20//
Έχοντας περπατήσει για αρκετό καιρό μέσα στην άμμο, στα βράχια και στα χιόνια, έφτασε η στιγμή που, επιτέλους, ανακάλυψε έναν δρόμο. Κι οι δρόμοι οδηγούν όλοι στους ανθρώπους. «Καλημέρα» είπε. Ήταν ένας κήπος ολάνθιστος με τριαντάφυλλα. «Καλημέρα» είπαν τα τριαντάφυλλα. Ο μικρός πρίγκιπας τα κοίταξε. Έμοιαζαν πολύ με το δικό του λουλούδι. «Τι είσαστε;» τα ρώτησε έκπληκτος. «Είμαστε τριαντάφυλλα» είπαν τα τριαντάφυλλα. «Α!» έκανε ο μικρός πρίγκιπας… Κι αισθάνθηκε πολύ δυστυχισμένος. Το λουλούδι του τού είχε πει ότι ήταν το μοναδικό του είδους του σ' ολόκληρο το σύμπαν. Και να λοιπόν που υπήρχαν πέντε χιλιάδες, όλα ακριβώς ίδια μεταξύ τους, σ' έναν μόνο κήπο! «Θα θύμωνε πάρα πολύ» σκέφτηκε «αν το έβλεπε αυτό… Θα έβηχε υπερβολικά και θα έκανε πως πεθαίνει για να γλιτώσει το ρεζίλεμα. Και σίγουρα θα ήμουν υποχρεωμένος να προσποιηθώ πως την περιποιούμαι, διαφορετικά, για να ταπεινώσει κι εμένα, θα αφηνόταν να πεθάνει στ' αλήθεια…» Έπειτα σκέφτηκε: «Θεωρούσα πως ήμουν πλούσιος μ' ένα λουλούδι μοναδικό και δεν κατέχω παρά ένα συνηθισμένο τριαντάφυλλο. Αυτό και τα τρία ηφαίστειά μου που μου φτάνουν ως το γόνατο, και το ένα απ' αυτά, ίσως να είναι ανενεργό για πάντα, δεν με κάνουν έναν σπουδαίο πρίγκιπα…» Και ξαπλωμένος πάνω στο χορτάρι, έκλαψε.