στρατηγού Βορόχοβ. She grew up in the home of a benefactress, who nurtured and tormented her, a well-known old general, the widow of General Vorokhov. Δεν ξέρω λεπτομέρειες, άκουσα μονάχα πως τάχα την ευεργετούμενη, που ήταν σεμνή, άκακη και ήρεμη την ξεκρέμασαν μια φορά απ' το σκοινί, που 'χε στεριώσει μ' ένα καρφί μέσα στο κελάρι, τόσο δύσκολο της ήταν να υποφέρει τις ιδιοτροπίες και την ατέλειωτη γκρίνια αυτής της γριάς που κατά τα φαινόμενα δεν ήταν κακιά, μα που καταντούσε ανυπόφορη γιατί ξεκουτιάθηκε απ' την τεμπέλικη ζωή που έκανε. I don't know the details, I only heard that the beneficiary, who was modest, harmless and calm, was once unhooked from the rope, which was fixed with a nail in the cellar, so hard was it for her to suffer the whims and the endless nagging of this old woman, who was apparently not evil, but who became unbearable because she rested from her lazy life. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς ζήτησε το χέρι της Σοφίας Ιβάνοβνας, η στρατηγίνα πήρε τις πληροφορίες της γι' αυτόν και τον έδιωξε και τότε κείνος, όπως και στον πρώτο του γάμο, πρότεινε στην ορφανή να την απαγάγει. Fyodor Pavlovich asked for Sofia Ivanovna's hand, the general took her information about him and sent him away, and then he, as in his first marriage, proposed to the orphan to kidnap her. Είναι πολύ, πάρα πολύ πιθανό πως κι αυτή ακόμα δε θα δεχότανε να τον πάρει, αν μάθαινε έγκαιρα περισσότερες λεπτομέρειες γι' αυτόν. It's very, very likely that she still wouldn't take him if she found out more details about him in time. Μα όλ' αυτά γίνονταν σ' άλλην επαρχία, κι εξάλλου τι μπορούσε να καταλάβει αυτό το δεκαεξάχρονο κορίτσι. But all this was happening in another province, and besides, what could this sixteen-year-old girl understand. Το μόνο που ήξερε ήταν πως κάλλιο να ριχνόταν στο ποτάμι παρά να μείνει στο σπίτι της ευεργέτισσάς της. All she knew was that she would rather be thrown into the river than stay at her benefactress's house. Έτσι λοιπόν έφυγε κι αυτή η καημένη απ' την ευεργέτισσα και πήγε στον ευεργέτη. So the poor woman left the benefactress and went to the benefactor. Ο Φιόντορ Παύλοβιτς δεν πήρε πεντάρα τούτη τη φορά γιατί η στρατηγίνα θύμωσε, δεν τους έδωσε τίποτα, μονάχα τους καταράστηκε και τους δυό. Fyodor Pavlovich didn't get a penny this time because the general was angry, she didn't give them anything, only cursed them both. Μα αυτός ούτε που υπολόγιζε να πάρει τίποτα αυτή τη φορά. But he didn't even expect to get anything this time. Τον τράβηξε μονάχα η εξαιρετική ομορφιά αυτού του αθώου κοριτσιού και, το κυριότερο, η αθώα του έκφραση, που έκανε εντύπωση σ' αυτόν τον φιλήδονο που ως τα τότε αγαπούσε μονάχα τις αδιάντροπες γυναίκες. He was attracted only by the extraordinary beauty of this innocent girl and, above all, by her innocent expression, which made an impression on this philandering man who had hitherto loved only shameless women. «Αυτά τα αθώα ματάκια μου σφάξανε τότε την καρδιά», έλεγε αργότερα χαχανίζοντας σιγά με τον αηδιαστικό του τρόπο. "Those innocent little eyes slaughtered my heart then," he would later say, chuckling softly in his disgusting way. Φυσικά ένας διεφθαρμένος μονάχα από φιληδονία θα μπορούσε να αισθανθεί κάτι τέτοιο. Of course a corrupt person could only feel this out of sensuality. Μια λοιπόν και δεν πήρε καμιάν αποζημίωση, ο Φιόντορ Παύλοβιτς δεν έκανε καθόλου τσιριμόνιες με τη γυναίκα του. Since he did not receive any compensation, Fiodor Pavlovic did not make any squeamishness with his wife. Επωφελήθηκε απ' το γεγονός πως ήταν σαν να λέμε «ένοχη» απέναντι του και πως αυτός σχεδόν την «ξεκρέμασε απ' τη θηλιά», επωφελήθηκε εκτός απ' αυτό κι απ' την φαινομενική της υποταγή και πραότητα, τόσο που ποδοπάτησε ακόμα και την πιο συνηθισμένη συζυγική ευπρέπεια. Έρχονταν στο σπίτι γυναίκες του δρόμου και κει, μπροστά στη σύζυγο, γίνονταν όργια. Women from the street would come to the house and there, in front of the wife, they would have orgies. Θ' αναφέρω και τούτο γιατί είναι χαρακτηριστικό: Ο υπηρέτης Γρηγόρης, ένας σκυθρωπός, κουτός και πεισματάρης ορθολογιστής, που μισούσε την προηγούμενη αφέντισσα, την Αδελαΐδα Ιβάνοβνα, τούτη τη φορά πήρε το μέρος της νέας κυρίας, την υπεράσπιζε και μάλωνε μάλιστα για χάρη της με τον Φιόντορ Παύλοβιτς μ' έναν τρόπο σχεδόν ανάρμοστο σ' έναν υπηρέτη. I will mention this because it is typical: The servant Grigoris, a sullen, dull and stubborn rationalist, who hated the previous mistress, Adelaide Ivanovna, this time took the side of the new mistress, defended her and even quarreled for her sake with Fiodor Pavlovitch in a manner almost unbecoming of a servant. Μια φορά μάλιστα έφτασε στο σημείο να διαλύσει το όργιο και να κυνηγήσει τις πρόστυχες γυναίκες. Once he even went so far as to break up the orgy and go after the dirty women. Το αποτέλεσμα ήταν πως αυτή η δύστυχη, η κατατρομαγμένη απ' τα μικράτα της νεαρή κοπέλα, έπαθε κάποια νευρική γυναικεία αρρώστια που συναντιέται συχνότερα στα λαϊκά στρώματα, στις χωριάτισσες και που γι' αυτό τις λένε σεληνιασμένες. The result was that this poor, young girl, frightened by her childhood, contracted some nervous female disease that is more common among the common people, among peasant women, and that is why they are called lunatic. Απ' αυτή την αρρώστια, που συνοδευόταν από τρομερές υστερικές κρίσεις, η δύστυχη έχανε πότε-πότε και τα λογικά της ακόμα. From this illness, which was accompanied by terrible hysterical fits, the poor girl would occasionally lose her sanity. Όμως, παρ' όλ' αυτά, γέννησε δυό γιους του Φιόντορ Παύλοβιτς, τον Ιβάν και τον Αλεξέι, τον ένα στον πρώτο χρόνο του γάμου και τον άλλο τρία χρόνια αργότερα. However, she nevertheless gave birth to two sons of Fyodor Pavlovich, Ivan and Alexei, one in the first year of marriage and the other three years later. Όταν πέθανε, ο Αλεξέι είχε πατήσει πια τα τέσσερα και, όσο κι αν αυτό φαίνεται παράξενο, ξέρω πως η μητέρα του του 'μείνε στη μνήμη και τη θυμόταν, σαν όνειρο βέβαια, σ' όλη του τη ζωή. When he died, Alexei was four years old and, strange as it may seem, I know that his mother stayed in his memory and he remembered her, as a dream of course, all his life. Μόλις εκείνη πέθανε, με τα δυό αγόρια συνέβη ακριβώς το ίδιο που έγινε κα με τον πρώτο γιο, τον Μίτια. After she died, the same thing happened to the two boys as happened to the first son, Mitia. Κι αυτά τα ξέχασε και τα παράτησε εντελώς ο πατέρας και καταλήξανε στην ίζμπα του Γρηγόρη. And these were forgotten and completely abandoned by the father and ended up in Gregory's root cellar. Σ' αυτή την ίζμπα τους βρήκε η γκρινιάρα στρατηγίνα, η ευεργέτισσα της μητέρας τους. It was in this miserable place that the grumpy general, their mother's benefactress, found them. Ζούσε ακόμα, κι όλον εκείνο τον καιρό, όλα τα οχτώ χρόνια, δεν μπορούσε να ξεχάσει την προσβολή που της είχαν κάνει. She was still alive, and all that time, all eight years, she could not forget the insult that had been done to her. Όλα εκείνα τα οχτώ χρόνια είχε τις πιο λεπτομερειακές πληροφορίες για το πώς τα περνάει η «Σοφή» της κι ακούγοντας πως είναι άρρωστη και σε τι αισχρό περιβάλλον ζούσε, είπε δυο-τρεις φορές στις υπηρέτριές της: «Καλά να πάθει, την τιμωρεί ο Θεός για την αχαριστία της». All those eight years she had the most detailed information about how her "Wise One" was doing and hearing that she was ill and what a shameful environment she lived in, she told her maids two or three times: "Well be it for her, God is punishing her for her ingratitude."

Ακριβώς τρεις μήνες μετά το θάνατο της Σοφίας Ιβάνοβνας, η στρατηγίνα παρουσιάστηκε ξαφνικά στην πολιτεία μας και πήγε αμέσως στο σπίτι του Φιόντορ Παύλοβιτς. Exactly three months after the death of Sofia Ivanovna, the general suddenly appeared in our state and immediately went to the house of Fyodor Pavlovich. Έμεινε μισή ώρα όλη κι όλη στην πολιτεία, μα έκανε πολλά πράματα. He spent half an hour all over the state, but he did a lot of things. Ήταν κατά το βραδάκι. It was around dusk. Βρήκε τον Φιόντορ Παύλοβιτς, που είχε να τον δει οχτώ χρόνια, να 'ναι στο κέφι. He found Fiodor Pavlovic, who hadn't seen him in eight years, in a good mood. Διηγούνται πως αυτή, αμέσως, χωρίς καμιάν εξήγηση, μόλις τον είδε, του 'δωσε δυό γερά και ηχηρά χαστούκια, του τράβηξε τρεις φορές το τσουλούφι κι ύστερα, χωρίς να προσθέσει λέξη, πήγε κατευθείαν στην ίζμπα, στα δυό αγόρια. They say that she, immediately, without any explanation, as soon as she saw him, gave him two hard and loud slaps, pulled his hair three times and then, without adding a word, went straight to the two boys. Τους έριξε μια ματιά και βλέποντας πως ήταν άπλυτα και πως φοράγανε βρώμικα ρούχα, έδωσε ένα χαστούκι και στον Γρηγόρη, του ανακοίνωσε πως θα πάρει μαζί της τα δυό παιδιά, ύστερα τα 'βγάλε έξω όπως ήταν, τα τύλιξε σε μια κουβέρτα, τ' ανέβασε στ ' αμάξι και τράβηξε για την πολιτεία της. She took one look at them and seeing that they were unwashed and wearing dirty clothes, she gave Gregory a slap and announced that she would take the two children with her, then took them out as they were, wrapped them in a blanket, put them in the car and drove to her state. Ο Γρηγόρης υπόμεινε το χαστούκι σαν πιστός δούλος, δεν είπε ούτε μια βάναυση λέξη, κι όταν ξεπροβόδισε τη γριά αφέντισσα ως τ' αμάξι, της έκανε μιαν βαθιάν υπόκλιση και της είπε μ' επίσημο τόνο πως «ο Θεός θα ξεπληρώσει το καλό που 'κανε στα ορφανά». Gregory endured the slap like a faithful slave, did not say a single brutal word, and when he saw the old mistress off to the car, he gave her a deep bow and told her in a solemn tone that "God will repay the good he did to the orphans." «Εσύ ωστόσο είσαι κουτεντές!» του φώναξε η στρατηγίνα φεύγοντας. "You, however, are a quack!" the general shouted at him as he left. Όταν ο Φιόντορ Παύλοβιτς κατάλαβε τι έτρεξε, βρήκε πως αυτή η δουλειά έγινε πολύ καλά όπως έγινε και δεν έφερε αντίρρηση σε κανένα σημείο αργότερα, όταν χρειάστηκε να δώσει την τυπική του συγκατάθεση για την ανατροφή των παιδιών απ' τη στρατηγίνα. When Fiodor Pavlovic understood what he was running, he found that the job was very well done as it was done and he did not object at any point later when he had to give his formal consent to the raising of the children by the General. Όσο για τα χαστούκια, πήγαινε ο ίδιος και τα διαλαλούσε σ' όλη την πολιτεία. As for the slapping, he would go himself and spread it all over the state.

Συνέβη να πεθάνει και η στρατηγίνα σε λίγο, έχοντας γράψει όμως στη διαθήκη της από χίλια ρούβλια για τα δυό μικρά, «για την εκπαίδευσή τους και να ξοδευτούν οπωσδήποτε για τις ανάγκες τους τούτα τα λεφτά, με τον όρο όμως να φτάσουν ως την ενηλικίωσή τους, επειδή για κάτι τέτοια παιδιά είναι αρκετή και με το παραπάνω μια τέτοια δωρεά κι αν έχει κανείς αντίρρηση ας ανοίξει ο ίδιος το πουγγί του κ.τ.λ., κ.τ.λ.». It happened that the general soon died, having written in her will a thousand rubles for the two little ones, "for their education and to spend this money for their needs, but on condition that they reach adulthood, because for such children such a donation is enough and more than enough, and if anyone has any objection let him open his own pouch, etc., etc.". Εγώ δε διάβασα ο ίδιος τη διαθήκη, άκουσα όμως πως είχε ακριβώς κάποια παρόμοια παραξενιά που 'χε εκφραστεί κιόλας μ' έναν πολύ ιδιόρρυθμο τρόπο. I didn't read the will myself, but I heard that he had a similar quirk that was expressed in a very peculiar way. Πάντως ο κυριότερος κληρονόμος της γριάς βρέθηκε να 'ναι ένας τίμιος άνθρωπος, ο προεστός των ευγενών κείνης της επαρχίας, ο Εφήμ Πετρόβιτς Πολένοβ. However, the main heir of the old woman was found to be an honest man, the chief of the nobles of that province, Efim Petrovich Polenov. Αφού αλληλογράφησε με τον Φιόντορ Παύλοβιτς και κατάλαβε με το πρώτο πως αυτός δεν πρόκειται να δώσει πεντάρα για την ανατροφή των ίδιων του των παιδιών (αν και ποτέ δεν αρνιόταν καθαρά, μα μονάχα ανέβαλε συνεχώς σ' αυτές τις περιπτώσεις, και ξεχυνόταν μάλιστα καμιά φορά σ' απέραντες αισθηματολογίες) φρόντισε προσωπικά για τα ορφανά κι αγάπησε ιδιαίτερα το μικρότερο, τον Αλεξέι, τόσο που τούτος ο τελευταίος έζησε αρκετό διάστημα στην οικογένειά του. After corresponding with Fyodor Pavlovitch and realizing at once that he would not give a penny for the upbringing of his own children (although he never outright refused, but only constantly postponed in such cases, and sometimes even went off into endless sentimentalism), he took personal care of the orphans and loved the youngest, Alexey, so much so that the latter lived for a long time in his family. Αυτό παρακαλώ τον αναγνώστη να το προσέξει απ' την αρχή. This I ask the reader to note from the beginning. Τούτα τα παιδιά μονάχα τον Εφήμ Πετρόβιτς θα 'πρεπε να ευγνωμονούν σ ' όλη τους τη ζωή για την ανατροφή και την εκπαίδευσή τους. These children should only be grateful to Efim Petrovic for their upbringing and education all their lives. Ήταν ένας ευγενέστατος άνθρωπος, πολύ πονετικός, από κείνους που σπάνια συναντάει κανείς. He was a kind man, very painful, the kind of man one rarely meets. Φύλαξε τα χίλια ρούβλια του κάθε μικρού που τους είχε αφήσει η στρατηγίνα και δεν τα πείραξε καθόλου, έτσι που ώσπου να γίνουν ενήλικοι αυξηθήκανε με τους τόκους. He kept the thousand rubles of each of the children that the general had left them and did not touch them at all, so that by the time they became adults they had grown with the interest. Τους ανάθρεψε με δικά του λεφτά και φυσικά ξόδεψε πολύ περισσότερα από χίλια για τον καθένα. He raised them with his own money and of course he spent much more than a thousand on each of them. Δεν πρόκειται ν' αρχίσω από τώρα μια λεπτομερειακή εξιστόρηση των παιδικών κι εφηβικών του χρόνων, θα σημειώσω μονάχα τα πιο σπουδαία περιστατικά. I am not going to begin now a detailed account of his childhood and adolescence, I will only note the most important incidents. Για τον μεγαλύτερο, τον Ιβάν, θα πω μονάχα πως μεγάλωνε πάντα σκυθρωπός και κλεισμένος στον εαυτό του. About the eldest, Ivan, I will only say that he always grew up sullen and closed in on himself. Δεν ήταν καθόλου δειλός μα είχε απ' τα δέκα του κιόλας χρόνια διαποτιστεί με τη σκέψη πως, όπως και να 'ναι, ζουν σε ξένη οικογένεια και με την ελεημοσύνη των ξένων και πως ο πατέρας τους είναι τέτοιος που είναι ντροπή και να μιλάει κανείς γι' αυτόν κ.τ.λ., κ.τ.λ. He was not a coward at all, but he had been imbued from the age of ten with the thought that, be that as it may, they were living in a foreign family and on the charity of foreigners, and that their father was such that it was a disgrace to speak of him, etc., etc. Αυτό το παιδί έδειξε πολύ νωρίς, σχεδόν απ' τα μικράτα του (όπως λέγανε τουλάχιστον) ξεχωριστές ικανότητες για μάθηση. This child showed very early on, almost from his infancy (as they used to say at least) special abilities for learning. Δεν ξέρω ακριβώς πώς έγινε, μα έφυγε απ' την οικογένεια του Εφήμ Πετρόβιτς μόλις δεκατριών χρονών και πήγε εσωτερικός σ' ένα γυμνάσιο της Μόσχας, σε κάποιον έμπειρο και φημισμένον τότε παιδαγωγό, που ήταν παιδικός φίλος του Εφήμ Πετρόβιτς. I don't know exactly how it happened, but he left Efim Petrovich's family when he was only thirteen years old and went to boarding school in a Moscow gymnasium, under an experienced and famous pedagogue, who was a childhood friend of Efim Petrovich. Ο ίδιος ο Ιβάν διηγόταν ύστερα πως όλ' αυτά έγιναν εξαιτίας της, ας πούμε έτσι, «έφεσης για καλές πράξεις» του Εφήμ Πετρόβιτς που του καρφώθηκε η ιδέα πως ένα παιδί με ιδιοφυία πρέπει να το αναθρέψει ένας εξαιρετικός δάσκαλος. Ivan himself later told how all this happened because of Efim Petrovic's, so to speak, "appeal for good deeds", which gave him the idea that a child of genius should be brought up by an excellent teacher. Πάντως, ούτε ο εξαιρετικός δάσκαλος ούτε ο Εφήμ Πετρόβιτς ζούσανε πια όταν ο νέος τέλειωσε το γυμνάσιο και μπήκε στο Πανεπιστήμιο. However, neither the excellent teacher nor Efim Petrovic was still alive when the young man finished high school and entered the University. Επειδή ο Εφήμ Πετρόβιτς τα κανόνισε άσκημα και η είσπραξη των χίλιων ρουβλιών, που κληροδότησε η στρατηγίνα και που με τους τόκους είχαν γίνει δυο χιλιάδες, καθυστέρησε εξαιτίας των αναπότρεπτων γραφειοκρατικών μας διατυπώσεων, ο νέος τα βρήκε πολύ σκούρα, αφού αναγκαζόταν τα δυο πρώτα χρόνια να συντηρεί μονάχος του τον εαυτό του και ταυτόχρονα να σπουδάζει. Because Efim Petrovich arranged everything badly and the collection of the thousand rubles bequeathed by the general, which with interest had become two thousand, was delayed because of our unavoidable bureaucratic formalities, the young man found things very difficult, since he had to support himself alone for the first two years and at the same time study. Πρέπει να παρατηρήσουμε πως αυτός ούτε έκανε καν καμιάν απόπειρα να γράψει στον πατέρα του — ίσως από περηφάνια κι από περιφρόνηση που ένιωθε γι' αυτόν, ίσως όμως και γιατί η ψυχρή λογική του 'λεγε πως απ' τον μπαμπάκα του δεν είχε να περιμένει καμιά σοβαρή υποστήριξη. It must be noted that he did not even make any attempt to write to his father - perhaps out of pride and contempt for him, but perhaps also because his cold logic told him that he could not expect any serious support from his daddy. Όπως και να 'ναι, ο νέος δεν τα 'χασε καθόλου και κατάφερε να βρει δουλειά. Anyway, the young man didn't lose it at all and managed to get a job. Στην αρχή παρέδιδε μαθήματα για είκοσι καπίκια και ύστερα έδινε στις εφημερίδες αρθράκια των δέκα στίχων όπου περιγράφονταν σκηνές του δρόμου, με την υπογραφή «αυτόπτης». At first he gave lessons for twenty kopecks and then he gave the newspapers ten-line articles describing street scenes, signed "eyewitness". Λένε πως αυτά τα αρθράκια ήταν γραμμένα τόσο πρωτότυπα και πικάντικα, που γρήγορα απόχτησαν μεγάλη ζήτηση. It is said that these articles were written in such an original and pungent way that they quickly became very popular. Έτσι ο νεαρός μας αποδείχτηκε πιο πρακτικός και πιο έξυπνος απ' όλη την πολυάριθμη μερίδα της σπουδάζουσας νεολαίας μας και των δύο φύλων, που είναι πάντα αδέκαρη και δυστυχισμένη στις πρωτεύουσες και που χάνει συνήθως τον καιρό της στα γραφεία των εφημερίδων και των περιοδικών μην μπορώντας να βρει τίποτα καλύτερο απ' την αιώνια επανάληψη της ίδιας παράκλησης για μεταφράσεις απ' τα γαλλικά ή για αντίγραφα. Thus our young man proved to be more practical and more intelligent than all the numerous portion of our educated youth of both sexes, who are always penniless and unhappy in the capitals, and who usually waste their time in the offices of newspapers and magazines, unable to find anything better than the eternal repetition of the same request for translations from French or for copies. Μια και γνωρίστηκε με τους συντάχτες, ο Ιβάν Φιοντόροβιτς διατήρησε τις σχέσεις του μαζί τους, έτσι που στα τελευταία χρόνια των σπουδών του στο Πανεπιστήμιο δημοσίευσε κριτικές για βιβλία διαφόρων θεμάτων, και τα γραφτά του αυτά δείχνανε μεγάλο ταλέντο, τόσο που έγινε γνωστός στους φιλολογικούς κύκλους. Once acquainted with the editors, Ivan Fyodorovich maintained his relations with them, so that in the last years of his studies at the University he published reviews of books on various subjects, and his writings showed great talent, so much so that he became well known in literary circles. Εδώ που τα λέμε, μονάχα τον τελευταίο καιρό τα κατάφερε να τον προσέξει ένας ευρύτερος κύκλος αναγνωστών. As a matter of fact, only recently has he managed to attract the attention of a wider circle of readers. Τότε τον ξεχώρισαν πολλοί και τον μάθανε. Then he was singled out by many and learned. Αυτό ήταν ένα αρκετά περίεργο περιστατικό. This was quite a strange incident. Όταν πια τέλειωσε το Πανεπιστήμιο κι ετοιμαζόταν με τις δυό του χιλιάδες να φύγει για το εξωτερικό, ο Ιβάν Φιοντόροβιτς δημοσίευσε ξαφνικά σε μιαν απ' τις μεγάλες εφημερίδες ένα παράξενο άρθρο, που το πρόσεξαν ακόμα κι αυτοί που δεν ήταν ειδικοί και, το σπουδαιότερο, πάνω σ' ένα θέμα εντελώς άγνωστο γι' αυτόν, θα 'λεγε κανείς, μια και κείνος είχε βγάλει τη Φυσικομαθηματική Σχολή. When he had finished university and was about to leave with his two thousand to go abroad, Ivan Fyodorovich suddenly published in one of the big newspapers a strange article, which was noticed even by those who were not experts and, most importantly, on a subject completely unknown to him, one might say, since he had graduated from the Faculty of Physics. Το άρθρο είχε γραφτεί για το ζήτημα που 'χε γίνει τότε παντού της ημέρας, για τα εκκλησιαστικά δικαστήρια. The article was written about the issue that was then all over the place, the church courts. Κριτικάροντας μερικές διατυπωμένες πια γνώμες γι' αυτό το ζήτημα, εξέθεσε κι αυτός την προσωπική του άποψη. Criticizing some of the opinions that have been expressed on this issue, he also presented his personal opinion. Το σπουδαίο ήταν το ύφος και το εξαιρετικά αναπάντεχο συμπέρασμα. The great thing was the style and the extremely unexpected conclusion. Κι όμως, παρ' όλ' αυτά, πολλοί από τους κληρικόφρονες θεώρησαν το συγγραφέα δικό τους. And yet, in spite of this, many of the clergymen considered the author their own. Και ξαφνικά, δίπλα σ' αυτούς, όχι μονάχα οι αντικληρικόφρονες μα κι αυτοί ακόμα οι αθεϊστές αρχίσανε να χειροκροτούν. And suddenly, next to them, not only the anti-Christians but even the atheists started to applaud. Τελικά, μερικοί έξυπνοι άνθρωποι κατάλαβαν πως όλο το άρθρο δεν είναι τίποτ' άλλο από μια θρασύτατη φάρσα και κοροϊδία. Eventually, some intelligent people realised that the whole article was nothing but a cheeky prank and mockery. Αν σημειώνω τούτο το γεγονός, είναι γιατί αυτό το άρθρο έφτασε με τον καιρό και στο δικό μας περίφημο μοναστήρι που βρισκόταν κοντά στην πολιτεία μας, όπου ενδιαφέρονταν απ' ανέκαθεν για το ζήτημα των εκκλησιαστικών δικαστηρίων, που είχε πάρει τότε μεγάλη δημοσιότητα κι έκταση. If I note this fact, it is because this article reached in time our famous monastery near our state, which had always been interested in the question of ecclesiastical courts, which had then become very public and extensive. Έφτασε το άρθρο και τους άφησε όλους κυριολεκτικά μ' ανοιχτό το στόμα. The article arrived and left everyone literally open-mouthed. Όταν μάθανε και τ' όνομα του συγγραφέα, ενδιαφέρθηκαν ακόμα περισσότερο μια και είχε γεννηθεί στην πολιτεία μας και ήταν γιος «κείνου, ντε, του Φιόντορ Παύλοβιτς». When they learned the name of the author, they were even more interested, since he had been born in our state and was the son of "that Fyodor Pavlovich". Και τότε ξαφνικά, κείνον ακριβώς τον καιρό, μας ήρθε κι ο ίδιος ο συγγραφέας. And then suddenly, at that very moment, the author himself came to us.

Γιατί μας ήρθε τότε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς; Θυμάμαι που και τότε ακόμα αναρωτιόμουν με κάποιαν ανησυχία. Why did Ivan Fyodorovich come to us then? I remember that even then I was still wondering with some concern. Κείνη η άφιξή του, που στάθηκε τόσο αποφασιστική και που είχε τόσες συνέπειες, μου φαινόταν πολύν καιρό ύστερα, σχεδόν πάντα, ακατανόητη. That arrival, which was so decisive and had so many consequences, seemed to me long afterwards, almost always, incomprehensible. Γενικά, ήταν παράξενο ένας νέος τόσο μορφωμένος, τόσο περήφανος και προσεχτικός όπως φαινόταν, να 'ρθει ξαφνικά σ' ένα τόσο επιλήψιμο σπίτι, σ' έναν πατέρα που τον αγνόησε σ' όλη του τη ζωή, που δεν τον ήξερε κι ούτε τον θυμόταν και που δε θα 'δινε βέβαια ποτέ και σε καμιά περίπτωση λεφτά, αν του ζητούσε ο γιος του, και που σ' όλη του τη ζωή φοβόταν πως οι γιοι του, ο Ιβάν κι ο Αλεξέι, θα 'ρχονταν κάποτε και θα του ζητάγανε χρήματα. In general, it was strange that a young man so educated, so proud and careful as he seemed, should suddenly come to such a reprehensible house, to a father who had ignored him all his life, who didn't know him or remember him, and who would never, under any circumstances, give him money if his son asked him for it, and who had been afraid all his life that his sons, Ivan and Alexei, would come to him one day and ask him for money. Και νά που ο νέος αρχίζει να ζει στο σπίτι ενός τέτοιου πατέρα, ζει μαζί του ένα μήνα και δεύτερο και ταιριάζουν οι δυο τους τόσο, όσο δεν παίρνει καλύτερα. And here the young man begins to live in the house of such a father, lives with him for a month and a second, and the two of them get along as well as can be expected. Το τελευταίο μάλιστα έκανε μεγάλη εντύπωση όχι μονάχα σε μένα μα και σε πολλούς άλλους. The latter made a great impression not only on me but on many others as well. Ο Πιότρ Αλεξάντροβιτς Μιούσοβ, που γι' αυτόν μίλησα κιόλας παραπάνω, μακρινός συγγενής του Φιόντορ Παύλοβιτς απ' την πρώτη του γυναίκα, βρέθηκε να 'ναι κι αυτός στα μέρη μας κείνο τον καιρό, στο χτήμα του κοντά στην πολιτεία· είχε ρθει απ' το Παρίσι όπου είχε εγκατασταθεί μόνιμα πια. Pyotr Aleksandrovich Musov, of whom I have already spoken above, a distant relative of Fyodor Pavlovich by his first wife, was also in our country at that time, on his farm near the state; he had come from Paris, where he had settled permanently. Θυμάμαι πως αυτός ακριβώς απορούσε περισσότερο απ' όλους. I remember that he was the one who was most surprised of all. Γνωρίστηκε με τον νέο, που του κίνησε πολύ το ενδιαφέρον και πολλές φορές λογόφερνε με πείσμα μαζί του. He became acquainted with the young man, who was very interesting to him and often argued stubbornly with him. «Είναι περήφανος — μας έλεγε τότε για κείνον — πάντα θα μπορεί να βγάζει λεφτά, και τώρα ακόμα έχει λεφτά για να πάει στο εξωτερικό, τι γυρεύει λοιπόν εδώ πέρα; Όλοι το καταλαβαίνουν πως δεν ήρθε στον πατέρα του για χρήματα, γιατί ό,τι και να γίνει, ο πατέρας του δε θα του δώσει. "He's proud - he was telling us about him then - he'll always be able to make money, and now he still has money to go abroad, so what's he doing here? Everyone understands that he didn't come to his father for money, because no matter what, his father won't give it to him. Δεν του αρέσει ούτε το κρασί ούτε η ακολασία κι όμως, παρ' όλ' αυτά, ο γέρος δεν μπορεί να κάνει χωρίς αυτόν, τόσο πολύ ταιριάξανε!» Αυτό ήταν αλήθεια. He likes neither wine nor debauchery, and yet, nevertheless, the old man can't do without him, they were so well matched!" That was true. Ο νέος είχε μάλιστα μια φανερή επιρροή στο γέρο, που άκουγε και τις συμβουλές του ακόμα, αν και ήταν κείνο τον καιρό εξαιρετικά ιδιότροπος. The young man even had an obvious influence on the old man, who even listened to his advice, although he was extremely fussy at the time. Και το φέρσιμό του γινόταν πού και πού πιο καθωσπρέπει... And his manner was occasionally more decorous...

Μονάχα αργότερα μαθεύτηκε πως ο Ιβάν Φιοντόροβιτς ήρθε γιατί κοντά στ' άλλα τον παρακάλεσε κι ο μεγαλύτερος αδερφός του, ο Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, να φροντίσει για τις υποθέσεις του. Only later did it become known that Ivan Fyodorovich came because, among other things, his older brother, Dimitri Fyodorovich, begged him to take care of his affairs. Τα δυό αδέρφια τότε πάνω-κάτω πρωτοειδωθήκανε και γνωρίστηκαν, — τότε που μας ήρθε ο Ιβάν Φιοντόροβιτς. The two brothers then more or less first met and got to know each other, - that's when Ivan Fyodorovich came to us. Όμως εξαιτίας κάποιου σπουδαίου περιστατικού, που αφορούσε πιότερο τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, είχαν αρχίσει ν' αλληλογραφούν όταν ακόμα ο Ιβάν βρισκότανε στη Μόσχα. But because of an important incident, which was more about Dimitri Fyodorovich, they had started to correspond while Ivan was still in Moscow. Τι λογής υπόθεση ήταν αυτή, ο αναγνώστης θα το μάθει στην κατάλληλη ώρα με λεπτομέρειες. What kind of case this was, the reader will find out in due course in detail. Παρ' όλ' αυτά, κι όταν ακόμα έμαθα αυτό το εξαιρετικό περιστατικό, ο Ιβάν Φιοντόροβιτς εξακολουθούσε να μου φαίνεται αινιγματικός κι ο ερχομός του στα μέρη μας ανεξήγητος. Nevertheless, even when I learned of this extraordinary incident, Ivan Fyodorovich still seemed enigmatic to me and his arrival in our country inexplicable.

Θα προσθέσω ακόμα πως ο Ιβάν Φιοντόροβιτς φερόταν τότε σαν μεσολαβητής και συμφιλιωτής ανάμεσα στον πατέρα και στον μεγαλύτερο αδερφό του, τον Ντιμήτρι Φιοντόροβιτς, που 'χε αρχίσει τότε μεγάλο καυγά κι έφτασε μάλιστα στο σημείο να κάνει αγωγή στον πατέρα του. I will also add that Ivan Fyodorovich was then acting as a mediator and conciliator between his father and his older brother, Dimitri Fyodorovich, who had started a big fight and even went so far as to sue his father.

Το ξαναλέω πως τούτη η φαμίλια για πρώτη φορά μαζεύτηκε όλη σ' ένα μέρος και μερικά απ' τα μέλη της για πρώτη φορά στη ζωή τους ειδωθήκανε. I say again that this family was gathered together for the first time in one place and some of its members were seen for the first time in their lives. Μονάχα ο μικρότερος γιος, ο Αλεξέι Φιοντόροβιτς, ήταν κιόλας ένας χρόνος που ζούσε στα μέρη μας, κι έτσι βρέθηκε κει πέρα πριν απ' τ' άλλα αδέρφια. Only the youngest son, Alexei Fyodorovich, had already been living in our country for a year, so he got there before the other brothers. Γι' αυτόν ακριβώς τον Αλεξέι μου είναι πιο δύσκολο απ' όλα να μιλήσω σε τούτη την εισαγωγική μου αφήγηση προτού τον παρουσιάσω στο μυθιστόρημα. It is precisely this Alexei who is the most difficult of all for me to talk about in this introductory narrative before presenting him in the novel. Μα είναι ανάγκη να γράψω και γι' αυτόν έναν πρόλογο, έστω μόνο και μόνο για να εξηγήσω προκαταβολικά ένα πολύ παράξενο σημείο. But I need to write a preface for him too, if only to explain in advance a very strange point. Τούτο δηλαδή: Τον μέλλοντα ήρωά μου είμαι αναγκασμένος να τον παρουσιάσω στους αναγνώστες μου απ' την πρώτη κιόλας σελίδα του μυθιστορήματος μου ντυμένον με το ράσο του δόκιμου μοναχού. That is this: I am forced to present my future hero to my readers from the very first page of my novel dressed in the robe of a novice monk. Ναι, είχε ζήσει κιόλας τότε ένα χρόνο στο μοναστήρι μας και είχε κανείς την εντύπωση πως ετοιμαζότανε να κλειστεί κει μέσα για όλη του τη ζωή. Yes, he had already lived in our monastery for a year and one had the impression that he was about to spend the rest of his life there.